Ι.- Έννοιες Γνησιότητα υπό στενή έννοια: υποδηλώνει την προέλευση, δηλαδή την κατάρτιση του εγγράφου από τον φερόμενο ως εκδότη του.
Γνησιότητα υπό ευρεία έννοια: συμπεριλαμβάνει εκτός από την προέλευση και το γεγονός της μη αλλοίωσης του περιεχομένου του εγγράφου.
Ο νόμος (ΚΠολΔ) δεν κάνει σχετικές διακρίσεις.
Οι περί γνησιότητας-πλαστότητας διατάξεις του ΚΠολΔ εφαρμόζονται κατ’ εξαίρεση και στις εκδηλώσεις της διανοητικής πλαστογραφίας (προκειμένου για δημόσια έγγραφα), μολονότι η παραποίηση δεν αναφέρεται εδώ στο εξωτερικό αλλά στο εσωτερικό περιεχόμενο του εγγράφου (βλ. σχετ. ΑΠ 1974/2008, ΕλλΔνη (2010), 677, NOMOS, ΑΠ 732/1970, ΝοΒ (1971), 314, ΕΕΝ (1971), 182, ΑΠ 753/1970, ΝοΒ (1971), 328, ΠολΠρΑθ 14566/1975, ΕλλΔνη (1980), 736, Π.Αρβανιτάκη, ζητήματα αποδεικτικών εγγράφων (κατά τον ΚΠολΔ), 1992, σελ. 63-64, σημ. 19, Ν.Νίκα, πολιτική δικονομία, τομ. ΙΙ, 2005, σελ. 542 και 545. Βλ. όμως αντίθ. ΑΠ 228/1970, ΝοΒ (1970), 955). Πάντως, η ψευδής βεβαίωση γεγονότων σε ιδιωτικό έγγραφο δεν συνιστά πλαστογραφία (βλ. ενδ. ΑΠ 467/1985, ΠοινΧρ (1985), 800).
ΙΙ.- Η γνησιότητα των εγγράφων
Ημεδαπά δημόσια έγγραφα
Στα ημεδαπά δημόσια έγγραφα ο ΚΠολΔ απονέμει τεκμήριο γνησιότητας (άρθρο 455 ΚΠολΔ), που καλύπτει τόσο την προέλευση όσο και το ανόθευτο του περιεχομένου τους. Το τεκμήριο αυτό είναι μαχητό, αλλά μόνη δυνατότητα «ανταπόδειξης» εναντίον του προβλέπεται η προσβολή του ως πλαστού.
Ιδιωτικά έγγραφα
Τα ιδιωτικά έγγραφα δεν συνοδεύονται από αντίστοιχο τεκμήριο γνησιότητας (ΑΠ 1304/2013, NOMOS, ΑΠ 1764/2012, NOMOS, ΑΠ 915/2011, NOMOS, ΑΠ 1254/2010, ΕλλΔνη (2011), 999, ΑΠ 825/2010, NOMOS, ΑΠ 718/2010, ΝοΒ (2010), 2337 (περίλ.), NOMOS, ΑΠ 575/2010, ΝοΒ (2010), 2063 (περίλ.), ΑΠ 72/2008, ΝοΒ (2008), 2408, ΕλλΔνη (2008), 1024, ΕφΑΔ (2008), 582, ΑΠ 1568/2007, NOMOS, ΑΠ 1798/2006, ΧρΙΔ (2007), 147, ΑΠ 655/2003, ΕλλΔνη (2003), 1381, ΑΠ 1616/2001, ΕλλΔνη (2002), 407, ΑΠ 430/2001, NOMOS, ΑΠ 780/1994, ΕλλΔνη (1995), 840, ΕφΘεσ 1067/2010, Αρμ (2011), 600, ΕφΠατρ 954/2008, ΑχΝομ (2009), 391, ΕφΘεσ 1479/2007, Αρμ (2008), 754, ΕφΘεσ 1440/2004, ΕπισκΕΔ (2004), 748, ΕφΛαρ 268/2004, ΕπισκΕΔ (2004), 716, ΕφΔωδ 215/2004, NOMOS, ΕφΛαρ 70/2001, ΕλλΔνη (2004), 526, Δικογραφία (2001), 90, ΕφΑθ 1627/1982, ΕΕμπΔ (1983), 278). Αν αμφισβητηθεί η γνησιότητά τους, ο διάδικος που τα επικαλείται και τα προσκομίζει οφείλει να την αποδείξει, ανεξάρτητα από το είδος του εγγράφου, το πρόσωπο (διάδικο ή τρίτο) από το οποίο προέρχεται (ΑΠ 1304/2013, NOMOS, ΑΠ 1764/2012, ό.π., ΑΠ 915/2011, ό.π., ΑΠ 825/2010, ό.π., ΑΠ 718/2010, ό.π., ΑΠ 72/2008, ό.π., ΑΠ 1798/2006, ό.π., ΑΠ 1149/2002, ΕλλΔνη (2004), 485, ΑΠ 780/1994, ό.π.) ή την εκτίμηση του εγγράφου προς άμεση ή έμμεση απόδειξη (ΑΠ 718/2010, ό.π., ΑΠ 575/2010, ό.π., ΑΠ 1616/2001, ό.π., ΑΠ 310/1996, ΕλλΔνη (1997), 87, ΑΠ 780/1994, ό.π.). Η απόδειξη της γνησιότητας γίνεται με την ίδια διαδικασία με την οποία δικάζεται η επίδικη διαφορά (ΑΠ 825/2010, ό.π., ΑΠ 655/2003, ό.π., ΕφΑθ 67/2012, ΝοΒ (2012), 576, ΕλλΔνη (2012), 840, ΕφΠειρ 1722/1987, ΠειρΝομ (1987), 470, Ι.Τέντες, εις Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα ερμηνεία ΚΠολΔ, υπ’ άρθρο 458, αριθ. 2, σελ. 817). Για την απόδειξη αυτή μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα απόδειξης, ιδίως αυτοψία, πραγματογνωμοσύνη και μάρτυρες (ΑΠ 1304/2013, NOMOS, ΕφΛαρ 70/2001, ΕλλΔνη (2004), 526, Δικογραφία (2001), 90). Διαφορετικά (δηλ. αν αμφισβητηθεί η γνησιότητα του ιδιωτικού εγγράφου, χωρίς αυτή (γνησιότητα) να αποδειχθεί από τον επικαλούμενο το έγγραφο), το ιδιωτικό έγγραφο δεν λαμβάνεται υπόψη για το σχηματισμό δικαστικής πεποίθησης (βλ. σχετ. ΑΠ 1304/2013, NOMOS, ΑΠ 1583/2007, NOMOS, ΑΠ 1793/1988, ΕλλΔνη (1991), 94, ΑΠ 566/1981, ΕΕΝ (1982), 320, Π.Αρβανιτάκη, ζητήματα αποδεικτικών εγγράφων (κατά τον ΚΠολΔ), 1992, σελ. 68) ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1517/2013, ΧρΙΔ (2014), 210, ΑΠ 1764/2012, NOMOS, ΑΠ 279/2011, ΝοΒ (2011), 1255, ΑΠ 1254/2010, ό.π., ΑΠ 718/2010, ό.π., ΑΠ 72/2008, ό.π., ΑΠ 1739/2007, ΕΠολΔ (2008), 388, ΑΠ 780/1994, ΕλλΔνη (1995), 840, ΑΠ 320/1984, ΑρχΝ (1985), 389, ΑΠ 1211/1975, ΝοΒ (1976), 518, ΕΕΝ (1976), 466, ΑΠ 764/1974, ΝοΒ (1975), 320, ΕφΠατρ 954/2008, ό.π., ΕφΘεσ 1440/2004, ό.π., ΕφΑθ 5408/1982, ΑρχΝ (1984), 153) ή ως μη πληρούν τους όρους του νόμου αποδεικτικό μέσο (ΑΠ 72/2008, ό.π., ΑΠ 655/2003, ΕλλΔνη (2003), 1381, ΑΠ 1273/1998, ΕλλΔνη (1999), 81, ΑΠ 1323/1996, ΕΕργΔ (1998), 376, ΑΠ 1194/1994, ΕλλΔνη (1996), 86, ΑΠ 933/1987, ΕΕΝ (1988), 436, ΑΠ 320/1984, ΑρχΝ (1985), 389, ΑΠ 681/1981, ΕΕργΔ (1981), 705).
Αν δεν αμφισβητηθεί ή αναγνωριστεί η προέλευσή του, το έγγραφο αυτό θεωρείται γνήσιο (άρθρο 457 παρ. 2 ΚΠολΔ) και το τεκμήριο αυτό μπορεί να ανατραπεί μόνο με την προσβολή του εγγράφου ως πλαστού (ΑΠ 891/2012, ΕΠολΔ (2013), 60, ΑΠ 780/1994 (: αναγνώριση προέλευσης), ό.π.) και το τεκμήριο αυτό καλύπτει και το (υπερκείμενο της υπογραφής) περιεχόμενό του (άρθρο 457 παρ. 3 ΚΠολΔ), δηλαδή αποκτά «ισχύ δημοσίου» και προσβάλλεται πλέον μόνο ως πλαστό κατ’ άρθρο 460 ΚΠολΔ (ΑΠ 1764/2012, NOMOS, ΑΠ 1254/2010, ό.π., ΑΠ 825/2010, NOMOS, ΑΠ 718/2010, ό.π., ΑΠ 72/2008, ό.π., ΑΠ 1568/2007, ό.π., ΑΠ 1798/2006, ό.π., ΑΠ 1770/2006, NOMOS, ΑΠ 655/2003, ό.π., ΑΠ 1149/2002, ό.π., ΑΠ 1616/2001, ΕλλΔνη (2002), 407, ΑΠ 780/1994, ό.π., ΑΠ 62/1989, ΕΕΝ (1989), 941, ΕφΘεσ 1067/2010, ό.π., ΕφΘεσ 1445/2009, ΕπισκΕΔ (2010), 137, ΕφΠατρ 954/2008, ό.π., ΕφΠατρ 143/2008, ΕπισκΕΔ (2008), 571, ΕφΑθ 526/2005, ΝοΒ (2005), 1620, ΕφΘεσ 1440/2004, ό.π., ΕφΛαρ 865/2004, ΝοΒ (2005), 912, ΕφΔωδ 215/2004, NOMOS, Π.Αρβανιτάκης, ζητήματα αποδεικτικών εγγράφων (κατά τον ΚΠολΔ), 1992, σελ. 70). Σήμερα, μετά την τροποποίηση του άρθρου 445 ΚΠολΔ με το άρθρο 40 παρ. 2 Ν. 3994/2011, προβλέπεται ρητά ότι τα ιδιωτικά έγγραφα, εφόσον είναι συνταγμένα με τους νόμιμους τύπους και εφόσον η γνησιότητά τους αποδείχθηκε ή αναγνωρίστηκε, αποτελούν πλήρη απόδειξη και ως προς το περιεχόμενο των δικαιοπρακτικών δηλώσεων (βλ. σχετ. και Γ.Νικολόπουλο, ό.π., σελ. 308-309). Ως προς τα ιδιωτικά έγγραφα μαρτυρίας, τα οποία περιέχουν απλά πραγματικά γεγονότα και όχι δικαιοπρακτική δήλωση βούλησης, π.χ. εξοφλητικές αποδείξεις, αν η γνησιότητά τους αναγνωριστεί ή αποδειχθεί, αποτελούν πλήρη απόδειξη ότι η δήλωση που περιέχεται σ’ αυτά προέρχεται από τον εκδότη τους, ενώ ως προς το περιεχόμενο στα έγγραφα αυτά, π.χ. εξοφλητικές αποδείξεις, επιβλαβές για τον δανειστή γεγονός της καταβολής, η εξοφλητική απόδειξη αποτελεί εξώδικη ομολογία, η οποία εκτιμάται από το δικαστήριο ελεύθερα και επιτρέπεται ανταπόδειξη, χωρίς την προσβολή του εγγράφου για πλαστότητα (βλ. έτσι ΑΠ 891/2012, ό.π., ΑΠ 646/2009, ΕλλΔνη (2011), 1610 και 1617, ΑΠ 689/2003, ΕλλΔνη (2004), 156, ΑΠ 400/2002, Ισοκράτης, ΕφΛαρ 147/2007, ΕΕργΔ (2008), 1494).