Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

"Η αναζήτηση της βιολογικής ταυτότητας" [Δήμητρας Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Καθηγήτριας Αστικού Δικαίου της Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ]


Περίληψη: Στις περιπτώσεις στις οποίες νομική και βιολογική συγγένεια δεν συμπίπτουν, ανακύπτει το ζήτημα της βιολογικής καταγωγής. Για την αναζήτηση αυτής, το δίκαιο μας παρέχει τέσσερις αγωγές προσωπικής κατάστασης: την αγωγή προσβολής πατρότητας (1467 ΑΚ), την αγωγή αναγνώρισης πατρότητας (1479 ΑΚ), την αγωγή προσβολής εκούσιας αναγνώρισης της πατρότητας (1477 ΑΚ) και την αγωγή προσβολής μητρότητας (1464 παρ. 2 ΑΚ). Στις αγωγές για την πατρότητα, νομιμοποιούμενο ενεργητικά πρόσωπο για την άσκησή τους είναι και το παιδί. Προς διευκόλυνση της ασκήσεως των αγωγών αυτών οι γονείς είναι υπόχρεοι προς το παιδί για την παροχή πληροφοριών για την καταγωγή του. Στα πλαίσια αυτά - και με γνώμονα πάντα το συμφέρον του παιδιού - το παιδί μπορεί να ζητήσει πληροφορίες από τους γονείς του για το εάν έχει συλληφθεί με τη βοήθεια δότη. Στην περίπτωση της τεχνητής γονιμοποίησης το παιδί δεν μπορεί να ζητήσει πληροφορίες για την βιολογική του καταγωγή, δεδομένου ότι στο δίκαιό μας ισχύει η ανωνυμία του δότη (1460 ΑΚ).

I. Γενικά**
Ένα πρόσωπο είναι συνήθως νομικά και συγχρόνως βιολογικά συγγενής προς ένα άλλο, αλλά πολλές φορές νομική και βιολογική συγγένεια δεν συμπίπτουν. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω λειτουργίας των τεκμηρίων πατρότητας, αλλά πλέον και λόγω του τρόπου θεμελίωσης της μητρότητας και της διάδοσης της τεχνητής γονιμοποίησης.
Είναι έτσι δυνατόν, παιδί που έχει υπέρ αυτού το τεκμήριο πατρότητας, να μην κατάγεται βιολογικά από το σύζυγο της μητέρας. Και αντίστροφα παιδί που γεννιέται εκτός γάμου ή καθίσταται εκτός γάμου εκ των υστέρων λόγω ευδοκίμησης της αγωγής προσβολής της πατρότητας, να μην συνδέεται νομικά προς τον βιολογικό του πατέρα μέχρις ότου (και αν) αναγνωριστεί εκούσια ή δικαστικά από αυτόν.
Μέχρι πρότινος ο τοκετός σήμαινε και τη βιολογική καταγωγή του παιδιού από τη μητέρα, άρα μητρότητα βιολογική και μητρότητα νομική συνέπιπταν πάντα (για τον λόγο αυτόν δεν γινόταν και διάκριση της μητρότητας σε βιολογική και νομική). Πλέον με τη δυνατότητα χρησιμοποίησης δανεικού ωαρίου, η διάκριση αυτή μπορεί να γίνει, αλλά έχει περιορισμένη σημασία για το δίκαιο της συγγένειας, εφόσον θεμελιωτικό στοιχείο της μητρότητας είναι η γέννηση (ο τοκετός), δεν υπάρχει δε πρακτικά - πλην της περιθωριακής, εν σχέσει προς τον αριθμό των γεννήσεων, περίπτωσης της παρένθετης - δυνατότητα αμφισβήτησης της μητρότητας.
Βασικό στοιχείο συγγένειας στο σύστημα του ΑΚ αποτελεί η βιολογική καταγωγή. Αυτό αποδεικνύεται από την ρύθμιση ιδίως της πατρότητας. Ενώ η πλειονότητα των ανθρώπων στηρίζει τη σύνδεσή της προς τον πατέρα και τους συγγενείς του, στα τεκμήρια πατρότητας - που ακριβώς δημιουργούν τη νομική συγγένεια - αν αυτά τα τεκμήρια δεν αποδίδουν και τη βιολογική αλήθεια, παρέχεται από το δίκαιο η δυνατότητα ανατροπής των τεκμηρίων και συνακολούθως της νομικής συγγένειας - ώστε να αποκατασταθεί η βιολογική αλήθεια (δηλ. η μη ύπαρξη βιολογικής σχέσεως πατέρα-παιδιού και στη συνέχεια, ενδεχομένως, η θεμελίωση σχέσεως γονέα-παιδιού με τον βιολογικό πατέρα).
Για το λόγο αυτόν παρέχεται στο δίκαιό μας ο ανάλογος εξοπλισμός - οι λεγόμενες αγωγές προσωπικής κατάστασης.
Κάθε μία από τις αγωγές αυτές ρυθμίζεται λεπτομερώς από τον ΑΚ και τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όσον αφορά τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα, τις προϋποθέσεις και τα αποτελέσματα.
Προβλέπονται έτσι για την ανατροπή του τεκμηρίου της πατρότητας:
- η αγωγή προσβολής της πατρότητας, 1467 ΑΚ
Για δε την θεμελίωση της πατρότητας:
- η αγωγή αναγνώρισης της πατρότητας, 1479 ΑΚ
Συναφής είναι και η αγωγή προσβολής της εκούσιας αναγνώρισης της πατρότητας, όταν προσβάλλεται η εκούσια αναγνώριση της πατρότητας, 1477 ΑΚ.
Όσον αφορά τη μητρότητα, η μόνη αγωγή που προβλέπεται στον ΑΚ είναι στο πλαίσιο των μεθόδων τεχνητής γονιμοποίησης, ειδικά για την μέθοδο της παρένθετης, η αγωγή προσβολής της μητρότητας, όταν το παιδί κατάγεται από την παρένθετη μητέρα, 1464 παρ. 2 ΑΚ.
Όλες αυτές οι αγωγές, 4 κατά τον αριθμό, έχουν ως αποτέλεσμα, αν ευδοκιμήσουν, την αλλαγή της προσωπικής κατάστασης του παιδιού, είναι επομένως αγωγές διαπλαστικές. Έτσι το παιδί στην αγωγή προσβολής της πατρότητας, καθίσταται εκτός γάμου, 1472 ΑΚ.
- στην αγωγή προσβολής της εκούσιας αναγνώρισης χάνει την πατρότητα, 1477 ΑΚ
- στην αγωγή αναγνώρισης της πατρότητας καθίσταται παιδί εντός γάμου, με πατέρα τον συγκεκριμένο άνδρα, 1484 ΑΚ.
- στην αγωγή προσβολής της μητρότητας καθίσταται τέκνο της γυναίκας που χρησιμοποιήθηκε ως παρένθετη μητέρα, ενώ καταλύεται η μητρότητα της γυναίκας που - μολονότι δεν γέννησε - είχε λάβει την άδεια για τη χρησιμοποίηση της παρένθετης, 1464 παρ. 2 ΑΚ. Υπάρχει δηλαδή επάνοδος στον κανόνα (1465 ΑΚ) ότι μητέρα είναι αυτή που γέννησε το παιδί.
Στις αγωγές που αναφέρθηκαν ήδη για την πατρότητα, νομιμοποιούμενο ενεργητικά πρόσωπο για την άσκησή τους, είναι κατά τον ΑΚ και το παιδί.
Αντίθετα, εντελώς περιορισμένος είναι ο κύκλος των νομιμοποιούμενων προσώπων και πολύ βραχεία η προθεσμία για την αγωγή προσβολής της μητρότητας. Αυτήν μπορούν να προσβάλουν μέσα σε 1 εξάμηνο από τη γέννηση μόνον οι δύο γυναίκες, αυτή που έλαβε την άδεια για την χρησιμοποίηση παρένθετης και αυτή που χρησιμοποιήθηκε ως παρένθετη, κυοφόρησε δε και γέννησε το παιδί, και μόνο για τον λόγο, ότι το ωάριο που χρησιμοποιήθηκε ανήκε στην παρένθετη 1464 παρ. 2 ΑΚ.
Άλλα πρόσωπα, π.χ. ο σύζυγος που καθίσταται πατέρας λόγω των τεκμηρίων, το παιδί κ.λπ. δεν έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν την αγωγή προσβολής της μητρότητας. Εξάλλου για το εδώ εξεταζόμενο θέμα η αγωγή προσβολής της μητρότητας δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, εφόσον η παρένθετη μητέρα είναι γνωστή. Όσον αφορά το χρησιμοποιούμενο ωάριο, αυτό μπορεί να προέρχεται από την γυναίκα που πέτυχε τη χορήγηση της άδειας (είναι γνωστή), την παρένθετη (γνωστή) ή δότρια (άγνωστη· για την τελευταία περίπτωση ισχύει ό,τι και για τον δότη σπέρματος).
Είναι αναγκαία η επισήμανση, ότι η περίπτωση αυτή είναι εντελώς περιθωριακή στο δίκαιό μας, αν υπολογίσουμε ότι ποσοστό 1%-5% των γεννήσεων (δεν υπάρχουν στοιχεία, κατά προσωπική εκτίμηση) είναι αποτέλεσμα μεθόδων τεχνητής γονιμοποίησης, από αυτό το ποσοστό πάλι 1-5% θα αφορά την μέθοδο της παρένθετης, ενώ ίσως από αυτές τις περιπτώσεις μόνο το 1% θα έχει την επιπλοκή της προσβολής της μητρότητας - ο νόμος εφαρμόζεται ήδη μία 10ετία, η γράφουσα δεν γνωρίζει, αν έχει εκδικασθεί τέτοια υπόθεση.
Προκειμένου να καταστεί δυνατή η άσκηση της αγωγής προσωπικής κατάστασης από το παιδί, αυτό, θα πρέπει ασφαλώς να βρίσκεται τουλάχιστον κοντά στην βιολογική αλήθεια. Πράγματι, ποιο είναι το νόημα να ασκήσει την αγωγή προ-σβολής της πατρότητας, αν δεν αμφιβάλει για την βιολογική του σχέση προς τον τεκμαιρόμενο πατέρα;

Πώς θα ασκήσει την αγωγή αναγνώρισης της πατρότητας, αν δεν γνωρίζει ότι ο συγκεκριμένος άνδρας είχε σεξουαλικές σχέσεις με την μητέρα κατά το κρίσιμο διάστημα;
Βεβαίως η αγωγή του μπορεί εν τέλει να απορριφθεί, διότι οι πληροφορίες του δεν ήταν σωστές ή δεν ήσαν επαρκείς. Ωστόσο πρέπει να έχει πληροφορίες.
Πώς εξασφαλίζει τις πληροφορίες αυτές το παιδί;
Με αυτό το θέμα, δεν ασχολείται ευθέως ο ΑΚ [2] .
Μπορεί οι πληροφορίες να προέρχονται από τρίτους, επώνυμα ή ανώνυμα, από τους γονείς, από έγγραφα κ.λπ. Έχει το παιδί ωστόσο κάποια αξίωση για την παροχή πληροφοριών; Κατά τίνων και με ποιο περιεχόμενο;
Έχει υποστηριχθεί, ότι το παιδί έχει δικαίωμα να ζητήσει πληροφορίες για την καταγωγή του και μάλιστα το δικαίωμα τούτο στηρίζεται στο άρθρο 1502 ΑΚ [3] .
Πιστεύω ότι η θεμελίωση του δικαιώματος αυτού πρέπει να γίνει στο άρθρο 1507 ΑΚ «Γονείς και τέκνα οφείλουν αμοιβαία μεταξύ τους βοήθεια στοργή και σεβασμό» και 57 ΑΚ [4] . Το 1502 ΑΚ παρέχει έρεισμα, αλλά, όπως είναι διαμορφωμένο (προσωρινή δια-τροφή τέκνου, όταν η μητέρα είναι άπορη και η πατρότητα πολύ πιθανή) προϋποθέτει ένα ανήλικο παιδί - ίσως και νεογέννητο, το οποίο πάντως δεν παίρνει πληροφορίες από την μητέρα του.
Αυτή είναι μία εγγενής αδυναμία του δικαίου της συγγένειας, όταν γίνεται λόγος για το παιδί, το θεωρούμε όλοι ανήλικο, ενώ οι δίκες για τη συγγένεια συνήθως ασκούνται από τα παιδιά, όταν αυτά ενηλικιωθούν, σύμφωνα μάλιστα με την νομολογία του ΕΔΔΑ, για την παράταση των χρονικών ορίων άσκησης των σχετικών αγωγών, ακόμη και όταν είναι προχωρημένοι ενήλικες [5] .
Αντίθετα το άρθρο 1507 ΑΚ, που εφαρμόζεται ανεξάρτητα από την ηλικία του τέκνου, παρέχει έρεισμα, στα πλαίσια του αμοιβαίου σεβασμού και του στενότερου ανθρώπινου δεσμού, να διευκολυνθεί το παιδί στην άσκηση των αγωγών που κατευθύνονται στην αλλαγή της προσωπικής καταστάσεώς του. Αυτό βέβαια μπορεί να αξιωθεί από την μητέρα πρωτίστως που γνωρίζει - συνήθως - την αλήθεια, αλλά και από τον τεκμαιρόμενο πατέρα.
Συναφής (ώστε να παρέχει βάση αναλογίας;) είναι η διάταξη του άρθρου 1559 παρ. 2 ΑΚ που αναφέρεται στην υιοθεσία [6] .
ΙΙ. Οι γονείς ως υπόχρεοι παροχής πληροφοριών
Επομένως το παιδί έχει κατ’ αρχήν δικαίωμα να ζητήσει από τους γονείς του τις πληροφορίες για την καταγωγή του, ως προαπαιτούμενο για την άσκηση των αγωγών προσωπικής κατάστασης. Στο σημείο αυτό είναι σκόπιμο να γίνει μία διάκριση με βάση τις αντίστοιχες περιπτώσεις.
1. Αν το παιδί καλύπτεται από το τεκμήριο του γάμου και επιδιώκει την κατάλυση του συγγενικού δεσμού προς τον τεκμαιρόμενο πατέρα.
α) Μπορεί να ζητήσει πληροφορίες από την μητέρα. Ωστόσο και αυτή έχει δικαίωμα να κρατήσει την προσωπική της ζωή προστατευμένη. Δεν θέλει ενδεχομένως να αποκαλύψει, ότι εξαπάτησε τον σύζυγο αποκρύπτοντας μία υπάρχουσα ήδη κατά το γάμο εγκυμοσύνη ή μια εξωσυζυγική της σχέση κατά τη διάρκεια του γάμου. Αν αυτά τα γεγονότα μας προκαλούν αμηχανία και μας ωθούν να τα υποτιμήσουμε, υπενθυμίζω ότι τη δύσκολη θέση της γυναίκας σε τέτοια περιστατικά αναγνωρίζει ο νομοθέτης και επιτρέπει την αναστολή της αποκλειστικής προθεσμίας για την προσβολή της πατρότητας όσο διαρκεί ο γάμος, 1470 περ. 4 ΑΚ, θεωρώντας ότι έχει «σπουδαίο λόγο».
β) Στρέφεται κατά του τεκμαιρόμενου πατέρα το παιδί, ζητώντας πληροφορίες.
Οφείλει αυτός να εξευτελιστεί, αποκαλύπτοντας ότι εξαπατήθηκε, ότι είναι στείρος, ή ανίκανος, όταν έχει ήδη κάνει υπέρβαση μεγαλώνοντας ένα παιδί που δεν κατάγεται από αυτόν;
2. Αντίστοιχες αξιολογήσεις θα πρέπει να γίνουν σε περίπτωση προσβολής της εκούσιας αναγνώρισης.
3. Αν το παιδί δεν έχει θεμελιωμένη πατρότητα. Εδώ το παιδί στρέφεται μόνο κατά της μητέρας, ζητώντας της να κατονομάσει τον άνδρα από τον οποίο κατάγεται το παιδί.
Και εδώ η μητέρα θα βρεθεί ενδεχομένως στη θέση να αποκαλύψει πράγματα για τα οποία δεν είναι περήφανη ή και αισχύνεται, ή τα οποία θα βλάψουν κατά τη γνώμη της το παιδί, λ.χ. ότι το παιδί δεν είναι καρπός έρωτα, αλλά ενός βιασμού, μιας αιμομιξίας, μιας σχέσεως με άνθρωπο με βαρύ εγκληματικό παρελθόν. Μπορεί εξάλλου η μητέρα να μην θέλει να αποκαλύψει, ότι δεν ξέρει ποιος είναι ο πατέρας του παιδιού, γιατί είχε σχέσεις με περισσότερους άνδρες το ίδιο διάστημα.
Νομίζω ότι στην περίπτωση αυτήν, το συμφέρον του παιδιού να θεμελιώσει πατρότητα είναι υπέρτερο του συμφέροντος της μητέρας να αποκρύψει την προσωπική της ζωή.
Χαρακτηριστική είναι η απόφαση του Πρωτοδικείου του Munster του 1990 που υποχρέωσε την μητέρα να κατονομάσει όλους τους άνδρες με τους οποίους είχε σεξουαλικές σχέσεις κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης. Η απόφαση ανατράπηκε, για δικονομικούς λόγους, στο Εφετείο [7].
Άρα σε όλες αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να γίνει στάθμιση συμφερόντων ανάμεσα στην προσωπικότητα του παιδιού που επιβάλλει ενδεχομένως να εξασφαλίζει τις πληροφορίες για την καταγωγή του και την προσωπικότητα των γονέων, ιδίως της μητέρας, οι οποίοι επίσης έχουν δικαίωμα επιβαλλόμενο από την προστασία της δικής τους προσωπικότητας, να διατηρήσουν απόρρητη την ερωτική τους ζωή. Ασφαλώς βαρύνον είναι, κατά τη γνώμη μου, εάν το παιδί έχει θε-μελιωμένη πατρότητα την οποία επιδιώκει να ανατρέψει ή δεν έχει θεμελιωμένη πατρότητα και επιδιώκει να θεμελιώσει.
4. Ειδικότερο θέμα είναι, αν το παιδί μπορεί να στραφεί κατά των γονέων του, ζητώντας να μάθει, αν έχει συλληφθεί με τεχνητή γονιμοποίηση. Πάλι σταθμίζοντας τα συμφέροντα πρέπει να αποκαλυφθεί αυτό στο παιδί, αλλά μόνον αν χρησιμοποιήθηκαν δότες και υπό περιορισμούς, εφόσον, ούτε αγωγή προσβολής μπορεί να εγερθεί από το παιδί γι’ αυτόν τον λόγο, 1471 παρ. 2 ΑΚ, ούτε αγωγή αναγνώρισης, 1479 παρ. 2 ΑΚ.
Αν ακολουθήθηκε μέθοδος τεχνητής γονιμοποίησης χωρίς τη χρήση δοτών, δεν βλέπω γιατί το παιδί έχει τέτοια αξίωση κατά των γονέων του.
Η παροχή πληροφοριών ότι έχει λάβει χώρα τεχνητή γονιμοποίηση είναι αναγκαία για δύο λόγους:
Διότι κατά τον νόμο είναι δυνατό, το παιδί να ζητήσει ιατρικές πληροφορίες για τους βιολογικούς του γονείς, επομένως το παιδί πρέπει να γνωρίζει, ότι έχει συλληφθεί με χρήση δοτών, ώστε να αναζητήσει τις πληροφορίες αυτές στα κωδικοποιημένα αρχεία (1460 ΑΚ, 15 και 16.6 του Ν 3305/2005).
Είναι ζήτημα ποιες ιατρικές πληροφορίες τηρούνται για τους δότες [8] , αλλά και αν, για όλες τις ιατρικές πληροφορίες, πρέπει να υπάρχει πρόσβαση στα Αρχεία.
Από πληροφορίες των κέντρων ιατρικής υποβοήθησης, όσο αυτές είναι ασφαλείς, γνωρίζουμε ότι τα κέντρα έχουν ένα πλήρες ιστορικό ιδίως για τα ωάρια, αν αυτά λαμβάνονται ως πλεονάζοντα από γυναίκα που επιδιώκει η ίδια να αποκτήσει παιδί, έτσι ώστε δίνει πλήρες ιστορικό της - γιατί πρόκειται και για το δικό της παιδί. Αυτή είναι η καλύτερη περίπτωση. Το ίδιο ισχύει και για τα γονιμοποιημένα ωάρια. Δεν νομίζω όμως ότι ισχύει το ίδιο για το σπέρμα δοτών.
Όσον αφορά την ιχνηλασιμότητα. Η διάταξη αυτή (15 Ν 3305/2005) έχει τεθεί για την κάλυψη της ίδιας ανάγκης, δηλαδή την ασφάλεια του γεννητικού υλικού. Καλύπτει τη διακίνηση του γεννητικού υλικού από τη λήψη μέχρι την χρησιμοποίησή του. Έτσι, αν ανακαλυφθεί ότι το σπέρμα του δότη Χ έχει κάποιο ιατρικό πρόβλημα, μπορούν να σταματήσουν όλες οι ενέργειες που έγιναν με αυτό, όσο φυσικά είναι δυνατό, μέχρι την εμφύτευση. Το ίδιο θα ισχύει, αν ο δότης ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του. Η διάταξη πάντως για την ιχνηλασιμότητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για το θέμα της ανεύρεσης των στοιχείων του δότη.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο πρέπει να ενημερώνεται το παιδί ότι έχει συλληφθεί με τη βοήθεια δοτών, είναι η αποφυγή του κινδύνου αιμομιξίας. Ο νομοθέτης έχει προνοήσει γι’ αυτό, επιτρέποντας τη χρήση σπέρματος από τον ίδιο δότη για περιορισμένο μόνον αριθμό επεμβάσεων, ώστε στατιστικά ο κίνδυνος αιμομιξίας δεν υπάρχει. Ωστόσο, μπορεί να αποφευχθεί τελείως ο κίνδυνος αυτός, με την βοήθεια της ιχνηλασιμότητας που επιβάλλει ο νόμος 3305/2005 (άρθρ. 15), χωρίς να αποκαλυφθούν τα στοιχεία ταυτότητας των δοτών.
Εφόσον τηρούνται αρχεία (και μάλιστα δύο διαβαθμίσεων, κωδικοποιημένα και ονομαστικά, άρθρο 20 παρ. 2 γ και δ Ν 3305/2005) και εφόσον και οι δύο μελλόνυμφοι είναι συνειλημμένοι με μέθοδο ιατρικής υποβοήθησης και χρησιμοποίηση γεννητικού υλικού δοτών, μπορεί να ευρεθεί - χωρίς προσφυγή στην ταυτότητα του δότη - αν αυτοί προέρχονται από τον ίδιο δότη.
Αν μόνο ο ένας μελλόνυμφος είναι συνειλημμένος με μέθοδο τεχνητής γονιμοποίησης, πράγματι, πρέπει να γίνει αναγωγή στην ταυτότητα του δότη, ώστε να ελεγχθεί μήπως ο γονέας του άλλου μελλονύμφου ήταν κάποτε δότης, ώστε ύστερα να εξεταστεί το κώλυμα.
Και αυτό μπορεί να λυθεί με ασφάλεια - όσο επιτρέπει η ακριβής τήρηση αρχείου - αν γίνει αναγωγή στο όνομα του γονέα του μη συνειλημμένου με τεχνητή γονιμοποίηση μελλονύμφου. Αν αυτός δεν βρίσκεται στα αρχεία δοτών, παρέλκει η έρευνα για την καταγωγή του άλλου μελλονύμφου (που έχει συλληφθεί με ιατρική βοήθεια). Δηλαδή με την έρευνα στα αρχεία δοτών των τεσσάρων γονέων των μελλονύμφων σε συνδυασμό με τα ονόματα των μελλονύμφων, μπορεί να ευρεθεί με ασφάλεια, αν οι μελλόνυμφοι συνδέονται με συγγενικό δεσμό [9] .
5. Πληροφορίες για τους φυσικούς γονείς του μπορεί να ζητήσει και το υιοθετημένο παιδί, σύμφωνα με τη διάταξη 1559 παρ. 2 ΑΚ, υπό όρους δε και οι φυσικοί γονείς αντίστοιχα, 800 ΚΠολΔ [10] .
Φαίνεται αυτονόητο, εφόσον τα υιοθετημένα παιδιά έχουν δικαίωμα απέναντι στους γονείς τους και τις Αρχές να ζητήσουν να μάθουν τα στοιχεία των φυσικών γονέων, να αναγνωρίζεται αντίστοιχο δικαίωμα και στα παιδιά που γεννήθηκαν με τεχνητή γονιμοποίηση με βοήθεια δοτών.
Οι μεν γονείς δεν γνωρίζουν τα στοιχεία των δοτών, εφόσον αυτοί είναι ανώνυμοι, αλλά πιθανόν να πρέπει να αναγνωριστεί τέτοιο δικαίωμα των παιδιών απέναντι στις Αρχές, οι οποίες τηρούν και τα στοιχεία των δοτών.
Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου, η χρησιμοποίηση δοτών στην τεχνητή γονιμοποίηση και η υιοθεσία διαφέρουν ουσιωδώς: α) Οι φυσικοί γονείς υπήρξαν, έστω και για περιορισμένο διάστημα, γονείς του υιοθετούμενου. Αντίθετα οι δότες δεν υπήρξαν (με την έννοια της θεμελίωσης της συγγενικής σχέσης) ποτέ γονείς, ο δε ρόλος τους στη διαδικασία αναπαραγωγής εξαντλείται στην απρόσωπη προσφορά ωαρίου ή σπέρματος σε ένα εργαστήριο.
β) Η σχέση του φυσικού γονέα - και του υιοθετούμενου, δεν αναπτύσσει μεν τα αποτελέσματά της όσο ισχύει η σχέση υιοθετούντος - υιοθετούμενου, αλλά και δεν καταλύεται. Είναι παρούσα καθόλη τη διάρκεια της ζωής του τέκνου, απλώς υπνώττει, ενεργοποιείται δε αυτόματα, αν η υιοθεσία λυθεί. Σ’ αυτήν την περίπτωση, οι σχέσεις φυσικού γονέα - υιοθετούμενου αναβιώνουν αυτομάτως (χωρίς δηλαδή να χρειάζεται κάποια πρόσθετη διαδικασία - η αναβίωση είναι αυτόθροη συνέπεια της λύσεως και δεν μπορεί να εμποδιστεί) [11] . Επομένως η ανάλογη εφαρμογή της διάταξης 1559 ΑΚ δεν είναι αυτονόητη. Αντίστοιχο δικαίωμα πληροφόρησης δεν υπάρχει κατά τη γνώμη μου για τα παιδιά που γεννιούνται με τεχνητή γονιμοποίηση και βοήθεια δοτών.
Σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις και στο πλαίσιο της τεχνητής γονιμοποίησης αλλά και στο πλαίσιο του γενικού δικαίου της συγγένειας, η αναγνώριση ενός δικαιώματος του παιδιού να ζητήσει πληροφορίες για την καταγωγή του έχει βεβαίως τη δυσκολία της εκτελέσεως. Όπως είναι φανερό μόνο με έμμεση (αναπληρωματική) εκτέλεση μπορεί να εξαναγκαστεί ο υπόχρεος να δώσει τις πληροφορίες (946 ΚΠολΔ).
ΙΙΙ. Οι τρίτοι ως υπόχρεοι παροχής πληροφοριών
Κατά τρίτων μπορεί το παιδί γενικά - να στραφεί και να ζητήσει πληροφορίες για την καταγωγή του;
Αυτό θα μπορούσε να γίνει, μόνον εφόσον το επιτρέπει ο νόμος, όπως π.χ. στην υιοθεσία, 1559 παρ. 2 ΑΚ. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί και η απόφαση Odievre κατά Γαλλίας του ΕΔΔΑ, που θεώρησε κατά βάση ανεκτή την ανωνυμία των γονέων. Κατά τα λοιπά, στο ισχύον δίκαιο, το δικαίωμα γνώσεως της καταγωγής είναι συνδεδεμένο προς την αγωγή μεταβολής της προσωπικής κατάστασης.
Έτσι δεν είναι δυνατόν ένα εκτός γάμου παιδί να στραφεί κατά του (πιθανού) βιολογικού πατέρα του και να ζητήσει να μάθει, αν κατάγεται από αυτόν, χωρίς να ζητάει παράλληλα και τη θεμελίωση πατρότητας. Τούτο δηλαδή μπορεί να γίνει μόνο στα πλαίσια της αγωγής δικαστικής αναγνώρισης πατρότητας, όχι απομονωμένα, για την άντληση πληροφοριών για την καταγωγή. Ούτε μπορεί το παιδί, εν όσω έχει θεμελιωμένη πατρότητα να στραφεί κατά ενός τρίτου και να ζητήσει να αναγνωριστεί ότι αυτός είναι ο βιολογικός πατέρας, ούτε ο βιολογικός πατέρας μπορεί να ζητήσει απλή αναγνώριση της ιδιότητάς του ως βιολογικού πατέρα, όσο δεν προσβάλει, υπό τους όρους του νόμου (1495.5 ΑΚ) την τεκμαιρόμενη πατρότητα, βλ. και την πρόσφατη υπόθεση του ΕΔΔΑ Ahrens κατά της Γερμανίας.
Ορίζοντας ο νομοθέτης τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα ενεργητικά και παθητικά επακριβώς στον νόμο, 1469, 1477, 1464 παρ. 2, 1480 ΑΚ και 619 ΚΠολΔ, έκανε μία επιλογή: ότι άλλα πρόσωπα, εκτός όσων αναφέρονται, δεν μπορούν να εμπλακούν στις σχετικές δίκες. Θεώρησε λοιπόν ότι προηγείται η νομική συγγένεια (βάσει κυρίως των τεκμηρίων πατρότητας αλλά και με την καθιέρωση του τοκετού ως λόγου θεμελίωσης μητρότητας) από την βιολογική και ότι έχει σημασία - προφανώς για λόγους προστασίας του συμφέροντος του παιδιού - η προστασία αυτής της νομικής συγγένειας, προκρίνοντας την κοινωνική ειρήνη έναντι της βιολογικής αλήθειας. Όπου θέλησε την ανατροπή της νομικής συγγένειας υπέρ της βιολογικής, το έπραξε, καθορίζοντας σαφή πλαίσια.
Ειδικά για την τεχνητή γονιμοποίηση με τη βοήθεια δοτών ο νομοθέτης πολύ πρόσφατα έχει κάνει μία επιλογή: υπέρ της ανωνυμίας των δοτών (Ν 3089, το έτος 2002) και την επανέλαβε με τον Ν. 3305/2005. Μπορεί να υπάρχουν διαφωνίες γι’ αυτό, αλλά η θέση του νομοθέτη είναι πολύ καθαρή.
Ο αντίλογος είναι γνωστός και έχει ισχυρά επιχειρήματα: το δικαίωμα της προσωπικότητας του παιδιού να μάθει την καταγωγή του στηριζόμενο στον ΑΚ και το Σύνταγμα [12] . Πεποίθησή μου είναι ότι, από τη στιγμή που η ετερόλογη τεχνητή γονιμοποίηση εντάχθηκε στην έννομη τάξη, η αναζήτηση της βιολογικής καταγωγής πρέπει να αποκλείεται. Άλλη είναι η λογική της εξ αίματος συγγένειας και άλλη της συγγένειας που μιμείται την εξ αίματος, στηρίζεται όμως σε άλλη βάση. Όπως στην εξ αίματος συγγένεια δεν εξετάζεται, αν και πόσο οι γονείς ήθελαν το παιδί που απέκτησαν, έτσι και στην ετερόλογη τεχνητή γονιμοποίηση δεν πρέπει να εξετάζεται η καταγωγή [13] . Αυτό δεν αποκλείει στο μέλλον να γίνουν άλλες αξιολογήσεις και να επιλέξει ο νομοθέτης να καθιερώσει την επώνυμη χρήση δοτών. Σε κάθε τέτοια περίπτωση, η ασφάλεια δικαίου επιβάλλει η ρύθμιση αυτή να ισχύσει για όσους γίνονται δότες μετά την νομοθετική μεταβολή, ώστε όσοι έγιναν δότες γεννητικού υλικού υπό καθεστώς ανωνυμίας να μην ευρεθούν προ εκπλήξεως.
Ίσως επίσης κριθεί, υπό το ισχύον καθεστώς, από τα δικαστήρια ότι δεν είναι αντισυνταγματική η καθιέρωση ανωνυμίας των δοτών που αποκλείει στα παιδιά να πληροφορηθούν την καταγωγή τους, όπως υποστηρίζεται, αλλά ότι είναι αντι-συνταγματική η ίδια η καθιέρωση της χρήσεως δοτών. Διότι σε τελευταία ανάλυση η απαίτηση των υποψήφιων γονιών να αποκτήσουν ένα παιδί, ακόμη και όταν οι ίδιοι στερούνται του κατάλληλου γεννητικού υλικού, είναι ανάγκη υποδεέστερη από την ανάγκη του παιδιού να μάθει οπωσδήποτε την βιολογική καταγωγή του. Θα πρέπει επομένως να γίνει επιλογή ανάμεσα σε δύο δυνατότητες: Ή τεχνητή γονιμοποίηση και με τη βοήθεια δοτών σε συνδυασμό με ανωνυμία. Ή απαγόρευση της ετερόλογης τεχνητής γονιμοποίησης [14] . Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι, μολονότι δεν προβλέπεται κάποια ειδική διαδικασία για τη γνώση της καταγωγής, θα αρκούσε μία απλή αναγνωριστική αγωγή του 70 ΚΠολΔ για να διαπιστωθεί η βιολογική συγγένεια. Ωστόσο η αναγνωριστική αγωγή του άρθρου 70 ΚΠολΔ μπορεί να εγερθεί για την αναγνώριση μόνον έννομων σχέσεων και όχι πραγματικών καταστάσεων, όπως είναι η βιολογική συγγένεια [15] .
IV. Συμπέρασμα
Συνοψίζοντας:
- Το παιδί μπορεί να ζητήσει πληροφορίες από τους γονείς του για την καταγωγή του.
- Αν είναι υιοθετημένο, μπορεί να ζητήσει πληροφορίες και από τις Αρχές.
- Μπορεί να ζητήσει πληροφορίες από τους γονείς του σχετικά με το εάν έχει συλληφθεί με βοήθεια δότη.
- Και βεβαίως, μπορεί να ασκήσει τις αγωγές προσωπικής κατάστασης.
Αντίθετα, κατά τη γνώμη μου, δεν μπορεί να ζητήσει - δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο στο δίκαιό μας - από τρίτους να αναγνωριστούν (με αναγνωριστική αγωγή) βιολογικοί γονείς απλώς, χωρίς να επιδιώκει την αντίστοιχη μεταβολή στην προσωπική του κατάσταση.
 ------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
* Προδημοσίευση από τον τόμο προς τιμήν του Καθηγητή Σπ. Βρέλλη.
** Εισήγηση σε ημερίδα της Εταιρίας Οικογενειακού Δικαίου την 21.5.2013.
 ______________________________________________________________________________
[ 2 ]. Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η συγγένεια, παρ. 11, σ. 266· βλ. και τη μελέτη του Κουτσουράδη, Η ροή πληροφοριών, 75 επ.· ο ίδιος, στον Αρμ 1979,648· Κοτζάμπαση, Αρμ 2000,713. Ειδικά για το εκτός γάμου παιδί, υποστηρίχθηκε ήδη από τον Ράμμο, Περί καταστάσεως εξωγάμων τέκνων, 1932 παρ. 38 σ. 123 ότι παρέχεται σχετικό δικαίωμα.
[ 3 ]. Βλ. για τη θεμελίωση αναλυτικά Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η συγγένεια, 268 επ. Κουτσουράδη, Αρμ 1979,652.
[ 4 ]. Έτσι και Φίλιος, ΟικΔ παρ. 81 Γ.
[ 5 ]. Βλ. αναλυτικά Λέκκα, Προθεσμίες και συγγένεια στον ΑΚ, passim και τον ίδιο, τ.τ. Σταθόπουλου Ι., 1369 επ. Βλ. και Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η συγγένεια σ. 120 επ. με περαιτέρω παραπομπές.
[ 6 ]. Το θέμα της γνώσης της καταγωγής έχει λάβει νέα ώθηση συνδεόμενο προς την ανωνυμία των δοτών επί τεχνητής γονιμοποιήσεως βλ. αναλυτικά Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, Οικογ5 ΙΙ σ. 83 επ., η ίδια, Η τεχνητή γονιμοποίηση2 σ. 96· Παπαχρίστου, ΟικΔ3 σ. 214· ο ίδιος, Η τεχνητή αναπαραγωγή στον αστικό κώδικα, σ. 44· Σπυριδάκης, Η νέα ρύθμιση της τεχνητής γονιμοποιήσεως και της συγγένειας, σ. 36· Σταμπέλου, στον Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΑΚ2 1460· Κοτζάμπαση, Αρμ 2000,713· Βιδάλης, Ζωή χωρίς πρόσωπο, σ. 142 επ.
[ 7 ]. Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η συγγένεια, σ. 270.
[ 8 ]. Παπαχρίστου/Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η Διεθνής Επιτροπή Προσω-πικής Καταστάσεως και ο οικογενειακός βίος, σ. 78.
[ 9 ]. Παπαχρίστου/Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η Διεθνής Επιτροπή Προσω-πικής Καταστάσεως και ο οικογενειακός βίος, σ. 78. Γενικότερα για το κώλυμα γάμου μεταξύ φυσικών (βιολογικών και μη νομικών συγγενών) βλ. αναλυτικά Παπαδοπούλου-Κλαμαρή στον Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, ΑΚ 1461-1462. 28-32. Και αντίθετα Σταθόπουλος-Σταμπέλου στον Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, ΑΚ 1355-1366.8.
[ 10 ]. Παπαχρίστου, Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, Ερμηνεία ΑΚ 1559.5, 6, 7
[ 11 ]. Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η συγγένεια, σ. 235.
[ 12 ]. Βλ. αναλυτικά Σταμπέλου, στον Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΑΚ 1460.
[ 13 ]. Παπαχρίστου/Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η Διεθνής Επιτροπή Προσω-πικής Καταστάσεως και ο οικογενειακός βίος, σ. 82.
[ 14 ]. Παπαχρίστου/Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η Διεθνής Επιτροπή Προσω-πικής Καταστάσεως και ο οικογενειακός βίος, σ. 83.
[ 15 ]. Βλ. αναλυτικά Παπαδοπούλου-Κλαμαρή, Η συγγένεια, παρ. 12, σ. 296 επ.

* δημοσιευμένο σε ΕφΑΔ 8-9/2013, σελ. 703.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου