Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 18 Απριλίου 2018

"ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ" [Χαρούλα Πόνη, Πρωτοδίκης Δ.Δ.]


ΕΙΣΑΓΩΓΗ1 

Για την άσκηση της αγωγής αποζημίωσης, η οποία αποτελεί κύριο και αυτοτελές ένδικο βοήθημα κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 71 παρ. 1, 78 και 80 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, στο εξής ΚΔΔικ)2, πρέπει να συντρέχουν οι γενικές προϋποθέσεις του παραδεκτού που απαιτούνται και για τα λοιπά ένδικα βοηθήματα (προσφυγή, αίτηση ακύρωσης), καθώς και ορισμένες ειδικές προϋποθέσεις. Η συνδρομή των προϋποθέσεων αυτών ερευνάται αυτεπαγγέλτως κατά το άρθρο 35 ΚΔΔικ3. Στο πλαίσιο της παρούσας εκτίθενται οι πρόσφατες νομοθετικές μεταβολές και η σχετική νομολογία. 

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ 

1. Δικαιοδοσία 

Η πρώτη σημαντική μεταβολή στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων επήλθε με το άρθρο 48 παρ. 1 του ν. 3900/2010, με το οποίο υπήχθησαν από 18.3.2011 (τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση του νόμου κατά το ίδιο άρθρο) στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων οι διαφορές που αφορούν απαιτήσεις αποζημίωσης οποιασδήποτε μορφής για ζημίες που έχουν προκληθεί από αυτοκίνητο. Κατά την ερμηνεία της διάταξης αυτής από τον Άρειο Πάγο, κρίσιμος είναι ο χρόνος κατάθεσης του δικογράφου και όχι επέλευσης του συμβάντος και γένεσης της αξίωσης (ΑΠ 665/2016, 329/2014). Ωστόσο, στην αντίστροφη περίπτωση της μεταφοράς της σχετικής αρμοδιότητας από τα πολιτικά στα διοικητικά δικαστήρια4 δυνάμει του άρθρου 9 παρ. 1 εδ. γ του ν. 1406/1983, με την ΑΕΔ 31/2008 είχε κριθεί ότι κρίσιμος ήταν ο χρόνος που γεννήθηκαν και κατέστησαν δικαστικώς επιδιώξιμες οι σχετικές αξιώσεις (ΣτΕ 2229/2016, 2326/2015 κ.α.). Σε περίπτωση τυχόν διαφορετικής ερμηνείας της διάταξης αυτής από το Συμβούλιο της Επικρατείας ενδέχεται να ανακύψει ζήτημα προσφυγής στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο. Περαιτέρω, εκτιμάται ότι, ενόψει της πάγιας νομολογίας του ΣτΕ ότι η έννοια της ζημίας περιλαμβάνει τόσο τη θετική και αποθετική ζημία όσο και την ηθική βλάβη, αλλά και για το ενιαίο της διαδικασίας, η διάταξη καταλαμβάνει το σύνολο των υποθέσεων και δεν εξαιρούνται εκείνες στις οποίες, εκτός από υλική ζημία, επήλθε και τραυματισμός ή θάνατος. 

Εξάλλου, κρίθηκε ότι η παράνομη άρνηση οργάνων του Δημοσίου να προσλάβουν δικηγόρο με σχέση έμμισθης εντολής υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, ως έχουσα υπόβαθρο έννομη σχέση ιδιωτικού δικαίου5 . Επίσης, αγωγή στρεφόμενη κατά νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, που ως προς τα ζητήματα υπαγωγής στην ασφάλισή του ενεργεί ως οργανισμός κοινωνικής ασφάλισης, υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων6 . 

2. Αρμοδιότητα 

Επί της καθ’ ύλην αρμοδιότητας των διοικητικών δικαστηρίων, όπως καθορίζεται στο άρθρο 6 ΚΔΔικ, επήλθαν επίσης αλλεπάλληλες αλλαγές. Αρχικά, με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3659/2008 είχαν υπαχθεί στην αρμοδιότητα του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου οι υποθέσεις με χρηματικό αντικείμενο έως 20.000 ευρώ. Παρότι η έναρξη ισχύος του νόμου ήταν από 8.6.2008, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα προσδιορίζεται με τον ίδιο τρόπο και για τις αγωγές που κατατέθηκαν προ του 2008, δεδομένου ότι με την παρ. 1 άρθρου 13 του ν. 3900/2010 αντικαταστάθηκε μεταξύ άλλων η παράγραφος 2 του άρθρου 6 ΚΔΔικ, με ίδιο περιεχόμενο για τις εν λόγω υποθέσεις, και ορίστηκε με την παρ. 4 του αυτού άρθρου και νόμου ότι η ρύθμιση καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του υποθέσεις.

Πλην με τα άρθρα 47 παρ. 1 και 113 του ν. 4055/2012 επήλθε μεταβολή της καθ’ ύλην αρμοδιότητας του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου για τις υποθέσεις με χρηματικό αντικείμενο έως 60.000 ευρώ. Κρίσιμο δε στοιχείο για τον προσδιορισμό της αρμοδιότητας είναι ο ορισμός δικασίμου, αφού στο άρθρο 110 παρ. 15 του ιδίου νόμου ορίζεται ότι καταλαμβάνει τις εκκρεμείς υποθέσεις, για τις οποίες δεν έχει ορισθεί δικάσιμος έως τις 2.4.2012 (έναρξη ισχύος του νόμου, κατά το άρθρο 113 αυτού). Τέλος, με τη διάταξη του άρθρου 30 του ν. 4446/2016 προβλέφθηκε ότι οι εκκρεμείς υποθέσεις αρμοδιότητας μονομελούς που ασκήθηκαν μέχρι τις 31.12.2012, χωρίς να έχει ορισθεί δικάσιμος, εκδικάζονται σε πρώτο βαθμό από πρόεδρο πρωτοδικών.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 47 έως 50 που εντάσσονται στο τέταρτο κεφάλαιο του ν. 3900/2010 υπό τον τίτλο «Μεταφορά αρμοδιοτήτων» και με τις οποίες σκοπείται, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του νόμου, η αποσυμφόρηση του Συμβουλίου της Επικρατείας και η διευκόλυνση του έργου του, ενόψει του μεγάλου αριθμού των εκκρεμών ακυρωτικών υποθέσεων, συνάγεται ότι, κατά τη βούληση του νομοθέτη, εκκρεμείς υποθέσεις, οι οποίες διαβιβάζονται στα κατά τόπο αρμόδια διοικητικά εφετεία και διοικητικά πρωτοδικεία σύμφωνα με το άρθρο 50 του νόμου αυτού (3900/2010) δεν είναι μόνον όσες ανήκουν στις κατηγορίες διαφορών που μεταφέρονται στην αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων με το νόμο αυτό, αλλά και εκείνες οι οποίες είχαν μεταφερθεί στα εν λόγω δικαστήρια με προγενέστερα νομοθετήματα. Επομένως και οι εκκρεμείς αιτήσεις ακύρωσης που ανήκουν στις κατηγορίες υποθέσεων, οι οποίες έχουν υπαχθεί στα διοικητικά εφετεία με το άρθρο 49 του Ν. 3659/2008 (ή στα διοικητικά πρωτοδικεία με το άρθρο 51) αλλά, βάσει της διάταξης της παρ. 7 (ή της παρ. 4 αντίστοιχα) του άρθρου αυτού (σύμφωνα με το οποίο το άρθρο 49 δεν καταλαμβάνει τις εκκρεμείς υποθέσεις), έπρεπε να εκδικασθούν από το Συμβούλιο της Επικρατείας ως ασκηθείσες πριν από τη δημοσίευση του τελευταίου αυτού νόμου (7.5.2008), υπάγονται πλέον, κατά την έννοια του άρθρου 50 του Ν. 3900/2010, στην αρμοδιότητα των οικείων διοικητικών εφετείων ή πρωτοδικείων7 . Επί της κατά τόπον αρμοδιότητας, το άρθρο 7 παρ. 2 περ. γ (δυνατότητα υπαγωγής διαφορών αποδοχών προσωπικού του Δημοσίου και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και στο Δικαστήριο του τόπου όπου υπηρετεί ο υπάλληλος), παρά τη διαφορετική αρχική ρύθμιση, πλέον δυνάμει του άρθρου 14 παρ. 3 του ν. 3900/2010 καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς στις 8 Ιουνίου 2008 υποθέσεις.

 3. Διαδικαστική ικανότητα ή ικανότητα διαδίκου. 

Την ικανότητα υποβολής αίτησης προς παροχής δικαστικής προστασίας και εκδίκασής της ιδίω ονόματι έχουν όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, ενώσεις προσώπων και ομάδες περιουσίας κατά το άρθρο 23 ΚΔΔικ8 .