Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

ΑΠ 447/2023: Συγκρότηση-ένταξη σε εγκληματική οργάνωση που επιδιώκει την διάπραξη περισσότερων κακουργημάτων που προβλέπονται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών - Διακίνηση-μεταφορά ναρκωτικών από κοινού - 211 ΚΠΔ Μαρτυρία συγκατηγορουμένου - Αιτιολογία απόφασης - Τεκμήριο αθωότητας - Ελαφρυντικές περιστάσεις - Αυτοτελείς ισχυρισμοί



Συγκρότηση-ένταξη σε εγκληματική οργάνωση που επιδιώκει την διάπραξη περισσότερων κακουργημάτων που προβλέπονται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών - Διακίνηση-μεταφορά ναρκωτικών από κοινού, κατ’ επάγγελμα, κατ’ εξακολούθηση με προσδοκώμενο όφελος άνω των 75.000 ευρώ στα πλαίσια εγκληματικής οργάνωσης - Αναίρεση κατηγορουμένων και αναίρεση ΕισΑΠ - Λόγοι αναίρεσης - 211 ΚΠΔ Μαρτυρία συγκατηγορουμένου - Αιτιολογία απόφασης - Τεκμήριο αθωότητας - Ελαφρυντικές περιστάσεις - Αυτοτελείς ισχυρισμοί


Το αρ. 211 ΚΠΔ δεν εισάγει ευθεία αποδεικτική απαγόρευση, αλλά αποτελεί κανόνα αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων. Δεν παραβιάζεται η ανωτέρω διάταξη, όταν το δικαστήριο για το σχηματισμό της κρίσης του για την ενοχή του κατηγορουμένου δεν στηρίζεται αποκλειστικά στη μαρτυρική κατάθεση ή απολογία συγκατηγορουμένου, αλλά συνδυαστικά τόσο σ’ αυτή όσο και στις καταθέσεις άλλων μαρτύρων, καθώς και στα αναγνωστέα έγγραφα. Παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της απόφασης που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας, όταν αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της απόφασης, το οποίο εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου περιέχει και πραγματικά περιστατικά, τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατύπωσης του σκεπτικού της. Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εκ πλαγίου παραβίαση ουσιαστικής ποινικής διάταξης προκύπτει όταν στο πόρισμα της απόφασης που προκύπτει από την αλληλοσυμπλήρωση του διατακτικού και του σκεπτικού της έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή εφαρμογή του νόμου. Δεν συνιστά παραβίαση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου η απουσία μάρτυρα και η ανάγνωση των εγγράφων που προσκόμισε ο τελευταίος, όταν δεν διατυπώνεται αντίρρηση ή εναντίωση και δεν υποβάλλεται αίτημα σχετικό με την εμφάνιση του μάρτυρα και όταν δεν υποβάλλεται αντίρρηση κατά την ανάγνωση των εγγράφων από το δικαστήριο. Απόρροια του τεκμηρίου αθωότητας είναι η αρχή της επιείκειας προς τον κατηγορούμενο, η οποία επιβάλλει το δικαστήριο, εν αμφιβολία, να αποφανθεί υπέρ αυτού. Για την αιτιολογία της αθωωτικής απόφασης πρέπει να αναφέρεται ή να συνάγεται από ολόκληρο το περιεχόμενο του σκεπτικού της, κατά τρόπο αναμφισβήτητο, ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε για τη διαμόρφωση  της αθωωτικής κρίσης του το περιεχόμενο όλων ανεξαιρέτως των αποδεικτικών μέσων όπου μνημονεύονται στα πρακτικά, και όχι μόνο το περιεχόμενο μερικών από αυτά. Απόρριψη αναιρετικών λόγων του ΕισΑΠ. Η παραδοχή ή απόρριψη τέτοιων ισχυρισμών πρέπει να αιτιολογείται ιδιαίτερα με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Απόρριψη ελαφρυντικής περίστασης αρ. 84 παρ. 2 περ. γ' ΠΚ (ειλικρινή μεταμέλεια), καθώς οι πληροφορίες προς τις διωκτικές και δικαστικές αρχές έλαβαν χώρα, όχι λόγω μεταμέλειας του κατηγορουμένου, αλλά για συγκάλυψη των δικών του αξιόποινων πράξεων. Απόρριψη ελαφρυντικής περίστασης αρ. 84 παρ. 3 ΠΚ περί μη εύλογης διάρκειας της ποινικής διαδικασίας που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του κατηγορουμένου καθώς εν προκειμένω η χρονική διάρκεια των έξι (6) ετών και τεσσάρων μηνών ορθά κρίθηκε εύλογη δεδομένων των συντρεχουσών περιστάσεων. Δέχεται αναιρετικό λόγο του Εισαγγελέα ΑΠ περί ελλιπούς αιτιολογίας της αναγνώρισης ελαφρυντικής περίστασης του αρ. 84 παρ. 2 περ. ε’ ΠΚ (μεταγενέστερη καλή συμπεριφορά), καθώς μόνο η συμμόρφωση του κρατουμένου στους σωφρονιστικούς κανόνες, η πραγματοποίηση ημερομισθίων και η επιμόρφωση στις φυλακές δεν αρκούν για την στοιχειοθέτηση του εν λόγω ελαφρυντικού χωρίς τη συνδρομή και άλλων στοιχείων που να καταδεικνύουν ουσιαστική μεταστροφή στο χαρακτήρα του υπαιτίου. Κατά τα λοιπά απορρίπτει τις αιτήσεις αναίρεσης των κατηγορουμένων και του ΕισΑΠ.

 

Αριθμός 447/2023

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ε'

Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Βασδέκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ζαμπέττα Στράτα, Μαρία Λεπενιώτη-Εισηγήτρια, Σοφία Οικονόμου και Κωστούλα Πρίγγουρη, Αρεοπαγίτες.

................

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

.........

Στον ισχύοντα από 20-3-2013 Ν. 4139/2013 "Νόμος περί εξαρτησιογόνων ουσιών και άλλες διατάξεις" (ΦΕΚ Α' 74/20/03/2013), που εφαρμόζεται εν προκειμένω, ως εκ του χρόνου τέλεσης της πράξης και το άρθρο 20 αυτού (διακίνηση ναρκωτικών) ορίζεται, ότι 1. Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 21, 22 και 23, διακινεί παράνομα ναρκωτικά, τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον οκτώ (8) ετών και με χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. 2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2Α και 29, ως έγκλημα διακίνησης ναρκωτικών νοείται κάθε πράξη με την οποία συντελείται η κυκλοφορία ναρκωτικών ουσιών ή πρόδρομων ουσιών που αναφέρονται στους πίνακες της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και ιδίως η εισαγωγή, η εξαγωγή, η διαμετακόμιση, η πώληση, η αγορά, η προσφορά, η διανομή, η διάθεση, η αποστολή, η παράδοση, η αποθήκευση, η παρακατάθεση, η παρασκευή, η κατοχή, η μεταφορά, η νόθευση, η πώληση νοθευμένων ειδών μονοπωλίου ναρκωτικών ουσιών...3. Αν περισσότερες πράξεις διακίνησης αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικών συντρέχει μόνο ένα έγκλημα διακίνησης. Κατά την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των επί μέρους πράξεων διακίνησης, το είδος, η συνολική ποσότητα και η καθαρότητα του ναρκωτικού, καθώς και η βαρύτητα των σχετικών επιπτώσεων στην υγεία» . Στο άρθρο 22 του νόμου αυτού προβλέπεται ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών και χρηματική ποινή από 50.000 έως 500.000 ευρώ σε διακεκριμένες περιπτώσεις διακίνησης ναρκωτικών μεταξύ των οποίων κατά την παρ. 2β αυτού και για εκείνον που ενεργεί κάποια από τις πράξεις των άρθρων 20 και 21 παρ. 1α στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης κατά τα άρθρα 187 και 187 Α ΠΚ. Κατά το αναφερόμενο σε ιδιαίτερα διακεκριμένες περιπτώσεις άρθρο 23 του ίδιου ως άνω νόμου, στην παρ. 2 εδ. α, ορίζεται ότι με ισόβια κάθειρξη, καθώς και με χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ τιμωρείται ο δράστης των πράξεων των άρθρων 20 και 22: α) όταν κατ' επάγγελμα χρηματοδοτεί την τέλεση κάποιας πράξης διακίνησης ή κατ' επάγγελμα διακινεί ναρκωτικές ουσίες και το προσδοκώμενο όφελος του δράστη στις ανωτέρω περιπτώσεις υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ.

Gια την υποκειμενική θεμελίωσή των ως άνω εγκλημάτων απαιτείται δόλος που περιλαμβάνει τη γνώση της ιδιότητας των ουσιών ως ναρκωτικών και τη θέληση ή αποδοχή του δράστη να τελέσει τη πράξη, με την οποία πραγματώνεται η αντικειμενική υπόσταση (ΑΠ 750/2020, ΑΠ 884/2019, ΑΠ 950/2019).

Σύμφωνα με το άρθρο 211 ΚΠοινΔ, ως ίσχυε κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλόμενης απόφασης, "μόνη η μαρτυρική κατάθεση ή η παροχή εξηγήσεων ή η απολογία προσώπου συγκατηγορουμένου για την ίδια πράξη δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για την καταδίκη του κατηγορουμένου". Αναλόγου περιεχομένου παραμένει η διάταξη του άρθρου αυτού όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 117 Ν. 4855/2021,σύμφωνα με την οποία «η μαρτυρική κατάθεση ή η παροχή εξηγήσεων ή η απολογία προσώπου συγκατηγορουμένου για την ίδια πράξη δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για την καταδίκη του κατηγορουμένου, αν δεν υπάρχει και άλλο, ρητά κατονομαζόμενο στην απόφαση, αποδεικτικό μέσο». Από τη διάταξη αυτή, η παραβίαση της οποίας επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο (άρθρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ ΚΠοινΔ), κατά το άρθρο 171 παρ. 1 περ. δ’ του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι αποκλείεται η στήριξη της καταδίκης κατηγορουμένου σε μόνη τη μαρτυρική κατάθεση ή παροχή εξηγήσεων ή την απολογία συγκατηγορουμένου, αλλά δεν αποκλείεται η συνεκτίμηση της μαρτυρικής κατάθεσης ή της απολογίας συγκατηγορουμένου μαζί με τις άλλες αποδείξεις. Ειδικότερα, το ανωτέρω άρθρο 211 ΚΠοινΔ δεν εισάγει ευθεία αποδεικτική απαγόρευση, αλλά στην πραγματικότητα είναι κανόνας αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων, ο οποίος λειτουργεί διευκρινιστικά και συμπληρωματικά στη βασική αρχή του άρθρου 177 ΚΠοινΔ, την οποία δεν καταλύει, ούτε άλλωστε απαγορεύει την αξιοποίηση της απολογίας ή της μαρτυρικής κατάθεσης του συγκατηγορουμένου, η οποία δεν παύει να αποτελεί αποδεικτικό μέσο, απλώς παρέχεται οδηγία στο δικαστήριο να μην αρκείται στη μαρτυρία ή απολογία του συγκατηγορουμένου για την αναζήτηση της αληθείας, αλλά να επεκτείνει την αναζήτηση του και σε άλλα στοιχεία και να προσπαθεί να τεκμηριώσει όσο το δυνατό καλύτερα τη δικανική του πεποίθηση. Δεν παραβιάζεται η ανωτέρω διάταξη, όταν το δικαστήριο για τον σχηματισμό της κρίσης του για την ενοχή του κατηγορουμένου δεν στηρίζεται αποκλειστικά στη μαρτυρική κατάθεση ή την απολογία του συγκατηγορουμένου, αλλά συνδυαστικά τόσο σ’ αυτή όσο και στις καταθέσεις άλλων μαρτύρων, καθώς και στα αναγνωσθέντα έγγραφα. Η κατά παραβίαση της άνω διάταξης του άρθρου 211 του ΚΠοινΔ, κρίση του δικαστηρίου που στηρίζεται σε μη επιτρεπόμενο κατά νόμο αποδεικτικό μέσο οδηγεί επίσης σε ελλιπή αιτιολογία της απόφασης και την ίδρυση λόγου αναίρεσης για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (άρθρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ), καθόσον με τον άνω λόγο αναίρεσης ελέγχεται αναιρετικώς το παραδεκτό των αποδεικτικών μέσων από τα οποία προέκυψαν τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Εάν όμως η περί ενοχής κρίση του δικαστηρίου στηρίζεται, εκτός από τέτοια μαρτυρική κατάθεση ή απολογία, και σε άλλες αποδείξεις, η συνεκτίμηση απλώς μαρτυρικής κατάθεσης ή απολογίας συγκατηγορουμένου για την ίδια πράξη δεν δημιουργεί έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης (ΑΠ 767/2019, ΑΠ 25/2020, ΑΠ 718/2020).

Δευτέρα 7 Αυγούστου 2023

ΔιοικΕφΘεσ 115/23 : ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ - COVID-19 - ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ - ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ - ΣΥΝΤΑΓΜΑ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ. ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ.


ΔιοικΕφΘεσ 115/23 : ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ - COVID-19 - ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ - ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ - ΣΥΝΤΑΓΜΑ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ. ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ. Οι αιτούντες μόνιμοι, Ι.Δ.Α.Χ. και Ι.Δ.Ο.Χ. υπάλληλοι του καθ’ ου Νοσοκομείου ζητούν την ακύρωση πράξεων του Διοικητή του καθ’ ου, με τις οποίες επιβλήθηκε σε βάρος τους το ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της Δημόσιας Υγείας, λόγω μη συμμόρφωσης στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID-19. Κρίνεται ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός του προσωπικού των δομών υγείας δεν προσκρούει σε καμία συνταγματικής ή υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή. Ενόψει των ανωτέρω, είναι απορριπτέοι οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται η αντίθεση της προσβαλλόμενης πράξης προς τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 5, 22 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος και η παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας των άρθρων 1, 3 και 8 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. Τέλος, είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός των αιτούντων περί παραβίασης της συνταγματικώς κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας, διότι το υγειονομικό προσωπικό δεν τελεί υπό τις αυτές συνθήκες με τους λοιπούς επαγγελματίες, λόγω της στενής και σχεδόν καθημερινής επαφής με τους πάσχοντες. Απορρίπτει την αίτηση.


ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΜΗΜΑ A΄

ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ 115/2023

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2022 με την εξής σύνθεση: Ευάγγελος Κρικώνης, Πρόεδρος Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Φωτεινή Παλαιολόγου και Παναγιώτης Τούμπος, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων. Ως Γραμματέας έλαβε μέρος ο Μιχαήλ Κοτανίδης, δικαστικός υπάλληλος.

Για να δικάσει την αίτηση ακυρώσεως με ημερομηνία κατάθεσης 28-9-2021 (με αρ. κατ/σης: ΑΚ ...-2021).

Των: 1) .... και 28) ..., οι οποίοι παρέστησαν διά της δικηγόρου ΑΝ βάσει της από 2-6-2022 δήλωσης μη εμφάνισης άρθρου 33 παρ. 6 του Π.Δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 26 παρ. 1 του Ν. 4509/2017, ΦΕΚ Α΄ 201), η οποία διορίστηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο.

Κατά του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία «Γενικό Νοσοκομείο ... “...”», που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παρέστη δια του πληρεξουσίου δικηγόρου ΚΔ βάσει της από 6-4-2022 δήλωσης μη εμφάνισης άρθρου 33 παρ. 6 του Π.Δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 26 παρ. 1 του Ν. 4509/2017, ΦΕΚ Α΄ 201), ο οποίος διορίστηκε με την ....-2022 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του καθ’ ου Νοσοκομείου.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν την ακύρωση των με αρ. .... αποφάσεων του Διοικητή του καθ’ ου Νοσοκομείου.

Η υπόθεση συζητήθηκε κατά προτεραιότητα μετά την προεκφώνηση (άρθρο 33 παρ. 2 του Π.Δ. 18/1989, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν. 3900/2010) και αφού το Δικαστήριο άκουσε τον εισηγητή Παναγιώτη Τούμπο, Εφέτη Δ.Δ., που ανέγνωσε την έκθεσή του.

Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη χωρίς τη σύμπραξη γραμματέως.

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά τον Νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε παράβολο, ποσού εκατόν πενήντα τεσσάρων (154) ευρώ (το .... e παράβολο και το από 28-9-2021 παραστατικό εξόφλησής του). 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, οι αιτούντες μόνιμοι, Ι.Δ.Α.Χ. και Ι.Δ.Ο.Χ. υπάλληλοι του καθ’ ου Νοσοκομείου ζητούν την ακύρωση των παρακάτω πράξεων του Διοικητή του καθ’ ου, με τις οποίες επιβλήθηκε σε βάρος τους από 1-9-2021 το ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της Δημόσιας Υγείας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 206 του Ν. 4820/2021 (ΦΕΚ Α΄ 130), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, λόγω μη συμμόρφωσης στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID-19. ..............

(....)

3. Επειδή, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις θέτουν το ίδιο νομικό ζήτημα, δεδομένου ότι στους αιτούντες επιβλήθηκε το ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της Δημόσιας Υγείας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 206 του Ν. 4820/2001 (ΦΕΚ Α΄ 130), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, για τους ίδιους λόγους, ήτοι λόγω μη συμμόρφωσής τους στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID-19. Επομένως, οι αιτούντες, κατ’ αρχάς, παραδεκτώς ομοδικούν, εφόσον θεμελιώνουν την αίτηση στην ίδια πραγματική και νομική βάση και, παραδεκτώς ζητούν την ακύρωση αυτοτελών πράξεων, οι οποίες είναι μεταξύ τους συναφείς, αφού αφορούν το ίδιο αντικείμενο και θέτουν ρύθμιση, κατ’ επίκληση των ίδιων πραγματικών και νομικών λόγων (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2379/2022, 717/2022, Σ.τ,Ε. Ολομ. 436/2022, 1758/2019, 1120/2016 κ.ά.). Ως εκ τούτου, νομίμως καταβλήθηκε, ενιαίο παράβολο από τους αιτούντες.

4. Επειδή, περαιτέρω, όσον αφορά τους 1η, 3η, 5η, 6η, 7ο, 9η, 12η, 13η, 14η, 15η, 16η, 17ο, 18η, 20η, 22η, 26η και 27η από τους αιτούντες, που κατά το χρόνο συζήτησης της υπόθεσης είχαν επιστρέψει στα καθήκοντά τους με σχετικές πράξεις άρσης της αναστολής του Διοικητή του καθ’ ου Νοσοκομείου (σχετικές οι με αρ. .... και .... πράξεις, αντίστοιχα) και τους 4η, 8ο, 19η, 21η, 23η, 24η, 25η και 28η αυτών, από τους οποίους οι 4η και 28η παραιτήθηκαν λόγω συνταξιοδότησης και οικειοθελώς από τα καθήκοντά τους (την 18-10-2021), αντίστοιχα (σχετικές η με αρ. πρωτ. ... απόφαση του Διοικητή που αφορά την 4η και η με αρ. πρωτ. .... αίτηση παραίτησης που αφορά την 28η) και οι 8ος, 19η, 21η, 23η, 24η και 25η είχαν παύσει να απασχολούνται κατά τον ως άνω χρόνο, κατόπιν καταγγελίας την 1-4-2022 της σύμβασής τους λόγω λήξης της συμβατικής της διάρκειας, ως προς τους οποίους ανέκυψε ζήτημα κατάργησης της δίκης, όπως ο Εισηγητής της υπόθεσης έθεσε τούτο με την από 3-6-2022 έκθεσή του, αυτοί διατηρούν ιδιαίτερο έννομο συμφέρον για τη συνέχιση της δίκης και μετά την παύση ισχύος των ανωτέρω πράξεων που τους αφορούν, λόγω των διοικητικής φύσης δυσμενών γι’ αυτούς συνεπειών (μη υπολογισμός του χρόνου αναστολής ως χρόνου πραγματικής υπηρεσίας, με συνέπεια την αρνητική επίδρασή του στην υπηρεσιακή εξέλιξή τους και στη συνταξιοδότησή τους) που καταλείπουν οι προσβαλλόμενες πράξεις, οι οποίες (δυσμενείς συνέπειες) διατηρούνται και μετά τη λήξη της ισχύος τους και δεν μπορούν να αρθούν παρά μόνο με την ακύρωση των πράξεων αυτών (βλ. Σ.τ.Ε. 196/2020, 3241/2015, 5252/2012, 3892/2012, Σ.τ.Ε. Ολομ. 4256/2013, 1660/2009 κ.ά.).