Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΕΔ 12/2005 : Εκλογική νομοθεσία - Λευκά ψηφοδέλτια - Αντισυνταγματικότητα διατάξεων παρ. 4 άρθρου 98 και παρ. 3 και 4 άρθρου 99 π.δ. 351/2003 - Παραβίαση απόρρητου ψηφοφορίας - Ακυρότητα ψηφοδελτίου - Διακριτικά γνωρίσματα - Ελλειψη μονογραφής προέδρου εφορευτικής επιτροπής - Κατανομή αδιάθετων εδρών -.

Η εκλογική νομοθεσία διακρίνει τρεις κατηγορίες ψήφων, τα έγκυρα ψηφοδέλτια (έντυπα και ιδιόγραφα) που εκφράζουν προτίμηση υπέρ συγκεκριμένου συνδυασμού ή μεμονωμένου υποψηφίου, τα έγκυρα λευκά ψηφοδέλτια που αποδοκιμάζουν όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς της εκλογικής αναμετρήσεως και τα άκυρα ψηφοδέλτια. Ο εκλογικός νόμος δεν εξομοιώνει τα λευκά με τα άκυρα ψηφοδέλτια, αλλά επιβάλλει τη χωριστή καταγραφή των τριών κατηγοριών ψήφων στον συντασσόμενο, αρχικά από την εφορευτική επιτροπή και τελικά από το αρμόδιο πρωτοδικείο, πίνακα αποτελεσμάτων των βουλευτικών εκλογών. Για την εξεύρεση όμως του εκλογικού μέτρου, προκειμένου να γίνει η κατανομή των εδρών, υπολογίζει μόνον τα ψηφοδέλτια που εκφράζουν έγκυρη προτίμηση υπέρ συνδυασμού ή μεμονωμένου υποψηφίου. Εκλογική παράβαση είναι, πέραν όσων παραβάσεων του εκλογικού νόμου διαπράττονται κατά την ψηφοφορία, και η εσφαλμένη εφαρμογή του εκλογικού νόμου από την ίδια την Ανώτατη Εφορευτική Επιτροπή κατά το ενώπιόν της στάδιο της εκλογικής διαδικασίας για την κατανομή των βουλευτικών εδρών. Οι διατάξεις των άρθρων 98 παρ. 4 και 99 παρ. 3 και 4 του εκλογικού νόμου (π.δ. 351/2003), καθόσον δεν επιβάλλουν τον υπολογισμό και των λευκών ψηφοδελτίων στην εξαγωγή του εκλογικού μέτρου παρά το ότι αυτά γίνονται με άλλες διατάξεις ίδιου νόμου δεκτά ως έγκυρες ψήφοι, θίγουν τον πυρήνα της λαϊκής κυριαρχίας και την ισότητα της ψήφου και είναι αντίθετες προς το Σύνταγμα. (Αντίθετη μειοψηφία: θεμιτώς, από συνταγματικής απόψεως, οι διατάξεις των άρθρων 98  παρ. 4 και 99 παρ. 3 και 4 του εκλογικού νόμου δεν συνυπολογίζουν για την εξεύρευση του εκλογικού μέτρου στην πρώτη και δεύτερη κατανομή τις λευκές ψήφους, εφόσον η εκλογική νομοθεσία διασφαλίζει τη δυνατότητα του εκλογέα να εκφράσει την αποδοκιμασία των υποψηφίων με λευκή ψήφο, καθώς και τη χωριστή καταγραφή των λευκών ψήφων στους πίνακες των αποτελεσμάτων). Το πότε τα διακριτικά γνωρίσματα παραβιάζουν το απόρρητο της ψηφοφορίας είναι ζήτημα πραγματικό, επαφιέμενο στη συγκεκριμένη περίπτωση στην κρίση του Δικαστηρίου, αυτό δε συμβαίνει όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της λογικής και της εμπειρίας, το διακριτικό γνώρισμα μπορεί να προσδιορίσει αμέσως ή εμμέσως τον εκλογέα που ψήφισε με το συγκεκριμένο ψηφοδέλτιο. Η θέση όμως του σταυρού προτίμησης δίπλα στο όνομα του υποψηφίου, αριστερά ή δεξιά, ή η σημείωση δύο συνεχόμενων σταυρών από τη μία ή από την άλλη πλευρά, ο τρόπος γραφής του σταυρού, που μπορεί να οφείλεται στη σπουδή, την ηλικία, την ελαττωμένη όραση του ψηφοφόρου ή το μέσο που χρησιμοποίησε, οι έντονοι, άτονοι, ακανόνιστοι, κακότεχνοι, διπλοεγγεγραμμένοι, με παράλληλες γραμμές, μεγαλύτεροι ή μικρότεροι του συνήθους, κεκλιμένοι ή σε σχήμα Χ σταυροί, που οφείλονται στις πιο πάνω αιτίες ή και σε αδεξιότητα του ψηφοφόρου, δεν συνεπάγονται κατ’ αρχήν ακυρότητα της ψήφου, εκτός εάν, κατά την εκτίμηση του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι τέθηκαν σκοπίμως ως διακριτικό γνώρισμα για να παραβιασθεί το απόρρητο της ψηφοφορίας. Θεωρούνται πάντως, κατ' αρχήν, ως διακριτικά γνωρίσματα οι έντονα διακριτικοί σταυροί, οι τιθέμενοι εντός κύκλου, οι ενδείξεις σε σχήμα αστερίσκου ή «V», οι σημειούμενοι σε άλλη θέση αντί στο όνομα του υποψηφίου. (Αντίθετη μειοψηφία: δεν είναι άκυρα όσα ψηφοδέλτια προσβάλλονται με την ένσταση ή την αντένσταση ως άκυρα, με την αιτίαση ότι φέρουν τελεία (σημείο στίξεως) ως διακριτικό γνώρισμα, καθόσον άλλα από αυτά έχουν τελεία στη μονογραφή του δικαστικού αντιπροσώπου, που έχει τεθεί από τον ίδιο, όπως συνηθίζεται, άλλα έχουν ανεπαίσθητες τελείες και άλλα έχουν τελεία που έχει τεθεί τυχαία ιδίως από τη γραφίδα του δικαστικού αντιπροσώπου κατά τη διαλογή του ψηφοδελτίου). Η έλλειψη μονογραφής του προέδρου της εφορευτικής επιτροπής δίπλα στον αριθμό των ψηφοδελτίων ή δίπλα στον αριθμό των σταυρών προτίμησης, δεν επιφέρει την ακυρότητά τους, εφόσον δεν αμφισβητείται η ταυτότητα ή γνησιότητα των ψηφοδελτίων. Ψηφοδέλτιο χωρίς κανένα σταυρό προτίμηση προσμετράται υπέρ του συνδυασμού ή του κόμματος στο οποίο ανήκει. Αν μετά την κατανομή των εδρών σε κάθε εκλογική περιφέρεια παραμείνανε αδιάθετες έδρες ενεργείται κατανομή των αδιάθετων εδρών κατά μείζονες εκλογικές περιφέρειες. Με την παρ. 3 του άρθρου 99 του εκλογικού νόμου ορίζονται οι έδρες που θα παραχωρηθούν σε κάθε κόμμα από τη Β' κατανομή στη μείζονα περιφέρεια, ενώ με τις παρ. 4 και 5 ορίζονται οι έδρες που θα παραχωρηθούν σε κάθε κόμμα από τη Β' κατανομή στις ελάσσονες περιφέρειες. Η τελευταία αυτή παραχώρηση των εδρών που δικαιούται κάθε κόμμα (ή συνασπισμός) διενεργείται σε δύο φάσεις.
 
 
------------------------------
    Αριθμός 12/2005
    Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο
   (κατά το άρθρο 100 του Συντάγματος)
    Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Χρίστο Γεραρή, Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως Πρόεδρο, Θεόδωρο Λαφαζάνο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου (κωλυομένου του Προέδρου και των αρχαιοτέρων του Αντιπροέδρων), Χρήστο Ντάκουρη, Αντιπρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (κωλυομένου του Προέδρου και των αρχαιοτέρων του Αντιπροέδρων), Νικόλαο Σκλία, Νικόλαο Σακελλαρίου, Συμβούλους της Επικρατείας, Κωνσταντίνο Βαρδαβάκη, Εισηγητή, Αρεοπαγίτη, Μαρία Καραμανώφ, Ιωάννη Μαντζουράνη, Συμβούλους της Επικρατείας, Ιωάννη Βερέτσο, Γεώργιο Βούλγαρη και Δημήτριο Κιτρίδη, Αρεοπαγίτες, ως μέλη και το Γραμματέα Μιχαήλ Καλαντζή, Προϊστάμενο της Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
   Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 22 Δεκεμβρίου 2004, για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ των:
   ΕΝΙΣΤΑΜΕΝΗΣ – ΚΑΘ' ΗΣ ΟΙ ΑΝΤΕΝΣΤΑΣΕΙΣ – ΚΑΘ' ΗΣ Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ : ΠΦ-Θ, κατοίκου Γιαννιτσών, η οποία παραστάθηκε μετά των πληρεξουσίων της δικηγόρων: 1) Χ Χ (), 2) Γ Σ (Α.Μ. ) και 3) ΦΧ (Α.Μ. ).
   ΚΑΘ' ΟΥ Η ΕΝΣΤΑΣΗΣ - ΑΝΤΕΝΙΣΤΑΜΕΝΟΥ – ΥΠΕΡ' ΟΥ Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ : Γ Π, κατοίκου Αριδαίας, Βουλευτή της Εκλογικής Περιφέρειας Πέλλας, ο οποίος παραστάθηκε μετά των πληρεξουσίων του δικηγόρων: 1) Γεωργίου Π, (Α.Μ. ) και 2) Ν Ξ (ΑΜ. ).
   ΑΝΤΕΝΙΣΤΑΜΕΝΩΝ: 1) Κ Ζ, κατοίκου Θεσσαλονίκης, Βουλευτή Εκλογικής Περιφέρειας Β' Θεσσαλονίκης και 2) Ε Κ, κατοίκου Σερρών, Βουλευτή της Εκλογικής Περιφέρειας Σερρών, οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Γ Σ, (Α.Μ. ).
   ΠΑΡΕΜΒΑΙΝOΝΤΟΣ: Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑ.ΣΟ.Κ.), το οποίο παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Γ Π,(Α.Μ. ), δυνάμει του αριθμ. ..........πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Αθηνών Παναγιώτας Β.
   H ενισταμένη με την από 30 Μαρτίου 2004 ένστασή της, ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, που κατέθεσε κατά νόμο στο Γραμματέα του, με αριθμό 18/30-3-2004, καθώς και  τους από 30 Μαρτίου 2004 πρόσθετους λόγους της, που κατέθεσε κατά νόμο στο Γραμματέα του, με αριθμούς 24/30-3-2004 και 34/2-4-2004 αντίστοιχα, ζήτησε όσα αναφέρονται στο αιτητικό τους.
   Οι αντενιστάμενοι με τις από 9-9-2004 αντενστάσεις τους, ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, που κατέθεσαν κατά νόμο στο Γραμματέα του, με αριθμό 41/9-9-2004, 45/10-9-2004 και 44/10-9-2004  αντιστοίχως, ζήτησαν όσα αναφέρονται στα αιτητικά τους.
   Το Παρεμβαίνον με την από 3-9-2004, παρέμβασή του ενώπιον του Ανωτάτου ειδικού Δικαστηρίου, που κατέθεσε κατά νόμο στο Γραμματέα του, με αριθμό 40/3-9-2004, ζήτησε όσα αναφέρονται στο αιτητικό της.
   Η εκδίκαση της υποθέσεως άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Αρεοπαγίτη Κωνσταντίνου Βαρδαβάκη.
   Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τις προτάσεις τους.
   Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
   Σκέφθηκε κατά νόμο


   1. Επειδή, με την υπό κρίση ένσταση κατά του κύρους των βουλευτικών εκλογών της 7/3/2004 και τους υπ' αριθμούς καταθέσεως 24/30-3-2004 και 34/2-4-2004 πρόσθετους λόγους ζητείται η ακύρωση α) της αποφάσεως 19/2004 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου 'Εδεσσας, κατά το μέρος της που με αυτή ανακηρύχθηκαν στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας επιτυχών βουλευτής του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος ο καθ' ού Γεώργιος Πασχαλίδης και πρώτη αναπληρωματική βουλευτής  της Νέας Δημοκρατίας η ενιστάμενη  β) της αποφάσεως  1/2004 της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής, στην οποία στηρίζεται η απόφαση του Πρωτοδικείου. Ειδικότερα, ζητείται, η μεταβολή του εκλογικού αποτελέσματος, αρχικώς στην εκλογική περιφέρειας Πέλλας, ώστε να μείνει αδιάθετη μία από τις δύο έδρες που έλαβε σε αυτήν από την πρώτη κατανομή το κόμμα του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος και κατέλαβε ο καθ' ού, περαιτέρω δε η μεταβολή του εκλογικού αποτελέσματος στην μείζονα εκλογική περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας, ώστε, μέσω του μηχανισμού της δεύτερης και τρίτης κατανομής εδρών στη μείζονα περιφέρεια, η αδιάθετη έδρα της Πέλλας να περιέλθει στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και να καταληφθεί από την ενισταμένη.
   2. Επειδή, με την παρεμπίπτουσα απόφαση 8/2005 του Δικαστηρίου τούτου απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, καθ' ό εκπρόθεσμη,  η ένσταση εξαιρέσεως ενός μέλους του Δικαστηρίου, την οποία υπέβαλαν μετά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο οι κατωτέρω αντενιστάμενοι με την από 23/3/2005 (αριθ. καταθέσεως 50/2005) κοινή αίτησή τους. Η ίδια αίτηση, εκτιμηθείσα από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως και ως ένσταση κακής συνθέσεως, απορρίφθηκε με την ανωτέρω προλαβούσα απόφαση.
   3. Επειδή, η ένσταση και οι με το δικόγραφο 24/30-3-2004 πρόσθετοι λόγοι ασκήθηκαν εμπροθέσμως, εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης αποφάσεως του Πρωτοδικείου Έδεσσας την 15/3/2004  (άρθ. 25 παρ. 1 και 2 Κώδικα ΑΕΔ που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του  ν. 345/1976 και άρθ. 125 π.δ. 351/2003). Αντιθέτως, οι με το δικόγραφο 34/2-4-2004 πρόσθετοι λόγοι ασκήθηκαν εκπροθέσμως και χωρίς τη συνδρομή λόγου ανωτέρας βίας (τέτοια βία δεν συνιστά η μικρά προθεσμία το νόμου και η δυσχέρεια ελέγχου του εκτεταμένου εκλογικού υλικού που επικαλείται η ενισταμένη), ώστε είναι απαράδεκτοι. Εξάλλου, κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου 125 π.δ. 351/2003, συνδυαζόμενου και με τις διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 1 και 32 παρ. 4 του Κώδικα ΑΕΔ, ένσταση κατά του κύρους της βουλευτικής εκλογής σε ορισμένη εκλογική περιφέρεια έχει το δικαίωμα να ασκήσει για οποιοδήποτε λόγο καθένας που ανακηρύχθηκε υποψήφιος βουλευτής στην ίδια εκλογική περιφέρεια άλλα δεν ανακηρύχθηκε βουλευτής,  ο υποψήφιος δε αυτός νομιμοποιείται να προβάλλει και εκλογικές παραβάσεις άλλης εκλογικής περιφέρειας αν στοιχειοθετείται νομικός δεσμός μεταξύ της εκλογής στην περιφέρειά του και την εκλογή σε άλλη περιφέρεια, όταν οι εκλογικές παραβάσεις στη τελευταία  ασκούν επιρροή στην πρώτη (ΑΕΔ 22/1994 και 8/2001). Στην κρινόμενη περίπτωση, το αίτημα της ενστάσεως πλήττει κατ' ανάγκην,  παρά την έλλειψη ρητής μνείας στο δικόγραφο, και τις αποφάσεις των  Πρωτοδικείων της ανωτέρω μείζονος εκλογικής περιφέρειας που αφορούν την δεύτερη και τρίτη κατανομή εδρών, διότι επηρεάζουν την εκλογή στην περιφέρεια Πέλλας, ώστε και οι αποφάσεις αυτές θεωρούνται αναγκαίως συμπροσβαλλόμενες, χωρίς εντεύθεν η ένσταση να είναι αόριστη και απαράδεκτη. Με το περιεχόμενο αυτό η ένσταση ασκείται μετ' εννόμου συμφέροντος, εφόσον προβάλλεται και εξιδικεύεται με τους σχετικούς ισχυρισμούς ότι η αποδοχή των λόγων ενστάσεως (συνυπολογισμός λευκών ψήφων και ακύρωση ψήφων του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος) συνεπάγεται την ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος στην ανωτέρω μείζονα εκλογική περιφέρεια, οπότε μια εκ των εδρών της εκλογικής περιφέρειας Πέλλας προστίθεται στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και καταλαμβάνεται από την ενισταμένη. Περαιτέρω, εφόσον τηρήθηκε και η νόμιμη προδικασία  των άρθρων 27, 29 παρ. 1, 3 και 30Α του Κώδικα ΑΕΔ (όπως το πρώτο και δεύτερο αντικαταστάθηκαν και το τρίτο προστέθηκε με τα άρθρα 1 παρ. 2 και 4 του ν. 2479/1997), δια της κοινοποιήσεως  εμπροθέσμως αντιγράφων της ενστάσεως και των πρόσθετων λόγων μετά της πράξεως ορισμού δικασίμου  στους ανακηρυχθέντες βουλευτές και αναπληρωματικούς βουλευτές των άλλων εκλογικών περιφερειών (Α' και Β' Θεσσαλονίκης, Σερρών και Πιερίας), στην ανακήρυξη των οποίων ενδέχεται η επιδιωκόμενη ακύρωση να έχει έννομες συνέπειες, πληρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις του παραδεκτού και πρέπει να εξετασθεί το νόμιμο και ουσία βάσιμο των προβαλλόμενων εμπροθέσμως, όπως ανωτέρω, λόγων της ενστάσεως.
   4. Επειδή, κατά τα άρθρα 7  και 9 παρ. 1 εδ. γ' και δ' του Κώδικα Α.Ε.Δ., το Δικαστήριο επιλαμβάνεται των υπαγομένων στη δικαιοδοσία του υποθέσεων κατόπιν αιτήσεως. Στην αίτηση πρέπει να γίνεται ακριβής περιγραφή της υποθέσεως και σαφής έκθεση των γεγονότων τα οποία θεμελιώνουν κατά το δίκαιο τη σχέση και δικαιολογούν την νομιμοποίηση του αιτούντος. Κατά δε το άρθρο 25 παρ. 2 του Κώδικα Α.Ε.Δ., επιτρέπεται η άσκηση πρόσθετων λόγων εντός της προθεσμίας που ισχύει για την ένσταση με δικόγραφο που κατατίθεται ή επιδίδεται, όπως ορίζεται στο άρθρο 25 παρ. 3. Στην προκειμένη περίπτωση, με την από 7/9/2004 αυτοτελή, υπό μορφή υπομνήματος, συμπληρωματική-διορθωτική, όπως επιγράφεται, αίτηση της ενισταμένης επιδιώκεται, αφενός η διόρθωση στον ορθό αριθμό, αντί του εσφαλμένως αναφερόμενου στην ένσταση, ορισμένων εκ των προσβαλλόμενων ψηφοδελτίων, αφετέρου η προσθήκη και νέου αριθμού άκυρων ψηφοδελτίων προς στήριξη του ουσία βασίμου της ενστάσεως. Κατά το πρώτο μέρος της η ανωτέρω αίτηση είναι παραδεκτή, αφού δεν μεταβάλλεται έτσι η νομική βάση ούτε επαυξάνεται η διαφορά ψήφων σε βάρος του καθ' ού ή το αίτημα της ενστάσεως (πρβλ. Α.Ε.Δ. 1/1978). Κατά το δεύτερο όμως μέρος της, η αίτηση επέχει θέση εκπρόθεσμων πρόσθετων λόγων ακυρώσεως και είναι απαράδεκτη.
   5. Επειδή, κατά το άρθρο 13 παρ. 1 του Κώδικα Α.Ε.Δ. σε δίκη ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου μπορεί να παρέμβει προσθέτως οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, με δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του Α.Ε.Δ. και κοινοποιείται στον αιτούντα και τους  άλλους διαδίκους δώδεκα ημέρες προ της ορισθείσας αρχικής συζητήσεως. Περαιτέρω, με τις διατάξεις των άρθρων 29, 37, 68 παρ. 3, 71 και 73 παρ. 4 ισχύοντος Συντάγματος κατοχυρώνεται ο θεσμικός ρόλος των κομμάτων για τη λειτουργία του πολιτεύματος, ενώ και πολλές διατάξεις του εκλογικού νόμου στηρίζονται στην ύπαρξη και λειτουργία των κομμάτων ( π.χ. άρθρα 34, 37, 38, 46, ιδίως 98 παρ. 4 και 99 παρ. 3 και 4 π.δ. 351/2003). Συνακόλουθα, σε δίκη ενώπιον του Α.Ε.Δ. που αφορά το κύρος βουλευτικών εκλογών και ανακύπτει ζήτημα μειώσεως της κοινοβουλευτικής δυνάμεως κόμματος, το τελευταίο έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση (Α.Ε.Δ. 22/1994). Παραδεκτώς, άρα, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, αλλά και εμπροθέσμως, άσκησε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του καθ' ού η αίτηση το κόμμα του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος-ΠΑΣΟΚ, του οποίου βουλευτής έχει ανακηρυχθεί ο καθ' ού η αίτηση, διότι η ευδοκίμηση της ενστάσεως μπορεί να έχει ως συνέπεια τη μείωση της κοινοβουλευτικής του δυνάμεως.
   6. Επειδή, η κατατεθείσα την  9/9/2004 αντένσταση του καθ' ού  η ένσταση Γεωργίου Πασχαλίδη, καθώς και οι κατατεθείσες  την 10/9/ 2004 από 9/9/2004 αντενστάσεις των Κωνσταντίνου Ζαχαράκη και Ευστάθιου Κουτμερίδη, η ανακήρυξη των οποίων ως βουλευτών Β' περιφέρειας Θεσσαλονίκης και Σερρών αντιστοίχως επηρεάζεται από την τυχόν παραδοχή της κύριας ενστάσεως, ασκήθηκαν εμπροθέσμως και μετ' εννόμου συμφέροντος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 28 παρ. 1 και 29 παρ. 3 του Κώδικα ΑΕΔ, όπως το άρθρο 29 παρ. 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 2479/1997. Έχουν, ειδικότερα,  οι αντενιστάμενοι έννομο συμφέρον λόγω του κινδύνου απώλειας των βουλευτικών των εδρών σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της ενστάσεως, ο πρώτος από την Α' κατανομή εδρών στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας ως καθ' ού, ενώ οι δεύτερος και τρίτος από την εφαρμογή των διατάξεων του εκλογικού νόμου για την  Β' κατανομή στη μείζονα εκλογική περιφέρεια. Συνεπώς, οι ανωτέρω αντενστάσεις πληρούν τις τυπικές προϋποθέσεις του παραδεκτού και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω, συνεκδικαζόμενες με την ένσταση (άρθρ. 23 Κώδικα ΑΕΔ και 246 Κ.Πολ.Δ.).
   7. Επειδή, κατά το άρθρο 58 του Συντάγματος, ο έλεγχος και η εκδίκαση των βουλευτικών εκλογών, κατά του κύρους των οποίων ασκούνται ενστάσεις για εκλογικές παραβάσεις, ανατίθεται στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 του Συντάγματος. Κατά το άρθρο 126 παρ. 1 περ. β' και γ' του εκλογικού νόμου (π.δ. 351/ 2003), λόγος της ενστάσεως μπορεί να είναι, πλην άλλων, και η παράβαση του νόμου κατά τη διεξαγωγή της εκλογής. Εκλογική παράβαση κατά την έννοια της διατάξεως είναι, πέραν όσων παραβάσεων του εκλογικού νόμου διαπράττονται κατά την ψηφοφορία, και η εσφαλμένη εφαρμογή του εκλογικού νόμου από την ίδια την Ανώτατη Εφορευτική Επιτροπή κατά το ενώπιόν της στάδιο της εκλογικής διαδικασίας για την κατανομή των βουλευτικών εδρών, ώστε ιδρύεται και στην περίπτωση αυτή ο ανωτέρω λόγος ενστάσεως (Ειδικό Δικαστήριο 22/1964, εμμέσως ΑΕΔ 88/1997, 14/2000). Παραδεκτώς, συνεπώς, πέραν των προβαλλομένων ακυροτήτων των ψηφοδελτίων, πλήττεται με την ένσταση και η ανωτέρω απόφαση της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής για εκλογική παράβαση εκ μέρους της ίδιας, ήτοι για εσφαλμένη από αυτήν εφαρμογή του νόμου όσον αφορά την κατανομή των βουλευτικών εδρών στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας.
   8. Επειδή, με το πρώτο λόγο της ενστάσεως προβάλλεται ότι, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 2, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1, 51 παρ. 2, 3 και 4, καθώς και των άρθρων 52 και 54 του Συντάγματος, υπό το φως των οποίων πρέπει να ερμηνεύονται τα άρθρα 98 παρ. 4 και 99 παρ. 3 του εκλογικού νόμου (π.δ. 351/2003), τα λευκά ψηφοδέλτια εκδηλώνουν έγκυρη εκλογική βούληση και πρέπει να συνυπολογίζονται κατά την εξεύρεση του εκλογικού μέτρου στις κατανομές των εδρών. Συνεπώς, κατά την αιτούσα, πρέπει να ακυρωθούν η απόφαση της Ανωτάτης Εφορευτικής Επιτροπής και η απόφαση του Πρωτοδικείου Έδεσσας, κατά το μέρος που δεν συνυπολόγισαν 584 λευκά ψηφοδέλτια για την εξαγωγή του εκλογικού μέτρου στην εκλογική περιφέρεια του νομού Πέλλας, εφόσον ο εσφαλμένος μη συνυπολογισμός τους είχε ως αποτέλεσμα τη μη εκλογή της ως βουλευτού.
   9. Επειδή, το π.δ. 351/2003 «κωδικοποίηση σ' ενιαίο κείμενο των διατάξεων της νομοθεσίας για την εκλογή βουλευτών (ΦΕΚ Α' 316) προβλέπει στο άρθρο 70 παρ. 3 ότι «Τα ψηφοδέλτια είναι μόνο έντυπα. Όποιο ψηφοδέλτιο δεν είναι έντυπο, έστω και μερικά, είναι άκυρο. Τα τυπογραφικά στοιχεία στα ψηφοδέλτια πρέπει να είναι μελανής απόχρωσης». Στην περίπτωση που σε κάποιο εκλογικό τμήμα εξαντληθούν τα έντυπα, προβλέπεται από το άρθρο 74 η χορήγηση στους εκλογείς λευκών ψηφοδελτίων, τα οποία πρέπει να είναι από το ίδιο χαρτί και να έχουν το ίδιο σχήμα και τις ίδιες διαστάσεις με τα έντυπα. Τα λευκά αυτά ψηφοδέλτια, στα οποία τίθενται η σφραγίδα, η ημερομηνία των εκλογών και η μονογραφή του δικαστικού αντιπροσώπου, συμπληρώνονται από τον εκλογέα ιδιοχείρως με την αναγραφή του ονόματος του συνδυασμού ή του μεμονωμένου υποψηφίου ή ενός ή περισσοτέρου υποψηφίων του ίδιου συνδυασμού. Περαιτέρω το άρθρο 91 παρ. 2 ορίζει ότι, αμέσως μόλις τελειώσει η διαλογή, ο πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής ανακοινώνει στο νομάρχη της περιφέρειας το αποτέλεσμα και ότι η ανακοίνωση πρέπει να περιλαμβάνει «α)... β)... γ) τον αριθμό των ψηφοδελτίων που αναγνωρίστηκαν ως έγκυρα δ) τον αριθμό των άκυρων ψηφοδελτίων ε) τον αριθμό των λευκών ψηφοδελτίων ...». Συναφώς, στο άρθρο 93 παρ. 2 ορίζεται ότι, αμέσως μετά το πέρας της διαλογής, η εφορευτική επιτροπή συντάσσει στο βιβλίο πρακτικών της εκλογής πράξη, στην οποία αναφέρονται: «α)... β)... ε) ο αριθμός των ψηφοδελτίων που αναγνωρίστηκαν ως έγκυρα, στ) ο αριθμός των άκυρων ψηφοδελτίων, ζ) ο αριθμός των λευκών ψηφοδελτίων ...». Τέλος, στο άρθρο 98 παρ. 7 προβλέπεται ότι το αρμόδιο πρωτοδικείο συντάσσει πίνακα των αποτελεσμάτων της εκλογικής περιφέρειας, που περιέχει «α) ... β) ... γ) τον αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων, δ) τον αριθμό των άκυρων ψηφοδελτίων, ε) τον αριθμό των λευκών ψηφοδελτίων ...». Εξάλλου, το άρθρο 98, που ρυθμίζει την πρώτη κατανομή των εδρών σε κάθε εκλογική περιφέρεια, ορίζει ότι «3. Οι έδρες κάθε εκλογικής περιφέρειας κατανέμονται μεταξύ των συνδυασμών και των μεμονωμένων υποψηφίων αυτής, ανάλογα με την εκλογική δύναμη καθενός συνδυασμού ή μεμονωμένου υποψηφίου. 4. Για το σκοπό αυτό διαιρείται το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων της εκλογικής περιφέρειας με τον αριθμό των εδρών της, αυξημένο κατά μια μονάδα. Το πηλίκο της διαίρεσης, παραλείποντας το κλάσμα αποτελεί το εκλογικό μέτρο ...». Το δε άρθρο 99, που καθορίζει τον τρόπο της δεύτερης κατανομής των αδιάθετων εδρών στις μείζονες εκλογικές περιφέρειες, προβλέπει «3. Οι αδιάθετες έδρες ... κατανέμονται μεταξύ όλων των κομμάτων και των συνασπισμών κατά την αναλογία της εκλογική τους δύναμης στην οικεία μείζονα περιφέρεια. Για το σκοπό αυτό αθροίζεται το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων, που έλαβαν στη μείζονα περιφέρεια τα κόμματα και οι συνασπισμοί και το άθροισμά τους διαιρείται με τον αριθμό των αδιάθετων εδρών της οικείας μείζονας περιφέρειας. Το πηλίκο από τη διαίρεση, παραλείποντας το κλάσμα, αποτελεί το εκλογικό μέτρο ... 4. Οι έδρες που προσκυρώθηκαν, σύμφωνα με την παράγραφο 3 ... κατανέμονται μεταξύ των συνδυασμών τους στη μείζονα περιφέρεια ως εξής: Σε κάθε εκλογική περιφέρεια αθροίζονται οι εκλογικές δυνάμεις των συνδυασμών όλων των κομμάτων και των συνασπισμών και το άθροισμα διαιρείται με τον αριθμό των αδιάθετων εδρών στην εκλογική αυτή περιφέρεια. Το πηλίκο, παραλείποντας το κλάσμα, αποτελεί το εκλογικό μέτρο ...». Όπως προκύπτει από τις παραπάνω διατάξεις, η εκλογική νομοθεσία διακρίνει τρεις κατηγορίες ψήφων, τα έγκυρα ψηφοδέλτια (έντυπα και ιδιόγραφα) που εκφράζουν προτίμηση υπέρ συγκεκριμένου συνδυασμού ή μεμονωμένου υποψηφίου, τα έγκυρα λευκά ψηφοδέλτια που αποδοκιμάζουν όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς της εκλογικής αναμετρήσεως και τα άκυρα ψηφοδέλτια. Ο εκλογικός νόμος δεν εξομοιώνει τα λευκά με τα άκυρα ψηφοδέλτια, αλλά επιβάλλει τη χωριστή καταγραφή των τριών κατηγοριών ψήφων στον συντασσόμενο, αρχικά από την εφορευτική επιτροπή και τελικά από το αρμόδιο πρωτοδικείο, πίνακα αποτελεσμάτων των βουλευτικών εκλογών. Περαιτέρω όμως για την εξεύρεση του εκλογικού μέτρου, προκειμένου να γίνει η κατανομή των εδρών, υπολογίζει μόνον τα ψηφοδέλτια που εκφράζουν έγκυρη προτίμηση υπέρ συνδυασμού ή μεμονωμένου υποψηφίου.
   10. Επειδή, το ισχύον Σύνταγμα 1975 ορίζει, στο άρθρο 1 παρ. 2 «Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία»  και στην παρ. 3 «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα». Στο άρθρο 5 παρ. 1  «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη». Στο άρθρο 51 παρ. 3 «Οι βουλευτές εκλέγονται με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία από τους πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωμα, όπως νόμος ορίζει. Ο νόμος δεν μπορεί να περιορίσει το εκλογικό δικαίωμα παρά μόνο αν δεν έχει συμπληρωθεί κατώτατο όριο ηλικίας ή για ανικανότητα δικαιοπραξίας ή ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα». Στο άρθρο 52, σε σύγκλιση με το άρθρο 3 του πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ «Η ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, ως έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, τελεί υπό την εγγύηση όλων των λειτουργιών της Πολιτείας, που έχουν υποχρέωση να τη διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση. Νόμος ορίζει τις ποινικές κυρώσεις κατά των παραβατών της διάταξης αυτής». Όπως προκύπτει από τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις, κυριότερη έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας είναι η υπό του λαού δια των εκλογών ανάδειξη του νομοθετικού σώματος. Προκειμένου δε το εκλογικό αποτέλεσμα να είναι προϊόν της ελεύθερης και ανόθευτης  εκδήλωσης της λαϊκής βούλησης, τόσον ο εκλογικός νομοθέτης, στον οποίο αφήνεται ο καθορισμός του εκλογικού συστήματος και δι' αυτού ο τρόπος της συμμετοχής του πολίτη στην πολιτική ζωή (άρθ. 54 παρ. 1 του Συντάγματος), όσο και το Α.Ε.Δ. στο οποίο ανήκει αποκλειστικώς, ενόψει της συνταγματικής αποστολής του ως θεματοφύλακα της νομιμότητας των βουλευτικών εκλογών (ΑΕΔ 21/1994), ο έλεγχος του κύρους των βουλευτικών εκλογών  (άρθ. 58 και 100 παρ. 1α' του Συντάγματος), οφείλουν να διασφαλίζουν την ίση μεταχείριση της δια της έγκυρης ψήφου εκφρασθείσας λαϊκής βουλήσεως, ανεξαρτήτως του περιεχομένου της. Λογικώς αναγκαίο περιεχόμενο της κατά τα ανωτέρω ίσης μεταχειρίσεως των έγκυρων ψήφων είναι ο συνυπολογισμός του συνόλου αυτών, θετικών και λευκών, για την εξαγωγή του εκλογικού μέτρου ως ελάχιστης έννομης από το Σύνταγμα συνέπειας κάθε έγκυρης ψήφου. Το αντίθετο θα ισοδυναμούσε με εξομοίωση των λευκών ψήφων «εν τοις πράγμασιν», καίτοι έγκυρων, προς τις άκυρες, δηλαδή τις μη δυνάμενες να επαγάγουν οποιοδήποτε έννομο αποτέλεσμα λόγω πλημμελούς δι' αυτών εκδηλώσεως λαϊκής βουλήσεως. Η αρχή της ελεύθερης εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης στην εκλογή του νομοθετικού σώματος συνεπάγεται αναγκαίως, πέραν της απλής ελευθερίας της εκφράσεως, και την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως όλων των εκλογέων κατά την άσκηση του εκλογικού των δικαιώματος από πλευράς έννομων συνεπειών, διότι συνταγματικώς απαγορεύεται η εκ των προτέρων πολιτική αχρήστευση έγκυρης ψήφου. Συνεπώς, περιορισμός του πολίτη μόνο στο δικαίωμα ελεύθερης προσβάσεως στο εκλογικό κέντρο και ρίψη λευκού ψηφοδελτίου, χάριν απλώς της στατιστικής αποτυπώσεως της πολιτικής στάσεως τμήματος του εκλογικού σώματος, δεν επιτρέπεται, διότι συνιστά στρέβλωση της βουλήσεως των εκλογέων και πολιτικό αποκλεισμό των από τη συμμετοχή των στην πολιτική ζωή με τον τρόπο που επέλεξαν. Ενόψει των ανωτέρω, ναι μεν ο καθορισμός του εκλογικού συστήματος ανήκει στον εκλογικό νομοθέτη, η ευχέρειά του όμως έχει ως ελάχιστο συνταγματικό ανυπέρβλητο όριο την υποχρέωσή του να μην θίγει τον πυρήνα του εκλογικού δικαιώματος, ήτοι να χρησιμοποιεί ως βάση υπολογισμού για τον προσδιορισμό των βουλευτικών εδρών το σύνολο των έγκυρων ψήφων, θετικών και λευκών. Εναπόκειται δε περαιτέρω σ' αυτόν να καθορίσει, εντός  πάντοτε των συνταγματικών πλαισίων, άλλους ειδικότερους τρόπους με τους οποίους η λευκή ψήφος θα λαμβάνεται υπόψη για τη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος. Επομένως, κατά τη γνώμη που πλειοψήφησε στο Δικαστήριο, οι διατάξεις των άρθρων 98 παρ. 4 και 99 παρ. 3 και 4 του εκλογικού νόμου (π.δ. 351/2003), καθόσον δεν επιβάλλουν τον υπολογισμό και των λευκών ψηφοδελτίων στην εξαγωγή του εκλογικού μέτρου παρά το ότι αυτά γίνονται με άλλες διατάξεις ίδιου νόμου δεκτά ως έγκυρες ψήφοι, θίγουν τον πυρήνα της λαϊκής κυριαρχίας και την ισότητα της ψήφου και είναι αντίθετες προς τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις. Αν και, κατά τη γνώμη πέντε μελών του Δικαστηρίου (του Προέδρου Χρ. Γεραρή και των Θ. Λαφαζάνου, Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, Ν. Σκλία, Ι. Μαντζουράνη, Συμβούλων Επικρατείας, Ι. Βερέτσου, Αρεοπαγίτου) το Σύνταγμα με τα άρθρα 51, 52 και 54, τα οποία καθιερώνουν, μεταξύ άλλων, τις αρχές της καθολικής και υποχρεωτικής ψηφοφορίας, αντιλαμβάνεται τη συμμετοχή στο εκλογικό σώμα ως άσκηση ατομικού δικαιώματος και δημόσιου λειτουργήματος. Το Σύνταγμα κατοχυρώνει το δικαίωμα του εκλογέα να εκδηλώνει την ελεύθερη και ανόθευτη πολιτική του βούληση είτε με θετική ψήφο προτίμησης συγκεκριμένου εκλογικού συνδυασμού ή μεμονωμένου υποψηφίου είτε με αρνητική ψήφο αποδοκιμασίας όλων των εκλογικών σχηματισμών. Έτσι η αρνητική ψήφος αποδοκιμασίας κατοχυρώνεται συνταγματικώς, υπό την έννοια ότι η εκλογική νομοθεσία πρέπει να εξασφαλίζει τη δυνατότητα στον εκλογέα να ρίπτει στην κάλπη λευκό ψηφοδέλτιο που θα αποτυπώνεται στους πίνακες των αποτελεσμάτων των βουλευτικών εκλογών. Κατά τα λοιπά όμως η ρύθμιση των εννόμων συνεπειών της λευκής ψήφου στη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος καταλείπεται στον κοινό νομοθέτη, ο οποίος καθορίζει, με ευρεία διακριτική εξουσία, το περισσότερο πρόσφορο και ενδεδειγμένο εκλογικό σύστημα για την ανάδειξη εκάστοτε των εθνικών αντιπροσώπων και τη συγκρότηση της Βουλής. Και τούτο διότι, εφόσον η λευκή ψήφος δεν εκφράζει συγκεκριμένη εκλογική προτίμηση, ο καθορισμός του βάρους της στην εκλογική διαδικασία συναρτάται προς το επιλεγόμενο τελικά από το νομοθέτη εκλογικό σύστημα, το οποίο πρέπει να διαθέτει την απαραίτητη συνοχή ως προς τη λειτουργία του και τον επιδιωκόμενο στόχο. Η εκδοχή ότι το Σύνταγμα επιβάλλει, ως ελάχιστη έννομη συνέπεια, το συνυπολογισμό των λευκών ψήφων κατά την εξεύρεση του εκλογικού μέτρου για λόγους ίσης μεταχειρίσεως όλων των έγκυρων (θετικών και αρνητικών) ψήφων, παραγνωρίζει το γεγονός ότι η ψήφος αποδοκιμασίας εκφράζει διαφορετική βούληση από τη ψήφο προτιμήσεως και ότι η επιρροή της λευκής ψήφου στο εκλογικό αποτέλεσμα δεν είναι ομοιόμορφη για τα μεγάλα ή μικρά κόμματα αλλά διαφοροποιείται ανάλογα με το ισχύον εκλογικό σύστημα (αναλογικό, πλειοψηφικό και ενδιάμεσες παραλλαγές). Εξάλλου, λόγω του αρνητικού χαρακτήρα της λευκής ψήφου, είναι άδηλο αν η πολιτική βούληση του εκλογέα συμπορεύεται πάντοτε με το διαμορφούμενο δια της προσμετρήσεως της λευκής ψήφου εκλογικό αποτέλεσμα, ιδίως σε αναλογικά συστήματα πολλών κατανομών. Τέλος ο υποχρεωτικός με έννομες συνέπειες συνυπολογισμός της λευκής ψήφου στην εξαγωγή του εκλογικού αποτελέσματος αποκλείει την εφαρμογή εκλογικών συστημάτων όπου συνυπολογισμός αυτός δεν είναι νοητός, π.χ. του πλειοψηφικού ενός γύρου σε μονοεδρικές περιφέρειες (άρθ. 98 παρ. 4 π.δ. 351/2003) που έχει κριθεί ότι δεν αντίκειται στο Σύνταγμα (πρβλ. ΑΕΔ 48/1978 και 36/1990). Ειδικότερα, ο εκ των μειοψηφούντων Αρεοπαγίτης Ι. Βερέτσος υποστήριξε περαιτέρω τη γνώμη ότι ο συνυπολογισμός θετικών και αρνητικών (λευκών) ψήφων υπέρ των εκλογικών σχηματισμών, αντιβαίνει προς τις αρχές της προσφορότητας και της αναγκαιότητας, που αποτελούν εκφάνσεις της θεσπιζόμενης με το αναθεωρηθέν άρθρο 25 του Συντάγματος αρχής της αναλογικότητας, καθώς και προς την απορρέουσα από την αναθεωρηθείσα ομοίως διάταξη του άρθρου 54 παρ. 1 αρχή της σταθερότητας του εκλογικού δικαίου. Προς τούτο πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι, υπό το ισχύον Σύνταγμα του 1975, η εκλογική νομοθεσία παγίως ερμηνεύθηκε και εφαρμόσθηκε από τα αρμόδια διοικητικά και δικαιοδοτικά όργανα (βλ. και ΑΕΔ 34/1999) υπό την έννοια ότι δεν συνυπολογίζονται τα λευκά ψηφοδέλτια για την εξεύρεση του εκλογικού μέτρου στις διάφορες κατανομές των εδρών, η ερμηνεία δε αυτή δεν ανατράπηκε από τον αναθεωρητικό νομοθέτη του 2001 που έλαβε ρητώς θέση για διάφορα ζητήματα εριζόμενα στη νομολογία και την επιστήμη. Συνεπώς, κατά τη μειοψηφήσασα γνώμη, θεμιτώς, από συνταγματικής απόψεως, οι διατάξεις των άρθρων 98  παρ. 4 και 99 παρ. 3 και 4 του εκλογικού νόμου δεν συνυπολογίζουν για την εξεύρευση του εκλογικού μέτρου στην πρώτη και δεύτερη κατανομή τις λευκές ψήφους, εφόσον, όπως εκτίθενται στην ένατη σκέψη, η εκλογική νομοθεσία διασφαλίζει τη δυνατότητα του εκλογέα να εκφράσει την αποδοκιμασία των υποψηφίων με λευκή ψήφο, καθώς και τη χωριστή καταγραφή των λευκών ψήφων στους πίνακες των αποτελεσμάτων. 
   11. Επειδή, από την προσβαλλόμενη απόφαση 1/2004 της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής και τον γενικό πίνακα αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας των βουλευτικών εκλογών της 7/3/ 2004, που η επιτροπή αυτή κατήρτισε, προκύπτει ότι η Επιτροπή εξήγαγε, κατά το άρθρο 98 παρ. 4 εκλογικής νομοθεσίας, ως εκλογικό μέτρο στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας αριθμό 23.554 ψηφοδελτίων, με βάση αριθμό 117.777 έγκυρων ψηφοδελτίων και τη διαίρεσή του δια του αριθμού 5 (ήτοι 4 έδρες +1), ενώ δεν συνυπολόγισε 2153 αδιακρίτως ψηφοδέλτια, τα οποία κατέταξε στον πίνακα υπό τη γενική στήλη  «ΑΚΥΡΑ ΚΑΙ ΛΕΥΚΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΑ». Έτσι κατέληξε στην παραχώρηση από την πρώτη κατανομή δύο εδρών  στη Ν. Δημοκρατία και δύο εδρών στο ΠΑΣΟΚ (ψήφοι 58765 και 47.178 αντιστοίχως). Περαιτέρω, από την υπ' αριθ. 7/10-3-2004 πράξη του Πρωτοδικείου Έδεσσας, με την οποία το δικαστήριο κατήρτισε τον πίνακα αποτελεσμάτων των ανωτέρω βουλευτικών εκλογών στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας, προκύπτει ότι αριθμούνται στον επισυναπτόμενο στην πράξη πίνακα 566 λευκές ψήφοι με την έννοια που δίδεται σ' αυτές στις προηγούμενες σκέψεις, πλην όμως, από τον επανέλεγχο των βιβλίων πρακτικών όλων των εκλογικών τμημάτων της περιφέρειας, αποδείχθηκε ότι οι λευκές ψήφοι είναι αληθώς 560, ως εξής κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ανά τμήμα λευκών ψήφων, ήτοι : ...................... Στα ανωτέρω 546 λευκά ψηφοδέλτια πρέπει να προστεθούν 14 εκ των εκλογικών τμημάτων ετεροδημοτών, ήτοι 147 Ν. Σμύρνης/1, 856 Θεσ/κης/ 6, 857 Θεσ/κης/2, 360 Πειραιά/1, Μικτό Κρήτης/1, 188 Ν. Σμύρνης/1 και 374 Δωδ/σου/2, οπότε το γενικό σύνολο ανέρχεται σε 560 ψηφοδέλτια, τα οποία η Ανώτατη Εφορευτική Επιτροπή δεν συνυπολόγισε για την εξαγωγή του εκλογικού μέτρου, όπως ανωτέρω. Συνεπώς, κατά τη γνώμη που κράτησε στο Δικαστήριο, έτσι όπως έκρινε η Επιτροπή παραβίασε τις διατάξεις που αναφέρονται στις προηγούμενες σκέψεις και πρέπει να κριθεί βάσιμος ο πρώτος λόγος της ενστάσεως.
   12. Επειδή, με τον δεύτερο λόγο της ενστάσεως που παραδεκτώς συμπληρώνεται με τους πρόσθετους λόγους που ασκήθηκαν εμπροθέσμως, προβάλλεται ότι κατά παράβαση των διατάξεων του  π.δ. 351/2003 για τη διεξαγωγή εκλογών της 7/3/2004 α) κακώς ακυρώθηκαν τα αναφερόμενα στα ανωτέρω δικόγραφα ψηφοδέλτια υπέρ του κόμματος της Ν. Δημοκρατίας, ενώ είναι έγκυρα και πρέπει να προστεθούν στην εκλογική του δύναμη β) έλαβε χώραν εσφαλμένη αρίθμηση υπέρ του κόμματος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος έγκυρων ψήφων του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας και γ) εσφαλμένως κρίθηκαν έγκυρα τα πληττόμενα με τα ανωτέρω δικόγραφα ψηφοδέλτια υπέρ του κόμματος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, τα οποία πρέπει να αφαιρεθούν από την εκλογική του δύναμη. Εξάλλου, με τις αντενστάσεις προβάλλονται όμοιοι λόγοι ακυρότητας για πλημμέλειες των ψηφοδελτίων και εσφαλμένης αριθμήσεως υπέρ του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, κατ' αντίστροφη φορά. Οι λόγοι αυτοί ακυρότητας είναι νόμιμοι (άρθ. 58 Συντάγματος σε συνδυασμό με 24 Κώδικα ΑΕΔ και 73,75,76, 126 παρ. 1 εδαφ. β' και γ' του εκλογικού νόμου (π.δ. 351/2003) και πρέπει να ερευνηθούν στην ουσία.
   13. Επειδή, κατά τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 52 εδάφ. α' του Συντάγματος, 24 του Κώδικα ΑΕΔ, ως και εκείνες των ανωτέρω διατάξεων του εκλογικού νόμου που αφορούν στο περιεχόμενο και στις ακυρότητες των ψηφοδελτίων, προκύπτει ότι, κατά τον έλεγχο υπό του δικαστηρίου του κύρους των εκλογών, οι περί ακυροτήτων διατάξεις του εκλογικού νόμου ερμηνεύονται και εφαρμόζονται συσταλτικώς προς διαφύλαξη της λαϊκής θέλησης, καθόσον η διάταξη του ανωτέρω άρθρου 52 δεσμεύει όχι μόνο τον εκλογικό νομοθέτη, ο οποίος κατά τη θέσπιση των ακυροτήτων της λαϊκής ψήφου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ελάχιστο αναγκαίο μέτρο προς διασφάλιση της γνησιότητας της ψήφου (ΑΕΔ 25/2001), αλλά και το Δικαστήριο. Συνεπώς, εν αμφιβολία περί της ακυρότητας, η ψήφος πρέπει να γίνεται δεκτή ως έγκυρη. Εξάλλου, οι διατάξεις των άρθρων 70, 72, 73, 74, 75 και 76 του ανωτέρω εκλογικού νόμου διακρίνουν την απλή ακυρότητα των σταυρών προτιμήσεως, οι οποίοι δεν λαμβάνονται υπόψη χωρίς να θίγεται το κύρος και του ψηφοδελτίου, από τους λόγους ακυρότητας του ίδιου του ψηφοδελτίου. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 73 παρ. 1 του ανωτέρω εκλογικού νόμου, ο εκλογέας δεν έχει το δικαίωμα να αλλοιώσει το περιεχόμενο του ψηφοδελτίου πέρα από όσα επιτρέπονται σύμφωνα με το εκλογικό σύστημα που κάθε φορά εφαρμόζεται, διαφορετικά επέρχεται ακυρότητα του ψηφοδελτίου, κατά δε το άρθρο 73 παρ. 2, λέξεις, φράσεις, υπογραμμίσεις, στίγματα, ή άλλα σημεία που οπωσδήποτε σημειώνονται σε οποιαδήποτε πλευρά του ψηφοδελτίου, επάγονται ακυρότητα εφόσον αποτελούν διακριτικά γνωρίσματα που παραβιάζουν το απόρρητο της ψηφοφορίας. Προκύπτει από την ίδια τη  διάταξη, ότι η μνεία σ' αυτήν ορισμένων διακριτικών σημείων ως επαγόμενων ακυρότητα είναι μόνον ενδεικτική και γενικώς τα διακριτικά γνωρίσματα στηρίζουν ένσταση κατά του κύρους της εκλογής της οποίας τη νομική και πραγματική βάση ορίζει ο νόμος ενιαίως, ως αυτοτελή κατηγορία ακυρότητας. Εντεύθεν, ο χαρακτηρισμός από το Δικαστήριο, του είδους του διακριτικού γνωρίσματος διαφορετικά από τον αποδιδόμενο από τον ενιστάμενο, δεν συνιστά απαράδεκτη μεταβολή και της επικαλούμενης με την ένσταση βάσεως  ακυρότητας του ψηφοδελτίου. Εξάλλου, το πότε τα διακριτικά γνωρίσματα παραβιάζουν το κατά το άρθρο 51 παρ. 3 του Συντάγματος και 73 παρ. 2 του εκλογικού νόμου απόρρητο της ψηφοφορίας είναι ζήτημα πραγματικό, επαφιέμενο στη συγκεκριμένη περίπτωση στην κρίση του Δικαστηρίου, αυτό δε συμβαίνει όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της λογικής και της εμπειρίας, το διακριτικό γνώρισμα μπορεί να προσδιορίσει αμέσως ή εμμέσως τον εκλογέα που ψήφισε με το συγκεκριμένο ψηφοδέλτιο (μεταξύ πολλών, ΑΕΔ. 29/2001). Η θέση όμως του σταυρού προτίμησης δίπλα στο όνομα του υποψηφίου, αριστερά ή δεξιά, ή η σημείωση δύο συνεχόμενων σταυρών από τη μία ή από την άλλη πλευρά, ο τρόπος γραφής του σταυρού, που μπορεί να οφείλεται στη σπουδή, την ηλικία, την ελαττωμένη όραση του ψηφοφόρου ή το μέσο που χρησιμοποίησε, οι έντονοι, άτονοι, ακανόνιστοι, κακότεχνοι, διπλοεγγεγραμμένοι, με παράλληλες γραμμές, μεγαλύτεροι ή μικρότεροι του συνήθους, κεκλιμένοι ή σε σχήμα Χ σταυροί, που οφείλονται στις πιο πάνω αιτίες ή και σε αδεξιότητα του ψηφοφόρου, δε συνεπάγονται κατ' αρχήν ακυρότητα της ψήφου, εκτός εάν, κατά την εκτίμηση του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι τέθηκαν σκοπίμως ως διακριτικό γνώρισμα για να παραβιασθεί το απόρρητο της ψηφοφορίας. Θεωρούνται πάντως, κατ' αρχήν, ως διακριτικά γνωρίσματα οι έντονα διακριτικοί σταυροί, οι τιθέμενοι εντός κύκλου, οι ενδείξεις σε σχήμα αστερίσκου ή «V», οι σημειούμενοι σε άλλη θέση αντί στο όνομα του υποψηφίου (ΑΕΔ. 29, 26 και 8/2001).
