Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #ελεγκτικό συνέδριο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #ελεγκτικό συνέδριο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Ελεγκτικό Συνέδριο : Δεν αναγνωρίζει προϋπηρεσία για μισθολογική εξέλιξη σε περίπτωση μετάταξης δημοτικού υπαλλήλου σε ανώτερη κατηγορία.


Με την Πράξη 142/2018 του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου στο Ι Τμήμα, το Ελεγκτικό Συνέδριο επαναλαμβάνει την κρίση του περί μη νομιμότητας της μισθολογικής αναγνώρισης του συνόλου της προϋπηρεσίας που διανύθηκε με προσόν κατώτερης εκπαιδευτικής κατηγορίας, στις περιπτώσεις μετάταξης σε ανώτερη κατηγορία.
Ειδικότερα, κρίνει ότι, μετά τη μετάταξη δημοτικού υπαλλήλου σε ανώτερη κατηγορία, λόγω απόκτησης πτυχίου ανώτατης εκπαίδευσης, στην κατηγορία ΠΕ, δεν μπορεί να συνυπολογισθεί ο χρόνος προϋπηρεσίας που αυτή διένυσε στην κατηγορία ΔΕ, χωρίς να διαθέτει πτυχίο Tριτοβάθμιας Eκπαίδευσης και χωρίς να εκτελεί καθήκοντα ανάλογης φύσης και, συνεπώς, έπρεπε να καταταγεί στο πλησιέστερο ποσοτικά, ως προς το βασικό μισθό που ήδη λάμβανε, μισθολογικό κλιμάκιο της ανώτερης κατηγορίας.
Ως εκ τούτου, η δαπάνη είναι μη νόμιμη, κατά το μέρος που με αυτή εντέλλεται ποσό διαφοράς αποδοχών που υπερβαίνει τη διαφορά μεταξύ του 7ου κλιμακίου στο οποίο η εν λόγω δημοτική υπάλληλος έπρεπε να καταταχθεί, μετά τη μετάταξη της στην κατηγορία ΠΕ, λόγω κτήσης τίτλου σπουδών Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, και του 10ου κλιμακίου της κατηγορίας ΔΕ που ήδη λάμβανε στην προηγούμενη θέση.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 
ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ 
ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΑΠΑΝΩΝ 
ΣΤΟ Ι ΤΜΗΜΑ 
ΠΡΑΞΗ 142/2018 
Αποτελούμενο από την Πρόεδρο του Κλιμακίου, Μαρία Αθανασοπούλου, Σύμβουλο, και τα μέλη Ελευθερία Πρασιανάκη και Ελένη Ποτιούδη, Εισηγητές. Συνεδρίασε στην αίθουσα διασκέψεων του Καταστήματός του, που βρίσκεται στην Αθήνα, στις 29 Μαΐου 2018, με την παρουσία της Γραμματέως του Πελαγίας Κρητικού. 
Για να αποφανθεί, ύστερα από διαφωνία που ανέκυψε μεταξύ της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Δήμο ΧΧΧ και του Δήμου ΧΧΧ, αν πρέπει να θεωρηθεί το 14, οικονομικού έτους 2018, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του ανωτέρω Δήμου. 
Άκουσε την εισήγηση της Εισηγητού Ελένης Ποτιούδη. 
Μελέτησε τα στοιχεία του φακέλου και 
Σκέφθηκε κατά το Νόμο 

