Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #Τόκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #Τόκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 7 Μαΐου 2017

ΕφΠατρών 124/2017 : Αμοιβή δικηγόρου - ΝΠΔΔ - Υπολογισμός - Τόκος - ΦΠΑ


Βάση για τον προσδιορισμό της αμοιβής που δικαιούται ο δικηγόρος του εναγομένου για τη σύνταξη προτάσεων επί της πρώτης συζητήσεως της αγωγής ή της εφέσεως ενώπιον του πρωτοβαθμίου ή του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου πολιτικών ή διοικητικών, αποτελεί η αμοιβή που δικαιούται ο δικηγόρος του ενάγοντος για τη σύνταξη προτάσεων της πρώτης πρωτόδικης συζητήσεως και ανέρχεται στο διπλάσιο αυτής, δηλαδή σε ποσοστό 2% επί της αξίας του αντικειμένου της αγωγής όταν πρόκειται περί αγωγής με αντικείμενο αποτιμητό σε χρήμα. Το δικαίωμα του δικηγόρου να αξιώσει αμοιβή προϋποθέτει ολοκληρωμένη ενέργεια σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση για την οποία προβλέπεται η καταβολή αμοιβής. Σε περίπτωση περιορισμού εκ μέρους των εναγόντων του αιτήματος σε εν μέρει καταψηφιστικό και εν μέρει αναγνωριστικό για τον υπολογισμό της δικηγορικής αμοιβής λαμβάνεται υπόψη το μετά τον περιορισμό του αιτήματος της αγωγής ποσό. Εν προκειμένω δεν συνήφθη μεταξύ του ενάγοντος δικηγόρου και του εναγόμενου ΝΠΔΔ έγγραφη σύμβαση που να καθορίζει την αμοιβή του δικηγόρου. Ελλείψει τέτοιας συμφωνίας ο δικηγόρος δικαιούται να λάβει ανάλογη αμοιβή με αυτή που προβλέπεται για τη σύνταξη προτάσεων από εναγόμενο (2%) επί του αιτούμενου  με την αγωγή χρηματικού ποσού. Για την ύπαρξη υποχρέωσης του εναγομένου τοκοδοσίας της αμοιβής του ενάγοντος δικηγόρου απαιτείται όχληση κατά τις οικείες διατάξεις του ΑΚ ή συμβατικά ορισμένη για την καταβολή της αμοιβής δήλη ημέρα. Δικαίωμα του δικηγόρου να αιτηθεί από το εναγόμενο την καταβολή του αναλογούντος ΦΠΑ επί της αμοιβής του. Ο φόρος είναι απαιτητός κατά το χρόνο έκδοσης της απόδειξης. Ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει το οικείο ποσό με τον νόμιμο τόκο από την ημέρα εκδόσεως από τον ενάγοντα της σχετικής απόδειξης παροχής υπηρεσιών και παραδόσεώς της στον εναγόμενο μέχρι την πλήρη εξόφληση και όχι από της επιδόσεως της αγωγής.

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Μαριέττα Μαυρή, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο Εφετών και τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 7 Μαΐου 2015 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ..., Δικηγόρου και κατοίκου Πύργου Ηλείας, οδός ..., ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο αυτοπροσώπως λόγω της άνω ιδιότητας του.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ  Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΠΥΡΓΟΥ» ως εκπροσωπείται νόμιμα και εδρεύει επί της οδού Τ. Πετροπούλου & Πατρών στον Πύργο Ηλείας, ως καθολικού διαδόχου του αρχικά εφεσίβλητου Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΔΗΜΟΥ ΠΥΡΓΟΥ» και αυτού ως καθολικού διαδόχου του αρχικά εναγομένου Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΑΘΛΗΣΕΩΣ ΔΗΜΟΥ ΠΥΡΓΟΥ», το οποίο παραστάθηκε στο Δικαστήριο με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΙΜΑ, δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του ΚΦ.

Ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 21-01-2011 και με αριθμό κατάθεσης 26/2011 αγωγή του, που άσκησε προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Ηλείας κατά του αρχικού εναγομένου Ν.Π.Δ.Δ «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΑΘΛΗΣΕΩΣ ΔΗΜΟΥ ΠΥΡΓΟΥ», στη θέση του οποίου υπεισήλθε ως καθολικός διάδοχος του το Ν.Π.Δ.Δ με την επωνυμία «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΔΗΜΟΥ ΠΥΡΓΟΥ» αρχικά εφεσίβλητο ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτήν.

Το ανωτέρω Δικαστήριο αφού δίκασε την αγωγή εξέδωσε την υπ' αριθ. 145/2012 οριστική του απόφαση, με την οποία, δέχθηκε εν μέρει ως κατ" ουσίαν βάσιμη αυτή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο εκκαλών - ενάγων με την από 07-01-2013 έφεση του, προς το Δικαστήριο τούτο, που έχει κατατεθεί στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 5/21-01-2014, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 131/12-3-2014 και ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, ζητώντας να γίνει δεκτή για τους λόγους που αναφέρονται σ' αυτή.

Η υπόθεση αυτή εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους που ο πρώτος εξ αυτών κατέθεσε επί της έδρας και η δεύτερη προκατέθεσε νόμιμα και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα σε αυτές αναφέρονται.


ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ


Η υπό κρίση από 07-01-2013 (αριθμός έκθεσης κατάθεσης 5/21-01-2014) έφεση του ενάγοντος κατά της υπ αριθ. 145/2012 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας (άρθρα 677 έως 681 του ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού δεν προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας και ούτε γίνεται επίκληση επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης. Επομένως, πρέπει, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρ. 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1β, 516, 517 εδάφιο α', 518 παρ. 2, 520 του ΚΠολΔ) και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την από 21-01-2011 (αριθ. κατ. Μει 26/2011) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, ο ενάγων και ήδη εκκαλών ιστορούσε ότι είναι νόμιμα διορισμένος δικηγόρος στο Πρωτοδικείο Ηλείας και μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Ηλείας. 
Ότι με την υπ' αριθ. 42/23-12-2005 απόφαση του Δ.Σ. του εναγόμενου Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΑΘΑΗΣΕΩΣ ΔΗΜΟΥ ΠΥΡΓΟΥ», όπως το περιεχόμενο αυτής αναφέρεται λεπτομερώς στην αγωγή, το τελευταίο του ανέθεσε στις 23-12-2005 την ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πύργου εκπροσώπηση του με την ιδιότητα του ως δικηγόρου και τη σύνταξη και κατάθεση υπομνήματος προς απόκρουση αγωγής αποζημίωσης των ................................... και ......................................  ατομικά και ως εκπροσώπων του ανηλίκου τέκνου τους ... σε βάρος του και σε βάρος του Δήμου Πύργου, με αντικείμενο διαφοράς αξίας 1.767.350,00 Μεταξύ αυτού και του εναγομένου καταρτίστηκεσύμβαση με την οποία συμφωνήθηκε ότι η αμοιβή του ανέρχεται στο ποσό που καθορίζεται ως ελάχιστη νόμιμη αμοιβή για τον δικηγόρο του εναγόμενου με βάση τον Κώδικα περί Δικηγόρων και την 3η γενική συνεδρίαση της 31ης-01-2002 της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ότι σε εκτέλεση της άνω εντολής παραστάθηκε και κατέθεσε υπόμνημα ενώπιον του προαναφερόμενου Δικαστηρίου κατά τη δικάσιμο της 19ης-01-2006, το εναγόμενο όμως αρνείται να του καταβάλει την ελάχιστη νόμιμη αμοιβή του, η οποία ανέρχεται, με βάση τις διατάξεις του ως άνω Κώδικα, στο ποσό των 35.347,00ήτοι σε ποσοστό 2% επί του αντικειμένου της αγωγήςκαθώς και ποσό των 8.129,816, που αναλογεί σε ΦΠΑ 23% επί του ως άνω ποσού. 
Η απαίτηση του κατέστη ληξιπρόθεσμη στις 24-01-2006, που κατέθεσε το υπόμνημα στο ως άνω δικαστήριο. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησε να υποχρεωθεί το εναγόμενο, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να του καταβάλει κυρίως από τη σύμβαση επικουρικά από τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων το συνολικό ποσό των 43.476,81με το νόμιμο τόκο ως προς το ποσό των 35.347,006 από 24-01-2006 άλλως από την επίδοση της αγωγής και ως προς το ποσό των 8.129,816 από την επίδοση της αγωγής και  μέχρι την πλήρη  και ολοσχερή  εξόφληση τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση του αφού απέρριψε ως μη νόμιμο το παρεπόμενο αίτημα της αγωγής περί τοκογονίας από 24-01-2006, δέχθηκε αυτή εν μέρει ως βάσιμη στην ουσία και υποχρέωσε το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 5.052,006, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο ενάγων με την υπό κρίση έφεση του και ζητεί, για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ερμηνεία του νόμου, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά το μέρος που απέρριψε την αγωγή του και την παραδοχή αυτής στο σύνολο της.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 91, 92 παρ.1, 98 και 100 παρ.1 του Κώδικα Περί Δικηγόρων (ν.δ. 3026/ 1954), που εφαρμόζεται εν προκειμένω λόγω του χρόνου γενέσεως της επίδικης αξιώσεως, συνάγεται ότι ο δικηγόρος, ως άμισθος δημόσιος λειτουργός που καθήκον έχει την αντιπροσώπευση και υπεράσπιση των υποθέσεων του εντολέα του ενώπιον κάθε δικαστηρίου και αρχής, δικαιούται να λάβει αμοιβής. Με το άρθρο 155 εδ. Β’ του ίδιου Κώδικα, όπως τούτο προσετέθη με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 4507/1966 και του οποίου η εφαρμογή επεκτάθηκε με το άρθρο 8 του ν. 950/1970 και "επί των ενώπιον παντός διοικητικού δικαστηρίου και κατά πάσαν διαδικασίαν εκδικαζομένων υποθέσεων" ορίζεται ότι "Διά τας ενώπιον των φορολογικών δικαστηρίων, ήδη διοικητικών, υποθέσεις εφαρμόζονται αι διατάξεις αι αφορώσαι τας πολιτικός υποθέσεις, κατά την εξής διάκρισιν: α) Διά τας ενώπιον του μονομελούς πρωτοβαθμίου δικαστηρίου αι διατάξεις αι αφορώσαι τας ενώπιον του Προέδρου Πρωτοδικών υποθέσεις, β) διάτας ενώπιον του Τριμελούς Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου αι διατάξεις αι αφορώσαι τας ενώπιον του πρωτοδικείου υποθέσεις και γ) διά τας ενώπιον του δευτεροβαθμίου φορολογικού Εφετείου [ανεξαρτήτως συνθέσεως], αι διατάξεις αι αφορώσαι τας ενώπιον του Εφετείου υποθέσεις". Από το συνδυασμό όλων των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι βάση για τον προσδιορισμό της αμοιβής που δικαιούται ο δικηγόρος του εναγομένου για τη σύνταξη Προτάσεων επί της πρώτης συζητήσεως της αγωγής ή της εφέσεως ενώπιον του πρωτοβαθμίου ή του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, πολιτικών ή διοικητικών, αποτελεί η αμοιβή που δικαιούται ο δικηγόρος του ενάγοντος για τη σύνταξη προτάσεων της πρώτης πρωτόδικης συζητήσεως (107 παρ. 1) και ανέρχεται στο διπλάσιο αυτής, δηλαδή σε ποσοστό 2% επί της αξίας του αντικειμένου της αγωγής, όταν πρόκειται περι αγωγής με αντικείμενο αποτιμητό σε χρήμα (ΕφΑΘ 8653/1999 ΕλλΔνη 2000.481). Το δικαίωμα του δικηγόρου να αξιώσει αμοιβή κατά τις άνω διατάξεις προϋποθέτει ολοκληρωμένη ενέργεια σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση για την οποία προβλέπεται η καταβολή αμοιβής, διότι μόνον αφού τελειωθεί η ενέργεια του δικηγόρου διασφαλίζονται τα συμφέροντα του εντολέα, στην προστασία των οποίων αποβλέπει η ενέργεια αυτή (Ολ ΑΠ 14/2008).