Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #ελευθερία των συμβάσεων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #ελευθερία των συμβάσεων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018

ΜονΠρΗλείας 23/18 : Μεταβίβαση επιχείρησης - Όρος περί μη ανταγωνισμού. Πώληση πρατηρίου καυσίμων - Μεταβίβαση της επιχείρησης και συμφωνία μεταξύ μεταβιβάζοντος και αποκτώντος περί μη ανταγωνισμού - Στα πλαίσια της ελευθερίας των συμβάσεων που απορρέει από τη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ, μπορεί να συμφωνηθεί ως παρεπόμενη συμφωνία στη σύμβαση πώλησης επιχείρησης η υποχρέωση μη ανταγωνισμού του ενός των συμβαλλομένων υπέρ του άλλου.


ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΕΙΑΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ 23/2018

Πρόεδρος: Αικ. Τσουρούτη (Πρόεδρος Πρωτοδικών)

[…Η επιχείρηση (ως αντικείμενο δικαίου), σύμφωνα με τον επιστημονικό ορισμό που έχει επικρατήσει, αποτελεί σύνολο ποικίλων ανομοιογενών στοιχείων, πραγμάτων, δικαιωμάτων, άυλων αγαθών (εμπορική επωνυμία, σήμα, διακριτικά γνωρίσματα), πραγματικών καταστάσεων και σχέσεων προς την αγορά, στην οποία δραστηριοποιείται (πελατεία, φήμη, θέση καταστήματος, αναπτυξιακές προοπτικές και ελπίδες), το οποίο (σύνολο) τελεί υπό οικονομική οργάνωση και ενότητα που ανήκει σε ορισμένο φορέα. Έτσι, η επιχείρηση συνιστά αναμφίβολα μία οικονομική ενότητα που οργανώνεται στη βάση μιας συγκεκριμένης επιχειρηματικής ιδέας και δραστηριότητας, οι οποίες αποτελούν προϊόν της διανοίας του (φυσικού ή νομικού προσώπου) επιχειρηματία. Με την έννοια αυτή η επιχείρηση συνιστά αυτή καθαυτή άυλο αγαθό, που περιλαμβάνει το σύνολο των κατ’ ιδίαν εμπραγμάτων, ενοχικών ή άλλων επί άυλων αγαθών δικαιωμάτων, με τα οποία ο επιχειρηματίας εξουσιάζει καθένα από τα περιουσιακά στοιχεία, από τα οποία απαρτίζεται η επιχείρηση, όπως ακίνητα, κινητά, επωνυμία, σήμα, διακριτικά γνωρίσματα. Οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας αναγνωρίζουν την αυτοτέλεια και αυθυπαρξία της επιχείρησης ως συνόλου, αφού προβλέπεται η «μεταβίβαση», «εκποίηση», «πώληση», «επιδίκαση» και «αναγκαστική διαχείριση» επιχείρησης (βλ. άρθρα 479, 1624 εδ. 6 ΑΚ, 483, 1034 επ. ΚΠολΔ, 18 ν.δ. 3562/1956, 46α Ν. 1892/1990, 4 § 2 Ν. 4112/1929, 22 Ν. 2239/1994 κ.ά). Αποτελεί, επομένως, η επιχείρηση ως σύνολο αντικείμενο δικαιώματος, που είναι: α) περιουσιακό, αφού έχει καθεαυτό χρηματική αξία, η οποία πολλές φορές υπερβαίνει το σύνολο της αξίας των περιουσιακών δικαιωμάτων και στοιχείων της, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας καθενός από τα περιουσιακά δικαιώματα και στοιχεία της επιχείρησης και β) μεταβιβάσιμο, αφού, όπως από τα προεκτεθέντα προκύπτει, επιτρέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου η μεταβίβασή της, η οποία συντελείται διά της μεταβιβάσεως καθενός στοιχείου της. Κατ’ ακολουθίαν, το άυλο αγαθό της επιχείρησης ως σύνολο μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο πωλήσεως, που περιλαμβάνει όχι μόνο τα νομικώς αλλά και τα οικονομικώς αυθύπαρκτα δικαιώματα. Η κατάσταση αυτή περιλαμβάνει και τα κατ’ ιδίαν (εμπράγματα, ενοχικά κ.λπ.) δικαιώματα, καθώς και τα ιδιαίτερα δικαιώματα επί άυλων αγαθών (σήματος, διακριτικού γνωρίσματος κ.λπ.), κατά τρόπον ώστε ο αποκτών διά της πωλήσεως να συνεχίζει την επιχείρηση και να καθίσταται δικαιούχος όλων των επιμέρους δικαιωμάτων. Δεν έχει δε σημασία το γεγονός ότι η μεταβίβαση των επιμέρους δικαιωμάτων της επιχείρησης δεν συντελείται με μία πράξη αλλά απαιτείται η τήρηση των διατυπώσεων για τη μεταβίβαση καθενός δικαιώματος, αφού παρά την εκποίηση διατηρείται συγχρόνως η επιχείρηση ως ενότητα και αυθύπαρκτη οικονομική μονάδα (ΟλΑΠ 7/2009 Δ 2009, 634· ΑΠ 737/2011 ΝοΒ 2012, 537· ΕφΑθ 658/2012 ΕλλΔνη 2013, 753· ΠΠρΑθ 3704/2017 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Νόμος, όπου και εκτενείς περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία και στους συγγραφείς).

Περαιτέρω, στα πλαίσια της ελευθερίας των συμβάσεων που απορρέει από τη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ, μπορεί να συμφωνηθεί ως παρεπόμενη συμφωνία στη σύμβαση πώλησης επιχείρησης η υποχρέωση μη ανταγωνισμού του ενός των συμβαλλομένων υπέρ του άλλου. Η υποχρέωση μη ανταγωνισμού συνιστά υποχρέωση προς παράλειψη ή ανοχή κατά το άρθρο 287 ΑΚ, με την κατά κανόνα έννοια της μη άσκησης από τον υποσχεθέντα οικονομικής δραστηριότητας, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα την απόσπαση πελατείας από τον δέκτη της υπόσχεσης ή τη δημιουργία νέας, ενέχει δε θεμιτό περιορισμό της οικονομικής ελευθερίας του, αρκεί αυτός να μην είναι υπέρμετρος (ΕφΑθ 925/2010 ΕλλΔνη 2011, 814· Α. Βαλτούδης, Πώληση επιχείρησης – προσυμβατική, συμβατική και από αδικαιολόγητο πλουτισμό ευθύνη, 2005, σελ. 52-53). Γίνεται, εξάλλου, δεκτό ότι από τη συνδυασμένη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 513, 173, 200 και 288 ΑΚ προκύπτει ότι η σχετική απαγόρευση υφίσταται, ακόμα και αν δεν έχει ρητά συνομολογηθεί από τους συμβαλλομένους (βλ. Σταθόπουλο, στον ΑΚ Γεωργιάδη / Σταθόπουλου, άρθρ. 288 αρ. 64· Μαρίνο, Πώληση επιχείρησης και απαγόρευση άσκησης ανταγωνισμού, ΧρΙΔ 2001, 98· Α. Βαλτούδη, ό.π.). Ειδικότερα, γίνεται δεκτό ότι ο πωλητής υποχρεούται να μην ανταγωνίζεται τον αγοραστή εντός του συγκεκριμένου πεδίου δράσης της πωληθείσας επιχείρησης, είτε άμεσα με την ίδρυση μιας νέας επιχείρησης (έστω και με παρένθετο πρόσωπο) είτε και έμμεσα με την κτήση του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών, την κτήση μιας θέσης διευθυντικού στελέχους κ.ο.κ. (Α. Βαλτούδης, ό.π., σελ. 55-56, όπου και εκτενείς περαιτέρω παραπομπές στους συγγραφείς).