Όταν περισσότεροι διάδικοι νικούν, η δικαστική δαπάνη επιδικάζεται σε κάθε ομόδικο κατά ίσο μέρος εφόσον αυτοί είχαν κοινό συμφέρον ως ομόδικοι και μπορούσαν και όφειλαν να εκπροσωπηθούν στη δίκη με τον ίδιο πληρεξούσιο και όχι με χωριστούς. Αν οι νικητές ομόδικοι εκπροσωπήθηκαν από περισσοτέρους δικηγόρους, ακέραιη επιδίκαση των δικαστικών εξόδων στον κάθε ομόδικο είναι κατόπιν αιτήσεως δυνατή, μόνο όταν ο κάθε ομόδικος είχε ίδιο συμφέρον για χωριστή εκπροσώπηση διάφορο από αυτό των υπολοίπων ομοδίκων. Δεν αρκεί για την επιδίκαση μόνο η νίκη, αλλά απαιτείται και η διατύπωση του αντίστοιχου αιτήματος προς επιδίκαση δικαστικής δαπάνης. Ως έξοδα από υπερβολική πρόνοια θεωρούνται και αυτά που έγιναν από χωριστή εκπροσώπηση των απλών ομοδίκων, εφόσον αυτοί είχαν κοινό συμφέρον και μπορούσαν και όφειλαν να εκπροσωπηθούν στη δίκη με ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο και όχι με χωριστούς. Στην περίπτωση αυτή επιδικάζεται μία δικαστική δαπάνη, η οποία επιμερίζεται μεταξύ των ομοδίκων. Απόρριψη αναιρετικού λόγου από τον αριθ. 9 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (Αντίθετη μειοψηφία).
Αριθμός 467/2019
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αβροκόμη Θούα, Γεώργιο Αποστολάκη, Θεόδωρο Κανελλόπουλο και Κωνσταντίνα Μαυρικοπούλου - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 26 Νοεμβρίου 2018, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "... Ε.Ε.", που εδρεύει στη ... και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία "...". Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ΕΠ, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.
Της αναιρεσίβλητης: ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "... Ο.Ε.", που εδρεύει στη ...ς και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της ΕL.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16-9-2009 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο ...ς. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 24393/2012 του ίδιου Δικαστηρίου και 1506/2014 του Εφετείου .... Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 20-5-2016 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η πληρεξούσια της αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθ. 559 αριθ. 9 περ. γ' Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται και εάν το δικαστήριο άφησε αίτηση αδίκαστη. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής ως "αίτηση" νοείται κάθε αυτοτελής αίτηση των διαδίκων, με την οποία ζητείται παροχή έννομης προστασίας με οποιαδήποτε νόμιμη μορφή της που δημιουργεί αντίστοιχη εκκρεμοδικία, τέτοια δε αίτηση είναι ιδίως αυτή της αγωγής, της ανταγωγής κύριας πρόσθετης παρέμβασης, κάθε ενδίκου μέσου κ.λπ. (Ολ ΑΠ 25/2003, ΑΠ 670/2016, ΑΠ 962/2013). Ο λόγος αυτός δεν ιδρύεται, εάν το συναφές αίτημα ήταν (δικονομικά απαράδεκτο ή αλυσιτελές ή) μη νόμιμο (ΑΠ 850/2009), καθώς και όταν η πρωτόδικη απόφαση δεν μεταβιβάστηκε στο Εφετείο με την έφεση, πρόσθετους λόγους ή τις προτάσεις κατά περίπτωση και ως προς το φερόμενο ως μη δικασθέν από το Εφετείο αίτημα (άρθ. 522 Κ.Πολ.Δ., ΑΠ 670/2016, ΑΠ 465/2015).
Κατά τη διάταξη του άρθ. 180 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., αν καταδικαστούν περισσότεροι να πληρώσουν τα έξοδα ενέχονται κατά ίσα μέρη... .- Η ως άνω διάταξη, κατά τη γνώμη που επικράτησε στο δικαστήριο, εφαρμόζεται αναλογικά και στη μη προβλεπόμενη από το νόμο περίπτωση, κατά την οποία περισσότεροι διάδικοι νικούν και στην περίπτωση αυτή δηλαδή, η δικαστική δαπάνη επιδικάζεται σε κάθε ομόδικο κατά ίσο μέρος εφόσον αυτοί είχαν κοινό συμφέρον ως ομόδικοι και μπορούσαν και όφειλαν να εκπροσωπηθούν στη δίκη με τον ίδιο πληρεξούσιο και όχι με χωριστούς (ΑΠ 831/1980, 220/1979).
Και τούτο γιατί, η απλή ομοδικία αποτελεί διαδικαστική ευχέρεια και ειδικότερη εκδήλωση της αρχής της οικονομίας της δίκης αφού είναι δυνατόν να παραστούν όλοι οι ομόδικοι με κοινό πληρεξούσιο δικηγόρο και κοινό αντίκλητο. Στην άνω περίπτωση η δικαστική δαπάνη επιδικάζεται με ένα δικηγόρο και όταν χωρίς να υφίσταται ανάγκη, αλλά από υπερβολική μόνο πρόνοια κατ' άρθ. 189 παρ.2 εδ. β Κ.Πολ.Δ., οι νικήσαντες εναγόμενοι ομόδικοι εκπροσωπήθηκαν χωριστά, ενώ μπορούσαν να παρασταθούν με ίδιο δικηγόρο, αφού είχαν κοινό συμφέρον, διότι τότε πρόκειται για μη αποδοτέα έξοδα. Έτσι αν οι νικητές ομόδικοι εκπροσωπήθηκαν από περισσοτέρους δικηγόρους, ακέραιη επιδίκαση των δικαστικών εξόδων στον κάθε ομόδικο είναι κατόπιν αιτήσεως δυνατή, μόνο όταν ο κάθε ομόδικος είχε ίδιο συμφέρον για χωριστή εκπροσώπηση διάφορο από αυτό των υπολοίπων ομοδίκων.
Όπως σημειώθηκε, δεν αρκεί για την επιδίκαση μόνο η νίκη, αλλά απαιτείται και η διατύπωση του αντίστοιχου αιτήματος προς επιδίκαση δικαστικής δαπάνης. Συγκεκριμένα, ως έξοδα από υπερβολική πρόνοια θεωρούνται και αυτά που έγιναν από χωριστή εκπροσώπηση των απλών ομοδίκων, εφόσον αυτοί είχαν κοινό συμφέρον και μπορούσαν και όφειλαν να εκπροσωπηθούν στη δίκη με ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο και όχι με χωριστούς (ΑΠ 159/1997, ΑΠ 1101/1993, ΑΠ 147/1983).
Στην περίπτωση δε αυτή επιδικάζεται μία δικαστική δαπάνη, η οποία επιμερίζεται μεταξύ των ομοδίκων (ΑΠ 147/1983). Εξάλλου, οι τυχόν διαφορές μεταξύ των ομοδίκων νικητών που μπορεί να αποτελεί αντικείμενο άλλης δίκης, είναι αδιάφορες για την άνω περίπτωση. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, κατά τη νοηματική του εκτίμηση, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από το άρθ. 559 αριθμ.9 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια και ειδικότερα ισχυρίζεται η αναιρεσείουσα ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεν αποφάνθηκε επί του νόμιμου και βάσιμου αιτήματός της, που πρόβαλε δια της αντεφέσεως περί επιδικάσεως σ' αυτή χωριστής δικαστικής δαπάνης στην πρωτόδικη απόφαση, ύψους 147.918,63 Ευρώ, δηλαδή ποσοστό 2% επί του αντικειμένου της δίκης, σύμφωνα με τα ελάχιστα όρια αμοιβών που ορίζονται στις σχετικές διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων, κατ' αποδοχή του αιτήματός της που είχε υποβληθεί ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, θεωρώντας ότι ο σχετικός λόγος της αντέφεσης ασκήθηκε με αίτημα την επί πλέον επιδίκαση ποσού 18,63 ευρώ πέραν του ποσού των 147.900,00 ευρώ, που είχε επιδικαστεί ως δικαστική δαπάνη για όλους τους νικήσαντες εναγομένους.
Στην προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή, κατά τη διάταξη του άρθ.561 παρ.2 Κ.Πολ,Δ. επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, προκύπτει ότι στο αιτητικό των πρωτοδίκως κατατεθεισών από 03.11.2011 εγγράφων προτάσεων της αναιρεσείουσας, κατά τη συζήτηση της από 28/09/2009 αγωγής της αναιρεσίβλητης ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ..., εναντίον της και άλλων τεσσάρων (4) ομοδίκων της, είχε υποβληθεί το αίτημα, "να καταδικαστεί η αντίδικος στη δικαστική δαπάνη και την αμοιβή των πληρεξουσίων Δικηγόρων μου, προσδιοριζομένης ταύτης εις το ποσό των 147.918,63 ευρώ". Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ' αριθμ. 24393/2012 απόφαση του απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη και εφαρμόζοντας την αρχή της ήττας (άρθ. 176,183,191 παρ.1,2 ΚΠολ.Δ.) επέβαλε τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, τα οποία καθόρισε στο ποσό των 147.900,00 ευρώ, εις βάρος της ενάγουσς (αναιρεσίβλητης) χωρίς να διαλάβει ρύθμιση περί του τρόπου κατανομής τούτων μεταξύ των εναγομένων.