Από τα άρθρα 46 έως 53, 55 και 56 Ν. 2121/1993, σε συνδυασμό με τη γενική αρχή της απαγόρευσης της καταχρηστικής εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης των δικαιωμάτων της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, ... η οποία (αρχή) απέναντι στους χρήστες υλοποιείται με την απαγόρευση εξαναγκασμού αυτών προς καθορισμό μη δικαίων τιμών, συνάγεται ότι, η προσφυγή του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης στο Μονομελές Πρωτοδικείο για τον προσωρινό καθορισμό της εύλογης αμοιβής κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, πρέπει να γίνει αφού προηγηθούν, χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των μερών, οι διαπραγματεύσεις με τους χρήστες, οι οποίες βεβαίως επιβάλλεται να γίνουν πριν από οποιαδήποτε χρήση, έτσι, ώστε να αποφεύγονται οι αυθαιρεσίες και οι καταχρηστικές διακρίσεις από τους οργανισμούς, σε βάρος των χρηστών, χωρίς να εξαναγκάζονται σε καθορισμό μη δικαίων τιμών, με την παροχή σ' αυτούς της δυνατότητας διαπραγμάτευσης του ύψους της οφειλόμενης αμοιβής, με βάση τα συγκεκριμένα προσωπικά τους στοιχεία (μέγεθος ή είδος επιχείρησης, είδος εκτελούμενης μουσικής, διάρκεια αυτής κ.ά.) και να αποφασίσουν ακόμη και για την περίπτωση να μην προβούν στη συγκεκριμένη χρήση.
Επομένως, σε κάθε περίπτωση προσφυγής στο Δικαστήριο για προσδιορισμό της αμοιβής εφ' όσον αυτή αφορά χρήση που έχει ήδη πραγματοποιηθεί πρόκειται για οριστικό προσδιορισμό, ο οποίος γίνεται από το αρμόδιο τακτικό δικαστήριο, αποκλεισμένης της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων.
ΑΠΟΦΑΣΗ 186/2018
(Αριθμός Κατάθεσης αίτησης 242/Ασφ/75/2018)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Δικαστή Σοφία - Αλεξάνδρα Ζήκου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίσθηκε κατόπιν νόμιμης κλήρωσης.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 26 Απριλίου 2018, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει τις αιτήσεις με αριθμούς κατάθεσης 242/Ασφ/75/6-3- 2018 και αντικείμενο τον προσωρινό καθορισμό αμοιβής και την προσωρινή επιδίκαση αμοιβής, μεταξύ :
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ : 1. Αστικού συνεταιρισμού περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «ΔΙΟΝΥΣΟΣ - Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Δικαιωμάτων Ελλήνων Ηθοποιών ΣΥΝ.ΠΕ», έδρα στην Αθήνα, Στουρνάρα 35, με ΑΦΜ 096191760, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, 2. αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας με την επωνυμία «GΕΑ - GRAMMO. ΕΡΑΤΩ, ΑΠΟΛΛΩΝ, Ενιαίος Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης και Είσπραξης του Συγγενικού Δικαιώματος των Παραγωγών Υλικών Φορέων Ήχου και των Ερμηνευτών/Εκτελεστών Καλλιτεχνών» και τον διακριτικό τίτλο «GEA - GRAMMO, ΕΡΑΤΩ, ΑΠΟΛΛΩΝ», έδρα στο Δήμο Αθηναίων Αττικής, Λαζ. Σώχου αρ. 4, ΑΦΜ 997495285, και εκπροσωπείται νόμιμα, τους οποίους εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος τους ΝΤ (AM ΔΣ Αθηνών .........).
ΤΗΣ ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : Ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «... Ο.Ε.», έδρα στο δήμο Λαμιέων, ....., ιδιοκτήτριας του ξενοδοχείου ....., που βρίσκεται στη Λαμία, .... για την οποία δεν εμφανίστηκε νόμιμος εκπρόσωπος ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης, που έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την παραπάνω δικάσιμο, η πληρεξούσια δικηγόρος των αιτούντων ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε να γίνουν δεκτοί.
Από τη με αριθμό 6679Γ77-3-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Λαμίας ΕΠ, που προσκομίζουν οι αιτούντες, προκύπτει ότι επικυρωμένο ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης με πράξη ορισμού δικασίμου για την παραπάνω δικάσιμο με κλήση προς συζήτηση στην εν λόγω δικάσιμο επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην καθ' ης η αίτηση εταιρία. Επομένως, εφόσον για την τελευταία δεν εμφανίστηκε νόμιμος εκπρόσωπος της ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο στη δικάσιμο αυτή, όταν εκφωνήθηκε και συζητήθηκε νόμιμα η υπόθεση με τη σειρά εγγραφής της στο οικείο έκθεμα, πρέπει να δικαστεί ερήμην, η διαδικασία ωστόσο πρέπει να προχωρήσει σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρα 687 § 1, 690 § 1, και 691 § 1 ΚΠολΔ).
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με τις διατάξεις του όγδοου κεφαλαίου που περιλαμβάνει τα άρθρα 46 έως 53 του ν. 2121/1993 «Πνευματική ιδιοκτησία, συγγενικά δικαιώματα και πολιτιστικά θέματα», καθιερώθηκε η προστασία των συγγενικών προς την πνευματική ιδιοκτησία δικαιωμάτων, δηλαδή των δικαιωμάτων σε εργασίες («εισφορές» κατά την ορολογία του νόμου), που σχετίζονται με την πνευματική ιδιοκτησία ή έχουν κάποιες ομοιότητες με αυτή, δεν μπορούν βεβαίως να αναχθούν σε αυτοτελή πνευματικά έργα, διότι δεν εμφανίζουν τα κρίσιμα στοιχεία της πνευματικής δημιουργίας, συμβάλλουν όμως, και μάλιστα πολλές φορές καθοριστικά, στή δημόσια εκτέλεση, στην αναπαραγωγή και γενικά στη διάδοση των έργων αυτών.
Ο καθορισμός των δικαιούχων των συγγενικών δικαιωμάτων προκύπτει από τους κανόνες που αναγνωρίζουν τα σχετικά δικαιώματα. Έτσι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 46 § 1, 47 § 1 και 48 § 1 του ίδιου νόμου, εισφορές παρέχουν κυρίως οι καλλιτέχνες που ερμηνεύουν ή εκτελούν τα έργα και οι παραγωγοί υλικών φορέων ήχου και εικόνας. Οι εισφορές των προσώπων αυτών χρήζουν προστασίας, ώστε να μη γίνονται αντικείμενο οικειοποίησης και εκμετάλλευσης από τρίτους, η δε προστασία αυτή θεμελιώνεται στη διάταξη του άρθρου 49 του ως άνω νόμου (ΕφΘεσ 259/2010, ΕφΘεσ 2178/2008, ΤΝΠ Νόμος).
Κατά το άρθρο 49 παρ. 1, 3 και 5 αυτού "1. Όταν υλικός φορέας ήχου που έχει νόμιμα εγγραφεί χρησιμοποιείται για ραδιοτηλεοπτική μετάδοση με οποιοδήποτε τρόπο ... ή για παρουσίαση στο κοινό, ο χρήστης οφείλει εύλογη και ενιαία αμοιβή στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες, των οποίων η ερμηνεία ή η εκτέλεση έχει εγγραφεί στον υλικό φορέα και στους παραγωγούς των υλικών αυτών φορέων. Η αμοιβή αυτή καταβάλλεται υποχρεωτικά σε οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης των σχετικών δικαιωμάτων. Οι οργανισμοί αυτοί υποχρεούνται να διαπραγματεύονται, να συμφωνούν τις αμοιβές, να προβάλλουν τις σχετικές αξιώσεις για την καταβολή και να εισπράττουν τις σχετικές αμοιβές από τους χρήστες. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των χρηστών και των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης, το ύψος της εύλογης αμοιβής και οι όροι της πληρωμής καθορίζονται από το μονομελές πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Οριστικά περί της αμοιβής αποφαίνεται το αρμόδιο δικαστήριο. 2 ... 3. Οι εισπραττόμενες αμοιβές κατανέμονται εξ ημισείας μεταξύ ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών και παραγωγών των υλικών φορέων. Η κατανομή των εισπραττόμενων αμοιβών μεταξύ των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών και μεταξύ των παραγωγών γίνεται κατά τις μεταξύ τους συμφωνίες που περιέχονται στον κανονισμό του κάθε οργανισμού συλλογικής διαχείρισης. 4.... 5. Όταν υλικός φορέας εικόνας ή ήχου και εικόνας που έχει νόμιμα εγγραφεί χρησιμοποιείται για ραδιοτηλεοπτική μετάδοση με οποιονδήποτε τρόπο ... ή για παρουσίαση στο κοινό, ο χρήστης οφείλει εύλογη αμοιβή στους ερμηνευτές ή εκτελεστές των οποίων η ερμηνεία έχει εγγραφεί στους υλικούς αυτούς φορείς. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται η παράγραφος 1 εδάφια β\ γ\ δ' και ε\ καθώς και οι παράγραφοι 2 και 4 του παρόντος άρθρου".
Εξ άλλου, κατά το άρθρο 55 παρ. 1 περ. α και 56 παρ. 1 και 2 του ιδίου ως άνω νόμου, που σύμφωνα με το άρθρο 58 αυτού εφαρμόζονται αναλόγως στη διαχείριση και την προστασία των συγγενικών δικαιωμάτων, κατά μεν το πρώτο οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης ή προστασίας έχουν μεταξύ των άλλων την αρμοδιότητα να καταρτίζουν συμβάσεις με τους χρήστες για τους όρους εκμετάλλευσης των έργων, καθώς και για την οφειλόμενη αμοιβή, κατά δε το δεύτερο:
«1. Οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης προκειμένου οι χρήστες να έχουν την ευχέρεια της χρήσης των έργων του ρεπερτορίου τους αξιώνουν από αυτούς ποσοστιαία αμοιβή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 32 παρ. 12. Οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης δεν μπορούν χωρίς να συντρέχει σπουδαίος λόγος να αρνηθούν την κατάρτιση με τους χρήστες των συμβάσεων που προβλέπονται στην πρώτη περίπτωση της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου. Αν ο χρήστης ισχυρίζεται ότι ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης αξιώνει αμοιβή προφανώς δυσανάλογη προς αυτήν που συνήθως καταβάλλεται σε παρόμοιες περιπτώσεις οφείλει, πριν από οποιαδήποτε χρήση, να προκαταβάλει στον οργανισμό ή το ζητούμενο ποσό αμοιβής ή το ποσό που θα έχει ορίσει, ύστερα από αίτηση του χρήστη, ως συνήθως καταβαλλόμενο σε παρόμοιες περιπτώσεις το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Οριστικά περί της αμοιβής αποφαίνεται το αρμόδιο δικαστήριο».
Ο νόμος, προβλέποντας και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις (δηλαδή τόσο του άρθρου 49 παρ. 1 εδ. γ και δ, στην περίπτωση δηλαδή διαφωνίας μεταξύ των χρηστών και των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης ως προς το ύψος της εύλογης αμοιβής στα πλαίσια της υποχρέωσης των τελευταίων να διαπραγματεύονται το ύψος αυτών, όσο και του άρθρου 56 παρ. 2, αν δηλαδή ο χρήστης ισχυρίζεται ότι ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης αξιώνει αμοιβή προφανώς δυσανάλογη προς αυτήν που συνήθως καταβάλλεται σε παρόμοιες περιπτώσεις) τη δυνατότητα του προσωρινού προσδιορισμού της εύλογης αμοιβής (κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων), θέλει να ρυθμίσει τις περιπτώσεις εκείνες, που δεν μπορούν να αναμείνουν την εγγενή βραδύτητα της τακτικής δίκης και συγκεκριμένα τις περιπτώσεις «πριν από οποιαδήποτε χρήση» (όπως ρητώς εξάλλου ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 56), εκείνες δηλαδή, για τις οποίες επιβάλλεται ο άμεσος καθορισμός της καταβλητέας αμοιβής ώστε να δεσμευθούν τα μέρη κατά την επικείμενη κατάρτιση της μεταξύ τους συμβάσεως και να επιτευχθεί η άμεση καταβολή της αμοιβής, από μεν την πλευρά των δικαιούχων, ώστε να εισπράξουν άμεσα το περιουσιακό τους δικαίωμα, από δε την πλευρά των χρηστών, ώστε να αποφύγουν να προβούν σε παράνομη χρήση [αφού οποιαδήποτε χρήση πριν καταρτισθεί η σύμβαση ή έστω πληρωθεί η αμοιβή, είναι παράνομη, συνεπαγόμενη ποινικές ή άλλες αστικές συνέπειες για το χρήστη (άρθρα 64, 65 και 66 Ν 2121/1993)], χωρίς να στερηθούν το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά τους, για παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας (άρθρο 20 του Συντάγματος). Για αυτό και ο νόμος αναφέρεται σε καθορισμό του ύψους της αμοιβής και των όρων πληρωμής αυτής, δηλαδή αν η αμοιβή θα καταβάλλεται εφάπαξ ή σε δόσεις, αν θα καταβάλλεται στην αρχή ή στο τέλος κάθε χρήσης, καθόσον στην αντίθετη περίπτωση (παρελθοντική χρήση), ούτε ο καθορισμός των όρων πληρωμής έχει νόημα, ούτε ο καθορισμός του ύψους της αμοιβής, καθόσον η είσπραξη αυτής με την παρούσα διαδικασία δεν είναι δυνατή, διότι η απαίτηση δεν υπάγεται σε καμία από τις περιοριστικά αναφερόμενες αναφερόμενες περιπτώσεις του άρθρου 728 ΚΠολΔ, ούτε στην περίπτωση ζ της παραγράφου αυτής, αφού με τις ρυθμίσεις αυτές του Ν 2121/1993 ο νομοθέτης δεν προέβλεψε ρητά την προσωρινή επιδίκαση της απαίτησης (I. Κατρά, Ασφαλιστικά Μέτρα α εκδ. σελ. 371 επ., ΜονΠρΠατρ 85/2015, ΜονΠρΚεφ 5/2014, ΜονΠρΛαμ 2497/2008, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρΑΘ 891/2007 αδημ.).