   14. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση και σε σχέση με τους προβαλλόμενους λόγους ακυροτήτων των ψηφοδελτίων για διακριτικά γνωρίσματα με την ένσταση, τους εμπρόθεσμους πρόσθετους λόγους, την παραδεκτώς ασκουμένη διορθωτική αίτηση της ενισταμένης, καθώς και τις αντενστάσεις, από την έρευνα του εκλογικού υλικού, αφού λήφθηκαν υπόψη και οι εκθέσεις αυτοψίας των Πρωτοδικών Αναστάσιου Αναστασίου, Στέφανου Φετζιάν και Χρήστου Παπακώστα, που ορίσθηκαν με τις σύμφωνες με το άρθρο 1 του ν. 2479/1997, που προστέθηκε ως άρθρο 30Α στον ν. 345 / 1976, πράξεις 3 και 4/2004 του Προέδρου του Δικαστηρίου τούτου για τον έλεγχο των προσβαλλόμενων ψηφοδελτίων, αποδείχθηκαν τα εξής :
   1) Αντί σταυρού φέρουν δηλωτικό σημείο «V» και είναι άκυρα τα εξής 29 προσβαλλόμενα με την ένσταση ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ψηφοδελτίου αντιστοίχως, ήτοι τα ..............ψηφοδέλτια.-
   Αντιστοίχως είναι άκυρα για την ίδια αιτία τα εξής 19 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι τα ......................ψηφοδέλτια.-
   Περαιτέρω, είναι άκυρα για την ίδια αιτία και τα εξής 6 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια άλλων κομμάτων, για την προσβολή των οποίων οι αντενιστάμενοι δικαιολογούν έννομο συμφέρον διότι η ακύρωσή των μειώνει αντιστοίχως τον υπολογισμό του εκλογικού μέτρου προς απόρριψη της ενστάσεως, ήτοι τα 11/84 Εν.Κ, 20/315 ΚΚΕ,  88/46 ΚΚΕ, 117/115 Εν.Κ., 185/192 ΚΚΕ, 284/204 ΛΑΟΣ ψηφοδέλτια.-
   2) Αντί σταυρού φέρουν δηλωτικό σημείο αστερίσκου «*» και είναι άκυρα τα εξής προσβαλλόμενα με την ένσταση 4 ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κόμματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ψηφοδελτίου αντιστοίχως, ήτοι τα 1/341, 4/402, 6/112, 18/35 ψηφοδέλτια.-
   Αντιστοίχως είναι άκυρα για την ίδια αιτία τα εξής 10 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι τα ........................ψηφοδέλτια.-
   Περαιτέρω, είναι άκυρα για την ίδια αιτία και τα εξής 12 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια άλλων κομμάτων, για την προσβολή των οποίων οι αντενιστάμενοι δικαιολογούν έννομο συμφέρον, ήτοι τα ..........................ψηφοδέλτια.   
   3. Φέρουν γραμμές διαφόρων σχημάτων ως δηλωτικά σημεία που παραβιάζουν το απόρρητο της ψηφοφορίας και είναι άκυρα τα εξής  προσβαλλόμενα με την ένσταση ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ψηφοδελτίου αντιστοίχως, ήτοι α) 46 ψηφοδέλτια φέρουν δηλωτικό στίγμα σε σχήμα ανοικτής ή οξείας γωνίας και δη τα .........................22 ψηφοδέλτια του ανωτέρω κόμματος φέρουν δηλωτική υπογράμμιση σε ονόματα ή απλώς γραμμές και δη τα ............................ ψηφοδέλτια.-
   Αντιστοίχως είναι άκυρα για τους αμέσως ανωτέρω λόγους και τα εξής 34 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι τα 1.........................., περαιτέρω δε είναι αντιστοίχως άκυρα λόγω δηλωτικών υπογραμμίσεων  σε ονόματα ή φέρουν απλώς γραμμές τα εξής 53 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι τα .....................ψηφοδέλτια.-
   Περαιτέρω, είναι άκυρα για τους ίδιους λόγους και τα εξής 19 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια άλλων κομμάτων, για την προσβολή των οποίων οι αντενιστάμενοι δικαιολογούν έννομο συμφέρον (ανωτέρω), ήτοι τα .............ψηφοδέλτια.-
   4) Επειδή, φέρουν σημείο στίξεως τελεία «·» μαύρου κατά κανόνα χρώματος δια στυλό ή μολυβίου ως χαρακτηριστικό δηλωτικό σημείο που παραβιάζει το απόρρητο της ψηφοφορίας και είναι άκυρα κατά το άρθρο 73 παρ. 2 του εκλογικού νόμου, τα εξής  προσβαλλόμενα με την ένσταση 86 ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ψηφοδελτίου αντιστοίχως  ήτοι τα .................................- Ενώ, φέρουν άνω κάτω τελεία «:» μαύρου κατά κανόνα χρώματος δια στυλό ή μολυβίου ως χαρακτηριστικό δηλωτικό στίγμα και είναι άκυρα και τα εξής 5 προσβαλλόμενα ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, ήτοι τα 3/46-202-203, 77/175-217 ψηφοδέλτια.-  
   Αντιστοίχως είναι άκυρα για την ίδια αιτία τα εξής 103 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι, ................... ψηφοδέλτια.-
   Περαιτέρω, είναι άκυρα για την ίδια αιτία και τα εξής 8 προσβαλλόμενα με την αντένσταση ψηφοδέλτια άλλων κομμάτων, για την προσβολή των οποίων οι αντενιστάμενοι δικαιολογούν έννομο συμφέρον (ανωτέρω), ήτοι, .............................ψηφοδέλτια.-
   Τέσσερα όμως μέλη του Δικαστηρίου, ο Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Θεόδωρος Λαφαζάνος, οι Σύμβουλοι Επικρατείας Νικόλαος Σκλίας και Ιωάννης Μαντζουράνης και ο Αρεοπαγίτης Ιωάννης Βερέτσος, έχουν τη γνώμη ότι δεν είναι άκυρα όσα ψηφοδέλτια προσβάλλονται με την ένσταση ή την αντένσταση ως άκυρα, με την αιτίαση ότι φέρουν τελεία (σημείο στίξεως) ως διακριτικό γνώρισμα, καθόσον άλλα από αυτά έχουν τελεία στη μονογραφή του δικαστικού αντιπροσώπου, που έχει τεθεί από τον ίδιο, όπως συνηθίζεται, άλλα έχουν ανεπαίσθητες τελείες και άλλα έχουν τελεία που έχει τεθεί τυχαία ιδίως από τη γραφίδα του δικαστικού αντιπροσώπου κατά τη διαλογή του ψηφοδελτίου.
   5) Φέρουν σημείο κύκλου «Ο» μαύρου κατά κανόνα χρώματος δια στυλό ή μολυβίου ως χαρακτηριστικό δηλωτικό στίγμα και είναι άκυρα τα εξής 4 προσβαλλόμενα ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ψηφοδελτίου αντιστοίχως ήτοι : 92/63 (στο έμβλημα), 197/134 (στο όνομα υποψηφίου), 226/140 (σταυρός εντός κύκλου) και 311/2 (σταυρός εντός κύκλου).-
   Για την ίδια αιτία είναι άκυρο και το προσβαλλόμενο με την αντένσταση 125/379 (στίγμα με κεφαλαίο Σ) ψηφοδέλτιο του ΣΥΝΑΣΠΙΣΠΟΥ.
   6) Φέρουν χαρακτηριστικό δηλωτικό σχίσιμο, που δεν μπορεί να αποδοθεί σε τυχαίο γεγονός, συνεπώς είναι άκυρα τα εξής 16 προσβαλλόμενα ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ψηφοδελτίου αντιστοίχως, ήτοι : ...........................ψηφοδέλτια.
   Για την ίδια αιτία είναι άκυρα και τα προσβαλλόμενα με την αντένσταση 14/372 (διάτρητο), 240/299 ψηφοδέλτια της Ν. Δημοκρατίας, καθώς και τα 15/17 (διάτρητο) ΛΑΟΣ, 27/86 (διάτρητο) ΚΚΕ και 277/28 ΛΑΟΣ, ήτοι σύνολο 5 ψηφοδέλτια.
   7) Φέρουν χαρακτηριστικούς σταυρούς και είναι άκυρα τα εξής 8 προσβαλλόμενα με την ένσταση ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, ήτοι τα 17/44, 78/221 με πρόσθετο σταυρό στο όνομα του κόμματος, 133/370 με τετράγωνο, 143/157, 168/81 στο κόμμα, 196/196 με β' σταυρό στο κόμμα. Το 202/12 ψηφοδέλτιο φέρει πράσινο σταυρό και είναι επίσης άκυρο. Ενώ το 44/145 ψηφοδέλτιο φέρει αντί σταυρού δύο Χ, ένα στο όνομα του κόμματος και ένα στο όνομα της περιφέρειας και είναι άκυρο. 
   Αντιστοίχως είναι άκυρα λόγω χαρακτηριστικού σχήματος σταυρού ή θέσεώς του ή πλεοναστικού αριθμού που συνιστούν παραβίαση του απορρήτου και τα προσβαλλόμενα με την αντένσταση 24 ψηφοδέλτια υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι τα 4/400, 6/370 (2 με διαφορετικό έκαστος μελάνι), 11/150 (σταυρός και κάθετη γραμμή δεξιά ονόματος), 17/95 (σταυρός και κάθετη γραμμή δεξιά ονόματος), 67/67-414, 71/9 στο κόμμα, 75/34, 76/208, 103/243, 122/290 (κάτωθεν ονόματος)-349, 161/381 (βυζαντινός), 169/241 (2 με διαφορετικό έκαστος μελάνι), 179/10, 209/3 (χαρακτηριστικός και στο σύζυγο), 212/41, 217/48 (συν Χ στο κόμμα), 234/ 283 (σε όλους τους υποψήφιους Ν.Δ. δεξιά και αριστερά), 236/13, 242/28 (κόκκινος), 274/414 (συν Χ), 276/150, 287/254 ψηφοδέλτια.
   Τέλος είναι άκυρα λόγω πλημμέλειας σταυρού που συνιστά παραβίαση του απορρήτου και τα προσβαλλόμενα με την αντένσταση 12 ψηφοδέλτια άλλων κομμάτων, ήτοι τα .......................ψηφοδέλτια.-
   8) Φέρουν χαρακτηριστικό κόκκινο αποτύπωμα, πιθανώς με κραγιόν, σημείο που οπωσδήποτε δεν μπορεί να αποδοθεί σε τυχαίο γεγονός αλλά προφανώς τέθηκε εκτός του εκλογικού τμήματος, συνεπώς είναι άκυρα τα εξής 7 προσβαλλόμενα ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ψηφοδελτίου αντιστοίχως, ήτοι τα ................. Ενώ φέρει δακτυλικό αποτύπωμα το 130/149 ψηφοδέλτιο.-
   Αντιστοίχως είναι άκυρα για την ίδια αιτία τα προσβαλλόμενα με την αντένσταση 13 ψηφοδέλτια υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι τα 2/227, 7/24, 15/257, 61/6, 118/85, 205/115-143, 222/199 (δακτ. αποτύπωμα), 230/213, 264/425, 272/265, 273/113 (με μπλε μουτζούρα) και 286/248 ψηφοδέλτια.-
   9) Πρέπει να ακυρωθούν δύο (2) ψηφοδέλτια της Ν.Δ., ήτοι τα 107/332-333 διότι είναι ψηφοδέλτια των εκλογών έτους 2000 αντί 2004.
   10) Πρέπει, κατά παραδοχή βασίμου προβαλλόμενου σχετικού λόγου της ενστάσεως περί εσφαλμένης καταμετρήσεως (άρθ. 126 παρ. 1γ' π.δ. 351/2003) α) να αφαιρεθούν από την εκλογική δύναμη του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος 4 προσβαλλόμενα ψηφοδέλτια, ήτοι τα 32/183 (ανήκει ΝΔ και αριθμήθηκε ΠΑΣΟΚ) καθώς και, λόγω εσφαλμένης αριθμήσεως του συνόλου των ψήφων υπέρ του ΠΑΣΟΚ, ανά ένα στα εκλογικά τμήματα 130 (ορθόν 144 αντί 145), 281 (ορθόν 136 αντί 135) και 212 (ορθόν 101 αντί 102) και β) σε βάρος δε της Ν. Δημοκρατίας αφαιρέθηκαν από κακή καταμέτρηση και πρέπει να προστεθούν ανά ένα στα εκλογικά τμήματα, 32/183, 130 (183 αντί ορθού 184), 281 (205 αντί ορθού 206) και 212 (220 αντί ορθού 221). Ακόμη πρέπει να προστεθούν στην εκλογική δύναμη της Ν. Δημοκρατίας, πλέον των ανωτέρω 4 ψηφοδελτίων και άλλα 32 ψηφοδέλτια, τα οποία κρίθηκαν άκυρα παρά το νόμο αναιτιολογήτως και χωρίς να εμφανίζουν πλημμέλειες, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και αριθμό ψηφοδελτίου αντιστοίχως, ήτοι τα 2/263-309, 3/78-139, 19/3, 26/ένα (λόγω λάθους καταμετρήσεως στα πρακτικά), 36/1, 40/1, 49/ τρία ψηφοδέλτια, 74/2, 81/4-5-6-7, 105/290-252, 106/ένα, 108/1, 112/1-2, 127/1, 151/1, 183/1, 195/1, 204/1, 205/ένα, 309/ένα, 253/2-10 και 326/9.- Αλλά, κατά παραδοχή της αντενστάσεως, πρέπει να αφαιρεθεί το 266/264 που μετρήθηκε στη Ν.Δ. ενώ είναι ΠΑΣΟΚ, ώστε το σύνολο προσθετέων στη Ν.Δ ψηφοδελτίων είναι τελικώς 35. Εξάλλου και μόνο για την εξεύρεση του εκλογικού μέτρου, πρέπει να προστεθούν στα έγκυρα 3 ψηφοδέλτια άλλων κομμάτων, ήτοι τα 183/3-4 του ΛΑΟΣ και 229/ένα του ΚΚΕ, σύνολο τρία.
   Αντιστοίχως, κατά παραδοχή όμοιου λόγου της αντενστάσεως, πρέπει να προστεθούν στην εκλογική δύναμη του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, λόγω μη σύννομης ακυρώσεώς των, τα εξής 51 ψηφοδέλτια, ήτοι 26/ένα, 49/ σύνολο έξι (χ), .................................- Και, αφαιρουμένων των ανωτέρω τεσσάρων (ένα ανήκει Ν.Δ. και τρία αριθμήθηκαν κακώς ΠΑΣΟΚ) πρέπει τελικώς να προστεθούν στην εκλογική του δύναμη 47 ψηφοδέλτια (51-4).-
   Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω βασίμων λόγων ακυρώσεως ψηφοδελτίων που προβάλλονται με την ένσταση, τους εμπρόθεσμους σ' αυτήν λόγους, καθώς και με τις αντενστάσεις, τα άκυρα ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ είναι 227 και τα προσθετέα στο κόμμα ως έγκυρα 47, ώστε η εκλογική του δύναμη είναι μείον εκείνης στον πίνακα της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής κατά (227-47) 180 ψηφοδέλτια. Τα άκυρα ψηφοδέλτια της Ν.Δ. είναι 260 και τα προσθετέα στο κόμμα ως έγκυρα 35, ώστε η εκλογική δύναμη του κόμματος είναι μείον εκείνης στον πίνακα της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής κατά (260-35) 225 ψηφοδέλτια. Τέλος, για τον υπολογισμό και μόνο του εκλογικού μέτρου, τα άκυρα άλλων κομμάτων είναι 61 και τα προσθετέα έγκυρα είναι 3, ώστε πρέπει να αφαιρεθούν από τον συνολικό αριθμό εγκύρων της εκλογικής περιφέρειας Πέλλας (61-3) 58 ακόμη ψηφοδέλτια. Συνεπώς, το γενικό σύνολο εκ των όσων προσβάλλονται και κρίνονται άκυρα ψηφοδελτίων της ανωτέρω εκλογικής περιφέρειας είναι τετρακόσια εξήντα τρία (180+225+58 = 463) ψηφοδέλτια.          
   15. Επειδή, όσον αφορά το σύνολο όλων των άλλων, πλην των ανωτέρω αναφερόμενων, ψηφοδελτίων, το κύρος των οποίων πλήττεται με το δεύτερο λόγο  ακυρώσεως, από την έρευνα του εκλογικού υλικού και λαμβάνοντας υπόψη του προβαλλομένους ισχυρισμούς, αποδείχθηκε, κατά την ομόφωνη στο σημείο αυτό κρίση του Δικαστηρίου, ότι η ένσταση και οι αντενστάσεις είναι αβάσιμες και ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος. Ειδικότερα :
   α) Είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο προβαλλόμενος με την ένσταση και τις αντενστάσεις λόγος ακυρώσεως από το άρθρο 76 εδάφιο α' του εκλογικού νόμου, για εκτύπωση των κατωτέρω ψηφοδελτίων σε χαρτί που ολοφάνερα διαφέρει από αυτό που χορηγήθηκε από το Δημόσιο. Με την ένσταση πλήττονται με το λόγο αυτό ακυρώσεως τα κατωτέρω σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων του ΠΑΣΟΚ, ως εξής : ...................... Και με τους εμπρόθεσμους πρόσθετους λόγους, 313/3, 303/1, 308/6 και 150/20. Ενώ, ο λόγος αυτός ακυρότητας προβάλλεται αορίστως με την ένσταση και είναι απορριπτέος για την αιτία αυτή όσον αφορά το εκλογικό τμήμα 10, ήτοι υποστηρίζεται ότι πλην των αναφερόμενων στην ένσταση 15 έγκυρων ψηφοδελτίων του ΠΑΣΟΚ στο εν λόγω εκλογικό τμήμα, όλα τα υπόλοιπα έχουν χρωματική απόκλιση που διαφέρει ολοφάνερα από το χαρτί του Δημοσίου, χωρίς άλλη μνεία.
   Με κοινό, αλλά αβάσιμο, λόγο των αντενστάσεων πλήττονται ως άκυρα για την ίδια ανωτέρω πλημμέλεια τα σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας ως εξής: ................... σύνολα ψηφοδελτίων.
   β) Είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο προβαλλόμενος με την ένσταση και τους πρόσθετους λόγους σ' αυτήν λόγος ακυρότητας ψηφοδελτίων από τα άρθρα 73 παρ.2 και 76 του εκλογικού νόμου, για στίγματα σε σχήμα «V» ή «*» που παραβιάζουν το απόρρητο της ψηφοφορίας. Με την ένσταση πλήττονται με το λόγο αυτό ακυρώσεως τα σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων του ΠΑΣΟΚ ως εξής : ...........................και ετεροδημοτών 147/1 σύνολα ψηφοδελτίων.
   Με κοινό, αλλά αβάσιμο, λόγο των αντενστάσεων πλήττονται ως άκυρα για την ίδια ανωτέρω πλημμέλεια τα σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας ως εξής: ......................σύνολα ψηφοδελτίων. 
   γ) Είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο προβαλλόμενος με την ένσταση και τους πρόσθετους λόγους σ' αυτήν λόγος ακυρότητας από το άρθρο 73 παρ. 2 και 76 του εκλογικού νόμου, διότι φέρουν στίγματα (ή τελείες) ή γραμμές διαφόρων σχημάτων ως δηλωτικά σημεία που παραβιάζουν το απόρρητο της ψηφοφορίας, τα κατωτέρω ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων αντιστοίχως, ως εξής: ....................... σύνολα ψηφοδελτίων.
   Με κοινό, αλλά αβάσιμο, λόγο των αντενστάσεων πλήττονται ως άκυρα για την ίδια ανωτέρω πλημμέλεια τα σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας ως εξής: .................. σύνολα ψηφοδελτίων.
   δ) Είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο προβαλλόμενος με την ένσταση και τους πρόσθετους λόγους της ενστάσεως λόγος ακυρότητας  από το άρθρο 73 παρ. 2 και 76  του εκλογικού νόμου, κατά τον οποίο φέρουν χαρακτηριστικό σχίσιμο ή δίπλωμα ως δηλωτικό σημείο που παραβιάζει το απόρρητο της ψηφοφορίας, διότι όσα σχισίματα παρατηρούνται δεν είναι σκόπιμα δηλωτικά προθέσεως και οφείλονται σε τυχαίο γεγονός ή στην αποσφράγιση. Συνεπώς, δεν είναι άκυρα τα κατωτέρω ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων  αντιστοίχως, ως εξής: 1...................... Σημειώνεται ότι ως προς το εκλογικό τμήμα 248 πλήττονται αβασίμως 28 ψηφοδέλτια για την αιτία αυτή, εκ των οποίων 23 ψηφοδέλτια σχίσθηκαν καταφανώς ως ομάδα ταυτοχρόνως και ομοιόμορφα στο άνω μέρος των, χωρίς όμως ένδειξη περί αυτού στα πρακτικά του τμήματος, ενώ πρόκειται για γεγονός ευκόλως διαπιστούμενο κατά τη διαλογή, συνεπώς δεν πρέπει να ακυρωθούν.
   Με κοινό, αλλά αβάσιμο, λόγο των αντενστάσεων πλήττονται ως άκυρα για την ίδια ανωτέρω πλημμέλεια τα σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας ως εξής: .....
   ε) Είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο προβαλλόμενος με την ένσταση και τους πρόσθετους λόγους σ' αυτήν λόγος ακυρότητας  από το άρθρο 73 παρ. 2, 3 και άρθρο 76  του εκλογικού νόμου, κατά τον οποίο φέρουν χαρακτηριστικούς σταυρούς ως δηλωτικό σημείο που παραβιάζει το απόρρητο της ψηφοφορίας, χωρίς να μπορούν να θεωρηθούν ως τέτοιοι οι παρατηρούμενοι έντονοι και κακότεχνοι σταυροί που διέλαβαν η ένσταση και οι αντενστάσεις, ούτε κατά νόμο επιφέρει ακυρότητα του ψηφοδελτίου η αναγραφή υπό του ψηφοφόρου περισσότερων του ενός σταυρών ή σε σχήμα Χ. Συνεπώς, δεν είναι άκυρα τα κατωτέρω ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων αντιστοίχως, ως εξής: ................./................................    
   Με κοινό, αλλά αβάσιμο, λόγο των αντενστάσεων πλήττονται ως άκυρα για την ίδια ανωτέρω πλημμέλεια τα σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας ως εξής: ..........., ετεροδημοτών ...............
   στ) Είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο προβαλλόμενος με την ένσταση και τους πρόσθετους λόγους σ' αυτήν λόγος ακυρότητας  από το άρθρο 73 παρ.2 και 76  του εκλογικού νόμου, κατά τον οποίο φέρουν χαρακτηριστικούς ρύπους ή λεκέδες ή  κόκκινα αποτυπώματα (πιθανώς με κραγιόν) ή μελανιές ή μουτζούρες ως δηλωτικά σημεία που παραβιάζουν το απόρρητο της ψηφοφορίας, διότι όσοι παρατηρούνται δεν κρίνονται σκόπιμοι, είναι ανεπαίσθητα σημεία και οφείλονται στην τυπογραφική εκτύπωση ή σε αποτυπώματα της σφραγίδας και μελάνης του εκλογικού τμήματος ή  σε ρυπαρά χείρα του εκλογέα. Συνεπώς δεν είναι άκυρα τα κατωτέρω ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων αντιστοίχως, ως εξής: ....... .............
   Με κοινό, αλλά αβάσιμο, λόγο των αντενστάσεων πλήττονται ως άκυρα για την ίδια ανωτέρω πλημμέλεια τα σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας ως εξής : ....................
   ζ) Επειδή, κατά το άρθρ. 91 παρ. 1 στοιχ. β' του π.δ/τος 351/2003, κάθε έγκυρο ψηφοδέλτιο αριθμείται κατά τη σειρά εξαγωγής του από την κάλπη και μονογράφεται από τον πρόεδρο της εφορευτικής επιτροπής ή εκείνον που διευθύνει τις εργασίες της, ο οποίος θέτει τη μονογραφή του και δίπλα από κάθε σταυρό προτίμησης που υπάρχει στο ψηφοδέλτιο. Ακολούθως συμπληρώνει ολογράφως το συνολικό αριθμό σταυρών προτίμησης του ψηφοδελτίου. Εξ άλλου, κατά το άρθρ. 72 παρ. 10 ίδιου π.δ/τος, δεν λαμβάνεται υπόψη σταυρός προτίμησης, εάν ο πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής ή ο διευθύνων τις εργασίες της δεν έχει μονογράψει στο ψηφοδέλτιο παραπλεύρως του σταυρού και δεν έχει αναγράψει στο ψηφοδέλτιο ολογράφως το συνολικό αριθμό σταυρών προτίμησης που σημειώθηκαν σ' αυτό. Σ' αυτή την περίπτωση το ψηφοδέλτιο προσμετράται υπέρ του συνδυασμού. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η έλλειψη μονογραφής του προέδρου της εφορευτικής επιτροπής δίπλα στον αριθμό των ψηφοδελτίων ή δίπλα στον αριθμό των σταυρών προτίμησης, δεν επιφέρει την ακυρότητά τους, εφόσον δεν αμφισβητείται η ταυτότητα ή γνησιότητα των ψηφοδελτίων (ΑΕΔ 24 και 25/2001 επί της όμοιας ακριβώς ρυθμίσεως με τις διατάξεις των άρθρων 84 και 65 π.δ/τος 55/1999). Εξάλλου, ψηφοδέλτιο χωρίς κανένα σταυρό προτίμηση προσμετράται υπέρ του συνδυασμού ή του κόμματος στο οποίο ανήκει. Συνεπώς, είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο προβαλλόμενος με την ένσταση και τους πρόσθετους λόγους σ' αυτήν λόγος ακυρότητας από τις ανωτέρω διατάξεις του εκλογικού νόμου και δεν είναι άκυρα τα κατωτέρω ψηφοδέλτια υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων αντιστοίχως, ως εξής : 6/3, 7/1, 10/1, 32/1, 37/1, 41/60, 45/2, 51/1, 86/18 χωρίς σταυρό, 180/1 χωρίς Σταυρό, 181/1 χωρίς υπογραφή, 182/1 χωρίς αρίθμηση, 193/5 χωρίς υπογραφή, 194/7 χωρίς υπογραφή, 198/4 χωρίς υπογραφή, 208/1, 211/7 χωρίς υπογραφή, 225/14 χωρίς υπογραφή, 226/2 χωρίς υπογραφή, 245/1, 247/5 χωρίς υπογραφή, 251/2 χωρίς υπογραφή, 260/1, 273/1, 286/3 χωρίς υπογραφή, 292/16 χωρίς υπογραφή, 298/2, 300/2, 320/1, 281/92 χωρίς υπογραφή, 238/3 χωρίς υπογραφή, 321/1, 328/1 και ετεροδημοτών 147/1 χωρίς υπογραφή.-
   Με κοινό, αλλά αβάσιμο, λόγο των αντενστάσεων πλήττονται ως άκυρα για την ίδια ανωτέρω πλημμέλεια τα σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας ως εξής : 14/2, 15/1, 23/11 χωρίς υπογραφή.
   η) Ορθώς κρίθηκαν άκυρα λόγω δηλωτικών γνωρισμάτων που συνιστούν παραβίαση του απορρήτου της ψηφοφορίας (άρθ. 73 παρ. 1 και 2), καθώς και διότι βρέθηκαν περισσότερα του ενός στον ίδιο εκλογικό φάκελο (76 εδάφ. δ'), συνεπώς είναι αβάσιμος ο περί του αντιθέτου στην ένσταση λόγος ακυρώσεως, τα κατωτέρω σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδέλτια της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι : ...................  
   Ορθώς, εξάλλου, κρίθηκαν άκυρα λόγω δηλωτικών γνωρισμάτων που συνιστούν παραβίαση του απορρήτου της ψηφοφορίας (άρθ. 73 παρ. 1 και 2), καθώς και διότι βρέθηκαν περισσότερα του ενός στον ίδιο εκλογικό φάκελο (76 εδάφ. δ'), συνεπώς είναι αβάσιμος ο περί του αντιθέτου στις αντενστάσεις κοινός λόγος ακυρώσεως, τα κατωτέρω σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδέλτια του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, ήτοι : ............. Το προσβαλλόμενο ως άκυρο 51/1 μετρήθηκε έγκυρο στο κόμμα και ο λόγος ακυρώσεως στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση.-
   Περαιτέρω, ορθώς κρίθηκαν έγκυρα, συνεπώς είναι αβάσιμος ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος με τις αντενστάσεις κοινός λόγος ακυρώσεως, τα κατωτέρω προσβαλλόμενα με τις αντενστάσεις ψηφοδέλτια άλλων κομμάτων, σημειούμενα κατά αριθμό εκλογικού τμήματος και σύνολο πληττόμενων σ' αυτό ψηφοδέλτια, ήτοι : ............................
   Σημειώνεται ότι δεν ανευρέθησαν τα 176/ 41-98-168-219-381-410 και τα 216/278 ΚΚΕ, 275ΛΑΟΣ,-84ΛΑΟΣ- 94 ΣΥΝΑΣ, καθώς και το 216/4 ψηφοδέλτιο, ήτοι σύνολο 11 ψηφοδέλτια, αριθμός ψηφοδελτίων που δεν επιδρά επί της παραδοχής ή απορρίψεως της ενστάσεως ή των αντενστάσεων και δεν επηρεάζει το συνολικό αποτέλεσμα της εκλογής.
   16. Επειδή, από τον συνημμένο στην προσβαλλόμενη απόφαση 1/2004 της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής πίνακα αποτελεσμάτων για την εκλογική περιφέρεια Πέλλας προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη ως έγκυρα για την κατανομή των εδρών συνολικώς 117.777 ψηφοδέλτια και καθορίσθηκε το εκλογικό μέτρο σε 23.555 ψηφοδέλτια (117.777 : 5 ήτοι ο αριθμός των εδρών Πέλλης 4 συν μία μονάδα κατά το άρθρο 98 παρ. 4α' π.δ. 351/203). Κατά μερική παραδοχή όμως της ενστάσεως και των αντενστάσεων, για τον υπολογισμό του εκλογικού μέτρου πρέπει να αφαιρεθούν από το σύνολο των φερόμενων στον ανωτέρω πίνακα έγκυρων 117.777 ψηφοδελτίων τα ανωτέρω κριθέντα 463 άκυρα, καθώς και να προστεθούν τα 560 λευκά ψηφοδέλτια, ώστε το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων είναι τελικώς (117.777 - 463 + 560) 117.874 ψηφοδέλτια και το εκλογικό μέτρο 23.574 ψηφοδέλτια (117.874 : 5). Εξάλλου, ο αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων του ΠΑΣΟΚ για συμμετοχή του στην Α' κατανομή των εδρών είναι, αντί των 47.178 ψηφοδελτίων κατά τον ανωτέρω πίνακα, 46.998 ψηφοδέλτια (47.178 - 180). Επομένως και σύμφωνα δε με τις διατάξεις του  άρθρου 98 παρ. 3 και 4 του π.δ. 351/2003, με τις οποίες ορίζεται ότι οι έδρες της Α' κατανομής κάθε εκλογικής περιφέρειας κατανέμονται ανάλογα με την εκλογική δύναμη κάθε συνδυασμού ή μεμονωμένου υποψηφίου και για το σκοπό αυτό διαιρείται το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων της εκλογικής περιφέρειας με τον αριθμό των εδρών της αυξημένο κατά μια μονάδα, λαμβάνει δε κάθε συνδυασμός τόσες έδρες όσες φορές το εκλογικό μέτρο περιέχεται στην εκλογική του δύναμη, βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση ένσταση ότι η μία από τις δύο έδρες τις οποίες έλαβε το κόμμα του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας από την Α' Κατανομή πρέπει να αφαιρεθεί και να μείνει αδιάθετη (46.998 ψήφοι ΠΑΣΟΚ αντί των απαιτουμένων 47.148  για 2 έδρες).
   17. Επειδή, κατά το άρθρο 99 παρ. 1 του Κώδικα ΑΕΔ, αν μετά την κατανομή των εδρών που έγινε με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου σε κάθε εκλογική περιφέρεια παραμείνανε αδιάθετες έδρες ενεργείται κατανομή των αδιάθετων εδρών κατά μείζονες εκλογικές περιφέρειες, σύμφωνα με αυτά που ορίζονται στις επόμενες παραγράφους. Κατά το ανωτέρω άρθρο παρ. 2, όλη η επικράτεια διαιρείται στις παρακάτω δεκατρείς μείζονες εκλογικές περιφέρειες 1…..2. Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας που περιλαμβάνει τις εκλογικές περιφέρειες α) Α' Θεσσαλονίκης και Β' Θεσσαλονίκης και τις περιφέρειες των νομών α) Σερρών β) Χαλκιδικής γ) Κιλκίς δ) Πέλλας ε) Ημαθίας και στ) Πιερίας. Εξάλλου, σύμφωνα με την προμνησθείσα διάταξη του άρθρου 99 παρ.3 του π.δ. 351/2003, οι αδιάθετες έδρες, από την πρώτη κατανομή, σε κάθε εκλογική περιφέρεια κατανέμονται μεταξύ όλων των κομμάτων και των συνασπισμών κατά αναλογία της εκλογικής τους δύναμης στην οικεία μείζονα περιφέρεια. Για το σκοπό αυτό αθροίζεται το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων τα οποία έλαβαν στη μείζονα περιφέρεια τα κόμματα και οι συνασπισμοί και το άθροισμά τους διαιρείται με τον αριθμό των αδιάθετων εδρών της οικείας μείζονος περιφέρειας. Το πηλίκο από τη διαίρεση, παραλείποντας το κλάσμα, αποτελεί το εκλογικό μέτρο στη μείζονα περιφέρεια και κάθε κόμμα ή συνασπισμός λαμβάνει από την κατανομή αυτή τόσες έδρες, όσες φορές το εκλογικό μέτρο περιέχεται στην εκλογική δύναμη στη μείζονα περιφέρεια. Κατά την παράγραφο 4 του ανωτέρω άρθρου, οι έδρες που προσκυρώθηκαν, σύμφωνα με την παρ. 3, σε καθένα από τα κόμματα ή συνασπισμούς κατανέμονται μεταξύ των συνδυασμών τους στη μείζονα περιφέρεια ως εξής . Σε κάθε εκλογική περιφέρεια αθροίζονται οι εκλογικές δυνάμεις των συνδυασμών όλων των κομμάτων και των συνασπισμών και το άθροισμα διαιρείται με τον αριθμό των αδιάθετων εδρών στην εκλογική αυτή περιφέρεια. Το πηλίκο, παραλείποντας το κλάσμα, αποτελεί το εκλογικό μέτρο, με το οποίο διαιρείται η εκλογική δύναμη καθενός συνδυασμού χωριστά και λαμβάνει καθένας τόσες έδρες όσες φορές το εκλογικό μέτρο περιέχεται στην εκλογική του δύναμη. Οι έδρες που παραμένουν αδιάθετες από την πιο πάνω κατανομή, παραχωρούνται ανά μία στους συνδυασμούς που έχουν το μεγαλύτερο κατά σειρά αχρησιμοποίητο υπόλοιπο εκλογικής δύναμης από την παραχώρηση εδρών που έγινε, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο. Συνεπώς, με την παρ. 3 του άρθρου 99 ορίζονται οι έδρες που θα παραχωρηθούν σε κάθε κόμμα από τη Β' κατανομή στη μείζονα περιφέρεια, ενώ οι με τις παραγράφους 4 και 5 ορίζονται οι έδρες που θα παραχωρηθούν σε κάθε κόμμα από τη Β' κατανομή στις ελάσσονες περιφέρειες. Η τελευταία αυτή παραχώρηση των εδρών που δικαιούται κάθε κόμμα (ή συνασπισμός) διενεργείται σε δύο φάσεις (ΑΕΔ 2/2001). Κατά την πρώτη φάση γίνεται παραχώρηση των αδιάθετων εδρών με κριτήριο το εκλογικό μέτρο κάθε (ελάσσονος) εκλογικής περιφέρειας, που είναι το πηλίκο της διαιρέσεως του συνόλου των εγκύρων ψηφοδελτίων όλων των κομμάτων και συνασπισμών με τον αριθμό των αδιάθετων από την πρώτη κατανομή εδρών στην εκλογική περιφέρεια. Κατά τη δεύτερη φάση οι έδρες που παρέμειναν αδιάθετες από την πρώτη φάση και μόνο αυτές κατανέμονται ανά μία με κριτήριο το αχρησιμοποίητο υπόλοιπο της εκλογικής δυνάμεως κάθε κόμματος ή συνασπισμού από την παραχώρηση εδρών στην πρώτη φάση, ενώ στην περίπτωση που είναι ανέφικτη η κατανομή εδρών με βάση το εκλογικό μέτρο της πρώτης φάσης, ως αχρησιμοποίητο υπόλοιπο θεωρείται το σύνολο της εκλογικής δυνάμεως κάθε κόμματος ή συνασπισμού στην εκλογική περιφέρεια. Η τελευταία αυτή ανά μία έδρα κατανομή δεν γίνεται χωριστά για κάθε κόμμα ή συνασπισμό αλλά αδιακρίτως με μοναδικό κριτήριο το μεγαλύτερο κατά σειρά αχρησιμοποίητο υπόλοιπο οποιουδήποτε συνδυασμού στις ελάσσονες εκλογικές περιφέρειες υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι η κατανομή περιορίζεται στις περιφέρειες όπου υπάρχουν αδιάθετες έδρες και μέχρις εξαντλήσεως του αριθμού των (ΑΕΔ 2/2001).
   18. Επειδή, για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων της Β' κατανομής στη μείζονα εκλογικής περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας, από τις κατωτέρω αποφάσεις των Πρωτοδικείων της περιφέρειας αυτής προκύπτει ότι το σύνολο των λευκών, που συνυπολογίζονται, κατά την πλειοψηφήσασα γνώμη για την κατανομή των εδρών, ψήφων στην περιφέρεια ανέρχονται σε 7.738, ως εξής κατά ελάσσονα εκλογική περιφέρεια α) Α' Θεσσαλονίκης 3019 (9/2004 απόφαση Πρωτοδικείου Θεσ/κης), β) Β' Θεσσαλονίκης 1181 (10/2004 απόφαση Πρωτοδικείου Θεσ/κης), γ) Σερρών 1175 (10/2004 απόφαση Πρωτοδικείου Σερρών), δ) Χαλκιδικής 469  (απόφαση 5/2004 Πρωτοδικείου Χαλκιδικής), ε) Κιλκίς 365 (απόφαση 6/2004 Πρωτοδικείου Κιλκίς, στ) Πέλλας 560 σύμφωνα με τα δεκτά ήδη γενόμενα με τις ανωτέρω σκέψεις, ζ) Ημαθίας 580 ( από 7/3/2004 πίνακας Πρωτοδικείου Βέροιας συνημμένος στην απόφασή του 7/2004) και Θ) Πιερίας 389 ( από 9/3/2004 πίνακας Πρωτοδικείου Κατερίνης συνημμένος στην απόφασή του 37/2004). Εξάλλου, σύμφωνα με την απόφαση 1/2004 της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής, μη προσβαλλόμενης κατά τούτο, προκύπτει ότι από την Α' κατανομή έμειναν ως αδιάθετες έξι (6) έδρες στη ανωτέρω μείζονα περιφέρεια, ήτοι δύο (2) στην Α' Θεσσαλονίκης, δύο (2) στη Β' Θεσσαλονίκης, μία (1) στις Σέρρες και μία (1) στην Πιερία, στις οποίες έδρες πρέπει να προστεθεί, κατά παραδοχή της ενστάσεως όπως ανωτέρω, και μία (1) στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας, ώστε οι αδιάθετες έδρες είναι συνολικώς επτά (7). Κατά την ίδια απόφαση της Επιτροπής, το σύνολο των έγκυρων ψήφων όλων των κομμάτων στην ανωτέρω μείζονα περιφέρεια είναι 1.277.950 ψηφοδέλτια αντί του, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ορθού αριθμού 1.285.225 (1.277.950 - 463 άκυρα Πέλλας +7.738 λευκά) ψηφοδελτίων, συνεπώς, το εκλογικό μέτρο είναι 183.603 (1.285.225 : 7 αδιάθετων εδρών ) ψήφοι. Περαιτέρω, σύμφωνα με τον συνημμένο στην ανωτέρω απόφαση της Επιτροπής συγκεντρωτικό πίνακα έγκυρων ψήφων υπέρ των κομμάτων στην μείζονα περιφέρεια, οι ψήφοι υπέρ του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας είναι 623.820, αλλά αφαιρουμένων των 225 που κρίθηκαν ανωτέρω άκυρες κατά μερική παραδοχή των αντενστάσεων, είναι τελικώς 623.595, οι ψήφοι δε υπέρ του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος είναι 476.445, αλλά αφαιρουμένων των 180 που κρίθηκαν ανωτέρω άκυρες κατά μερική παραδοχή της ενστάσεως, είναι τελικώς 476.265 ψήφοι. Συνεπώς, από τη φάση αυτή της Β' κατανομής προσκυρώνονται τρεις (3) έδρες στη Νέα Δημοκρατία (623.595 : 183.603) και δύο (2) έδρες στο ΠΑΣΟΚ (476.265 : 183.603) και μένουν αδιάθετες άλλες δύο (2) έδρες. Όμως, για την εφαρμογή του άρθρου 99 παρ.4 του εκλογικού νόμου (Α' φάση), σε καμία των ανωτέρω εκλογικών περιφερειών η δύναμη των δύο αυτών κομμάτων διαιρείται με το εκλογικό μέτρο κατά τον ίδιο πίνακα, ήτοι α) Α' Θεσσαλονίκης, σύνολο ψήφων όλων των κομμάτων 396.837 : 2 αδιάθετων εδρών και 198.418 το μέτρο, ενώ ψήφοι Ν.Δ. 173.508 και ΠΑΣΟΚ 148.507 β) Β' Θεσσαλονίκης, σύνολο ψήφων όλων των κομμάτων 209.780 : 2 αδιάθετων εδρών και 104.890 το μέτρο, ενώ ψήφοι Ν.Δ. 104.439 και ΠΑΣΟΚ 75.336 γ) Σερρών, σύνολο ψήφων όλων των κομμάτων 177.763 και αυτό είναι εκλογικό μέτρο και της μιας αδιάθετης έδρας, ενώ ψήφοι Ν.Δ. 100.272 και ΠΑΣΟΚ 60.431 δ) Πέλλας, σύνολο ψήφων όλων των κομμάτων 117.874 κατά μερική παραδοχή της ενστάσεως και των αντενστάσεων, που είναι εκλογικό μέτρο και της μιας αδιάθετης έδρας, ενώ ψήφοι Ν.Δ. 58.540 (58.765-225) και ΠΑΣΟΚ 46.998 (47.178-180) και ε) Πιερίας, σύνολο ψήφων όλων των κομμάτων 98.187, που είναι το εκλογικό μέτρο και της μιας, ενώ ψήφοι Ν.Δ. 49.408 και ΠΑΣΟΚ 38.342. Συνεπώς, κατ' εφαρμογή της Β' φάσεως της διατάξεως του άρθρου 99 παρ.4 εδάφ. γ' του εκλογικού νόμου, κατά την οποία λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο κατά σειρά αχρησιμοποίητο υπόλοιπο εκλογικής δυνάμεως των κομμάτων κατά φθίνουσα σειρά μέχρις καλύψεως των αδιάθετων εδρών στις πέντε ελάσσονες περιφέρειες, με βάση τη σειρά των υπολοίπων που κατά τον πίνακα της Επιτροπής είναι α) Ν.Δ. 173.508 στην Α' Θεσσαλονίκης β) ΠΑΣΟΚ 148.507 στην Α' Θεσσαλονίκης γ) Ν.Δ. 104.439 στην Β' Θεσσαλονίκης δ) Ν.Δ. 100.272 στις Σέρρες και ε) ΠΑΣΟΚ 75.336 στη Β' Θεσσαλονίκης, από τις πέντε προς διάθεση έδρες προσκυρώνονται στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας ανά μία έδρα στις εκλογικές περιφέρεις Α' Θεσσαλονίκης, Β' Θεσσαλονίκης και Σερρών και στο κόμμα του ΠΑΣΟΚ ανά μία έδρα στις εκλογικές περιφέρειες της Α' και Β' Θεσσαλονίκης. Συνεπώς, μένουν αδιάθετες και μετά ταύτα οι έδρες στις εκλογικές περιφέρειες Πέλλας και Πιερίας.
   19. Επειδή, κατά το άρθρο 100 του π.δ. 351/2003: «1. Αν μετά τη δεύτερη κατανομή των εδρών που έγινε σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου παραμένουν αδιάθετες έδρες, ενεργείται τρίτη κατανομή σύμφωνα μ' αυτά που ορίζονται στις επόμενες παραγράφους 2. Οι αδιάθετες έδρες της προηγούμενης παραγράφου σε κάθε ελάσσονα περιφέρεια περιέρχονται στο αυτοτελές κόμμα που προηγείται των λοιπών αυτοτελών κομμάτων στην εκλογική αυτή περιφέρεια και σε όλη την επικράτεια». Συνεπώς, εφόσον από την απόφαση της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής και τον συνημμένο σ' αυτήν πίνακα προκύπτει ότι η αδιάθετη έδρα της εκλογικής περιφέρειας Πιερίας διατέθηκε ήδη στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας από τη Γ' κατανομή, χωρίς να πλήττεται η απόφαση κατά τούτο, αλλά και ότι το κόμμα αυτό ως αυτοτελές προηγήθηκε στην επικράτεια και στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας (58.540 έναντι 46.998 ΠΑΣΟΚ), η αδιάθετη έδρα στην περιφέρεια Πέλλας πρέπει να προσκυρωθεί στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. –
   20. Επειδή, κατ' ακολουθίαν όσων έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει να γίνει δεκτή η ένσταση, να απορριφθούν οι αντενστάσεις και η πρόσθετη παρέμβαση και να προσκυρωθούν στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας μία έδρα στην εκλογική περιφέρεια των Σερρών από τη Β' κατανομή και μία στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας από τη Γ' κατανομή, αφαιρουμένων αντιστοίχως από το κόμμα του ΠΑΣΟΚ της έδρας της περιφέρειας Πέλλας και της έδρας της περιφέρειας των Σερρών που του προσκυρώθηκαν από την Α' κατανομή και Β' κατανομή με την προσβαλλόμενη απόφαση της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής. Περαιτέρω, πρέπει να προσκυρωθεί στο κόμμα του ΠΑΣΟΚ από τη Β' κατανομή μία επί πλέον έδρα στην Β' εκλογική περιφέρεια Θεσσαλονίκης και να αφαιρεθεί από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, την οποία αυτό είχε λάβει από την Γ' κατανομή. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, με βάση α) την απόφαση 5703/2004 του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης  με την οποία ανακηρύχθηκε τελευταίος επιτυχών βουλευτής του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας στη Β' Θεσσαλονίκης ο Κωνσταντίνος Ζαχαράκης του Θεοδώρου και πρώτος αναπληρωματικός βουλευτής του κόμματος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος ο Θεοχάρης Τσιόκας του Δημητρίου β) την απόφαση 10/2004 του Πρωτοδικείου Σερρών με την οποία ανακηρύχθηκε τελευταίος επιτυχών βουλευτής του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος ο Ευστάθιος Κουτμερίδης του Θεοδώρου και πρώτος αναπληρωματικός βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας ο Αχιλλέας Καραμανλής του Γεωργίου και γ) την απόφαση 19/2004.του Πρωτοδικείου 'Εδεσσας με την οποία ανακηρύχθηκε τελευταίος επιτυχών βουλευτής του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος ο Γεώργιος Πασχαλίδης του Παναγιώτη και πρώτη αναπληρωματική βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας η Παρθένα Φουντουκίδου-Θεοδωρίδου, σύμφωνα και με το άρθρο 32 παρ. 3 του Κώδικα ΑΕΔ, πρέπει το Δικαστήριο να αποφανθεί άκυρη την ανακήρυξη του καθ' ού η ένσταση Γεωργίου Πασχαλίδη ως βουλευτή στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας, του εκ των αντενισταμένων Κωνσταντίνου Ζαχαράκη ως βουλευτή στην εκλογική περιφέρεια Β' Θεσσαλονίκης και του εκ των αντενισταμένων Ευστάθιου Κουτμερίδη ως βουλευτή στην εκλογική περιφέρεια Σερρών, καθώς και να ανακηρύξει το Δικαστήριο ως βουλευτή του ΠΑΣΟΚ στην Β' εκλογική περιφέρεια Θεσσαλονίκης τον Θεοχάρη Τσιόκα του Δημητρίου ως βουλευτή της Ν.Δ. στην εκλογική περιφέρεια Σερρών τον Αχιλλέα Καραμανλή και ως βουλευτή της Ν.Δ. στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας την Παρθένα Φουντουκίδου-Θεοδωρίδου, μεταβαλλομένης και της σειράς αντιστοίχως των άλλων αναπληρωματικών βουλευτών.
   21. Επειδή, κατά το άρθρο 22 παρ. 2 του Κώδικα ΑΕΔ, τα λοιπά (πέραν δηλ. των τελών, περί των οποίων διαλαμβάνει η παρ. 1 του ιδίου άρθρου) έξοδα της διαδικασίας, που διεξάγεται αυτεπαγγέλτως από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, επιβάλλονται με την απόφασή του στον ηττηθέντα διάδικο. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 30Α παρ. 8 και 9 του Κώδικα ΑΕΔ, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 4 του Ν. 2479/1997, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζονται τα σχετικά με την αποζημίωση των δικαστικών λειτουργών και δικαστικών υπαλλήλων, που εκτελούν, κατόπιν αποφάσεως του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, το έργο του ελέγχου των ψηφοδελτίων ή των σταυρών προτίμησης κατά την πραγματική βάση των αιτιάσεων που υποβλήθηκαν και η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται από το Δημόσιο. Το Δικαστήριο μπορεί, με την οριστική απόφασή του, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να επιβάλλει στους διαδίκους που ηττώνται το σύνολο ή μέρος της ως άνω δαπάνης του Δημοσίου ή να τους απαλλάξει από αυτή. Η γραμματεία του Δικαστηρίου επισυνάπτει στο φάκελο σημείωμα για το ύψος της πιο πάνω δαπάνης στη συγκεκριμένη περίπτωση. Επί του προκειμένου το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων και το σχετικό σημείωμα της γραμματείας και εκτιμώντας τις περιστάσεις, κρίνει ότι πρέπει να επιβληθούν στο σύνολό τους εις βάρος των αντενισταμένων και υπέρ του Δημοσίου τα έξοδα της ανωτέρω αυτεπάγγελτης διαδικασίας υπολογιζόμενα, σύμφωνα  με την υπ' αριθ. 2036129/36005/002 /3.6.1998 Κ.Υ.Α.Οικ. και Δικ/νης, ΦΕΚ Β' 1168 της 9.11.1998 σε 50.000 δρχ. ήτοι 146,74 ευρώ, ανά απασχολούμενο δικαστικό λειτουργό και υπάλληλο, ανέρχονται συνολικά σε 1027,18 ευρώ για την ένσταση (3 δικαστές και 4 υπάλληλοι Χ 146,74) και 3081,54 ευρώ  για τις αντενστάσεις (1027,18 Χ 3). Αίτημα  καταψηφίσεως στη δικαστική δαπάνη δεν υποβάλλεται με την ένσταση.
   ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
   Συνεκδικάζει την ένσταση με τις αντενστάσεις και την πρόσθετη παρέμβαση.
   Δέχεται την υπό κρίση ένσταση σύμφωνα με το σκεπτικό και απορρίπτει τις αντενστάσεις και την πρόσθετη παρέμβαση.
   Ακυρώνει εν μέρει την απόφαση 1/2004 της Ανωτάτης Εφορευτικής Επιτροπής των γενικών βουλευτικών εκλογών της 7 Μαρτίου 2004, εν μέρει δε και τις αποφάσεις ανακηρύξεως βουλευτών 19/2004 του Πρωτοδικείου 'Εδεσσας, 5703/2004 του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και 10/2004 του Πρωτοδικείου Σερρών.
   Αποφαίνεται άκυρη την ανακήρυξη α) του καθ' ού - αντενιστάμενου Γεωργίου Πασχαλίδη ως βουλευτή του κόμματος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος στις ανωτέρω εκλογές και στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας β) του Κωνσταντίνου Ζαχαράκη ως βουλευτή του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας στην εκλογική περιφέρεια Β' Θεσσαλονίκης και γ) του Ευστάθιου Κουτμερίδη ως βουλευτή του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος στην εκλογική περιφέρεια Σερρών.
   Αποφαίνεται  αντιστοίχως άκυρη την ανακήρυξη με τις ανωτέρω αποφάσεις ως αναπληρωματικών βουλευτών, της Παρθένας Φουντουκίδου-Θεοδωρίδου, Θεοχάρη Τσιόκα και Αχιλλέα Καραμανλή.
   Ανακηρύσσει βουλευτές κατά τις γενικές βουλευτικές εκλογές της 7 Μαρτίου 2004 α) την Παρθένα Φουντουκίδου-Θεοδωρίδου βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας β) τον Θεοχάρη Τσιόκα βουλευτή του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος στην εκλογική περιφέρεια Β' Θεσσαλονίκης και γ) τον Αχιλλέα Καραμανλή βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας στην εκλογική περιφέρεια Σερρών
   Ανακηρύσσει αναπληρωματικούς βουλευτές κατά τις ανωτέρω βουλευτικές εκλογές α) του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος στην εκλογική περιφέρεια Πέλλας, πρώτο αναπληρωματικό βουλευτή τον Γεώργιο Πασχαλίδη, μεταβαλλομένης αναλόγως της αριθμητικής σειράς των λοιπών, β) της Νέας Δημοκρατίας στην εκλογική περιφέρεια Β' Θεσσαλονίκης, πρώτο αναπληρωματικό βουλευτή τον Κωνσταντίνο Ζαχαράκη, μεταβαλλομένης αναλόγως της αριθμητικής σειράς των λοιπών και γ) του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος στην εκλογική περιφέρεια Σερρών, πρώτο αναπληρωματικό βουλευτή τον Ευστάθιο Κουτμερίδη, μεταβαλλομένης αναλόγως της αριθμητικής σειράς των λοιπών.
   Επιβάλλει συμμέτρως στον καθ' ού - αντενιστάμενο Γεώργιο Πασχαλίδη και στους αντενιστάμενους Κωνσταντίνο Ζαχαράκη και Ευστάθιο Κουτμερίδη την πληρωμή τεσσάρων χιλιάδων εκατόν οκτώ ευρώ και εβδομήντα δύο λεπτά (4108,72) συνολικώς υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
   Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Ιανουαρίου 2005, 16 Φεβρουαρίου 2005, 23 Φεβρουαρίου 2005, 10 Μαρτίου 2005 και 9 Μαϊου 2005 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια στο ακροατήριο συνεδρίαση στις 9 Μαΐου 2005.
 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου