Τρίτη 27 Μαρτίου 2018

ΕφΘεσ 1516/17 : Πώληση ακινήτου - Βάρη - Ευθύνη πωλητή - Αποζημίωση. Περίπτωση μεταβίβασης ακινήτου, που από παραδρομή παραλείφθηκε από την πωλήτρια η μνεία στο συμβόλαιο της ήδη υπάρχουσας κατά το χρόνο της πώλησης, πράξης τακτοποίησης και αναλογισμού αποζημίωσης οικοπέδων της Πολεοδομίας


ΕφΘεσ 1516/17 Πώληση ακινήτου - Βάρη -  Ευθύνη πωλητή - Αποζημίωση. Περίπτωση μεταβίβασης  ακινήτου, που από παραδρομή παραλείφθηκε από την πωλήτρια  η μνεία στο συμβόλαιο της ήδη υπάρχουσας κατά το χρόνο της πώλησης, πράξης  τακτοποίησης  και αναλογισμού αποζημίωσης οικοπέδων της  Πολεοδομίας. Η εναγομένη που παρέβη την αναληφθείσα υποχρέωση της να παραδώσει στους ενάγοντες το πωλούμενο ακίνητο της, ελεύθερο από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης παρόδιων ιδιοκτητών, υποχρεούται να αποκαταστήσει κάθε ποσό που αυτοί κατέβαλαν ως αποζημίωση στους δικαιούχους. Δεκτή η έφεση. Δεκτή εν μέρει η αγωγή.


ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α'
ΑΡΙΘΜΟΣ 1516/2017

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές, Σταματία Αναστασιάδου Πρόεδρο Εφετών, Δημήτριο - Κλεόβουλο Κοκκορό και Αικατερίνη Πατσιαρά Εισηγήτρια, Εφέτες και την Γραμματέα Ιωάννα Χατζοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 25 Νοεμβρίου 2016 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ - ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) Του ...και 2) Της ..., οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου τους ΚΚ-Αποστολίδου (A.M. … του Δ.Σ.Θ).
ΤΗΣ ΚΑΘ' ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ/ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: ..., η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της ΧΓ (A.M. … του Δ.Σ.Θ).
Οι ενάγοντες με αγωγή τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (αρ. εκθ. κατάθεσης ….), ζητούσαν ότι αναφέρεται σ' αυτήν. Το άνω Δικαστήριο εξέδωσε την υπ' αριθμ. 19372/2009 οριστική απόφαση του, με την οποία απέρριψε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονέθηκαν οι εκκαλούντες με έφεση τους προς το Εφετείο Θεσσαλονίκης (αριθ. εκθ. κατάθεσης....). Το άνω Δικαστήριο εξέδωσε την υπ' αριθμ. 559/2011 οριστική απόφαση του με την οποία απέρριψε την έφεση. Κατά της απόφασης αυτής οι ενάγοντες άσκησαν αναίρεση ενώπιον του Αρείου Πάγου και εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 1095/2013 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου, η οποία αναίρεσε την 559/2011 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Η υπόθεση φέρεται για να συζητηθεί με κλήση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (αρ. εκθ. κατάθεσης….).
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο στη σειρά της οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 579 παρ. 1 και 581 παρ. 2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η απόφαση αναιρείται κατά το μέτρο παραδοχής της αναίρεσης, δηλαδή κατά τα κεφάλαια (αιτήσεις παροχής έννομης προστασίας) τα οποία αφορά ο δεκτός γενόμενος λόγος αναί­ρεσης καθώς και εκείνα που συνάπτονται αρρήκτως προς τα αναιρεθέντα. Η έκταση αυτής της αναίρεσης προκύπτει από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της αναιρετικής απόφασης, κατισχύει κάθε αντίθετης γενικής διατύπωσης αυτής και μάλιστα του τυχόν χαρακτηρισμού της από αυτήν της έκτασης της αναίρεσης της προσβαλλόμενης απόφασης ως ολικής. Η μερική αναίρεση αναφέρεται σε ολόκληρο το κεφάλαιο της απόφασης στο οποίο αφορά ο λόγος αναίρεσης που έγινε δεκτός και αν η αναιρεθείσα απόφαση είναι δευτέρου βαθμού, η έφεση θα επανακριθεί μόνο ως προς το κεφάλαιο αυτό και δεν εξετάζονται εκ νέου, ούτε θίγονται τα κεφάλαια που δεν αναιρέθηκαν, ως προς τα οποία πλέον η απόφαση έχει καταστεί αμετάκλητη (ΑΠ 336/2013, ΑΠ 493/2011, ΑΠ 602/2011, ΑΠ 845/2010, ΑΠ 479/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Έτσι με την αναίρεση της απόφασης, κατά το μέτρο παραδοχής της αντίστοιχης αίτη­σης, οι διάδικοι, οι οποίοι μετέσχον στην αναιρετική δίκη, επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από τη συζήτηση επί της οποίας εκδόθηκε η αναιρεθείσα, όμως η διαδικασία πριν την αναιρεθείσα απόφαση ακυρώνεται μόνον εφόσον στηρίζεται στην παράβαση για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση, ενώ στο δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αναιρετική απόφαση (ΑΠ 43/2005 Δνη 46. 1402, ΑΠ 129/2005 ΕΕργΔ 2005.150, ΑΠ 1717/2002 ΝοΒ 2003. 1223). Οι διάδικοι ενώπιον του δικαστηρίου της παραπο­μπής, προτείνουν όποιους ισχυρισμούς μπορούσαν να προτείνουν και κατά τη συζήτηση που εκδόθηκε η απόφαση που αναιρέθηκε. Το δικαστήριο αυτό, ερευνώντας μόνον τους λόγους της έφεσης που είναι σχετικοί με τα κεφάλαια της δίκης για τα οποία αναιρέθηκε η εφετειακή απόφαση, ως προς τα οποία μόνον επανακρίνεται, εφόσον ως προς τα μη αναιρεθέντα κεφάλαια υπάρχει δεδικασμένο που δεν ανατράπηκε με την αναίρεση και δεσμεύει έτσι το δικαστήριο της παραπομπής, δεν δεσμεύεται να κρίνει διαφορετικά επί της ουσίας, δεσμευόμενο μόνον για τα νομικά ζητήματα που επέλυσε η αναιρετική απόφαση με το λόγο αναίρεσης που έκανε δεκτό (ΑΠ 738/2012, ΑΠ 1504/2008, ΑΠ 1145/2005, ΑΠ 1343/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 7-10-2008 αγωγή (αρ. έκθ. κατάθ. …), που άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης οι ήδη καλούντες εναντίον της καθ' ης η κλήση, με την οποία ζήτησαν, κατά την κύρια βάση της στηριζόμενη στις διατάξεις περί συμφωνίας ανάληψης υποχρέωσης σε συνδυασμό με τις διατάξεις της σύμβασης πώλησης και κατά την επικουρική στις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί η τελευταία να καταβάλει εις έκαστο εξ αυτών, κατ' ισομοιριαν, το συνολικό ποσό των 42.870,62 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από της καταβολής κάθε επιμέρους κονδυλίου άλλως από της επίδοσης της αγωγής. Επ’ αυτής εκδόθηκε η υπ՝ αριθμ. 19372/2009 οριστική απόφαση του άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη ως προς αμφότερες τις βάσεις της. Επί της από 2-9-2009 (αρ. έκθ. κατάθ. ….) έφεσης, που άσκησαν ακολούθως οι ενάγοντες, εκδόθηκε η υπ՝ αριθμ. 559/2011 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, που, έκρινε ομοίως και απέρριψε την έφεση ως κατ ουσίαν αβάσιμη. Κατ’ αυτής της απόφασης οι εκκαλούντες-ενάγοντες και ήδη καλούντες άσκησαν την από 29-8-2011 αίτηση αναίρεσης. Επ’ αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1095/2013 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, η οποία, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της, αναίρεσε την προαναφερθείσα υπ՝ αριθμ. 559/2011 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου μόνον όμως καθ՝ ο μέρος, με αυτήν απορρίφθηκε η έφεση των εναγόντων αναφορικά με την απορριφθείσα πρωτοδίκως ως μη νόμιμη κύρια βάση της αγωγής, ανεξαρτήτως της γενικής διατύπωσης του διατακτικού της περί (ολικής) αναίρεσης της 559/2011 απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Ήδη με την από 3-9-2013 κλήση των καλούντων - εκκαλούντων, φέρεται προς περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου της παραπομπής, συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές, η από 2-9-2009 (αρ. έκθ. κατάθ. ….) έφεση των εναγόντων κατά της υπ’ αριθμ. 19372/2009 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία. Η έφεση αυτή ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (αρθρ. 495 επ., 511, 513, 516, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ) και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή, αφού το εμπρόθεσμο της έφεσης δεν συνιστά χωριστό αντικείμενο δίκης και συνέχεται αναγκαίος με το μέρος της απόφασης που αναιρέθηκε, μεταβιβάζεται δε ως προς αυτό μετά την αναίρεση στο Εφετείο (ΕφΛαρ 20/2013 Δικογρ 2013. 57, ΕφΠειρ 658/1989 ΝοΒ 38.661). Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν απαιτείται για το παραδεκτό της κρινόμενης έφεσης, η κατάθεση από τους εκκαλούντες του προβλεπόμενου από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4 ΚΠολΔ όπως αυτή τροποποιήθηκε από την παράγραφο 2 του άρθρου 12 του Ν. 4055/2012 (ΦΕΚ Α 51/12-3-2012), με έναρξη ισχύος από 2-4-2012, παραβόλου των διακοσίων (200,00) ευρώ καθώς η κατάθεση αυτής έγινε, κατά τα προαναφερθέντα, σε χρόνο προγενέστερο (3-9-2009) της έναρξης ισχύος του ως άνω νόμου. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω για το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
2. Κατά τις διατάξεις των αρθρ. 534, 535, 540 και 543 του ΑΚ, όπως ίσχυαν πριν από την αντικατάσταση τους με το αρθρ. 1§1 του ν. 3043/2002 και αφορούν, κατά το αναλογικά εφαρμοζόμενο αρθρ. 24 του ΕισΝΑΚ, πωλήσεις που καταρτίσθηκαν πριν από την 21-8-2002, οπότε κατά το αρθρ. 14 του ως άνω νόμου άρχισε αυτός να ισχύει, ο πωλητής ευθύνεται, αν το πράγμα που πουλήθηκε έχει πραγματικά ελαττώματα που αναιρούν ή μειώνουν ουσιωδώς την αξία ή τη χρησιμότητα του ή δεν έχει τις συμφωνημένες ιδιότητες κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή, δηλαδή κατά τον οριζόμενο στο αρθρ. 522 του ΑΚ χρόνο της παράδοσης του σ՝ αυτόν ή προκειμένου για ακίνητο κατά το χρόνο της τυχόν προηγούμενης μεταγραφής του, οπότε παρέχεται στον αγοραστή το δικαίωμα να απαιτήσει είτε την αναστροφή της πώλησης είτε τη μείωση του τιμήματος είτε αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης, αν κατά τη σύναψη της πώλησης λείπει η συμφωνημένη ιδιότητα του πράγματος ή ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει το ελάττωμα του πράγματος. Σε κάθε περίπτωση οι σχετικές με την ευθύνη του πωλητή διατάξεις είναι ενδοτικού χαρακτήρα και μπορεί συνεπώς να συμφωνηθεί η επίταση της ευθύνης του, ώστε να ευθύνεται και για επουσιώδη πραγματικά ελαττώματα του πωλούμενου πράγματος. Πραγματικό ελάττωμα κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων συνιστά και το βάρος της ρυμοτομίας του ίδιου του πωλούμενου ακινήτου, αν από αυτό αναιρείται ή μειώνεται ουσιωδώς η αξία ή η χρησιμότητα του (ΑΠ 420/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξ άλλου κατά το αρθρ. 6§§1, 2 και 3 του ν. 5269/1931 περί αδειών οικοδομής σε ρυμοτομούμενα ακίνητα, όπως η παράγραφος 3 αντικαταστάθηκε με το αρθρ. 3 του ν. 653/1977, σε περίπτωση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης για την εφαρμογή σχεδίου πόλης υπόχρεοι για την καταβολή της αποζημίωσης είναι από κοινού ο Δήμος ή η Κοινότητα και οι ωφελούμενοι παρόδιοι ιδιοκτήτες, δηλαδή οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που έχουν ή αποκτούν πρόσωπο στον κοινόχρηστο χώρο, αφού η αξία των ακινήτων αυτών αυξάνει με την εφαρμογή του σχεδίου πόλης, νοούνται δε ως τέτοιοι ιδιοκτήτες όσοι είναι κύριοι των ωφελούμενων ακινήτων κατά το χρόνο του δικαστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης και όχι όσοι ήταν κύριοι κατά το χρόνο έκδοσης του εγκριτικού διατάγματος του πολεοδομικού σχεδίου ή κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης τακτοποίησης και αναλογίσμου της οφειλόμενης αποζημίωσης, αφού κατά τους χρόνους εκείνους δεν υπήρχε ακόμη αντίστοιχη ωφέλεια για τους ιδιοκτήτες των ακινήτων (ΟλΑΠ 159/1969). Συνεπώς εφόσον η αξία των ακινήτων αυτών αυξάνει, δεν αποτελεί πραγματικό ελάττωμα, που αναιρεί ή μειώνει την αξία τους, η οφειλόμενη για τη ρυμοτομία άλλου ακινήτου αποζημίωση (ΑΠ 166/2005) και οφείλει έτσι ο αγοραστής ακινήτου, που βαρύνεται με τέτοια αποζημίωση, η οποία ούτε νομικό ελάττωμα αποτελεί, αφού δεν εμποδίζει την μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου, ούτε περιορίζει τις εξουσίες του αγοραστή που απορρέουν από την κυριότητα (ΑΠ 156/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), να την καταβάλει στους δικαιούχους, χωρίς δικαίωμα αναζήτησης (αποζημίωσης) στη συνέχεια από τον πωλητή, εκτός αν αυτός υποσχέθηκε την καταβολή της ή γενικότερα υποσχέθηκε το πωλούμενο ακίνητο ελεύθερο από το έκτακτο αυτό βάρος, ένδειξη δε προς αυτή την κατεύθυνση ενδέχεται να αποτελεί το γεγονός ότι η λόγω της ρυμοτομίας ωφέλεια του πωλούμενου ακινήτου συνυπολογίσθηκε στο συμφωνημένο τίμημα. Μπορεί δηλαδή να συμφωνηθεί κατά τη σύναψη της πώλησης ή και μεταγενέστερα ότι ο πωλητής θα ευθύνεται και για τα ρυμοτομικά βάρη του ακινήτου και μάλιστα ότι θα καταβάλει ο ίδιος την ως άνω αποζημίωση στους δικαιούχους, οπότε θα πρόκειται για υπόσχεση ελευθέρωσης κατά το αρθρ. 478 του ΑΚ (ΑΠ 824/2004 ΧΡΙΔ 2004/905), που ορίζει ότι αν τρίτος υποσχέθηκε στον οφειλέτη ότι θα καταβάλει το χρέος του, ο δανειστής δεν αποκτά σε περίπτωση αμφιβολίας δικαίωμα από τη σύμβαση αυτή. Πρόκειται για αιτιώδη σύμβαση από την οποία απορρέει αυτοτελής ενοχή (ΑΠ 1230/2010 ΕλΔνη 2011.1063), διακρινόμενη τόσο από την αναιτιώδη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους, που ρυθμίζουν τα αρθρ. 873 -875 του ΑΚ, όσο και από τη σύμβαση, με την οποία απλώς επιβεβαιώνεται υπάρχον χρέος από ορισμένη αιτία. Η τελευταία αυτή σύμβαση, που είναι επιτρεπτή με βάση τη θεσπιζόμενη από το αρθρ. 361 του ΑΚ ελευθερία των συμβάσεων, καταρτίζεται ατύπως και δεν δημιουργεί νέα αυτοτελή ενοχή σε σχέση με την αρχική βασική ενοχή, αφού μ՝ αυτή τα μέρη αποσκοπούν είτε στη δημιουργία απλού αποδεικτικού μέσου με τη μορφή της εξώδικης ομολογίας (αρθρ. 352§2 ΚΠολΔ) είτε στη διακοπή της παραγραφής (αρθρ. 260 ΑΚ) ή σε ανάλογα νομικά αποτελέσματα κατά τα άρθρα λ. χ. 156, 272§2 του ΑΚ είτε γενικότερα στην αποσαφήνιση ή στη διασφάλιση της βασικής ενοχής από τυχόν ελαττώματα και ενστάσεις, από τις οποίες γίνεται έτσι ρητή ή σιωπηρή παραίτηση (ΑΠ 523/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ֊ 1666/2003 ΧΡΙΔ 2004/346, ΑΠ 1432/2005, ΑΠ 304/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά κανόνα όμως με την αιτιώδη αναγνώριση χρέους επιδιώκεται η δημιουργία νέας ενοχής, είτε παράλληλα με την παλαιά είτε σε αντικατάσταση της παλαιάς (αρθρ. 421, 436 ΑΚ) και απαλλαγμένης συνεπώς από τις ενστάσεις που μπορούσαν να προταθούν στο πλαίσιο εκείνης, η οποία, νέα ενοχή, δεν υπόκειται επίσης σε τύπο, εκτός εάν με τη σύμβαση αναγνωρίζεται υποχρέωση, για την ανάληψη της οποίας ο νόμος απαιτεί την τήρηση τύπου, οπότε πρέπει να τηρηθεί ο τύπος αυτός και για τη σύμβαση αναγνώρισης (ΑΠ 232/2009, ΑΠ 237/2009, ΑΠ 962/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ο τύπος στην περίπτωση αυτή απαιτείται τόσο για τη δήλωση αναγνώρισης χρέους όσο και για την αποδοχή της, η οποία διαφορετικά μπορεί να είναι και σιωπηρή, συναγόμενη συμπερασματικά από την όλη συμπεριφορά του αντισυμβαλλομένου. Γενικότερα αποτελεί αντικείμενο ερμηνείας της συγκεκριμένης σύμβασης, αν η επερχόμενη μ՝ αυτή αιτιώδης αναγνώριση υπάρχοντος χρέους αντικαθιστά ή όχι την αρχική σχέση ή απλώς την αλλοιώνει και αν στην περίπτωση αυτή ενέχει πλήρη ή μερική παραίτηση από ενστάσεις που αφορούν την αρχική σχέση, η οποία πρέπει κατ՝ αρχήν να είναι έγκυρη (αρθρ. 437 ΑΚ).
Οι ενάγοντες (ήδη εκκαλούντες), με την από 7-10-2008 (αριθμ. εκθ. κατ…) αγωγή, την οποία απηύθυναν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης κατά της εναγομένης (ήδη εφεσίβλητης), ιστορούσαν ότι με το υπ' αριθμ….συμβόλαιο πώλησης του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ..., που μεταγράφηκε νόμιμα, αγόρασαν ισομερώς από την εναγομένη το εκεί περιγραφόμενο κατά θέση, έκταση και όρια ακίνητο (οικόπεδο). Ότι, με το παραπάνω συμβόλαιο, η εναγομένη πωλήτρια υποσχέθηκε τη μεταβίβαση του ακινήτου ελεύθερου από κάθε βάρος ή χρέος, πλην όμως από παραδρομή παραλείφθηκε η μνεία σε αυτό της ήδη υπάρχουσας κατά το χρόνο της πώλησης, υπ' αριθμ…..πράξης τακτοποίησης και αναλογισμού αποζημίωσης οικοπέδων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Θεσσαλονίκης. Ότι η εναγομένη, ακολούθως, προέβη εκουσίως στη σύνταξη της υπ' αριθμ. …. πράξης του συμβολαιογράφου Τρίπολης …, με την οποία ανέλαβε την υποχρέωση, σε περίπτωση κατά την οποία φερόμενος ως δικαιούχος αποζημίωσης στραφεί κατά των εναγόντων δικαστικά και αξιώσει αποζημίωση, εάν και εφόσον επιδικασθεί αυτή σε βάρος τους, αναλαμβάνει η ίδια την υποχρέωση να την καταβάλει, καθώς αναγνωρίζει ότι η υποχρέωση της αυτή απέρρεε από την παραπάνω σύμβαση πώλησης και την υπόσχεση μεταβίβασης του ακινήτου ελεύθερου ελαττωμάτων. Ότι η ιδιοκτησία των εναγόντων βαρύνεται, ως ωφελούμενη με την αποζημίωση, κατά την παραπάνω πράξη, από την απαλλοτρίωση εδαφικού τμήματος, εμβαδού 106,85 τ.μ. της όμορης ιδιοκτησίας των ... και ... ..., ως κληρονόμων του πατέρα τους ... Ότι μετά την έκδοση της υπ' αριθμ. 3033/2004 απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία καθορίσθηκε η οριστική τιμή μονάδας αποζημίωσης για το ρυμοτομουμενο ακίνητο των ως άνω ιδιοκτητών, κατέβαλαν, από κοινού, σ' αυτούς, που αναγνωρίσθηκαν με τις υπ' αριθμ. 5242/2007 και 21854/2008 αντίστοιχες αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης ως δικαιούχοι της οφειλόμενης αποζημίωσης, συνολικό ποσό αποζημίωσης και δικαστικών εξόδων 41.4 65,73 ευρώ, ενώ επιπλέον δαπάνησαν, κατά τους αναφερόμενους στην αγωγή χρόνους, και το ποσό των 1.404,89 ευρώ για δικαστικές ενέργειες κατά της εναγομένης και ειδικότερα, ποσό 850,00 (450,00 + 400,00) ευρώ για αμοιβή του πληρεξουσίου τους δικηγόρου κατά την παράσταση του στις ως άνω δίκες (καθορισμού οριστικής τιμής μονάδας και αναγνώρισης δικαιούχων) και ποσό 500,00 ευρώ για την παράσταση του πληρεξουσίου τους δικηγόρου κατά την εκδίκαση αίτησης συντηρητικής κατάσχεσης που υπέβαλαν σε βάρος της εναγομένης στο Μονομελές Πρωτοδικείο Τρίπολης καθώς και ποσό 54,89 ευρώ για έξοδα επίδοσης της ως άνω αίτησης. Ότι μολονότι με το αγοραπωλητήριο συμβόλαιο υποσχέθηκε το πωλούμενο ακίνητο της ελεύθερο από κάθε χρέος ή βάρος και ότι τη σχετική υποχρέωση της επιβεβαίωσε με την προαναφερθείσα συμβολαιογραφική δήλωση της, εντούτοις η εναγομένη αρνήθηκε να συμμορφωθεί με την αναληφθείσα υποχρέωση της. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησαν, κατά την κύρια βάση της αγωγής ως προς την οποία και μόνον επανακρίνεται η έφεση καθώς ως προς την επικουρική της βάση, υπάρχει δεδικασμένο αφού η υπ' αριθμ. 559/2011 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αυτή δεν αναιρέθηκε ως προς το κεφάλαιο αυτό, να υποχρεωθεί η εναγομένη να τους καταβάλει, κατ' ισομοιρία, το συνολικό ποσό των 42.870,62 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα καταβολής εκάστου κονδυλίου άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξόφλησης και να καταδικασθεί αυτή στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων. Η αγωγή με το προαναφερθέν περιεχόμενο, κατά την προσήκουσα εκτίμηση του ουσιώδους περιεχομένου αυτής, εδράζεται στη συμφωνία ανάληψης εκ μέρους της εναγομένης της υποχρέωσης καταβολής προς τους δικαιούχους, του χρέους (αποζημίωση ρυμοτομούμενου ακινήτου) που βαρύνει τους ενάγοντες βάσει της σύμβασης πώλησης και όχι όπως εσφαλμένα δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, στην υποχρέωση αποζημίωσης λόγω πραγματικού ελαττώματος του πωληθέντος. Είναι πλήρως ορισμένη, απορριπτόμενου του πρωτοδίκως προβληθέντος ισχυρισμού περί αοριστίας του δικογράφου της αγωγής για το λόγο ότι δεν διευκρινίζονται σ' αυτό σαφώς τα πραγματικά περιστατικά και ο κανόνας ουσιαστικού δικαίου στον οποίο αυτά υπάγονται καθόσον η υπαγωγή των επικαλούμενων περιστατικών σε συγκεκριμένη νομική διάταξη ενεργείται από το Δικαστήριο, το οποίο αυτεπαγγέλτως εφαρμόζει το νόμο και προβαίνει στον προσήκοντα χαρακτηρισμό του αντικειμένου της αγωγής