Αγωγή ΑΕΠΙ (Ελληνικής Εταιρείας προς Προστασία της Πνευματικής Ιδιοκτησίας) με την οποία εκθέτει ότι η εναγόμενη ομόρρυθμη εταιρεία διατηρεί και εκμεταλλεύεται στο κέντρο της Θήβας μια καφετέρια και στο πλαίσιο της λειτουργίας της προέβαινε σε δημόσια εκτέλεση με μηχανικά μέσα και σε εκμετάλλευση έργων, που ανήκουν στο προστατευόμενο από την ενάγουσα μουσικό ρεπερτόριο και ζητεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ΑΚ για την αδικοπραξία αποζημίωση καθώς και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Άσκηση προφορικώς πρόσθετης παρέμβασης από τους ομόρρυθμους εταίρους οι οποίοι είναι εκκαθαριστές της εναγόμενης εταιρείας.
Κρίθηκε ότι η εναγόμενη κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας της αγωγής λύθηκε και εισήλθε σε στάδιο εκκαθάρισης. Το γεγονός αυτό δεν ασκεί ουδεμία επιρροή στην δίκη, ούτε επιφέρει διακοπή αυτής, διότι οι εταιρείες με νομική προσωπικότητα, όπως είναι και οι ομόρρυθμες εταιρίες που τήρησαν τις διατυπώσεις δημοσιότητας διατηρούν τη νομική προσωπικότητα τους μέχρι πέρατος της εκκαθάρισης και για τις ανάγκες αυτής.
Το στάδιο δε της εκκαθάρισης ομόρρυθμης εταιρείας δεν παύει πριν εξοφληθούν όλες οι υποχρεώσεις αυτής και αν μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης διαπιστωθεί η ύπαρξη εταιρικής απαίτησης ή εταιρικού χρέους, τότε επαναλαμβάνονται οι εργασίες εκκαθάρισης και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της εταιρείας από τον εκκαθαριστή.
Κατά το στάδιο αυτό φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της εταιρείας είναι το νομικό πρόσωπο αυτής, το οποίο και κινεί τις σχετικές δίκες εκπροσωπούμενο από τον εκκαθαριστή. Δεν αποδείχθηκε ότι η εναγομένη κατά το επίδικο χρονικό διάστημα έκανε χρήση και εκμετάλλευση του προστατευόμενου από την ίδια μουσικού ρεπερτορίου, χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια, μέσω σύνθετων τεχνολογικών μέσων και με την παρεμβολή δισκοθέτη (disc jockey).
Απόρριψη αγωγής.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
(...) ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη υπ' αριθμ. 55401705-09-2013 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θηβών .... προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με πράξη κατάθεσης, πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχική δικάσιμο της 16ης-01-2015 επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη (άρθρα 110 παρ. 2, 122, 123, 124, 126, 128 παρ. 4 εδ. α' β' καί γ' ΚΠολΔ). Κατά τη δικάσιμο εκείνη όμως όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση, με τη σειρά της, από το σχετικό έκθεμα και παρέστη η εναγόμενη δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Ελευθέριου Κτιστάκη, αναβλήθηκε η συζήτηση της σύμφωνα με το με αριθμό 6/2015 πρακτικό δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο (08-05-2015) η εναγόμενη δεν εμφανίστηκε όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε, με τη σειρά της, από το σχετικό έκθεμα. Ενόψει δε του ότι η απόφαση περί αναβολής της υπόθεσης σε άλλη δικάσιμο είναι μη οριστική, η παρουσία, κατά την δημοσίευση της, του πληρεξούσιου δικηγόρου της εναγομένης ισοδυναμεί με επίδοση (άρθρα 310 παρ. 2 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ - ΜΠΡοδ 8/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠΛαρ 47/2012 ΝοΒ 2012.594, ΜΠΡοδ 67/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠΑθ 825/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως εκ τούτου, εφόσον σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 310 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όταν πρόκειται για μη οριστικές αποφάσεις, η παρουσία κατά τη δημοσίευση τους των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους ισοδυναμεί με επίδοση, η εναγόμενη έλαβε γνώση της μετ' αναβολή τελευταίας αυτής δικασίμου και επομένως πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως, σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 469 ΚΠολΔ).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 72 επ., 775, 777, 778 επ. ΑΚ, που εφαρμόζονται κατά το άρθρο 18 ΕμπΝ και επί των προσωπικών εταιρειών, συνάγονται τα εξής: α) η εταιρεία μετά τη λύση της εισέρχεται στο στάδιο της εκκαθάρισης και διατηρεί τη νομική της προσωπικότητα, εφόσον το απαιτούν οι ανάγκες και ο σκοπός της εκκαθάρισης, που έγκειται στον προσδιορισμό του ενεργητικού, τη διαπίστωση και την εξόφληση των πάσης φύσεως χρεών και, στη συνέχεια, στην επιστροφή των εισφορών και τη διανομή του τυχόν υπολοίπου μεταξύ των εταίρων β) η εκκαθάριση, αν δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά, ενεργείται από όλους τους εταίρους μαζί ή από εκκαθαριστή που διορίζεται ομοφώνως, σε περίπτωση δε διαφωνίας τους ο εκκαθαριστής διορίζεται ή αντικαθίσταται από το Δικαστήριο και γ) κατά το στάδιο της εκκαθάρισης η εταιρική περιουσία ανήκει αποκλειστικά στην εταιρεία η οποία είναι κυρία όλων των αντικειμένων της εταιρικής περιουσίας και υποκείμενο των σχετικών με την εταιρική περιουσία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, νομιμοποιείται δε μόνο αυτή, ενεργητικά και παθητικά, να μετέχει στις σχετικές δίκες εκπροσωπούμενη από τον εκκαθαριστή της, νόμιμο, συμβατικό ή δικαστικό, δια του οποίου και παρίσταται στο δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64 παρ. 2 ΚΠολΔ (ΟλΑΠ 42/2005 Νόμος, ΕΕμπΔ 2005 615, ΕΔΚΑ 2005 775). Κατά το άρθρο 62 ΚΠολΔ, όποιος έχει ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έχει και την ικανότητα να είναι διάδικος. Η ικανότητα αυτή αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης και εξετάζεται σε κάθε στάση της δίκης και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 72 ΚΠολΔ). Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 72, 777, 778 ΑΚ, 18 ΕμπΝ, 62, 286 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι η λύση του νομικού προσώπου της ομόρρυθμης εμπορικής εταιρίας δεν θίγει την ικανότητα της να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, συνεπώς και την ικανότητα διεξαγωγής των δικών της, ούτε καν επιφέρει βίαιη διακοπή της δίκης, διότι και μετά τη λύση της η νομική προσωπικότητα της εταιρίας λογίζεται υφισταμένη, εφόσον τούτο απαιτείται για τις ανάγκες και προς το σκοπό της εκκαθάρισης. Εφεξής η εταιρία εκπροσωπείται από τους εκκαθαριστές, οι οποίοι είναι οι ίδιοι οι εταίροι, αν δεν διορίστηκαν εκκαθαριστές με συμφωνία των εταίρων ή από το δικαστήριο. Το στάδιο της εκκαθαρίσεως δεν μπορεί να αποκλεισθεί με ρήτρα του καταστατικού ή με απόφαση των εταίρων, αλλά ακολουθεί υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως τη λύση της εταιρίας. Ακόμη και μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθαρίσεως, αν διαπιστωθεί ότι υπάρχει κάποια εκκρεμότητα, όπως απαίτηση ή χρέος της εταιρίας, επαναλαμβάνονται και πάλι οι εργασίες της εκκαθαρίσεως και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της λυθείσας εταιρίας από τους εκκαθαριστές. Εξάλλου από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 22, 28 του ΕμπΝ, 72, 759, 777 εδ. α 780 εδ. α, 781, 782 και 784 του ΑΚ προκύπτει ότι οι εταιρείες με νομική προσωπικότητα, όπως είναι και οι ομόρρυθμες εταιρίες που τήρησαν τις διατυπώσεις δημοσιότητας (άρθρο 42 ΕμπΝ) έχουν δική τους περιουσία και διατηρούν τη νομική προσωπικότητα τους μέχρι πέρατος της εκκαθάρισης και για τις ανάγκες αυτής. Κύριος των εισφορών των εταίρων αλλά και των αποκτημάτων από τη διαχείριση και γενικότερα φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που περιλαμβάνουν την εταιρική περιουσία είναι το νομικό πρόσωπο της εταιρείας. Περαιτέρω, από τις ίδιες διατάξεις με σαφήνεια προκύπτει ότι η ομόρρυθμη εταιρεία μετά τη λύση της περιέρχεται αυτοδικαίως και υποχρεωτικά σε εκκαθάριση. Η εκκαθάριση αποσκοπεί στην περάτωση των νομικών σχέσεων που προήλθαν από τη σύσταση και τη λειτουργία της εταιρείας και ήταν εκκρεμείς κατά το χρόνο της λύσης της. Το στάδιο της εκκαθάρισης ομόρρυθμης εταιρείας δεν παύει πριν εξοφληθούν όλες οι υποχρεώσεις αυτής και αν μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης διαπιστωθεί η ύπαρξη εταιρικής απαίτησης ή εταιρικού χρέους, τότε επαναλαμβάνονται οι εργασίες εκκαθάρισης και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της εταιρείας από τον εκκαθαριστή. Κατά το στάδιο αυτό φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της εταιρείας είναι το νομικό πρόσωπο αυτής, το οποίο και κινεί τις σχετικές δίκες εκπροσωπούμενο από τον εκκαθαριστή (Βλ. ΑΠ 120/1998 ΕλλΔνη 39. 570, ΑΠ 1410/1996 ΕλλΔνη 38. 1107, ΑΠ 46/1986 ΕΕμπΔ ΛΖ 614, ΕφΛαρ 485/2006 ΕπισκΕΔ 2006.1125, ΕφΔωδ 264/2005 Νόμος, ΕφΑΘ 5299/2004 ΕλλΔνη 46. 555, ΕΑ 793/2002 ΕλλΔνη 45. 238).
Με την κρινόμενη αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι, είναι ανώνυμη εταιρεία, νομίμως ιδρυθείσα, η οποία έχει ως αποκλειστικό σκοπό τη διαχείριση και προστασία του περιουσιακού δικαιώματος και των εξουσιών, που απορρέουν από αυτό, των πνευματικών δημιουργών κάθε κατηγορίας και κάθε σχετικού δικαιώματος και λειτουργεί νόμιμα ως οργανισμός συλλογικής διαχείρισης και προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2121/1993, βάσει της υπ' αρ. 9485/1997 απόφασης - άδειας του Υπουργού Πολιτισμού (ΦΕΚ Β 939/22-10-1997). Ότι πνευματικοί δημιουργοί έχουν εκχωρήσει στην ενάγουσα το δικαίωμα να επιτρέπει ή να απαγορεύει τη δημόσια εκτέλεση των πνευματικών τους έργων ενώ έχει συνάψει και συμβάσεις αμοιβαίας εκπροσώπησης με αντίστοιχες αλλοδαπές εταιρείες πνευματικής ιδιοκτησίας, οι οποίες λειτουργούν στο εξωτερικό. Ότι, δυνάμει του ά. 55 παρ. 2 του Ν. 2121/1993, νομιμοποιείται ενεργητικώς στην άσκηση όλων των δικαιωμάτων των δημιουργών, που έχουν μεταβιβαστεί σε αυτήν. Ότι η εναγόμενη διατηρεί και εκμεταλλεύεται στη Θήβα, επί της οδού Επαμεινώνδα αρ. 75 μία καφετέρια με τον διακριτικό τίτλο «ΒΕΤΡΟ» (VETRO), η οποία έχει επιφάνεια περί τα 40 τμ και ότι στο πλαίσιο της λειτουργίας της επιχείρησης αυτής προέβαινε, κατά το διάστημα από 01-01-2012 έως 30-06-2013 σε δημόσια εκτέλεση με μηχανικά μέσα και με την παρεμβολή δισκοθέτη (disk jockey) και σε εκμετάλλευση έργων, που ανήκουν στο προστατευόμενο από την ενάγουσα μουσικό ρεπερτόριο, ενδεικτικώς αναφερομένων των κάτωθι: «Give it Back» (δημιουργοί: Adisson Gaelle/ Stamile Eric M), «Remember Me» (δημιουργοί: Blackmore Alexis Jame/ Evans Richard L), «Αin't Nobody» (δημιουργοί: David Wolinski), «Loverboy» (δημιουργοί: Charles Leslie Sebest/ Lange Mutt) και «Pick up the pieces» (δημιουργοί: Stuart Hamish/Duncan Malcom). Ότι η χρήση αυτή από την εναγόμενη έγινε χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της ενάγουσας. Ότι με βάση το ισχύον αμοιβολόγιο της, τα πνευματικά δικαιώματα, που δικαιούται να εισπράξει η ενάγουσα από την εναγόμενη, είναι τα εξής: 1) για το έτος 2012 (από 01-01-2012 έως 31-12-2012) το ποσό των 67 ευρώ μηνιαίως και συνολικά το ποσό των 804€ευρώ (=67ευρώ/μήνα Χ 12 μήνες) πλέον ΦΠΑ και 2) για το έτος 2013 (από 01-01-2013 έως 30-06-2013) το ποσό των 67 ευρώ μηνιαίως και συνολικά το ποσό των 402€ευρώ (=67ευρώ/μήνα Χ 6 μήνες) πλέον ΦΠΑ. Ήτοι, ότι η συνολική οφειλή της εναγομένης προς την ενάγουσα ανέρχεται για το έτος 2012 και για το πρώτο εξάμηνο του έτους 2013 στο ποσό των 1.206 ευρώ (67 ευρώ Χ 18 μήνες) πλέον ΦΠΑ λόγω αδικοπραξίας, ως αμοιβή καταβαλλόμενη για την εκμετάλλευση του μουσικού ρεπερτορίου της ενάγουσας, στην οποία προέβη χωρίς άδεια η εναγόμενη. Ότι, ωστόσο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2121/1993 σε συνδυασμό με τις διατάξεις για την αδικοπραξία του ΑΚ, η εναγόμενη οφείλει ως αποζημίωση στην ενάγουσα για τη χρήση και εκμετάλλευση του μουσικού ρεπερτορίου της από τη λειτουργία της επιχείρησης της εναγομένης για το χρονικό διάστημα από 01-01-2012 έως 30-06-2013 το διπλάσιο της αμοιβής των 1.206 ευρώ (67 ευρώ Χ 18 μήνες), που όφειλε να καταβάλει για το είδος της εκμετάλλευσης, στην οποία προέβη χωρίς άδεια ο υπόχρεος και συγκεκριμένα το ποσό των 2.412 ευρώ (=1.206 ευρώ Χ 2) κατ' ά. 65 παρ. 2 του Ν. 2121/1993. Ότι περαιτέρω, λαμβανομένων υπόψη του είδους και της έκτασης της ζημίας της ενάγουσας από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της εναγομένης, που συνίσταται στη χωρίς νόμιμη άδεια χρήση και εκμετάλλευση του προστατευόμενου μουσικού ρεπερτορίου της ενάγουσας και η οποία ζημία τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τη ζημιογόνο συμπεριφορά, και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων μερών, η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη, λόγω προσβολής της φήμης, του ονόματος και της επαγγελματικής της πίστης και ως εκ τούτου πρέπει να της επιδικασθεί ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 1.000 ευρώ. Ότι συνεπώς η συνολική αποκαταστατέα ζημία της ενάγουσας για τις ανωτέρω αιτίες ανέρχεται στο ποσό των 3.412,00 ευρώ. Για τους λόγους αυτούς, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το ποσό των 2.412,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α. ως αποζημίωση για την παράνομη δημόσια εκτέλεση, χρήση και εκμετάλλευση του μουσικού ρεπερτορίου της ενάγουσας κατά τη χρονική περίοδο από 01-01-2012 έως 30-06-2013 με βάση τη διάταξη του άρθρου 65 παρ.2 του Ν. 2121/1993, καθώς και το ποσό των 1.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της από 11-02-2013 εξώδικης όχλησης προς αυτή, άλλως από την επίδοση της κρινόμενης, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγόμενη στη δικαστική της δαπάνη.
Η αγωγή αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 14 παρ. Ια και 22 ΚΠολΔ), κατά τη διαδικασία των μικροδιαφορών (άρθρα 466 επ. ΚΠολΔ), είναι ορισμένη, πλην του αιτήματος περί επιδίκασης στην ενάγουσα του ποσού του αναλογούντος Φ.Π.Α. επί του αιτούμενου ποσού, το οποίο κρίνεται απορριπτέο ως αόριστο, καθ' ότι δεν προσδιορίζεται επακριβώς το αιτούμενο ποσό του αναλογούντος Φ.Π.Α. και μάλιστα δεν προσδιορίζεται για κάθε επιμέρους κονδύλι που συναποτελεί το συνολικώς αιτούμενο ποσό. Είναι περαιτέρω νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις του Ν. 2121/1993, όπως ισχύει σήμερα, στις διατάξεις των άρθρων 59, 60, 345, 346, 914, 932 ΑΚ και 178 παρ.1 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος της κήρυξης της παρούσας προσωρινά εκτελεστής δεδομένου ότι οι αντιμωλία εκδιδόμενες αποφάσεις των μικροδιαφορών είναι άμεσα εκτελεστές (άρθρο 512 ΚΠολΔ). Επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη θα πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, καθ' όσον έχει καταβληθεί το νόμιμο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων επιβαρύνσεις (σχετ. υπ' αρ. 417742 και 371846 Σειρά Α παράβολα δικαστικού ενσήμου).
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 80 ΚΠολΔ, αν σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος, έχει δικαίωμα, μέχρι την έκδοση αμετάκλητης αποφάσεως, να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση για να τον υποστηρίξει. Από την παραπάνω διάταξη και τον συνδυασμό αυτής με την διάταξη του άρθρου 68 του ιδίου Κωδικός προκύπτει, ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση προσθέτου παρεμβάσεως, είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος, το οποίο πρέπει να προσδιορίζεται κατά την ρητή διάταξη του άρθρου 81 παρ. 1 εδ. β' ΚΠολΔ. Έννομο δε συμφέρον προς παρέμβαση υφίσταται, όταν με αυτή μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία εις βάρος του νομικής υποχρέωσης, που είτε απειλούνται από την δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της αποφάσεως, που θα εκδοθεί, είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής από τις αντανακλαστικές συνέπειες της (ΟλΑΠ 8/1998). Εξ' άλλου, ως τρίτος, κατά την έννοια της ιδίας διατάξεως του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος, ο οποίος δεν έχει προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου στην αρχική δίκη, μη ταυτιζόμενος νομικώς με κάποιον από αυτούς. Από τις ίδιες δε ως άνω διατάξεις σε συνδυασμό με 74, 75, 76, 78, 80, 82, 83, 115 § 3, 215 § 2 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι η πρόσθετη παρέμβαση ακόμη κι η αυτοτελής, μπορεί να ασκηθεί στο Ειρηνοδικείο και προφορικά, στα πλαίσια της δίκης, που διανοίχτηκε. Στην περίπτωση του άρθρου 83 ΚΠολΔ ο νόμος μεταχειρίζεται τον παρεμβάντα στο πλαίσιο της διαδικασίας, ως αναγκαίο ομόδικο του διαδίκου, υπέρ του οποίου παρεμβαίνει, απαλλασσόμενο από τη διαδικαστική κηδεμονία του συμμάχου του διαδίκου (βλ. Κ. Κεραμέα, Αστικό δικονομικό δίκαιο, Γενικό μέρος 1986, σ. 272) με όλες τις παρεχόμενες εκτεταμένες δικονομικές εξουσίες ενός αναγκαίου ομοδίκου (βλ. Γέσιου - Φαλτσή, Η αυτοτελής πρόσθετος παρέμβασις, σ. 581 επ. (585- 588), Ν. Βερβεσσό Δ6. 148 επ. (155-156), Σ. Κουσούλη, Μορφές παρέμβασης, Δ 18. 299, Σ. Πατεράκη, Προβλήματα ομοδικίας κ.λπ. ΝοΒ 37, 554, Ν. Νίκα, Ο δικαστικός συμβιβασμός, 111, Δεληκωστόπουλο - Σινανιώτη, I άρθρο 84, 238, Σταυρόπουλο, άρθρο 83, 170, Καλαβρό ΕλΔνη 1983,1587, ΑΠ 290/1978 ΕΕΝ 1978,574, ΕφΑΘ 2393/1988 ΝοΒ 36,758, βλ. αντιθ. Κ. Μπέη, άρθρο 83, 453, 454, τον ίδιο Δ 1974, 390-400, ΑΠ 507/1978 ΕΕΝ 1978, 698, ΕφΑΘ 434/1980 ΝοΒ 28,852). Με την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μία νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης (βλ. Σ. Κουσούλη, ό.π. σ. 299). Η κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 ΚΠολΔ (αυτοτελής) πρόσθετη παρέμβαση, τέλος, δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με τον υπέρ ου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται, ως κατά πλάσμα δικαίου, αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεση του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΕφΑθ 9560/1991 ΝοΒ 1991.1407). Επομένως, μεταξύ του προσθέτως πρωτόδικος παρεμβάντος και του υπέρ ου αυτός παρενέβη δημιουργείται, κατά την ορθότερη άποψη, σχέση αναγκαστικής ομοδικίας, σύμφωνα με την κρατούσα σχετικώς στην νομολογία άποψη (πρβλ. ενδεικτικώς ΟλΑΠ 321/1983 ΝοΒ 1983.1575, Σ. Σαμουήλ η έφεση εκδ. 2003 σελ. 148, Στ. Βλαστού Δίκαιο Σωματείων, συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων 2007 σελ. 323 επ.). Αλλωστε, εφόσον η διαφορά επιδέχεται ενιαία μόνο ρύθμιση ή η ισχύς της απόφασης, που θα εκδοθεί εκτείνεται σε όλους τους ομοδίκους ή όταν αυτοί μόνο από κοινού μπορούν να ασκήσουν αγωγή ή να εναχθούν ή λόγω των περιστάσεων δεν μπορούν να υπάρχουν αντίθετες αποφάσεις, οι πράξεις του καθενός από αυτούς ωφελούν και βλάπτουν τους άλλους (αρθ. 76 ΚΠολΔ).
Στην προκειμένη περίπτωση ασκήθηκε προφορικά, κατ' άρθρο 231 ΚΠολΔ, προ της έναρξης της προφορικής συζήτησης της υπόθεσης, αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση από τους ομόρρυθμους εταίρους της εναγομένης με αίτημα την απόρριψη της αγωγής. Η πρόσθετη αυτή παρέμβαση παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται για να συζητηθεί στο Δικαστήριο τούτο, (άρθρα 31, 80, 231 ΚΠολΔ) κατά τη διαδικασία των μικροδιαφορών και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 80, 83, 176 του ΚΠολΔ. Οι ως άνω παρεμβαίνοντες έχουν την απαιτούμενη εκ του άρθρου 80 ΚΠολΔ ιδιότητα του τρίτου στην ανοιγείσα δια της αγωγής δίκη αλλά και άμεσο έννομο συμφέρον για την άσκηση της, δεδομένου ότι λόγω της ιδιότητας τους ως ομόρρυθμων εταίρων πρόκειται η ισχύς της εκδοθησομένης απόφασης (δεδικασμένο και εκτελεστότητα) να καταλάβει και τους ίδιους (άρθρα 83, 329 και 920 ΚΠολΔ).
Οι κρινόμενες από 19-07-2013 και με αριθμό κατάθεσης 92/26-07-2013 αγωγή και η από 08-05-2015 προφορικά ασκηθείσα αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, υπέρ της εναγομένης, οι οποίες υπάγονται στο ίδιο είδος διαδικασίας και εκκρεμούν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, πρέπει να συνεκδικασθούν σύμφωνα με το άρθρο 246 ΚΠολΔ, αφού έτσι θα επιταχυνθεί η εκδίκαση της όλης διαφοράς και θα επέλθει και μείωση των εξόδων.
Από την ανωμοτί εξέταση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας ....., η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλέστηκαν και προσκόμισαν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339, 395 και 469 παρ.2 ΚΠολΔ) όπως μερικά απ' αυτά αναφέρονται ιδιαίτερα παρακάτω, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις ομολογίες τους που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις τους, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Η ενάγουσα είναι ανώνυμη εταιρεία που λειτουργεί ως οργανισμός συλλογικής διαχείρισης και προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων και έχει συσταθεί και λειτουργεί νόμιμα από το έτος 1930 σύμφωνα με τα άρθρα 54 επ. του Ν 2121/1993. Η έγκριση και η λειτουργία της χορηγήθηκε με τη νόμιμα δημοσιευμένη στο ΦΕΚ Β 939/22-10-1997 υπʼ αριθμ 9485/1997 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού. Σύμφωνα με το καταστατικό της, σκοπό έχει τη διαχείριση και προστασία του περιουσιακού δικαιώματος των πνευματικών δημιουργών όπως και των δικαιωμάτων του άρθρου 18 του ν. 2121/1993, για την υλοποίηση του οποίου συνάπτει συμβάσεις εκχώρησης με Έλληνες πνευματικούς δημιουργούς και συμβάσεις αμοιβαίας εκπροσώπησης με αντίστοιχες αλλοδαπές εταιρείες πνευματικής ιδιοκτησίας, οι οποίες λειτουργούν στο εξωτερικό. Στην ενάγουσα έχει εκχωρηθεί από τα μέλη της, που είναι πνευματικοί δημιουργοί κάθε κατηγορίας (πχ. συνθέτες, στιχουργοί κλπ) το αποκλειστικό και απόλυτο δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου τους υπάρχοντος και μέλλοντος να υπάρξει, μορφή της οποίας (εκμετάλλευσης) αποτελεί και η χορήγηση αδειών για δημόσια εκτέλεση αυτού είτε αυτή γίνεται ζωντανά είτε δια μηχανικών μέσων. Το δικαίωμα της παροχής αδείας για την εν λόγω μορφή εκμετάλλευσης έχει παραχωρηθεί από τους πνευματικούς δημιουργούς-μέλη της έναντι αμοιβής στην ενάγουσα, η οποία νομιμοποιείται στην άσκηση αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 2α και 3 του ν.2121/1993. Η εναγόμενη ήταν ομόρρυθμη εταιρεία, στην εκμετάλλευση της οποίας ανήκε μία καφετέρια στο κέντρο της πόλης της Θήβας, επί της οδού ..., με τον διακριτικό τίτλο «ΒΕΤΡΟ» (VETRO), επιφάνειας 40 τμ. Η εταιρεία αυτή, κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας της κρινόμενης αγωγής λύθηκε και εισήλθε σε στάδιο εκκαθάρισης, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ' αριθμ. πρωτ. 6435/13-11-2014 ανακοίνωση του Επιμελητηρίου Βοιωτίας, στην οποία βεβαιώνεται η καταχώρηση στο ΓΕΜΗ της λύσης της εταιρείας, στις 13-11-2014 και η είσοδός της σε στάδιο εκκαθάρισης με εκκαθαριστές τους δύο ομόρρυθμους εταίρους αυτής και ήδη προσθέτως παρεμβαίνοντες. Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ουδεμία επιρροή ασκεί στην παρούσα δίκη, ούτε επιφέρει διακοπή αυτής, διότι οι εταιρείες με νομική προσωπικότητα, όπως είναι και οι ομόρρυθμες εταιρίες που τήρησαν τις διατυπώσεις δημοσιότητας (άρθρο 42 ΕμπΝ) διατηρούν τη νομική προσωπικότητα τους μέχρι πέρατος της εκκαθάρισης και για τις ανάγκες αυτής. Το στάδιο δε της εκκαθάρισης ομόρρυθμης εταιρείας δεν παύει πριν εξοφληθούν όλες οι υποχρεώσεις αυτής και αν μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης διαπιστωθεί η ύπαρξη εταιρικής απαίτησης ή εταιρικού χρέους, τότε επαναλαμβάνονται οι εργασίες εκκαθάρισης και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της εταιρείας από τον εκκαθαριστή. Κατά το στάδιο αυτό φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της εταιρείας είναι το νομικό πρόσωπο αυτής, το οποίο και κινεί τις σχετικές δίκες εκπροσωπούμενο από τον εκκαθαριστή. Η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η εναγομένη κατά το επίδικο χρονικό διάστημα από 01-01-2012 έως 30-06-2013 έκανε χρήση και εκμετάλλευση του προστατευόμενου από την ίδια μουσικού ρεπερτορίου, χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια, μέσω σύνθετων τεχνολογικών μέσων και με την παρεμβολή δισκοθέτη (disc jockey). Πλην όμως, ο ισχυρισμός αυτός της ενάγουσας ουδόλως απεδείχθη εκ των ως άνω αναφερόμενων αποδεικτικών μεσούν. Ειδικότερα, ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας ο οποίος εξετάσθηκε ανωμοτί στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, κατέθεσε σχετικώς ότι ο ίδιος μία μόνο φορά μετέβη στο κατάστημα που διατηρούσε η εναγομένη στο κέντρο της Θήβας, στις 5 Ιανουαρίου 2013, οπότε και διαπίστωσε ότι γινόταν χρήση του προστατευόμενου μουσικού ρεπερτορίου της ενάγουσας. Ωστόσο κατά την κατάθεση του δεν κατονόμασε συγκεκριμένα μουσικά κομμάτια τα οποία άκουσε να αναπαράγονται κατά την παραμονή του στο κατάστημα της εναγομένης προκειμένου το παρόν Δικαστήριο να είναι σε θέση να ελέγξει εάν υπάγονται στο προστατευόμενο ρεπερτόριο ή όχι. Περαιτέρω, ο ίδιος επικαλέστηκε πολλάκις ως πηγή γνώσης των όσων κατέθετε τις αναφορές έτερου προσώπου ονόματι Αποστόλου, ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς του διενεργούσε συνεχείς ελέγχους στην καφετέρια της εναγομένης σε όλη την ως άνω αναφερόμενη χρονική περίοδο, ως αντιπρόσωπος της εταιρείας. Η ενάγουσα όμως αφενός δεν απέδειξε την επικαλούμενη σχέση του τρίτου αυτού προσώπου με την εταιρεία αφετέρου δεν επιμελήθηκε την εξέταση του ιδίου ως μάρτυρα ή την προσκομιδή σχετικής ένορκης βεβαίωσης, σε περίπτωση που η φυσική παρουσία του την ημέρα της δικασίμου ήταν αδύνατη. Σε κάθε δε περίπτωση ούτε τα προσκομιζόμενα απογραφικά δελτία, τα οποία η ίδια προσκομίζει, με ημερομηνίες 16-01-2012 και 08-02-2013 και φέρουν την υπογραφή του ως άνω προσώπου, κρίνονται επαρκή για την απόδειξη του ισχυρισμού της αυτού δεδομένου ότι ούτε στα έγγραφα γίνεται αναφορά συγκεκριμένων τραγουδιών τα οποία αναπαρήγαγε παρανόμως σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της το κατάστημα της εναγομένης κατά τις ως άνω ημερομηνίες. Εξάλλου, απεδείχθη ότι κατά το χρονικό διάστημα από 01-01-2012 έως 30-06-2013 η επιχείρηση της εναγομένης ήταν εφοδιασμένη με γραπτή άδεια από διαφορετικό οργανισμό συλλογικής διαχείρισης μουσικών πνευματικών δικαιωμάτων με την επωνυμία «ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ» (βλ. σχετ. προσκομιζόμενες από 03-04-2012 και 11-02-2013 βεβαιώσεις) δια της οποίας είχε επιτραπεί στην επιχείρηση της εναγομένης η δημόσια εκτέλεση του ρεπερτορίου που εκπροσωπείται από τον οργανισμό αυτό.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη, ενώ τα δικαστικά έξοδα των προσθέτως παρεμβαινόντων θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ενάγουσας λόγω της ήττας της (αρθρ. 176 και 182 παρ.1 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης θα πρέπει να ορισθεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης (αιτιολογημένης) ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας (άρθρο 501, 505 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία της ενάγουσας και των προσθέτως παρεμβαινόντων υπέρ της εναγομένης και ερήμην της εναγομένης.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των εκατό (100) ευρώ.
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τη με αριθμό κατάθεσης 92/26-07-2013 αγωγή με την προφορικά ασκηθείσα στο ακροατήριο αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΔΕΧΕΤΑΙ την πρόσθετη παρέμβαση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα των προσθέτως παρεμβαινόντων σε βάρος της ενάγουσας τα οποία ορίζει στο ποσό των ογδόντα (80) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, στη Θήβα, στις 28 Σεπτεμβρίου 2015, σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη υπ' αριθμ. 55401705-09-2013 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θηβών .... προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με πράξη κατάθεσης, πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχική δικάσιμο της 16ης-01-2015 επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη (άρθρα 110 παρ. 2, 122, 123, 124, 126, 128 παρ. 4 εδ. α' β' καί γ' ΚΠολΔ). Κατά τη δικάσιμο εκείνη όμως όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση, με τη σειρά της, από το σχετικό έκθεμα και παρέστη η εναγόμενη δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Ελευθέριου Κτιστάκη, αναβλήθηκε η συζήτηση της σύμφωνα με το με αριθμό 6/2015 πρακτικό δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο (08-05-2015) η εναγόμενη δεν εμφανίστηκε όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε, με τη σειρά της, από το σχετικό έκθεμα. Ενόψει δε του ότι η απόφαση περί αναβολής της υπόθεσης σε άλλη δικάσιμο είναι μη οριστική, η παρουσία, κατά την δημοσίευση της, του πληρεξούσιου δικηγόρου της εναγομένης ισοδυναμεί με επίδοση (άρθρα 310 παρ. 2 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ - ΜΠΡοδ 8/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠΛαρ 47/2012 ΝοΒ 2012.594, ΜΠΡοδ 67/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠΑθ 825/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως εκ τούτου, εφόσον σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 310 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όταν πρόκειται για μη οριστικές αποφάσεις, η παρουσία κατά τη δημοσίευση τους των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους ισοδυναμεί με επίδοση, η εναγόμενη έλαβε γνώση της μετ' αναβολή τελευταίας αυτής δικασίμου και επομένως πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως, σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 469 ΚΠολΔ).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 72 επ., 775, 777, 778 επ. ΑΚ, που εφαρμόζονται κατά το άρθρο 18 ΕμπΝ και επί των προσωπικών εταιρειών, συνάγονται τα εξής: α) η εταιρεία μετά τη λύση της εισέρχεται στο στάδιο της εκκαθάρισης και διατηρεί τη νομική της προσωπικότητα, εφόσον το απαιτούν οι ανάγκες και ο σκοπός της εκκαθάρισης, που έγκειται στον προσδιορισμό του ενεργητικού, τη διαπίστωση και την εξόφληση των πάσης φύσεως χρεών και, στη συνέχεια, στην επιστροφή των εισφορών και τη διανομή του τυχόν υπολοίπου μεταξύ των εταίρων β) η εκκαθάριση, αν δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά, ενεργείται από όλους τους εταίρους μαζί ή από εκκαθαριστή που διορίζεται ομοφώνως, σε περίπτωση δε διαφωνίας τους ο εκκαθαριστής διορίζεται ή αντικαθίσταται από το Δικαστήριο και γ) κατά το στάδιο της εκκαθάρισης η εταιρική περιουσία ανήκει αποκλειστικά στην εταιρεία η οποία είναι κυρία όλων των αντικειμένων της εταιρικής περιουσίας και υποκείμενο των σχετικών με την εταιρική περιουσία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, νομιμοποιείται δε μόνο αυτή, ενεργητικά και παθητικά, να μετέχει στις σχετικές δίκες εκπροσωπούμενη από τον εκκαθαριστή της, νόμιμο, συμβατικό ή δικαστικό, δια του οποίου και παρίσταται στο δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64 παρ. 2 ΚΠολΔ (ΟλΑΠ 42/2005 Νόμος, ΕΕμπΔ 2005 615, ΕΔΚΑ 2005 775). Κατά το άρθρο 62 ΚΠολΔ, όποιος έχει ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έχει και την ικανότητα να είναι διάδικος. Η ικανότητα αυτή αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης και εξετάζεται σε κάθε στάση της δίκης και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 72 ΚΠολΔ). Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 72, 777, 778 ΑΚ, 18 ΕμπΝ, 62, 286 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι η λύση του νομικού προσώπου της ομόρρυθμης εμπορικής εταιρίας δεν θίγει την ικανότητα της να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, συνεπώς και την ικανότητα διεξαγωγής των δικών της, ούτε καν επιφέρει βίαιη διακοπή της δίκης, διότι και μετά τη λύση της η νομική προσωπικότητα της εταιρίας λογίζεται υφισταμένη, εφόσον τούτο απαιτείται για τις ανάγκες και προς το σκοπό της εκκαθάρισης. Εφεξής η εταιρία εκπροσωπείται από τους εκκαθαριστές, οι οποίοι είναι οι ίδιοι οι εταίροι, αν δεν διορίστηκαν εκκαθαριστές με συμφωνία των εταίρων ή από το δικαστήριο. Το στάδιο της εκκαθαρίσεως δεν μπορεί να αποκλεισθεί με ρήτρα του καταστατικού ή με απόφαση των εταίρων, αλλά ακολουθεί υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως τη λύση της εταιρίας. Ακόμη και μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθαρίσεως, αν διαπιστωθεί ότι υπάρχει κάποια εκκρεμότητα, όπως απαίτηση ή χρέος της εταιρίας, επαναλαμβάνονται και πάλι οι εργασίες της εκκαθαρίσεως και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της λυθείσας εταιρίας από τους εκκαθαριστές. Εξάλλου από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 22, 28 του ΕμπΝ, 72, 759, 777 εδ. α 780 εδ. α, 781, 782 και 784 του ΑΚ προκύπτει ότι οι εταιρείες με νομική προσωπικότητα, όπως είναι και οι ομόρρυθμες εταιρίες που τήρησαν τις διατυπώσεις δημοσιότητας (άρθρο 42 ΕμπΝ) έχουν δική τους περιουσία και διατηρούν τη νομική προσωπικότητα τους μέχρι πέρατος της εκκαθάρισης και για τις ανάγκες αυτής. Κύριος των εισφορών των εταίρων αλλά και των αποκτημάτων από τη διαχείριση και γενικότερα φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που περιλαμβάνουν την εταιρική περιουσία είναι το νομικό πρόσωπο της εταιρείας. Περαιτέρω, από τις ίδιες διατάξεις με σαφήνεια προκύπτει ότι η ομόρρυθμη εταιρεία μετά τη λύση της περιέρχεται αυτοδικαίως και υποχρεωτικά σε εκκαθάριση. Η εκκαθάριση αποσκοπεί στην περάτωση των νομικών σχέσεων που προήλθαν από τη σύσταση και τη λειτουργία της εταιρείας και ήταν εκκρεμείς κατά το χρόνο της λύσης της. Το στάδιο της εκκαθάρισης ομόρρυθμης εταιρείας δεν παύει πριν εξοφληθούν όλες οι υποχρεώσεις αυτής και αν μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης διαπιστωθεί η ύπαρξη εταιρικής απαίτησης ή εταιρικού χρέους, τότε επαναλαμβάνονται οι εργασίες εκκαθάρισης και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της εταιρείας από τον εκκαθαριστή. Κατά το στάδιο αυτό φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της εταιρείας είναι το νομικό πρόσωπο αυτής, το οποίο και κινεί τις σχετικές δίκες εκπροσωπούμενο από τον εκκαθαριστή (Βλ. ΑΠ 120/1998 ΕλλΔνη 39. 570, ΑΠ 1410/1996 ΕλλΔνη 38. 1107, ΑΠ 46/1986 ΕΕμπΔ ΛΖ 614, ΕφΛαρ 485/2006 ΕπισκΕΔ 2006.1125, ΕφΔωδ 264/2005 Νόμος, ΕφΑΘ 5299/2004 ΕλλΔνη 46. 555, ΕΑ 793/2002 ΕλλΔνη 45. 238).
Με την κρινόμενη αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι, είναι ανώνυμη εταιρεία, νομίμως ιδρυθείσα, η οποία έχει ως αποκλειστικό σκοπό τη διαχείριση και προστασία του περιουσιακού δικαιώματος και των εξουσιών, που απορρέουν από αυτό, των πνευματικών δημιουργών κάθε κατηγορίας και κάθε σχετικού δικαιώματος και λειτουργεί νόμιμα ως οργανισμός συλλογικής διαχείρισης και προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2121/1993, βάσει της υπ' αρ. 9485/1997 απόφασης - άδειας του Υπουργού Πολιτισμού (ΦΕΚ Β 939/22-10-1997). Ότι πνευματικοί δημιουργοί έχουν εκχωρήσει στην ενάγουσα το δικαίωμα να επιτρέπει ή να απαγορεύει τη δημόσια εκτέλεση των πνευματικών τους έργων ενώ έχει συνάψει και συμβάσεις αμοιβαίας εκπροσώπησης με αντίστοιχες αλλοδαπές εταιρείες πνευματικής ιδιοκτησίας, οι οποίες λειτουργούν στο εξωτερικό. Ότι, δυνάμει του ά. 55 παρ. 2 του Ν. 2121/1993, νομιμοποιείται ενεργητικώς στην άσκηση όλων των δικαιωμάτων των δημιουργών, που έχουν μεταβιβαστεί σε αυτήν. Ότι η εναγόμενη διατηρεί και εκμεταλλεύεται στη Θήβα, επί της οδού Επαμεινώνδα αρ. 75 μία καφετέρια με τον διακριτικό τίτλο «ΒΕΤΡΟ» (VETRO), η οποία έχει επιφάνεια περί τα 40 τμ και ότι στο πλαίσιο της λειτουργίας της επιχείρησης αυτής προέβαινε, κατά το διάστημα από 01-01-2012 έως 30-06-2013 σε δημόσια εκτέλεση με μηχανικά μέσα και με την παρεμβολή δισκοθέτη (disk jockey) και σε εκμετάλλευση έργων, που ανήκουν στο προστατευόμενο από την ενάγουσα μουσικό ρεπερτόριο, ενδεικτικώς αναφερομένων των κάτωθι: «Give it Back» (δημιουργοί: Adisson Gaelle/ Stamile Eric M), «Remember Me» (δημιουργοί: Blackmore Alexis Jame/ Evans Richard L), «Αin't Nobody» (δημιουργοί: David Wolinski), «Loverboy» (δημιουργοί: Charles Leslie Sebest/ Lange Mutt) και «Pick up the pieces» (δημιουργοί: Stuart Hamish/Duncan Malcom). Ότι η χρήση αυτή από την εναγόμενη έγινε χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της ενάγουσας. Ότι με βάση το ισχύον αμοιβολόγιο της, τα πνευματικά δικαιώματα, που δικαιούται να εισπράξει η ενάγουσα από την εναγόμενη, είναι τα εξής: 1) για το έτος 2012 (από 01-01-2012 έως 31-12-2012) το ποσό των 67 ευρώ μηνιαίως και συνολικά το ποσό των 804€ευρώ (=67ευρώ/μήνα Χ 12 μήνες) πλέον ΦΠΑ και 2) για το έτος 2013 (από 01-01-2013 έως 30-06-2013) το ποσό των 67 ευρώ μηνιαίως και συνολικά το ποσό των 402€ευρώ (=67ευρώ/μήνα Χ 6 μήνες) πλέον ΦΠΑ. Ήτοι, ότι η συνολική οφειλή της εναγομένης προς την ενάγουσα ανέρχεται για το έτος 2012 και για το πρώτο εξάμηνο του έτους 2013 στο ποσό των 1.206 ευρώ (67 ευρώ Χ 18 μήνες) πλέον ΦΠΑ λόγω αδικοπραξίας, ως αμοιβή καταβαλλόμενη για την εκμετάλλευση του μουσικού ρεπερτορίου της ενάγουσας, στην οποία προέβη χωρίς άδεια η εναγόμενη. Ότι, ωστόσο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2121/1993 σε συνδυασμό με τις διατάξεις για την αδικοπραξία του ΑΚ, η εναγόμενη οφείλει ως αποζημίωση στην ενάγουσα για τη χρήση και εκμετάλλευση του μουσικού ρεπερτορίου της από τη λειτουργία της επιχείρησης της εναγομένης για το χρονικό διάστημα από 01-01-2012 έως 30-06-2013 το διπλάσιο της αμοιβής των 1.206 ευρώ (67 ευρώ Χ 18 μήνες), που όφειλε να καταβάλει για το είδος της εκμετάλλευσης, στην οποία προέβη χωρίς άδεια ο υπόχρεος και συγκεκριμένα το ποσό των 2.412 ευρώ (=1.206 ευρώ Χ 2) κατ' ά. 65 παρ. 2 του Ν. 2121/1993. Ότι περαιτέρω, λαμβανομένων υπόψη του είδους και της έκτασης της ζημίας της ενάγουσας από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της εναγομένης, που συνίσταται στη χωρίς νόμιμη άδεια χρήση και εκμετάλλευση του προστατευόμενου μουσικού ρεπερτορίου της ενάγουσας και η οποία ζημία τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τη ζημιογόνο συμπεριφορά, και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων μερών, η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη, λόγω προσβολής της φήμης, του ονόματος και της επαγγελματικής της πίστης και ως εκ τούτου πρέπει να της επιδικασθεί ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 1.000 ευρώ. Ότι συνεπώς η συνολική αποκαταστατέα ζημία της ενάγουσας για τις ανωτέρω αιτίες ανέρχεται στο ποσό των 3.412,00 ευρώ. Για τους λόγους αυτούς, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το ποσό των 2.412,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α. ως αποζημίωση για την παράνομη δημόσια εκτέλεση, χρήση και εκμετάλλευση του μουσικού ρεπερτορίου της ενάγουσας κατά τη χρονική περίοδο από 01-01-2012 έως 30-06-2013 με βάση τη διάταξη του άρθρου 65 παρ.2 του Ν. 2121/1993, καθώς και το ποσό των 1.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της από 11-02-2013 εξώδικης όχλησης προς αυτή, άλλως από την επίδοση της κρινόμενης, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγόμενη στη δικαστική της δαπάνη.
Η αγωγή αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 14 παρ. Ια και 22 ΚΠολΔ), κατά τη διαδικασία των μικροδιαφορών (άρθρα 466 επ. ΚΠολΔ), είναι ορισμένη, πλην του αιτήματος περί επιδίκασης στην ενάγουσα του ποσού του αναλογούντος Φ.Π.Α. επί του αιτούμενου ποσού, το οποίο κρίνεται απορριπτέο ως αόριστο, καθ' ότι δεν προσδιορίζεται επακριβώς το αιτούμενο ποσό του αναλογούντος Φ.Π.Α. και μάλιστα δεν προσδιορίζεται για κάθε επιμέρους κονδύλι που συναποτελεί το συνολικώς αιτούμενο ποσό. Είναι περαιτέρω νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις του Ν. 2121/1993, όπως ισχύει σήμερα, στις διατάξεις των άρθρων 59, 60, 345, 346, 914, 932 ΑΚ και 178 παρ.1 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος της κήρυξης της παρούσας προσωρινά εκτελεστής δεδομένου ότι οι αντιμωλία εκδιδόμενες αποφάσεις των μικροδιαφορών είναι άμεσα εκτελεστές (άρθρο 512 ΚΠολΔ). Επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη θα πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, καθ' όσον έχει καταβληθεί το νόμιμο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων επιβαρύνσεις (σχετ. υπ' αρ. 417742 και 371846 Σειρά Α παράβολα δικαστικού ενσήμου).
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 80 ΚΠολΔ, αν σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος, έχει δικαίωμα, μέχρι την έκδοση αμετάκλητης αποφάσεως, να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση για να τον υποστηρίξει. Από την παραπάνω διάταξη και τον συνδυασμό αυτής με την διάταξη του άρθρου 68 του ιδίου Κωδικός προκύπτει, ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση προσθέτου παρεμβάσεως, είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος, το οποίο πρέπει να προσδιορίζεται κατά την ρητή διάταξη του άρθρου 81 παρ. 1 εδ. β' ΚΠολΔ. Έννομο δε συμφέρον προς παρέμβαση υφίσταται, όταν με αυτή μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία εις βάρος του νομικής υποχρέωσης, που είτε απειλούνται από την δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της αποφάσεως, που θα εκδοθεί, είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής από τις αντανακλαστικές συνέπειες της (ΟλΑΠ 8/1998). Εξ' άλλου, ως τρίτος, κατά την έννοια της ιδίας διατάξεως του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος, ο οποίος δεν έχει προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου στην αρχική δίκη, μη ταυτιζόμενος νομικώς με κάποιον από αυτούς. Από τις ίδιες δε ως άνω διατάξεις σε συνδυασμό με 74, 75, 76, 78, 80, 82, 83, 115 § 3, 215 § 2 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι η πρόσθετη παρέμβαση ακόμη κι η αυτοτελής, μπορεί να ασκηθεί στο Ειρηνοδικείο και προφορικά, στα πλαίσια της δίκης, που διανοίχτηκε. Στην περίπτωση του άρθρου 83 ΚΠολΔ ο νόμος μεταχειρίζεται τον παρεμβάντα στο πλαίσιο της διαδικασίας, ως αναγκαίο ομόδικο του διαδίκου, υπέρ του οποίου παρεμβαίνει, απαλλασσόμενο από τη διαδικαστική κηδεμονία του συμμάχου του διαδίκου (βλ. Κ. Κεραμέα, Αστικό δικονομικό δίκαιο, Γενικό μέρος 1986, σ. 272) με όλες τις παρεχόμενες εκτεταμένες δικονομικές εξουσίες ενός αναγκαίου ομοδίκου (βλ. Γέσιου - Φαλτσή, Η αυτοτελής πρόσθετος παρέμβασις, σ. 581 επ. (585- 588), Ν. Βερβεσσό Δ6. 148 επ. (155-156), Σ. Κουσούλη, Μορφές παρέμβασης, Δ 18. 299, Σ. Πατεράκη, Προβλήματα ομοδικίας κ.λπ. ΝοΒ 37, 554, Ν. Νίκα, Ο δικαστικός συμβιβασμός, 111, Δεληκωστόπουλο - Σινανιώτη, I άρθρο 84, 238, Σταυρόπουλο, άρθρο 83, 170, Καλαβρό ΕλΔνη 1983,1587, ΑΠ 290/1978 ΕΕΝ 1978,574, ΕφΑΘ 2393/1988 ΝοΒ 36,758, βλ. αντιθ. Κ. Μπέη, άρθρο 83, 453, 454, τον ίδιο Δ 1974, 390-400, ΑΠ 507/1978 ΕΕΝ 1978, 698, ΕφΑΘ 434/1980 ΝοΒ 28,852). Με την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μία νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης (βλ. Σ. Κουσούλη, ό.π. σ. 299). Η κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 ΚΠολΔ (αυτοτελής) πρόσθετη παρέμβαση, τέλος, δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με τον υπέρ ου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται, ως κατά πλάσμα δικαίου, αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεση του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΕφΑθ 9560/1991 ΝοΒ 1991.1407). Επομένως, μεταξύ του προσθέτως πρωτόδικος παρεμβάντος και του υπέρ ου αυτός παρενέβη δημιουργείται, κατά την ορθότερη άποψη, σχέση αναγκαστικής ομοδικίας, σύμφωνα με την κρατούσα σχετικώς στην νομολογία άποψη (πρβλ. ενδεικτικώς ΟλΑΠ 321/1983 ΝοΒ 1983.1575, Σ. Σαμουήλ η έφεση εκδ. 2003 σελ. 148, Στ. Βλαστού Δίκαιο Σωματείων, συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων 2007 σελ. 323 επ.). Αλλωστε, εφόσον η διαφορά επιδέχεται ενιαία μόνο ρύθμιση ή η ισχύς της απόφασης, που θα εκδοθεί εκτείνεται σε όλους τους ομοδίκους ή όταν αυτοί μόνο από κοινού μπορούν να ασκήσουν αγωγή ή να εναχθούν ή λόγω των περιστάσεων δεν μπορούν να υπάρχουν αντίθετες αποφάσεις, οι πράξεις του καθενός από αυτούς ωφελούν και βλάπτουν τους άλλους (αρθ. 76 ΚΠολΔ).
Στην προκειμένη περίπτωση ασκήθηκε προφορικά, κατ' άρθρο 231 ΚΠολΔ, προ της έναρξης της προφορικής συζήτησης της υπόθεσης, αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση από τους ομόρρυθμους εταίρους της εναγομένης με αίτημα την απόρριψη της αγωγής. Η πρόσθετη αυτή παρέμβαση παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται για να συζητηθεί στο Δικαστήριο τούτο, (άρθρα 31, 80, 231 ΚΠολΔ) κατά τη διαδικασία των μικροδιαφορών και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 80, 83, 176 του ΚΠολΔ. Οι ως άνω παρεμβαίνοντες έχουν την απαιτούμενη εκ του άρθρου 80 ΚΠολΔ ιδιότητα του τρίτου στην ανοιγείσα δια της αγωγής δίκη αλλά και άμεσο έννομο συμφέρον για την άσκηση της, δεδομένου ότι λόγω της ιδιότητας τους ως ομόρρυθμων εταίρων πρόκειται η ισχύς της εκδοθησομένης απόφασης (δεδικασμένο και εκτελεστότητα) να καταλάβει και τους ίδιους (άρθρα 83, 329 και 920 ΚΠολΔ).
Οι κρινόμενες από 19-07-2013 και με αριθμό κατάθεσης 92/26-07-2013 αγωγή και η από 08-05-2015 προφορικά ασκηθείσα αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, υπέρ της εναγομένης, οι οποίες υπάγονται στο ίδιο είδος διαδικασίας και εκκρεμούν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, πρέπει να συνεκδικασθούν σύμφωνα με το άρθρο 246 ΚΠολΔ, αφού έτσι θα επιταχυνθεί η εκδίκαση της όλης διαφοράς και θα επέλθει και μείωση των εξόδων.
Από την ανωμοτί εξέταση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας ....., η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλέστηκαν και προσκόμισαν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339, 395 και 469 παρ.2 ΚΠολΔ) όπως μερικά απ' αυτά αναφέρονται ιδιαίτερα παρακάτω, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις ομολογίες τους που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις τους, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Η ενάγουσα είναι ανώνυμη εταιρεία που λειτουργεί ως οργανισμός συλλογικής διαχείρισης και προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων και έχει συσταθεί και λειτουργεί νόμιμα από το έτος 1930 σύμφωνα με τα άρθρα 54 επ. του Ν 2121/1993. Η έγκριση και η λειτουργία της χορηγήθηκε με τη νόμιμα δημοσιευμένη στο ΦΕΚ Β 939/22-10-1997 υπʼ αριθμ 9485/1997 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού. Σύμφωνα με το καταστατικό της, σκοπό έχει τη διαχείριση και προστασία του περιουσιακού δικαιώματος των πνευματικών δημιουργών όπως και των δικαιωμάτων του άρθρου 18 του ν. 2121/1993, για την υλοποίηση του οποίου συνάπτει συμβάσεις εκχώρησης με Έλληνες πνευματικούς δημιουργούς και συμβάσεις αμοιβαίας εκπροσώπησης με αντίστοιχες αλλοδαπές εταιρείες πνευματικής ιδιοκτησίας, οι οποίες λειτουργούν στο εξωτερικό. Στην ενάγουσα έχει εκχωρηθεί από τα μέλη της, που είναι πνευματικοί δημιουργοί κάθε κατηγορίας (πχ. συνθέτες, στιχουργοί κλπ) το αποκλειστικό και απόλυτο δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου τους υπάρχοντος και μέλλοντος να υπάρξει, μορφή της οποίας (εκμετάλλευσης) αποτελεί και η χορήγηση αδειών για δημόσια εκτέλεση αυτού είτε αυτή γίνεται ζωντανά είτε δια μηχανικών μέσων. Το δικαίωμα της παροχής αδείας για την εν λόγω μορφή εκμετάλλευσης έχει παραχωρηθεί από τους πνευματικούς δημιουργούς-μέλη της έναντι αμοιβής στην ενάγουσα, η οποία νομιμοποιείται στην άσκηση αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 2α και 3 του ν.2121/1993. Η εναγόμενη ήταν ομόρρυθμη εταιρεία, στην εκμετάλλευση της οποίας ανήκε μία καφετέρια στο κέντρο της πόλης της Θήβας, επί της οδού ..., με τον διακριτικό τίτλο «ΒΕΤΡΟ» (VETRO), επιφάνειας 40 τμ. Η εταιρεία αυτή, κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας της κρινόμενης αγωγής λύθηκε και εισήλθε σε στάδιο εκκαθάρισης, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ' αριθμ. πρωτ. 6435/13-11-2014 ανακοίνωση του Επιμελητηρίου Βοιωτίας, στην οποία βεβαιώνεται η καταχώρηση στο ΓΕΜΗ της λύσης της εταιρείας, στις 13-11-2014 και η είσοδός της σε στάδιο εκκαθάρισης με εκκαθαριστές τους δύο ομόρρυθμους εταίρους αυτής και ήδη προσθέτως παρεμβαίνοντες. Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ουδεμία επιρροή ασκεί στην παρούσα δίκη, ούτε επιφέρει διακοπή αυτής, διότι οι εταιρείες με νομική προσωπικότητα, όπως είναι και οι ομόρρυθμες εταιρίες που τήρησαν τις διατυπώσεις δημοσιότητας (άρθρο 42 ΕμπΝ) διατηρούν τη νομική προσωπικότητα τους μέχρι πέρατος της εκκαθάρισης και για τις ανάγκες αυτής. Το στάδιο δε της εκκαθάρισης ομόρρυθμης εταιρείας δεν παύει πριν εξοφληθούν όλες οι υποχρεώσεις αυτής και αν μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης διαπιστωθεί η ύπαρξη εταιρικής απαίτησης ή εταιρικού χρέους, τότε επαναλαμβάνονται οι εργασίες εκκαθάρισης και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της εταιρείας από τον εκκαθαριστή. Κατά το στάδιο αυτό φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της εταιρείας είναι το νομικό πρόσωπο αυτής, το οποίο και κινεί τις σχετικές δίκες εκπροσωπούμενο από τον εκκαθαριστή. Η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η εναγομένη κατά το επίδικο χρονικό διάστημα από 01-01-2012 έως 30-06-2013 έκανε χρήση και εκμετάλλευση του προστατευόμενου από την ίδια μουσικού ρεπερτορίου, χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια, μέσω σύνθετων τεχνολογικών μέσων και με την παρεμβολή δισκοθέτη (disc jockey). Πλην όμως, ο ισχυρισμός αυτός της ενάγουσας ουδόλως απεδείχθη εκ των ως άνω αναφερόμενων αποδεικτικών μεσούν. Ειδικότερα, ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας ο οποίος εξετάσθηκε ανωμοτί στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, κατέθεσε σχετικώς ότι ο ίδιος μία μόνο φορά μετέβη στο κατάστημα που διατηρούσε η εναγομένη στο κέντρο της Θήβας, στις 5 Ιανουαρίου 2013, οπότε και διαπίστωσε ότι γινόταν χρήση του προστατευόμενου μουσικού ρεπερτορίου της ενάγουσας. Ωστόσο κατά την κατάθεση του δεν κατονόμασε συγκεκριμένα μουσικά κομμάτια τα οποία άκουσε να αναπαράγονται κατά την παραμονή του στο κατάστημα της εναγομένης προκειμένου το παρόν Δικαστήριο να είναι σε θέση να ελέγξει εάν υπάγονται στο προστατευόμενο ρεπερτόριο ή όχι. Περαιτέρω, ο ίδιος επικαλέστηκε πολλάκις ως πηγή γνώσης των όσων κατέθετε τις αναφορές έτερου προσώπου ονόματι Αποστόλου, ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς του διενεργούσε συνεχείς ελέγχους στην καφετέρια της εναγομένης σε όλη την ως άνω αναφερόμενη χρονική περίοδο, ως αντιπρόσωπος της εταιρείας. Η ενάγουσα όμως αφενός δεν απέδειξε την επικαλούμενη σχέση του τρίτου αυτού προσώπου με την εταιρεία αφετέρου δεν επιμελήθηκε την εξέταση του ιδίου ως μάρτυρα ή την προσκομιδή σχετικής ένορκης βεβαίωσης, σε περίπτωση που η φυσική παρουσία του την ημέρα της δικασίμου ήταν αδύνατη. Σε κάθε δε περίπτωση ούτε τα προσκομιζόμενα απογραφικά δελτία, τα οποία η ίδια προσκομίζει, με ημερομηνίες 16-01-2012 και 08-02-2013 και φέρουν την υπογραφή του ως άνω προσώπου, κρίνονται επαρκή για την απόδειξη του ισχυρισμού της αυτού δεδομένου ότι ούτε στα έγγραφα γίνεται αναφορά συγκεκριμένων τραγουδιών τα οποία αναπαρήγαγε παρανόμως σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της το κατάστημα της εναγομένης κατά τις ως άνω ημερομηνίες. Εξάλλου, απεδείχθη ότι κατά το χρονικό διάστημα από 01-01-2012 έως 30-06-2013 η επιχείρηση της εναγομένης ήταν εφοδιασμένη με γραπτή άδεια από διαφορετικό οργανισμό συλλογικής διαχείρισης μουσικών πνευματικών δικαιωμάτων με την επωνυμία «ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ» (βλ. σχετ. προσκομιζόμενες από 03-04-2012 και 11-02-2013 βεβαιώσεις) δια της οποίας είχε επιτραπεί στην επιχείρηση της εναγομένης η δημόσια εκτέλεση του ρεπερτορίου που εκπροσωπείται από τον οργανισμό αυτό.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη, ενώ τα δικαστικά έξοδα των προσθέτως παρεμβαινόντων θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ενάγουσας λόγω της ήττας της (αρθρ. 176 και 182 παρ.1 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης θα πρέπει να ορισθεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης (αιτιολογημένης) ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας (άρθρο 501, 505 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία της ενάγουσας και των προσθέτως παρεμβαινόντων υπέρ της εναγομένης και ερήμην της εναγομένης.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των εκατό (100) ευρώ.
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τη με αριθμό κατάθεσης 92/26-07-2013 αγωγή με την προφορικά ασκηθείσα στο ακροατήριο αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΔΕΧΕΤΑΙ την πρόσθετη παρέμβαση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα των προσθέτως παρεμβαινόντων σε βάρος της ενάγουσας τα οποία ορίζει στο ποσό των ογδόντα (80) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, στη Θήβα, στις 28 Σεπτεμβρίου 2015, σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου