Σάββατο 30 Μαΐου 2020

Οδηγός για πολιτικά δικαστήρια και προθεσμίες μετά την επαναλειτουργία τους

Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Ολομέλειας των Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος οι Καθηγητές Κωνσταντίνος Καλαβρός, Σπύρος Τσαντινης και Παναγιωτης Γιαννόπουλος εκπόνησαν αναλυτικό Οδηγό για την εφαρμογή των δικονομικών διατάξεων για την επανεκκίνηση της λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων που ψηφίστηκε χθες στη Βουλή (υπ’ αρ. 316/27.5.2020 τροπολογία του Υπουργείου Δικαιοσύνης επί του ΣχΝ του Υπουργείου Υγείας για την Κύρωση της από 13.4.2020 ΠΝΠ) τον οποίο δημοσιεύουμε προς γνώση των συναδέλφων.

Τους ευχαριστούμε θερμά για την ταχύτατη ανταπόκριση τους, για το εμπεριστατωμένο πόνημά τους που επιλύει μια σειρά από ζητήματα που έχουν ανακύψει και την αφιλοκερδή προσφορά τους στο σώμα.
Κατεβάστε τον οδηγό εδώ

Τετάρτη 27 Μαΐου 2020

ΜΠρΠατρών (Ασφ.Μ.) 295/2020 : Παράνομη προσβολή προσωπικότητας - Αναρτήσεις στο διαδίκτυο - Ασφαλιστικά μέτρα -



Παράνομη και προσβλητική της προσωπικότητας του αιτούντος πράξεις. Πιθανολόγηση κινδύνου επαναλήψεως της εν λόγω συμπεριφοράς της καθής. Διαταγή ασφαλιστικών μέτρων. Προσωρινή απαγόρευση στην καθής να προσβάλλει με οποιονδήποτε τρόπο την τιμή και την υπόληψη του αιτούντος. Παύση επικοινωνίας και προσεγγίσεως σε απόσταση μικρότερη των πενήντα μέτρων και αναρτήσεων στο διαδίκτυο προσβλητικών της προσωπικότητας του αιτούντος.


ΑΠΟΦΑΣΗ 295/2020
(αριθμ. κατάθ. ./2019)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή, Γεώργιο Αντωνιάδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριο του, στην Πάτρα, στις 26 Φεβρουαρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: …, κατοίκου /..........., ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας του δικηγόρου ΕΣ
ΤΗΣ ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: …, κατοίκου Πατρών, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου της δικηγόρου ΠΑ, δυνάμει της .......... απόφασης του δικαστηρίου τούτου (Ν 3226/2004).
Ο ΑΙΤΩΝ ζητεί να γίνει δεκτή η αίτηση του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό καταθέσεως 1298/2019 και προσδιορίστηκε, έπειτα από αναβολή, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά την συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την υπό κρίση αίτηση, ο αιτών εκθέτει ότι η καθ' ης, από τον Οκτώβριο του έτους 2018 έως και σήμερα, προβαίνει στις, αναφερόμενες στην αίτηση, διαρκείς και επανειλημμένες παράνομες και προσβλητικές της προσωπικότητας του, ενέργειες, οι οποίες θέτουν σε δοκιμασία την ψυχική του ηρεμία, κατ' ακολουθίαν δε του ιστορικού αυτού και υπό την επίκληση επικειμένου κινδύνου, ζητεί να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα, κατά τρόπο ώστε να απαγορευθεί στην καθ' ης, με την απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κρατήσεως της, να τον παρενοχλεί και να προσβάλει την προσωπικότητα του και, τέλος, να καταδικασθεί στην πληρωμή των δικαστικών του εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο η ένδικη αίτηση, αρμοδίως φερομένη, ως εκ της επικαλούμενης επείγουσας περίπτωσης, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682, 683, 686 επ. και 731 επ. του ΚΠολΔ), είναι νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 57 του ΑΚ, 176, 682§ 1, 731, 732 και 947§ 1 του ΚΠολΔ και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.

Από όσα την ένορκη κατάθεση στο ακροατήριο του μάρτυρα του αιτούντος, …, όσα εξέθεσαν οι διάδικοι, ανωμοτί εξεταζόμενοι, από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν οι τελευταίοι, και από την εν γένει διαδικασία, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι γνωρίστηκαν τον Σεπτέμβριο του 2018 μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης με την επωνυμία «Instagram» και, ακολούθως, άρχισαν να συνομιλούν μέσω μηνυμάτων, χρησιμοποιώντας έτερη διαδικτυακή πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης με την επωνυμία «Facebook». Παρά δε το γεγονός ότι ο αιτών κατοικεί στο Βόλο, όπου εργάζεται στην Πολεμική Αεροπορία, και η καθ' ης στην Πάτρα, συνήψαν συναισθηματικό δεσμό, με την τελευταία να επισκέπτεται τον αιτούντα τρεις - τουλάχιστον φορές σε διάστημα ενός μήνα. Η σχέση αυτή, όμως, έληξε σε σύντομο χρονικό διάστημα, ήτοι περί τα τέλη Οκτωβρίου του 2018, διότι από πολύ νωρίς, η καθ' ης επέδειξε μια αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά απέναντι στον αιτούντα, δημιουργώντας του σκηνές ζηλοτυπίας, χωρίς να υπάρχει λόγος. Αφού της ζήτησε να διακόψουν τη σχέση τους, η καθ' ης άρχισε να παρενοχλεί τον αιτούντα, μέσω τηλεφώνου, αποστέλλοντας αλλεπάλληλα μηνύματα, ενώ, μετά τον αποκλεισμό που επέβαλε σ' αυτήν ο τελευταίος από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και την άρνηση του να απαντήσει στις κλήσεις της, αυτή άρχισε να ενοχλεί τους φίλους του, τους γνωστούς του και τα μέλη της οικογένειας του και να δημιουργεί ψεύτικους λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με φερόμενο χρήστη τον αιτούντα, στέλνοντας μηνύματα τόσο σ' αυτόν όσο και σε φίλους και συναδέλφους του. Παρά τις διαρκείς προσπάθειες του τελευταίου να πείσει την καθ' ης να διακόψει οποιαδήποτε επαφή μαζί του και με οποιοδήποτε τρόπο, ζητώντας μάλιστα τη βοήθεια της μητέρας της και επισκεπτόμενος και την Πάτρα προκειμένου να βρεθεί λύση, η καθ' ης δεν έπαυσε να τον παρενοχλεί, ούτε και μετά την έκδοση της από 4-10-2019 προσωρινής διαταγής του Προέδρου Πρωτοδικών Πατρών, δημιουργώντας μάλιστα νέους ψεύτικους λογαριασμούς, στο όνομα του αιτούντος ή τρίτων προσώπων, στη διαδικτυακή πλατφόρμα «Instagram», όπου καταχωρεί συνομιλίες στις οποίες φέρεται να συμμετέχει και ο αιτών με προσβλητικό γι' αυτόν περιεχόμενο. Πρόδηλο είναι, μετά ταύτα, ότι η προεκτεθείσα συμπεριφορά της καθ' ης, ως παράνομη και προσβλητική της προσωπικότητας του αιτούντος και δη των ειδικότερων εκφάνσεων της επί της τιμής, της ιδιωτικής ζωής της σφαίρας του απορρήτου, φορτίζει και διαταράσσει τον ψυχικό του κόσμο και του δημιουργεί προβλήματα στην προσωπική και κοινωνική του ζωή. Συνακολούθως και αφού ο κίνδυνος επαναλήψεως της κατά τα ως άνω συμπεριφοράς της καθ' ης πιθανολογείται άμεσος και υπαρκτός, πρέπει, κατά παραδοχή της ενδίκου αιτήσεως, να διαταχθούν, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό, τα εκεί διαλαμβανόμενα ασφαλιστικά μέτρα, που κρίνονται ικανά να διασφαλίσουν την προσωρινή προστασία που ο αιτών εν προκειμένω δικαιούται. Τα δικαστικά έξοδα του αιτούντος πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της καθ' ης (άρθρα 106, 176 και 184 του ΚΠολΔ, σε συνδ. με το άρθρο 12 του ν. 3226/2004 «περί παροχής νομικής βοήθειας σε πρόσωπα χαμηλού εισοδήματος», σύμφωνα με το οποίο «η εκκαθάριση των εξόδων της δίκης γίνεται κατά τις ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις και περιλαμβάνει και τα έξοδα από τα οποία απαλλάχθηκε ο δικαιούχος, καθώς και την αποζημίωση του δικηγόρου και κάθε άλλου προσώπου που βαρύνει, κατά το νόμο αυτόν, το Δημόσιο»), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την αίτηση.

Απαγορεύει προσωρινά στην καθ' ης να προσβάλλει με οποιονδήποτε τρόπο την τιμή και την υπόληψη του αιτούντος, ειδικότερα δε να παύσει α) να επικοινωνεί μαζί του (δια ζώσης, τηλεφωνικά) και να τον προσεγγίζει σε απόσταση μικρότερη των πενήντα μέτρων (50) μέτρων και β) να προβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο στο διαδίκτυο σε αναρτήσεις προσβλητικές της προσωπικότητας του αιτούντος.

Απειλεί σε βάρος της καθ' ης χρηματική ποινή πεντακοσίων ευρώ (500,00) και προσωπική κράτηση διαρκείας τριών (3) μηνών, για κάθε παραβίαση της προαναφερομένης διατάξεως.

Επιβάλλει σε βάρος της καθ' ης τα δικαστικά έξοδα του αιτούντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Πάτρα, σε δημόσια έκτακτη συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στις 20 Μαρτίου 2020, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, με την παρουσία της γραμματέως ΓΚ

                                                         Για τη δημοσίευση
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                       Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρίτη 26 Μαΐου 2020

"Η έννοια του τρίτου στα άρθρα 362-363 ΠΚ" (Αντώνης Ν. Πεπελάσης Δικηγόρος, Μέλος ΕΕΠ)



Ένα από τα ζητήματα που απασχολούν έντονα θεωρία και νομολογία είναι εκείνο της εννοιας του «τρίτου» στα αδικήματα των άρθρων 362-363 ΠΚ. Η δημοσίευση αρχικά αποφάσεων πολιτικών δικαστηρίων (ενδεικτικά ΠΠΑ 373/2016) και εισαγγελικών διατάξεων (Διατ.Εισ.Εφ.Αθ 250/2016, Διατ.Εισ.Πρ.Αθ 201/2017) και εν συνεχεία και αποφάσεων ποινικών δικαστηρίων πρώτου και δεύτερου βαθμού, που εξαιρούσαν από την έννοια του τρίτου τα πρόσωπα (δικαστές, εισαγγελείς κλπ) που εξ επαγγέλματος λάμβαναν γνώση των εκάστοτε φερόμενων ως συκοφαντικών ισχυρισμών, δημιούργησε ρήγμα στη μέχρι τότε σταθερή άποψη της νομολογίας αλλά κατά βάση και της θεωρίας.

Η σχετική προβληματική ήχθη αρκετές φορές και ενώπιον του Αρείου Πάγου (σε επίπεδο Τμήματος), με κάποιες από τις πρόσφατες αποφάσεις (ενδεικτικά 841/2019, 688/2019, 1013/2018, 1777/2017) να δέχονται ότι «στην έννοια του τρίτου περιλαμβάνεται οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς, οι αστυνομικοί κλπ που έλαβαν γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού ή της διάδοσης, ενόψει μάλιστα και του ότι και από την γραμματική ακόμη διατύπωση του κειμένου των διατάξεων των άρθρων 362-363 του ΠΚ, συνάγεται ευθέως ότι "τρίτος" είναι κάθε πρόσωπο που λαμβάνει γνώση των φερόμενων συκοφαντικών ισχυρισμών, αφού δεν γίνεται σ΄ αυτές οποιαδήποτε εξαίρεση ή διάκριση για τα όργανα που είναι κατά το νόμο αρμόδια να παραλαμβάνουν μηνύσεις, καταθέσεις κλπ.».

Ωστόσο την ίδια περίοδο έχουν δημοσιευτεί και αποφάσεις (ενδεικτικά ΑΠ 1353/2019, 1352/2019, 1090/2019, 490/2019 και 487/2019), που δέχονταν ότι «ο εισαγγελέας, ο πταισματοδίκης και ο δικαστικός γραμματέας είναι θεσμικά εξουσιοδοτημένα όργανα να λαμβάνουν γνώση των δικογράφων, καταγγελιών, μηνύσεων και στα πλαίσια των υπηρεσιακών τους καθηκόντων ερευνούν τη βασιμότητα των αναφερομένων σ’ αυτά ή καταγίνονται με τη διεκπεραίωση των υποθέσεων, χωρίς να προβαίνουν σε ίδια κατά την προσωπική τους άποψη (αρνητική) εκτίμηση αυτών, όπως κάθε τρίτο πρόσωπο. Έτσι, τα δικαστικά αυτά πρόσωπα, χωρίς τη συνδρομή ιδιαίτερων άλλων περιστάσεων που δικαιολογούν την προσφορότητα της προσβολής της τιμής και υπόληψης του εγκαλούντος, δεν είναι τρίτοι με την έννοια που προαναφέρθηκε και επομένως δεν στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση της συκοφαντικής δυσφήμησης.» Η άποψη αυτή έχει βρει και υποστηρικτές στη θεωρία (ενδεικτικά Κονταξής).

Η υιοθέτηση επομένως, ακόμη και σε επίπεδο Τμήματος του Αρείου Πάγου και της περιορισμένης έννοιας του «τρίτου», μη υπαγόμενης σε αυτήν, των δικαστών, εισαγγελέων, γραμματέων κλπ, έχει επιτρέψει (και μέχρι το θέμα να λυθεί σε επίπεδο Ολομέλειας) σε δικαστήρια όλων των βαθμίδων, να ερμηνεύουν την ανωτέρω έννοια κατά το δοκούν και κατά συνέπεια παρεμφερείς ως προς αυτό το ζήτημα υποθέσεις (ανεξαρτήτως της ουσίας τους) να αντιμετωπίζονται με εκ διαμέτρου αντίθετο τρόπο.

Το ανωτέρω ζήτημα πέρα από το αυτονόητα μεγάλο ενδιαφέρον σε θεωρητικό και νομολογιακό επίπεδο, έχει και τεράστιες πρακτικές προεκτάσεις, δημιουργώντας, εκτός των άλλων, ανασφάλεια δικαίου και συνακόλουθες συνέπειες οι οποίες εκθέτουν όλους εμάς τους συλλειτουργούς της δικαιοσύνης.
Ειδικότερα, είναι προφανές ότι η απλή απάντηση σε πελάτη που ρωτά κατά πόσο μπορεί είτε να καταθέσει μήνυση για σε βάρος του συκοφαντικούς ισχυρισμούς, διατυπωθέντες σε δικόγραφο, ήτοι αγωγή, μήνυση, υπόμνημα κλπ, είτε κατά πόσο ο ίδιος κινδυνεύει να καταδικαστεί για την από μέρους του αντίστοιχη διατύπωση τέτοιων ισχυρισμών ενώπιον εισαγγελικών και δικαστικών Αρχών, πλέον δεν μπορεί να δοθεί με ασφάλεια. Θα πρέπει να προηγηθεί μία μικρή διάλεξη προς τον πελάτη περί των δύο διαφορετικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων της έννοιας του τρίτου και να καταλήξει η ενημέρωση – συμβουλή σε μία πιθανολόγηση / ευχή ανάλογα με το από ποια πλευρά είναι κάθε φορά ο εκάστοτε εντολέας, προκείμενου να τύχει να εκδικαστεί η υπόθεσή του από δικαστήριο της ευνοϊκής προς αυτόν αντίστοιχα άποψης.

Επίσης, για εμάς τους συνηγόρους, δημιουργείται και το πολύ δυσάρεστο ενδεχόμενο (και σίγουρα καθόλου τιμητικό για την επιστημοσύνη και τη σοβαρότητά μας) να αγορεύουμε κάποιες φορές υπέρ της μίας άποψης και κάποιες υπέρ της άλλης, εκτός αν αποφασίσει έκαστος εξ ημών να πάρει σαφή θέση και έτσι να μην αναλαμβάνει υποθέσεις οι οποίες απαιτούν την από μέρους του υποστήριξη της αντίθετης θέσης, καθώς ανεξαρτήτως της δικής του άποψης για το θέμα, η ευθύνη της υπεράσπισης μίας υπόθεσης επιβάλλει για την πληρότητα της υπεράσπισης και την προβολή του σχετικού (επιθετικού ή αμυντικού) ισχυρισμού.