χωρίς να δεσμεύεται από τις απόψεις των διαδίκων (ΑΠ 488/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η αγωγή ως προς το κονδύλιο των 41.465,73 ευρώ, που αφορά τη ζημία των εναγόντων λόγω καταβολής της αποζημίωσης στους δικαιούχους αυτής, είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 330 παρ. 1, 345, 346, 361, 480, 513, 516 ΑΚ, 176 ΚΠολΔ, ως προς το κονδύλιο, όμως, των 1.404,89 (450 + 400 + 500 + 52,60 + 2,29) ευρώ, που αφορά την περαιτέρω ζημία των εναγόντων λόγω δαπανών από δικαστικές ενέργειες στις οποίες υποβλήθηκαν, πρέπει να λεχθούν τα εξής: Εφόσον, κατά τα ιστορούμενα στην αγωγή, η υποχρέωση που η εναγομένη ανέλαβε βάσει της έγγραφης δήλωσης της, ήταν η καταβολή στον φερόμενο ως δικαιούχο που θα στρεφόταν δικαστικώς εναντίον των εναγόντων, οποιουδήποτε ποσού αποζημίωσης ήθελε επιδικασθεί σε βάρος τους, η αγωγή, ως προς το ανωτέρω κονδύλιο, παρίσταται νόμιμη μόνο κατά το ποσό των 850,00 (450,00+400,00) ευρώ, που αφορά τη δαπάνη αμοιβής του πληρεξουσίου δικηγόρου των εναγόντων για την παράσταση του κατά τις δίκες καθορισμού οριστικής τιμής μονάδας της αποζημίωσης και αναγνώρισης δικαιούχων αυτής, που συνδέεται αιτιωδώς με τη συμφωνία ανάληψης υποχρέωσης της εναγομένης, η οποία προϋπέθετε τη διενέργεια των ως άνω δικών και την παράσταση των εναγόντων προς υπεράσπιση των συμφερόντων τους ενώ ως προς το κονδύλιο των 554,89 (500,00 + 52,60 + 2,29) ευρώ, που αφορά δαπάνες δικαστικών ενεργειών επ' αφορμή της αίτησης συντηρητικής κατάσχεσης στο Μονομελές Πρωτοδικείο Τρίπολης (αμοιβή πληρεξουσίου δικηγόρου και έξοδα επίδοσης) στις οποίες υποβλήθηκαν οι ενάγοντες, είναι μη νόμιμη, διότι, αυτές δεν συνδέονται αιτιωδώς με το γεγονός που φέρεται ως αιτία της προκύψασας διαφοράς, όπως αυτή ειδικότερα προαναφέρθηκε, αλλά πραγματοποιήθηκαν από υπερβολική πρόνοια των εναγομένων προκειμένου να εξασφαλισθεί η απαίτηση τους έναντι της περιουσίας της εναγομένης. Επίσης, το παρεπόμενο αίτημα της αγωγής για υπολογισμό τόκων, είναι νόμιμο από το χρόνο επίδοσης της αγωγής, καθόσον οι ενάγοντες δεν επικαλούνται προηγούμενη σαφή όχληση της εναγομένης για την καταβολή του αιτούμενου ποσού. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, απέρριψε֊ ως μη νόμιμη την αγωγή, με την προαναφερθείσα αιτιολογία, κρίνοντας ειδικότερα ότι η ιδιοκτησία των εναγόντων κατέστη ωφελούμενη από τη ρυμοτόμηση της όμορης ιδιοκτησίας και ότι για το λόγο αυτό η υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης στους δικαιούχους του ρυμοτομούμενου ακινήτου δεν συνιστά πραγματικό ελάττωμα του πωλούμενου και δεν θεμελιώνεται νομικά βάσιμη αξίωση τους σε βάρος της πωλήτριας εναγομένης. Κρίνοντας όμως έτσι, δεν ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε σωστά το νόμο. Πρέπει λοιπόν η έφεση των εναγόντων, οι λόγοι της οποίας αναφέρονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, να γίνει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη. Ακολούθως πρέπει να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να ακολουθήσει η ουσιαστική έρευνα της υπό κρίση από 7-10-2008 και υπ՝ αρ. έκθεσης κατάθεσης …. αγωγής, κατά το μέρος που κρίθηκε, κατά τα άνω, νόμιμη, για το παραδεκτό της οποίας καταβλήθηκε το προσήκον στο αντικείμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τα αναλογούντα υπέρ TN και ΤΑΧΔΙΚ (υπ'αριθμ. …. διπλότυπο είσπραξης της …Δ.Ο.Υ και … απόδειξη ETE), ποσοστά.
3. Κατά το άρθρο 240 του Κ.Πολ.Δ. για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο δικαστήριο αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν, οι προτάσεις της προηγούμενης συζήτησης προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι μόνο με τον πιο πάνω τρόπο επαναφέρονται στη δίκη για την έφεση οι ισχυρισμοί που είχαν προβληθεί στην δίκη ενώπιον του πρώτου βαθμού. Απαιτείται, συγκεκριμένα, τόσον η επανυποβολή τους, τουλάχιστον με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των πρωτόδικων προτάσεων που τους περιέχουν όσο και η προσκομιδή σε επικυρωμένο αντίγραφο των τελευταίων (βλ. ΑΠ 30/2012 ΕλΔ 53,1008, ΑΠ 1107/2003 ΕλΔ 46,160, ΑΠ 1054/2002 ΕλΔ 45,459). Σημειωτέον ότι η επιβαλλόμενη ως άνω με το άρθρο 240 Κ.Πολ.Δ. ρύθμιση της επαναφοράς ισχυρισμών προηγούμενων συζητήσεων αφορά τους ισχυρισμούς που υποβάλλονται στο δικαστήριο με τις προτάσεις (βλ. ενστάσεις ή αντενστάσεις), όχι δε και εκείνους που περιέχονται στην αγωγή, τους οποίους εξετάζει το Εφετείο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής κατά τα άρθρα 522 και 525 Κ.ΠολΔ (βλ. ΑΠ 1346/2012, ΑΠ 1417/2002, ΕφΔωδ 165/2014 TNΠ ΝΟΜΟΣ).
4. Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που περιέχονται στα προσκομιζόμενα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εκτιμώμενες καθεμία χωριστά και σε συνδυασμό μεταξύ τους, ανάλογα με τον τρόπο γνώσης και τον βαθμό αξιοπιστίας καθενός από αυτούς (μάρτυρες), όλων των λοιπών εγγράφων, που λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και το φωτοτυπικό αντίγραφο της υπ' αριθμ. …. τραπεζικής επιταγής της INTERBANK, που προσκομίζουν με επίκληση οι εκκαλούντες, το οποίο παραδεκτά, κατ' άρθρο 529 ΚΠολΔ, προσκομίσθηκε το πρώτον στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αφού κρίνεται ότι η παράλειψη προσκομιδής του στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν οφείλεται ούτε σε πρόθεση στρεψοδικίας ούτε και σε βαριά αμέλεια τους, χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη εν σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από αυτούς έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και ως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό δικανικής κρίσης, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα περιστατικά: Δυνάμει του υπ' αριθμ. … συμβολαίου του άλλοτε συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ... ..., σε συνδυασμό με την υπ' αριθμ. …. πράξη άρσης της διαλυτικής αίρεσης του ιδίου συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκαν νόμιμα, οι ενάγοντες απέκτησαν, ισομερώς, κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητας, νομής και κατοχής, λόγω πώλησης από την εναγομένη, ένα ακίνητο, ιδιοκτησίας της, ήτοι ένα οικόπεδο, αρχικού εμβαδού 308,72 τ.μ. (και μετά από νεότερη καταμέτρηση, 310,78 τ.μ.) του ... Ο. T., ευρισκομένου στο Συνοικισμό…. του Δήμου … Θεσσαλονίκης επί της συμβολής των οδών ... και …. Για την περιοχή όπου βρίσκεται το οικόπεδο είχε συνταχθεί η υπ' αριθμ. … πράξη τακτοποίησης και αναλογισμού αποζημίωσης οικοπέδων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Νομαρχίας Θεσσαλονίκης, η οποία κατέστη τελεσίδικη. Με την πράξη αυτήν επιβαλλόταν υποχρεώσεις αποζημίωσης σε οικόπεδα της περιοχής υπέρ των δικαιούχων άλλων ιδιοκτησιών, μεταξύ δε των υπόχρεων οικοπέδων φερόταν και το πωληθέν οικόπεδο, το οποίο χαρακτηριζόταν στην πράξη τακτοποίησης ως υπ' αριθμ. … ιδιοκτησία. Συγκεκριμένα η εν λόγω ιδιοκτησία (15) βαρυνόταν με την αποζημίωση των ιδιοκτητών της ιδιοκτησίας με αριθμό … η οποία ανήκε κατά κυριότητα στους …. του … και …. ... του …, ως κληρονόμων του πατέρα τους ..., λόγω ρυμοτομίας, για οικοπεδική έκταση υπό στοιχεία Α-1-2-15ερ-Α, εμβαδού 106,85 τ.μ. Κατά την κατάρτιση του ως άνω συμβολαίου μεταβίβασης περιελήφθη ρητός όρος σ' αυτό ότι «...η πωλήτρια εγγυάται και υπόσχεται το πωληθέν ως άνω οικόπεδο ελεύθερο παντός εν γένει βάρους, χρέους...» πλην όμως από παραδρομή δεν έγινε σ' αυτό ειδική μνεία της ως άνω πράξης τακτοποίησης οικοπέδων και αναλογισμού αποζημίωσης, παρόλο που η ύπαρξη της είχε συζητηθεί μεταξύ των διαδίκων κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων τους για την κατάρτιση της επίδικης πώλησης και είχε ρητά συμφωνηθεί ότι το ακίνητο θα μεταβιβαζόταν ελεύθερο υποχρεώσεων από την πράξη αυτή. Προκειμένου, λοιπόν, να καλυφθεί η παραπάνω παραδρομή, η εναγομένη εμφανίσθηκε εκουσίως στον συμβολαιογράφο Τρίπολης ... και συνέταξε την υπ'αριθμ. … δήλωση της, στην οποία περιέλαβε μεταξύ άλλων τα εξής: «Δυνάμει του υπ' αριθμ. … συμβολαίου του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ... ..., που μετεγγράφει νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Θεσσαλονίκης, πώλησα προς τους ... και ..., κοινώς, εξ αδιαίρετου και κατ' ισομοιρίαν, ένα οικόπεδο εμβαδού 310,78 τετραγωνικών μέτρων, κείμενο στον συνοικισμό …. του Δήμου … της περιφέρειας του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης επί της γωνίας των οδών ... και ..., στο … Ο.Τ. του άνω συνοικισμού, όπως λεπτομερώς περιγράφεται κατά τα όρια στο παραπάνω συμβόλαιο..... Όμως για την περιοχή όπου βρίσκεται το οικόπεδο είχε συνταχθεί η με αριθμό …. πράξη τακτοποιήσεως και αναλογισμού αποζημιώσεως οικοπέδων της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης, η οποία κατέστη τελεσίδικος, η οποία όμως δεν μνημονεύθηκε στο συνταγέν συμβόλαιο, όχι από πρόθεση της δηλούσης. Με την πράξη αυτήν επιβάλλονται υποχρεώσεις αποζημιώσεως σε οικόπεδα της περιοχής υπέρ των δικαιούχων άλλων ιδιοκτησιών μεταξύ δε των υπόχρεων οικοπέδων φέρεται και το πωληθέν Οικόπεδο, το οποίο χαρακτηρίζεται στην πράξη τακτοποίήσεως ως υπ' αρίθμ. … ιδιοκτησία. Ήδη η εμφανίσθείσα με την παρούσα πράξη μου δηλώνει προς τους αγοραστές που αναφέρονται πιο πάνω, ότι σε περίπτωση κατά την οποία φερόμενος ως δικαιούχος αποζημιώσεως στην πράξη τακτοποιήσεως στραφεί κατά των παραπάνω αγοραστών του οικοπέδου δικαστικώς και αξιώσει αποζημίωση, εάν και εφόσον επιδικασθεί τοιαύτη σε βάρος τους, ότι αναλαμβάνει να καταβάλει η ίδια η δηλούσα και πωλήτρια του οικοπέδου αυ­τήν, αφού αναγνωρίζει την υποχρέωση της αυτή, που απορρέει από την υπόσχεση μεταβιβάσεως του ακίνητου ελευθέρου παντός ελαττώματος νομικού και πραγματικού .... Η παρούσα να γνωστοποιηθεί με οποιοδήποτε μέσον προς τους ......», η ανωτέρω δε δήλωση γνωστοποιήθηκε στους ενάγοντες, οι οποίοι την αποδέχθηκαν σιωπηρά. Στη συνέχεια, μετά από αιτήσεις των ως άνω ιδιοκτητών των ρυμοτομούμενων εδαφικών τμημάτων ενώπιον του Εφετείου Θεσσαλονίκης στρεφόμενες μεταξύ των άλλων και κατά των ήδη εναγόντων, κατά τη συζήτηση των οποίων παρέστησαν οι τελευταίοι, ο πρώτος μετά και η δεύτερη δια του πληρεξουσίου τους τότε δικηγόρου, Νικολάου Αβδέλλα (AM 1577), εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 3033/2004 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία καθορίσθηκε στο ποσόν των 380,00 ανά τ.μ., η οριστική τιμή μονάδας αποζημίωσης των τμημάτων που απαλλοτριώθηκαν, λόγω ρυμοτομίας με την προαναφερθείσα υπ αριθμ. …. πράξη τακτοποίησης και αναλογισμού αποζημίωσης του πολεοδομικού γραφείου Θεσσαλονίκης, η οποία εγκρίθηκε με την υπ' αριθμ….. απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης για την εφαρμογή του εγκεκριμένου σχεδίου του άλλοτε Δήμου … Θεσσαλονίκης. Ακολούθως, εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 5242/2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία ο ..., αναγνωρίσθηκε έναντι των ήδη εναγόντων, ως συνιδιοκτητών της υπ' αριθμ. … ιδιοκτησίας, οι οποίοι παρέστησαν, κατά τη συζήτηση της αίτησης δια του προαναφερθέντος πληρεξουσίου τους δικηγόρου, ότι τυγχάνει δικαιούχος του 50% της αποζημίωσης για εδαφοτεμάχιο 106,85 τ.μ. της υπ' αριθμ. ... ιδιοκτησίας του, που απαλλοτριώθηκε αναγκαστικά με την υπ' αριθμ …. προαναφερόμενη πράξη τακτοποίησης αναλογισμού - αποζημίωσης οικοπέδων και στη συνέχεια η υπ' αριθμ. 21854/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία η ..., αναγνωρίσθηκε έναντι των ήδη εναγόντων, ως συνιδιοκτητών της υπ' αριθμ … ιδιοκτησίας, ότι τυγχάνει δικαιούχος του ετέρου 50% της αποζημίωσης για το ανωτέρω εδαφοτεμάχιο των 106,85 τ.μ., της υπ' αριθμ… ιδιοκτησίας της που απαλλοτριώθηκε αναγκαστικά. Τον Μάρτιο του 2007, οι ενάγοντες κατέβαλαν, ισομερώς, στον...., το ποσό των 20.301,50 ευρώ, σε πλήρη και ολοσχερή εξόφληση της καθορισθείσας βάσει των προαναφερθεισών αποφάσεων αποζημίωση και συνετάγη προς τούτο και σχετική απόδειξη, με την οποία ο εισπράξας δήλωσε μεταξύ άλλων ότι «...έλαβα σήμερα από τους ..., το παραπάνω ποσόν των 20.301,506, σε πλήρη και ολοσχερή εξόφληση κάθε απαιτήσεως μου από την Πράξη Τακτοποιήσεως και Αναλογισμού Αποζημιώσεων της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Θεσσαλονίκης με αριθμό 6179/1991, η οποία κυρώθηκε με την απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης με αριθμό πρωτοκόλλου …. Ειδικότερα, η ως άνω καταβολή έγινε με βάση την οριστική τιμή μονάδος αποζημιώσεως που καθορίσθηκε με την υπ' αριθμ. 3033/2004 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης και την αναγνώριση του λαμβάνοντα, ως δικαιούχου της αποζημιώσεως βάσει της υπ’ αριθμ. 5242/2007 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Μετά την ως άνω καταβολή και είσπραξη, ο λαμβάνων δηλώνω προς τους καταβάλλοντες, ότι ουδεμία διατηρώ έναντι αυτών αξίωση ή απαίτηση...με την επιφύλαξη παρακταθέσεως των δικαστικών δαπανών που επιδικάσθηκαν με τις αποφάσεις ΕφΘεσ 3033/2004 και ΜονΠρΘεσ 5242/2007, σύμφωνα με το νόμο». Στη συνέχεια, την 23-3-2007, οι ενάγοντες, παρακατέθεσαν, ισομερώς, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων Θεσσαλονίκης, υπέρ του πληρεξουσίου δικηγόρου του ..., το ποσό των 862,73 ευρώ, που αντιστοιχούσε στην επιδικασθείσα σε βάρος τους με τις προαναφερθείσες αποφάσεις δικαστική δαπάνη (βλ. υπ' αριθμ…. γραμμάτιο σύστασης παρακαταθήκης του ΤΠ&Δ). Ακολούθως, οι ενάγοντες, τον Σεπτέμβριο του 2008, κατέβαλαν, κατ' ισομοιρία, στην ...., το ποσό των 20.301,50 ευρώ, σε πλήρη και ολοσχερή εξόφληση της καθορισθείσας βάσει των προαναφερθεισών αποφάσεων αποζημίωση και συνετάγη προς τούτο και σχετική απόδειξη, με την οποία η εισπράξασα δήλωσε ότι ουδεμία απαίτηση έναντι των ήδη εναγόντων διατηρεί από τη μεταξύ τους διαφορά. Με βάση τα προαναφερθέντα, είναι σαφές ότι η εναγομένη υποσχέθηκε το πωλούμενο στους ενάγοντες ακίνητο της ελεύθερο από κάθε βάρος ή χρέος αναλαμβάνοντας ρητά την ευθύνη για την ύπαρξη τέτοιων χρεών. Την εγγυητική της δε ευθύνη και για το χρέος της αποζημίωσης με την οποία το ακίνητο της βαρυνόταν, που, κατά τα προαναφερθέντα, από παραδρομή δεν περιελήφθη στο συμβόλαιο μεταβίβασης, επιβεβαίωσε με την ως άνω δήλωση της ενώπιον του συμβολαιογράφου Τρίπολης …. Την ανάληψη, άλλωστε, αυτής της υποχρέωσης από την πωλήτρια, έλαβαν υπόψη τους οι διάδικοι, κατά τον υπολογισμό του πραγματικού τιμήματος μεταβίβασης, το οποίο ανήλθε στο ιδιαιτέρως υψηλό για τα δεδομένα της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, ποσό των 42.000.000 δραχμών. Το πράγματι καταβληθέν ποσό του τιμήματος προκύπτει ευθέως τόσο από το αναγραφέν στο συμβόλαιο ποσό των 8.000.000 δραχμών, που καταβλήθηκε ολοσχερώς βάσει και της υπ' αριθμ… συμβολαιογραφικής ως άνω πράξης εξόφλησης, όσο και από το σώμα της υπ' αριθμ. ... τραπεζικής επιταγής της INTERBANK, που προσκομίζεται παραδεκτά, κατά τα προαναφερθέντα, για πρώτη φορά, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από τους ενάγοντες, ποσού 34.000.000 δραχμών, που εκδόθηκε την ίδια ημέρα της σύνταξης του συμβολαίου μεταβίβασης (17-2-1997), μεταβιβάσθηκε λόγω οπισθογράφησης από τον πρώτο των εναγόντων στον σύζυγο της εναγομένης,... και εξοφλήθηκε την επόμενη ημέρα, 18-2-1997. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία, προέκυψε ότι όταν οι ενάγοντες μετά την καταβολή των ως άνω ποσών, κάλεσαν την εναγομένη, να τους αποδώσει βάσει της συμφωνηθείσας υποχρέωσης που είχε αναλάβει, ό,τι αυτοί κατέβαλαν, η τελευταία αρνήθηκε. Στο σημείο αυτό πρέπει να λεχθούν τα ακόλουθα : Στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εναγομένη με τις κατατεθείσες από 30-3-2009 προτάσεις της είχε προτείνει τις ενστάσεις περί απαλλαγής της ευθύνης της λόγω συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 536 και 537 ΑΚ, καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, συνυπολογισμού ζημίας και κέρδους και επέλευσης της ζημίας λόγω οικείου πταίσματος των εναγόντων και ως προς τη σύνταξη της επίδικης δήλωσης, τον ισχυρισμό περί συνδρομής στο πρόσωπο της πλάνης. Όπως προκύπτει όμως από τις κατατεθείσες ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου από 25-11-2016 προτάσεις της, τις ενστάσεις της αυτές δεν επαναφέρει παραδεκτά, δηλ. με σύντομη έστω περίληψη αυτών και αναφορά στις συγκεκριμένες σελίδες των προτάσεων της στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπου περιέχονται αυτές, δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη στην οικεία θέση της παρούσας, αυτός σε συνδυασμό με την προσκομιδή των πρωτοβάθμιων προτάσεων της, είναι ο μόνος τρόπος παραδεκτής επαναφοράς των ως άνω ενστάσεων της στο Δικαστήριο τούτο. Αντίθετα η εναγομένη αρκείται στην απλή αναφορά των σελίδων των πρωτοδίκως κατατεθεισών προτάσεων της όπου περιελήφθησαν οι υποβληθείσες ως άνω ενστάσεις της. Επομένως, εφόσον δεν γίνεται παραδεκτή επαναφορά των ως άνω ενστάσεων, δεν μπορεί αυτές να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας από το Δικαστήριο. Περαιτέρω, η εναγομένη με τις κατατεθείσες ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ως άνω προτάσεις της, ισχυρίσθηκε ότι η αξίωση των εναγόντων έχει υποπέσει στην διετή παραγραφή του άρθρου 554 ΑΚ, ισχυρισμό που απαραδέκτως επαναφέρει με την κατατεθείσα μετά τη συζήτηση της έφεσης προσθήκη των προτάσεων της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου που όμως είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος διότι, εδράζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση καθόσον η ένδικη αξίωση των εναγόντων στηρίζεται στο δικαίωμα που απορρέει από την προαναφερθείσα συμφωνία ανάληψης υποχρέωσης της εναγομένης έναντι των ιδίων και όχι στις διατάξεις περί πώλησης. Επομένως, η εναγομένη που παρέβη την αναληφθείσα υποχρέωση της να παραδώσει στους ενάγοντες το πωλούμενο ακίνητο της, ελεύθερο από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης παρόδιων ιδιοκτητών, υποχρεούται να αποκαταστήσει κάθε ποσό που αυτοί κατέβαλαν ως αποζημίωση στους δικαιούχους. Όπως ήδη έχει αναφερθεί, οι ενάγοντες, κατέβαλαν, κατ' ισομοιρίαν, στους δικαιούχους, ..., ως αποζημίωση και επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, το συνολικό ποσό των 41.465,73 ευρώ. Επίσης, για την παράσταση του πληρεξουσίου τους δικηγόρου …, στη δίκη της αναγνώρισης δικαιούχων, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 5242/2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, οι ενάγοντες κατέβαλαν σ' αυτόν, κατ' ισομοιρίαν, το ποσό των 400,00 ευρώ (βλ. υπ' αριθμ. … προσκομιζόμενη με επίκληση από τους ενάγοντες. απόδειξη παροχής υπηρεσιών του εν λόγω δικηγόρου). Η δαπάνη αυτή συνιστά ζημία των εναγόντων, την οποία υποχρεούται ν' αποκαταστήσει η εναγομένη, διότι αυτή συνδέεται αιτιωδώς με την αιτία γέννησης της, που, όπως προαναφέρθηκε, είναι η ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους της τελευταίας για την καταβολή οποιουδήποτε ποσού αποζημίωσης υποχρεωθούν βάσει δικαστικής απόφασης, να καταβάλουν στον φερόμενο ως δικαιούχο αυτής, όπως έγινε στην προκειμένη περίπτωση. Περαιτέρω, ως προς το έτερο ποσό των 450,00 ευρώ, που αιτούνται οι ενάγοντες ως αποζημίωση για την αμοιβή που κατέβαλαν στον πληρεξούσιο δικηγόρο τους κατά την παράσταση του στη δίκη του καθορισμού της οριστικής τιμής μονάδος της απαλλοτρίωσης, πρέπει, η αγωγή ν' απορριφθεί, ως κατ' ουσίαν αβάσιμη καθόσον από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι πραγματοποίησαν την εν λόγω δαπάνη αφού ουδέν περί αυτού στοιχείο προσκόμισαν. Με βάση τα ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να γίνει δεκτή, κατά ένα μέρος, ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει συμμέτρως στους ενάγοντες το συνολικό ποσό των 41.865,73 (41.465,73 + 862,73 + 400,00) ευρώ, ήτοι σε καθέναν από αυτούς το ποσό των 20.932,86 [20.301,50 (41.465,73:2) + 431,37 (862,73:2) + 200,00 (400,00:2)] ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να καταβληθούν από την εναγομένη επειδή ηττάται, κατά την έκταση όμως της ήττας της (άρθρα 178, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ την από 2-9-2009 και υπ' αριθμ. εκθ. κατάθεσης …. έφεση κατά της υπ' αριθμ. 19372/2009 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, κατ' αντιμωλία των διαδίκων, κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό της παρούσας μέρος αυτής που καθορίσθηκε από την υπ' αριθμ. 1095/2013 απόφαση του Αρείου Πάγου μετά την αναίρεση της υπ' αριθμ. 559/2011 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου.
ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση από τυπική και ουσιαστική άποψη.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ' αριθ. 19372/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και ΔΙΚΑΖΕΙ την ουσία της.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο
ΔΕΧΕΤΑΙ την από 7-10-2008 και υπ' αριθμ. κατάθεσης …. αγωγή εν μέρει.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει σε καθέναν των εναγόντων το ποσό των είκοσι χιλιάδων εννιακοσίων τριάντα δύο ευρώ και ογδόντα έξι (20.932,86) λεπτών, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξόφλησης.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει σε χίλια πεντακόσια (1.500,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στη Θεσσαλονίκη την 26η Μαΐου 2017, σε μυστική διάσκεψη και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του την 16η Ιουνίου 2017, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου