[Εισήγηση στην Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδας ]
Καλάβρυτα 20/09/2014
__________________________________________________________________________________
Ι.
Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο της αποσπασματικής και πολλές φορές αντικρουόμενης νομοθέτησης σε διάφορους κλάδους του δικαίου, πολύ δε περισσότερο στον τομέα του ποινικού δικαίου, με την θέσπιση διατάξεων που δεν φαίνεται να έχουν μεταξύ τους συνοχή, συνέπεια, και ρυθμό και δεν πείθουν εύκολα ότι αποτελούν μέρος μια γενικότερης προσπάθειας εκσυγχρονισμού του δικαϊκού μας συστήματος.
Όσον αφορά τον Ποινικό Κώδικα, γίνεται σήμερα μια ακόμα προσπάθεια αναμόρφωσης και συμμόρφωσής του με τα ισχύοντα διεθνώς. Είναι δε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία να διαμορφωθεί ένας νέος Κώδικας, όπου θα ενσωματωθούν όλα τα βασικά για τη σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία εγκλήματα, με σεβασμό στις θεμελιώδεις αρχές της νομιμότητας, της αναλογικότητας και της επικουρικότητας.
Αν και είναι αλήθεια ότι παρόλο που ο ισχύων Ποινικός Κώδικας απηχεί σε πολύ μεγάλο μέρος του απόψεις του πρώτου μισού του προηγούμενου αιώνα, εμφανίζεται κατά βάση σύμφωνος με τις θεμελιώδεις αρχές του Ποινικού Δικαίου που έχουν κατοχυρωθεί σε μεταγενέστερα κείμενα αυξημένης τυπικής ισχύος, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και το ελληνικό Σύνταγμα του 1975, όπως ισχύει σήμερα. Ο ισχύων Ποινικός Κώδικας υιοθετεί κατά κανόνα τις αρχές του αντικειμενικού ποινικού δικαίου, με σεβασμό στις αρχές της νομιμότητας και της ενοχής. Παράλληλα, στο Ειδικό του Μέρος, η κατάταξη των εγκλημάτων γίνεται σύμφωνα με τις επικρατούσες και σήμερα αντιλήψεις για τη διάκριση των αξιόποινων πράξεων με βάση το προσβαλλόμενο από αυτές έννομο αγαθό.
Είναι βέβαιο ότι σε κάθε επιχειρούμενη αλλαγή, πολλοί θα είναι αυτοί που θα επικροτήσουν ή θα αποδοκιμάσουν τις προτεινόμενες ρυθμίσεις. Τούτο είναι απολύτως υγιές, αρκεί τα κίνητρα της κριτικής να είναι υγιή και η κριτική να αντλεί και να εξαντλεί τα επιχειρήματά της στη Νομική Επιστήμη και όχι σε πολιτικά και κοινωνικά συμφέροντα ή οφέλη, πρόσκαιρα ή μη. Αρκεί βέβαια και ο σκοπός του Νομοθέτη να είναι εξίσου τίμιος και να έχει τον ίδιο προσανατολισμό, ήτοι τον εκσυγχρονισμό των ποινικών διατάξεων, την απάλειψη και κατάργηση απαρχαιωμένων νόμων και την βελτίωση των ισχυουσών διατάξεων, όπως αυτή αναδείχθηκε μέσα από την τριβή τους από τους νομικούς, τους δικηγόρους και τους δικαστές είτε στις δικαστικές αίθουσες είτε στην κοινωνία.