Τρίτη 19 Μαΐου 2020

ΜονΕφΠατρών 202/2020 : "Έφεση από διάδικο που δικάσθηκε ερήμην - Έμμισθοι δικηγόροι ΝΠΔΔ - Ειδική εισφορά αλληλεγγύης - Επίδομα θέσης ευθύνης"






































Άσκηση έφεσης από διάδικο που δικάσθηκε πρωτοδίκως ερήμην. Η έφεση λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργημένης αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας και επιφέρει χωρίς έρευνα των λόγων της, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης και την αναδίκασή της από το Εφετείο. Αγωγή έμμισθου δικηγόρου σε ΝΠΔΔ με την οποία ζητεί να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο επίδομα θέσης ευθύνης, καθώς και έτερο ποσό που παρανόμως του παρακράτησε ως ειδική εισφορά αλληλεγγύης και ειδική εισφορά υπέρ ΟΑΕΔ. Ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 38 παρ. 2α του Ν 3986/2011. Αναγκαία προϋπόθεση για την υπαγωγή στο ΙΚΑ και κατ’ επέκταση στον ΟΑΕΔ είναι η έναντι αμοιβής παροχή εξαρτημένης εργασίας. Δικηγόρος ο οποίος παρέχει τις υπηρεσίες του με σχέση έμμισθης εντολής σε ΝΠΔΔ για να δικαιούται το επίδομα θέσης ευθύνης προϊσταμένου οποιουδήποτε επιπέδου απαιτείται να ασκεί καθήκοντα σε νόμιμα συνιστώμενη θέση προϊσταμένου νομικής υπηρεσίας, η οποία προβλέπεται ως οργανική μονάδα του ΝΠΔΔ οποιουδήποτε επιπέδου από τις οικείες καταστατικές διατάξεις ή τους καταστατικούς εσωτερικούς κανονισμούς του νομικού αυτού προσώπου.


ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 202/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Δικαστή Μαρία Ζαχαριάδου, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος Εφετών Πατρών και την Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, στην Πάτρα, στις 09.01.2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ - ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ... τελούντος σε σχέση έμμισθης εντολής με το Π. Γ. Νοσοκομείο Πατρών, με Α.Φ.Μ. ..., ο οποίος εμφανίστηκε στο ακροατήριο του δικαστηρίου τούτου αυτοπροσώπως και κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ - ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ - ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΒΟΗΘΕΙΑ», που εδρεύει στο Ρίο Πατρών και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή του, με Α.Φ.Μ. ... .' Δ.Ο.Υ Πατρών, το οποίο εκπροσωπήθηκε στο δικαστήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο του ΠΒ του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών, η οποία παραστάθηκε και κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
Ο ενάγων και ήδη εκκαλών ... άσκησε την από 09.03.2015 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./09.03.2015) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, ζητώντας να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει το χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο επίδομα θέσης ευθύνης, καθώς και έτερο ποσό που παρανόμως του παρακράτησε ως ειδική εισφορά αλληλεγγύης και ειδική εισφορά υπέρ Ο.Α.Ε.Δ..
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών εξέδωσε την υπ' αριθμ. 133/2017 απόφαση του, με την οποία έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή ως προς το επίδομα θέσης ευθύνης.
Την απόφαση αυτή προσβάλει αφενός ο ενάγων και ήδη εκκαλών ως προς το κεφάλαιο της, με το οποίο απερρίφθη η αγωγή του (ήτοι την παρακράτηση από το εναγόμενο της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και της ειδικής εισφοράς υπέρ Ο.Α.Ε.Δ.), με την από 04.04.2018 έφεση του (με αριθμό κατάθεσης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών ./05.04.2018), αφετέρου το εναγόμενο Νοσοκομείο και ήδη εφεσίβλητο αλλά και εκκαλών αντίστοιχα ως προς το κεφάλαιο της περί αποδοχής του αγωγικού κονδυλίου επιδόματος θέσης ευθύνης, με την από 13.05.2018 (με αριθμό κατάθεσης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών ./15.05.2018) έφεση του, οι οποίες συνεκδικάζονται, αμφότερες προσδιορίστηκαν μετά από αναβολή για την παραπάνω αναφερόμενη δικάσιμο και εγγράφηκαν στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων ο εκκαλών - δικηγόρος αυτοπροσώπως αλλά και η πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσίβλητου ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση: 1) η από 04.04.2018 έφεση (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./05.04.2018) του εκκαλούντος δικηγόρου κατά του εφεσίβλητου Ν.Π.Δ.Δ. και 2) η από 13.05.2018 έφεση (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./15.05.2018) του εκκαλούντος Ν.Π.Δ.Δ. κατά του εφεσίβλητου και κατά της υπ' αριθμ. 133/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, που εκδόθηκε ερήμην του εναγόμενου Ν.Π.Δ.Δ., κατά τη διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και προς μείωση των εξόδων, κατά την ίδια διαδικασία (άρθρο 246 ΚΠολΔ).
Η υπό 1) και από 04.04.2018 έφεση (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./05.04.2018) του εκκαλούντος δικηγόρου κατά του εφεσίβλητου Ν.Π.Δ.Δ. και κατά της ως άνω οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, εκδόθηκε ερήμην του εναγόμενου και ήδη εφεσίβλητου, κατά τη διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας και έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ' άρθρα 495 παρ. 1 - 2, 511, 513, 516 παρ. 1, 517 εδαφ. α', 518 παρ. 2, 147 και 614 παρ. 1 ΚΠολΔ (ήτοι εντός διετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης), καθώς οι διάδικοι δεν επικαλούνται για την προκείμενη έφεση, ούτε προκύπτει από τα προσκομιζόμενα εκ μέρους τους έγγραφα, ότι έγινε επίδοση της στον εκκαλούντα. Περαιτέρω εισάγεται αρμοδίως στο παρόν Δικαστήριο (άρθρο 19 ΚΠολΔ) κατά την παραπάνω ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα των διαφορών από αμοιβές (άρθρα 524 παρ. 1 σε συνδυασμό με 591 παρ. 1 και 614 παρ. 5 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη υπό 1) έφεση να γίνει τύποις δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατά το παραδεκτό και το νόμω και ουσία βάσιμο των επιμέρους λόγων της κατά την αυτή διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής δεν υφίσταται υποχρέωση καταβολής παραβόλου άσκησης ενδίκου μέσου κατ' άρθρο 495 παρ. 3 εδ. τελευταίο σε συνδυασμό με το άρθρο 614 αρ. 5 ΚΠολΔ.
Από τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρθρου 44 του Ν. 3994/13.7.2011, συνάγεται, ότι και υπό τη νέα της διατύπωση, που αποτελεί ουσιαστικά επαναφορά της διάταξης του ως άνω άρθρου 528, όπως ίσχυε πριν την τροποποίηση της με το άρθρο 16 παρ. 4 του Ν. 2915/2001 (βλ. Εισηγητική έκθεση του Ν. 3994/2011 σε ΚΝοΒ 59.1723), η νομότυπη και εμπρόθεσμη άσκηση της έφεσης εκ μέρους του διαδίκου που δικάστηκε πρωτοδίκως ερήμην, έχει ως συνέπεια την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε, χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης, και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προτείνει και πρωτοδίκως. Από τα ανωτέρω συνάγεται, ότι η έφεση λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργημένης αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας και επιφέρει, χωρίς έρευνα των λόγων της, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης και την αναδίκαση της υπόθεσης από το Εφετείο, ενώπιον του οποίου η συζήτηση γίνεται πλέον προφορικά (ΑΠ 907/2014 δημοσιευμένη στον ηλεκτρονικό τύπο ΝΟΜΟΣ) και το οποίο μετατρέπεται ουσιαστικά σε πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Μετά την εξαφάνιση της απόφασης, χωρεί ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου νέα συζήτηση της υπόθεσης, κατά την οποία ο εκκαλών μπορεί να προβάλει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους και πρωτοδίκως είχε δικαίωμα να προτείνει, χωρίς να υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 527 ΚΠολΔ, ενώ παράλληλα, για λόγους οικονομίας της δίκης, μπορούν να εξεταστούν και οι μάρτυρες κατά την ίδια συζήτηση (ΑΠ 907/2014, ΕφΑΘ 2120/2014 δημοσιευμένες στον ηλεκτρονικό τύπο ΝΟΜΟΣ). Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς τη βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολο της και πρέπει να εξαφανιστεί ως προς όλες τις διατάξεις της (ΑΠ 1015/2005 Ελλ.Δνη 2004.1078, ΕφΔωδ 19/2016 δημοσιευμένη στον ηλεκτρονικό τύπο ΝΟΜΟΣ) πάντοτε μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης (ΕφΑΘ 320/2019 ΤΝΠ Νόμος).

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

"Περιορισμοί της θρησκευτικής λατρείας και των συναθροίσεων για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Οι αποφάσεις του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας" [Κυριάκος Π. Παπανικολάου, Λέκτωρ Δημοσίου Δικαίου της Νομικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης]




























Ι.

Το βασικό χαρακτηριστικό της ενσκήψασας πανδημίας είναι η ραγδαία εξάπλωσή της λόγω της υψηλής μεταδοτικότητάς της. Η υγειονομική κρίση κατέστη παγκόσμια εντός χρονικού διαστήματος που υπερβαίνει ζοφερά τις παραστάσεις μας για τις ταχύτητες μετάδοσης στο πεδίο της φυσικής ζωής, στο οποίο εθεωρείτο ότι εκ των πραγμάτων υστερεί η δυναμική σε σύγκριση με το ψηφιακό επίπεδο της παγκοσμιοποίησης. Από την άλλη πλευρά, η ακαριαία επικοινωνία και πληροφόρηση, την οποία επιτρέπει η παγκοσμιοποίηση, αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για την έγκαιρη αντίδραση κατά της μεταδοτικότητας της νόσου. Η μοιραία πύκνωση του χρόνου [1] συνειδητοποιήθηκε σύντομα και έτσι οι κίνδυνοι κατέστησαν αντικείμενο δημόσιων πολιτικών έκτακτης ανάγκης. Η ενεργοποίησή της αντίδρασης στο επίπεδο των κρατών κρίθηκε αναγκαία βάσει του διακυβεύματος, ελλείψει χρόνου και εν όψει του εξ ορισμού διασυνοριακού χαρακτήρα της κρίσης. Δεν υπήρχε περιθώριο δοκιμών με ηπιότερα μέσα αυτορρύθμισης των κοινωνιών [2].

Οι τάχιστα ενταθείσες κρατικές απαγορεύσεις προφανώς έθεσαν και θέτουν σε δοκιμασία, δηλαδή αναδεικνύουν σε ακραίες συνθήκες, τα όρια των Συνταγμάτων, καθώς η επιβολή των μέτρων σε κάθε έννομη τάξη αξιολογείται τόσο σε σχέση με οργανωτικές συνταγματικές διατάξεις, που αφορούν άμεσα τη λειτουργία των πολιτευμάτων, όσο και –κυρίως– σε σχέση με τις διατάξεις περί θεμελιωδών δικαιωμάτων [3]. Καθώς τα ζητήματα οργανωτικού δικαίου είναι εν πολλοίς συνδεδεμένα με τη θεσμική ιδιοπροσωπία της κάθε έννομης τάξης, π.χ. ομοσπονδιακή δομή, αρχή της επικουρικότητας, επείγουσα εισαγωγή ουσιαστικών νόμων, παρουσιάζει συγκριτικό ενδιαφέρον κυρίως η νομολογιακή αξιολόγηση της συμβατότητας των μέτρων με τις συνταγματικές διατάξεις περί θεμελιωδών δικαιωμάτων [4]. Ιδίως κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες τουλάχιστον, στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων έχει διαμορφωθεί ένα υπερεθνικό κεκτημένο, που βασίζεται στην κανονιστική αλληλεξάρτηση των εννόμων τάξεων στην Ευρώπη [5]. Μέσω νομολογιακών μεταστροφών και προσαρμογών έχουν επέλθει κρίσιμες προσεγγίσεις και εναρμονίσεις των εθνικών συνταγματικών τάξεων, χωρίς βεβαίως να λείπουν αναζωογονητικές στροφές εντάσεων του διασυνταγματικού συντονισμού [6], ιδίως εντός του δικαιοδοτικού διαλόγου μεταξύ των υπερεθνικών και των ανώτατων εθνικών δικαστηρίων. Η ενσκήψασα πανδημία παρέχει ένα προνομιακό πεδίο μείζονος αξιοποίησης των συγκριτικών πορισμάτων, διότι αποτελεί μια ενιαία πρόκληση στην οποία καλούνται να ανταποκριθούν εκ παραλλήλου οι εθνικές συνταγματικές τάξεις [7]. Το πρόβλημα είναι κοινό, οι ευρωπαϊκές έννομες τάξεις τελούν, ούτως ή άλλως, σε διασυνταγματικό συντονισμό και, επομένως, για τους δύο αυτούς λόγους η προσέγγισή μας δεν μπορεί παρά να είναι και δικαιοσυγκριτική, λαμβανομένων βεβαίως σοβαρά υπόψη των υφισταμένων κανονιστικών διαφορών [8].

Υπ’ αυτήν την οπτική, παρουσιάζουν αυξημένο ενδιαφέρον οι εκδοθείσες αποφάσεις του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας σχετικά με τη συνταγματικότητα των μέτρων [9]. Μέχρι σήμερα έχουν δημοσιευθεί περίπου είκοσι σχετικές δικαστικές αποφάσεις. Εξ αυτών των αποφάσεων επί αιτήσεων προσωρινής δικαστικής προστασίας δικαιοσυγκριτικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν ιδίως τρεις αποφάσεις, που θα εξετασθούν εδώ κατά τη χρονική σειρά δημοσιεύσεώς τους× η πρώτη και η τρίτη (παρακάτω, υπό ΙΙ και IV αντιστοίχως) αφορούν στην ελευθερία της θρησκευτικής λατρείας, ενώ η δεύτερη (παρακάτω, υπό ΙΙΙ) στην ελευθερία συνάθροισης.



ΙΙ.

Στην πρώτη περίπτωση [10], ο προσφεύγων προσέβαλε τις διατάξεις διατάγματος του Κρατιδίου της Έσσης που απαγόρευαν τις συγκεντρώσεις σε χώρους λατρείας, δυνάμει των οποίων δεν μπορούσε ως πιστός του καθολικού χριστιανικού δόγματος να λάβει μέρος στην τελετή της θείας ευχαριστίας και στις λειτουργίες των ημερών του Πάσχα. Σύμφωνα με τον προσφεύγοντα, η θεία ευχαριστία είναι κεντρικής σημασίας εντός της καθολικής πίστεως και η τέλεσή της δεν μπορεί να υποκατασταθεί με την ατομική προσευχή ή με μετάδοση της τελετής από το διαδίκτυο. Για αυτούς τους λόγους, κατά τον προσφεύγοντα, η απαγόρευσή της αποτελούσε μια υπέρμετρα επαχθή προσβολή της θρησκευτικής ελευθερίας, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 §§1 και 2 του Θεμελιώδους Νόμου (ΘΝ). Αυτή η προσβολή επιτείνεται κατά της ημέρες του Πάσχα, που αποτελούν το επίκεντρο της θρησκευτικής ζωής των χριστιανών [11].

Το Δικαστήριο έκρινε ότι, με αυτό το περιεχόμενο, η συνταγματική προσφυγή δεν ήταν προδήλως αβάσιμη [12] και, συνεπώς, προέβη σε στάθμιση των συνεπειών της συνέχισης της απαγόρευσης και της αναστολής της. Τόνισε ότι αυτή η στάθμιση δεν αφορά μόνο την έννομη σφαίρα του προσφεύγοντος, αλλά ευρύτερου κύκλου προσώπων, που θα επηρεάζονταν από την απόφαση και ότι, για να χορηγήσει προσωρινή προστασία, θα έπρεπε οι υπέρ της αίτησης λόγοι να είναι τόσο σοβαροί ώστε να καθιστούν αναμφιλέκτως αναγκαία την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας [13]. Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση με το ακόλουθο σκεπτικό: Η αναστολή της απαγόρευσης θα οδηγούσε προφανώς σε συνάθροιση πολλών ανθρώπων στις εκκλησίες, ιδίως κατά τις ημέρες του Πάσχα, με συνέπεια την αύξηση του κινδύνου εξάπλωσης του ιού και επιβάρυνσης του συστήματος ιατρικής περίθαλψης με πολλά σοβαρά περιστατικά, ορισμένα εκ των οποίων θα ήταν και θανατηφόρα. Αυτή η εκτίμηση κινδύνου προέκυπτε από σχετική έκθεση του Ινστιτούτου Robert Koch, το οποίο είναι ομοσπονδιακός δημόσιος φορέας με σκοπό την προστασία της υγείας. Η διακινδύνευση δεν θα αφορούσε μόνο τους εκουσίως μετέχοντες στις θρησκευτικές λειτουργίες αλλά έναν ευρύτερο κύκλο προσώπων, στα οποία θα μπορούσε να μεταδοθεί ο ιός [14]. Μια τέτοια αυξημένη διακινδύνευση της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας θα έθιγε το οικείο, κατοχυρωμένο στο άρθρο 2 §2 ΘΝ δικαίωμα, το οποίο το κράτος πρέπει να προστατεύει, με συνέπεια την επί του παρόντος υποχώρηση του επίσης συνταγματικώς προστατευόμενου δικαιώματος της θρησκευτικής λατρείας. Αυτή τη στάθμιση υπέρ του δικαιώματος στη ζωή και στη σωματική ακεραιότητα δικαιολόγησε το Δικαστήριο με ιδιαίτερη αναφορά στην παραπάνω επιστημονική έκθεση εκτίμησης κινδύνου, και ιδίως στη θέση της ότι ήδη στην αρχική φάση της πανδημίας έπρεπε να περιορισθεί η εξάπλωση του ιού με τον περιορισμό των ανθρώπινων επαφών, ώστε να αποφευχθεί μια κατάρρευση του συστήματος υγείας με πολυάριθμους θανάτους. Πάντως, το Δικαστήριο τόνισε ότι κρίσιμος για αυτή τη στάθμιση ήταν και ο χρονικός περιορισμός της απαγόρευσης μέχρι τη 19η Απριλίου 2020 και, επομένως, η επαναξιολόγηση του διατάγματος από τις αρμόδιες αρχές βάσει των εξελισσόμενων δεδομένων σχετικά με την πανδημία. Μια τέτοια επανεκτίμηση της προσήκουσας ρύθμισης πρέπει να βασίζεται σε αυστηρή εξέταση των μέτρων υπό την αρχή της αναλογικότητας, η οποία μπορεί – βάσει των νεώτερων δεδομένων – να επιβάλει χαλάρωση της απαγόρευσης υπό αυστηρούς περιορισμούς και ενδεχομένως με εφαρμογή της μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές [15].

Το παραπάνω σκεπτικό του Δικαστηρίου θα μπορούσε να κωδικοποιηθεί ως εξής:
α) Η απαγόρευση της συμμετοχής πιστών σε λατρευτικές εκδηλώσεις αποτελεί σοβαρότατη επέμβαση στη θρησκευτική ελευθερία τους.
β) Δεν είναι προδήλως αβάσιμη η έγερση ισχυρισμών περί αντισυνταγματικότητας της απαγόρευσης.
γ) Η συνταγματική ένταση που προκαλείται από τα οικεία μέτρα αφορά στη σύγκρουση μεταξύ δύο θεμελιωδών δικαιωμάτων: του δικαιώματος στη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα αφ’ ενός, της θρησκευτικής ελευθερίας αφ’ ετέρου.
δ) Ο βαθμός διακινδύνευσης της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας σε περίπτωση συνέχισης των θρησκευτικών συναθροίσεων υπό τις τότε τρέχουσες συνθήκες αποτέλεσε κρίσιμη παράμετρο της στάθμισης μεταξύ των συγκρουόμενων δικαιωμάτων.
ε) Η διακινδύνευση της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας τεκμηριώνεται βάσει επιστημονικών μελετών και συνδέεται με τις συνέπειες της εξάπλωσης της πανδημίας για το σύστημα δημόσιας υγείας [16].
στ) Η διακινδύνευση της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας τόσο των μετεχόντων στις θρησκευτικές τελετές όσο και ευρύτερου κύκλου προσώπων, με πιθανή μάλιστα την αδυναμία του συστήματος υγείας να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις συνέπειες εκτεταμένης διασποράς του ιού, επιβάλλουν την υποχώρηση της θρησκευτικής ελευθερίας.
ζ)  Η ανωτέρω στάθμιση κρίθηκε προσήκουσα ιδίως εν όψει της βραχείας χρονικής οριοθέτησης της απαγόρευσης της θρησκευτικής λατρείας [17].
η) Η επιμήκυνση της ισχύος των μέτρων θα επέβαλε την εκ νέου αξιολόγηση της στάθμισης βάσει της αρχής της αναλογικότητας εν όψει επίκαιρων δεδομένων [18].


III.

Στη δεύτερη περίπτωση [19], ο προσφεύγων είχε ενημερώσει εγγράφως τις αρχές σχετικά με επικείμενες τετράωρες συναθροίσεις στις 14, 15, 16 και 17 Απριλίου 2020. Το σύνθημα των συναθροίσεων ήταν «Ενισχύστε την υγεία και μην αποδυναμώνετε τα θεμελιώδη δικαιώματα – Προστασία από τους ιούς, όχι από τους ανθρώπους». Επέκειντο δηλαδή επίκαιρες συναθροίσεις κατά το χρονικό διάστημα των περιοριστικών μέτρων, οι οποίες στρέφονταν ακριβώς κατά των μέτρων αυτών. Κατ’ εκτίμηση, στις συναθροίσεις θα μετείχαν περίπου τριάντα πρόσωπα και θα λαμβάνονταν μέτρα προστασίας κατά της πανδημίας. Ειδικότερα, είχε προβλεφθεί να υπάρχουν πινακίδες με ενδείξεις προς τήρηση αποστάσεων ασφαλείας, καθώς και σήμανση των θέσεων εκκίνησης, οι οποίες θα υπέκειντο σε αποστάσεις δέκα μέτρων έμπροσθεν και όπισθεν και έξι μέτρων εκατέρωθεν εκάστου συναθροιζομένου ή συμμετέχουσας ομάδας συνοικούντων προσώπων. Συναθροιζόμενοι καταφθάνοντες κατά τη διάρκεια της πορείας θα προσετίθεντο όπισθεν της κινούμενης συνάθροισης [20].

Τα επίδικα εν προκειμένω περιοριστικά μέτρα είχαν προβλεφθεί με διάταγμα των αρχών του κρατιδίου της Έσσης, το οποίο, πάντως, κατά την κρίση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, δεν περιείχε γενική απαγόρευση των υπαιθρίων συναθροίσεων περισσοτέρων των δύο μη συνοικούντων προσώπων. Αντιθέτως, η καθ’ ης αρχή είχε υπολάβει, κατά το Δικαστήριο, ότι απαγορεύονται άπασες οι δημόσιες συναθροίσεις [21]. Επ’ αυτών των δεδομένων, το Δικαστήριο (υπό την ίδια, μάλιστα, σύνθεση όπως και στην ανωτέρω, υπό ΙΙ, εκτεθείσα υπόθεση) έκρινε ότι η ούτως ερεισθείσα απαγόρευση των κρίσιμων συναθροίσεων αντέκειτο – όχι απλώς στο διάταγμα, αλλά – ευθέως στο άρθρο 8 §1 ΘΝ, διότι η προβλεπόμενη στο διάταγμα διακριτική ευχέρεια των αρμοδίων αρχών  σχετικά με τη διεξαγωγή των συναθροίσεων σκοπεί ακριβώς την εκτίμηση κατά περίπτωση – και όχι γενικώς εκ των προτέρων – της σημασίας και του εύρους του δικαιώματος συναθροίσεως. Η συνταγματικώς επιτασσόμενη εκτίμηση κατά περίπτωση πρέπει να βασίζεται στις ειδικότερες περιστάσεις εκάστης συναθροίσεως. Άλλως, θα μπορούσε να γίνει δεκτή υπό ορισμένες γενικές συνθήκες, όπως επί παραδείγματι οι της ενσκήψασας πανδημίας, ότι απαγορεύονται συλλήβδην οι συναθροίσεις καθισταμένου ούτως κενού περιεχομένου του υπό το άρθρο 8 §1 ΘΝ περιθωρίου διακριτικής ευχέρειας [22]. Βεβαίως, όπως επισημαίνει το Συνταγματικό Δικαστήριο, εν προκειμένω η καθ’ ης αρχή θα μπορούσε να επανέλθει θέτοντας όρους στη διεξαγωγή των συγκεκριμένων συναθροίσεων, ή ακόμη και απαγορεύοντας αυτές, υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι σχετικές αποφάσεις της θα λαμβάνονταν κατ’ ενάσκηση της υπό το άρθρο 8 §1 ΘΝ διακριτικής ευχέρειάς της [23].


IV.

Στην τρίτη περίπτωση [24], προσφεύγουσα ήταν μία ένωση θρησκευτικού σκοπού με περίπου χίλια τριακόσια μέλη, η οποία προσέβαλε διάταγμα του κρατιδίου της Κάτω Σαξωνίας, το οποίο απαγόρευε απολύτως τις συναθροίσεις σε εκκλησίες, τζαμιά, συναγωγές και λοιπούς χώρους θρησκευτικής λατρείας. Η αίτηση προσωρινής προστασίας της προσφεύγουσας είχε απορριφθεί από το Διοικητικό Εφετείο της Κάτω Σαξωνίας, ενώπιον του οποίου είχε ζητηθεί να επιτραπεί η κατ’ εξαίρεση τέλεση της προσευχής της Παρασκευής κατά τον μήνα νηστείας του Ραμαζανίου με τήρηση των όρων προστασίας της δημόσιας υγείας υπό τους οποίους είχε επιτραπεί και η λειτουργία εμπορικών καταστημάτων. Ειδικότερα, η προσφεύγουσα είχε αιτηθεί την προσωρινή τέλεση των οικείων θρησκευτικών πράξεων με τήρηση, μεταξύ άλλων, των εξής όρων: ελάχιστη απόσταση του ενός και ημίσεως μέτρου μεταξύ των συναθροιζομένων κατά σήμανση των οικείων θέσεων επί του χώρου, μείωση του αριθμού των συμμετεχόντων σε είκοσι τέσσερις (αντί των τριακοσίων που κανονικά χωρούσαν στο συγκεκριμένο τζαμί) προσερχόμενους κατόπιν ατομικών προσκλήσεων σε διαφορετικές ώρες τέλεσης της προσευχής κατά την Παρασκευή, ώστε να μη σχηματίζονται ουρές έξω από το τζαμί, κάλυψη του στόματος και της μύτης των συμμετεχόντων με μάσκες. Επίσης, η προσφεύγουσα τόνισε ότι οι συγκεκριμένες θρησκευτικές πράξεις δεν ενεργούνται με όμοιο τρόπο σε όλα τα τζαμιά και ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν θα υπήρχε από κοινού ψαλμός των συμμετεχόντων αλλά εκφορά της προσευχής από τον ιμάμη [25].

Το Διοικητικό Εφετείο της Κάτω Σαξωνίας είχε απορρίψει τη σχετική αίτηση κρίνοντας ότι ο σοβαρότατος – εν όψει της κεντρικής για τους μουσουλμάνους σημασίας των συγκεκριμένων θρησκευτικών πράξεων κατά τη διάρκεια του Ραμαζανίου – περιορισμός της θρησκευτικής ελευθερίας ήταν αναγκαίος, προκειμένου να μη εξαπλωθεί ο ιός και υπερφορτωθεί το σύστημα δημόσιας υγείας. Είχε δε καταλήξει σε αυτή την κρίση του εκτιμώντας ως μείζονα την ένταση του κινδύνου μετάδοσης του ιού εντός των χώρων λατρείας σε σύγκριση με τον κίνδυνο εντός των εμπορικών καταστημάτων υπό αντίστοιχους όρους. Αυτή τη διάκριση είχε βασίσει κυρίως στην ταυτόχρονη παρουσία των μετεχόντων για μεγάλη χρονική διάρκεια σε θρησκευτικές πράξεις και στο γεγονός ότι ιδίως κατά το Ραμαζάνι δεν θα ήταν εφικτό να τηρηθούν απαρεγκλίτως οι αποστάσεις με τρόπο αποτελεσματικώς ελέγξιμο [26].

Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

ΜονΕφΠατρών 102/2020 : "Έμμισθοι δικηγόροι - Ηλικία συνταξιοδότησης - Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης - Καταβολή αποζημίωση - Βάρος απόδειξης"



Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης έμμισθων δικηγόρων. Λύση σύμβασης. Απαιτείται έκδοση και κοινοποίηση διαπιστωτικής πράξης από τον εντολέα στην οποία πρέπει να βεβαιώνεται η συμπλήρωση των προβλεπόμενων στον νόμο προϋποθέσεων. Οι έμμισθοι δικηγόροι που αποχωρούν υποχρεωτικώς και έχουν συμπληρώσει προϋπηρεσία στον ίδιο εντολέα τουλάχιστον 17 ετών δικαιούνται επιπλέον αποζημίωσης, η οποία υπολογίζεται ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας, και με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα, θέτοντας ως ανώτατο όριο για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αποζημίωσης το ποσό των 2.000 ευρώ μηνιαίως. Επιβολή στον εντολέα υποχρέωσης για την καταβολή της συμφωνημένης αμοιβής στον δικηγόρο μέχρι την καταβολή της πλήρους αποζημίωσης. Νόθος αντικειμενική ευθύνη του εντολέα. Αντιστροφή του βάρους απόδειξης. Ο δικηγόρος που ζημιώθηκε δεν χρειάζεται να αποδείξει την υπαιτιότητα του εντολέα του, αφού αυτή τεκμαίρεται από τη μη καταβολή πλήρους αποζημίωσης κατά τον χρόνο λύσης της σύμβασης εντολής. Ο εντολέας μπορεί να ανατρέψει το μαχητό αυτό τεκμήριο και να απαλλαγεί αν επικαλεστεί και αποδείξει ότι η ελλιπής καταβολή της αποζημίωσης οφείλεται σε συγγνωστή πλάνη ή σε εύλογη αμφιβολία του αναφορικά με το ύψος της.


Αριθμός απόφασης: 102/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ


ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Μαρία Παπαδοπούλου, Εφέτη, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο Εφετών, και τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 10 Μαΐου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ - ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης - Αποχέτευσης Πατρών» (ΔΕΥΑΠ), που εδρεύει στην Πάτρα (Ακτή Δυμαίων 48) και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της πληρεξούσιας δικηγόρου ΠT (Δ. Σ. Πατρών), με την από 9-5-2018 δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και κατέθεσε προτάσεις.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ - ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ..., κατοίκου Πατρών (...), ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου ΣΟ (Δ.Σ. Πατρών), και κατέθεσε προτάσεις.

Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, την από 28-12-2015 και με αριθμό έκθ. κατάθεσης ./28-12-2015 αγωγή, σε βάρος του εναγομένου και νυν εκκαλούντος. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας, η υπ' αριθμ. 395/2017 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή. Κατά της ανωτέρω απόφασης, το εναγόμενο κατέθεσε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την από 22-9-2017 και με αριθμό έκθ. κατάθεσης ./22-9-2017 έφεση του, η οποία προσδιορίσθηκε, με την υπ' αριθμ. ./19-10-2017 πράξη του Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, για να δικασθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία και συζητήθηκε η υπόθεση.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.


ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ


Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ' αριθμ. 395/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 1 και 520 ΚΠολΔ), ήτοι εντός της προθεσμίας των 30 ημερών από την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης (χωρίς να υπολογίζεται το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου, κατ' άρθρο 147 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθόσον αυτή επιδόθηκε στο εκκαλούν στις 24-7-2017 (βλ. την υπ' αριθμ. ./24-7-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πατρών, ...) και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 22-9-2017, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. ./22-9-2017 έκθεση κατάθεσης δικογράφου ενδίκου μέσου του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πατρών, επί του επικυρωμένου αντιγράφου της έφεσης. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την αυτή ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την από 28-12-2015 και με αριθμό έκθ. κατάθεσης ./28-12-2015 αγωγή του, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος εξέθετε ότι δυνάμει της από 2-1-1992 σύμβασης έμμισθης εντολής αορίστου χρόνου προσελήφθη από την πρώην ΔΕΥΑ Πατρών, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε αυτήν ως δικηγόρος. Ότι στη συνέχεια, με την υπ' αριθμ. ./2011 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Πατρέων, νομίμως δημοσιευθείσα στο ΦΕΚ, συγχωνεύθηκαν οι ΔΕΥΑ Πατρών, Ρίου και Παραλίας σε μία, με την επωνυμία «Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης - Αποχέτευσης Πατρών», ήδη εναγόμενο ΝΠΙΔ, στο οποίο και συνέχισε έκτοτε να παρέχει τις υπηρεσίες του με βάση την προαναφερόμενη σύμβαση έμμισθης εντολής. Ότι την 6η-7-2015 του κοινοποιήθηκε απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του εναγομένου, περί λύσης της ως άνω σύμβασης, κατ' εφαρμογή του άρθρου 45 παρ. 1 του Ν. 4194/2013, διότι είχε συμπληρώσει το 67° έτος της ηλικίας του και είχε θεμελιώσει δικαίωμα για πλήρη σύνταξη από το Ε.Τ.ΑΑ, ακολούθως δε, στις 14-12-2015, το εναγόμενο του κατέβαλε, ως αποζημίωση, το ποσό των 14.206,82 ευρώ, ποσό, όμως, που υπολείπεται της νόμιμης αποζημίωσης του, την οποία προσδιορίζει στο ποσό των 40.401,98 ευρώ, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησε να υποχρεωθεί το εναγόμενο, με απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, να του καταβάλει: α) το ποσό των 26.195,16 ευρώ, προς εξόφληση της οφειλόμενης νόμιμης αποζημίωσης, λόγω λύσης της σύμβασης έμμισθης εντολής, με τον νόμιμο τόκο από την 7η-7-2015, ήτοι από την επομένη της κοινοποίησης σε αυτόν της απόφασης περί λύσης της σύμβασης του, άλλως από την επίδοση της αγωγής, και μέχρι την εξόφληση και β) το ποσό των 20.200,99 ευρώ, που αντιστοιχεί σε μέρος των αποδοχών του για τον μήνα Δεκέμβριο έτους 2015, καθώς και στις αποδοχές του για τους μήνες από Ιανουάριο έως και Σεπτέμβριο του έτους 2016, που του οφείλει το εναγόμενο σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 4 του Ν. 4194/2013, λόγω μη καταβολής του συνόλου της νόμιμης αποζημίωσης του, με τον νόμιμο τόκο από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα, εντός του οποίου έπρεπε να καταβληθούν οι αντίστοιχες μηνιαίες αποδοχές του, άλλως από την επίδοση της αγωγής, και μέχρι την εξόφληση. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση του, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, ως βάσιμη και κατ' ουσίαν, υποχρέωσε το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα: α) το ποσό των 25.310,22 ευρώ, νομιμοτόκως από 7-7-2015 και μέχρι την εξόφληση και β) το συνολικό ποσό των 20.137,99 ευρώ, κατά τους ειδικότερους επιμερισμούς στο σκεπτικό της εκκαλουμένης, με τον νόμιμο τόκο από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον που αφορά κάθε μηνιαία αξίωση και μέχρι την εξόφληση, κήρυξε την απόφαση εν μέρει προσωρινά εκτελεστή και καταδίκασε το εναγόμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, το οποίο όρισε σε 1.800 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται το εναγόμενο, με την υπό κρίση έφεση του, και ζητεί, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, την εξαφάνιση της, έτσι ώστε στη συνέχεια να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η αγωγή.

Με τον πρώτο λόγο της έφεσης, το εκκαλούν διατείνεται ότι εσφαλμένα εκδικάσθηκε η υπόθεση κατά τη διαδικασία των εργατικών διαφορών, διότι υπαγόταν στην ειδική διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας. Ο λόγος αυτός τυγχάνει απορριπτέος, διότι ερείδεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, καθώς, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της εκκαλουμένης και αναφέρθηκε ήδη ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας (άρθρα 678 - 681 ΚΠολΔ ως ίσχυαν πριν την κατάργηση τους με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015), και όχι κατά τη διαδικασία των εργατικών διαφορών.

Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

ΜΠρΠατρών 233/2020: Αναγκαστική εκτέλεση - Υποχρέωση παράλειψης ή ανοχής πράξης - Εκδίκαση με την ορθή ειδική διαδικασία - Παραπομπή της υπόθεσης σε άλλη συνεδρίαση


Υποχρέωση παράλειψης ή ανοχής πράξης. Απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης. Δύο στάδια. Απαιτείται η έκδοση δύο δικαστικών αποφάσεων. Με την πρώτη απόφαση βεβαιώνεται η υποχρέωση ενός διαδίκου να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη και συγχρόνως απειλούνται οι ποινές της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης και  καθορίζονται το ποσό της χρηματικής ποινής και ο χρόνος της προσωπικής κράτησης. Με τη δεύτερη απόφαση που εκδίδεται κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και μετά προηγούμενη κοινοποίηση της πρώτης απόφασης, με επιταγή προς εκτέλεση, γίνεται διάγνωση της παράβασης και καταδικάζεται ο παραβάτης - καθ' ου η εκτέλεση στη χρηματική ποινή και την προσωπική κράτηση η οποία έχει καταπέσει. Αγωγή ως προς το αίτημα της καταβολής της χρηματικής ποινής η οποία εισάγεται εσφαλμένα κατά την τακτική διαδικασία. Παραπομπή της αγωγής προς συζήτηση σε άλλη συνεδρίαση του δικαστηρίου με την ορθή ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών.

Απόφαση 233/2020
(αριθ. εκθ. καταθ. κλήσης ./2019)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Ελένη Μποσιώλη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Πρωτοδικείο Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Ευφροσύνη Λιαρομμάτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Φεβρουαρίου  2020 για να δικάσει την επόμενη υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ: A. Ν. του Γ., κατοίκου  δήμου η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ΒΛ του Δ.ΣΠατρώνο οποίος προκατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΚΑΘΟΥ Η ΚΛΉΣΗΑΝτου Α., κατοίκου ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρου ΠΣ του Δ.Σ. Πατρών, ο οποίος προκατέθεσε εμπροθέσμως προτάσεις.

Η καλούσα  με την από 10-4-2019 κλήση της, που απευθύνεται στο Δικαστήριο αυτό (αριθ.εκθ.καταθ../12.4.2019), επαναφέρει προς συζήτηση την από 5.1.2017 (αριθ. εκθ.καταθ. ./11.1.2017) αγωγή της ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πατρών μετά την έκδοση της υπ’αριθ. 4/2019 παραπεμπτικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πατρών και ζήτησε όσα αναφέρονται σε αυτήν
Επί της κλήση αυτής ορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 237 παρ.1 ΚΠολΔ προθεσμία 100 ημερών για την κατάθεση των προτάσεων εκ μέρους των διαδίκων, μετά δε το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας ορίσθηκε δικάσιμος η ως άνω αναφερόμενη κατά την οποία εκφωνήθηκε η υπόθεση από την σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 946 παρ. 1, 947 παρ. 1 και 924 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν, προκύπτει ότι όταν ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, το δικαστήριο για την περίπτωση που παραβεί την υποχρέωσή του απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή μέχρι 100.000 ευρώ υπέρ του δανειστή και προσωπική κράτηση έως ένα (1) έτος. Η διαδικασία της κατά το άρθρο 947 παρ. 1 ΚΠολΔ εκτέλεσης διέρχεται δύο στάδια και απαιτεί δύο δικαστικές αποφάσεις. Με την πρώτη απόφαση βεβαιώνεται η υποχρέωση ενός διαδίκου να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη και συγχρόνως απειλούνται κατ’ αυτού οι ποινές της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης αθροιστικά και καθορίζονται το ποσό της χρηματικής ποινής και ο χρόνος της προσωπικής κράτησης για την περίπτωση της απείθειας και παραβίασης από αυτόν της υποχρέωσης προς παράλειψη ή ανοχή. Με τη δεύτερη απόφαση, που εκδίδεται κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επΚΠολΔ) και μετά προηγούμενη κοινοποίηση της πρώτης απόφασης, με επιταγή προς εκτέλεση, γίνεται διάγνωση της παράβασης και καταδικάζεται ο παραβάτης - καθ’ ου η εκτέλεση στη χρηματική ποινή και την προσωπική κράτηση η οποία έχει καταπέσει. (ΑΠ 804/2018). Προϋπόθεση για τη βεβαίωση της παράβασης και στοιχείο του δικογράφου της αγωγής είναι η αναφορά ότι επιδόθηκε η απόφαση, η οποία αποτελεί και τον εκτελεστό τίτλο για την παράλειψη ή ανοχή, με επιταγή προς εκτέλεση. Θέμα παράβασης του διατακτικού της πρώτης απόφασης ανακύπτει μόνο αν προηγήθηκε κοινοποίηση αντιγράφου του απογράφου της με επιταγή προς εκτέλεση, με την οποία αρχίζει η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Απλή επίδοση αντιγράφου της απόφασης προς γνώση και για τις νόμιμες συνέπειες δεν αρκεί (βλ. ΑΠ 1116/1988, Δνη 31, 76, ΕφΘεσ 1807/2005 Δημοσίευση σε Νόμος, ΕφΑθ 1779/2001, ΕΔΠολ 2001, 306, ΕφΑθ 1179/2001, ΕΔΠολ 2003, 79, Β. ΒαθρακοκοίληΚΠολΔ, αρ. 947, τόμος Εσ. 586, αριθ. 63). Περαιτέρωαπό τη διάταξη δε του άρθρου 947 παρ.1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι σε περίπτωση περισσοτέρων παραβάσεων, οι οποίες διαπιστώνονται δικαστικώς, οφείλονται ισάριθμες προς αυτές χρηματικές ποινές και χωρεί καταδίκη σε προσωπική κράτηση για κάθε παράβαση. Όταν, όμως, κατά την ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, μέσα σε ορισμένο χρονικό διάστημα συντρέξουν περισσότερες παραβάσεις που συνιστούν διαρκή ενέργεια ή συγκροτούν μία φυσική ενότητα ενέργειας, τότε επιβάλλεται μία μόνο ποινή και όχι αθροιστικά τόσες ποινές όσες και οι μερικότερες παραβάσεις (ΑΠ 1631/2018, 54/2012).

ΙΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 591 παρ.6 ΚΠολΔ, που επαναλαμβάνει τη διατύπωση του προϊσχύοντος άρθρου 591 παρ.2 ΚΠολΔ, το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως την τήρηση της διαδικασίας και διατάζει την εκδίκαση της υπόθεσης κατά την προσήκουσα διαδικασία. Μετά την ισχύ του ν. 4335/2015 η εκδίκαση με την προσήκουσα διαδικασία διατηρείται χωρίς πρόβλημα μόνο μεταξύ των ειδικών διαδικασιών, δεδομένου ότι πλέον διαμορφώνεται κοινή διαδικαστική φυσιογνωμία για όλες τις ειδικές διαδικασίες και επομένως καθίσταται ακόμα ευχερέστερη η διακράτηση της διαφοράς και η άμεση εκδίκασή της. Αντιθέτως, ολότελα διαφορετική εικόνα διαγράφεται όταν η αγωγή εισαχθεί να δικαστεί κατά την τακτική διαδικασία ενώ εφαρμοστέα είναι κάποια ειδική διαδικασία και αντιστρόφως. Δεδομένης της εκ βάθρων αναδιάρθρωσης του διαδικαστικού πλαισίου της πρωτοβάθμιας δίκης στο πλαίσιο της νέας τακτικής διαδικασίας (όπου όλες οι προθεσμίες υπολογίζονται από την κατάθεση της αγωγής και υφίσταται πλέον απλώς τυπική συζήτηση χωρίς αποδεικτική διαδικασία και εναπόκειται στην κρίση του δικαστηρίου να διατάξει επανάληψη της συζήτησης για την εξέταση μαρτύρων με την έκδοση διάταξή του), το οποίο αποκλίνει πλέον καίρια από εκείνο των ειδικών διαδικασιών (όπου εξακολουθεί να υφίσταται ουσιαστική συζήτηση με προβολή ισχυρισμών και ενστάσεων, προσκομιδή αποδεικτικών μέσων στη συζήτηση και εξέταση μαρτύρων), η πρόβλεψη του άρθρου 591 παρ.6 ΚΠολΔ συναντά ανυπέρβλητα εμπόδια. Λόγω τη διαμόρφωσης ολότελα διαφορετικού προδικαστικού σταδίου στην τακτική και στις ειδικές διαδικασίες μόνη επιλογή για το δικαστήριο είναι η έκδοση μη οριστικής απόφασης η οποία να παραπέμπει την υπόθεση σε άλλη συνεδρίαση ώστε να εφαρμοστεί η ορθή διαδικασία (σχ. ΜΠρΧίου 165/2017, ΜΠΛαμ. 113/2016 και Κ. Μακρίδου Ειδικές Διαδικασίες μετά το ν. 4335/2015 έκδοση 2017 σελ. 12-13).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση κλήση φέρεται προς συζήτηση η από 5.1.2017 (αριθ. εκθ. καταθ../2017) αγωγή της καλούσας κατά του καθ ού η κλήση, με την οποία εξέθετε ότι, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 996/2015 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Δικαστηρίου αυτού που εκδόθηκε κατόπιν αιτήσεώς τηςο εναγόμενος και καθού η κλήση υποχρεώθηκε σε παράλειψη και δη να παραλείπει να προσβάλλει το δικαίωμα της προσωπικότητάς της στο μέλλον με τις περιγραφόμενες στην αίτησή της πράξεις, να αναφέρεται στον όνομά της καθ’οιονδήποτε τρόπο και δη σε αναφορά με το ακίνητό της και να προσέρχεται ενώπιον οποιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας ασχολούμενος με το ακίνητό της,  με την απειλή εναντίον του χρηματικής ποινής 500 ευρώ για κάθε παράβαση του διατακτικού της απόφασης,  ότι σε εκτέλεση της απόφασης αυτής, επέδωσε στον εναγόμενο την 2.11.2015 αντίγραφο της απόφασης αυτής με επιταγή προς εκούσια συμμόρφωση, πλην, όμως ο εναγόμενος παραβίασε της απόφαση αυτή και μετέβη τρεις φορές σε δημόσιες υπηρεσίες αιτούμενος έγγραφα και πληροφορίες σε σχέση με το ακίνητό της, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το ποσό των 1.500 ευρώ ως χρηματική ποινή για την παραβίαση της ως άνω απόφασης τρεις φορές καθώς και ποσό 2.000 ευρώ ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης λόγω της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγόμενου, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση. 
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθ. 4/2019 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πατρώντο οποίο απέρριψε ως αόριστο το αίτημα της χρηματικής ικανοποίησηςενώ ως προς το αίτημα της καταβολής της ως άνω χρηματικής ποινήςκήρυξε εαυτόν αναρμόδιο και παρέπεμψε προς εκδίκασή ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού. Ήδη με την ως άνω κλήση η αγωγή ως προς το αίτημα αυτό της καταβολής της χρηματικής ποινής φέρεται αρμοδίως προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, πλην όμως εσφαλμένα κατά την τακτική διαδικασία, καθόσον, όπως ρητά αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 947 ΚΠολΔ (βλ. προηγηθείσα μείζονα σκέψη), το Δικαστήριο  που βεβαιώνει την παράβαση και καταδικάζει στη χρηματική ποινή δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 614 επΚΠολΔ, όπως και στην προκειμένη περίπτωση. Πρέπει, επομένως, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη να παραπεμφθεί προς συζήτηση η αγωγή σε άλλη συνεδρίαση του Δικαστηρίου αυτού με την ορθή ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, πολλώ μάλλον που στην προκειμένη περίπτωση οι διάδικοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση και η εφαρμογή της ειδικής διαδικασίας θα επέφερε γι’αυτούς τις συνέπειες της ερημοδικίας.
  
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ  την υπόθεση προς συζήτηση σε άλλη συνεδρίαση του Δικαστηρίου αυτού με την ορθή ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ με επιμέλεια των διαδίκων.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στις 7 Απριλίου  2020, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, παρουσία της Γραμματέως και απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