Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

Ι.-«ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΓΓΡΑΦΑ- ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ- ΕΥΛΟΓΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ-ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ» ΙΙ.-ΕΠΙΔΕΙΞΗ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΚ ΚΑΙ ΚΠΟΛΔ. [του Αντώνη Αργυρού, Δικηγόρου Αθηνών]

ΜΕΛΕΤΗ

Ι.-«ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΓΓΡΑΦΑ- ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ- ΕΥΛΟΓΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ-ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ»

ΙΙ.-ΕΠΙΔΕΙΞΗ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΚ ΚΑΙ ΚΠΟΛΔ.

-----------------------------------------------------------------------------------------

Ι.-«ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΕΓΓΡΑΦΑ- ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ- ΕΥΛΟΓΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ-ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ»


ΕΙΣΑΓΩΓΗ:

1. Πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας, κατά το Σύνταγμά μας, αποτελούν ο σεβασμός και προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Μια ειδικότερη εκδήλωση της θεμελιώδους αυτής  διάταξης είναι  ότι ο σεβασμός της αξίας του ως ανθρώπου του οποίου τα δικαιώματα ή τα συμφέροντα θίγονται από ενέργεια της διοίκησης, επιβάλλει το δικαίωμα να λαμβάνει γνώση των στοιχείων της υπόθεσής του και να εκθέτει τις απόψεις του ενώπιον των διοικητικών αρχών, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να τις λαμβάνουν υπόψη και να τις συνεκτιμούν.
 Πέραν της συνταγματικής ( άρθρα 5Α και 10 παρ. 3 ) το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα έχει και νομοθετική θεμελίωση. Με το άρθρο 16 του ν.1599/1986 αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά σε κάθε πολίτη το δικαίωμα γνώσης των διοικητικών εγγράφων, αφού προηγουμένως το διαμόρφωσε και το αναγνώρισε το Συμβούλιο Επικρατείας με αποφάσεις του. H χορήγηση αντιγράφων  δημοσίων εγγράφων, προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 5 του N.2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 45/τ. Α΄/9-3-1999) («ΚΔΔιαδ», όπως αυτές συμπληρώθηκαν από τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 8 του Ν.2880 (ΦΕΚ 9/ τ. Α΄, 30-1-2001) και αντικαταστάθηκαν με αυτές της παρ.2 του άρθρου 11 του Ν. 3230 (ΦΕΚ 44/ τ.  Α΄,11-2-2004 και του ΠΔ 28/2015 ΦΕΚ 34/Α/2015 και  άρθρο 7 παρ.1 Ν.4325/2015,ΦΕΚ Α 47/11.5.2015.
1.- Ο νομοθέτης έχει θεσπίσει κανόνες διαδικασίας που αποβλέπουν κατά κύριο σκοπό στην λειτουργική αποτελεσματικότητα της Διοίκησης και την ποιοτική αναβάθμιση των παρεχόμενων προς τον πολίτη υπηρεσιών, ειδικότερα δε στη δραστηριοποίηση των διοικητικών υπηρεσιών για την ταχεία και αποτελεσματική εξυπηρέτηση των πολιτών (πρβλ.ΣτΕ 3004/2010 Ολομ), πλην όμως πολλές φορές  η Δημόσια Διοίκηση ,επικαλείται, διάφορες αβάσιμες  προφάσεις ή αβάσιμες δικαιολογίες για μην ικανοποιήσει εμπρόθεσμα (πρβλ.  ΣτΕ2826/2014)τα νόμιμα αιτήματα των πολιτών, επικαλουμένη «ότι δεν αποδεικνύει το απαιτούμενο από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας εύλογο ενδιαφέρον για τη λήψη των αιτηθέντων αντιγράφων».

2.- Το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της γνώσης των διοικητικών εγγράφων
 Το άρθρο 5 Α σε συνδυασμό με το άρθρο 10 του Συντάγματος καθιερώνουν, ως έκφραση της διαφανούς δράσης της Διοίκησης, το δικαίωμα γνώσης των δημοσίων εγγράφων, το οποίο εξειδικεύεται με το άρθρο 5 του Ν. 2690/1999 (ΚΔΔιαδ)[1].
2.1.-ΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ διακρίνονται σε:
ΔΗΜΟΣΙΑ: είναι εκείνα που έχουν συνταχθεί κατά τους νόμιμους τύπους, από τον καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό ή πρόσωπο που ασκεί δημόσια υπηρεσία ή λειτουργία (άρθρο 438 του  Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Ιδιωτικά:είναι εκείνα που δεν είναι δημόσια. Τα ιδιωτικά έγγραφα που φυλάσσονται στις δημόσιες υπηρεσίες.
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ: είναι εκείνα που συντάσσονται από τις Διοικητικές Αρχές (άρθρο 5 παρ. 1 Ν.2690/99). Είναι ειδικότερη κατηγορία των δημόσιων εγγράφων. Είναι, ενδεικτικά: Οι εκθέσεις, μελέτες, πρακτικά, στατιστικά στοιχεία, εγκύκλιες οδηγίες, απαντήσεις της Διοίκησης, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις. Η απαρίθμηση στο νόμο είναι ενδεικτική.
2.1.1.- Άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στα διοικητικά έγγραφα :Σύμφωνα με το άρθρο 5 § 1 του ν. 2690 της 5/9.3.1999  «κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα, ύστερα από γραπτή αίτηση του, να λαμβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων» (πρβλ. Ολομ ΣτΕ 94/2013).
Στην έννοια του "κάθε ενδιαφερόμενος" περιλαμβάνεται, κατά μείζονα λόγο, και αυτός που έχει εύλογο έννομο συμφέρον - βλ. και ΣτΕ 1397/1993, ΣτΕ 841/1997, ΣτΕ 205/2000, ΣτΕ 3130/2000 και Λαζαράτο, Δ 1998,1230 για την έννοια του ευλόγου ενδιαφέροντος βλ. ΣτΕ 1214/2000 ΔιΔικ 2006,1200 - στην έννοια δε του "όποιος έχει ειδικό έννομο συμφέρον" , περιλαμβάνεται και αυτός που αναφέρεται σε επιδίωξη δικαστικής προστασίας (βλ Σπηλιωτόπουλο, σελ 165, Γέροντα, ΔΤΑ 2000, 571)
Το άρθρο 5 παρ. 1 του ΚΔΔιαδ θεμελιώνει το δικαίωμα του κάθε ενδιαφερομένου[2], φυσικού ή νομικού προσώπου, στην ελεύθερη πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα χωρίς την επίκληση έννομου συμφέροντος. Η μοναδική προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος είναι η γραπτή αίτηση.
2.1.1.1.-ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ:
Α.- Ως διοικητικά έγγραφα -τα οποία στο άρθρο 5 ν. 2690/1999 διατάξεις αναγράφονται ενδεικτικά- νοούνται αυτά που συντάσσονται-εκδίδονται από διοικητικό όργανο, δηλ. όργανα που ανήκουν σε δημόσια υπηρεσία του κράτους ή ΝΠΔΔ ή κρατικά ΝΠΙΔ  κλπ και ενδεικτικά εκθέσεις, μελέτες, πρακτικά, στατιστικά στοιχεία, εγκύκλιες οδηγίες, απαντήσεις της Διοίκησης, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις.
Είναι αδιάφορο αν τα έγγραφα αφορούν τον αιτούντα ή τρίτον (βλ. Σπηλιωτόπουλο, σελ. 165), όπως επίσης δεν απαιτείται να έχουν το χαρακτήρα των εκτελεστών πράξεων [βλ. Σιούτη σε Διοικητικό Δίκαιο (2004) σελ 255],συνεπώς περιλαμβάνεται κάθε έγγραφο που έχει συνταχθεί από τις δημόσιες υπηρεσίες. Επίσης ως διοικητικά έγγραφα θεωρούνται, ως εκ του σκοπού των άνω διατάξεων, και αυτά που χρησιμοποιήθηκαν ή λήφθηκαν υπόψη για τον καθορισμό της διοικητικής δράσης ή τη διαμόρφωση γνώμης ή κρίσης διοικητικού οργάνου (πρβλ. ΓνωμΕισΑΠ 6/2006, 1/2005, 21/2003, 2/2003,  και ΓνωμΝΣΚ 503/2002, 243/2000.). Κατά την Εισηγ. Εκθ. του Ν. 1599/1986 -σε σχέση με το άνω άρθρο 16 αυτού- περιλαμβάνονται "ό,τι υπάρχει μέσα στα αρχεία της διοίκησης" (βλ και Γέροντα, ΔΤΑ 2000,570). Περιλαμβάνονται και τα δικαιολογητικά (πρβλ και ΓνωμΝΣΚ 620/1999, 465/1998,1191,1997, 338/1996,  Γεραπετρίτη, ΠειρΝομ 1997,375).
Β.- Ως έγγραφο, για την άσκηση του ανωτέρω δικαιώματος, νοείται μόνο εκείνο του οποίου έχει περαιωθεί η διαδικασία της έκδοσης ή τουλάχιστον της κατάρτισης (σχέδιο) και όχι εκείνο το σχέδιο ή τμήμα τούτου που βρίσκεται στο στάδιο της επεξεργασίας και δεν έχει οριστικοποιηθεί το περιεχόμενό του[3]. Για την ολοκλήρωση διοικητικού εγγράφου, απαιτείται αυτό να έχει υπογραφεί και πρωτοκολληθεί, οπότε και απαγορεύεται κάθε επέμβαση, προς αλλοίωση του περιεχομένου του, σύμφωνα με τις αριθμ. 80/1999 (Τμήμα Δ’) και 383/2000 (Τμήμα Β’) γνωμοδοτήσεις του Ν.Σ.Κ.
Δεν δύναται να αποτελέσει αντικείμενο του δικαιώματος πρόσβασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.2690/99 (Κ.Δ.Δ.), όπως ισχύει, έγγραφο μη υπογεγραμμένο από τον τελικώς, κατά νόμο, υπογράφοντα, καθόσον δεν συνιστά ολοκληρωμένο διοικητικό έγγραφο. (βλ.148/2014 ΓΝΜΔ ΝΣΚ).
2.1.2.- Άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στα ιδιωτικά έγγραφα που φυλάσσονται στις δημόσιες υπηρεσίες: Σύμφωνα με το άρθρο 5 § 2 του ανωτέρω ν. 2690/1999: «όποιος έχει ειδικό έννομο συμφέρον δικαιούται, ύστερα από γραπτή αίτηση του, να λαμβάνει γνώση των ιδιωτικών εγγράφων που φυλάσσονται στις δημόσιες υπηρεσίες και είναι σχετικά με υπόθεσή του, η οποία εκκρεμεί σ' αυτές ή έχει διεκπεραιωθεί από αυτές».

3.1.-ΥΠΟΧΡΕΟΙ ΦΟΡΕΙΣ: Στον Κώδικα διοικητικής διαδικασίας (ν. 2690/1999 ,όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.1 Ν.4250/2014,ΦΕΚ Α 74/26.3.2014 και προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ.1 Ν.4325/2015,ΦΕΚ Α 47/11.5.2015) υπάγονται πλέον:
Το  Δημόσιο, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και στα άλλα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, στα Ν.Π.Ι.Δ. και τις Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί (ΔΕΚΟ) του Κεφαλαίου Α` του Ν.3429/2005, καθώς και στα νομικά πρόσωπα και οι επιχειρήσεις των Ο.Τ.Α, εντός ή εκτός της Γενικής Κυβέρνησης[4]

3.2.- Η δυνατότητα πρόσβασης στις περιβαλλοντικές πληροφορίες                                                                                                  
Μια από τις σημαντικότερες που συμπληρώνουν το άρθρο 6 του ΚΔΔ και το άρθρο 16 του Ν. 1599/1986, κατέχει η ΚΥΑ 77921/1440/1995( ΦΕΚ 795Β) που ρυθμίζει την ελεύθερη πρόσβαση του κοινού στις δημόσιες αρχές, προκειμένου να τους χορηγηθούν πληροφορίες σχετικά με το περιβάλλον και η οποία αποτελεί ενσωμάτωση στην έννομη τάξη της κοινοτικής οδηγίας  90/313 ΕΟΚ. Το δικαίωμα πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες παρέχεται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, χωρίς να κρίνεται απαραίτητο αυτό να δικαιολογεί έννομο συμφέρον.
4.- Το δικαίωμα των πολιτών να λάβουν γνώση των διοικητικών εγγράφων είναι ατομικό, βασιζόμενο στις διατάξεις των άρθρων 1, 10, 20§2 Σ. Η άρνηση της Διοικήσεως  [ρητή ή σιωπηρή] να ικανοποιήσει σχετικό αίτημα είναι εκτελεστή ατομική διοικητική πράξη και μπορεί να προβληθεί με αίτηση ακύρωσης. Οι  δημόσιες υπηρεσίες έχουν άμεση και αυτοτελή υποχρέωση να επιτρέπουν υπό τους όρους του άρθρου 5 του Ν 2690/99 την πρόσβαση κάθε ενδιαφερομένου στα διοικητικά ή ιδιωτικά έγγραφα που φυλάσσουν στα αρχεία τους χωρίς να απαιτείται προηγούμενη (προκαταβολική) σχετική εντολή του Εισαγγελέα Πρωτοδικών (πρβλ.ΕγκΕισΑΠ Αθ. Κονταξή 6/2006, ΠοινΔνη 2007, σελ. 292, Πρ. Δαγτόγλου «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», τ. Γ1, 1982, σελ. 226, Κ. Χρυσόγονος «Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα», 2002, σελ. 394, ΣτΕ 1225/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γνωμ. ΝΣΚ 125/2001, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στο περιεχόμενο του δικαιώματος γνώσεως διοικητικών εγγράφων συγκαταλέγονται και δημόσια έγραφα τα οποία ελήφθησαν υπόψη για τη διαμόρφωση ή τη θεμελίωση της κρίσεως του διοικητικού οργάνου κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.(βλ ΣτΕ 3855/2010)