Ι. Η Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Δήμο ΧΧΧ αρνήθηκε, με την 1/16.3.2018 πράξη της, να θεωρήσει το 14, οικονομικού έτους 2018, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Δήμου ΧΧΧ, που αφορά στην καταβολή ποσού 1.138,01 ευρώ, στη φερόμενη ως δικαιούχο υπάλληλο αυτού, ως αναδρομικές αποδοχές, για το χρονικό διάστημα από 29.12.2017 έως 28.2.2018, μετά από την ανακατάταξή της στα μισθολογικά κλιμάκια του ν. 4354/2015, λόγω μετάταξής της σε ανώτερη εκπαιδευτική βαθμίδα. Ως αιτιολογία για την άρνηση θεώρησης του ως άνω χρηματικού εντάλματος, η Επίτροπος προέβαλε ότι, ανεξαρτήτως έλλειψης ρητής νομοθετικής ρύθμισης του τρόπου μισθολογικής κατάταξης των μετατασσόμενων σε κλάδο ανώτερης εκπαιδευτικής βαθμίδας, ο συνυπολογισμός, για την κατάταξη της φερόμενης ως δικαιούχου στο 14ο μισθολογικό κλιμάκιο Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), χρόνου υπηρεσίας διανυθέντος σε οργανική θέση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 11 και 14 του ν. 4354/2015, με τις οποίες γίνεται σαφής διάκριση του χρόνου και του τρόπου της μισθολογικής εξέλιξης των υπαλλήλων αναλόγως της εκπαιδευτικής κατηγορίας τους, και, συνεπώς, η ίδια έπρεπε να καταταγεί στο 7ο μισθολογικό κλιμάκιο ΠΕ, το οποίο είναι ποσοτικά το πλησιέστερο προς το 10ο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ, το οποίο αυτή κατείχε έως την μετάταξή της, η εντελλόμενη, δε, δαπάνη είναι μη νόμιμη κατά το μέρος που εντέλλεται ποσό διαφοράς αποδοχών που υπερβαίνει τη διαφορά των εν λόγω μισθολογικών κλιμακίων (10ο κλιμάκιο ΔΕ – 7ο κλιμάκιο ΠΕ). Στη συνέχεια, ο Δήμος ΧΧΧ, με το 8246/25.4.2018 έγγραφο του Αντιδημάρχου του, επανυπέβαλε το ως άνω χρηματικό ένταλμα πληρωμής προς θεώρηση, υποστηρίζοντας τη νομιμότητα της εντελλόμενης με αυτό δαπάνης για τους λόγους που αναφέρονται στο εν λόγω έγγραφο. H Επίτροπος, όμως, ενέμεινε στην άρνησή της, με συνέπεια να ανακύψει διαφωνία, για την άρση της οποίας νομίμως απευθύνεται, με την από 2.5.2018 έκθεσή της, στο Κλιμάκιο τούτο. 

 ΙΙ. Α.1 Ο Κώδικας Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3584/2007 (ΦΕΚ Α΄ 143), στο άρθρο 183 (όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 12 του ν. 4071/2012, Α 85/11.5.2012), ορίζει ότι: «Το προσωπικό του τμήματος αυτού, το οποίο κατέχει ή αποκτά τίτλο σπουδών ανώτερης εκπαιδευτικής βαθμίδας σε σχέση με την εκπαιδευτική βαθμίδα στην οποία ανήκει η θέση την οποία κατέχει, επιτρέπεται να μετατάσσεται σε κενή θέση αντίστοιχης εκπαιδευτικής βαθμίδας του τίτλου σπουδών που κατέχει, εφόσον ο τίτλος σπουδών του προβλέπεται ή αντιστοιχεί σε κλάδο ή ειδικότητα της υπηρεσίας του. Αν δεν υπάρχει κενή θέση, η μετάταξη γίνεται με μεταφορά θέσης σε ειδικότητα αντίστοιχη του τίτλου σπουδών που κατέχει ο μετατασσόμενος ή παρεμφερούς με τις υπάρχουσες του κλάδου μόνιμου προσωπικού, ύστερα από γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου. (…). Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 3, 4 και 5 του άρθρου 76 και του άρθρου 79 του παρόντος Κώδικα», στο άρθρο 76, ότι: «1. Μετάταξη υπαλλήλου σε κενή θέση κλάδου ανώτερης κατηγορίας, του ίδιου Ο.Τ.Α., επιτρέπεται μετά από αίτηση του υπαλλήλου και ύστερα από γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Ο μετατασσόμενος πρέπει να κατέχει τον τίτλο σπουδών που απαιτείται για τον κλάδο στον οποίο μετατάσσεται. 2. (...) 3. Ο υπάλληλος μετατάσσεται με το βαθμό που κατέχει. Αν ο εισαγωγικός βαθμός του κλάδου στον οποίο μετατάσσεται είναι ανώτερος του βαθμού που κατέχει, μετατάσσεται με τον εισαγωγικό αυτό βαθμό. Ο χρόνος υπηρεσίας που έχει διανυθεί στο βαθμό με τον οποίο ο υπάλληλος μετατάσσεται, θεωρείται ότι έχει διανυθεί στο βαθμό της θέσης στην οποία μετατάσσεται, εφόσον έχει διανυθεί με τον τίτλο σπουδών που απαιτείται για τον κλάδο αυτόν. (…)» και, στο άρθρο 79, ότι: «1. (…) 4. Η μετάταξη ενεργείται με απόφαση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου και περίληψη δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (…)»

2. Ο ν. 4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διορθωτικών μεταρρυθμίσεων» (ΦΕΚ Α 176), ο οποίος σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ.1 περ.δ εφαρμόζεται στους μόνιμους υπαλλήλους των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στο Κεφάλαιο Β περιέλαβε διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών και συγκεκριμένα μισθολογικές ρυθμίσεις, για τους υπαλλήλους, μεταξύ άλλων, του Δημοσίου και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού. Στο άρθρο 8 του ως άνω νόμου, υπό τον τίτλο «αποσύνδεση μισθού – βαθμού», ορίζεται ότι: «1. Το προσωπικό της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου εξελίσσεται, ανεξάρτητα από το βαθμό που κάθε φορά κατέχει, σε μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.), όπως αυτά ορίζονται στο επόμενο άρθρο. 2. Οι υπάλληλοι που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και έχουν το ίδιο μισθολογικό κλιμάκιο δικαιούνται το βασικό μισθό που αντιστοιχεί σε αυτό, ανεξάρτητα από τον κλάδο στον οποίο ανήκει η θέση τους», στο άρθρο 9, υπό τον τίτλο «Μισθολογικά κλιμάκια και κατάταξη υπαλλήλων», ότι: «1. Τα μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.) των υπάλληλων των κατηγοριών: Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (Π.Ε.) με πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ημεδαπής ή ισότιμο Σχολών αλλοδαπής, Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Т.Е.) με πτυχίο ή δίπλωμα Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Τ.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμο Σχολών ημεδαπής ή αλλοδαπής, Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Ε.) και Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (Υ.Ε.) ορίζονται ως εξής: Σε δεκαεννέα (19) για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Т.Е. και Π.Ε. και σε δεκατρία (13) για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε.. Οι υπάλληλοι των κατηγοριών Т.Е. και Π.Ε. εξελίσσονται σε αυτά με εισαγωγικό το Μ.Κ. 1 και καταληκτικό το Μ.Κ. 19, ενώ των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε. με εισαγωγικό το Μ.Κ. 1 και καταληκτικό το Μ.Κ. 13. 2. (…)», στο άρθρο 10, ότι: «1. Ο διοριζόμενος υπάλληλος εισέρχεται στην υπηρεσία με το εισαγωγικό μισθολογικά κλιμάκιο της κατηγορίας στην οποία ανήκει ή στο μισθολογικό κλιμάκιο που προβλέπεται από τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου. 2. (…)», στο άρθρο 11, υπό τον τίτλο «χρόνος και τρόπος μισθολογικής εξέλιξης», ότι: «1. Για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων όλων των κατηγοριών, από κατώτερο σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο, απαιτείται υπηρεσία ως εξής: α. Για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε. υπηρεσία τριών (3) ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο. β. Για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Τ.Ε. και Π.Ε. υπηρεσία δύο (2) ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο. 2. Για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων από το κατώτερο μισθολογικό κλιμάκιο στο αμέσως ανώτερο, απαιτείται να έχει συμπληρωθεί ο καθορισμένος χρόνος υπηρεσίας στο κατώτερο μισθολογικό κλιμάκιο. 3. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο εξέλιξη του υπαλλήλου γίνεται με πράξη του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου, που δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 4. α. Ως προϋπηρεσία, που αναγνωρίζεται για την εξέλιξη των υπαλλήλων, που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 9 του παρόντος, λαμβάνεται η υπηρεσία που προσφέρεται σε φορείς της παραγράφου 1 του άρθρου 7 των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σχέση εξαρτημένης εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου. β. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγνώριση των ανωτέρω προϋπηρεσιών είναι να μην έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για τη χορήγηση καμίας άλλης οικονομικής παροχής ή αναγνώρισης συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Η αναγνώριση των ανωτέρω προϋπηρεσιών πραγματοποιείται με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου αρμοδίου οργάνου και τα οικονομικά αποτελέσματα ισχύουν από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης και όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών» και, στο άρθρο 35, ότι: «Η έναρξη ισχύος των άρθρων 7 έως 34 αρχίζει από 1.1.2016, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του». 

Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

ΕλΣυν (Ολ) 124/17 : "Υπόλογοι - Αθώωση σε ποινική δίκη - Δέσμευση δημοσιονομικού δικαστηρίου. Το ζήτημα της αυτονόμησης της δημοσιονομικής δίκης έναντι της ποινικής στην περίπτωση που ο υπόλογος αθωώθηκε σε ποινική δίκη. Η δέσμευση του Ελεγκτικού Συνεδρίου από τη αθωωτική ποινική απόφαση συντρέχει αποκλειστικά και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι τα πραγματικά περιστατικά για τα οποία διώχθηκε ποινικά το προτεινόμενο προς καταλογισμό πρόσωπο, αλλά αθωώθηκε, έστω και λόγω αμφιβολιών, ταυτίζονται πλήρως με αυτά στα οποία στηρίζεται ο καταλογισμός του"


Απόφαση 124/2017
ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΣΕ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ - ΠΡΩΤΗ ΣΥΝΘΕΣΗ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 2 Δεκεμβρίου 2015, με την εξής σύνθεση : Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, Πρόεδρος, Σωτηρία Ντούνη και Μαρία Βλαχάκη, Αντιπρόεδροι, Γεώργιος Βοΐλης, Βασιλική Ανδρεοπούλου, Ασημίνα Σαντοριναίου, Ευαγγελία - Ελισάβετ Κουλουμπίνη (εισηγήτρια), Κωνσταντίνα Ζώη, Δέσποινα Καββαδία - Κωνσταντάρα, Γεωργία Τζομάκα, Θεολογία Γναρδέλλη, Κωνστανίνος Εφεντάκης, Αγγελική Πανουτσακοπούλου, Δημήτριος Τσακανίκας και Ασημίνα Σακελλαρίου, Σύμβουλοι. Επίσης μετείχαν οι Σύμβουλοι Δέσποινα Τζούμα, Ευφροσύνη Παπαθεοδώρου, Κωνσταντίνος Παραθύρας και Αργυρώ Μαύρομμάτη ως αναπληρωματικά μέλη. Γραμματέας η Ελένη Αυγουστόγλου. Γενικός Επίτοπος Επικρατείας : Μιχαήλ Ζυμής.
Γα να δικάσει την από 1-10-2013 (αριθμ. κατάθ. …/….) αίτηση του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, με την επωνυμία «…», όπως νόμιμα εκπροσωπείται, το οποίο παραστάθηκε δια δηλώσεως του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δικ. της πληρεξούσιας δικηγόρου του ΑΜ (ΔΣ Α/……..).
Κατά της Ε. Κ. του …, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της ΓΑ (ΔΣΑ/……..).
Το Ελληνικό Δημόσιο, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών, παραστάθηκε δια του Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ΝΚ.
Με την αίτηση αυτή το αιτούν επιδιώκει την αναίρεση της 2504/2013 απόφασης του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Με την αναιρεσιβαλλόμενη (2504/2013) απόφαση του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου έγινε δεκτή η έφεση της ήδη αναιρεσίβλητης κατά της … /2007 καταλογιστικής απόφασης των επιθεωρητών του Σώματος Επιθεωρητών Υγείας και Πρόνοιας (Σ.Ε.Υ.Υ.Π.) του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με την οποία καταλογίστηκε υπέρ του … και εις βάρος της αναιρεσίβλητης, υπό την ιδιότητα της ως υπολόγου χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής, το συνολικό ποσό των 15.005,08 ευρώ.
Με την αίτηση που κρίνεται και για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτή ζητείται η αναίρεση της προαναφερόμενης απόφασης του IV Τμήματος.
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε το Δικαστήριο άκουσε :
Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ., η οποία με την από 1-12-2015 δήλωση της, κατά το άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δικ., ζήτησε να συζητηθεί η υπόθεση, χωρίς την παρουσία της και να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης.
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσίβλητης, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Τον Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, για το Ελληνικό Δημόσιο, που ζήτησε την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης. Και
Το Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο οποίος ανέπτυξε την από 2-12-2015 γνώμη του και πρότεινε την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης και την αναπομπή της υπόθεσης στο IV Τμήμα.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη, με παρόντα τα τακτικά μέλη που έλαβαν μέρος στη συζήτηση της υπόθεσης, εκτός από την Αντιπρόεδρο Σωτηρία Ντούνη και τους Συμβούλους Γεώργιο Βοΐλη, Βασιλική Ανδρεοπούλου, Κωνσταντίνα Ζώη, Ασημίνα Σακελαρίου και Δέσποινα Τζούμα (αναπληρωματικό μέλος), που είχαν κώλυμα (άρθρα 11 παρ. 2 του ν. 4129/2013 και 78 παρ. 2 του π.δ. 1225/1981). Για τη νόμιμη συγκρότηση της Ελάσσονος Ολομέλειας, στη διάσκεψη μετείχαν επίσης οι Σύμβουλοι Ευφροσύνη Παπαθεοδώρου, Κωνσταντίνος Παραθύρας και Αργυρώ Μαυρομμάτη (αναπληρωματικά μέλη).
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα και
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο,
Αποφάσισε τα ακόλουθα :
1. Για την άσκηση της υπό κρίση αίτησης δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου (άρθρο 73 του ν. 4129/2013 περί Κωδικός Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο).
2. Με την αίτηση αυτή ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της 2504/2013 απόφασης του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία έγινε δεκτή η έφεση της ήδη αναιρεσίβλητης κατά της …/9-8-2007 καταλογιστικής απόφασης των επιθεωρητών του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Με την πληττόμενη απόφαση καταλογίστηκε σε βάρος της αναιρεσίβλητης και υπέρ του αναιρεσείοντος ν.π.δ.δ., υπό την ιδιότητα της πρώτης ως υπολόγου χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής, το συνολικό ποσό των 15.005,08 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε 14.976,70 ευρώ, που αντιστοιχούν σε προσαυξήσεις παρανόμως παρακρατηθέντος ποσού ύψους 32.669,44 ευρώ, από το οποίο η αναιρεσίβλητη επέστρεψε το ποσό των 32.641,06 ευρώ και σε 28,38 ευρώ που συνιστά την κύρια οφειλή και αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του φερόμενου ως παρανόμως παρακρατηθέντος ποσού και εκείνου που τελικώς επεστράφη από αυτήν. Με τον μοναδικό προβαλλόμενο λόγο αναίρεσης το αναιρεσείον ν.π.δ.δ. ζητεί την αναίρεση της ως άνω αποφάσεως, προβάλλοντας ότι κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, υπό την ειδικότερη εκδοχή της εσφαλμένης ερμηνείας και πλημμελούς εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ.2 της κυρωθείσας με το ν.δ. 53/1974 Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) το Τμήμα έκρινε ότι, δεν μπορεί να αποστεί από την κρίση της …/2007 αθωωτικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, λόγω του απορρέοντος από αυτήν δεδικασμένου και κατά παραδοχή της ασκηθείσας από την ήδη αναιρεσίβλητη εφέσεως ακύρωσε τον επιβληθέντα σε βάρος της καταλογισμό, ενώ το περιεχόμενο αυτής θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί με τα λοιπά στοιχεία του φακέλου.

Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

ΜΠρΑθ 1184/2017 : Σώρευση ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής και ανακοπής κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης - Αντισυνταγματική ρύθμιση περί μη εκτελέσεως ορισμένων εκτελεστών τίτλων έναντι του Δημοσίου και των ΟΤΑ - Προληπτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου - Προϋποθέσεις εκτέλεσης κατά Δημοσίου


Αντισυνταγματικότητα και αντίθεση με το ΔΣΑΠΔ και την ΕΣΔΑ της ρύθμισης που αποκλείει την εκτέλεση ορισμένων εκτελεστών τίτλων (μεταξύ των οποίων και οι διαταγές πληρωμής) έναντι του Δημοσίου και των ΟΤΑ. Αγωγές κατά ΝΠΔΔ που έχουν ως γενεσιουργό λόγο αξιώσεις οι οποίες υπόκεινται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Κατά τη διενέργεια προληπτικού ελέγχου των δαπανών των ΟΤΑ το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν έχει τη δυνατότητα να ελέγξει και τη νομιμότητα των ατομικών διοικητικών πράξεων που αποτελούν το έρεισμα των δαπανών. Αναγκαστική εκτέλεση εις βάρος του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ. Για να είναι έγκυρη πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά δύο προϋποθέσεις, ήτοι η επίδοση της δικαστικής απόφασης στο νόμιμο εκπρόσωπο του ΝΠΔΔ και η πάροδος μετά απ’ αυτήν εξήντα ημερών. Πριν από την έναρξη της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, που αρχίζει με την επίδοση επιταγής προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο απογράφου της προς εκτέλεση αποφάσεως, απαιτείται επίδοση της εν λόγω απόφασης στον αρμόδιο για την πληρωμή της απαίτησης Υπουργό ή εκπρόσωπο ΝΠΔΔ και εφόσον πρόκειται για Δήμο προς τον Δήμαρχο, η οποία επίδοση πρέπει να γίνει εξήντα τουλάχιστον ημέρες πριν από την επίδοση της επιταγής προς πληρωμή στον καθού η εκτέλεση Δήμο. Δεν τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας της εν λόγω διάταξης.

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ
Τακτική Διαδικασία - Αριθμός Απόφασης 1184/2017
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αθανασία Μανέτα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα ΙωάνναΚουφογιαννάκη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 25 Οκτωβρίου 2016 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Της Καλούσας - Καθ' ής η ανακοπή: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «... - ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το διακριτικό τίτλο «.......................Α.Τ.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ................) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σ Μ.
του Καθ' ού η κλήση - Ανακόπτοντος: Δήμου Αθηναίων, νόμιμα εκπροσωπούμενου από το Δήμαρχο του κ. ..., που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Λιοσίων αριθμ. 22), ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σ Μ

Ο ανακόπτων Δήμος ζητούσε να γίνει δεκτή η από 07-11-2011 ανακοπή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αύξοντα αριθμό έκθεσης καταθέσεως δικογράφου 169384/12943/2011 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 03/11/2015, κατά την οποία η συζήτηση της ματαιώθηκε. Με την από 17-05-2016 κλήση της καθ' ής η ανακοπή ανώνυμης εταιρείας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 21827/486/2016, η ως άνω ανακοπή επανήλθε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την υπό κρίση ανακοπή του, που επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 17-05-2016 κλήση, ο ανακόπτων Δήμος Αθηναίων ζητεί για τους εκτιθέμενους σ' αυτή λόγους να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 24325/2011 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε για απαίτηση από σύμβαση κατασκευής έργου, καθώς και η από 04-10-2011 επιταγή προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής, βάσει της οποίας αυτός (ανακόπτων) υποχρεώνεται να καταβάλει στην καθ' ής η ανακοπή ανώνυμη εταιρεία το ποσό των 15.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων. Ζητεί, τέλος, να καταδικαστεί η καθ' ής στην πληρωμή της δικαστικής του δαπάνης.

Από το περιεχόμενο και τα αιτήματα της υπό κρίση ανακοπής συνάγεται σαφώς ότι στο δικόγραφο αυτής σωρεύονται παραδεκτά τόσο η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, όσο και η ανακοπή κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, που δυνάμει αυτής επισπεύδεται (με την επίδοση επιταγής προς εκτέλεση) του άρθρου 933 ΚΠολΔ, επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 218 παρ. 1 περ. δ' του ΚΠολΔ, αμφότερες εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία (με τις αποκλίσεις των διατάξεων των άρθρων 643, 649, 650 και 591 παρ. 1 περ. α' ΚΠολΔ, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 632 παρ. 2 ΚΠολΔ και 937 παρ. 3 ΚΠολΔ), με την οποία δικάζεται η διαφορά από την απαίτηση απορρέουσα από σύμβαση έργου, βάσει της οποίας εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και υπάγονται στην υλική και τοπική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 584, 632 παρ. 1, 933 παρ.1 και 2 ΚΠολΔ), η σύγχρονη δε εκδίκαση τους δεν επιφέρει σύγχυση. Εξάλλου, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ' άρθρο 632 παρ. 1 εδ. α' και 934 παρ. 1 εδ. α' και β' ΚΠολΔ, αφού οι προσβαλλόμενες (ήτοι η με αριθμό 24325/2011 διαταγή πληρωμής και η από 04-10-2011 επιταγή προς πληρωμή) επιδόθηκαν την 07/10/2011 στον ανακόπτοντα (βλ. την υπ' αριθμ. 10381/707-10-2011 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ...), ενώ το δικόγραφο της ένδικης ανακοπής κατατέθηκε την 11/10/2011 στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου και επιδόθηκε την 12/10/2011 στην καθ' ής ανώνυμη εταιρεία (βλ. την υπ' αριθμ. 9915β712-10-2011 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κωνσταντίνου Κοττίκια), ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των δεκαπέντε εργασίμων ημερών, ενώ δεν προκύπτει ότι έχουν επακολουθήσει άλλες πράξεις εκτέλεσης μετά την επίδοση της προαναφερόμενης επιταγής προς πληρωμή. Επομένως, η υπό κρίση ανακοπή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

1-Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 4 εδ. γ' του Συντάγματος, όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση του με το από 06.04.2001 Ψήφισμα της 71 Αναθεωρητικής Βουλής «οι δικαστικές αποφάσεις εκτελούνται αναγκαστικά και κατά του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όπως νόμος ορίζει», κατά δε αυτή του άρθρου 95 παρ. 5 του Συντ. «Η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει... Νόμος ορίζει αναγκαστικά μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης». Σε εκτέλεση της πρώτης από τις παραπάνω, διατάξεις εκδόθηκε ο ν. 3068/2002, στο άρθρο 1 του οποίου ορίζεται ότι το Δημόσιο, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται, χωρίς καθυστέρηση, προς τις δικαστικές αποφάσεις και να προβαίνουν σε όλες τις ενέργειες που επιβάλλονται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής και για την εκτέλεση των αποφάσεων. Δικαστικές αποφάσεις, κατά την έννοια του προηγούμενου εδαφίου, είναι όλες οι αποφάσεις των διοικητικών, πολιτικών, ποινικών και, ειδικών δικαστηρίων που παράγουν υποχρέωση συμμόρφωσης ή.είναι εκτελεστές κατά τις οικείες δικονομικές διατάξεις και τους όρους που κάθε απόφαση τάσσει. Επακολούθησε ο ν. 3301 /2004, με το άρθρο 20 του οποίου προστέθηκε στο άνω άρθρο 1 του ν. 3068/02 εδάφιο, σύμφωνα με το οποίο, δεν είναι δικαστικές αποφάσεις, κατά την έννοια του παρόντος νόμου, και δεν εκτελούνται οι εκτελεστοί τίτλοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις των εδαφίων γ' - ζ' της παρ. 2 του άρθρου 904 ΚΠολΔ (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι κατά τα άρθρα 623 επ. του ιδίου Κώδικα εκδιδόμενες από τον αρμόδιο δικαστή διαταγές πληρωμής), πλην των κηρυχθεισών εκτελεστών αλλοδαπών δικαστικών αποφάσεων. Περαιτέρω, το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, που, μαζί με το προαιρετικό Πρωτόκολλο του, κυρώθηκε με το ν. 2462/1997 και άρχισε να ισχύει για την Ελλάδα από 05.08.1997 (Ανακοίνωση Υπ.Εξωτ. Φ.0546/62/Α1/292/Μ.2870/ 7.5.1997), έχει δε υπερνομοθετική ισχύ, κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, στο άρθρο 2 παρ. 3 αυτού ορίζει ότι: «Τα Συμβαλλόμενα Κράτη στο παρόν Σύμφωνο αναλαμβάνουν την υποχρέωση : α) να εγγυώνται ότι κάθε άτομο, του οποίου τα δικαιώματα και οι ελευθερίες, που αναγνωρίζονται στο παρόν Σύμφωνο, παραβιασθούν, θα έχει στη διάθεση του μία πρόσφορη προσφυγή, ακόμη και αν η παραβίαση θα έχει διαπραχθεί από πρόσωπα που ενεργούν υπό την επίσημη κρατική ιδιότητα τους, β) να εγγυώνται ότι η αρμόδια δικαστική, διοικητική, νομοθετική... αρχή ... θα αποφαίνεται πράγματι σχετικά με τα δικαιώματα του προσφεύγοντος, και θα προωθήσουν τη δυνατότητα δικαστικής προσφυγής, γ) να εγγυώνται την εκτέλεση, από τις αρμόδιες αρχές, κάθε απόφασης που θα έχει κάνει δεκτή τη σχετική προσφυγή». Εξάλλου, το άρθρο 14 παρ. 1 εδ. α' του ίδιου Συμφώνου ορίζει ότι : «Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα η υπόθεση του να δικαστεί από ... δικαστήριο... το οποίο θα αποφασίσει ... και για αμφισβητήσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αστικού χαρακτήρα». Με τη διάταξη αυτή συμπορεύεται και το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο, που καθιερώνεται με το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) (η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974), καθώς και με το άρθρο 20 πααρ. 1 του Συντάγματος. Οι ως άνω διατάξεις δεν ιδρύουν μόνο διεθνή ευθύνη των συμβαλλομένων κρατών, αλλά έχουν άμεση εφαρμογή και υπερνομοθετική ισχύ, άρα θεμελιώνουν δικαιώματα υπέρ των προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους. Οι διατάξεις αυτές εγγυώνται όχι μόνο την ελεύθερη πρόσβαση σε δικαστήριο, αλλά και την πραγματική ικανοποίηση του δικαιώματος που επιδικάσθηκε από το δικαστήριο, δηλαδή το δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς την οποία η προσφυγή στο δραστήριο θα απέβαλλε την ουσιαστική αξία και χρησιμότητα της (ΟλΑΠ 21/2001). 

Από τις εκτεθείσες συνταγματικές διατάξεις και εκείνες του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και της ΕΣΔΑ σαφώς συνάγεται ότι, προς επίτευξη του επιδιωκόμενου με αυτές σκοπού της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, είναι αναγκαίο να συμπεριληφθούν στους τίτλους που μπορούν να εκτελεστούν κατά του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ και οι διαταγές πληρωμής, αφού, ναι μεν αυτές εκδίδονται από δικαστή, χωρίς προηγουμένως να ακουστεί και να αναπτύξει τις απόψεις του ο καθ' ού, μετά από εξέταση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοση τους και όχι από συγκροτημένο δικαστήριο, πλην όμως εξομοιώνονται λειτουργικώς με τις δικαστικές αποφάσεις, διότι αφ' ενός μεν επιλύουν διαφορές, αφ' ετέρου δε ανταποκρίνονται στα βασικά λειτουργικά γνωρίσματα της προβλεπόμενης από το άρθρο 20 του Συντάγματος δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στον καθ' ού να ασκήσει ανακοπή και να προβάλει τους ισχυρισμούς του, τόσο ως προς τη μη συνδρομή του προϋποθέσεων έκδοσης της διαταγής πληρωμής, όσο και ως προς την απαίτηση. Από τα παραπάνω παρέπεται ότι η ρύθμιση του άρθρου 20 ν. 3301/04 κατά την οποία δεν εκτελούνται οι αναφερόμενοι σ' αυτήν εκτελεστοί τίτλοι, μεταξύ των οποίων και οι διαταγές πληρωμής, αντίκειται στις ειρημένες διατάξεις του Συντάγματος, και των Διεθνών Συμφώνων (βλ. ΑΠ 2347/2009) και επομένως είναι δυνατή η από τον αρμόδιο πολιτικό δικαστή (ειρηνοδίκη ή δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου) έκδοση διαταγής πληρωμής, συντρεχουσών των προς τούτο προϋποθέσεων εις βάρος του Δημοσίου, ΟΤΑ και ν.π.δ.δ, και αν ακόμη η υποκείμενη σχέση, από την οποία απορρέει η χρηματική απαίτηση προς πληρωμή, της οποίας ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, όπως συμβαίνει επί διαφοράς από σύμβαση δημόσιου έργου. (βλ. ΑΕΔ 18/2005, ΑΠ 431/2015, ΑΠ 369/2004, ΑΠ 1264/2011, ΑΠ 1965/2011, ΑΠ 2347/2009, ΕφΑΘ 461/2016 δημ. στο δίκτυο νομικών πληροφ. «Νόμος»).

Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής του, ο ανακόπτων βάλλει κατά της υπ' αριθμόν 24325/2011 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου, ισχυριζόμενος ότι η απαίτηση της καθ' ής για την ικανοποίηση της οποίας εκδόθηκε η ως άνω ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής προέρχεται από σύμβαση δημοσίου δικαίου και για την εκδίκαση των διαφορών που ανακύπτουν από αυτή τη σύμβαση είναι αποκλειστικά αρμόδια τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, ως εκ τούτου η επίδικη απαίτηση δεν είναι δεκτική εκδόσεως διαταγής πληρωμής από τα στερούμενα δικαιοδοσίας πολιτικά δικαστήρια. Ο λόγος αυτός τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι η έκδοση διαταγής πληρωμής εντάσσεται στην άσκηση δικαστικής και όχι διοικητικής αρμοδιότητας και εξομοιώνεται λειτουργικά με τη δικαστική απόφαση, ενόψει του ότι με αυτήν ικανοποιείται το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, σύμφωνα και με όσα αναλυτικά εκτίθενται στην προηγηθείσα νομική σκέψη στη μείζονα πρόταση της παρούσας, κατά συνέπεια είναι εφικτή η έκδοση διαταγής πληρωμής από τον αρμόδιο πολιτικό δικαστή ακόμη και όταν η υποκείμενη σχέση υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, όπως στην προκειμένη περίπτωση που η επίδικη διαφορά απορρέει από σύμβαση δημοσίου έργου.