(δημοσίευση στην Εφημερίδα "ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ της Κυριακής", της 5/10/2014)
Αποτέλεσε
μεγάλη έκπληξη για τον δικηγορικό κόσμο της Χώρας το «εξαιρετικώς επείγον»
έγγραφο του Προϊσταμένου του Γραφείου του Νομικού Συμβούλου του Ι.Κ.Α με θέμα:
«τηρητέα
πορεία επί των δικαστικών υποθέσεων του Ι.Κ.Α – ΕΤΑΜ, μετά την υπογραφή και
θέση σε εφαρμογή του νέου συμφωνητικού – αμοιβολογίου των δικηγόρων με ανάθεση
κατά υπόθεση (κατ’ αποκοπήν) του Ι.Κ.Α – ΕΤΑΜ».
Και
τούτο επειδή για πρώτη φορά, λόγω του ότι (κατά τον συντάκτη του εγγράφου) «…το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ βρίσκεται στην εξαιρετικά
δυσχερή θέση να αντιμετωπίσει στις παραστάσεις των δικηγόρων στα διάφορα
δικαστήρια αμοιβές κατά πολύ υψηλότερες απ΄ αυτές που ίσχυαν στον προηγούμενο
Κώδικα περί Δικηγόρων και στο Συμφωνητικό - Αμοιβολόγιο των δικηγόρων με
ανάθεση κατά υπόθεση που ίσχυσε στο παρελθόν…», δίνεται η οδηγία –
εντολή όπως: «….στις διάφορες εκδικαζόμενες υποθέσεις των Διοικητικών Δικαστηρίων όπου
είναι διάδικος το Ι.Κ.Α – ΕΤΑΜ και σε όσες άλλες περιπτώσεις επιτρέπεται από
τις κείμενες διατάξεις, χωρίς να προκαλείται ερημοδικία και να παράγεται
τεκμήριο ομολογίας του Ι.Κ.Α – ΕΤΑΜ, να
μη παρίσταται το Ίδρυμα μετά η δια πληρεξουσίου δικηγόρου, αλλά να παρίσταται
με τον Διευθυντή του ή με ειδικά εξουσιοδοτημένο απ’ αυτόν υπάλληλο και να
εκθέτει εγκαίρως γραπτώς και προφορικώς όταν χρειάζεται, τις απόψεις της
Διοικήσεως, με συνημμένα όλα τα κρίσιμα έγγραφα της υπόθεσης, αντικρούοντας
όλους τους ισχυρισμούς των αντιδίκων, προβάλλοντας τις σχετικές ενστάσεις του,
τα πραγματικά περιστατικά και τα νομικά επιχειρήματα, συντάσσοντας υπομνήματα
σε σοβαρές υποθέσεις και ζητώντας όταν
είναι αναγκαίο και την συνδρομή των δικηγόρων».
Η ως άνω
οδηγία-εντολή-προτροπή του Προϊσταμένου του Γραφείου του Νομικού Συμβούλου του Ι.Κ.Α προς
τους Διευθυντές Αθηνών-Πειραιώς και όλων των Τοπικών και Περιφερειακών
Υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, τους δικηγόρους Αθηνών –Πειραιώς και των Τοπικών
και Περιφερειακών Υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που υπηρετούν με ανάθεση κατά
υπόθεση και προς τα Κέντρα Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών, δεν έχει γίνει ακόμα αποδεκτή από την Διοίκηση του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, πλήν
όμως αποτελεί ένα ακόμα καίριο κτύπημα κατά του δικηγορικού κόσμου και των
δικηγόρων της μαχόμενης δικηγορίας, αφού επιδιώκεται μια ακόμα μείωση της ήδη
περιορισμένης, στις μέρες μας, δικηγορικής ύλης. Ταυτόχρονα όμως επιδιώκεται η
υποβάθμιση της θεσμικής θέσης του δικηγόρου και ο ρόλος που έχει (ή που θα
έπρεπε να έχει) αυτός στην παροχή έννομης προστασίας και στην διεξαγωγή μιας
πολιτικής ή διοικητικής δίκης, εφόσον η παρουσία του και μόνο δίνει τα εχέγγυα
της επαγγελματικής γνώσης, της αξιοπιστίας και της προάσπισης των δικαιωμάτων
(δικονομικών και ουσιαστικών) του εντολέα του.
Πέρα από το γεγονός ότι η πρόταση-οδηγία αυτή του Προϊσταμένου του Γραφείου του Νομικού Συμβούλου του
Ι.Κ.Α στερείται νομικής βάσης και
μόνο με διασταλτική ερμηνεία ισχυουσών διατάξεων θα μπορούσε να συζητηθεί,
βάζει σε κίνδυνο και τα συμφέροντα του Ταμείου το οποίο θέλει δήθεν να
«προστατεύσει» με την μη εκπροσώπησή του από δικηγόρος. Και τούτο επειδή
επιδιώκει την ανάθεση της νομικής εκπροσώπησης του Ταμείου σε υπαλλήλους του,
που ακόμα κι αν έχουν την οποιαδήποτε νομική κατάρτιση, εφόσον δεν ασκούν το
επάγγελμα του δικηγόρου, δεν είναι σε θέση, με κανέναν τρόπο, να αντιμετωπίσουν
τα δικονομικά και ουσιαστικά προβλήματα που παρουσιάζονται σε μια διοικητική
δίκη, ούτε βεβαίως είναι σε θέση να αντικρούσουν με επάρκεια τα νομικά
επιχειρήματα και τις δικονομικές ή ουσιαστικές ενστάσεις που θα προβληθούν από
τον αντίδικο του ΙΚΑ. Με τον τρόπο αυτό είναι πάρα πολύ πιθανό να προκαλέσουν
ζημία στα συμφέροντα του Ταμείου, τα οποία όμως ο συντάκτης του εγγράφου θέτει
σε δεύτερη μοίρα, μπροστά στην εμμονή του να μην καταβάλλει το Ταμείο αμοιβές
σε επαγγελματίες δικηγόρους οι οποίοι χειρίζονται τις υποθέσεις του.
Ταυτόχρονα
μειώνει το επαγγελματικό κύρος και των συνεργαζόμενων με το Ταμείο Δικηγόρων,
αφού αυτοί θα καλούνται κατά περίπτωση να «βγάλουν
τα κάστανα από την φωτιά», εφόσον όπως αναφέρεται στο έγγραφο οι Διοικητές
του ΙΚΑ θα μπορούν να ζητούν όταν είναι αναγκαίο
και την συνδρομή των δικηγόρων (!!!).
Η
ως άνω όμως οδηγία βέβαια στηρίζεται στην παραδοχή ότι οι αμοιβές των δικηγόρων
αυξήθηκαν σε σχέση μ’ αυτές που
ίσχυαν στον προηγούμενο Κώδικα περί Δικηγόρων, γεγονός που είναι αναληθές, αφού
ως γνωστόν οι «νόμιμες αμοιβές» των Δικηγόρων που ισχύουν σήμερα, είναι ίδιες
ακριβώς με τα ελάχιστα όρια αμοιβών που προέβλεπε ο παλαιός Κώδικας περί
Δικηγόρων.
Συμπερασματικά, ο συντάκτης του εγγράφου, παραμερίζοντας την
Διοίκηση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, την γνώμη της οποίας για το θέμα που προέκυψε δεν έχουμε
μάθει αν και έχουν περάσει περίπου 15 ημέρες, θέλοντας να «ανακουφίσει» την
δεινή οικονομική κατάσταση του Ταμείου, για τις αιτίες της οποίας δεν μπορεί
κανείς ασφαλώς να κατηγορήσει τους συνεργαζόμενους με το Ταμείο Δικηγόρους,
επέλεξε την εύκολη λύση του παραμερισμού, της απαξίωσης και της προσβολής του
δικηγορικού κλάδου, θέτοντας ταυτόχρονα σε πιθανό κίνδυνο και τα συμφέροντα του
Ταμείου, αφού προτείνει όπως η εκπροσώπησή του να μην γίνεται από επαγγελματίες
δικηγόρους-νομικούς, αλλά από υπαλλήλους του Ταμείου, οι οποίοι θα κληθούν να
σηκώσουν στην πλάτη τους τεράστια και δυσανάλογη με την θέση και τα προσόντα
της ευθύνη.
Ελπίζουμε ότι η Διοίκηση
του ΙΚΑ δεν θα ενδώσει σε τέτοιες λογικές και θα τηρήσει αυτά που μόλις πρίν
από λίγες ημέρες συμφώνησε με την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών
Συλλόγων της Χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου