1. Το οικονομικό έγκλημα, χωρίς να συνιστά ένα νέο εγκληματικό φαινόμενο, τα τελευταία χρόνια γνωρίζει μία ποσοτική... αύξηση και ποιοτική βελτίωση στη δομή και στη λειτουργία του. Διαχέεται προς όλες τις κατευθύνσεις, καταλαμβάνει όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης, μεταμορφώνεται, ενδύεται νομιμοφανείς διαδικασίες και επιβιώνει διαρκώς παραλλασσόμενο. Εκτυλίσσεται αστραπιαία, με στόχο την εξαργύρωση της πολιτικής δύναμης σε χρήμα και την εκμετάλλευσης της πολιτισμικής υπεροχής με οικονομικό αντίκρισμα ∙ γιατί τελικά τα πάντα σήμερα μετρώνται με το χρήμα. Στην καθημερινή πρακτική συνειδητοποιούμε ότι δεν υπάρχουν στεγανά ανάμεσα στα εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, στο οργανωμένο έγκλημα και στο οικονομικό έγκλημα.
Η χώρα μας τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση, που κατέστησε αναγκαία την αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος. Υπό αυτές τις συνθήκες ο Νομοθέτης με το άρθρο 2§1 του ν. 3943/2011 εισήγαγε στην ελληνική έννομη τάξη το θεσμό του Οικονομικού Εισαγγελέα.
2. Α. Στο άρθρο 17Α του ν. 2523/1997, αναφέρεται ότι « … Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ορίζεται με τον αναπληρωτή του, εισαγγελικός λειτουργός με βαθμό αντεισαγγελέα εφετών… και συνεπικουρείται από τρεις, τουλάχιστον, εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς πρωτοδικών … Το έργο των αρμοδίων για τα οικονομικά εγκλήματα εισαγγελέων εποπτεύει και συντονίζει Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου…».
Β. Η τοπική αρμοδιότητά του επεκτείνεται σε όλη την Επικράτεια. Στα καθήκοντά του ανήκει η εποπτεία , η καθοδήγηση και ο συντονισμός των ενεργειών των γενικών προανακριτικών υπαλλήλων (άρθρο 33 § 1 α’ του Κ.Π.Δ.) και των ειδικών προανακριτικών υπαλλήλων, του Σ.Δ.Ο.Ε., των Τελωνείων, της Ε.Λ.Υ.Τ. και των φοροελεγκτικών υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, για τη διερεύνηση της τέλεσης ή μη των φορολογικών και οικονομικών αδικημάτων, κατά τη διενέργεια τόσο της προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, όσο και σε διοικητικό επίπεδο. Σημειώνουμε ότι το επιστημονικό προσωπικό της υπηρεσίας του, από το Νοέμβριο του 2013 διαθέτει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των ανακριτικών υπαλλήλων.
Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ενημερώνεται για όλες τις καταγγελίες και τις πληροφορίες που περιέχονται στις υπηρεσίες, που εποπτεύει και μπορεί να παραγγέλλει προς αυτές τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης. Η δικογραφία που σχηματίζεται διαβιβάζεται στους κατά τόπο αρμόδιους για την ποινική δίωξη εισαγγελείς πρωτοδικών, με την παραγγελία άμεσης άσκησης ποινικής δίωξης.
Έχει πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο ή αρχείο προσωπικών δεδομένων, μη υποκείμενος στους περιορισμούς της νομοθεσίας περί φορολογικού, τραπεζικού, χρηματιστηριακού και κάθε άλλου είδους απορρήτου. Η άρση του τραπεζικού απορρήτου λαμβάνει χώρα μόνο με Διάταξη των Εισαγγελικών Λειτουργών, χωρίς να χρειάζεται εισαγωγή της υπόθεσης στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.
Από τη σύσταση του θεσμού, στην αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ανήκαν κάθε είδους φορολογικά και οικονομικά εγκλήματα και οποιαδήποτε άλλα συναφή, εφόσον διαπράττονται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, νομικών προσώπων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή που βλάπτουν σοβαρά την εθνική οικονομία. Μετά την ισχύ του Ν.4022/2011, όπως ισχύει σήμερα, αφαιρέθηκαν από την αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος: τα κακουργήματα αρμοδιότητας του τριμελούς εφετείου κακουργημάτων των υπουργών, υφυπουργών, βουλευτών, των δημοσίων λειτουργών και των υπαλλήλων κατά την έννοια των άρθρων 13α και 263Α του Ποινικού Κώδικα και τα κακουργήματα ιδιαίτερα μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος ή μείζονος δημοσίου συμφέροντος αρμοδιότητας του τριμελούς εφετείου, που χαρακτηρίζονται ως τέτοια με πράξη του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που ανήκουν πλέον στην αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Διαφθοράς. Πλην όμως με το άρθρο 8 §1.δ. του Ν.4205/2013, για τις εκκρεμούσες δικογραφίες μπορεί ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος, ο ίδιος, να ολοκληρώσει την προκαταρκτική εξέταση.