4.1.- ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΑΙΤΗΣΕΩΣ:
Με το άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, (Ν. 2690/99 (ΦΕΚ 45 Α'). κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα ύστερα από γραπτή αίτηση του, να λαμβάνει γνώσητων διοικητικών εγγράφων (πρβλ. Ολομ ΣτΕ 94/2013).
4.1.2.-«ΕΥΛΟΓΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ» για την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης σε έγγραφα, νοείται εκείνο το οποίο προκύπτει, κατά τρόπο αντικειμενικό, από την ύπαρξη μιας συγκεκριμένης, προσωπικής εννόμου σχέσεως, συνδεόμενης με το περιεχόμενο των διοικητικών στοιχείων στα οποία ζητείται η πρόσβαση και όχι βεβαίως το ενδιαφέρον  κάθε πολίτη για την εύρυθμη άσκηση των γενικών καθηκόντων της Διοίκησης και την τήρηση των νόμων (πρβλ. την με αριθμ. 1214/2000 απόφαση του Δ’ τμήματος του ΣτΕ).  μόνη προϋπόθεση που τίθεται από το Νόμο προς λήψη γνώσης ή αντιγράφου ήδη εκδοθέντος και ευρισκομένου στην κατοχή της υπηρεσίας από την οποία ζητείται διοικητικού εγγράφου είναι η ύπαρξη «ευλόγου ενδιαφέροντος» προς τούτο . Το άρθρο 5 παρ. 1 του ΚΔΔιαδ θεμελιώνει το δικαίωμα (βλ σκέψη 13 σε  94/2013 ΣΤΕ (ΟΛΟΜ)  του κάθε ενδιαφερομένου, φυσικού ή νομικού προσώπου, στην ελεύθερη πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα χωρίς την επίκληση έννομου συμφέροντος. Η μοναδική προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος είναι η γραπτή αίτηση.
4.3.- ΕΙΔΙΚΟ ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ :Στη περίπτωση αιτήματος γνώσης ιδιωτικού έγγραφου ,που φυλάσσεται από δημόσια υπηρεσία, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5 Ν. 2690/99 , η αίτηση πρέπει να αναφέρεται σαφώς στην ύπαρξη  «ειδικού εννόμου συμφέροντος» οπότε τα έγγραφα θα πρέπει να σχετίζονται με υπόθεση του ενδιαφερομένου, εκκρεμή ή περαιωμένη.
Το επικαλούμενο κάθε φορά συμφέρον πρέπει να προσδιορίζεται σε σχετική έγγραφη αίτηση που ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει προς την εκάστοτε Αρχή με σαφήνεια.
4.4.- Στην Αίτηση ο ενδιαφερόμενος, θα πρέπει να καθορίζεται η ταυτότητα των αιτουμένων εγγράφων κατά τρόπο συγκεκριμένο ώστε να είναι προσδιορίσιμα ατομικώς ή βάσει ειδικού κριτηρίου, ικανού να τα κατατάξει σε ορισμένη κατηγορία ή ομάδα, προς ευχερή αναζήτηση και ανεύρεση τους(Βλ.3938/2013 ΣτΕ). Για να υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης να επιτρέψει την πρόσβαση σε διοικητικά έγγραφα, απαιτείται να υποβληθεί γραπτή αίτηση, η οποία να αναφέρεται σε συγκεκριμένα έγγραφα (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2699/2008 7μ.) τούτο, διότι η αίτηση χορήγησης εγγράφων αφορά μόνον έγγραφα που έχουν ήδη εκδοθεί και φυλάσσονται στην αρμόδια υπηρεσία και όχι αυτά που δεν έχουν δημιουργηθεί ( βλ .31/2014 ΓΝΜΔ ΝΣΚ) και που είναι ενδεχόμενο να εκδοθούν στο μέλλον (Σ.τ.Ε. 1442/2005 7μ. 1628/2014[5]και 31/2014 ΓΝΜΔ ΝΣΚ: «Η Υπηρεσία δεν είναι υποχρεωμένη να χορηγεί σε ιδιώτες και φορείς στατιστικά στοιχεία, τα οποία δεν υπάρχουν, και τα οποία δύνανται να δημιουργηθούν»)
Αν η σχετική αίτηση στερείται των προαναφερθέντων στοιχείων καθίσταται αόριστη[6] και ή άσκηση του εν λόγω δικαιώματος εκ μέρους του πολίτη καταχρηστική, ιδίως αν ο τελευταίος επανέρχεται επανειλημμένως με ανάλογα διαβήματα. Οπότε ορθώς και συννόμως η δημόσια υπηρεσία δύναται να αρνηθεί την ικανοποίηση της αφού δεν είναι νοητό να καταλήγει σε τροχοπέδη της αποτελεσματικής λειτουργίας της
4.5.- ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ:
4.5.1.-Απολυτη απαγόρευση: Το κατά τα ανωτέρω δικαίωμα γνώσης, αργεί (και) όταν τα έγγραφα αναφέρονται στην ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή τρίτων (δηλ. άλλων πλην του αιτούντος) -βλ άρθρα 16 παρ. 1, 5 Ν 1599/1986, 5 παρ. 3 εδ. α` Ν 2690/1999 όταν παραβλάπτεται το απόρρητο[7], το οποίο προστατεύεται[8] - προβλέπεται από ειδικές διατάξεις- (βλ άρθρο 5 παρ. 3 εδ. α` Ν 2690/1999), όπως π.χ. το φορολογικό απόρρητο[9]. Απαιτείται, στην τελευταία περίπτωση, να υπάρχει απόρρητο που προβλέπεται από ειδική διάταξη, στη διαφύλαξη του οποίου αποβλέπει η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 3 Ν. 2690/1999, η οποία στο σημείο αυτό διευρύνει το άρθρο 16 Ν. 1599/1986. Το λεγόμενο φορολογικό απόρρητο καθιερώνεται με πολλές διατάξεις. Ειδικότερα όμως με το άρθρο 85 παρ. 1 Ν. 2238/1994 "οι φορολογικές δηλώσεις, τα φορολογικά στοιχεία, οι εκθέσεις, οι πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων, τα φύλλα ελέγχου ... και κάθε στοιχείο του φακέλου που έχει σχέση με τη φορολογία ή άπτεται αυτής είναι απόρρητα ... ". Θεσπίζοντας ο νομοθέτης το φορολογικό απόρρητο [10]σκοπό έχει κυρίως την προστασία του συμφέροντος του φορολογουμένου και συνεπώς λειτουργεί υπέρ αυτού και συνιστά την αντιπαροχή του κράτους στην οποία αυτό προβαίνει λόγω του καθήκοντος και υποχρέωσης του φορολογουμένου να δηλώνει με ακρίβεια, αλήθεια και ειλικρίνεια όλα τα περιστατικά της οικονομικής του δραστηριότητας από τα οποία προσδιορίζεται η φύση και η έκταση της φορολογικής αξιώσεώς του. Σκοπείται συνεπώς η ενθάρρυνση των φορολογουμένων, όπως εμφανίσουν στις δηλώσεις τους τα πραγματικά αποτελέσματα της επιχείρησής τους ή την πραγματική φορολογική ύλη (βλ. την Εισηγ. Εκθ. του Ν. 1618/1951 με τον οποίο κυρώθηκε ο Α.Ν 1520/1950). Καλύπτει, επομένως, το φορολογικό απόρρητο, το σύνολο των στοιχείων εκείνων τα οποία δημιουργούν ή προσδιορίζουν τη φορολογική ενοχή του προσώπου στα πλαίσια της (άμεσης ή έμμεσης) φορολογίας [πρβλ την Εισηγ. Εκθ. του άρθρου 69 ΝΔ 3231 1955 στον ΚΝΒ 3 σελ 660 επ. και Αναστόπουλο - Φορτσάκη, Φορολογικό δίκαιο (2003) σελ 496].
4.5.2.-Σχετική απαγόρευση: (βλ άρθρο 5 παρ. 3 εδ. Β  ν2690/1999 ΄). Η αρμόδια διοικητική αρχή μπορεί να αρνηθεί την ικανοποίηση του δικαιώματος τούτου[11] αν το έγγραφο αναφέρεται στις συζητήσεις του Υπουργικού Συμβουλίου[12], ή αν η ικανοποίηση του δικαιώματος αυτού είναι δυνατόν να δυσχεράνει[13] ουσιωδώς την έρευνα δικαστικών ,διοικητικών, αστυνομικών ή στρατιωτικών αρχών, σχετικώς με την τέλεση εγκλήματος ή διοικητικής παράβασης.
4.6.-ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ: (βλ (άρθρο 5 παρ. 5 του ν 2690/1999)[14] «Η άσκηση του κατά τις παρ. 1 και 2 δικαιώματος γίνεται με την επιφύλαξη της ύπαρξης τυχόν δικαιωμάτων πνευματικής ή βιομηχανικής ιδιοκτησίας.»   
Η απόρριψη του κατά αιτήματος πρέπει να είναι αιτιολογημένη και γνωστοποιείται εγγράφως στον αιτούντα το αργότερο μέσα σε έναν (1) μήνα από την υποβολή της αίτησης.
4.7.-ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ[15]: Η διάταξη 9Α του Συντάγματος ορίζει «καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί όπως νόμος ορίζει».  Ο Ν. 2472/1997 και το πδ 28/2015[16] για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εφαρμόζεται τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα[17]. Προστατεύει δε μόνο φυσικά και όχι νομικά πρόσωπα. Εάν τα δημόσια έγγραφα περιλαμβάνουν προσωπικά δεδομένα τρίτων προσώπων, τότε εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 2472/1997 και ειδικότερα των άρθρων 4, 5 παρ. 2 εδ. β και ε, 7 παρ.2 και 11 παρ.3 του Ν. 2472/1997[18]. Η Αρχή στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να γνωμοδοτήσει προς τις δημόσιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 2 περ. ζ, να επιτρέψουν ή να απαγορεύσουν την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα. Αρμόδια για να επιλύει ζητήματα πρόσβασης σε έγγραφα που εμπεριέχουν προσωπικά δεδομένα καθίσταται η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (βλ. ενδεικτικά αποφάσεις 53/2000 και 32/2005 της ΑΠΔΠΧ). Η πρόσβαση σε έγγραφο του Δημοσίου, που περιέχει ευαίσθητα δεδομένα, γίνεται μόνο κατόπιν άδειας της ΑΠΔΠΧ (άρθρο 7 § 2 του Ν. 2472/1997). Η δημόσια αρχή, που δέχεται τέτοια αίτηση, υποχρεούται να αιτηθεί στην ΑΠΔΠΧ τη σχετική άδεια. Η εισαγγελική γνωμοδότηση (ΕισΑΠ 4/2014) επιμένει πως η Διοίκηση υποχρεούται να χορηγεί τα στοιχεία[19], εφόσον προσκομισθεί εισαγγελική παραγγελία, άλλως τα όργανα της διαπράττουν παράβαση καθήκοντος. Η ΑΔΠΔΧ (βλ Απόφαση ΑΔΠΔΧ 58/2014) έχει την ακριβώς αντίθετη άποψη, τονίζοντας ότι χωρίς την άδειά της η όποια χορήγηση στοιχείων που περιέχουν προσωπικά δεδομένα τρίτων (πλην του αιτούντος) είναι παράνομη και ελεγκτέα.
Σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα γνώσης ενός διοικητικού εγγράφου δεν μπορεί να συγκριθεί με το αγαθό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που διατρέχει τον κίνδυνο να προσβληθεί με τη γνωστοποίηση σε τρίτους στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα[20].
5-Η ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ: Κατά τη διάταξη εξάλλου του άρθρου 25 § 1 εδ. β' του ν. 1756/1988, ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών δικαιούται να παραγγέλει τις υπηρεσίες του δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου των οργανισμών κοινής ωφελείας και όλων γενικά των επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα, να παραδώσουν έγγραφα ή να χορηγήσουν αντίγραφά τους, όταν το ζητήσουν νομικά ή φυσικά πρόσωπα που έχουν δικαίωμα ή έννομο συμφέρον, εκτός αν πρόκειται για έγγραφα από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 261 ΚΠΔ. πρόκειται δηλαδή για έγγραφα που αφορούν διπλωματικό ή στρατιωτικό μυστικό που ανάγεται στην ασφάλεια το Κράτους ή μυστικό που σχετίζεται με το λειτούργημα του υποχρέου ή το επάγγελμά του και δηλωθεί τούτο εγγράφως. Στον περιορισμό αυτό δεν υπόκεινται μόνο τα έγγραφα του άρθρου 261 ΚΠΔ, αλλά και τα αναφερόμενα σε άλλους νόμους που απαγορεύουν τη χορήγηση αυτών. (ΓνμΔΕισΑΠ 17/1997, ΓνμδΝΣΚ 94/2001).
5.1.- Η σχετική παραγγελία του Εισαγγελέα, έχει τον χαρακτήρα δικαστικής διάταξης και ως εκ τούτου πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να μην αποτελεί απλό διαβιβαστικό της σχετικής αίτησης, χωρίς την ρητή έκφραση γνώμης του συντάκτη της (ΕγκΕισΑΠ 5/1998. ΓνμδΝΣΚ 94/2001).
Εάν η εισαγγελική παραγγελία  φέρει ανωτέρω  χαρακτηριστικά, η δημόσια διοίκηση υποχρεούται να συμμορφωθεί, σε περίπτωση δε τυχόν άρνησης είναι ενδεχόμενο να αναζητηθούν ποινικές ευθύνες για απείθεια (άρθρο 169 ΠΚ) ή παράβαση καθήκοντος (άρθρο 259 ΠΚ).
Εξάλλου, οι εισαγγελικές παραγγελίες είναι δεσμευτικές για την υπηρεσία για τη χορήγηση αντιγράφων, έστω και αν στα τελευταία περιλαμβάνονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα του ν. 2472/1997[21], δεδομένου ότι κατά την προαναφερθείσα § 3 του άρθρου 5 ν. 2690/1999. το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα παύει να υφίσταται και στην περίπτωση, κατά την οποία παραβλάπτεται απόρρητο, τιθέμενο υπό ειδικών διατάξεων, όπως π.χ. το φορολογικό απόρρητο (άρθρο 85 ν. 2238/1994), ενώ τέτοιο απόρρητο δεν φαίνεται να τίθεται από τις διατάξεις του ν. 2472/1997. Άλλωστε ο ν. 2690/1999 είναι μεταγενέστερος του ν. 2472/1997 και επομένως αν ο νομοθέτης ήθελε να θεσπίσει απόρρητο ως προς την πρόσβαση στα έγγραφα, αμέσως συνδεόμενο με το αντικείμενο του ν. 2472/1997, θα το όριζε ρητώς κατά τη θέσπιση του ν. 2690/1999 (ΓνωμΕισΑΠ 1/2005[22] ΤΝΠ-Νόμος).
6.- Η απόφαση 4588/2015 ΣτΕ, αντιμετώπισε επιτυχώς το ζήτημα της μη χορήγησης διοικητικών εγγράφων τα οποία δεν ετηρούντο από την Υπηρεσία στην οποία υπεβλήθη η αίτηση χορηγήσεως των εγγράφων ενώ κατά το  «άρθρο 4 παρ. 1  του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, η υπηρεσία όφειλε να παραπέμψει το σχετικό αίτημα στο αρμόδιο όργανο για τη διεκπεραίωσή του» (πρβλ.  ΣτΕ (1205/2009, 4026/2010, 807/2013, 571/2015, 842/2015).Αλλωστε  υφίσταται  υποχρέωση των δημοσίων υπηρεσιών να αποφαίνονται επί αιτημάτων των πολιτών εντός ορισμένης προθεσμίας[23]. Το χρηματικό ποσό, το οποίο η Επιτροπή του άρθρου 5 παρ. 13 του ν. 1943/1991  επιβάλλει σε δημόσια υπηρεσία σε περίπτωση παραβάσεως των προθεσμιών αυτών  να καταβάλει σε πολίτη, έχει πάντοτε το χαρακτήρα κύρωσης. (βλΣτΕ 2860/2013, ΣτΕ 2826/2014)
7.-ΠΩΣ ΑΣΚΕΙΤΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ :
Το δικαίωμα πρόσβασης ασκείται : α) με μελέτη του εγγράφου στο κατάστημα της υπηρεσίας, ή β) με χορήγηση αντιγράφου, εκτός αν η αναπαραγωγή τούτου μπορεί να βλάψει το πρωτότυπο. Η σχετική δαπάνη αναπαραγωγής βαρύνει τον αιτούντα, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Αν πρόκειται για πληροφορίες ιατρικού χαρακτήρα, αυτές γνωστοποιούνται στον αιτούντα με τη βοήθεια γιατρού, ο οποίος ορίζεται για το σκοπό αυτόν.

 

ΙΙ. ΕΠΙΔΕΙΞΗ ΕΓΓΡΑΦΩΝ  ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΚ ΚΠΟΛΔ :

Αφορά την επίδειξη οποιουδήποτε έγγραφου μέσω της προσφυγής στην δικαιοσύνη

·        Η επίδειξη εγγράφου κατά τη διάρκεια εκκρεμούς δίκης ρυθμίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 450-452 ΚΠολΔ,
·        Αν δεν υπάρχει εκκρεμής δίκη, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 902-903 ΑΚ.
1.1.- ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 902 ΑΚ, όποιος έχει έννομο συμφέρον να πληροφορηθεί το περιεχόμενο ενός εγγράφου που βρίσκεται στη κατοχή άλλου, έχει δικαίωμα να απαιτήσει την επίδειξη ή και αντίγραφο του, αν το έγγραφο συντάχθηκε για το συμφέρον αυτού που το ζητεί ή πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και αυτόν ή σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση είτε απευθείας από τον ίδιο είτε για το συμφέρον του, με τη μεσολάβηση τρίτου. (βλ. Ράμμο ΕρμΑΚ άρθρο 902 αριθ. 5 επ., Γεωργιάδη- Σταθόπουλο άρθρο 902 αριθ. 5)
1.2.-Από την άνω διάταξη προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις για τη θεμελίωση της ενοχικής εκ του νόμου αξίωσης για την επίδειξη εγγράφου ή για τη χορήγηση αντιγράφου που αξιώνονται από την 902 ΑΚ[24], είναι
·        η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του αιτούντος την επίδειξη που εξειδικεύεται στις τρεις περιοριστικά στο νόμο αναφερόμενες περιπτώσεις του ίδιου άρθρου, δηλαδή:
·        α) Αν το έγγραφο συντάχθηκε προς το συμφέρον του αιτούντος. Για να κριθεί αν συντρέχει η προϋπόθεση αυτή ερευνάται η πρόθεση που επικράτησε κατά το χρόνο σύνταξης του εγγράφου. Τέτοιο έννομο συμφέρον υπάρχει, όταν το έγγραφο συντάχθηκε προς σύσταση, απόδειξη ή διατήρηση γενικά των δικαιωμάτων του αιτούντος την επίδειξη. Το έγγραφο δεν απαιτείται να αφορά αποκλειστικά το συμφέρον του αιτούντος την επίδειξη. Αρκεί να έχει συνταχθεί έστω και προς το συμφέρον του. Πάντως έννομο συμφέρον δεν υπάρχει, αν το έγγραφο έχει συνταχθεί αποκλειστικά προς το συμφέρον του εναγομένου κατόχου του,
·        β) Αν το έγγραφο πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και τον αιτούντα. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται κυρίως τα έγγραφα, συστατικά ή αποδεικτικά μιας δικαιοπραξίας, που έχει καταρτιστεί με τον κάτοχο του εγγράφου ή με κάποιον τρίτο, τα οποία πιστοποιούν έννομη σχέση που αφορά και τον αιτούντα. Πρέπει, πάντως, κατά την κρατούσα ερμηνεία της ως άνω διάταξης, να έχει λάβει ο αιτών μέρος στη δικαιοπραξία που εμπεριέχεται στο έγγραφο και
·        γ) Αν το έγγραφο σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση είτε απευθείας από τον ίδιο τον αιτούντα, είτε για το συμφέρον του, με τη μεσολάβηση τρίτου. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα έγγραφα εκείνα, που δεν πιστοποιούν μεν μια έννομη σχέση, αφορούν όμως τις σχετικές με αυτήν διαπραγματεύσεις, ανεξάρτητα αν αυτές κατέληξαν ή όχι σε κατάρτιση σύμβασης (ΕφΑΘ 2456/2002 ΕλΔ 46.208).
·         αφετέρου δε η κατοχή του εγγράφου από τον καθού στρέφεται η σχετική αξίωση.
Όμως τέτοιο έννομο συμφέρον λείπει, όταν από τον ενάγοντα δεν προβάλλονται πραγματικοί ισχυρισμοί, αλλά η αίτηση επίδειξης εγγράφου αποβλέπει στην αποκάλυψη για πρώτη φορά με την επίδειξη κρίσιμων πραγματικών γεγονότων. Αν στο πρόσωπο του ζητούντος την επίδειξη λείπει έννομο συμφέρον, γιατί δεν συντρέχει μία από τις αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, τότε η αγωγή απορρίπτεται για έλλειψη εννόμου συμφέροντος, που συνιστά διαδικαστική προϋπόθεση και συνεπάγεται την για το λόγο αυτό απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης. Πρόκειται για δικονομικό απαράδεκτο, ο έλεγχος του οποίου, για τη συνδρομή ή μη συνδρομή του, γίνεται μέσω του αρ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (ΑΠ 9/2005 ΕλΔ 46.766). α
1.3.- Οταν ο υπόχρεος προς επίδειξη είναι διάδικος, η επίδειξη εγγράφου ζητείται είτε με παρεμπίπτουσα αγωγή, είτε και με τις προτάσεις σε οποιαδήποτε στάση της πρωτοβάθμιας ή έκκλητης δίκης.
Οι δε παρεμπίπτουσες αγωγές υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του δικαστηρίου της κύριας δίκης (άρθ. 31 § 1 ΚΠολΔ).
2.1.-Εξάλλου, εκτός από τα άρθρα 902-903 του ΑΚ, υπάρχουν, όπως προεκτέθηκε στην αρχή, και οι διατάξεις των άρθρων 450 έως 452 ΚΠολΔ, οι οποίες αφορούν, επίσης, την επίδειξη εγγράφων. Οι τελευταίες αυτές διατάξεις δεν κατήργησαν τις σχετικές διατάξεις του ΑΚ, είναι ειδικότερες και ρυθμίζουν την υποχρέωση των διαδίκων ή τρίτων προς επίδειξη κατά τη διάρκεια εκκρεμούς δίκης, στην οποία το επιδεικτέο έγγραφο πρόκειται να χρησιμεύσει για απόδειξη. Αντίθετα, οι διατάξεις του ΑΚ, οι προϋποθέσεις και οι περιορισμοί που αναφέρονται σ` αυτές ως προς τη δημιουργία της αξίωσης για επίδειξη, εφαρμόζονται μόνο όταν δεν υπάρχει εκκρεμής δίκη. Η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του ΚΠολΔ σε ορισμένη έκταση δεν αποκλείεται, αλλά πάντως δεν είναι δυνατόν να αφορά τις περιπτώσεις εννόμου συμφέροντος για τη δημιουργία της σχετικής αξίωσης (ΑΠ 780/1978 ΝοΒ 27.563, ΑΠ 1059/1977 ΝοΒ 26.930, ΕφΑΘ 2456/ 2002, ο.π.). Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρων 450 § 2 και 451 § 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι κάθε διάδικος υποχρεούται να επιδείξει τα έγγραφα, τα οποία κατέχει και που μπορούν να χρησιμεύσουν για απόδειξη, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος ο οποίος δικαιολογεί τη μη επίδειξη τους, ο δε αντίδικος του κατέχοντος το έγγραφο, εφόσον δικαιολογεί έννομο συμφέρον, μπορεί να ζητήσει την επίδειξη του εγγράφου με τις προτάσεις του ακόμη και για πρώτη φορά ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή και σύννομη, τουτέστιν να γίνεται επίκληση της κατοχής του εγγράφου από τον αντίδικο, να προσδιορίζεται σαφώς το έγγραφο και να περιγράφεται με ακρίβεια το περιεχόμενο του και να εκτίθενται περιστατικά από τα οποία να προκύπτει το έννομο συμφέρον του αιτούντος, δηλαδή ότι το έγγραφο είναι πρόσφορο προς άμεση ή έμμεση απόδειξη λυσιτελούς ισχυρισμού του αιτούντος ή προς ανταπόδειξη τέτοιου ισχυρισμού του αντιδίκου του (ΑΠ 1045/2004 ΕλΔ 48.162), ελλειπουσών δε των προϋποθέσεων αυτών, η αίτηση ή η αγωγή της επίδειξης του εγγράφου είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω αοριστίας (ΑΠ 776/ 2005 ΕλΔ 49.157, ΑΠ 953/2002 ΕλΔ 44.1310, ΑΠ 1771/1988 ΕΕΝ 1989.850, ΕφΑΘ 442/2006 ΕλΔ 48.1127)..:1.Π.Δ. 456/1984 (Αστικός Κώδικας), Άρθρο 902 ΑΚ.
Για να είναι όμως ορισμένη η αίτηση επίδειξης εγγράφων, πρέπει να αναφέρονται σ` αυτή τα έγγραφα των οποίων ζητείται η επίδειξη, καθώς και το γεγονός ότι κατέχονται από τον αντίδικο,
Ο ακριβής προσδιορισμός του επιδεικτέου εγγράφου είναι αναγκαίος, γιατί:
α) έτσι παρέχεται η ευχέρεια στον καθ` ου να δώσει εξηγήσεις για την κατοχή του εγγράφου, β) σε περίπτωση αμφισβήτησης της κατοχής του από τον καθ` ου, μπορεί το δικαστήριο να διατάξει σχετικές αποδείξεις, και γ) γίνεται εφικτός ο προσδιορισμός του εγγράφου στο διατακτικό της αποφάσεως, πράγμα απαραίτητο για την ενδεχόμενη εκτέλεσή της.
Πάντως αρκεί, για το ορισμένο της αιτήσεως, να εξατομικεύεται το έγγραφο, χωρίς να είναι απαραίτητος και ο ειδικότερος προσδιορισμός του περιεχομένου του, γιατί διαφορετικά η άσκηση της σχετικής αξιώσεως δυσχεραίνεται υπερβολικά σε ορισμένες περιπτώσεις (ΑΠ 508/1993 Δνη 35. 1299. ΕφΑθ 2456/2002 Δνη 46. 208, ΕφΘεσ 1150/2001 Δνη 44. 520).
3. Σε επείγουσες περιπτώσεις ή για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου, (βλ ΜΠρΣπαρτ 906/2005 ΝοΒ 2006, 441, ΜΠρ.Θεσ. 23434/2001 Αρμ. 2002, 1186, Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, Ειδ.Ενοχ., άρθρο 902, παρ. 2, σελ 628, Τζίφρα, Ασφ.Μέτρα, εκδ. 3η, σελ 321, Κρουσταλάκη Δ 21,651). καθένας που έχει έννομο συμφέρον δικαιούται να ζητήσει, ως ασφαλιστικό μέτρο[25], από το μονομελές πρωτοδικείο, να διαταχθεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, σε εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 682 παρ. 1, 683, 686 επ., 731, 732 του ΚΠολΔ, η επίδειξη εγγράφων, λόγω του κατεπείγοντος (βλ. ΜΠΘεσ 23434/2001 Αρμ ΝΣΤ.1186, ΜΠΘεσ 27021/1998 Αρμ ΝΓ.417, ΜΠΘεσ 7106/1994 Αρμ ΜΗ.668, Π. Τζίφρα Ασφαλιστικά Μέτρα, έκδοση δεύτερη, σελ. 354, 355).

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:
1.     Η επίδειξη εγγράφων, που μπορεί κατά το άρθρ. 451§1 ΚΠολΔ να ζητηθεί και με τις προτάσεις και μάλιστα για πρώτη φορά στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, εφόσον υπόχρεος είναι διάδικος, έχει ως προϋπόθεση την ύπαρξη έννομου συμφέροντος του αιτούντος την επίδειξη, που δικαιολογείται όταν το έγγραφο είναι πρόσφορο προς άμεση ή έμμεση απόδειξη ή ανταπόδειξη λυσιτελούς ισχυρισμού των διαδίκων. (βλ.ΑΠ 180/2014 ΑΠ σε Α΄ΝΟΜΟΣ, ΧΡΙΔ 2014/525)
2.     Από τη διάταξη 902 ΑΚ, σαφώς συνάγεται ότι η αξίωση εκείνου που επιδιώκει να πληροφορηθεί το περιεχόμενο ενός εγγράφου ασκείται με αγωγή, στοιχεία της οποίας είναι η κατοχή του εγγράφου από τον εναγόμενο και το έννομο συμφέρον[26]που έχει ο ενάγων για να λάβει γνώση αυτού. Σε μια τέτοια περίπτωση, η υποχρέωση του κατέχοντος να προβεί σε επίδειξη του εγγράφου απορρέει απ` ευθείας από τη διάταξη του άρθρου 902 ΑΚ, είναι δηλαδή ενοχή εκ του νόμου. (βλ.626/2014 ΑΠ(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
3.     Όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 450 παρ. 2 εδ. α` του ΚΠολΔ, κατά την οποία κάθε διάδικος ή τρίτος υποχρεούται να επιδείξει τα έγγραφα που κατέχει και μπορούν να χρησιμεύσουν για απόδειξη, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος[27] δικαιολογητικός της μη επιδείξεως των, συνδυαζόμενη προς τις διατάξεις των άρθρων 68, 451 παρ. 1 του ΚΠολΔ, 902 του ΑΚ, η αίτηση διαδίκου με την οποία ζητείται, από το δικάζον δικαστήριο, να διατάξει την, εκ μέρους αντιδίκου του αιτούντος, επίδειξη εγγράφου, προϋποθέτει, για το σύννομο της διατυπώσεως και το παραδεκτό της, την επίκληση ότι το έγγραφο ευρίσκεται στην κατοχή του αντιδίκου και τον σαφή προσδιορισμό περιεχομένου του εγγράφου που να είναι πρόσφορο για άμεση ή έμμεση απόδειξη λυσιτελούς ισχυρισμού του αιτούντος ή ανταπόδειξη αναφερόμενη σε τέτοιον ισχυρισμό αντιδίκου του.Βλ.1888/2014 ΑΠ)

ΠΗΓΕΣ:
1.- Σπ. Βλαχόπουλος, Διαφάνεια της κρατικής δράσης & προστασία προσωπικών δεδομένων, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή, 2007
2.- Γ. Γεραπετρίτης, Το δικαίωμα του πολίτη για πρόσβαση στα διοικητικά στοιχεία : τάσεις και προτάσεις, ΠειρΝ 1997, σ. 369-381
3.-Α. Γέροντας, Τα δικαιώματα πρόσβασης στα διοικητικά έγγραφα, ΔτΑ 7/2000, σ. 567-598
4.-Γέροντας Απ., Λύτρας Σ., Σιούτη Γλ., Παυλόπουλος Πρ., Φλογαϊτης Σ., Διοικητικό Δίκαιο, 2004
5.- Γεωργιάδη- Σταθόπουλου, Ειδ.Ενοχ
6.-Δημητρόπουλος Γ. Α, Η επίδραση της σύγχρονης τεχνολογίας στα συνταγματικά δικαιώματα (Επιθεώρηση δημοσίου δικαίου και διοικητικού δικαίου, ΕΠΔΔΔΔ 2/2002
7.- Χ. Δετσαρίδης, Το δικαίωμα γνώσης των διοικητικών εγγράφων, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2006
8.-Π.Λαζαράτος, Εύλογο ενδιαφέρον προς χορήγηση διοικητικών εγγράφων στη νομολογία του ΣτΕ, Δίκη 29 (1998), σ. 1229-1236
9.Ιγγλεζάκης Δ Ιωάννης, Ευαίσθητα Προσωπικά Δεδομένα, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, 2003
10.-Ε. Πρεβεδούρου, Πρόσβαση στα έγγραφα και προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με αφορμή πρόσφατες νομολογιακές εξελίξεις και νομοθετικές πρωτοβουλίες στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΤοΣ 1/2011, σ. 61 –Ιδίας: To δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα (Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 23-11-2015) σε: www.prevedourou.g
11.-Π.Παυλοπουλος: (1986) Η αστική ευθύνη του δημοσίου, Σάκκουλας Αντ. Ν.
12.- Ε. Σπηλιωτόπουλος, ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ,2015
13.-Π. Τζίφρα Ασφαλιστικά Μέτρα.



[1]Το παρόν άρθρο, όπως έχε τροποποιηθεί, περιελήφθη στην "κωδικοποίηση  διατάξεων για την πρόσβαση σε δημόσια έγγραφα και στοιχεία" του ΠΔ 28/2015 (ΦΕΚ 34 Α΄/23-3-2015)
[2] Ως ενδιαφερόμενος νοείται όχι μόνον αυτός που θεμελιώνει συγκεκριμένο έννομο συμφέρον, αλλά και οποιοσδήποτε μπορεί, ως εκ της ιδιότητάς του, να επικαλεσθεί το ενδιαφέρον του για την υποβολή αιτήματος κατά το άρθρο 4 του ΚΔΔ ή για γνώση του περιεχομένου συγκεκριμένων διοικητικών εγγράφων κατά το άρθρο 5 του ιδίου Κώδικα (πρβλ. ΣΕ 94/2013 Ολομ).
[3] 164/2013 ΓΝΜΔ ΝΣΚ Η Διοίκηση δεν δύναται να χορηγήσει σε τρίτους αντίγραφο γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. προ της αποδοχής (ή μη) αυτής
[4] Φορείς Γενικής Κυβέρνησης: φορείς της Κεντρικής Κυβέρνησης (Κεντρική Διοίκηση, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και εποπτευόμενα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου), φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Δήμοι και Περιφέρειες,  νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που ανήκουν, ελέγχονται ή χρηματοδοτούνται από τους ΟΤΑ), φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (Ασφαλιστικά Ταμεία, Οργανισμοί Απασχόλησης και Οργανισμοί Παροχής Υπηρεσιών Υγείας). Οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης πλην της Κεντρικής Διοίκησης περιλαμβάνονται  στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης, που τηρείται με ευθύνη της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής
[5] Βλ: ΛΟΓΙΣΤΗΣ 2015/164 , ΔΕΕ 2015/469
[6] Βλ:       148/2013 ΑΠ (ΠΟΙΝ)
[7] Βλ : Μελέτη της Ελένης Ζερβογιάννη, στις ΕΦΑΔ 2015, 297. «Η παροχή πληροφοριών για τα αποκτήματα των συζύγων.» Σχετ.Νομολ.: ΑΠ (ΟΛΟΜ) 28/1996, ΑΠ 7/2012.
[8] ΜΠρΠειρ 2486/2012 [Επίδειξη εγγράφου-πρόσκρουση στο τραπεζικό απόρρητο] σε ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ & ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Τεύχος 12/2013, Δεκέμβριος
[9]. Βλ: Το φορολογικό απόρρητο: Mελέτη Μαρίας Βαλοδήμου, και της Ανθής Καραγιάννη, δημοσιευμένη στη ΦΟΡΕΠΙΘ 2015, 564.
[10] Βλ 150/2012 ΓΝΜΔ ΝΣΚ.  Η εντολή του Εισαγγελέα για τη χορήγηση στοιχείων προς ιδιώτες, από τις Δ.Ο.Υ., απορρήτων, κατά το άρθρο 85 του Κ.Φ.Ε., δεν είναι δεσμευτική για τη φορολογική αρχή, εφόσον η εισαγγελική εντολή δεν περιέχει ρητή έκφραση γνώμης περί του απορρήτου των χορηγουμένων στοιχείων και περαιτέρω παραγγελία του εισαγγελικού λειτουργού προς την αρμόδια διοικητική αρχή για τη γνωστοποίηση στον αιτούντα των αιτουμένων στοιχείων, αλλά αποτελεί απλώς διαβίβαση προς αυτήν της σχετικής αιτήσεως προς αξιολόγηση του περιεχομένου της και για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειες της αρμοδιότητάς της.  Ως εκ τούτου δεν γεννάται υποχρέωση της Διοικήσεως προς παροχή των αιτουμένων στοιχείων. Κατόπιν δε των ανωτέρω δεν τίθεται ζήτημα ανακλήσεως των σχετικών γνωμοδοτήσεων του Ν.Σ.Κ. επ’ αυτού του θέματος
[11] Βλ ΣτΕ 2780/2014: «, η επιχείρηση η οποία, κατόπιν σχετικής έρευνας των αρμόδιων οργάνων της Επιτροπής Ανταγωνισμού, απειλείται με κυρώσεις για παράβαση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού και καλείται να παραστεί, για να αμυνθεί, ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού, έχει, καταρχήν, δικαίωμα πρόσβασης στα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης. Το δικαίωμα αυτό, το οποίο δεν είναι απόλυτο, αλλά περιορίζεται από την ανάγκη διαφύλαξης άλλων δικαιωμάτων και αγαθών, συνδέεται με τη λυσιτελή άσκηση του δικαιώματος άμυνας κατά την εν λόγω διοικητική διαδικασία, που κατοχυρώνεται και στο δίκαιο της Ενωσης, σε επίπεδο γενικής αρχής αυτού, και αφορά γενικά στα έγγραφα του φακέλου της έρευνας που ενδέχεται να είναι χρήσιμα για την άμυνα της επιχείρησης (βλ. ΣτΕ 2365/2013 επταμ.). Εξάλλου, ναι μεν, αν σημειωθεί προσβολή του ανωτέρω δικαιώματος πρόσβασης κατά τη διαδικασία που προηγείται της έκδοσης πράξης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με την οποία καταλογίζεται στην επιχείρηση παραβίαση των κανόνων του ανταγωνισμού και της επιβάλλονται κυρώσεις, στοιχειοθετείται, καταρχήν λόγος ακύρωσης της πράξης αυτής, εφόσον έχουν θιγεί τα δικαιώματα άμυνας της ενδιαφερόμενης επιχείρησης, όμως, η μη κοινοποίηση εγγράφου με ενοχοποιητικό περιεχόμενο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ενέχει προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας που δικαιολογεί την ακύρωση της καταλογιστικής πράξης, αν η ενδιαφερόμενη επιχείρηση δεν προβάλλει και δεν τεκμηριώνει ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού στηρίχθηκε σε αυτό προς θεμελίωση της παράβασης που της απέδωσε (βλ. ΣτΕ 2365/2013 επταμ.),»
[12] Οι διατάξεις αφενός μεν της παραγρ. 3 (εδάφ.  α) τουεν λόγω άρθρου 16 του ν. 1566/1986 αφ` ετέρου δε του άρθρου 8 του Κανονισμού  Λειτουργίας του Υπουργικού Συμβουλίου (Π.Υ.Σ. 50/1990), μετις οποίες περιορίζεται το  ανωτέρω δικαίωμα του διοικουμένου λόγω τουαπορρήτου χαρακτήρος των συζητήσεων ή  των πρακτικών, αντιστοίχως, του Υπουργικού Συμβουλίου, ερμηνευόμενες εν όψει και των  διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 10 παρ. 1 και 20 παρ. 1 του Συντάγματος, δεν αποκλείουν την ικανοποίηση αιτήματος περί χορηγήσεως στοιχείων,  περιεχομένων μεν στα εν λόγω πρακτικά, αλλ` αναφερομένων προσωπικώς στον  διοικούμενο που τα ζητεί (πρβλ. Ολομ. Σ.Ε. 2139/1993),και, ιδίως, στην ατομική του  υπηρεσιακή κατάσταση (πρβλ . 3130/2000 ΣΤΕ σε ΑΡΜ/2001 (709), ΔΔΙΚΗ/2001 (110)
[13] Βλ ΣτΕ  2007/2013 «Το δικαίωμα πρόσβασης της επιχείρησης στα στοιχεία του φακέλου περιορίζεται από την ανάγκη διαφύλαξης, ιδίως, του επιχειρηματικού απορρήτου των στοιχείων άλλων επιχειρήσεων.»
[14] Βλ: Μελέτη της Μαρίας - Δάφνης Παπαδοπούλου, «Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ως λόγος περιορισμού του δικαιώματος γνώσης εγγράφων της Διοίκησης.» Σε Μελέτη της Μαρίας - Δάφνης Παπαδοπούλου, ΧΡΙΔ 2014, 309.
[15]  Βλ.Mελέτη του Εμμανουήλ Ι.Λασκαρίδη, «Το κλειδί της πρόσβασης στα διοικητικά έγγραφα :Eισαγγελική Παραγγελία ή Αδεια Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα,» δημοσιευμένη στο ΔΙΜΕΕ 2012, 314.
[16] Βλ (ΦΕΚ Α 34/23-03-2015) Κωδικοποίηση διατάξεων για την πρόσβαση σε δημόσια έγγραφα και στοιχεία. στα  άρθρα 21-29
[17] Βλ: 637/2013 ΑΠ (Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΔΙΜΕΕ 2014/125) Παραβίαση προστασίας προσωπικών δεδομένωνΠερίπτωση αναφοράς δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ψυχομετρική πραγματογνωμοσύνη.
[18] Βλ.1188/2013 ΔΕΦ ΘΕΣΣΑΛ (ΑΚΥΡ) (ΕΔΔΔΔ 2013/1082) «Τα πρακτικά - αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων περί μετακινήσεων – μεταθέσεων υπαλλήλων δεν αποτελούν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και είναι νόμιμη η ανακοίνωσή τους σε τρίτο».
[19] Πολίτης αιτήθηκε από Νοσοκομείο την παροχή αντιγράφου για δικαστική χρήση ιατρικού φακέλου τρίτου προσώπου, με το οποίο είχε δικαστική διαμάχη. Το Νοσοκομείο αρνήθηκε τη χορήγηση και ο πολίτης προσκόμισε εισαγγελική παραγγελία χορήγησης των στοιχείων. Το Νοσοκομείο, συμμορφούμενο με τα διατασσόμενα στην παραγγελία, χορήγησε τα εν λόγω στοιχεία. Ακολούθως, ο τρίτος, τα στοιχεία του οποίου δόθηκαν, προσέφυγε στην ΑΠΔΠΧ, η οποία επέβαλε πρόστιμο στο Νοσοκομείο με το αιτιολογικό ότι δεν ζήτησε την άδεια της για την παροχή των στοιχείων.
[20] Πρβλ.. Γνωμοδότηση 16/2003 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
[21] Βλ 3575/2013 ΠΠΡ ΠΕΙΡ ,(Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, Δ/ΝΗ 2014/593) Λήψη εγγράφων από δημόσια υπηρεσία και χρήση τους κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας. Παράδοση του συνταξιοδοτικού φακέλου του ενάγοντος από ασφαλιστικό ταμείο στη δικηγόρο αλλοδαπής εταιρείας. Χρήση ενώπιον αλλοδαπού δικαστηρίου σε εκκρεμή δίκη μεταξύ των εντολέων της και του ενάγοντος, χωρίς άδεια της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Δεσμευτικότητα της εισαγγελικής παραγγελίας για τη διοίκηση.
[22] Δικαίωμα ενδιαφερομένου που έχει «εύλογο ενδιαφέρον» να λαμβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων και έννοια των τελευταίων. Ως διοικητικά έγγραφα νοούνται και εκείνα που χρησιμοποιήθηκαν ή λήφθηκαν υπόψη για τη διαμόρφωση γνώμης ή κρίσης διοικητικού οργάνου ή για τον καθορισμό της διοικητικής δράσης. Προϋποθέσεις άσκησης δικαιώματος λήψεως γνώσης των ιδιωτικών εγγράφων, εφόσον υπάρχει «ειδικό έννομο συμφέρον». Η σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου να λάβει γνώση εγγράφων πρέπει να είναι σαφής και ορισμένη, δηλαδή να προσδιορίζεται το «εύλογο ενδιαφέρον» ή το «ειδικό έννομο συμφέρον» και να είναι δυνατόν να προσδιοριστούν τα αιτούμενα έγγραφα. Αν όμως η αίτησή του είναι αόριστη, πρέπει να ενημερώνεται από την υπηρεσία και να τίθενται υπόψη του οι σχετικοί φάκελοι από τους οποίους θα επιλέξει να μελετήσει ή να λάβει αντίγραφα των εγγράφων που τον ενδιαφέρουν. Σε περίπτωση άρνησης της υπηρεσίας δικαιούται να προσφύγει στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών, ο οποίος δικαιούται να παραγγείλει τις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα να παραδώσουν έγγραφα ή να χορηγήσουν αντίγραφά τους στον έχοντα δικαίωμα ή έννομο συμφέρον, εφόσον δεν πρόκειται για απόρρητα αναγνωρισμένα από το νόμο. Αν η εισαγγελική παραγγελία είναι αιτιολογημένη, η δημόσια διοίκηση οφείλει να συμμορφωθεί, άλλως είναι ενδεχόμενο να αναζητηθούν ευθύνες για απείθεια ή παράβαση καθήκοντος. Οι εισαγγελικές παραγγελίες είναι δεσμευτικές ακόμη και αν  στα ζητούμενα έγγραφα περιλαμβάνονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα. Ο δε χαρακτηρισμός ενός εγγράφου ως «εμπιστευτικού» δεν αρκεί για να καταστήσει την αίτηση του ενδιαφερομένου μη νόμιμη, εφόσον δεν προστατεύεται απόρρητο νομοθετημένο.
[23] Στην παρ. 1 του άρθρου 4 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, , ορίζονται τα εξής: «α. Οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, όταν υποβάλλονται αιτήσεις, οφείλουν να διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις των ενδιαφερομένων και να αποφαίνονται για τα αιτήματά τους μέσα σε προθεσμία πενήντα (50) ημερών, εφόσον από ειδικές διατάξεις δεν προβλέπονται μικρότερες προθεσμίες. Η προθεσμία αρχίζει από την κατάθεση της αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία και την υποβολή ή συγκέντρωση του συνόλου των απαιτούμενων δικαιολογητικών, πιστοποιητικών ή στοιχείων. Αν η αίτηση υποβληθεί σε αναρμόδια υπηρεσία, η υπηρεσία αυτή οφείλει, μέσα σε τρεις (3) ημέρες, να τη διαβιβάσει στην αρμόδια και να γνωστοποιήσει τούτο στον ενδιαφερόμενο. Στην περίπτωση αυτή η προθεσμία αρχίζει από τότε που περιήλθε η αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία. Για υποθέσεις αρμοδιότητας περισσότερων υπηρεσιών, η προθεσμία του πρώτου εδαφίου παρατείνεται κατά δέκα (10), ακόμη, ημέρες». Επίσης, στο άρθρο 5 του ίδιου Κώδικα, όπως η παρ. 6 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3230/2004, ορίζονται τα εξής: «1. Κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα, ύστερα από γραπτή αίτησή του, να λαμβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων. Ως διοικητικά έγγραφα νοούνται όσα συντάσσονται από τις δημόσιες υπηρεσίες, όπως εκθέσεις, μελέτες, πρακτικά, στατιστικά στοιχεία, εγκύκλιες οδηγίες, απαντήσεις της Διοίκησης, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις … 2. … 6. Η χρονική προθεσμία για τη χορήγηση εγγράφων κατά τις παραγράφους 1 και 2 ή την αιτιολογημένη απόρριψη της σχετικής αίτησης του πολίτη είναι είκοσι (20) ημέρες». Περαιτέρω, ο ν. 1943/1991 (Α΄50) ορίζει στην παρ. 7 του άρθρου 5, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 3242/2004, ότι: «Σε περίπτωση μη τήρησης των προθεσμιών που προβλέπονται στις διατάξεις του ν. 2690/1999…, όπως ισχύουν, καταβάλλεται στον αιτούντα, από τον οικείο φορέα, πλήρης αποζημίωση.», (Σκέψεις της 2826/2014 ΣτΕ)
[24] Βλ. Η παροχή πληροφοριών για τα αποκτήματα των συζύγων. Σχετ.Νομολ.: ΑΠ (ΟΛΟΜ) 28/1996, ΑΠ 7/2012.Μελέτη της Ελένης Ζερβογιάννη, Λέκτορα Νομικής Σχολής ΑΠΘ, δημοσιευμένη στις ΕΦΑΔ 2015, 297.
[25] Βλ. 702/2013 ΜΠΡ ΠΕΙΡ (Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Ασφαλιστικά μέτρα. χορήγηση αντιγράφων εγγράφων. Έννομο συμφέρον του αιτούντος ιατρού να λάβει αντίγραφα εγγράφων από το καθού νοσοκομείο, του οποίου υπήρξε συνεργάτης, (και δη αντίγραφα του μεριδολογίου του, αντίγραφα παραστατικών παροχής υπηρεσιών και αντίγραφα παραστατικών πληρωμής) προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για δικαστική διεκδίκηση οφειλομένων αμοιβών.
[26] Βλ 3686/2013 ΠΠΡ ΠΕΙΡ (Δ/ΝΗ 2014/598)Επίδειξη πραγμάτων ή εγγράφων, κατά τα άρθρα 901-903 ΑΚ, στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει εκκρεμής δίκης. Προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να ζητηθεί η επίδειξη. Απαιτείται η ύπαρξη αξίωσης σε σχέση με το πράγμα. Η ενάγουσα δεν έχει αξίωση σε σχέση με τις ένδικες μετοχές των οποίων ζητεί την επίδειξη. Απορρίπτεται η αγωγή ως μη νόμιμη.
(Σημείωση Ι.Ν. Κατρά στη Δ/νη 2014/600).
[27] Βλ. 1. «Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ως λόγος περιορισμού του δικαιώματος γνώσης εγγράφων της Διοίκησης» .Μελέτη της Μαρίας - Δάφνης Παπαδοπούλου, Δ.Ν. - Επιστημονικής Συνεργάτιδας ΟΠΙ, δημοσιευμένη στα ΧΡΙΔ 2014, 309. «Επίδειξη εγγράφων και ζητήματα τραπεζικού απορρήτου στους κοινούς διαζευκτικούς λογαριασμούς» (γνωμ.) 2.-Γνωμοδότηση της Πελαγίας Γέσιου - Φαλτσή , Ομ. Καθηγήτριας της Πολιτικής Δικονομίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης , αντεπ. μέλους της Ακαδημίας Αθηνών, δημοσιευμένη στο ΕΦΑΔ ,1182.


[πηγή : themistopolos.blogspot.com]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου