Κρίθηκε ότι το ατύχημα και οι εξ αυτού υλικές ζημιές στο σκάφος του ενάγοντος οφείλονται κατʼ αιτιώδη συνάφεια αποκλειστικά σε αμέλεια των εναγομένων ιδιοκτητών των δύο ζημιογόνων σκαφών οι οποίοι, από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλαν να καταβάλουν ως κάθε μέσος συνετός ιδιοκτήτης σκάφους ελλιμενισμένου σε μαρίνα στη θέση τους, αν και επρόκειτο για την περίοδο του χειμώνα όπου συχνά εμφανίζονται δυσμενή καιρικά φαινόμενα και ειδικά στην συγκεκριμένη ημερομηνία όπου επικρατούσε κακοκαιρία, δεν έλαβαν υπόψη τις επικρατούσες κακές καιρικές συνθήκες στην περιοχή και δεν προσπάθησαν να εξασφαλίσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το σταθερό ελλιμενισμό των σκαφών τους εντός της μαρίνας ώστε σε περίπτωση έξαρσης της κακοκαιρίας να μην καταστεί δυνατό να αποδεσμευτούν αυτά και να κινηθούν ανεξέλεγκτα με κίνδυνο να συγκρουστούν με άλλα σκάφη. Έτσι, δεν έδεσαν όπως έπραξε ο ενάγων την πλώρη των σκαφών τους με δύο κάβους (ρεμέντζο), αλλά με ένα, ούτε έδεσαν την πρύμνη τους με ισχυρούς κάβους ανάλογους με το μέγεθος και την κατάσταση των σκαφών τους. Αποτέλεσμα της ανωτέρω συμπεριφοράς τους, ήταν να μην μπορέσουν οι κάβοι που είχαν τοποθετήσει να συγκρατήσουν τα σκάφη τους από τους σφοδρούς ανέμους και τον κυματισμό που προκλήθηκε στη μαρίνα και να κοπούν, ακολούθως δε τα σκάφη τους να κινηθούν ανεξέλεγκτα πλάγια προς το σκάφος του ενάγοντος και να το χτυπήσουν. Οι ανωτέρω συνθήκες, ουδόλως αποδείχθηκε ότι αποτέλεσαν συνθήκες ανωτέρας βίας, δηλαδή καιρικά φαινόμενα τα οποία ήταν αδύνατον να προβλεφθούν, ούτε να αποτραπούν οι δυσμενείς τους συνέπειες με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης, απορριπτόμενης ως ουσία αβάσιμης της ένστασης ανωτέρας βίας των εναγομένων και της βάσει αυτής αιτούμενης απαλλαγής τους από την αδικοπρακτική τους ευθύνη έναντι του ενάγοντος. Ακολούθως, επειδή η ανωτέρω πράξη των εναγομένων συνιστά αδικοπραξία που τελέστηκε από περισσότερους και δεν μπορεί να εξακριβωθεί ποια συγκεκριμένη επιμέρους πράξη κάθε εναγομένου προκάλεσε τη ζημία στο σκάφος του ενάγοντος και ποιο το ποσοστό συμβολής της στην πρόκληση της ζημιάς, πρέπει οι εναγόμενοι να υποχρεωθούν να τον αποζημιώσουν ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ο καθένας. Τέλος, όσον αφορά στην παρεμπίπτουσα αγωγή της τρίτης εναγομένης προς την ασφαλιστική εταιρία, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη της κύριας αγωγής και ο σύζυγος της δεύτερος εναγόμενος, ως ιδιοκτήτες του δεύτερου ζημιογόνου σκάφους κατά το χρόνο του επίδικου ατυχήματος, το είχαν ασφαλισμένο σ' αυτήν με έγκυρη και ισχυρή σύμβαση ασφάλισης. Κρίθηκε ότι η σύμβαση ασφάλισης καλύπτει την ανωτέρω ασφαλιστική περίπτωση του επίδικου ατυχήματος και η παρεμπιπτόντως εναγομένη οφείλει να πληρώσει στην τρίτη εναγομένη της κύριας αγωγής κάθε ποσό που αυτή θα υποχρεωθεί να καταβάλει στον ενάγοντα.
Αριθμός 231/2016
(Γεν. Ειδ. 2539/2012, Γεν. Ειδ. 2505/2014 και Γεν. Ειδ. 730/2015)
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Μιχαήλ Τσέφα, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Κωνσταντίνο Καλλάη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στην Πάτρα την 1η Δεκεμβρίου 2015, για να δικάσει τις παρακάτω υποθέσεις μεταξύ:
Αʼ ΑΓΩΓΗ
Του ενάγοντος: ..., κατοίκου Πατρών, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του ΓΠ.
Των εναγομένων: 1] ..., κατοίκου Πατρών, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του ΓΜ, 2] ...., κατοίκου Γ. Πατρών, ο οποίος δεν παραστάθηκε και 3] ..., κατοίκου ομοίως, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της ΝΠ.
Βʼ ΑΙΤΗΣΗ-ΚΛΗΣΗ
Του αιτούντος-καλούντος: ..., κατοίκου Πατρών, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του ΓΠ.
Της καθ' ής η αίτηση-κλήση: ..., κατοίκου Γ. Πατρών, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της ΝΠ.
Γʼ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ - ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΥΣΑ ΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΓΩΓΗ
Της ανακοινώνουσας τη δίκη - προσεπικαλούσας - ενάγουσας: ..., κατοίκου Γ. Πατρών, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της ΝΠ.
Καθ' ης η ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή-αναγωγή: Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρείας, με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Αθηνών Σπυρίδωνα Παπαναστασίου.
Ο ενάγων και αιτών-καλών (Αʼ ΑΓΩΓΗ) και (Βʼ ΑΙΤΗΣΗ-ΚΛΗΣΗ) με την από 29-6-2012 αγωγή του (αριθ. έκθ. κατάθ. 2539/11-7-2012) και την από 9-9-2014 αίτηση - κλήση του (αριθμ. έκθ. κατάθ. 2505/11-9-2014), και η ανακοινούσα τη δίκη - προσεπικαλούσα (Γʼ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ - ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΥΣΑ ΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΓΩΓΗ) με την από 2012-2014 ανακοίνωση δίκης - προσεπίκληση (αριθμ. έκθ. κατάθ. 730/3-32015) που απευθύνονται στο Δικαστήριο αυτό και συνεκδικάζονται λόγω συνάφειας, ζήτησαν όσα αναφέρονται σʼ αυτές.
Στις 29-6-2012 λόγω θανάτου του β' εναγόμενου διακόπηκε βιαίως η συζήτηση της υπόθεσης και τώρα ο αιτών-καλών ζητά την επανάληψη της συζήτησης ενώπιον του ίδιου δικαστηρίου σύμφωνα με την από 9-9-2014 αίτηση-κλήση του (αριθμ. έκθ. κατάθ. 2505/11-9-2014).
Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κατωτέρω: 1) από 29.06.2012 με αριθμό κατάθεσης 2539/11.07.2012 αγωγή, 2) από 09.09.2014 με αριθμό κατάθεσης 2505/11.09.2014 αίτηση - κλήση και 3) από 20.12.2014 με αριθ. κατάθ. 730/03.03.2015 ανακοίνωση δίκης - προσεπίκληση - παρεμπίπτουσα αγωγή, που εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικαστούν, λόγω της συνάφειας που υπάρχει μεταξύ τους, αλλά και γιατί έτσι διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ παράλληλα επέρχεται μείωση των εξόδων της (άρθ. 246, 285 ΚΠολΔ).
Από το συνδυασμό των άρθρων 235, 236 του ΚΙΝΔ και 914 του ΑΚ προκύπτει ότι, επί συγκρούσεως πλοίων, η ευθύνη και η προς αποζημίωση υποχρέωση κανονίζεται ανάλογα με το βαθμό υπαιτιότητας του κάθε πλοίου. Ειδικότερα, εάν η σύγκρουση πλοίων συνέβη από τυχαίο γεγονός ή από ανώτερη βία, ή αν υπάρχουν αμφιβολίες για τα αίτια της, τότε οι ζημίες βαρύνουν αυτούς που τις υπέστησαν. Αν υπάρχει κοινή υπαιτιότητα, κάθε πλοίο ευθύνεται προς αποζημίωση ανάλογα με το βαθμό της υπαιτιότητας που το βαρύνει. Όταν η σύγκρουση συνέβη από υπαιτιότητα του ενός πλοίου, τότε το πλοίο αυτό, δηλαδή ο πλοιοκτήτης του, είναι υποχρεωμένος να αποκαταστήσει όλες τις ζημίες που προκλήθηκαν σε βάρος του άλλου πλοίου ή του φορτίου ή των προσώπων (ΕφΠειρ 335/2003 ΕΝΔ 31. 187, ΕφΠειρ 739/2000 ΕΝΔ 29.57, ΕφΠειρ 274/1999 ΕΝΔ 27. 18, ΕφΠειρ 1373/84 ΕΝΔ 13. 285). Ανώτερη βία νοείται κάθε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός, είτε αντικειμενικό, είτε σχετικό με το πρόσωπο του δικαιούχου, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να αποτραπεί με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και συνέσεως του μέσου ανθρώπου (ΟλΑΠ 15/1987, ΑΠ 623/2000 ΕλλΔνη 42. 84, ΑΠ 1264/2000 ΕλΜνη 41. 1468, ΑΠ 742/1998 ΕλλΔνη 39. 1440). Περίπτωση ανώτερης βίας συνιστά και η ορμητικότητα του ανέμου, η σφοδρότητα της θαλασσοταραχής και οι εν γένει εξαιρετικά δυσμενείς καιρικές συνθήκες, συνεπεία των οποίων το πλοίο αδυνατεί να κυβερνηθεί ή να παραμείνει προσδεδεμένο στο αγκυροβόλιο του, εφόσον τα καιρικά αυτά φαινόμενα δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν ούτε να αποτραπούν οι δυσμενείς συνέπειες τους με μέτρα άκρας επιμέλειας και συνέσεως, έτσι ώστε το αποτέλεσμα να αποβαίνει αναπόφευκτο (ΕφΠειρ 274/1999ό.π.). Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή πρόκειται για επίταση ήδη υφισταμένων δυσμενών καιρικών συνθηκών ή τα έντονα καιρικά φαινόμενα ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από ορισμένες ατμοσφαιρικές ενδείξεις ή είχαν ήδη προαναγγελθεί με τα εκδιδόμενα σχετικώς από τις αρμόδιες υπηρεσίες (ΕΜΥ) δελτία καιρού, και ο πλοίαρχος δεν λαμβάνει εγκαίρως τις προφυλάξεις που υπαγορεύουν οι κανόνες της ναυτικής τέχνης και η ναυτική πείρα προς εξουδετέρωση του κινδύνου, δεν συνιστά περίπτωση ανώτερης βίας η πρόσκρουση ή σύγκρουση του πλοίου συνεπεία των έντονων αυτών καιρικών φαινομένων (ΕφΠειρ 1003/2003 ΕπΕμπΔ 2004.128, ΕφΠειρ 274/1999 ό.π.). Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 926 ΑΚ, καθορίζονται στα πλαίσια της αδικοπρακτικής ευθύνης, οι κατηγορίες των περιπτώσεων στις οποίες αναγνωρίζεται από το νόμο ευθύνη περισσότερων προσώπων. Οι περιπτώσεις αυτές είναι τρεις α) κοινή πράξη περισσοτέρων προσώπων, β) παράλληλη ευθύνη περισσοτέρων προσώπων και γ) περιπτώσεις διαζευκτικής αιτιότητας. Στην πρώτη περίπτωση, η ζημία προέρχεται από κοινή πράξη περισσότερων προσώπων. Ο όρος κοινή πράξη λαμβάνεται με την ευρεία έννοια της αιτιώδους συμπράξεως ή συμμετοχής - με οποιαδήποτε μορφή - στην αδικοπραξία και ειδικότερα, είτε στην τέλεση της πράξεως, είτε στην επαγωγή της ζημίας. Έτσι εμπίπτει στην έννοια αυτή μεταξύ άλλων, και η μορφή συμμετοχής της παραυτουργίας, δηλαδή, η περίπτωση κατά την οποία δύο ή περισσότερα πρόσωπα πραγματώνουν με τη συμπεριφορά τους ορισμένη αδικοπραξία, χωρίς να υπάρχει μεταξύ τους καμία συνεννόηση. Τέτοια περίπτωση υπάρχει και όταν από τη σύγκρουση δύο αυτοκινήτων, η οποία οφείλεται σε συνυπαιτιότητα και των δύο οδηγών, τραυματίζεται τρίτο πρόσωπο. Στη δεύτερη περίπτωση της παράλληλης ευθύνης, περισσότερα πρόσωπα ευθύνονται από το νόμο αυτοτελώς το καθένα, για την αποκατάσταση της ίδιας ζημίας. Η περίπτωση αυτή μπορεί να υπάρχει στο πεδίο της αντικειμενικής, αλλά και της υποκειμενικής ευθύνης. Στην τρίτη περίπτωση η ζημία προήλθε από ανεξάρτητες πράξεις ή παραλείψεις περισσότερων προσώπων, οι οποίες αποτελούν όλες δυνατούς αιτιώδεις όρους επαγωγής της ζημίας, αλλά δεν μπορεί να εξακριβωθεί ποια συγκεκριμένη πράξη προκάλεσε πράγματι τη ζημία ή ποιο το ποσοστό συμβολής της κάθε μιας στην πρόκληση της ζημιάς (ΑΠ 1229/2013 ΧρΙΔ 2014.198. ΑΠ 1958/2009 ΝοΒ 2011.80, ΑΠ 901/2004 ηλ.ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο, I. Δεληγιάννη - Π. Κορνηλάκη τ. IΙΙ, έκδ. 1992, σελ. 217, 225, ιδίως 222, 225). Όταν συντρέχει μια από τις πιο πάνω τρεις περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου 926 ΑΚ, θεμελιώνεται εις ολόκληρον ευθύνη των περισσοτέρων προσώπων, δηλαδή δημιουργείται παθητική ειςολόκληρον ενοχή κατά την έννοια του άρθρου 481 ΑΚ. Προϋπόθεση όμως της εις ολόκληρον ευθύνης δεν είναι η κοινή εναγωγή από τον ζημιωθέντα περισσότερων προσώπων, φερόμενων ως συνοφειλετών, αλλά η πραγματική συνδρομή των νόμιμων όρων ευθύνης για τον κάθε συνοφειλέτη χωριστά. Εξάλλου, στην περίπτωση που ενάγονται περισσότεροι εις ολόκληρον ευθυνόμενοι δεν μπορούν να αντιδικούν μεταξύ τους ούτε ως προς την ύπαρξη ούτε ως προς την έκταση της ευθύνης τους. Στη δίκη αποζημίωσης αν εναχθούν περισσότεροι εις ολόκληρον ευθυνόμενοι δεν μπορούν αυτοί να ζητήσουν από το δικαστήριο να τους προσδιορίσει με την απόφαση του, το βαθμό συμμετοχής τους στο ατύχημα. Αυτό θα κριθεί στα πλαίσια της δίκης αναγωγής μεταξύ των εις ολόκληρον ευθυνόμενων (ΑΠ 1229/2013 ο.π.).
Με την πρώτη κύρια αγωγή, ο ενάγων εκθέτει ότι στον αναφερόμενο σ' αυτήν τόπο και χρόνο, από ατύχημα που προκλήθηκε εντός της θάλασσας, στη μαρίνα της Πάτρας, από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των εναγομένων ιδιοκτητών των εκεί ελλιμενισμένων σκαφών, προκλήθηκαν υλικές ζημιές στο επίσης στην ίδια μαρίνα ελλιμενισμένο σκάφος ιδιοκτησίας του, κατά την πρόσκρουση των σκαφών τους η οποία έγινε υπό τις συνθήκες που αναλυτικά περιγράφονται στην αγωγή. Για την αιτία αυτή, ζητεί μετά από παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος (άρθ.223 ΚΠολΔ), με διάταξη προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον ο καθένας, να του καταβάλουν, για αποζημίωση και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το συνολικό ποσό των 68.589,38 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επέλευση του ατυχήματος, άλλως από την επίδοση της αγωγής. Η αγωγή αρμόδια καθ' ύλην και κατά τόπο (άρθ. 14παρ.2, 22 ΚΠολΔ) και παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθ. 208επ. ΚΠολΔ). Είναι ορισμένη (άρθ. 216 παρ.1 ΚΠολΔ), πλην του κατωτέρω αναφερόμενου κονδυλίου αποζημίωσης και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330εδ.β', 346, 481 επ., 914, 932, 926 ΑΚ, 1, 236 ΚΙ ΝΔ, 907, 908 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί τοκοδοσίας από την επέλευση του ατυχήματος το οποίο είναι μη νόμιμο και απορριπτέο διότι ο ενάγων δεν επικαλείται προηγούμενη όχληση (άρθ.341 ΑΚ). Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία της, καθώς καταβλήθηκε το ανάλογο για το αντικείμενο της δικαστικό ένσημο με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ' αριθ. 12877885/2015 διπλότυπα είσπραξης της ΔΟΥ Π Πατρών).
Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 286 παρ. 1 στοιχ. α', 291 και 292 ΚΠολΔ, συνδυαζόμενες και με τις διατάξεις των άρθρων 1846, 1847 και 1858 ΑΚ, σαφώς συνάγεται ότι ο αντίδικος του διαδίκου, υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή της δίκης λόγω θανάτου και ο ομόδικος του μπορούν να προκαλέσουν την επανάληψη της, προσκαλώντας τους κληρονόμους του αποβιώσαντος, για το σκοπό αυτό, με κοινοποίηση δικογράφου. Αυτοί μπορούν να κοινοποιήσουν την πρόσκληση και πριν τη γνωστοποίηση του θανάτου μετά την παρέλευση της προθεσμίας που ορίζεται από το άρθρο 1847 ΑΚ για την αποδοχή ή αποποίηση της κληρονομιάς. Η επανάληψη της δίκης χωρεί αυτοδικαίως τριάντα ημέρες μετά την κοινοποίηση της πρόσκλησης. Η πρόσκληση αυτή γίνεται με κοινοποίηση δικογράφου που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η διακοπείσα δίκη {ΑΠ 812/1994 ΕλΔνη 1997, 579, ΕφΑΘ 2732/1987 ΕλΔνη 29, 326, ΕφΘεσ 37/1990 Αρμ 1990, 108, ΕφΛαρ 179/2007 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2007.489). Την παραπάνω πρόσκληση, αναπληρώνει η κλήση προς συζήτηση αγωγής ή ενδίκου μέσου (ΑΠ 866/1977 ΝοΒ 26, 297, ΕφΑθ 2732/1987 ό.π). Στην προκείμενη περίπτωση, με την παραπάνω αίτηση-κλήση του ενάγοντος, νόμιμα επαναλαμβάνεται η δίκη στο πρόσωπο της κληρονόμου του δεύτερου εναγομένου της ανωτέρω κύριας αγωγής (τρίτης εναγομένης της ίδιας αγωγής), για τον οποίο επήλθε κατά την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο συζήτησης της αγωγής στις 18.03.2014, βίαιη διακοπής της δίκης λόγω του επελθόντος θανάτου αυτού στις 06.12.2012 (βλ. το υπ' αριθ. 18790/27.06.2013 πιστοποιητικό της υπ' αριθ. 1261/06.12.2012 ληξιαρχικής πράξης θανάτου του δήμου Πατρέων) και η οποία κληρονόμος σιωπηρώς αποδέχθηκε την επαχθείσα σ' αυτήν κληρονομιά (βλ. τα 68/01.04.2013 πρακτικά δημοσίευσης ιδιόγραφης διαθήκης και το 805/27.03.2014 πιστοποιητικό μη αποποίησης κληρονομιάς του Ειρηνοδικείου Πατρών) (άρθ. 286, 291, 292 ΚΠολΔ).
Με την ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή, η τρίτη εναγομένη της κύριας αγωγής, αφού παραθέτει αυτολεξεί το περιεχόμενο της αγωγής, επικαλούμενη έγκυρη και ισχυρή σύμβαση ασφάλισης, ζητεί να παρέμβει υπέρ της η καθής η ανακοίνωση δίκης -προσεπίκληση και παρεμπιπτόντως εναγομένη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία στην ανοιγείσα με την κύρια αγωγή δίκη και να υποχρεωθεί, με διάταξη προσωρινά εκτελεστή, να της καταβάλει το αιτούμενο με την αγωγή ποσό, άλλως, κάθε ποσό που αυτή θα υποχρεωθεί εκ της ανωτέρω κύριας αγωγής σε περίπτωση που αυτή γίνει δεκτή, να καταβάλει στον ενάγοντα της αγωγής, αποτελούμενο από κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή στην κυρίως ενάγουσα. Η ανακοίνωση δίκης - προσεπίκληση - παρεμπίπτουσα αγωγή, παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 31 ΚΠολΔ) κατά την ίδια τακτική διαδικασία και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των. άρθρων 340, 345, 361 ΑΚ, 1, 26 ν. 2496/1997. 1,8 ν. 2743/1999, 282, 283, 88, 91, 69 παρ.1 περ. ε', 907, 908 ΚΠολΔ. Επομένως πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ' ουσίαν καθόσον για το αντικείμενο της καταβλήθηκε το ανάλογο δικαστικό ένσημο με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ'αριθ. 12877851/2015 διπλότυπο είσπραξης της ΔΟΥ Γ Πατρών).