Από τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με τη γενική αρχή της απαγόρευσης της καταχρηστικής εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης των δικαιωμάτων της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, που θεμελιώνεται για μεν το Ελληνικό Δίκαιο στο άρθρο 2 του Ν. 703/1977 «Περί ελέγχου μονοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού», για δε το Ευρωπαϊκό Δίκαιο στο άρθρο 86 της Συνθήκης της Ρώμης και η οποία (αρχή) απέναντι στους χρήστες υλοποιείται με την απαγόρευση εξαναγκασμού αυτών προς καθορισμό μη δικαίων τιμών, συνάγεται ότι, η προσφυγή του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης στο Μονομελές Πρωτοδικείο για τον προσωρινό καθορισμό της εύλογης αμοιβής κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, πρέπει να γίνει αφού προηγηθούν, χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των μερών, οι διαπραγματεύσεις με τους χρήστες, οι οποίες βεβαίως επιβάλλεται να γίνουν πριν από οποιαδήποτε χρήση, έτσι, ώστε να αποφεύγονται οι αυθαιρεσίες και οι καταχρηστικές διακρίσεις από τους οργανισμούς, σε βάρος των χρηστών, χωρίς να εξαναγκάζονται σε καθορισμό μη δικαίων τιμών, με την παροχή σ' αυτούς της δυνατότητας διαπραγμάτευσης του ύψους της οφειλόμενης αμοιβής, με βάση τα συγκεκριμένα προσωπικά τους στοιχεία (μέγεθος ή είδος επιχείρησης, είδος εκτελούμενης μουσικής, διάρκεια αυτής κ.ά.) και να αποφασίσουν ακόμη και για την περίπτωση να μην προβούν στη συγκεκριμένη χρήση. Επομένως, σε κάθε περίπτωση προσφυγής στο Δικαστήριο για προσδιορισμό της αμοιβής εφόσον αυτή αφορά χρήση που έχει ήδη πραγματοποιηθεί πρόκειται για οριστικό προσδιορισμό, ο οποίος γίνεται από το αρμόδιο τακτικό δικαστήριο, αποκλεισμένης της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων (Γ. Κουμάντος «Πνευματική Ιδιοκτησία», 8η έκδοση 2002, σελ. 374 υποσημείωση με αρ. 765, ΜονΠρΣυρ 2/2015, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρΤρικ 274/2009 και ΜονΠρΑΘ 4846/2007 αδημ., ΜΠρΠρεβ 122/2017, ΤΝΠ Νόμος).
Με την κρινόμενη αίτησή τους, οι αιτούντες ισχυρίζονται ότι ο πρώτος αποτελεί οργανισμό συλλογικής διαχείρισης δικαιωμάτων Ελλήνων ηθοποιών, στον οποίο χορηγήθηκε έγκριση λειτουργίας από τον Υπουργό Πολιτισμού από 21-2-1994, και η δεύτερη ενιαίο οργανισμό συλλογικής διαχείρισης του συγγενικού δικαιώματος άρθρο 49 §§ 1, 2, και 3 του Ν 2121/1993, που έχει συσταθεί νόμιμα από 6-10-2011 με τη μορφή της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας, με μόνους εταίρους της τους αναφερόμενους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης, που ήταν αντιπροσωπευτικοί στην ημεδαπή με έγκριση του αρμόδιου υπουργείου, των δικαιωμάτων των παραγωγών υλικών φορέων ήχου ή ήχου και εικόνας, των τραγουδιστών - ερμηνευτών και των μουσικών, έχοντας τις αναφερόμενες στο νόμο αρμοδιότητες διαχείρισης, μεταξύ των οποίων και η είσπραξη και διανομή της εύλογης αμοιβής που προβλέπει το άρθρο 49 του Ν 2121/1993 για τη χρησιμοποίηση υλικού φορέα ήχου και εικόνας κ.λπ. για παρουσίαση έργων στο κοινό, ότι έχουν συντάξει το αναφερόμενο στην αίτηση αμοιβολόγιο ως προς τα ξενοδοχεία, τηρώντας τους νόμιμους όρους δημοσιοποίησης, στη συνέχεια δε σύναψαν με το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος, μέλος του οποίου είναι υποχρεωτικά η καθ' ης η αίτηση, μετά από διαπραγματεύσεις συμφωνία μνημόνιο για την εξωδικαστική επίλυση της καταβολής των ευλόγων αμοιβών, αλλά η καθ' ης η αίτηση, η οποία διατηρεί επιχείρηση ξενοδοχείου στη Λαμία και χρησιμοποιεί εντός των δωματίων, που εκμισθώνει σε πελάτες της, τηλεόραση ή και ραδιόφωνο, που μεταδίδουν ερμηνείες και παραγωγές τους, αρνήθηκε να συνεργαστεί για τον καθορισμό της εύλογης αμοιβής και νόμιμης είσπραξης αυτής, παρά το γεγονός ότι η προαναφερόμενη καθημερινή χρήση εντός των δωματίων του ξενοδοχείου της τηλεόρασης ή και ραδιόφωνου με ερμηνείες και εκτελέσεις Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, χρήση απαραίτητη για την ψυχαγωγία των πελατών τους, κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2011 μέχρι 31-12-2017, που καθορίζεται για την καθ' ης η αίτηση αναλυτικά. Με βάση τα ανωτέρω οι αιτούντες ζητούν α) να καθορισθεί η εύλογη και ενιαία αμοιβή, που οφείλεται για την χρήση των ανωτέρω ετών, στο ποσό που αναφέρουν ανά ημέρα και δωμάτιο και συνολικά ανά έτος για όλα τα δωμάτια από την καθ' ης η αίτηση, επιμεριζόμενο κατά ποσοστό 50% για τους ηθοποιούς και κατά ποσοστό για τους παραγωγούς, τραγουδιστές και μουσικούς, β) να υποχρεωθεί η καθ' ης η αίτηση να τους καταβάλει προσωρινά το ήμισυ των ποσών αυτών, με το νόμιμο τόκο κατά τις ειδικότερες διακρίσεις στην αίτηση, επικουρικά δε από την επίδοση αυτής μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικαστεί η καθ' ης η αίτηση στη δικαστική δαπάνη της.
Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αίτηση, όπως εισάγεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, δεν είναι νόμιμη και πρέπει να απορριφθεί, εν όψει του ότι, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, δεν παρέχεται από το νόμο η δυνατότητα του προσωρινού καθορισμού με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων της εύλογης αμοιβής του άρθρου 49 του Ν 2121/1993, εφόσον πρόκειται για αμοιβή που αφορά χρήσεις, οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί σε προγενέστερο χρόνο από την άσκηση της αίτησης, δηλαδή για το χρονικό διάστημα από 1-1-2011 μέχρι 31-12-2017, για την οποία είναι επιτρεπτός μόνον ο οριστικός καθορισμός από το αρμόδιο τακτικό δικαστήριο με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, διότι, σε κάθε περίπτωση, η διεξαγωγή δύο δικών, μία για προσωρινό προσδιορισμό και μία για οριστικό της εύλογης αμοιβής, αποτελεί υπερβολική πρόνοια των αιτούντων, που δεν δικαιολογείται ούτε από το νόμο ούτε από την πρακτική (ΜΠρΑΘ 777/2018, ΤΝΠ Νόμος). Τέλος, διάταξη για τη δικαστική δαπάνη δεν θα περιληφθεί, αφού η καθ' ης η αίτηση, που δεν παραστάθηκε, δεν υπέβαλε σχετικό αίτημα (άρθρα 176 και 191 § 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ τη με αριθμό κατάθεσης 242/Ασφ/75/2018 αίτηση ερήμην της καθ' ης η αίτηση εταιρίας.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου