Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

ΣτΕ 252/2020 (Α΄ Τμ.): "Θεμελίωση ευθύνης του Δημοσίου προς χρηματική ικανοποίηση κατ' άρθρο 932 ΑΚ, εξαιτίας της παράλειψης ιατρού να ενημερώσει τον ασθενή ως προς τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της εφαρμοσθείσας θεραπευτικής μεθόδου σε σχέση με άλλες, ώστε ο τελευταίος να παράσχει την έγκυρη συναίνεσή του"


ΣτΕ 252/2020, Α΄ Τμ.
Πρόεδρος: Σπ. Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: Χ. Χαραλαμπίδη, Πάρεδρος
 
Αστική ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση (άρθρ. 105 ΕισΝΑΚ). Χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (άρθρ. 932). Υποχρέωση του θεράποντος ιατρού να λαμβάνει τη συναίνεση του ασθενούς πριν από την διενέργεια ιατρικών πράξεων σ’ αυτόν. Έγκυρη η συναίνεση μόνο αν έχει προηγηθεί πλήρης ενημέρωσή του από τον θεράποντα ιατρό για την κατάσταση της υγείας του και την ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή. Νομικό ζήτημα, για το οποίο δεν υπάρχει νομολογία του ΣτΕ, το ζήτημα της ερμηνείας του άρθρ. 5 της Σύμβασης του Οβιέδο και της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράλειψης ενημέρωσης ασθενούς για τα πλεονεκτήματα-μειονεκτήματα και τους πιθανούς κινδύνους επιπλοκών καθεμιάς από τις προτεινόμενες θεραπευτικές μεθόδους. Παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης κατ’ άρθρ. 12 παρ. 1 ν.3900/2010. Αιτιολογημένη η κρίση του Διοικητικού Εφετείου ότι στοιχειοθετείται ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου προς καταβολή εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης των αναιρεσιβλήτων για τον θάνατο του συγγενούς τους κατά τη νοσηλεία του σε στρατιωτικό νοσοκομείο λόγω επιπλοκών θεραπευτικής μεθόδου που εφαρμόστηκε στον ασθενή από τον θεράποντα ιατρό του.
 
Με τους λόγους αναίρεσης τίθεται το ζήτημα ερμηνείας των διατάξεων του άρθρ. 5 της Διεθνούς Σύμβασης του Οβιέδο και το ζήτημα του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράλειψης ενημέρωσης του ασθενούς για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα καθώς και τις πιθανές επιπλοκές καθεμιάς από τις περισσότερες θεραπευτικές μεθόδους που μπορεί να εφαρμοστούν για την αντιμετώπιση της ασθένειάς του, και του θανάτου του ασθενούς που επέρχεται κατόπιν εμφάνισης επιπλοκών της μεθόδου που τελικώς εφαρμόζεται από τον ιατρό. Για τα ανωτέρω νομικά ζητήματα δεν υπάρχει νομολογία του ΣτΕ. Βασίμως προβάλλεται ο σχετικός ισχυρισμός του άρθρ. 12 παρ. 1 ν.3900/2010 και η αίτηση αναίρεσης ασκείται παραδεκτώς.
 
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 της υπερνομοθετικής ισχύος Διεθνούς Σύμβασης της 4ης Απριλίου 1997 του Συμβουλίου της Ευρώπης (Σύμβαση του Οβιέδο), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2619/1998, 13 και 24 α.ν. 1565/1939 και 47 ν. 2071/1992, ο ιατρός υποχρεούται να λαμβάνει τη συναίνεση του ασθενούς πριν από τη διενέργεια ιατρικών πράξεων σ’ αυτόν.Η συναίνεση του ασθενούς είναι έγκυρη και ισχυρή μόνο εφόσον έχει προηγηθεί πλήρης ενημέρωση αυτού από τον θεράποντα ιατρό για την κατάσταση της υγείας του και την ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή. Ο ιατρός υποχρεούται να ενημερώνει τον ασθενή για το είδος, την εξέλιξη και τη σοβαρότητα της ασθένειας, καθώς και τις μεθόδους αντιμετώπισης και θεραπείας της, κατά τρόπο εξατομικευμένο, με βάση τις ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες βρίσκεται ο συγκεκριμένος ασθενής (ιατρικό ιστορικό κ.λπ.), ενώ δεν αρκούν γενικές αναφορές στην ασθένεια, στην πρόγνωση ή στη θεραπεία της. Στο πλαίσιο της υποχρέωσης ενημέρωσης, ο ιατρός υποχρεούται ιδίως να πληροφορεί τον ασθενή για τους πιθανούς κινδύνους επιπλοκών, τις παρενέργειες, το επώδυνο ή μη και τις πιθανότητες αποτυχίας της προτεινόμενης θεραπευτικής μεθόδου. Επίσης, υφίσταται υποχρέωσή του να ενημερώνει για την ύπαρξη άλλων θεραπευτικών μεθόδων, καθώς και για τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα αυτών σε σχέση με την προτεινόμενη θεραπευτική μέθοδο, μεταξύ άλλων, και ως προς τους πιθανούς κινδύνους επιπλοκών (βλ. ΣτΕ 717/2018, πρβ. ΑΠ 424/2012, 687/2013). Αν η ενημέρωση του ασθενούς δεν είναι πλήρης δεν παρέχεται σε αυτόν η δυνατότητα να διαμορφώσει ελευθέρως τη βούλησή του και να συναινέσει εγκύρως στην εφαρμογή συγκεκριμένης θεραπευτικής μεθόδου, σταθμίζοντας, μεταξύ άλλων, και τους κινδύνους από τις επιπλοκές που συνδέονται με τις διαφορετικές μεθόδους θεραπείας. Η έλλειψη έγκυρης συναίνεσης καθιστά παράνομη αυτή καθεαυτήν την επιλογή της συγκεκριμένης θεραπευτικής μεθόδου εκ μέρους του ιατρού. Αν οι επιπλοκές της παρανόμως επιλεγείσας θεραπευτικής μεθόδου, οι οποίες δεν θα εμφανίζονταν αν είχε επιλεγεί άλλη μέθοδος θεραπείας, επιφέρουν βλάβη της υγείας ή τον θάνατο του ασθενούς, δηλαδή αν οι επιπλοκές αυτές συνδέονται αιτιωδώς με την  πιο πάνω βλάβη ή τον θάνατο, στοιχειοθετείται ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση και εύλογη χρηματική ικανοποίηση κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 του ΕισΝΑΚ και 932 του ΑΚ. Τούτο δε, ακόμη και αν ο ιατρός κατά την εφαρμογή της αυθαιρέτως και άρα παρανόμως επιλεγείσας θεραπείας διενήργησε τις επιμέρους ιατρικές πράξεις που προβλέπονται σε αυτή σύμφωνα με τους κανόνες δικαίου, τους γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες και θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης (πρβ. ΑΠ 687/2013).
 
Με βάση τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης με νόμιμη και επαρκή αιτιολογία έκρινε το Διοικητικό Εφετείο ότι ο ιατρός κατά παράβαση νόμιμης υποχρέωσής του, παρέλειψε να ενημερώσει τον ασθενή ως προς τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της θεραπευτικής μεθόδου που εφαρμόστηκε τελικώς σε σχέση με άλλες θεραπευτικές μεθόδους που υφίστανται για την ίδια ασθένεια, ώστε ο τελευταίος να παράσχει την έγκυρη συναίνεσή του για την επιλογή της, και ότι η παράνομη αυτή παράλειψη συνδεόταν αιτιωδώς με τον θάνατο του ανωτέρω, που επήλθε λόγω επιπλοκών της παρανόμως επιλεγείσας θεραπευτικής μεθόδου, και τούτο ανεξαρτήτως του ότι οι επιμέρους ιατρικές πράξεις του ιατρού στο πλαίσιο της εφαρμοσθείσας θεραπευτικής μεθόδου διενεργήθηκαν σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου