Υποχρέωση παράλειψης ή ανοχής πράξης. Απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης. Δύο στάδια. Απαιτείται η έκδοση δύο δικαστικών αποφάσεων. Με την πρώτη απόφαση βεβαιώνεται η υποχρέωση ενός διαδίκου να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη και συγχρόνως απειλούνται οι ποινές της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης και καθορίζονται το ποσό της χρηματικής ποινής και ο χρόνος της προσωπικής κράτησης. Με τη δεύτερη απόφαση που εκδίδεται κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και μετά προηγούμενη κοινοποίηση της πρώτης απόφασης, με επιταγή προς εκτέλεση, γίνεται διάγνωση της παράβασης και καταδικάζεται ο παραβάτης - καθ' ου η εκτέλεση στη χρηματική ποινή και την προσωπική κράτηση η οποία έχει καταπέσει. Αγωγή ως προς το αίτημα της καταβολής της χρηματικής ποινής η οποία εισάγεται εσφαλμένα κατά την τακτική διαδικασία. Παραπομπή της αγωγής προς συζήτηση σε άλλη συνεδρίαση του δικαστηρίου με την ορθή ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών.
(αριθ. εκθ. καταθ. κλήσης ./2019)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Ελένη Μποσιώλη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Πρωτοδικείο Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Ευφροσύνη Λιαρομμάτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Φεβρουαρίου 2020 για να δικάσει την επόμενη υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ: A. Ν. του Γ., κατοίκου … δήμου …, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ΒΛ του Δ.Σ. Πατρών, ο οποίος προκατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ΟΥ Η ΚΛΉΣΗ: Α. Ν. του Α., κατοίκου …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρου ΠΣ του Δ.Σ. Πατρών, ο οποίος προκατέθεσε εμπροθέσμως προτάσεις.
Η καλούσα με την από 10-4-2019 κλήση της, που απευθύνεται στο Δικαστήριο αυτό (αριθ.εκθ.καταθ../12.4.2019), επαναφέρει προς συζήτηση την από 5.1.2017 (αριθ. εκθ.καταθ. ./11.1.2017) αγωγή της ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πατρών μετά την έκδοση της υπ’αριθ. 4/2019 παραπεμπτικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πατρών και ζήτησε όσα αναφέρονται σε αυτήν.
Επί της κλήση αυτής ορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 237 παρ.1 ΚΠολΔ προθεσμία 100 ημερών για την κατάθεση των προτάσεων εκ μέρους των διαδίκων, μετά δε το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας ορίσθηκε δικάσιμος η ως άνω αναφερόμενη κατά την οποία εκφωνήθηκε η υπόθεση από την σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 946 παρ. 1, 947 παρ. 1 και 924 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν, προκύπτει ότι όταν ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, το δικαστήριο για την περίπτωση που παραβεί την υποχρέωσή του απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή μέχρι 100.000 ευρώ υπέρ του δανειστή και προσωπική κράτηση έως ένα (1) έτος. Η διαδικασία της κατά το άρθρο 947 παρ. 1 ΚΠολΔ εκτέλεσης διέρχεται δύο στάδια και απαιτεί δύο δικαστικές αποφάσεις. Με την πρώτη απόφαση βεβαιώνεται η υποχρέωση ενός διαδίκου να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη και συγχρόνως απειλούνται κατ’ αυτού οι ποινές της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης αθροιστικά και καθορίζονται το ποσό της χρηματικής ποινής και ο χρόνος της προσωπικής κράτησης για την περίπτωση της απείθειας και παραβίασης από αυτόν της υποχρέωσης προς παράλειψη ή ανοχή. Με τη δεύτερη απόφαση, που εκδίδεται κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ) και μετά προηγούμενη κοινοποίηση της πρώτης απόφασης, με επιταγή προς εκτέλεση, γίνεται διάγνωση της παράβασης και καταδικάζεται ο παραβάτης - καθ’ ου η εκτέλεση στη χρηματική ποινή και την προσωπική κράτηση η οποία έχει καταπέσει. (ΑΠ 804/2018). Προϋπόθεση για τη βεβαίωση της παράβασης και στοιχείο του δικογράφου της αγωγής είναι η αναφορά ότι επιδόθηκε η απόφαση, η οποία αποτελεί και τον εκτελεστό τίτλο για την παράλειψη ή ανοχή, με επιταγή προς εκτέλεση. Θέμα παράβασης του διατακτικού της πρώτης απόφασης ανακύπτει μόνο αν προηγήθηκε κοινοποίηση αντιγράφου του απογράφου της με επιταγή προς εκτέλεση, με την οποία αρχίζει η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Απλή επίδοση αντιγράφου της απόφασης προς γνώση και για τις νόμιμες συνέπειες δεν αρκεί (βλ. ΑΠ 1116/1988, Δνη 31, 76, ΕφΘεσ 1807/2005 Δημοσίευση σε Νόμος, ΕφΑθ 1779/2001, ΕΔΠολ 2001, 306, ΕφΑθ 1179/2001, ΕΔΠολ 2003, 79, Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, αρ. 947, τόμος Ε’, σ. 586, αριθ. 63). Περαιτέρω, από τη διάταξη δε του άρθρου 947 παρ.1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι σε περίπτωση περισσοτέρων παραβάσεων, οι οποίες διαπιστώνονται δικαστικώς, οφείλονται ισάριθμες προς αυτές χρηματικές ποινές και χωρεί καταδίκη σε προσωπική κράτηση για κάθε παράβαση. Όταν, όμως, κατά την ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, μέσα σε ορισμένο χρονικό διάστημα συντρέξουν περισσότερες παραβάσεις που συνιστούν διαρκή ενέργεια ή συγκροτούν μία φυσική ενότητα ενέργειας, τότε επιβάλλεται μία μόνο ποινή και όχι αθροιστικά τόσες ποινές όσες και οι μερικότερες παραβάσεις (ΑΠ 1631/2018, 54/2012).
ΙΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 591 παρ.6 ΚΠολΔ, που επαναλαμβάνει τη διατύπωση του προϊσχύοντος άρθρου 591 παρ.2 ΚΠολΔ, το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως την τήρηση της διαδικασίας και διατάζει την εκδίκαση της υπόθεσης κατά την προσήκουσα διαδικασία. Μετά την ισχύ του ν. 4335/2015 η εκδίκαση με την προσήκουσα διαδικασία διατηρείται χωρίς πρόβλημα μόνο μεταξύ των ειδικών διαδικασιών, δεδομένου ότι πλέον διαμορφώνεται κοινή διαδικαστική φυσιογνωμία για όλες τις ειδικές διαδικασίες και επομένως καθίσταται ακόμα ευχερέστερη η διακράτηση της διαφοράς και η άμεση εκδίκασή της. Αντιθέτως, ολότελα διαφορετική εικόνα διαγράφεται όταν η αγωγή εισαχθεί να δικαστεί κατά την τακτική διαδικασία ενώ εφαρμοστέα είναι κάποια ειδική διαδικασία και αντιστρόφως. Δεδομένης της εκ βάθρων αναδιάρθρωσης του διαδικαστικού πλαισίου της πρωτοβάθμιας δίκης στο πλαίσιο της νέας τακτικής διαδικασίας (όπου όλες οι προθεσμίες υπολογίζονται από την κατάθεση της αγωγής και υφίσταται πλέον απλώς τυπική συζήτηση χωρίς αποδεικτική διαδικασία και εναπόκειται στην κρίση του δικαστηρίου να διατάξει επανάληψη της συζήτησης για την εξέταση μαρτύρων με την έκδοση διάταξή του), το οποίο αποκλίνει πλέον καίρια από εκείνο των ειδικών διαδικασιών (όπου εξακολουθεί να υφίσταται ουσιαστική συζήτηση με προβολή ισχυρισμών και ενστάσεων, προσκομιδή αποδεικτικών μέσων στη συζήτηση και εξέταση μαρτύρων), η πρόβλεψη του άρθρου 591 παρ.6 ΚΠολΔ συναντά ανυπέρβλητα εμπόδια. Λόγω τη διαμόρφωσης ολότελα διαφορετικού προδικαστικού σταδίου στην τακτική και στις ειδικές διαδικασίες μόνη επιλογή για το δικαστήριο είναι η έκδοση μη οριστικής απόφασης η οποία να παραπέμπει την υπόθεση σε άλλη συνεδρίαση ώστε να εφαρμοστεί η ορθή διαδικασία (σχ. ΜΠρΧίου 165/2017, ΜΠΛαμ. 113/2016 και Κ. Μακρίδου Ειδικές Διαδικασίες μετά το ν. 4335/2015 έκδοση 2017 σελ. 12-13).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση κλήση φέρεται προς συζήτηση η από 5.1.2017 (αριθ. εκθ. καταθ../2017) αγωγή της καλούσας κατά του καθ ού η κλήση, με την οποία εξέθετε ότι, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 996/2015 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Δικαστηρίου αυτού που εκδόθηκε κατόπιν αιτήσεώς της, ο εναγόμενος και καθού η κλήση υποχρεώθηκε σε παράλειψη και δη να παραλείπει να προσβάλλει το δικαίωμα της προσωπικότητάς της στο μέλλον με τις περιγραφόμενες στην αίτησή της πράξεις, να αναφέρεται στον όνομά της καθ’οιονδήποτε τρόπο και δη σε αναφορά με το ακίνητό της και να προσέρχεται ενώπιον οποιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας ασχολούμενος με το ακίνητό της, με την απειλή εναντίον του χρηματικής ποινής 500 ευρώ για κάθε παράβαση του διατακτικού της απόφασης, ότι σε εκτέλεση της απόφασης αυτής, επέδωσε στον εναγόμενο την 2.11.2015 αντίγραφο της απόφασης αυτής με επιταγή προς εκούσια συμμόρφωση, πλην, όμως ο εναγόμενος παραβίασε της απόφαση αυτή και μετέβη τρεις φορές σε δημόσιες υπηρεσίες αιτούμενος έγγραφα και πληροφορίες σε σχέση με το ακίνητό της, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το ποσό των 1.500 ευρώ ως χρηματική ποινή για την παραβίαση της ως άνω απόφασης τρεις φορές καθώς και ποσό 2.000 ευρώ ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης λόγω της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγόμενου, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση.
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθ. 4/2019 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πατρών, το οποίο απέρριψε ως αόριστο το αίτημα της χρηματικής ικανοποίησης, ενώ ως προς το αίτημα της καταβολής της ως άνω χρηματικής ποινής, κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο και παρέπεμψε προς εκδίκασή ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού. Ήδη με την ως άνω κλήση η αγωγή ως προς το αίτημα αυτό της καταβολής της χρηματικής ποινής φέρεται αρμοδίως προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, πλην όμως εσφαλμένα κατά την τακτική διαδικασία, καθόσον, όπως ρητά αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 947 ΚΠολΔ (βλ. προηγηθείσα μείζονα σκέψη), το Δικαστήριο που βεβαιώνει την παράβαση και καταδικάζει στη χρηματική ποινή δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ, όπως και στην προκειμένη περίπτωση. Πρέπει, επομένως, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη να παραπεμφθεί προς συζήτηση η αγωγή σε άλλη συνεδρίαση του Δικαστηρίου αυτού με την ορθή ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, πολλώ μάλλον που στην προκειμένη περίπτωση οι διάδικοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση και η εφαρμογή της ειδικής διαδικασίας θα επέφερε γι’αυτούς τις συνέπειες της ερημοδικίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση προς συζήτηση σε άλλη συνεδρίαση του Δικαστηρίου αυτού με την ορθή ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ με επιμέλεια των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στις 7 Απριλίου 2020, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, παρουσία της Γραμματέως και απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου