Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

"Η ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΩΣ ΣΥΝΙΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ" [του Τηλεμαχου Μπουρτζη, Δρ. Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και Θαλάσσιας Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο]


Ι. Εισαγωγή: Η Ανάπτυξη στη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας μέχρι το 1992


Η εξελικτική διαδικασία της κωδικοποίησης του Δικαίου της Θάλασσας, ήδη από τη δεκαετία του 1950 και το Συμβατικό Πλαίσιο των Συμβάσεων της Γενεύης του 1958, είχε αποδώσει στα παράκτια κράτη σημαντικά αποκλειστικά κυριαρχικά δικαιώματα οικονομικού χαρακτήρα σε νέες εκτεταμένες περιοχές, όπως η Ηπειρωτική Υφαλοκρηπίδα τους, ενώ παράλληλα κωδικοποίησε το εθιμικό δικαίωμα όλων των κρατών για την εκμετάλλευση φυσικών πόρων στην Ανοικτή Θάλασσα. Τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με τις ανάλογες ενέργειες σε επίπεδο άσκησης κυριαρχίας που συνδέονται με τα οικονομικά συμφέροντα των παράκτιων κρατών στην Αιγιαλίτιδα Ζώνη, καθιστούν αρκετά σαφές, ότι η οικονομική εκμετάλλευση των θαλασσών και των πόρων τους βρίσκεται στον πυρήνα του Δικαίου της Θάλασσας τόσο στην εθιμική όσο και τη σύγχρονη μορφή του.
Παρόλα αυτά, οι επιστημονικές ανησυχίες για τη σχέση πόρων και περιβάλλοντος σε σύνδεση με την οικονομική ανάπτυξη, εμφανίζονται ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές της επόμενης, σε ακαδημαϊκό αλλά και πολιτικό επίπεδο. Σε ακαδημαϊκό επίπεδο, καθοριστική υπήρξε η συμβολή των έργων Tragedy of the Commons και Limits to Growth[1], για την κατανόηση και ευαισθητοποίηση της ανάγκης προσδιορισμού της σχέσης της οικονομικής μεγέθυνσής και περιβάλλοντος και ζητημάτων ισότητας και δικαιοσύνης. Ειδικότερα σε σχέση με το θαλάσσιο χώρο, οι πρώτες πολιτικές απαντήσεις της διεθνούς κοινότητας εντοπίζονται στις αρχές της δεκαετίας του 1970, τόσο σε επίπεδο θεσμικών οργάνων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών με την εισαγωγή της έννοιας της Κοινής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας[2], όσο και σε επίπεδο Διεθνούς Κοινότητας[3].
Συνέπεια των παραπάνω υπήρξε το γεγονός ότι η Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας του 1982, αν και προηγήθηκε του εννοιολογικού προσδιορισμού της έννοιας της Βιώσιμης Ανάπτυξης με την μορφή που θα λάμβανε στα μέσα της δεκαετίας του 1980, αποτέλεσε την πρώτη ολιστική παγκόσμια νομική αντιμετώπιση περιβαλλοντικών αλλά και αναπτυξιακών ζητημάτων στο θαλάσσιο χώρο[4]

Είναι χαρακτηριστικό το περιεχόμενο του έργου των δύο από τις τρεις επιτροπές της Τρίτης Συνδιάσκεψης του Δικαίου της Θάλασσας (UNCLOS III – 1ης και 3ης), όπως και της προγενέστερης Seabed Committee (1η και 3η Υποεπιτροπή). Φαίνεται δηλαδή, ότι πέραν του έργου της 2ης Επιτροπής σε σχέση με το κλασικό Δίκαιο της Θάλασσας, οι ουσιαστικές προσθήκες της νέας τότε Σύμβασης, είχαν έναν ευρύτερο αναπτυξιακό χαρακτήρα. Παράλληλα στο κομμάτι του κλασικού Δικαίου της Θάλασσας εμφανίζονται στοιχεία που ξεφεύγουν από την παραδοσιακή κωδικοποίηση, αποδίδοντας δικαιώματα τόσο υπέρ τρίτων αλλά και της ανθρωπότητας στο σύνολο της, εισάγοντας το δικαίωμα και την υποχρέωση ορθολογικής χρήσης των ζώντων πόρων, καθώς και αναφορές σε ειδικές γεωγραφικές ομάδες κρατών, όπως τα αρχιπελαγικά, τα περίκλειστα και τα γεωγραφικά μειονεκτούντα. Συνοψίζοντας, μπορεί να θεωρηθεί ότι η Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας, αν και στο γενικό χαρακτήρα των οικονομικών δικαιωμάτων που αποδίδει στις θαλάσσιες ζώνες διατηρεί την παραδοσιακή προσέγγιση της κρατικής αρμοδιότητας, περιλαμβάνει εμφανώς στοιχεία και θεματικές που περιέχουν ψήγματα της μετέπειτα προσέγγισης της Βιώσιμης Ανάπτυξης.
Το επόμενο χρονικά κομβικό σημείο για τον εννοιολογικό προσδιορισμό της Βιώσιμης Ανάπτυξης με τη σημερινή μορφή της υπήρξε η έκθεση του 1987 “Our Common Future”[5], γνωστή και ως έκθεση Brutdland. Σε αυτή οριστικοποιήθηκε η τριπλή διάσταση που θα έπρεπε να λάβει το αναπτυξιακό φαινόμενο και η διαγενεακή του φύση. Ειδικά ως προς το ζήτημα των ωκεανών και θαλασσών, η έκθεση τόνισε ότι αυτοί θα αποτελούσαν σημαντικό ζήτημα για τη μελλοντική βιώσιμη προσέγγιση, ιδιαίτερα ως προς τη διαχείριση των πόρων τους, και, αναγνωρίζοντας τη σημασία της προόδου της ορθής διακυβέρνησης του θαλασσίου χώρου, αξιολόγησε ως ζωτικής σημασίας την επικύρωση και θέση σε ισχύ της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας[6]. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, παρά την ολοένα και μεγαλύτερη αναγνώριση του ρόλου των θαλασσών και των ωκεανών για ένα υγιή πλανήτη στο πλαίσιο των σχετικών διεθνών πολιτικών εξελίξεων, η ένταξη των θαλάσσιων δραστηριοτήτων στο πλήρες φάσμα της Βιώσιμης Ανάπτυξης ως προς τη συμβολή και τις επιπτώσεις τους αποτελούσε ακόμα μακρινή εξέλιξη.


ΙΙ. Ωκεανοί και Βιώσιμη Ανάπτυξη μετά το 1992: Αναζητώντας τη Συνέργεια

Μεταξύ των δύο Παγκόσμιων Συνδιασκέψεων για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη του 1972 και του 1992 εντοπίζεται μία σημαντική διαφοροποίηση της αντιμετώπισης του θαλασσίου περιβάλλοντος, μέσα και από την επιρροή νέων θεωρητικών προσεγγίσεων, όπως της Βιώσιμης Ανάπτυξης και της Περιβαλλοντικής Διακυβέρνησης. Αποτέλεσμα ήταν μία μετατόπιση από την τομεακή προσέγγιση (που χαρακτηρίζει και τις ρυθμίσεις της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας) σε πιο ολοκληρωμένες περιβαλλοντικές προσεγγίσεις, όπως αυτές αποτυπώθηκαν στο σχετικό Κεφάλαιο 17 της Agenda 21[7]. Επιπλέον, οι παγκόσμιες Συνδιασκέψεις για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη το 1992, 2002, 2012 και άλλες σημαντικές αναπτυξιακές Συνδιασκέψεις, όπως η Διάσκεψη της Χιλιετίας το 2000 ανέδειξαν σε παγκόσμιο πολιτικό ζήτημα την επίτευξη της βιωσιμότητας, εστιάζοντας άλλοτε στην περιβαλλοντική και άλλοτε στις κοινωνικό – οικονομικές παραμέτρους της.
Παράλληλα και υπό την επιρροή των παραπάνω στοιχείων, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 αρχίζει να λαμβάνει χώρα στο χώρο του Δικαίου της Θάλασσας μία μετεξέλιξή του από συμβατικό νομικό πλαίσιο σε σύστημα διακυβέρνησης, ιδιαίτερα δε μετά τη θέση σε ισχύ της Σύμβασης το 1994[8]. Πάντως παρά το γεγονός της ύπαρξης όρων άμεσα σχετιζόμενων με τη βιωσιμότητα και τις αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης ήδη εντός της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας του 1982, μία πλήρης ενσωμάτωση των τριών παραμέτρων της (κατά τα πρότυπα της Συνδιάσκεψης του Rio το 1992) δεν εμφανίζεται μέχρι αρκετά πρόσφατα σε παγκόσμια κλίμακα, και παρά το γεγονός ότι η Σύμβαση έχει συστηματικά αναγνωριστεί ως όργανο για την επίτευξη των αρχών αυτών τόσο στην Έκθεση Brutdland, όσο και στην Agenda 21, τη Συνδιάσκεψη του Γιοχάνεσμπουργκ το 2002 αλλά και του Rio+20 το 2012[9]. Παραμένει όμως ένα συμβατικό κείμενο, το οποίο λόγω της γενικής και ευαίσθητης πολιτικά φύσης του δεν μπορεί εύκολα να ανανεωθεί και να προσαρμοστεί σε νέα δεδομένα. Το ρόλο αυτό έχει παίξει, τουλάχιστον στο κομμάτι της αλιείας, η σχετική ειδική συμφωνία του 1995, που υιοθέτησε αρκετά από τα σύγχρονα στοιχεία που είχαν εισαχθεί μεταξύ 1982 και 1995 στη διαχείριση πόρων όπως η βιώσιμη διαχείριση και η οικοσυστημική προσέγγιση[10]. Για το λόγο αυτό, ιδιαίτερα σημαντικός μοιάζει να είναι ο ρόλος του πολιτικού πυλώνα της Θαλάσσιας Διακυβέρνησης προς την κατεύθυνση αυτή, αφού οι θεσμοί και τα Όργανα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, μοιάζουν να αποτελούν τη γνήσια έκφραση των κρατών στο πεδίο[11].
Κατά την περίοδο μετά το 1992, εμφανίζονται αναφορές στις θάλασσες και τους ωκεανούς εντός του θεσμικού πλαισίου της Βιώσιμης Ανάπτυξης, αυτές όμως έτειναν να εστιάζουν στη διάσταση της περιβαλλοντικής προστασίας[12]. Πιο ολιστικές προσεγγίσεις έχουν υπάρξει μάλλον σποραδικές και κατά κανόνα σε σύνδεση με τις ειδικές θεματικές και προβλήματα των Μικρών Αναπτυσσομένων Νησιωτικών Κρατών[13]. Ενδεικτικό στοιχείο είναι ότι μόλις μετά το 2002 και τη Παγκόσμια Σύνοδο για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του Johannesburg, αρχίζουν συστηματικά οι τίτλοι των διαφόρων Ψηφισμάτων και Αναφορών της Γενικής Συνέλευσης και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ να περιλαμβάνουν είτε την έκφραση «βιώσιμη» (2003)[14] είτε άμεσες αναφορές σε κοινωνικό-οικονομικές παραμέτρους (2004)[15], ενώ οι παλαιότερες σχετικές αναφορές ήταν μόνο οι περιστασιακές. Ακόμα και στην περίπτωση του κεντρικής πολιτικής σημασίας Ετησίου Ψηφίσματος “Oceans and the Law of the Sea”, ο όρος «Βιώσιμη Ανάπτυξη» χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στον τίτλο ειδικού κεφαλαίου μόλις το 2001 ως ειδική αναφορά σε ζητήματα θαλασσίων πόρων και θαλασσίου περιβάλλοντος (“Marine Resources, Marine Environment and Sustainable Development”)[16], σχεδόν μία δεκαετία μετά τη συνδιάσκεψη του Rio και τη δημιουργία της Agenda 21.
Πάντως σημαντικό στοιχείο για τις μελλοντικές προοπτικές, φαίνεται ότι αποτέλεσε το κείμενο της Διακήρυξης της Συνδιάσκεψης του Rio του 2012 υπό τον τίτλο “The Future We Want” όπου, για πρώτη φορά στην ιστορία ανάλογων Συνδιασκέψεων, οι θάλασσες, οι ωκεανοί και οι πόροι τους αναφέρονται ως σημαντικός παράγοντας για την επίτευξη της Βιώσιμης Ανάπτυξης, όχι μόνο από την άποψη της περιβαλλοντικής προστασίας, αλλά και λόγω της συμβολής τους στην καταπολέμηση της φτώχειας, τη βιώσιμη οικονομική μεγέθυνση, την επισιτιστική ασφάλεια και σε ζητήματα όπως η διατήρηση της βιοποικιλότητας και η Κλιματική Αλλαγή[17].
Ενδεικτικές της «δύσκολης» σχέσης μεταξύ του θεσμικού πλαισίου του Δικαίου της Θάλασσας και της Βιώσιμης Ανάπτυξης μέχρι σήμερα είναι οι δύο σχετικές αναφορές του Γενικού Γραμματέα των ΗΕ (Oceans and the Law of the Sea – Report of the Secretary General) του 2011 και 2015[18], ενώ χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η πρώτη φορά που η θεματική Αναφορά του Γενικού Γραμματέα που εστιάζει στο ζήτημα της Βιώσιμης Ανάπτυξης και των Ωκεανών, εντοπίζεται χρονικά το 2011, 19 χρόνια μετά τη Συνδιάσκεψη του Rio και 15 από την πρώτη έκθεση του ΓΓ Ωκεανοί και Δίκαιο της Θάλασσας.
Η αναφορά του 2011, με αφορμή τη διαδικασία των προεργασιών της Συνδιάσκεψης του Rio+20, εστίασε στους Ωκεανούς και τις Θάλασσες εντός της Βιώσιμης Ανάπτυξης, μέσω της εξέτασης της εφαρμογής των κειμένων – παραγώγων μεγάλων αναπτυξιακών Συνδιασκέψεων, θεματικών προσεγγίσεων και προκλήσεων[19]. Είναι ενδιαφέρον ότι σε κανένα σημείο δεν εξετάζεται η σχέση μεταξύ Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και της Βιώσιμης Ανάπτυξης, ενώ και η γενική προσέγγιση του θέματος αποτυπώνει την μέχρι τότε πρωτοκαθεδρία της περιβαλλοντικής παραμέτρου στο αντικείμενο, ιδιαίτερα στο τμήμα που αναφέρεται στα αναδυόμενα προβλήματα και προκλήσεις[20].
Διαφορετική φαίνεται να είναι η προσέγγιση στη σχετική αναφορά του 2015. Σε αυτή, η θεματική εντοπίζεται ως «Ωκεανοί και Βιώσιμη Ανάπτυξη: Ενσωμάτωση των Τριών Διαστάσεων της Βιώσιμης Ανάπτυξης, πιο συγκεκριμένα, Περιβαλλοντική, Κοινωνική και Οικονομική»[21], ενώ επιχειρείται και η κατάταξη των εκφράσεων της Βιώσιμης Ανάπτυξης στους ωκεανούς στη  διάκριση των ανωτέρω τριών διαστάσεών της. Βάσει αυτής, η περιβαλλοντική διάσταση περιλαμβάνει τις υποστηρικτικές και λειτουργικές φυσικές διεργασίες των ωκεανών, που επιτρέπουν την απρόσκοπτη παροχή πόρων και πολιτιστικών παροχών (οικονομική και κοινωνική διάσταση)[22].
Σε κάθε περίπτωση, η αναφορά του Γενικού Γραμματέα, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί σε αυτή καταγράφεται μία από τις σχετικά σπάνιες διεθνείς παραδοχές ότι υπήρξαν τομείς της Βιώσιμης Ανάπτυξης στους οποίους δεν είχε σημειωθεί πρόοδος στην ενσωμάτωση των τριών διαστάσεων με ειδική αναφορά ως προς τους ωκεανούς και αναγνωρίζεται ότι ο ρόλος τους μέχρι σήμερα στην αναπτυξιακή ατζέντα δεν έχει γίνει όσο κατανοητός θα έπρεπε[23].


ΙΙΙ. Η Παγκόσμια Θαλάσσια Διακυβέρνηση στο πλαίσιο του ΟΗΕ: Προσεγγίζοντας τη Βιώσιμη Ανάπτυξη σήμερα

Μία παράμετρος βαρύνουσας σημασίας της διαδικασίας εμπλουτισμού του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας μέσω διαδικασιών Παγκόσμιας Θαλάσσιας Διακυβέρνησης, αφορά το συνολικό συντονιστικό ρόλο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Οι πρώτες θεματικού χαρακτήρα προσπάθειες των δεκαετιών 1960-1980 έδωσαν σταδιακά τη θέση τους σε πιο ολοκληρωμένα σχήματα[24] τη δεκαετία του 1990. Το στοιχείο αυτό μοιάζει να δημιουργεί πέρα από το ήδη υπάρχον νομικό (συμβατικό πλαίσιο Δικαίου της Θάλασσας) και το πολιτικό σκέλος (Διεργασίες και παραγωγή κειμένων πολιτικής εντός των Οργάνων του ΟΗΕ) της Παγκόσμιας Θαλάσσιας Διακυβέρνησης, μία θεσμική διάσταση σχετιζόμενη με λειτουργικά στοιχεία.
Τα μέχρι σήμερα διάδοχα σχήματα συντονισμού επί του πεδίου του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, υπήρξαν η Sub-committee on Oceans and Coastal Areas of the Administrative Committee on Coordination (AAC-SOCA, υπαγόμενη στη Γενική Συνέλευση) από το 1993 μέχρι το 2003[25] και το δίκτυο UN-Oceans από το 2003 μέχρι και σήμερα[26]. Το τελευταίο σχήμα έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί αν και θεωρητικά βρίσκεται στην κατάλληλη θέση τόσο από άποψη συμμετεχόντων οργανισμών[27], όσο και από άποψη πεδίου αναφοράς[28] να συντονίζει τις δράσεις στο πεδίο του θαλασσίου χώρου, δεν έχει σαφή εντολή (mandate) να δρα συντονιστικά στο πεδίο της Βιώσιμης Ανάπτυξης, κατέχει χαμηλή θέση στη προτεραιότητα των συμμετεχόντων οργανισμών, ενώ ανοικτό είναι το ζήτημα των αλληλεπικαλύψεων με άλλες συντονιστικές δράσεις, εντός και εκτός του συστήματος του Οργανισμού[29]. Αποτυπώνεται έτσι σαφώς στα παραπάνω, ότι η ελλειμματική προώθηση της Βιώσιμης Ανάπτυξης στο θαλάσσιο χώρο δεν εμφανίζεται μόνο σε επίπεδο διακρατικής πολιτικής προσέγγισης εντός του ΟΗΕ, αλλά και στο ευρύτερο πλαίσιο λειτουργίας του οργανισμού, αφού η κάλυψη των ανωτέρω κενών αποτέλεσε τμήμα του αιτιολογικού της δημιουργίας του UN-Oceans, σε αντικατάσταση της AAC-SOCA[30].
Η χαμηλή προτεραιότητα των ωκεανών και των σχετικών με αυτούς δεδομένων στην αναπτυξιακή διαδικασία κατά την περίοδο μέχρι σήμερα, είναι πρόδηλη από την σχεδόν παντελή έλλειψη σχετικών αναφορών στους Στόχους της Χιλιετίας (Millennium Development Goals – MDGs) του ΟΗΕ [31]. Βάσει των στόχων αυτών, η επίτευξη της κεντρικής στόχευσης για την εξάλειψη της ακραίας φτώχειας στον πλανήτη μέχρι το έτος 2015, έλαβε συγκεκριμένη μορφή μέσω ποσοτικοποιημένων Ειδικών Στόχων και Δεικτών. Ανάμεσα σε αυτούς, μόλις δύο Δείκτες (Indicator 7.4 “Proportion of fish stocks within safe biological limits” και Indicator 7.6 “Proportion of terrestrial and marine areas protected”), από ένα σύνολο 8 Στόχων, 20 Ειδικών Στόχων και 60 Δεικτών, εμφανίζονται σχετικοί με τους ωκεανούς και τις σχετικές ανθρώπινες δραστηριότητες[32].
Η ανατροπή που επήλθε στην παραπάνω εικόνα συνδέεται κυρίως με δύο αιτίες. Πρώτο στοιχείο αποτέλεσε η επιστημονική πρόοδος κατά την τελευταία δεκαετία σε σχέση με την τεκμηρίωση των αλληλεπιδράσεων Ωκεανών και Κλίματος[33], ενώ δεύτερο σημαντικό στοιχείο αποτέλεσε η ενσωμάτωση κατά την περασμένη δεκαετία των αναπτυξιακών πολιτικών σε ένα ιδιαιτέρως ευρύ φάσμα διεθνών δραστηριοτήτων, ακόμα και σε πεδία τα οποία θεωρούνταν στο παρελθόν μη συμβατά, όπως οι επενδύσεις και το εμπόριο[34]. Καθώς ένας σημαντικός αριθμός των νόμιμων χρήσεων των ωκεανών είναι αναπόσπαστο τμήμα τέτοιων δραστηριοτήτων, ήταν θέμα χρόνου να αναπτυχθούν στο πλαίσιο πολιτικών οικονομικής μεγέθυνσης «Γαλάζιες» παράμετροι. Αυτές κατά κανόνα ενσωματώνονταν σε πεδία αναφοράς όρων όπως η «Πράσινη Οικονομία σε ένα Γαλάζιο Κόσμο (“Green Economy in a Blue World”[35]), η «Γαλάζια Οικονομία» των Μικρών Αναπτυσσόμενων Νησιωτικών Κρατών (“Blue Economy”[36]), η προωθούμενη από την ΕΕ προσέγγιση της «Γαλάζιας Ανάπτυξης» (“Blue Growth”[37]) και θεωρητικές προσεγγίσεις όπως ο «Γαλάζιος Πλούτος»[38].
Κατόπιν του αιτήματος που διατυπώθηκε στο απότοκο κείμενο της Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του 2012 (Rio+20) “The Future We Want”, για τη δημιουργία ενός καινούργιου συνόλου Στόχων για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (Sustainable Development Goals – SDGs) που θα διαδέχονταν τους Στόχους της Χιλιετίας[39], έλαβε χώρα μία ανοικτή συμμετοχική διαδικασία που περιελάμβανε διεθνικούς και διακρατικούς γύρους και διήρκεσε περίπου 3 χρόνια. Τελικό αποτέλεσμά της υπήρξε το Σεπτέμβριο του 2015[40] η υιοθέτηση των Στόχων για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, εντός των οποίων περιλαμβάνεται για πρώτη φορά σε παγκόσμια κλίμακα ο Στόχος 14 με τίτλο «Διατήρηση και βιώσιμη χρήση των ωκεανών, των θαλασσών και των θαλάσσιων πόρων με στόχο την βιώσιμη ανάπτυξη»[41]. O συγκεκριμένος Στόχος εξειδικεύεται περαιτέρω σε 7 επιμέρους Ειδικούς Στόχους[42], με αναφορές μεταξύ άλλων σε ζητήματα ρύπανσης από χερσαίες πηγές, την προστασία των θαλασσίων οικοσυστημάτων, την οξίνιση των ωκεανών, την προώθηση της βιώσιμης και την καταπολέμηση την παράνομης αλιείας, διατήρηση των θαλάσσιων και παράκτιων περιοχών, την απαγόρευση των επιχορηγήσεων στην υπεραλίευση και στα συμφέροντα των Μικρών Αναπτυσσόμενων Νησιωτικών Κρατών. Κρίσιμο στοιχείο αποτελεί επιπλέον η αναφορά στη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας, ως του κεντρικού οργάνου ρύθμισης όλων των δραστηριοτήτων στο θαλάσσιο χώρο, η αναφορά δε αυτή αποτελεί επιβεβαίωση των σχετικών αναφορών σε όλα τα επίπεδα από το 1987 και έπειτα.

IV. Συμπερασματικές Παρατηρήσεις: Προκλήσεις και Προοπτικές

Η αξία των θαλασσών και των ωκεανών στην προσπάθεια για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης είναι πλέον αναγνωρισμένη τόσο στην επιστημονική όσο και την πολιτική διεθνή κοινότητα. Πέρα από τις άμεσες συνδέσεις με τις τρεις διαστάσεις του αναπτυξιακού φαινομένου, ιδιαίτερα αξιοσημείωτη θα πρέπει να θεωρείται και η έμμεση συνεισφορά σε άλλους τομείς που συνδέονται με ευρύτερα αναπτυξιακά θέματα. Η αναγνώριση του παραπάνω στοιχείου σε παγκόσμιο επίπεδο αποτυπώθηκε σε πολιτικό και λειτουργικό επίπεδο ιδιαίτερα κατά τις διαδικασίες για τη δημιουργία των Στόχων για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη όπου και τονίστηκε το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τους Στόχους της Χιλιετίας, οι ωκεανοί θα πρέπει να αποτελέσουν τμήμα της μελλοντικής αναπτυξιακής ατζέντα, όπως και τελικά συνέβη με τη δημιουργία του Στόχου 14.
Ένα κεντρικό ζητούμενο που προκύπτει από τη συζήτηση που προηγήθηκε, είναι ο προσδιορισμός σε παγκόσμια κλίμακα των παραμέτρων αυτών που θα καταστήσουν εφικτό κάτι τέτοιο. Παραμένει γεγονός ότι θα πρέπει να υπερκεραστεί η μέχρι σήμερα επιφυλακτική στάση που έχουν διατηρήσει τόσο τα κράτη όσο και ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών στην σύγκλιση των πεδίων του Δικαίου της Θάλασσας (και κατ’ επέκταση της ευρύτερης Θαλάσσιας Διακυβέρνησης σε παγκόσμια κλίμακα) και της Βιώσιμης Ανάπτυξης. Επιπλέον αποτελεί μία εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση τόσο η διασφάλιση της σύγκλισης σε όλα τα επίπεδα της θαλάσσιας διακυβέρνησης (νομικό, πολιτικό και θεσμικό), όσο και η λειτουργική χρηματοδότηση της, στόχος στον οποίο φαίνεται ότι αποβλέπει η δημιουργία των «γαλάζιων» οικονομικών πεδίων.
Εκ των τριών επιπέδων αυτών της σύγκλισης, το νομικό είναι μέχρι σήμερα το πλέον εύκολο να προσδιοριστεί. Η Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας και οι δύο συνδεόμενες ειδικές Συμφωνίες της[43] αποτελούν το αναγνωρισμένο διεθνές πλαίσιο για κάθε δραστηριότητα στο θαλάσσιο χώρο, ενώ σε πολλαπλά fora έχει σημειωθεί η αξία της υπογραφής και εφαρμογής τους, τα κείμενα δε αυτά είναι ιδιαίτερα συμβατά με τις αρχές τις Βιώσιμης Ανάπτυξης[44]. Δύο σχετικές προκλήσεις μπορούν σήμερα να εντοπιστούν στο νομικό πεδίο. Η πρώτη αφορά την πρόκληση της διαπραγμάτευσης μίας τρίτης ειδικής Συμφωνίας για την διαχείριση των Ζώντων Πόρων πέρα από τις Ζώνες Εθνικής Δικαιοδοσίας[45] και κατά πόσο θα βρουν εφαρμογή οι σύγχρονες προσεγγίσεις της βιωσιμότητας σε αυτή, με δεδομένο ότι ο χώρος αυτός αποτελεί πεδίο έκφρασης παραδοσιακών ελευθεριών του Δικαίου της Θάλασσας. Η δεύτερη πρόκληση αφορά στην ανάγκη μη διάσπασης του νομικού πλαισίου του Δικαίου της Θάλασσας, ως απάντηση στην ανάγκη προσαρμογής στα νέα αυτά δεδομένα.
Τα άλλα δύο επίπεδα (πολιτικό και θεσμικό) αφορούν σε μεγάλο βαθμό τον ίδιο τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών. Πέρα από το ρόλο του ως θεματοφύλακα της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας, έχει ήδη τονιστεί και αναλυθεί ο πολιτικός του ρόλος στο πεδίο αυτό, καθώς και η ανάγκη μεγαλύτερης προόδου. Κατά γενική παραδοχή, η Γενική Συνέλευση του Οργανισμού θα συνεχίσει να αποτελεί το κεντρικό πολιτικό όργανο για τις όποιες αποφάσεις λαμβάνονται και θα ληφθούν στο μέλλον για τα ζητήματα Βιώσιμης Ανάπτυξης στους ωκεανούς και τις θάλασσες σε παγκόσμιο επίπεδο[46]. Παράλληλα, αναγνωρίζεται ο ρόλος που έχουν και τα χαμηλότερα επίπεδα διεθνούς οργάνωσης (περιφερειακή και άλλη διακρατική) αλλά και τα κράτη στην προώθηση της όποιας σχετικής ατζέντα διαμορφωθεί[47]. Τα παραπάνω συνδέονται άμεσα με το μελλοντικό ρόλο του, αναγνωρισμένου για το σκοπό του συντονισμού, UN-Oceans και κατά πόσο θα καταφέρει στο μέλλον να έχει ουσιαστικότερη παρουσία στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων αυτών, καθώς είναι εμφανές το μέγεθος της πρόκλησης που αντιμετωπίζει[48].
Το τελευταίο λειτουργικό στοιχείο που δείχνει ότι θα αποτελέσει το βαρόμετρο και κύριο εργαλείο για την επιτυχία ή την αποτυχία των παραπάνω, είναι ο σχετικός με τους ωκεανούς Στόχος για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη. Τα μέχρι τώρα στοιχεία που δύναται να αξιολογηθούν, δηλαδή οι Ειδικοί Στόχοι (Targets) του, είναι σε μία πρώτη ανάγνωση στη σωστή κατεύθυνση και σε μεγάλο βαθμό ανταποκρίνονται στα κεντρικά ζητήματα που έχουν αναδειχτεί στην Παγκόσμια Θαλάσσια Διακυβέρνηση τα τελευταία χρόνια[49], ενώ ανταποκρίνονται επαρκώς και στο ζήτημα της υπέρβασης της πρωτοκαθεδρίας της περιβαλλοντικής προστασίας. Κρίσιμο στοιχείο θα αποτελέσει η ποσοτικοποίηση μέσω Ειδικών Δεικτών (Indicators) της καταγραφής της προόδου των Ειδικών αυτών Στόχων, διαδικασία η οποία επίσης προβλέπεται να ξεκινήσει το 2016, και η συμβατότητα τους με το γενικότερο πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο στο οποίο θα πρέπει να ενταχθούν και μέσω του οποίου θα προωθηθεί ο συγκεκριμένος Στόχος.
Το 2015 υπήρξε το έτος κατά το οποίο, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, στα εβδομηκοστά γενέθλια του, κατάφερε να προσεγγίσει ικανοποιητικά για πρώτη φορά τη σύγκλιση της Βιώσιμης Ανάπτυξης και της Θαλάσσιας Διακυβέρνησης σε όλους τους πυλώνες της. Το 2016 και τα επόμενα έτη θα δείξουν κατά πόσο η σύγκλιση αυτή είναι τελικά επιτεύξιμη ή θα παραμείνει περιορισμένη στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή της περιβαλλοντικής προστασίας, αφήνοντας τις άλλες διαστάσεις στα περιφερειακά και διακρατικά συστήματα συνεργασίας.

--------------------------------------------------------------------------
 [1] Βλ. Hardin, G., 1968. The Tragedy of the Commons. Science, 162(3856), pp.1243–1248 και Meadows, D.H., 1972. Limits to Growth, New York: Universe Books.
[2] Βλ. UN Doc. A/RES/2750(XXV) C, 1970. Reservation exclusively for peaceful purposes of the sea-bed and the ocean floor, and the subsoil thereof, underlying the high seas beyond the limits of present national jurisdiction and use of their resources in the interests of mankind, and convening of.
[3] Βλ. χαρακτηριστικά την Αρχή 7 της Διακήρυξης της Στοκχόλμης του 1972, απότοκο της Συνδιάσκεψης για το Ανθρώπινο Περιβάλλον. Βλ. UN Doc. A/CONF.48/14/Rev.1, 1972. Report of the United Nations Conference on the Human Environment.
[4] Χωρίς να είναι απαραίτητο να εισέρθει κάποιος σε ιδιαίτερες λεπτομέρειες, σχετικές ρυθμίσεις της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας του 1982 με αναπτυξιακό περιεχόμενο, υπό την σύγχρονη (μετά το 1992) έννοια μπορούν να εντοπιστούν στα παρακάτω τμήματα:
  • Μέρος ΧΙ: Η Περιοχή και η σχετική Συμφωνία του 1994 για την Εφαρμογή του Μέρους XIσ
  • Μέρος ΧΙΙ: Προστασία και Διατήρηση του Θαλασσίου Περιβάλλοντος
  • Μέρος ΧΙΙΙ: Θαλάσσια Επιστημονική Έρευνα
  • Μέρος XIV: Ανάπτυξη και Μεταφορά Θαλάσσιας Τεχνολογίας,
αλλά και οι όροι της ειρηνικής χρήσης των ωκεανών και η διαδικασία της ειρηνικής επίλυσης διαφορών (Μέρος XV).
[5] Βλ. UN Doc. A/42/427, 1987. Report of the World Commission on Environment and Development: Our Common Future.
[6] Η Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας μπήκε σε ισχύ το 1994. Βλ. A/42/427, ibid. και UN Doc. A/RES/66/70/Add.1, 2011. Oceans and the Law of the Sea. Report of the Secretary General Addendum, παρ. 8.
[7] Βλ. de Marffy, A., 2004. Ocean Governance: A Process in the Right Direction for the Effective Management of the Oceans. Ocean Yearbook Online, 18(1), σελ.163-164.
[8] Η έννοια της παγκόσμιας θαλάσσιας διακυβέρνησης έχει ως θεωρητική κατασκευή τις βάσεις της στην Παγκόσμια Συνδιάσκεψη Pacem in Maribus XIX του International Ocean Institute το 1991. Θεωρείται ότι περιλαμβάνει 4 πυλώνες:
  • Νομικό (Σύμβαση Δικαίου της Θάλασσας και σχετικά Συμβατικά κείμενα αλλά και μη δεσμευτικά κείμενα Παγκόσμιας Εμβέλειας, όπως οι διακηρύξεις των Παγκόσμιων Συνδιασκέψεων)
  • Πολιτικό (Αποφάσεις και Δράσεις στο πλαίσιο Διεθνών Οργανισμών, ιδιαίτερα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ)
  • Θεσμικό (Συντονισμός και μηχανισμοί εντός Διεθνών Οργάνων, με ειδική έμφαση στο συντονιστικό χαρακτήρα του ΟΗΕ για τις θαλάσσιες δραστηριότητες), και
  • Ανάπτυξης Δυνατοτήτων και Χρηματοδότησης.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας, είχε γίνει αποδεκτό σε επίπεδο Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και αποτέλεσε βάση των μετέπειτα προσεγγίσεων. Βλ. σχετικά de Marffy, A., 2004, ibid, Juda, L., 1996. International Law and Ocean Use Management: The Evolution of Ocean Governance, London – New York: Routledge και Mann Borgese, E., 1998. The Oceanic Circle: Governing the Seas as a Global Resource, Tokyo-New York-Paris: United Nations University Press.
[9] Βλ. A/RES/66/70/Add.1, op.cit. παρ. 34-36 και UN Doc. A/RES/66/288, 2012. The Future We Want, παρ. 159.
[10] 1995 United Nations Agreement for the Implementation of the Provisions of the United Nations Convention on the Law of the Sea of 10 December 1982 relating to the Conservation and Management of Straddling Fish Stocks and Highly Migratory Fish Stocks.
[11] Η κύρια επίσημη έκφραση που λαμβάνουν οι πολιτικές εξελίξεις στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας προέρχεται από τις ετήσιες και τις ειδικές αναφορές του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και το Ετήσιο Ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης, υπό τον τίτλο “Oceans and the Law of the Sea”, καθώς και μία σειρά ακόμα ετησίων θεματικών Ψηφισμάτων και ανεπισήμων πολιτικών διεργασιών της Γενικής Συνέλευσης, όπως η United Nations Open-ended Informal Consultative Process on Oceans and the Law of the Sea, η διαδικαστική Regular Process for Global Reporting and Assessment of the State of the Marine Environment, including Socio-economic Aspects (Regular Process) και η Ad Hoc Open-ended Informal Working Group to study issues relating to the conservation and sustainable use of marine biological diversity beyond areas of national jurisdiction, υπό την αιγίδα της Γενικής Συνέλευσης. Βλ. Tarassenko, S. & Tani, I., 2012. The Functions and Role of the United Nations Secretariat in Ocean Affairs and the Law of the Sea. The International Journal of Marine and Coastal Law, 27(4), pp.683–699.
[12] Βλ. ενδεικτικά το Κεφάλαιο 17 της Agenda 21 (UN Doc. A/CONF.151/26/Rev.1, 1992. Report of the United Nations Conference on Environment and Development) και τα Κεφάλαια 30-36 του Πλάνου Εφαρμογής της Συνδιάσκεψης του Γιοχάνεσμπουργκ του 2002 (UN Doc. A/CONF.199/20, 2002. Report of the World Summit on Sustainable Development)
[13] Βλ. χαρακτηριστικά Declaration of Barbados της United Nations Global Conference on the Sustainable Development of Small Island Developing States (UN Doc. A/CONF.167/9, 1994. Report of the Global Conference on the Sustainable Development of Small Island Developing State) και Programme of Action for the Sustainable Development of Small Island Developing States (UN Doc. A/CONF.167/9, 1994. Programme of Action for the Sustainable Development of Small Island Developing States), Mauritius Strategy for the Further Implementation of the Programme of Action for the Sustainable Development of Small Island Developing States του United Nations International Meeting to Review the Implementation of the Programme of Action for the Sustainable Development of Small Island Developing States (UN Doc. A/CONF.207/11, 2005. Report of the International Meeting to Review the Implementation of the Programme of Action for the Sustainable Development of Small Island Developing States) και SIDS Accelerated Modalities of Action (SAMOA) Pathway της Third International Conference on Small Island Developing States, (UN Doc. A/RES/69/15, 2014. SIDS Accelerated Modalities of Action (SAMOA) Pathway) αλλά και τις σχετικές αναφορές των Παγκόσμιων Συνδιασκέψεων για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη του 1992, 2002 και 2012.
[14] UNGA Resolution on Sustainable fisheries, including through the 1995 Agreement for the Implementation of the Provisions of the United Nations Convention on the Law of the Sea of 10 December 1982 relating to the Conservation and Management of Straddling Fish Stocks and Highly Migratory Fish Stocks, and related instruments συγκριτικά με τον προηγούμενο τίτλο της τακτικής αναφοράς Agreement for the Implementation of the Provisions of the United Nations Convention on the Law of the Sea of 10 December 1982 relating to the Conservation and Management of Straddling Fish Stocks and Highly Migratory Fish Stocks και οι μετά το 2006 αναφορές του Ad Hoc Open-ended Informal Working Group to study issues relating to the conservation and sustainable use of marine biological diversity beyond areas of national jurisdiction.
[15] UNGA Regular Process Report, A regular process for the global reporting and assessment of the state of the marine environment, including socio-economic aspects.
[16] Βλ. UN Doc. A/RES/56/12, 2001. Oceans and the Law of the Sea.
[17] Βλ. A/RES/66/288, op.cit. παρ. 158-177.
[18] Βλ. A/RES/66/70/Add.1, op.cit και UN Doc. A/RES/70/74, 2015. Oceans and the Law of the Sea. Report of the Secretary General, αντίστοιχα.
[19] Τίτλος Αναφοράς: Contributing to the assessment, in the context of the United Nations Conference on Sustainable Development, of progress to date and the remaining gaps in the implementation of the outcomes of the major summits on sustainable development and addressing new and emerging challenges.
[20] Βλ. A/RES/66/70/Add.1, op.cit. παρ. 271-364.
[21] Τίτλος Αναφοράς: Oceans and sustainable development: integration of the three dimensions of sustainable development, namely, environmental, social and economic.
[22] Βλ. A/RES/70/74, op.cit. παρ. 9-20.
[23] Βλ. A/RES/70/74, op.cit. παρ. 27-28.
[24] Τα σημεία σταθμοί για την θαλάσσια διακυβέρνηση εντός του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών έχουν υπάρξει τρία. Το πρώτο ήταν η Συνδιάσκεψη για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη το 1992 και η επακόλουθη δημιουργία της Επιτροπής για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (CSD), το δεύτερο η θέση σε ισχύ της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας το 1994 και τέλος η εκ νέου αλλαγή στην προσέγγιση των ζητημάτων συνεργασίας και συντονισμού μετά τη Συνδιάσκεψη του Γιοχάνεσμπουργκ το 2002 και η πολιτική απόφαση για τη μεταπήδηση από θεσμοθετημένες σταθερές μορφές σε πιο ευέλικτες συνεργασίες μεταξύ Διεθνών Οργανισμών του συστήματος του Οργανισμού. Σε κάθε περίπτωση, ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η στάση της Επιτροπής για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, η οποία προώθησε τη στρατηγική των ad hoc συνεργασιών σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο, σε αντικατάσταση των όποιων παλαιοτέρων σταθερών δομών. Βλ. κυρίως αποφάσεις Commission on Sustainable Development, 1996. Decision 4/15 και Commission on Sustainable Development, 1999. Decision 7/1. Oceans and seas.
[25] Βλ. The demise of the ACC Sub-committee on Oceans and Coastal Areas and ICP Proposal for a New Mechanism for Coordination, διαθέσιμο στο http://www.unoceans.org/Documents/ShortHistorySOCA_UNO.pdf
[26] Βλ. την ιστοσελίδα του δικτύου για μια σύντομη περιγραφή στο http://www.unoceans.org/home/en/ και μία πρόσφατη αξιολόγηση του (2012) μαζί με τα σχετικά σχόλια του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού, UN Doc. JIU/REP/2012/3, 2012. Evaluation of UN-Oceans.
[27] Κάθε γραμματεία Οργανισμού του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών και εποπτευόμενης Διεθνούς Σύμβασης έχει δικαίωμα συμμετοχής στο δίκτυο. Τα σημερινά μέλη είναι οι:
Division for Ocean Affairs and Law of the Sea (UN-DOALOS), Department of Economic and Social Affairs (UN-DESA), UN Office of the High Representative for the Least Developed Countries, Landlocked Developing Countries and Small Island Developing States (UN-OHRLLS), Office for Disarmament Affairs (ODA), Office of the United Nations High Commissioner for Refugees (UNHCR), United Nations Conference on Trade and Development (UNCTAD), United Nations Development Programme (UNDP), United Nations Environment Programme (UNEP), United Nations University, Counter-Terrorism Committee Executive Directorate (CTED), Economic and Social Commission for Asia and the Pacific (ESCAP), Food and Agriculture Organization (FAO), Intergovernmental Oceanographic Commission of the United Nations Educational, Scientific and Cultural Organization (IOC-UNESCO), World Bank, International Maritime Organization (IMO), World Meteorological Organization (WMO), International Labour Organization (ILO), United Nations Industrial Development Organization (UNIDO), International Atomic Energy Agency (IAEA), International Seabed Authority (ISA), Convention on Biological Diversity (CBD).
[28] Βλ. Annex Terms of reference for UN-Oceans στο UN Doc. A/RES/68/70, 2013. Oceans and the Law of the Sea.
[29] Βλ. UN Doc A/67/400/Add.1, op.cit., παρ. 7-13.
[30] Βλ. The demise of the ACC Sub-committee on Oceans and Coastal Areas and ICP Proposal for a New Mechanism for Coordination, ibid.
[31] Τελικό παράγωγο της United Nations Millennium Summit του 2000. Βλ. UN Doc. A/RES/55/2, 2000. United Nations Millennium Declaration (18/9/2000) και τον τελικό κατάλογο, μετά την επεξεργασία και ενημερώσεις του 2003 και 2008 στο http://mdgs.un.org/unsd/mdg/Resources/Attach/Indicators/OfficialList2008.pdf.
[32] Για την εμφανή έλλειψη σύνδεσης των θαλασσίων ζητημάτων και των Στόχων της Χιλιετίας, βλ. Visbeck, M. et al., 2014. Securing blue wealth: The need for a special sustainable development goal for the ocean and coasts. Marine Policy, 48, pp.184–185.
[33] Visbeck, M. et al., 2014. A Sustainable Development Goal for the Ocean and Coasts: Global ocean challenges benefit from regional initiatives supporting globally coordinated solutions. Marine Policy, 49, pp.87–89.
[34] Το πιο σημαντικό γεγονός στο συγκεκριμένο πεδίο ήταν η επίσημη υιοθέτηση της ανάγκης για την προστασία του περιβάλλοντος και την υποστήριξη της ανάπτυξης εντός του πλαισίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, όπως προέκυψε από την Υπουργική Διακήρυξη του Γύρου Διαπραγματεύσεων της Doha. Βλ. WTO Doc. WT/MIN(01)/DEC/1, 2001. Doha Ministerial Declaration. (20/11/2001)
[35] “Green Economy Initiative” (http://www.unep.org/greeneconomy/) και “Green Economy in a Blue World-Synthesis Report” (http://www.unep.org/pdf/green_economy_blue.pdf).
[36] “Blue Economy Concept Paper”, http://www.sids2014.org/content/documents/275BEconcept.pdf, διαθέσιμο στο: http://www.sids2014.org/index.php?page=view&type=13&nr=59&menu=1515.
[37] Βλ. Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions: Innovation in the Blue Economy: realizing the potential of our seas and oceans for jobs and growth, COM/2014/254/2, 13/05/2014 και Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions: Blue Growth opportunities for marine and maritime sustainable growth, COM/2012/0494 final, 13/09/2012.
[38] Ως «Γαλάζιος Πλούτος» (“Blue Wealth”) ορίζονται οι «γαλάζιοι» κλάδοι της οικονομίας με την προσθήκη και περιλαμβάνοντας τα έμμεσα οφέλη, έχοντας ευρύτερο περιεχόμενο από τη «Γαλάζια Οικονομία». βλ. Visbeck, M. et al., 2014. Securing blue wealth, op.cit σελ. 185-6.
[39] A/RES/66/288, op.cit Part II.B. παρ. 245-251.
[40] Η υιοθέτηση των Στόχων έγινε ομόφωνα στην United Nations Sustainable Development Summit 2015, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 25 – 27 Σεπτεμβρίου 2015, στη Νέα Υόρκη, στα πλαίσια των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης. Αποτέλεσμα ήταν το UN Doc. A/69/L.85, 2015. Draft outcome document of the United Nations summit for the adoption of the post-2015 development agenda, το οποίο περιείχε τους 17 Στόχους οι οποίοι υιοθετήθηκαν στη Συνδιάσκεψη.
[41] Στόχος 14: Conserve and sustainably use the oceans, seas and marine resources for sustainable development.
[42] Για μία επισκόπηση των συζητήσεων σχετικά με το περιεχόμενο του Στόχου 14 βλ. Leadership Council of the Sustainable Development Solutions Network, Indicators and a monitoring framework for the sustainable development goals: launching a data revolution for the SDGs (18 February 2015), http://unsdsn.org/wp-content/uploads/2015/01/150218-SDSN-IndicatorReport-FEB-FINAL.pdf, Global Ocean Commission, Proposed elements of indicators for SDG goal 14 — oceans, seas and marine resources (February 2015), www.globaloceancommission.org/wp-content/uploads/GOC_Post2015_Oceanindicators_final.pdf, International Council for Science, Review of Targets for the Sustainable Development Goals: The Science Perspective (2015), http://www.icsu.org/publications/reports-and-reviews/review-of-targets-for-the-sustainable-development-goals-the-science-perspective-2015/review-of-targets-for-the-sustainable-development-goals-the-science-perspective-2015.
[43] 1994 Agreement relating to the implementation of Part XI of the United Nations Convention on the Law of the Sea of 10 December 1982 και 1995 United Nations Agreement for the Implementation of the Provisions of the United Nations Convention on the Law of the Sea of 10 December 1982 relating to the Conservation and Management of Straddling Fish Stocks and Highly Migratory Fish Stocks.
[44] Βλ. A/RES/70/74, 2015, op.cit. και UN Doc. A/66/186, 2011. Report on the work of the United Nations Open-ended Informal Consultative Process on Oceans and the Law of the Sea at its twelfth meeting, παρ. 16-17.
[45] Βλ. το σχετικό Ψήφισμα UN Doc. A/RES/69/292, 2015. Development of an international legally-binding instrument under the United Nations Convention on the Law of the Sea on the conservation and sustainable use of marine biological diversity of areas beyond national jurisdiction, με ορισμένο χρονικό σημείο της έναρξης των επισήμων διαδικασιών τον Απρίλιο του 2016.
[46] Βλ. A/66/186, 2011, παρ. 19.
[47] Βλ. A/RES/70/74, 2015, ibid.
[48] “21. In this context, it was recalled that in the Plan of Implementation of the World Summit on Sustainable Development (Johannesburg Plan of Implementation), it was recommended that an effective, transparent and regular inter-agency coordination mechanism on ocean and coastal issues be established within the United Nations system, which led to the establishment of UN-Oceans.”. Βλ. A/66/186, 2011, παρ. 20-21.
[49] Βλ. σχετικά United Nations Group of Experts of the Regular Process, 2016. The First Global Integrated Marine Assessment, διαθέσιμο στο http://www.un.org/depts/los/global_reporting/WOA_RegProcess.htm.

(πηγή : http://nomosphysis.org.gr)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου