Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

"Επίκαιρα ζητήματα ποινικής διαδικασίας στα φορολογικά αδικήματα" Εισηγητής: Ζήσης Στ. Κωνσταντίνου, Δικηγόρος]

Α.
1.- Η δεύτερη μέρα της διημερίδας μας είναι αφιερωμένη, κατά το πρώτο τμήμα της, στο θέμα Φορολογικές Παραβάσεις και Ποινική Δικαιοσύνη και κατά το δεύτερο τμήμα της στο θέμα Η δικαστική προστασία στο πλαίσιο των φορολογικών διαφορών. Επομένως, όσοι παρακολούθησαν... και παρακολουθούν την διημερίδα αυτή, άκουσαν ήδη και θα ακούσουν πολλά, εξαιρετικά ενδιαφέροντα, από θεωρητικής, ιδίως, απόψεως.-
2.- Στην επιθυμία μου να φανώ πρακτικώς χρήσιμος στους ακροατές μας, προσπάθησα να συγκεντρώσω, κατά το δυνατόν, σχετικώς πρόσφατη και κατά το δυνατόν αδημοσίευτη στο Νομικό Τύπο νομολογία. Η νομολογία αυτή αναφέρεται σε διάφορα πρακτικά, ιδίως, ζητήματα, που αντιμετωπίζουμε σχεδόν όλοι μας, καθημερινώς, σε ποινικές φορολογικές υποθέσεις. Προσπάθησα, επαναλαμβάνω, να συγκεντρώσω, για τα ζητήματα αυτά, νομολογία μάλλον πρωτοποριακή, δηλαδή που δεν ακολουθεί την πεπατημένη.-
3.- Θέλω να ελπίζω ότι δεν "μπήκα στα χωράφια" άλλων συναδέλφων, δηλαδή εισηγητών της διημερίδας μας. Αν τούτο συνέβη, τους ζητώ, προκαταβολικώς ή εκ των υστέρων, συγνώμην, αν και πεποίθησή μου είναι πως όλοι μας αλληλοσυμπληρωνόμαστε, αφού υπηρετούμε έναν κοινό σκοπό. Γενικότερα, πάντως, παρακαλώ όλους τους ακροατές μας να με συγχωρήσουν για την καθυστέρηση περί την παράδοση της εισηγήσεώς μου, που οφείλεται στον εξαιρετικό φόρτο εργασίας, αλλά και στη διάθεσή μου να εισφέρω κάτι πρακτικώς χρήσιμο, επαναλαμβάνω, στη διημερίδα μας.-
4.- Έτσι θα παραθέσω, στις επόμενες παραγράφους, αποφάσεις διαφόρων Δικαστηρίων, που ασχολήθηκαν με πρακτικά ζητήματα, που αντιμετωπίζουμε συχνότατα και έδωσαν τις λύσεις που αναφέρονται πιο κάτω, κατά περίπτωση. Οι λύσεις που δόθηκαν είναι αναμφιβόλως πρωτότυπες και, βεβαίως, ιδιαιτέρως χρήσιμες. Μερικές φορές πρωτοποριακές. Ακόμα και αν οι λύσεις αυτές δεν συνιστούν δεδικασμένο, αποτελούν, πάντως, ενδιαφέρον και, βεβαίως, σημαντικό νομολογιακό προηγούμενο και, ασφαλώς, δίνουν αφορμή για γόνιμο διάλογο: Συζήτηση, βελτίωση, διεύρυνση κλπ.-


Β.
Ι
α.-
5.1.- Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον, πρακτικώς, ζήτημα είναι η σχέση ανάμεσα αφενός στην κατά κυριολεξία φοροδιαφυγή και αφετέρου στη μη πληρωμή χρεών προς το δημόσιο, όταν το υλικό αντικείμενο αμφοτέρων των εγκλημάτων συμπίπτει κατά ποσόν, χρόνο κλπ.-
5.2.- Εξ όσων γνωρίζω, μέχρι τώρα, παρά τις επιμέρους προσπάθειες διαφόρων, ιδίως συναδέλφων, το θέμα δεν φαίνεται να έχει αντιμετωπισθεί νομολογιακώς. Δεν έχει, τουλάχιστον, αντιμετωπισθεί υπέρ της εφαρμογής της αρχής ne bis in idem. Με το θέμα ασχολήθηκε, σωστά, χθες βράδυ, ο κ. Ηλίας Αναγνωστόπουλος.-
6.- Τούτο συνέβη, όμως, όπως προσφάτως πληροφορήθηκα, με την ΑΠ 357/2013:
6.1.- Η απόφαση αυτή εδέχθη ότι, όταν κάποιος καταδικασθεί, αμετακλήτως, για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο, η οποία περιλαμβάνει είτε συνολικώς, είτε υπό μορφή μερικοτέρων πράξεων, τη μη απόδοση ποσών ΦΠΑ, τότε η προηγουμένη καταδίκη αυτή, για μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο, αποτελεί δεδικασμένο για τη μεταγενέστερη δίωξη για μη απόδοση ΦΠΑ, όταν τα ποσά του ΦΠΑ και τα μη καταβληθέντα στο Δημόσιο ποσά συμπίπτουν κατά ποσόν και χρόνο.-
6.2.- Στην προκειμένη, δηλαδή, περίπτωση, υπόκειται, ουσιαστικώς, η ίδια αξιόποινη συμπεριφορά, υπό διαφορετικό, όμως, πλέον, νομικό χαρακτηρισμό. –
6.3.- Με την αιτιολογία, ακριβώς, αυτή η προαναφερθείσα απόφαση του Αρείου Πάγου κήρυξε απαράδεκτη την μεταγενέστερη ποινική δίωξη για μη απόδοση ΦΠΑ, λόγω δεδικασμένου, απορρέοντος από την προηγηθείσα καταδικαστική απόφαση για μη καταβολή (των ίδιων ποσών) χρεών προς το Δημόσιο.-
β-
7.- Έχω την εντύπωση ότι το σκεπτικό αυτό καλύπτει όχι μόνον την μη απόδοση ΦΠΑ, αλλά και οποιοδήποτε είδος φορολογίας, για το οποίο προηγήθηκε, χρονικώς, δίωξη για μη πληρωμή χρεών στο Δημόσιο. Τούτο θα ισχύει, φυσικά, υπό την αναγκαία προϋπόθεση, ότι συμπίπτουν τα επιμέρους στοιχεία ταυτότητας της πράξεως, όπως τα ποσά και ο χρόνος, δοθέντος ότι η δικαιολογητική βάση είναι ακριβώς ίδια, είτε πρόκειται για ΦΠΑ και μη πληρωμή χρεών στο Δημόσιο, είτε πρόκειται για άλλο είδος φορολογίας και μη πληρωμή χρεών στο Δημόσιο. Με άλλα λόγια η σειρά συλλογισμών είναι ίδια για τα δύο αδικήματα: α) Τη χρονικώς προηγηθείσα δίωξη για μη πληρωμή χρεών στο Δημόσιο και β) τη χρονικώς επακολουθούσα δίωξη για φοροδιαφυγή, αφορώσα οποιοδήποτε είδος φόρου.-
8.1.- Φρονώ, όμως, ότι το ίδιο ισχύει και κατά την αντίστροφη φορά, αν, δηλαδή, προηγηθεί η καταδίκη για, κατά κυριολεξίαν, φοροδιαφυγή και επακολουθήσει η καταδίκη για μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο. Μόνο που αυτό δεν πρέπει να ενδιαφέρει ιδιαιτέρως, αφού, συνηθέστατα, η δίκη για (οποιοδήποτε είδος) φοροδιαφυγής έχει συνέπειες σοβαρότερες από την δίκη για μη πληρωμή χρεών στο Δημόσιο.-
8.2.- Εξάλλου, συνηθέστερο θα είναι η για μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο δίωξη να έπεται.-
γ.-
9.- Υποθέτω πως αμφότερα τα αμέσως ανωτέρω δυό (2) επιμέρους ζητήματα των παραγράφων 7 και 8, θα αποτελέσουν αντικείμενο γόνιμου επιστημονικού διαλόγου, είτε στη διάρκεια της διημερίδας μας, είτε και επιγενομένως.-
δ.-
10.- Είχα, χθες, την πληροφορία ότι την, υπέρ του δεδικασμένου, ανωτέρω εκτεθείσα, άποψη δέχθηκε και το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Ιωαννίνων με απόφασή του, που δεν έχει ακόμα καθαρογραφεί. Δοθέντος ότι η εισήγησή μου θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της Ενώσεως Ελλήνων Νομικών e-Θέμις, θα φροντίσω για ενημέρωση με ό,τι νεότερο επί του περιεχομένου της.-
ΙΙ.
α!
11.- Σχετικώς με την υποχρέωση αποδόσεως στο Δημόσιο ΦΠΑ: Η φύση του συγκεκριμένου φόρου, ως φόρου επί των πραγματικών πωλήσεων του φορολογουμένου, επιβάλλει να αντιμετωπισθεί ως ακολούθως το θέμα της μη εκπληρώσεως των σχετικών υποχρεώσεων του φορολογουμένου:
11.1.- Αν μεν επακολουθήσει πραγματικός φορολογικός έλεγχος του φορολογουμένου από την αρμοδία Φορολογική Αρχή και διαπιστωθεί η ύπαρξη πωλήσεων και, παρά ταύτα, η μη απόδοση του αντιστοίχου ΦΠΑ, τότε, όντως, υπόκειται φοροδιαφυγή, υπό την ειδικότερη μορφή της της μη αποδόσεως ΦΠΑ.-
11.2.- Όταν, όμως, αντιθέτως, ο καταλογισμός του ποσού του οφειλομένου ΦΠΑ χωρήσει με βάση διοικητικό-φορολογικό "αντικειμενικό" προσδιορισμό του, που, κατά κανόνα, γίνεται εκ των υστέρων και, μάλιστα, σε χρόνο αρκούντως απομακρυσμένο, τότε υπόκειται, ουσιαστικώς, πλασματικός υπολογισμός μη αποδοθέντος ποσού ΦΠΑ, ώστε, στην περίπτωση αυτή, δεν συγκροτείται το έγκλημα της φοροδιαφυγής δια της μη καταβολής ΦΠΑ.-
11.3.- Πραγματικά, όπως έγινε δεκτό (βλ. παρ. 12), στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, ο φόρος αυτός, η απόδοση του οποίου συνιστά ποινικό αδίκημα, είναι εκείνος που προκύπτει από τις πραγματικές πωλήσεις του επιτηδευματία και όχι εκείνος που προσδιορίζεται θεωρητικώς (εξωλογιστικώς). Αλλωστε ο τελευταίος δεν αποτελεί, στην κυριολεξία, ΦΠΑ, αλλά, στην πραγματικότητα, οικονομική κύρωση, που επιβάλουν τα αρμόδια φορολογικά όργανα.-
12.- Τα παραπάνω δέχθηκαν οι, αδημοσίευτες, εξ όσων γνωρίζω, στο Νομικό Τύπο, αποφάσεις 254/2010 του Τριμελούς για Κακουργήματα Εφετείου Ιωαννίνων και 3313/2011 του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.-
β!
13.- Στην ανωτέρω επιχειρηματολογία πρέπει να προστεθούν και τα εξής, που συνδέονται με τη φύση του συγκεκριμένου εγκλήματος και τα στοιχεία, που, κατά τη σχετική διάταξη, συγκροτούν την αντικειμενική υπόστασή της, όπως, άλλωστε, αναπτύχθηκε χθες βράδυ από τον κ. Αναγνωστόπουλο, η άποψη του οποίου έτυχε ευρείας αποδοχής:
13.1.- Όπως προαναφέρθηκε, ο ΦΠΑ είναι φόρος επί των πραγματικών πωλήσεων και όχι κύρωση.-
13.2.- Τούτο σημαίνει ότι η υποχρέωση αποδόσεως αφορά πράγματι εισπραχθέντα ΦΠΑ.-
13.3.- Όταν, συνεπώς, ο φορολογούμενος αποδεδειγμένως δεν εισέπραξε ΦΠΑ, διότι ο αγοραστής δεν του κατέβαλε την αξία του τιμολογίου, στην οποία περιλαμβάνεται το τίμημα και ο ΦΠΑ, τότε, προφανώς, δεν (μπορεί να) υπέχει υποχρέωση αποδόσεως μη εισπραχθέντος ΦΠΑ, δοθέντος ότι το σχετικό έγκλημα, έτσι όπως διαπλάθεται στο νόμο, είναι έγκλημα ουσιαστικό και όχι τυπικό.-
13.4.- Για το αμέσως ανωτέρω θέμα βλ. παρακάτω παρ. 18 επ.-
ΙΙΙ.
14.- Ζήτημα (μη) δυνατότητας τιμωρήσεως για μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο, ενόψει της αρχής ne bis in idem, προκύπτει και για μία σειρά χρεών, ιδίως όταν αυτά αποτελούν, ήδη, κύρωση σε βάρος του κατηγορουμένου. Ειδικότερα:
14.1.- Ως γνωστόν, διάφορα ποινικά αδικήματα επισύρουν, εκτός της ποινής φυλακίσεως, και χρηματική ποινή. Είναι επίσης γνωστόν, ότι ο καταδικασθείς κατηγορούμενος δεν μπορεί να κρατηθεί για τη χρηματική ποινή, η οποία βεβαιώνεται στην αρμοδία Φορολογική Αρχή.-
14.2.- Τα ανωτέρω ισχύουν και για μια σειρά διοικητικών προστίμων κλπ, για τα οποία, επίσης, δεν προβλέπεται δυνατότητα στερήσεως της προσωπικής ελευθερίας.-
14.3.- Μεγάλη πρακτική σημασία αποκτούν τα ανωτέρω σε περιπτώσεις λαθρεμπορίας κλπ, όπου συχνά η χρηματική ποινή είναι κατά πολύ βαρύτερη της ποινής φυλακίσεως.-
14.4.- Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, λοιπόν, για την οφειλή αυτή καθεαυτήν δεν προβλέπεται δυνατότητα στερήσεως της προσωπικής ελευθερίας σε περίπτωση μη αποπληρωμής της. Δεν νοείται, λοιπόν, φρονώ, εκ των υστέρων, δυνατότητα καταδίκης και φυλακίσεως, λόγω μη καταβολής αυτών, με τον χαρακτηρισμό, πλέον, βεβαιωμένα χρέη. Δεν είναι δυνατό να μην μπορεί να στερηθεί κάποιος της προσωπικής του ελευθερίας για τη "βασική πράξη" – "χρέος" και να δύναται να (καταδικασθεί και) φυλακισθεί για την μη αποκατάσταση, δηλ. για το ίδιο ακριβώς πράγμα, για την μη καταβολή του ιδίου ποσού. Αν δεν νοείται τιμώρηση ποινική για δεύτερη φορά για το αυτό χρέος, φρονώ ότι πολύ λιγότερο επιτρέπεται ποινική τιμώρηση για μη καταβολή χρέους, για το οποίο πρωτογενώς δεν επιτρέπεται στέρηση της προσωπικής ελευθερίας, παρότι, μάλιστα, αυτό επεβλήθη ως ποινή (χρηματική) κλπ.-
IV.
15.1.- Η μη απόδοση ΦΠΑ, αλλά και, γενικότερα, φορολογικά αδικήματα, απασχολούν, όπως φαίνεται, συχνότατα, τα Δικαστήριά μας, τα οποία αντιμετωπίζουν διαφόρους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου, είτε αυτοτελείς, είτε απλώς υπερασπιστικούς.-
15.2.- Κατ' αρχήν: Τη διάκριση μεταξύ αυτοτελών και απλών υπερασπιστικών ισχυρισμών του κατηγορουμένου, στην οποία προβαίνει ο Άρειος Πάγος, ουδέποτε κατενόησα, σας εξομολογούμαι. Κατά τη γνώμη μου, κάθε ισχυρισμός, που, αν αποδειχθεί βάσιμος, άγει σε απαλλαγή του κατηγορουμένου, είναι ουσιώδης, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού του ως αυτοτελούς ή μη. Συνεπώς πρέπει να ερευνάται οπωσδήποτε και, σε περίπτωση, τυχόν, απορρίψεως, να καλύπτεται η απόρριψη με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.-
15.3.- Ισχυρισμοί περί των οποίων ο λόγος παραπάνω στην παρ. 15.1 είναι α) η συνδρομή καταστάσεως ανάγκης, που αποκλείει τον καταλογισμό [ή, ενδεχομένως (δυσχερέστερα, όμως, φρονώ), το άδικο], β) η έλλειψη δόλου, γ) η συγγνωστή νομική πλάνη, δ) η πτώχευση του κατηγορουμένου κλπ. Τα παραπάνω ζητήματα απασχόλησαν, πράγματι, όπως κατωτέρω αναπτύσσεται, τη νομολογία των Δικαστηρίων μας, η οποία έδωσε τις παρακάτω λύσεις.-
α!
16.- Το Μονομελές για Κακουργήματα Εφετείο Αθηνών, προκειμένης κατηγορίας για μη απόδοση/μη ακριβή απόδοση ΦΠΑ, δέχθηκε, εντελώς προσφάτως, ότι συντρέχει περίπτωση καταστάσεως ανάγκης, που αποκλείει τον καταλογισμό, σύμφωνα με το άρθρο 32 ΠΚ, όταν, πράγματι, συνέτρεξαν, στο πρόσωπο του φορολογουμένου, συνθήκες και περιστάσεις τέτοιες, που να δικαιολογούν την επίκληση της αμέσως ανωτέρω καταστάσεως.-
17.1.- Πρόκειται, ασφαλώς, για πρωτοποριακή άποψη, που, βεβαίως, δεν μπορεί να τύχει γενικής εφαρμογής. Αποκαλύπτει, εν τούτοις, το προσήκον πνεύμα επιεικείας, που πρέπει να διέπει την ποινική μεταχείριση του φορολογουμένου, όταν, φυσικά, συντρέχουν οι όροι του Νόμου. Όπως είναι πρόδηλο, στην συγκεκριμένη περίπτωση, το Δικαστήριο, ενόψει των περιστάσεων της κριθείσας υποθέσεως, δέχθηκε, ως βάσιμο, τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου.-
17.2.- Τέτοιοι ισχυρισμοί, πάντως, εξ όσων γνωρίζω, αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη δυσπιστία από τη Νομολογία μας, όπως, ασφαλώς, γνωρίζετε όλοι σας. Για το λόγο αυτό οι ευνοϊκές νομολογιακές λύσεις είναι ελάχιστες και, συνήθως, εξαντλούνται στην αναγνώριση ελαφρυντικής περιστάσεως, που οδηγεί σε επιεικέστερη, απλώς, μεταχείριση του κατηγορουμένου.-
17.3.- Η προαναφερθείσα απόφαση είναι εντελώς πρόσφατη (δημοσιεύθηκε στις 29/11/2013) και δεν έχει, εισέτι, καθαρογραφεί. Ισχύουν, και εδώ, όσα παραπάνω (βλ. παρ. 10) ανέφερα για μελλοντική ενημέρωση – συμπλήρωση της εισηγήσεώς μου.-
β!
i!
18.- Ένας άλλος ισχυρισμός των κατηγορουμένων, που αντιμετωπίζεται συχνά στα Ποινικά Δικαστήρια, ιδίως κατά την κρίση υποθέσεων μη αποδόσεως ΦΠΑ, είναι ο της ελλείψεως δόλου. Και ο ισχυρισμός αυτός, κατά κανόνα, όπως προαναφέρθηκε, αντιμετωπίζεται από τα Δικαστήρια στενόκαρδα: Ενόψει, δηλαδή, του ότι πρόκειται για παρακρατούμενο και αποδιδόμενο στο Δημόσιο φόρο, τα Δικαστήρια θεωρούν, κατά κανόνα, ότι, σε τέτοιες περιπτώσεις, ο δόλος εμφανίζεται ως αυταπόδεικτος, γι' αυτό και, κατά κανόνα, απορρίπτουν τέτοιους ισχυρισμούς.-
19.- Εν τούτοις, και στο προκείμενο ζήτημα, υπήρξε φωτεινή εξαίρεση, η οποία συνδέεται με την δύσκολη οικονομική συγκυρία των καιρών. Ειδικότερα:
19.1.- Όπως είναι γνωστό, προσφάτως, με την οικονομική κρίση, που μαστίζει τη Χώρα μας, οι επιχειρήσεις, σχεδόν, πάντοτε, αναγκάζονται να πωλούν επί πιστώσει. Εκδίδουν, λοιπόν, όπως είναι υποχρεωμένες, τα προσήκοντα φορολογικά στοιχεία, δηλ. τα τιμολόγια, στα οποία εμφανίζονται οι πωλήσεις. Στα εν λόγω παραστατικά (τιμολόγια) εμφανίζεται ως δήθεν παρακρατηθείς, ο αναλογών ΦΠΑ, ο οποίος, εν τούτοις, στην πραγματικότητα, δεν εισπράχθηκε (δηλ. δεν παρακρατήθηκε), αλλά πιστώθηκε, και αυτός, μαζί με το σύνολο του τιμήματος, από τον πωλητή φορολογούμενο, στον πελάτη του.-
19.2.- Όταν, λοιπόν, αποδειχθεί το αμέσως ανωτέρω γεγονός, ότι δηλ. δεν εισπράχθηκε ο αναλογών ΦΠΑ, τότε, ασφαλώς, ο τελευταίος χάνει, πλέον, το χαρακτήρα του ως παρακρατουμένου φόρου. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό και με την υπόλοιπη συναλλακτική συμπεριφορά του φορολογουμένου, μπορεί να θεμελιώσει την υποβολή ευπροσώπου ισχυρισμού ελλείψεως δόλου.-
19.3.- Τούτο ισχύει, ιδίως, όταν ο τελευταίος, με την καθόλου συμπεριφορά του, αποδεικνύει εμπράκτως ότι ο ισχυρισμός είναι πραγματικός ειλικρινής και βάσιμος) και όχι υποκριτικός. Τέτοια περίπτωση εμφανίζεται, όταν ο φορολογούμενος, παρότι δεν εισέπραξε τον ΦΠΑ, εν τούτοις έσπευσε να ζητήσει αρμοδίως την ρύθμιση της οφειλής του, πράγμα που επετεύχθη, εκείνος δε, για κάποιο χρονικό διάστημα, κατόρθωσε να είναι συνεπής, στις, συμφωνηθείσες με την αρμοδία ΔΟΥ, δόσεις.-
ii!
20.- Σε μια τέτοια περίπτωση το Δικαστήριο και συγκεκριμένως το Τριμελές Πλημ/κείο Θεσσαλονίκης, με πρόσφατη απόφασή του (14813/2013), δέχθηκε ότι, στην κριθείσα, τότε - εκεί, υπόθεση, συντρέχει περίπτωση ελλείψεως δόλου του φορολογουμένου κατηγορουμένου, τον οποίο κήρυξε αθώο.-
21.- Όπως φαίνεται, στην συγκεκριμένη υπόθεση, που έκρινε η προαναφερθείσα απόφαση, το Δικαστήριο, ανεζήτησε τρόπο να αναγνωρίσει εμπράκτως την καλόπιστη συμπεριφορά του φορολογουμένου. Κατά τούτο πρέπει να επαινεθεί η εκ μέρους του Δικαστηρίου μεταχείριση του κατηγορουμένου φορολογουμένου. Εντούτοις η μεταχείριση αυτή δεν υπήρξε αρκούντως τολμηρή: Παρότι, όπως φαίνεται, δέχθηκε ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε εισπράξει τον ΦΠΑ, για μη απόδοση του οποίου κατηγορείτο, εν τούτοις, το Δικαστήριο, αντί να αποφανθεί ότι δεν συγκροτείται το συγκεκριμένο έγκλημα, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, προτίμησε, για να τον απαλλάξει, τη λύση – αιτιολογία της ελλείψεως δόλου.-
γ!
21.- Ανάλογα δέχθηκε, εντελώς προσφάτως, επίσης, το Μονομελές Πλημ/κείο Πειραιώς, ενώπιον του οποίου προβλήθηκε ισχυρισμός κατηγορουμένου για συγγνωστή νομική πλάνη. Ο ισχυρισμός συνίστατο στα εξής και αντιμετωπίστηκε όπως κατωτέρω εκτίθεται:
i!
21.1.- Για οφειλές του κατηγορουμένου-φορολογουμένου προς το Δημόσιο, προερχόμενες από φόρο εισοδήματος διαφόρων χρήσεων, ο κατηγορούμενος υπέβαλε προσφυγές ενώπιον του αρμοδίου Διοικητικού Δικαστηρίου. Παραλλήλως υπέβαλε, στο ίδιο Δικαστήριο, και αντίστοιχες αιτήσεις αναστολής, οι οποίες έγιναν δεκτές.-
21.2.- Τούτο αναγκαστικώς (κατά τον ισχυρισμό, πάντοτε) εσήμαινε είτε ότι δεν θα έπρεπε να χωρήσει η (σε βάρος του φορολογουμένου) βεβαίωση των αντιστοίχων ποσών, κατά το διάστημα που ίσχυε η αναστολή, είτε, ότι, αφού επακολούθησε η αναστολή, δεν ήταν ο φορολογούμενος υποχρεωμένος να εκπληρώσει την προς το Δημόσιο υποχρέωσή του, ενόσω διαρκούσε η αναστολή.-
ii!
22.1.- Το Μονομελές Πλημ/κείο Πειραιώς, λοιπόν, στο οποίο υποβλήθηκε ο ανωτέρω ισχυρισμός, με την ειδικότερη μορφή του ισχυρισμού συγγνωστής νομικής πλάνης, με πρόσφατη απόφασή του (469/2013), δέχθηκε ότι ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος. Το Δικαστήριο, για να καταλήξει στο απαλλακτικό πόρισμα, δεν εδέχθη τον προβληθέντα ισχυρισμό της συγγνωστής νομικής πλάνης. Δέχθηκε ότι, ενόψει των αιτήσεων αναστολής, που είχαν γίνει δεκτές, εκείνος δεν ευθυνόταν για την μη καταβολή των αναφερομένων σε αυτές χρεών.-
22.2.- Με άλλα λόγια το Ποινικό Δικαστήριο εδέχθη ότι, κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, δεν συγκροτείται το έγκλημα. Κατά τούτο, συνεπώς, το συγκεκριμένο Δικαστήριο υπήρξε τολμηρότερο…
23.- Παραλλήλως, όμως, το Δικαστήριο δέχθηκε, ότι, αν, μελλοντικώς, οι προσφυγές απορριφθούν από το αρμόδιο Διοικητικό Δικαστήριο, θα ανακύψει εκ νέου υποχρέωση του κατηγορουμένου, περί καταβολής των αντιστοίχων χρεών προς το Δημόσιο.-

δ!
i!
24.1.- Κατά την εκδίκαση υποθέσεων – κατηγοριών (ιδίως) για μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο υποβάλλεται, συχνότατα, υπερασπιστικός ισχυρισμός, συνδεόμενος με την κήρυξη του κατηγορουμένου σε κατάσταση πτωχεύσεως. Συνηθέστατα ο ισχυρισμός αυτός συνδέεται και με τη φύση του σχετικού εγκλήματος ως γνησίου εγκλήματος παραλείψεως ή ως δια παραλείψεως τελουμένου εγκλήματος.-
24.2.- Με απλά λόγια το κεντρικό νόημα του ισχυρισμού έχει ως ακολούθως: Εφόσον κηρύχθηκα σε πτώχευση, ακόμα και αν είχα την προς τούτο οικονομική δυνατότητα, δεν είχα, πάντως, στη διάρκεια του χρόνου παύσεως των πληρωμών, τη νομική δυνατότητα να καταβάλω το χρέος μου, παρά μόνον δια της τηρήσεως της πτωχευτικής διαδικασίας.-
ii!
25.- Εξ όσων γνωρίζω (και) ο ισχυρισμός αυτός αντιμετωπίζεται από τη νομολογία μας, γενικώς, με δυσπιστία. Ερευνάται, βεβαίως, κατά περίπτωση, αναλόγως, δηλαδή, των στοιχείων της αποδεικτικής διαδικασίας και, πάντως, όχι ως ισχυρισμός που άγει σε κατάλυση του αξιοποίνου, αλλ' είτε ως λόγος ελλείψεως δόλου, είτε ως ελαφρυντική περίσταση.-
iii!
26.- Είναι, βεβαίως, εντελώς διαφορετικό το θέμα αν ο κατηγορούμενος είτε ως φυσικό πρόσωπο, είτε ως εκπρόσωπος νομικού προσώπου, δεν είχε, πράγματι, κατά τον κρίσιμο χρόνο τελέσεως της πράξεως, την ιδιότητα που τον οδήγησε στο εδώλιο του κατ/νου, διότι, λόγω πτωχεύσεως, είχε τερματισθεί η προσωπική επιχειρηματική δραστηριότητά του ή είχε λυθεί το νομικό πρόσωπο, που εφέρετο εκπροσωπών.-
V.
27.- Πρέπει να συνεχισθεί και θα συνεχισθεί, από δικής μου πλευράς, η προσπάθεια αναζητήσεως νομολογίας επί όλων των ανωτέρω ή/και επί οποιουδήποτε άλλου, συναφούς, ζητήματος, ώστε η ανά χείρας εισήγηση να συμπληρώνεται διαρκώς, όπως προαναφέρθηκε.-
VΙ.
38.- Προκειμένου περί των φορολογικών αδικημάτων, προτείνω να καταστεί υποχρεωτική η αναγνώριση ελαφρυντικής περιστάσεως στον κατηγορούμενο, όταν αυτός α) έχει λευκό ποινικό μητρώο, β) είναι φορολογικώς ενήμερος και γ) είναι ασφαλιστικώς ενήμερος. Τι άλλο θα έπρεπε να ζητήσει κανείς από έναν πολίτη, διωκόμενο για το συγκεκριμένο (φορολογικό) έγκλημα, για να του αναγνωρίσει αυτή την ελαφρυντική περίσταση; Οποιαδήποτε περαιτέρω αξίωση θα ήταν, φρονώ, υπερβολική!

(Ενωση Ελλήνων Νομικών e- Θέμις ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ 17 και 18/01/2014 , με θέμα: "Επίκαιρα ζητήματα Φορολογικού Δικαίου")

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου