Περιεχόμενα
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Όπως είχα αναφέρει και στην προ-περυσινή εισήγησή μου με τίτλο «Ο χαρακτήρας
των ΛΕΑΔ», οι ΛΕΑΔ εδράζονται στην έννοια της αλληλοβοήθειας. Η έννοια αυτή δεν
είναι μονόδρομη: η απόλαυση των παροχών κάθε Λογαριασμού από τα μέλη του δεν
λαμβάνει χώρα «δωρεάν» ούτε και φυσικά «με αντάλλαγμα», αλλά στα πλαίσια μιας
κοινωνίας «κινδύνων», οι οποίοι δεν έχουν βέβαια μόνο την έννοια του κινδύνου
που αποδίδεται στο ασφαλιστικό δίκαιο, αλλά μία ευρύτερη, αυτή της από κοινού
δημιουργίας κεφαλαίου και της χρηστής εκμετάλλευσης του για την κάλυψη κοινών
αναγκών.
Η κάλυψη των αναγκών αυτών κατά έναν τρόπο αποτελεσματικό, διαυγή και
οικονομικά πρόσφορο προϋποθέτει νομικά α) την οργάνωση της διαχείρισης αυτής
μέσω νομικών προσώπων, που για τους ΛΕΑΔ είναι σωματεία ιδιωτικού δικαίου µη
έχοντα κερδοσκοπικό χαρακτήρα και β) την εύληπτη και δραστική πρόβλεψη, ενεργοποίηση
και λειτουργία μηχανισμών στα καταστατικά τους, που να παρέχουν τα κατάλληλα
εκείνα εργαλεία προς την όσο το δυνατόν καλύτερη ικανοποίηση των σκοπών τους.
Φυσικά είναι αναμενόμενο οι διατάξεις των καταστατικών των ΛΕΑΔ να μην
δύναται να έχουν την ίδια διατύπωση, αφού ο συντάκτης τους ήταν διαφορετικός
κάθε φορά με διαφορετικό επίπεδο νομικών γνώσεων, διαφοροποιημένη εμπειρία
αντιμετώπισης τέτοιων θεμάτων και κυρίως και πάνω από όλα χωρίς την ίδια για
όλους δυνατότητα πρόβλεψης μελλοντικών να ανακύψουν προβλημάτων ή δυσχερών
νομικών θεμάτων.
Στα ανωτέρω πλαίσια η σημερινή ανάγνωση των καταστατικών των ΛΕΑΔ συνοδευόμενη
από την δεκαπενταετή εμπειρία λειτουργίας τους αναδεικνύει τόσο την
προνοητικότητα μερικών εκ των συντακτών τους στην αντιμετώπιση θεμάτων που
ακόμη δεν είχαν ανακύψει, αλλά και την ανάγκη να υιοθετηθούν μηχανισμοί
χρήσιμοι και από άλλους ΛΕΑΔ που – αδιάφορο για ποιον λόγο – δεν τους
ενστερνίστηκαν.
Και βεβαίως η παρούσα Εισήγηση δεν έχει ως σκοπό να προκρίνει την υιοθέτηση
ενός κοινού για όλους τους ΛΕΑΔ κειμένου καταστατικού, διότι αυτό θα ερχόταν σε
αντίθεση με τον τοπικό χαρακτήρα τους. Κάθε ΛΕΑΔ έχει διαφορετικό αριθμό μελών,
διαφορετικούς πόρους και εδράζεται σε διαφορετική οικονομική βάση που διαφοροποιεί
τα έσοδα του και επομένως και τις παροχές του. Επίσης, οι τοπικές συνήθειες και
αντιλήψεις καθώς και η μακροχρόνια εμπειρία από τα Ταμεία Προνοίας οδήγησαν
στην υιοθέτηση παραλλαγμένων πρακτικών, όπερ και είναι απολύτως θεμιτό.
Στον χώρο υπάρχουν έντονες φωνές
αναφορικά με την αναγκαιότητα ενός προτύπου καταστατικού, που να προβλέπει κατά
τρόπο ομοιόμορφο κάποια θέματα, κυρίως ως προς την δικαιολογητική τους βάση
παρά ως προς τον τρόπο επίλυσής τους[1].
Όμως η έννοια της αλληλοβοήθειας είναι κοινή όχι μόνο για τις παροχές
που τα μέλη των ΛΕΑΔ απολαμβάνουν, αλλά και για τους μηχανισμούς ικανοποίησής
τους.
Ερευνώντας της δυνατότητες εναρμόνισης των καταστατικών διατάξεων των
ΛΕΑΔ, θα πρέπει κατ’ αρχάς να τις κατηγοροποιήσουμε. Πριν από αυτό όμως θα πρέπει
να καταλήξουμε στο εάν υπάρχει κάποιο νόημα στην εναρμόνιση αυτή ή εάν αυτή δεν
προσφέρει τίποτε.
Το ερώτημα λοιπόν που αρχικά
τίθεται, είναι τι θα προσφέρει η εναρμόνιση. Εάν κατατάξουμε τις καταστατικές
διατάξεις σε κατηγορίες, θα διαπιστώσουμε εύκολα ότι η κοινή προσαρμογή των
διατάξεων που προβλέπουν τους πόρους και την διαχείρισή τους καθώς και ότι
αφορά τα όργανα κάθε ΛΕΑΔ (Γενική Συνέλευση, Διοικητικό Συμβούλιο) δεν
προσφέρουν κάτι το ιδιαίτερο, καθόσον κάθε ΛΕΑΔ διαθέτει διαφορετικά
εκμεταλλεύσιμα περιουσιακά στοιχεία, διαφορετικό αριθμό μελών, που παραλλάσουν
τα έσοδά του, διαφορετικές σε αριθμό και εύρος παροχές και διαφορετική
οργάνωση. Κάποια ΛΕΑΔ με μικρό αριθμό μελών δεν απασχολούν καν υπαλλήλους, οι
Γενικές του Συνελεύσεις είναι εύκολα επιτεύξιμες, τα Διοικητικά τους Συμβούλια
ευέλικτα, αλλά τα έσοδα τους περιορισμένα και οι παροχές τους λίγες. Αντίθετα,
ΛΕΑΔ με μεγάλο αριθμό μελών κινούνται με μεγαλύτερη ανάγκη γραφειοκρατίας,
έχουν περισσότερα έσοδα και περιουσία και έχουν την δυνατότητα μεγαλύτερου
εύρους παροχών. Ούτως ή άλλως το θέμα της οργάνωσης και λειτουργίας κάθε ΛΕΑΔ
δεν έχει αποτελέσει ιδιαίτερο πρόβλημα από την έναρξη της λειτουργίας τους και
συνιστούν τεχνικά θέματα που δεν είναι αδύνατο να λυθούν.
Αντιθέτως, το θέμα των παροχών
τους σε συνάρτηση με τα μέλη τους είναι εντελώς διαφορετικό, διότι οι ΛΕΑΔ
διέπονται από το ίδιο νομοθετικό καθεστώς και τυχόν πρόβλημα που θα ανακύψει σε
έναν ΛΕΑΔ δύναται να ανακύψει και σε άλλο, οπότε η κοινή αντιμετώπισή τους θα
είναι τρόπον τινά δεδομένη, ιδίως εάν το πρόβλημα αυτό καταλήξει στην δικαστική
κρίση. Άλλωστε η εμπειρία καταδεικνύει ότι τα προβλήματα που ανακύπτουν
εστιάζονται κατά κύριο λόγο στις παροχές σε συνάρτηση με την ιδιότητα των
μελών. Για τους λόγους αυτούς θα εστιάσω μόνο στο θέμα των τελευταίων.
Πριν εκθέσω όμως τις διατάξεις που θεωρώ ότι χρήζουν μίας
ενιαίας αντίληψης και ακολούθως και εναρμόνισης, θα ξεκινήσω ανάστροφα,
αναλογιζόμενος τι θα σημάνει η εναρμόνιση των καταστατικών διατάξεων των ΛΕΑΔ: Τυχόν
εναρμόνιση των καταστατικών δεν υποδεικνύει τίποτε άλλο παρά εναρμόνιση
παροχών, πόρων, διαχείρισης, διοίκησης και συμμετοχής. Εάν υποθέσουμε ότι
υιοθετούμε ένα ενιαίο καταστατικό ή έστω ένα εναρμονισμένο καταστατικό, θεωρώ
ότι αυτό θα αυτοεπιβεβαιώσει την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός πανελλαδικού ΛΕΑΔ με
μία κοινή διοίκηση, όπερ συνεπάγεται την συγχώνευση όλων των τοπικών ΛΕΑΔ, με
εξίσωση παροχών, με συγκεντρωτική
διαχείριση όλων των πόρων, με απώλεια της γνώσης τοπικών αναγκών και απρόσωπη
διαχείριση όλων των θεμάτων από την μοναδική διοίκηση, με προβληματική
συμμετοχή της βάσης στην άσκηση της διαχείρισης, με τεχνικά προβλήματα
(υπάλληλοι, διαχείριση παροχών, κατακερματισμός εκδηλώσεων κλπ χωρίς επαρκή
έλεγχο, γραφειοκρατία). Τα πλεονεκτήματα βεβαίως θα είναι η οικονομική ισχύς, η
απάλειψη ΛΕΑΔ πολλαπλών ταχυτήτων και η εξίσωση (και διάσωση) των αδύναμων
ΛΕΑΔ, η απολύτως ορθολογική και σαφέστατα πιο αυστηρή διαχείριση πόρων και
κατανομή παροχών.
Η έννοια της αυτοτέλειας των
ΛΕΑΔ που θα λειτουργούν με διατάξεις που θα είναι κοινές ή παρόμοιες θα
οδηγήσει αναπόφευκτα σε βάθος χρόνο στο ξεθώριασμα της αυθυπαρξίας τους – και
αυτό θα γίνει αμεσότερα αντιληπτό από τους τρίτους προς εμάς παρά από εμάς τους
ίδιους. Δεν νομίζω όμως ότι θέλουμε να υποκαταστήσουμε στο σημείο αυτό τον ΛΕΔΕ
ούτε πολλώ δε μάλλον να λειτουργούμε όπως αυτός. Ούτε και επιθυμούμε μία
Ομοσπονδία ΛΕΑΔ που θα λειτουργούν κάτω από μία διοίκηση.
Άλλωστε, τέτοιες μορφές
παρόμοιας εξυπηρέτησης σκοπών έχουμε βιώσει στο παρελθόν από το Ταμείο Υγείας
Δικηγόρων Επαρχιών (ΤΥΔΕ) και τον Λογαριασμό Ενίσχυσης Δικηγόρων Επαρχιών
(ΛΕΔΕ) με όχι – κατά την γνώμη μου – καλά αποτελέσματα. Κατ’ αποτέλεσμα, θα
καταδείξουμε μία αδυναμία στον λόγο ύπαρξης των τοπικών ΛΕΑΔ. Μοιραία θα
οδηγηθούμε και στην σωματειακή ενοποίηση και συνακόλουθα θα βρεθούμε μπροστά
στην ανάγκη να δικαιολογήσουμε την ύπαρξή μας έναντι άλλων φορέων κοινωνικής
ασφάλισης.
Αντιθέτως ο πλουραλιστικός χαρακτήρας των ΛΕΑΔ
ενισχύει τον αλληλοβοηθητικό τους χαρακτήρα, ο οποίος όμως κανείς δεν μπορεί να
αρνηθεί ότι έχει τοπικό χαρακτήρα. Ίσως κάποιος θα μπορούσε να αντιλέξει ότι η
κοινή αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων προσδίδει ισχύ στα αρμόδια προς τούτο
όργανα. Επιτρέψτε μου να αμφιβάλλω.
Γενικότερα, δε με βρίσκει σύμφωνο η ΟΜΟΓΕΝΟΠΟΙΗΣΗ των ΛΕΑΔ. Εκεί όμως
που συμφωνώ απολύτως είναι η αντιμετώπιση προβλημάτων πάνω σε κοινά αποδεκτούς
άξονες, που δεν θα επιτρέπουν την καταστρατήγηση των σκοπών των ΛΕΑΔ και την
αναίρεση του αλληλοβοηθητικού τους χαρακτήρα.
Τέτοιες διατάξεις αφορούν την εγγραφή και τις εισφορές των µελών, τις
συνέπειες από την µη έγκαιρη καταβολή των εισφορών, την απόκτηση δικαιωμάτων
επί των παροχών και το χρόνο απόκτησης αυτών των δικαιωμάτων, τις συνέπειες επί
διαγραφής των µελών, τα δικαιώματα σε περίπτωση αποχώρησης, μετάθεσης µέλους
κλπ, τη χορήγηση εφάπαξ, το χρόνο παραγραφής των αξιώσεων των µελών αλλά και
του ΛΕΑ∆, τα συλλογικά όργανα του ΛΕΑ∆ και τις αρμοδιότητες αυτών, την παροχή
αρμοδιότητας στο ∆Σ να αυξομειώνει τις εισφορές των µελών.
Η θέσπιση μηχανισμών και δικλείδων αυτοπροστασίας των ΛΕΑΔ δεν είναι
τίποτε άλλο παρά μηχανισμοί πραγμάτωσης της έννοιας του αλληλοβοηθητικού χαρακτήρα
τους και οι διατάξεις για τα μέλη και τις παροχές είναι οι κύριες εκφάνσεις της
έννοιας αυτής.
ΜΕΛΗ
Όλα τα καταστατικά προβλέπουν ότι μέλη τους δύνανται να είναι μόνον εν ενεργεία
δικηγόροι, αυτοί δηλαδή που φέρουν την δικηγορική ιδιότητα σύμφωνα με τον
εκάστοτε ισχύοντα Κώδικα Δικηγόρων. Αυτή η φαινομενικά απλή και λογική πρόβλεψη
αποδείχθηκε στην πράξη ότι είναι ελλιπής.
Σε κάποια καταστατικά, όπως αυτά της Λαμίας προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής
και των υπαλλήλων του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου.
Το καταστατικό του ΛΕΑΔ Λάρισας προβλέπει την αναστολή της ιδιότητας
του μέλους του ΛΕΑΔ όσων διορίζονται σε θέσεις Υπουργού, Γενικού Γραμματέας
Υπουργείου ή περιφέρειας, Νομάρχη ή Δημάρχου για όσο χρόνο διατηρούν την
δημόσια θέση, ενώ ο ΛΕΑΔ Ξάνθης κάνει ένα βήμα παραπέρα απαγγέλλοντας την
αυτοδίκαιη αποβολή όσων τελούν σε αναστολή του λειτουργήματος σύμφωνα με τον
Κώδικα Δικηγόρων και όσων για οποιοδήποτε λόγο δεν συμμετέχουν στο διανεμητικό
λογαριασμό του Δικηγορικού Συλλόγου, προβλέποντας ταυτόχρονα ότι ο χρόνος της
αναστολής δεν υπολογίζεται ως χρόνος συμμετοχής στον Λ.Ε.Α.Δ.Ξ. Τέλος ο ΛΕΑΔ
Χανίων δεν εξετάζει αιτήσεις και δεν αποδίδει δαπάνες σε µέλη που δεν ασκούν
πραγματική δικηγορία ή έχουν αναστείλει την επαγγελματική τους δραστηριότητα
για χρονικό διάστημα άνω του έτους.
Εκείνος όμως ο ΛΕΑΔ που κάνει την διαφορά είναι του Αγρινίου, στο
καταστατικό του οποίου γίνεται μία εκτενέστατη παράθεση επιπλέον περιορισμών
και ασφαλιστικών δικλείδων, δια των οποίων η επιτυγχάνεται η αποτροπή απόλαυσης
των παροχών του Λογαριασμού από μέλη που δεν συμβάλλουν. Έτσι κατά το άρθρο 3
του εν λόγω καταστατικού, για την ιδιότητα κάποιου συναδέλφου ως μέλους του
ΛΕΑΔ Αγρινίου δεν αρκεί απλά και μόνο η δικηγορική ιδιότητα κατά την εγγραφή,
αλλά αυτή αποτελεί απαραίτητη συντρέχουσα ιδιότητα για όσο χρόνο κάποιος
επιθυμεί να είναι μέλος του ΛΕΑΔ Αγρινίου. Οφείλει επίσης να διατηρεί γραφείο
και να ασκεί ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ και ΚΑΤΑ ΚΥΡΙΟ ΛΟΓΟ το επάγγελμα του Δικηγόρου κα δη
στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου Αγρινίου (και όχι οπουδήποτε αλλού).
Επιπρόσθετα, η ιδιότητα του μέλους του σωματείου αναστέλλεται για όσο χρόνο το
μέλος του σωματείου τελεί σε αναστολή ασκήσεως του Δικηγορικού Λειτουργήματος.
Μάλιστα έχει προβλεφθεί και η άσκηση προσφυγής στην Γενική Συνέλευση, μέσα σε
προθεσμία 30 ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απορριπτικής απόφασης
στον ενδιαφερόμενο από οιοδήποτε ήδη μέλος του ΛΕΑΔ.
Με την ανωτέρω πρόβλεψη αποφεύγεται το φαινόμενο δικηγόρων, οι οποίοι,
τελούντες σε αναστολή του λειτουργήματος, πρωτίστως λόγω εκλογής τους σε αιρετά
αξιώματα, να απολαμβάνουν των παροχών του Λογαριασμού χωρίς να συνεισφέρουν,
αφού είναι πασίδηλο ότι ο κύριος πόρος των ΛΕΑΔ είναι το γραμμάτιο προκαταβολής
εισφορών. Επίσης αντιμετωπίζονται και οι περιπτώσεις συναδέλφων, οι οποίοι δεν
ασκούν στην πραγματικότητα το επάγγελμα κατά τρόπο μόνιμο ή ως βιοποριστικό,
αλλά ως πάρεργο, αλλά και περιπτώσεις που για άλλους λόγους ασκούν το επάγγελμα
εκτός των πλαισίων της «κοινωνίας κινδύνων» που ανέφερα ανωτέρω.
Ενδεικτικές ήταν οι περιπτώσεις συναδέλφων που είτε έχουν φύγει στο
εξωτερικό είτε ασκούν την δικηγορία σε άλλες περιοχές (και επομένως εκδίδουν
γραμμάτια σε άλλους Συλλόγους)[2],
αλλά εξακολουθούν και καταβάλουν τις ελάχιστες προβλεπόμενες εισφορές τους προς
τον ΛΕΑΔ στον οποίον έχουν εγγραφεί.
Τέλος δεν μπορούμε παρά να επικροτήσουμε και την πρόβλεψη ειδικού καθεστώτος
για τους ασκούμενους συναδέλφους, οι οποίοι μπορούν να απολαμβάνουν ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ
ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ εκτάκτου βοηθήματος για λόγους υγείας και του ½
του επιδόματος τοκετού.
Η θέσπιση ενός τέτοιου μηχανισμού εν είδη μια ιδιότυπης «Επιτροπής Μητρώου»,
που θα ελέγχει διαρκώς και αδιαλείπτως την δυνατότητα συμμετοχής (ΠΡΟΣΟΧΗ: όχι
την ικανότητα συμμετοχής) εκάστου μέλους στα έσοδα του Ταμείου προκρίνεται για όλους τους ΛΕΑΔ.
Και θα πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους τους ΛΕΑΔ ότι η πλήρης και ολοσχερής
εξόφληση των ελάχιστων δεδηλωμένων εισφορών προς τον κάθε ΛΕΑΔ δεν αποτελεί και
πλήρη εκπλήρωση των υποχρεώσεων κάθε μέλους του στην κοινωνία κινδύνων για την
οποία κάθε ΛΕΑΔ έχει συσταθεί. Βεβαίως ένας τέτοιος πολύπλοκος μηχανισμός έχει
νόημα μόνον εφόσον συναρτάται από πόρους πέραν προκαθορισμένων εισφορών. Και
αυτό με την σειρά του αφορά το εύρος των παροχών και τον αριθμό των μελών κάθε
ΛΕΑΔ.
Ωστόσο το πρόβλημα που εδώ ενδέχεται να ανακύψει είναι η σύγκρουση του
μηχανισμού ελέγχου με αυτόν του εκάστοτε Δικηγορικού Συλλόγου, στον οποίο ανήκει
κυριαρχικά η πιστοποίηση άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος, χωρίς δυνατότητα
ενστάσεων εκ μέρους των ΛΕΑΔ που να επιφέρουν άμεσες έννομες συνέπειες. Η πράξη
όμως απέδειξε ότι η υποτονική (για να μην πούμε κωμική) λειτουργία των Επιτροπών
Μητρώου έβλαψε τους ΛΕΑΔ, οι οποίο εξαναγκάστηκαν να αποδεχθούν ως
δικαιούμενους παροχών ακόμη και όσων δεν ασκούσαν εν τοις πράγμασι δικηγορία.
Επιπρόσθετα, ένα ακόμη πρόβλημα που ανέδειξε η πρακτική είναι αυτό της συσχέτισης απόλαυσης των παροχών με τον
χρόνο κατοχής της ιδιότητας του μέλους. Εσφαλμένα –πια– εισάγεται ως
κριτήριο απόλαυσης των παροχών κάθε ΛΕΑΔ η ιδιότητα του μέλους του, ανεξαρτήτως
άλλων παραμέτρων. Βεβαίως, εξαιρέσεις λαμβάνουν χώρα και δη πρωτίστως σε ότι
αφορά το εφ’ άπαξ, όπου χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση το ύψος του τελεί σε
άμεση συνάρτηση με τα χρόνια δικηγορίας, τον όρο συνταξιοδότησης και κάποιες
φορές και την εξόφληση των οφειλών του δικαιούμενου μέλους προς τον ΛΕΑΔ. Ακόμη
όμως και εδώ τις περισσότερες φορές το εφάπαξ υπολογίζεται κατά τον χρόνο
εξόδου, γεγονός που δίνει την δυνατότητα στα μέλη να «ελέγξουν» τον χρόνο
παραίτησής τους, ώστε να επιτύχουν το ύψιστο ποσό.
Ωστόσο η άκριτη απονομή δικαιώματος παροχών σε μέλη με ελάχιστο χρόνο
παρουσίας στον ΛΕΑΔ, μολονότι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κίνητρο για την συμμετοχή
του σε αυτό, δεν παύει να συνιστά πεδίο εκμετάλλευσης των παροχών, διότι δίνει
την δυνατότητα εγγραφής κατά το δοκούν, όταν ο υποψήφιος να απολαύσει την
παροχή «υποψιάζεται» ότι θα την χρειαστεί στο αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα.
Το ίδιο φαινόμενο λειτουργεί και με το ομαδικό συμβόλαιο με την GENERALI. Ίσως βέβαια να ήταν άδικο να εξαιρεθεί
της απόλαυσης των παροχών κάποιος ο οποίος με ελάχιστο χρόνο παρουσίας στον
ΛΕΑΔ εμφάνισε απρόβλεπτους λόγους υγείας, αλλά για τις λοιπές παροχές (επίδομα
τοκετού, βρεφονηπιακοί σταθμοί, έκτακτη οικονομική ενίσχυση κλπ) ίσως θα
έπρεπε να τεθούν ποσοστώσεις ανάλογα με τον χρόνο της ιδιότητας του μέλους ή
άλλα κριτήρια, διότι αυτή η συμπεριφορά μόνο αλληλοβοήθεια δεν συνιστά.
ΣΚΟΠΟΣ - ΠΑΡΟΧΕΣ
Ο σκοπός κάθε ΛΕΑΔ είναι απαραίτητο στοιχείο κατά τον νόμο[3] του καταστατικού κάθε
σωματείου, του οποίου η κτήση νομικής προσωπικότητας προϋποθέτει τον έλεγχο
νομιμότητας του σκοπού του. Είναι πασίδηλο σε όλες και όλους μας ότι συνήθως η
αναφορά στο καταστατικό των σκοπών ενός σωματείου στο καταστατικό του είναι όσο
το δυνατόν πιο γενικόλογη και «θαμπή», ενώ απαριθμούνται κατά τρόπο
πληθωριστικό δευτερεύοντες σκοποί που εμπεριέχονται ή υπονοούνται στους βασικούς
σκοπούς.
Ο κανόνας και η πρακτική απέδειξαν ότι οι ΛΕΑΔ αποσκοπούν πρωτίστως σε
τρεις σκοπούς: α) στην δημιουργία προς εξυπηρέτηση των µελών του Κλάδου πρόνοιας,
β) στην δημιουργία προς εξυπηρέτηση των µελών του Κλάδου ιατροφαρµακευτικής
περίθαλψης και γ) στην δημιουργία προς εξυπηρέτηση των µελών του Κλάδου
κοινωνικών παροχών.
Ενδεικτικά στους σκοπούς αυτούς περιλαμβάνονται:
1. Η καταβολή εφ` άπαξ βοηθήματος
(αποζημίωσης) α) στα µέλη που συνταξιοδοτούνται λόγω γήρατος ή ολικής και
μόνιμης ανικανότητας και β) στην οικογένεια του θανόντος µέλους.
2. Η καταβολή συμπληρωματικού βοηθήματος
(αποζημιώσεως) στα µέλη του για την κάλυψη της δαπάνης του κρατικού τιμολογίου
εφόσον το καταβαλλόμενο χρηματικό ποσό από τους ασφαλιστικούς φορείς των
δικηγόρων (Τ.Υ.∆.Ε. του Ε.Τ.Α.Α. κ.λ.π.) δεν καλύπτει ολοκληρωτικά τη δαπάνη
αυτή. Η κάλυψη αυτή αναφέρεται στην νοσοκομειακή, φαρμακευτική, οδοντιατρική
και ιατρική περίθαλψη του µέλους, της (του) ανασφάλιστης συζύγου και των
ανήλικων τέκνων.
3. Η καταβολή χρηματικού ποσού για δαπάνες
τοκετού και κηδείας του µέλους.
4. Η σύναψη και δυνατότητα οικονομικής
συμμετοχής σε Ομαδική ασφάλιση υγείας, ζωής, σύνταξης των µελών.
5. Η καταβολή δαπάνης για ιατρικό έλεγχο των
µελών του ανά τακτικό χρονικό διάστημα από οργανωμένες ιατρικές μονάδες µε τις
οποίες θα συμβάλλεται το σωματείο.
6. Η παροχή έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης σε
µέλη που έχουν άμεση ανάγκη από αυτήν λόγω έκτακτων σημαντικών περιστατικών.
Ευρεία απήχηση έχουν και οι παροχές για
βρεφονηπιακούς σταθμούς, παιδικές κατασκηνώσεις, εορτές και διάφορες
εκδηλώσεις, ακόμη και δάνεια.
Φυσικά και υπάρχουν και ΛΕΑΔ που προσφέρουν
και άλλες παροχές, που είναι μοναδικές. Ενδεικτική είναι το βοήθημα νέων
δικηγόρων ύψους 880,00 € από τον ΛΕΑΔ
Αγρινίου, οι χορηγίες αθλητισμού από τον ΛΕΑΔ Ηρακλείου, το βοήθημα οδοντιατρικής
περίθαλψης ύψους 500,00 € κατ’ έτος από τον ΛΕΑΔ Ιωαννίνων, το επίδομα
βιβλιοθήκης από τον ΛΕΑΔ Λάρισας, η παροχή επιδόματος λουτροθεραπείας του ΛΕΑΔ
Πατρών – Αιγίου, η παροχή μερίσματος από τον ΛΕΑΔ Καλαμάτας.
Στον αντίποδα υπάρχουν ΛΕΑΔ που προσφέρουν
εξαιρετικά περιορισμένες παροχές.
Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει εδώ για εκείνη την καταστατική
διάταξη αρκετών ΛΕΑΔ[4],
δυνάμει της οποίας η αναφορά των παροχών του είναι ιεραρχική υπό την έννοια ότι
α) ότι η αναγραφή των παροχών είναι περιοριστική και β) η κάλυψη της επόμενης
αναγραφόμενης παροχής προϋποθέτει την απόλυτη κάλυψη της προηγούμενης, υπό την
έννοια ότι είναι αδύνατον να παρακαμφθεί κάποια ιεραρχικά ανώτερη παροχή, χωρίς
αυτό να σημαίνει την απουσία δυνατότητας αυξομείωσης του ύψους των παροχών.
Κατά τον τρόπο αυτό η σειρά αναγραφής των παροχών του ΛΕΑΔ στο καταστατικό
ενέχει ιδιαίτερη σημασία και αποτελεί σύμπτωμα της αντίληψης που είχαν οι
συντάκτες του για την σπουδαιότητα κάθε παροχής. Δεν πρέπει να θεωρηθεί καθόλου
τυχαία η αναγραφή ως πρώτης παροχής στα καταστατικά όλων σχεδόν των ΛΕΑΔ του
εφ’ άπαξ βοηθήματος προς τα εξερχόμενα της δικηγορίας μέλη τους λόγω
συνταξιοδότησης. Ας μη ξεχνάμε ότι οι ζυμώσεις για την ίδρυση των ΛΕΑΔ είχαν
αρχίσει ήδη πριν το 1999: Το επίσημο κράτος δυσανασχετούσε από την ύπαρξη
πολλών ν.π.δ.δ. που διενεργούσαν ή φαίνονταν να διενεργούσαν παροχές κοινωνικής
ασφάλισης και αναζητούσε διακαώς τρόπους να απαλλαγεί τόσο από το στίγμα του μεγάλου αριθμού τους όσο και από το
κόστος εποπτείας τους, ενώ ταυτόχρονα η χώρα ετοιμαζόταν ήδη τρία χρόνια πριν
σε κλίμα οικονομικής αισιοδοξίας (για να μην πω ευφορίας) να διεκδικήσει τους
ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Όταν λοιπόν έφτασε η ώρα της κατάργησης των
Ταμείων Προνοίας, η διαδοχή τους από τους ΛΕΑΔ δεν θα μπορούσε παρά να
διασφαλίσει το εφάπαξ.
Το τι ακριβώς σημαίνει η πρόκριση του εφ’ άπαξ ως πρώτης
ικανοποιούμενης παροχής, πόσο αυτή η επιλογή αντικατοπτρίζει το αίσθημα
αλληλοβοήθειας που είχαν οι εμπνευστές της και τι συνέπειες έχει αυτό σήμερα
υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες είναι ευνόητο και εύληπτο σε όλες και
όλους μας. Νομίζω ότι έχουμε ιερή υποχρέωση απέναντι στους συναδέλφους που
έρχονται με σεβασμό στους συναδέλφους που φεύγουν να επαναπροσδιορίσουμε την
έννοια της αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης που οι ΛΕΑΔ επιθυμούμε να υπηρετούν,
αναφορικά με τους σκοπούς τους.
Φρονώ ωστόσο ότι η περιοριστική αναγραφή των παροχών στα καταστατικά
απλά και μόνο υποδηλώνει την ανασφάλεια των συντακτών τους μήπως η παροχή στην
οποία αποσκοπούσαν ως σημαντικότερη απαξιωθεί, ενώ ταυτόχρονα παραβλέπει τις
τρέχουσες κάθε φορά οικονομικές συνθήκες και ανάγκες. Θα πρέπει να αλλάξει και οι παροχές να οριοθετούνται μεν, αλλά όχι
ιεραρχικά. Δεν υπάρχουν σπουδαιότερες και πιο άσημες παροχές, διότι
απευθύνονται σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή σε διαφορετικά μέλη.
ΕΦΑΠΑΞ
Η κλασσική έννοια του εφάπαξ κάνει λόγο για ένα χρηματικό ποσό που συγκεντρώνεται
από τα μηνιαία εισοδήματα αυτού που πρόκειται να συνταξιοδοτηθεί κατά την
διάρκεια του εργασιακού του βίου.
Οι ΛΕΑΔ δεν έχουν υιοθετήσει ενιαία κριτήρια υπολογισμού του εφάπαξ,
και μάλιστα είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακές οι διαφοροποιήσεις στον τρόπο
υπολογισμού. Κάποιοι ΛΕΑΔ εξισώνουν την παροχή αυτή με το άθροισμα ίσων κατ’
έτος ποσών χωρίς κατώτατο όριο και ανώτατο όριο τα 35 έτη συμμετοχής στον ΛΕΑΔ[5],
ενώ κάποιοι άλλοι εξαρτούν το ύψος της από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης
κατόπιν εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου ή από τον ισχύοντα Ειδικό
Κανονισμό. Άλλοι πάλι ορίζουν εξ αρχής κάποιο ποσό, το ύψος του οποίου δύναται
να μεταβάλλεται είτε από το Διοικητικό Συμβούλιο με αυξημένες πλειοψηφίες είτε
από την Γενική Συνέλευση. Κάποιοι ΛΕΑΔ θέτουν ως προϋπόθεση λήψης της παροχής
την κατοχύρωση του δικαιώματος σύνταξης ενώ κατ’ εξαίρεση προβλέπεται από
καταστατικό ΛΕΑΔ η παροχή εφ’ άπαξ σε απλά «αποχωρούν» από το δικηγορικό
επάγγελμα μέλος.
Μεταβλητό εφ’ άπαξ προβλέπει ο ΛΕΑΔ Λαμίας, κατά το καταστατικό του οποίου
«το παρεχόμενο εφάπαξ χρηματικό βοήθημα υπολογίζεται σε 35/35 και σε δεκαέξι
(16) πλήρεις συντάξεις του Ταμείου Νομικών, όπως το ύψος της σύνταξης αυτής καθορίζεται
την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της εξόδου έτους για τον δικαιούμενο
που θεμελιώνει τις προϋποθέσεις πλήρους συνταξιοδότησης» καθώς και ο ΛΕΑΔ Χίου,
όπου το ύψος του εφάπαξ καθορίζεται μέχρι την 15 Ιανουαρίου κάθε έτους με
απόφαση της Γενικής Συνέλευσης για το τρέχον έτος.
Εντύπωση προκαλεί η απαγόρευση από το καταστατικό του ΛΕΑΔ Χίου μείωσης
του εφ’ άπαξ βοηθήματος σε ποσό μικρότερο του χορηγούμενου κατά το προηγούμενο
έτος.
Επίσης σε όλα τα καταστατικά γίνεται μνεία ότι σε περίπτωση θανάτου
μέλους, το εφάπαξ δικαιούνται τρίτα πρόσωπα, αρχίζοντας με πολύ περιορισμένες
περιπτώσεις (π.χ. ΛΕΑΔ Καλαμάτας στους εγκατάστατους κληρονόμους, αν υπάρχει
πρόβλεψη στην διαθήκη, ΛΕΑΔ Ηρακλείου και Πατρών/Αιγίου στον σύζυγο και τα
τέκνα του, ανεξαρτήτως κληρονομικού δικαιώματος) έως πολύ εκτεταμένες (π.χ.
ΛΕΑΔ Αγρινίου, που μπορεί να απονεμηθεί και σε γονείς, ανήλικους αδερφούς και
αδερφές, άγαμες ανήλικες αδερφές που συγκατοικούσαν με το αποθανόν μέλος, ΛΕΑΔ
Ηρακλείου, στους κληρονόμους του).
Σημειωτέον ότι κατά το καταστατικό του ΛΕΑΔ Ξάνθης «Διάθεση της εφάπαξ
αποζημίωσης από τον δικαιούχο με διαθήκη είναι άκυρη». Τέτοιες διατάξεις αποσκοπούν
να περιορίσουν την διάθεση της αποζημίωσης στον επιζώντα σύζυγο και τους
κατιόντες του, είναι όμως αμφίβολης νομιμότητας και ενδεχομένως να δημιουργήσουν
προβλήματα.
Η πρότασή μου είναι το εφάπαξ να αποσυνδεθεί με τον
χρόνο κατοχύρωσής του και να συνδεθεί με κάθε χρόνο παρουσίας και συμμετοχής
στον ΛΕΑΔ. Βέβαια αυτό προϋποθέτει μία πρόβλεψη για ένα μεγάλο χρονικό
διάστημα, αλλά ίδια ουσιαστικά πρόβλεψη γίνεται και τώρα. Το ύψος του εφάπαξ
πρέπει να συναρτάται (εντός βεβαίως κατώτατων και ανώτατων πλαισίων) με την
συμμετοχή κάθε μέλους στον λογαριασμό. Επίσης θα πρέπει να αποσυνδεθεί με την
συνταξιοδότηση, διότι έτσι εξακοντίζεται η απόφαση και σε εξωτερικούς
παράγοντες μη ελέγξιμους από τους ΛΕΑΔ[6].
Και επίσης δεν έχει και κάποιο θεωρητικό νόημα η συνταξιοδότηση από τον κύριο
φορέα.
ΚΑΛΥΨΗ ΜΕΡΟΥΣ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟΥ
Η καταβολή συμπληρωματικής
αποζημίωσης στα μέλη κάθε ΛΕΑΔ για την κάλυψη της δαπάνης ιατροφαρμακευτικής
περίθαλψης , εφόσον το καταβαλλόμενο από άλλους
ασφαλιστικούς φορείς των δικηγόρων δεν καλύπτει ολοκληρωτικά την δαπάνη
αυτή, επίσης δεν είναι κοινός τόπος για όλους τα ΛΕΑΔ. Αγρίνιο, Ξάνθη και Χίος
δεν συμπεριλαμβάνουν καν στα καταστατικά τους την εν λόγω παροχή, ενώ άλλοι
ΛΕΑΔ θέτουν ποσοστώσεις και ανώτατα όρια.
Ωστόσο η πράξη απέδειξε ότι πρόκειται για μία εξαιρετικά ελκυστική
παροχή, η οποία αφενός
συνιστά μία κατεξοχήν έκφανση της έννοιας της αλληλοβοήθειας, αφετέρου όμως
απαιτεί γραμματειακή και μηχανογραφική υποστήριξη μεγάλου εύρους. Προκρίνεται επομένως η υιοθέτησή της από
όλους τους ΛΕΑΔ.
ΕΠΙΔΟΜΑ ΤΟΚΕΤΟΥ – ΒΡΕΦΟΝΗΠΙΑΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ - ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΕΙΣ
Ίσως οι τρεις τις πιο «ελκυστικές» παροχές των ΛΕΑΔ για όσα μέλη έχουν
ανήλικα τέκνα, που αποτελούν και μία ισχυρή πλειοψηφία των μελών τους, τα οποία
και «αιμοδοτούν».
Προβλέπονται βεβαίως και από
άλλους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και συνιστούν πραγματικά ιδιαίτερο βοήθημα.
Όπως και η κάλυψη μέρους του κρατικού τιμολογίου της δαπάνης ιατροφαρμακευτικής
περίθαλψης, έτσι και οι παροχές αυτές ούτε προβλέπονται ως παροχή από όλους τα
ΛΕΑΔ ούτε και αντιμετωπίζεται – από όσους προβλέπεται – με ενιαία κριτήρια.
Όσον αφορά το επίδομα τοκετού ο
ΛΕΑΔ Ιωαννίνων προβλέπει 600,00 € μόνο στις γυναίκες συναδέλφους, 880,00 € για
δίδυμα και 1.170,00 € για τρίδυμα, ενώ στον αντίποδα ο ΛΕΑΔ Αγρινίου αποδίδει
300,00 € ανά τοκετό, ο ΛΕΑΔ Πατρών και Αγίου 308,00 € ανά τοκετό και ο ΛΕΑΔ Καλαμάτας αποδίδει το ήμισυ του
αντίστοιχοι βοηθήματος του ΛΕΔΕ, που σήμερα ανέρχεται στα 800,00 €. Θα πρέπει όμως η παροχή του να συνδέεται με
κριτήρια, όπως π.χ. ο χρόνος κατοχής της ιδιότητας μέλους.
Η παροχή κάλυψης μέρους της
δαπάνης βρεφονηπιακού σταθμού προβλέπεται από την μειοψηφία των ΛΕΑΔ, αλλά τυγχάνει ιδιαιτέρα θετικής αντιμετώπισης
και αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερο από τα μέλη όσων ΛΕΑΔ της προβλέπουν, διότι
ιδιαίτερα χρήσιμο βοήθημα για όλες και όλους τους συναδέλφους που έχουν τέκνα.
Τέλος – και όλως περιέργως – η
δαπάνη παιδικών κατασκηνώσεων τυγχάνει μεγαλύτερης αποδοχής ως παροχή από τα
ΛΕΑΔ σε σύγκριση με την κάλυψη μέρους της δαπάνης βρεφονηπιακού σταθμού. Και
εδώ το ποσό κάλυψης παραλλάσει ανάλογα με τον ΛΕΑΔ. Ίσως πρόκειται για
παρωχημένης αντίληψης παροχή για κάποιους, ενώ για άλλους θεωρείται ως
παραδοσιακή και ευεργετική. Θεωρώ ότι
εναπόκειται σε κάθε ΛΕΑΔ η θέσπισή της.
ΕΞΟΔΑ ΚΗΔΕΙΑΣ
Κλασική παροχή όλων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, που υιοθετήθηκε
και από τους ΛΕΑΔ. Και εδώ δεν υπάρχει κοινή αντιμετώπιση: Οι ΛΕΑΔ Ζακύνθου και
Ξάνθης δεν διαθέτουν καταστατική διάταξη για την εν λόγω παροχή, ενώ οι λοιποί
ΛΕΑΔ χρησιμοποιούν διαφορετικά κριτήρια για τον υπολογισμό της, είτε με εφάπαξ
ποσό που προβλέπεται άλλες φορές από το καταστατικό σε πάγιο ποσό, και άλλοτε
εξαρτάται από μεταβλητές, όπως απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, το πραγματικό
κόστος της κηδείας ή το χορηγούμενο από το Ταμείο Νομικών αντίστοιχο ποσό.
Γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παροχή αυτή συμπλέκεται στενά με το
εφάπαξ που δικαιούνται να λάβουν οι καταστατικοί δικαιούχοι και ίσως θα έπρεπε
να ενοποιηθεί προς αποφυγή προβλημάτων σε περιπτώσεις παραλλαγής των δικαιούχων
ή αντίληψης περί ενσωμάτωσής της στο εφάπαξ.
Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να
προβλεφθεί αντίστοιχο βοήθημα για το κόστος αποτέφρωσης, που εισάγεται
δειλά δειλά ως θεσμός στην χώρα μας.
ΚΑΛΥΨΗ ΔΑΠΑΝΩΝ
ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ (CHECK-UP)
Όλως περιέργως η ανάγκη προληπτικού ελέγχου των μελών των ΛΕΑΔ δεν είναι
ιδιαίτερα διαδεδομένη. Με εξαίρεση κάποιες γενικόλογες αναφορές στις
καταστατικές διατάξεις των ΛΕΑΔ Ηρακλείου, Καλαμάτας, Ναυπλίου και
Πατρών/Αιγίου, η παροχή αυτή απουσιάζει παντελώς. Και όμως, προκρίνεται η πρόβλεψη αλλά και η εφαρμογή
της φορτικά για όλα τα μέλη των ΛΕΑΔ, διότι η πρόληψη όχι μόνο αποφέρει
ένα μεγάλο οικονομικολογιστικό κέρδος στους ΛΕΑΔ από αποφυγή κάλυψης δαπανών
νοσηλείας για μέλη του που πρόλαβαν να διαγνώσουν και αντιμετωπίσουν προβλήματα
έγκαιρα, αποτελεσματικά και ανέξοδα, αλλά κυρίως διότι αφορά την επιβίωση των
ιδίων.
Φαντάζομαι ότι δεν υπάρχει μέλος που να θεωρεί ότι η τακτική διενέργεια
προληπτικών εξετάσεων και δη τεστ κοπώσεως, γενικών βιοχημικών, τεστ ΠΑΠ, μαστογραφίας
κλπ δεν είναι ιατρικά επιβεβλημένη. Το κόστος τους είναι μικρό, μπορεί να γίνει
ακόμη μικρότερο, εάν επιδιωχθεί η ομαδική αντιμετώπισή του για όλα τα μέλη κάθε
ΛΕΑΔ και θεωρώ ότι θα φανεί στο άμεσο μέλλον λογιστικό όφελος και στους ίδιους
τους ΛΕΑΔ.
ΕΚΤΑΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ
Εάν υπάρχει ένας τομέας όπου οι ΛΕΑΔ διακρίνονται συγκριτικά με άλλους φορείς
κοινωνικής ασφάλισης, αυτός είναι των εκτάκτων οικονομικών ενισχύσεων. Ταυτόχρονα
είναι και μία παροχή που μπορεί να αποτελέσει πεδίο παρερμηνειών, κατάχρησης ή
εκμετάλλευσης εκ μέρους των μελών.
Προβλέπεται από πλειάδα ΛΕΑΔ (εξαίρεση η Ζάκυνθος και η Ξάνθη) με διάφορα
κριτήρια και παραμέτρους, όπως και οι λοιπές παροχές. Συνήθως τίθενται ανώτατα
όρια και τείνει στην αντιμετώπιση περιπτώσεων ασθενείας ή ατυχήματος και την εντεύθεν
προσωρινή ανικανότητα εργασίας, χωρίς όμως ιδιαίτερες δεσμεύσεις ως προς την
παροχή τους.
Ήταν λοιπόν απολύτως φυσικό σε περιόδους οικονομικής κρίσης, όπως αυτή
που διανύουμε, να παρουσιαστούν φαινόμενα επίκλησης της διάταξης αυτής από μέλη
που με διασταλτική ερμηνεία θεώρησαν εαυτούς δικαιούχους «αδιακρίτως». Εδώ
ακριβώς φάνηκε τόσο η – δυστυχώς –
έντονη παρουσία μελών που παρέκαμψαν την έννοια της αλληλοβοήθειας και
προέκριναν την έννοια της ιδιοτέλειας, όσο και η ένδεια των σχετικών
καταστατικών διατάξεων, οι οποίες την εποχή που θεσπίστηκαν αντανακλούσαν άλλες
ανάγκες, πιο σπάνιες, πιο «ειδικές».
Ενδεικτικά:
·
το Αγρίνιο την προβλέπει ως έκτακτη παροχή ύψους
300.000 δραχμών (ήδη 880,41 €) ανά έτος σε περίπτωση σοβαρής ασθένειας ή άλλου
προσωπικού ή οικογενειακού ατυχήματος ή επιστράτευσης (?!) που έχει ως
αποτέλεσμα την προσωρινή διακοπή άσκησης του επαγγέλματος, ενώ σε εξαιρετικές
περιπτώσεις χορηγείται ακόμη και εάν ο σοβαρός λόγος χορήγησής του συντρέχει
στο πρόσωπο του συζύγου ή του μέλους του τέκνου
·
το Ηράκλειο την αποδίδει σε περιπτώσεις σοβαρού
προβλήματος υγείας οφειλόμενου σε ασθένεια ή ατύχημα, εφόσον έχει ως συνέπεια
την αδυναμία προς εργασία για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δέκα (10) ημερών,
προβλέποντας 15,00 € ημερησίως μέχρι 90 ημέρες για το μέλος πλέον επιπρόσθετου
βοηθήματος για κάθε οικογενειακό μέλος με ανώτατο όριο τα 3.000 €
·
η Καλαμάτα την συνδέει κυρίως (αλλά όχι μόνο) με
περιπτώσεις ασθενείας ή ατυχήματος που επιφέρει προσωρινή ανικανότητα αλλά
συνδέεται με οικονομική ανεπάρκεια αντιμετώπισής της και δεν ξεπερνά της
2.000.000 δραχμές, ήτοι πλέον 5.869,40 €.
·
η Λάρισα την προβλέπει ως «χορήγηση μικρών
χρηματικών βοηθημάτων και δανείων στους δικηγόρους – μέλη του Σωματείου, ως
συμπληρωματική ενίσχυση για την αντιμετώπιση αναπότρεπτων και εκτάκτων αναγκών
του βίου», χωρίς καμία περαιτέρω εξειδίκευση.
·
το Ναύπλιο προβλέπει καταρχάς την παροχή δανείου
για έκτακτες ανάγκες και σε εξαιρετικές περιπτώσεις την καταβολή χρηματικής
ενίσχυσης, που συνδέει κυρίως (αλλά όχι μόνο) με περιπτώσεις ασθενείας ή
ατυχήματος που επιφέρει απομάκρυνση από τις επαγγελματικές ενασχολήσεις του
μέλους και μέχρι του ποσού των 5.869,40 €.
·
η Πάτρα και το Αίγιο προβλέπουν ότι και το
Ναύπλιο, χωρίς όμως την πρόβλεψη δανεισμού.
·
η Χίος προβλέπει ημερήσια χρηματική ενίσχυση σε
περίπτωση ασθενείας ή ατυχήματος και εφόσον αυτά καθιστούν την παροχή υπηρεσιών
απολύτως αδύνατη.
Από τα παραπάνω
συνάγεται αβίαστα ότι ενώ ο δικαιολογητικός λόγος θέσπισης της παροχής αυτής
είναι ταυτόσημος για όλους τους ΛΕΑΔ που την προέβλεψαν, τα κριτήρια και οι
προϋποθέσεις χορήγησής της είναι τόσο διαφορετικά, που καταλήγουν να επιτρέπουν
ερμηνείες πέραν του σκοπού για τον οποίο τέθηκαν.
Ανεξαρτήτως εάν οι
διατάξεις αυτές λειτουργούν ικανοποιητικά για κάθε ΛΕΑΔ, είναι απολύτως αναγκαία η οριοθέτηση της εν λόγω παροχής από όλα τα
καταστατικά, που να αποδίδει τον πραγματικό σκοπό της και να αποτρέπει την
επίκλησή της για αιτίες που συνιστούν μεν λόγο ενίσχυσης, αλλά όχι σε τέτοιο
βαθμό και έκταση που να συνιστούν πλέον άκριτες δωρεές.
Οι ιατρικοί λόγοι σε συνδυασμό με την αδυναμία (μερική ή ολική) κάλυψης
των σχετικών εξόδων σε συνδυασμό με την συμμετοχή στο ομαδικό συμβόλαιο της Generali είναι οι καίριες
παράμετροι υπό τις οποίες η σχετική παροχή πρέπει να συνδεθεί.
Παραδειγματικά, ποια στάση πρέπει να κρατήσει ένας ΛΕΑΔ για μέλος του που έχει ο
ίδιος ή τα προστατευόμενα μέλη του αποχωρήσει από το ομαδικό συμβόλαιο της Generali, αλλά του τυχαίνει
σοβαρό πρόβλημα υγείας, στο οποίο – εάν συμμετείχε – θα είχε βοήθεια;;;
Η οικονομική δυσπραγία
θα τεθεί ως λόγος παροχής τέτοιου βοηθήματος και εντός ποιών ορίων;;;
Εδώ δεν υπάρχουν εύκολες
απαντήσεις.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΠΟΥΣΙΑΖΟΥΝ
Η έννοια της αλληλοβοήθειας έχει ως άμεσο αποτέλεσμα της εξίσωση των οικονομικά
εύρωστων και μη δικηγόρων προς τον λόγο των αναγκών τους. Κάποιοι αντιμετωπίζουν
περισσότερα προβλήματα υγείας, κάποιοι κανένα. Κάποιοι δεν έχουν καθόλου παιδιά
και δεν κάνουν χρήση των παροχών επιδόματος τοκετού, βρεφονηπιακών σταθμών,
κατασκηνώσεων, κάποιοι είναι πολύτεκνοι. Κάποιοι (στατιστικά) θα εξαναγκαστούν
να πάρουν μικρότερη σύνταξη λόγω σωματικής ή πνευματικής νόσου, κάποιοι θα
λάβουν πλήρη σύνταξη. Πλέον κάποιοι ίσως και να μην πάρουν ποτέ - δεδομένης της
παρούσας κατάστασης. Τέλος, κάποιοι συνεισφέρουν στα έσοδα του ΛΕΑΔ με
εκατοντάδες γραμμάτια ετησίως, κάποιοι με μονοψήφιο αριθμό.
Είναι λοιπόν και θεμιτό και
δίκαιο, τηρουμένων των αναλογιών, δηλαδή υπό την οριοθέτηση κατώτερων και
ανώτερων ορίων για κάθε παροχή, αυτοί που συνεισφέρουν περισσότερο στην
οικονομική κατάσταση του ΛΕΑΔ να λάβουν και περισσότερα. Και αυτό βέβαια
είναι μία τουλάχιστον τεχνική συζήτηση, ο οποία όμως αποδίδει πνεύμα ισότητας
και ισονομίας. Θα πρέπει δηλαδή να ερευνάται όχι μόνο το ύψος των εισφορών εκ
μέρους κάθε μέλους, αλλά και το εύρος των παροχών των οποίων έκανε χρήση.
Χρησιμοποιώντας κάποια ίσως εξεζητημένα παραδείγματα, ο δικηγόρος που εκλέγεται
σε αιρετό αξίωμα για τέσσερις τετραετίες, σπαταλά το 45% του δικηγορικού του
βίου χωρίς να εκδίδει γραμμάτια, δηλαδή χωρίς να συνεισφέρει στον ΛΕΑΔ. Είναι
ισότιμο προς τους λοιπούς να λάβει πλήρες εφάπαξ; Αντιστρόφως, το άγαμο μέλος
που έχοντας πολλή δουλειά (= εκδίδει πολλά γραμμάτια) συνταξιοδοτείται λόγω αναπηρίας
ένεκα π.χ. τροχαίου ατυχήματος σε νεαρή ηλικία , θα λάβει μικρό εφάπαξ μη έχοντας
προλάβει να κάνει χρήση πολλών παροχών. Ομοίως μη ισότιμη προς τους λοιπούς
κατάσταση.
Επίσης δεν έχει καμία σχέση με τον αλληλοβοηθητικό χαρακτήρα των ΛΕΑΔ η
πρακτική δικηγόροι μη εισέτι εγγεγραμμένοι να εγγράφονται στον Λογαριασμό όταν
μαθαίνουν ότι πρόκειται να γίνουν γονείς ή όταν μαθαίνουν ότι πρόκειται να χρειαστούν
υπηρεσίες υγείας. Ομοίως η αναζήτηση παροχών τα δικαιολογητικά περιστατικά των
οποίων έλαβαν χώρα πριν από αρκετό χρονικό διάστημα (π.χ. αίτημα για χορήγηση
επιδόματος τοκετού 10χρονου τέκνου) μόνο λογική δεν ακούγεται. Ούτε και η
αναζήτηση παροχών μετά την αποχώρηση από τον ΛΕΑΔ λόγω μετακύλισης σε άλλο
επάγγελμα ή ακόμα και κατόπιν μεταγραφής σε άλλον ΛΕΑΔ ακούγεται σωστή.
Θα πρέπει να τεθούν όρια όχι
παραγραφής, αλλά αποσβεστικής προθεσμίας
απόλαυσης των παροχών, εντός των οποίων το δικαίωμα στην παροχή και
γεννάται και ικανοποιείται.
Επιπρόσθετα θα πρέπει να
αποσαφηνιστούν οι συνέπειες μη έγκαιρης εκπλήρωσης των εισφορών. Όπως
επίσης θα πρέπει να διερευνηθεί εάν θα
μπορούσε να θεσμοθετηθεί ο συμψηφισμός εκ μέρους κάθε ΛΕΑΔ παροχών και
οφειλόμενων εισφορών.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Η εναρμόνιση των καταστατικών διατάξεων των ΛΕΑΔ δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός
ούτε και να θεωρείται η λυδία λίθος επίλυσης των προβλημάτων των ΛΕΑΔ. Μπορεί
όμως να αποτελέσει τοίχος προστασίας του αλληλοβοηθητικού χαρακτήρα τους μέσα
από δύο εκφάνσεις: α) την λεπτομερή, σαφή και διαυγή οριοθέτηση του πλαισίου
εντός του οποίου κάποιο μέλος, που επιθυμεί νε εγγραφεί ή να διαγραφεί, θα
απολαύσει παροχές και β) την αποτροπή όσων εκ του πονηρού επιχειρήσουν να
παρακάμψουν τον αλληλοβοηθητικό τους χαρακτήρα προς εξυπηρέτηση ιδίου οφέλους.
* Εισήγηση στην 16η Ολομέλεια (Ε.Λ.Ε.Α.Δ.Ε) - ΞΑΝΘΗ 22/23/24-7-2016
[1] Βλ. ενδεικτικά
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΛΕΑ∆ ΠΑΤΡΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΟΥ «Για ένα πρότυπο καταστατικό των ΛΕΑ∆» στην
Ολομέλεια της ΕΛΕΑΔΕ στην Νάξο το έτος 2013 με Εισηγητή τον Δικηγόρο Πατρών
Ιωάννη Κούτση, Εισήγηση του ΛΕΑΔ ΧΑΝΙΩΝ
«Εναρμόνιση των καταστατικών των ΛΕΑΔ» στην Ολομέλεια της ΕΛΕΑΔΕ στην Βέροια το
έτος 2012 με Εισηγήτρια την Δικηγόρο Χανίων Στέλλα Κοτσιφάκη. Ιδιαίτερη αναφορά
πρέπει να γίνει στην ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΛΕΑΔ ΤΡΙΠΟΛΗΣ με Εισηγητή τον Δικηγόρο
Τρίπολης Παναγιώτη Τυροβολά, που κάνει μια εκτενή ανάλυση στα θέματα που
αφορούν τα μέλη των ΛΕΑΔ, καθώς και στην πρώτη ΕΙΣΗΓΗΣΗ επί του θέματος από τον
Δικηγόρο Ηρακλείου Μανούσο Ξενάκη στην Ολομέλεια της ΕΛΕΑΔΕ στην Λάρισα το έτος
2002.
[2]
Μολονότι πλέον η έκδοση γραμματίου προκαταβολής εισφορών συνδέεται άμεσα με τον
Δικηγορικό Σύλλογο του οποίου ο δικηγόρος είναι μέλος.
[3]
ΑΚ 80
[4]
Ενδεικτικά Καλαμάτας, Πατρών – Αιγίου
[5] Εξαίρεση το ΛΕΑΔ
Λαμίας, όπου «Τα μέλη που έλαβαν το εφάπαξ βοήθημα μετά την συμπλήρωση των 35
ετών δικηγορίας και συνεχίζουν να ασκούν αυτήν … από την επομένη της λήψης του
εφάπαξ επαναθεμελιώνουν δικαίωμα εφάπαξ βοηθήματος με αναλογία 1/35 για κάθε
έτος και μέχρι την έξοδό τους από το επάγγελμα λόγω συνταξιοδότησης και μόνο».
[6]
Π.χ., τι θα γίνει εάν ο φορέας συνταξιοδότησης καθυστερήσει πολύ να αποδώσει
σύνταξη ή εάν απωλέσει τον φάκελο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου