Τετάρτη 16 Ιουλίου 2025

ΠΠρΓιαννιτσών 7/2025: Εκκαθάριση ετερόρρυθμης εταιρίας

 


Οι εταίροι δεν δύνανται προς του πέρατος αυτής να ασκήσουν αξιώσεις τους που πηγάζουν από την εταιρική σχέση κατά της εταιρίας ή των συνέταιρων τους, εκτός εάν συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας ή έτερος αυτοτελής λόγος αξίωσης. Η αξίωση από την εταιρική σχέση πρέπει να αποτελέσει κονδύλιο στον τελικό λογαριασμό της εκκαθάρισης. Κατ’ εξαίρεση δύνανται να ασκηθούν και πριν από τη λήξη της εκκαθάρισης αξιώσεις από την εταιρική σχέση εάν με αυτές δεν παρεμποδίζεται ή διευκολύνεται ο σκοπός της εκκαθάρισης, ενώ παράλληλα η αγωγή δεν επιφέρει διατάραξη ή διάρρηξη της εσωτερικής τάξης της εταιρίας. Απαράδεκτη η αιτούμενη αναγνώριση απαιτήσεων του ενάγοντος ως προώρως ασκούμενη αναφορικά με την εταιρία, και ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης των εναγόμενων εταίρων, καθόσον κατά το στάδιο της εκκαθάρισης φορέας των δικαιωμάτων της εταιρίας είναι το νομικό πρόσωπο.


Αριθμός Απόφασης 7/2025

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

(Τακτική Διαδικασία)

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές, Βασιλική Δημητριάδου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ελένη Τσιμέρογλου, Πρωτόδικη Γενικής Επετηρίδας-Εισηγήτρια, Αθηνά Βασιλειάδου, Πρωτόδικη Γενικής Επετηρίδας, και τη Γραμματέα, Μαλαματή Τσιρκινίδου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στα Γιαννιτσά, τη 15η Οκτωβρίου 2024, προκειμένου να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

 

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ..., κατοίκου Γιαννιτσών ...

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Υπό εκκαθάριση ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «...    ΣΙΑ Ε.Ε», με έδρα στα Γιαννιτσά, νομίμως εκπροσωπουμένης ...

 ...

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

I. Κατά το άρθρο 70 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας: «Όποιος έχει έννομο συμφέρον να αναγνωρισθεί η ύπαρξη ή μη ύπαρξη κάποιας έννομης σχέσης, μπορεί να εγείρει σχετική αγωγή». Από τη διατύπωση της διατάξεως αυτής, που είναι ουσιαστικού δικαίου, προκύπτει ότι, είναι δυνατή η αναγνώριση με αγωγή της υπάρξεως ή ανυπαρξίας έννομης σχέσεως ιδιωτικού δικαίου, η οποία υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και τελεί σε κατάσταση αβεβαιότητας, εφόσον συντρέχει έννομο συμφέρον. Ως έννομη σχέση νοείται η βιοτική σχέση του προσώπου που αναφέρεται σε έτερο πρόσωπο ή υλικό αγαθό και ρυθμίζεται από το εξ αντικειμένου δίκαιο. Έννομο, δε, συμφέρον υφίσταται όταν η αιτούμενη διάγνωση είναι κατάλληλο μέσο άρσεως της υφισταμένης αβεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων και αποτροπής του προκαλουμένου στο συμφέρον του ενάγοντας κινδύνου από αυτήν. Δεν αποτελούν έννομη σχέση, υπό την ως άνω έννοια, τα απλά πραγματικά περιστατικά ή τα αφηρημένα νομικά ζητήματα δίχως τη σύνδεσή τους με έννομη σχέση, της οποίας ζητείται μέσω της αγωγής η προστασία. Επίσης, δεν αποτελεί έννομη σχέση η διαπίστωση πραγματικών ή νομικών καταστάσεων δίχως καθορισμό των προσαπτομένων από το δίκαιο συνεπειών, έστω και αν μνημονεύεται ο κανόνας ή η νομική αρχή όπου υπάγονται τα περιστατικά αυτά. Περαιτέρω, έννομο συμφέρον υφίσταται όταν η προκαλούμενη με την αναγνωριστική αγωγή δικαστική απόφαση είναι σε θέση να διαλευκάνει την αμφισβητουμένη ύπαρξη ή ανυπαρξία της έννομης σχέσεως, να άρει τη σχετική αβεβαιότητα και να αποτρέψει σχετικές με αυτό παρούσες ή μέλλουσες δικαστικές διενέξεις και μάλιστα οριστικώς, με δύναμη δεδικασμένου. Συνεπώς, αποφάσεις που δεν διαλευκαίνουν οριστικώς την έννομη σχέση, αλλά μόνο στοιχεία ή προδικαστικά ζητήματα αυτής, δεν είναι ικανές για παραγωγή δεδικασμένου και άρα ούτε και για αναγνώριση των εν λόγω μεμονωμένων στοιχείων, διότι πρέπει να προστεθούν και έτερα γεγονότα για την οριστική απόφαση επί της όλης έννομης σχέσεως. Μεμονωμένα, δηλαδή, στοιχεία της έννομης σχέσεως ή προδικαστικά αυτής στοιχεία δεν δύνανται να καταστούν αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής. Εξάλλου, το έννομο συμφέρον, που πρέπει να υφίσταται κατά τον χρόνο συζητήσεως της αναγνωριστικής αγωγής, και να είναι άμεσο, κατά την έννοια του άρθρου 68 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αποτελεί νομική έννοια και η κρίση περί συνδρομής αυτού από το δικαστήριο της ουσίας, με βάση τα γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά, υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο (βλ. ΑΠ 134/2015, ΑΠ 356/2013, ΑΠ 508/2013, ΑΠ 941/1997 στην Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η ανεπάρκεια των πραγματικών περιστατικών, που εκτίθενται στην αγωγή, σε σχέση με αυτά που απαιτούνται από τον Νόμο για τη θεμελίωσή της, χαρακτηρίζεται ως νομική αοριστία και ελέγχεται με τον προβλεπόμενο από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αναιρετικό λόγο, ως παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Συνεπώς, νομική είναι η αοριστία, που συνδέεται με τη νομική εκτίμηση του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Αντιθέτως, η έλλειψη εξειδίκευσης των πραγματικών περιστατικών, που θεμελιώνουν καταρχήν το ασκούμενο με την αγωγή ουσιαστικό δικαίωμα και αποτελούν την προϋπόθεση εφαρμογής του αντίστοιχου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, χαρακτηρίζεται ως ποσοτική αοριστία της αγωγής, ενώ η επίκληση απλώς των στοιχείων του Νόμου, δίχως αναφορά πραγματικών περιστατικών, χαρακτηρίζεται ως ποιοτική αοριστία της αγωγής και αμφότερες ελέγχονται αναιρετικώς με τους οριζόμενους στους αριθμούς 8 ή 14 του άρθρου 559 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας λόγους (βλ. ΟλΑΠ 18/1998, ΑΠ 683/2013, ΑΠ 1967/2006 δημοσιευμένες στην ιστοσελίδα «areiospagos.gr»).

II.         Με τις διατάξεις του άρθρου 224 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, θεσπίζεται η αρχή της απαγόρευσης μεταβολής της βάσεως της αγωγής με ποινή απαραδέκτου. Η απαγόρευση αυτή αναφέρεται στη μεταβολή της ιστορικής βάσεως της αγωγής, ήτοι των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν το επικαλούμενο δικαίωμα με την έννομη συνέπεια του οικείου κανόνα δικαίου. Ιστορική, δε, βάση της αγωγής είναι, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 εδ. α του ιδίου Κώδικα, το σύνολο των γεγονότων που θεμελιώνουν την αγωγή, δίχως την επίκληση των οποίων δεν είναι εφικτή η διάγνωση της ένδικης διαφοράς. Εξάλλου, η εν λόγω αρχή απαγόρευσης μεταβολής της βάσεως της αγωγής περιλαμβάνει ουχί μόνο τη γνήσια μεταβολή, ήτοι την αντικατάσταση της αρχικής ιστορικής βάσεως της αγωγής, αλλά και την προσθήκη με τις έγγραφες προτάσεις νέας αγωγικής βάσεως ή νέας επικουρικής βάσεως. Ωστόσο, ο Νόμος αμβλύνει τον άτεγκτο χαρακτήρα της προαναφερομένης αρχής και επιτρέπει στον ενάγοντα να συμπληρώσει, διευκρινίσει ή διορθώσει τους αγωγικούς του ισχυρισμούς, αρκεί να μη μεταβάλλεται η βάση της αγωγής. Οι επουσιώδεις, δε, αυτές επεμβάσεις δύνανται να λάβουν χώρα μόνο με τις έγγραφες προτάσεις που κατατίθενται ενώπιον του δικάζοντας δικαστηρίου ή με προφορική δήλωση καταχωριζομένη στα πρακτικά της δημοσίας συνεδριάσεως του τελευταίου, ουχί, δε, με την έγγραφη προσθήκη-αντίκρουση (βλ. ΑΠ 309/2011, ΑΠ 78/2011, ΑΠ 220/2003, ΑΠ 523/2002, ΑΠ 76/2002, ΑΠ 483/2001, ΑΠ 749/1992, ΕφΠειρ 163/1990, ΠολΠρωτΘεσ 7891/2003 άπασες στην Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, καθώς και Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία II, έκδοση 2005, παρ. 64, αριθ. 7-12). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 223 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όταν επέλθει η εκκρεμοδικία, είναι απαράδεκτη η μεταβολή του αιτήματος της αγωγής. Κατ’ εξαίρεση, ο ενάγων δύναται με τις έγγραφες προτάσεις ή με δήλωση στα πρακτικά, εωσότου περατωθεί η δίκη στον πρώτο βαθμό, να περιορίσει το αίτημα της αγωγής ή να ζητήσει: 1) τα παρεπόμενα του κύριου αντικειμένου της αγωγής και 2) αντί γι’ αυτό που ζητήθηκε αρχικώς, έτερο αντικείμενο ή το διαφέρον, εξαιτίας μεταβολής που επήλθε. Η εν λόγω αυστηρή ρύθμιση έχει τους λόγους της στην ανάγκη, ιδίως, να παγιωθεί εγκαίρως το αντικείμενο της δικαστικής έρευνας, καθώς και να διασφαλισθούν τα δικαιώματα άμυνας του εναγομένου. Επί της ουσίας, η απαγόρευση της μεταβολής του αιτήματος της αγωγής συνιστά ειδικότερη εκδήλωση της θεμελιώδους αρχής της προδικασίας (άρθρο 111 παρ. 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), η οποία υπηρετεί πρωτίστως το γενικότερο συμφέρον (βλ. ΑΠ 652/2003, ΑΠ 287/2002, ΑΠ 4118/1994, ΑΠ 6554/1992 στην Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ, καθώς και Ε. Μπαλογιάννη σε X. Απαλαγάκη, ΚΠολΔ-Ερμηνεία κατ’ άρθρο, έκδοση 2011, άρθρο 223, αριθ. 1-2, Ν. Νίκα, όπ.π., παρ. 64, αριθ. 1-6).

III.       Στα άρθρα 271 επ. του Ν.4072/2012 (ως ήδη ισχύουν) ορίζονται τα ακόλουθα: Άρθρο 271: «1. Ετερόρρυθμη εταιρεία είναι η εταιρεία με νομική προσωπικότητα, που επιδιώκει εμπορικό σκοπό και για τα χρέη της οποίας ένας τουλάχιστον από τους εταίρους ευθύνεται περιορισμένα (ετερόρρυθμος εταίρος), ενώ ένας άλλος τουλάχιστον από τους εταίρους ευθύνεται απεριόριστα (ομόρρυθμος εταίρος). 2. Εφόσον δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση στο παρόν κεφάλαιο, στην ετερόρρυθμη εταιρεία εφαρμόζονται οι διατάξεις για την ομόρρυθμη εταιρεία». Άρθρο 272: «1. Η επωνυμία της ετερόρρυθμης εταιρείας σχηματίζεται είτε από το όνομα ενός ή περισσότερων εταίρων είτε από το αντικείμενο της επιχείρησης είτε από άλλες λεκτικές ενδείξεις. Η επωνυμία της εταιρείας μπορεί να αποδίδεται ολόκληρη ή εν μέρει με λατινικούς χαρακτήρες. Στην επωνυμία της ετερόρρυθμης εταιρείας πρέπει να περιέχονται σε κάθε περίπτωση ολογράφως οι λέξεις «Ετερόρρυθμη Εταιρεία» ή το ακρωνύμιο «Ε.Ε». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως «Limited Partneship» ή/και το ακρωνύμιο «L.Ρ». 2. Αν στην επωνυμία ετερόρρυθμης εταιρείας περιληφθεί το όνομα ετερόρρυθμου εταίρου, τούτο έχει ως συνέπεια την απεριόριστη ευθύνη του, εκτός αν ο τρίτος που συναλλάχθηκε με την εταιρεία γνώριζε ότι είναι ετερόρρυθμος εταίρος. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η παράγραφος 2 του άρθρου 250». Άρθρο 273: «Η ετερόρρυθμη εταιρεία εγγράφεται στο Γ.Ε.ΜΗ. Στοιχεία που καταχωρίζονται, εκτός από τα αναφερόμενα στη παράγραφο 1, του άρθρου 251, είναι κατ’ ελάχιστον το όνομα, η κατοικία και η αξία της εισφοράς των ετερόρρυθμων εταίρων. Στο Γ.Ε.ΜΗ καταχωρίζεται και κάθε μεταβολή των στοιχείων αυτών». Άρθρο 279: «1. Ο ετερόρρυθμος εταίρος, που έχει καταβάλει στην εταιρεία την εισφορά του, δεν ευθύνεται για τα χρέη της εταιρείας. Σε αντίθετη περίπτωση ευθύνεται προσωπικά μέχρι του ποσού της εισφοράς του. 2. Ο εισερχόμενος μετά τη σύσταση της εταιρείας ετερόρρυθμος εταίρος ευθύνεται και για τα προ της εισόδου του χρέη, σύμφωνα με την παράγραφο 1. 3. Αντίθετη συμφωνία όσον αφορά στην ευθύνη του ετερόρρυθμου εταίρου, όπως ορίζεται στο παρόν άρθρο, δεν ισχύει έναντι των τρίτων». Άρθρο 281: «1. Σε περίπτωση εξόδου, αποκλεισμού ή θανάτου του μοναδικού ομόρρυθμου εταίρου, η ετερόρρυθμη εταιρεία λύνεται, εκτός αν με τροποποίηση της εταιρικής σύμβασης, που πρέπει να καταχωρισθεί μέσα σε τέσσερις (4) μήνες στο Γ.Ε.ΜΗ, ένας από τους ετερόρρυθμους εταίρους καταστεί ομόρρυθμος εταίρος ή αν εισέλθει στην εταιρεία νέος εταίρος ως ομόρρυθμος. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρο 259. 2. Αν μετά τη λύση της ετερόρρυθμης εταιρείας ακολουθήσει εκκαθάριση, καθήκοντα εκκαθαριστή ασκεί και ο ετερόρρυθμος εταίρος, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση». Επιπλέον, στο άρθρο 268 του ίδιου ανωτέρω Νόμου προβλέπεται ότι: «1. Αν σε περίπτωση λύσης της εταιρείας οι εταίροι δεν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, τη λύση της εταιρείας ακολουθεί η εκκαθάριση. 2. Τα ονόματα και η κατοικία των εκκαθαριστών εγγράφονται στο Γ.Ε.ΜΗ. Το ίδιο ισχύει και σε κάθε περίπτωση αντικατάστασης εκκαθαριστή. 3. Οι εκκαθαριστές υπογράφουν υπό την εταιρική επωνυμία με την προσθήκη των λέξεων «υπό εκκαθάριση». 4. Κατά την έναρξη και την περάτωση της εκκαθάρισης οι εκκαθαριστές συντάσσουν ισολογισμό. 5. Μετά την περάτωση της εκκαθάρισης η εταιρεία διαγράφεται από το Γ.Ε.ΜΗ. Τα βιβλία και τα έγγραφα της εταιρείας παραδίδονται προς φύλαξη σε έναν από τους εταίρους ή σε τρίτο. Σε περίπτωση διαφωνίας ο εταίρος ή ο τρίτος ορίζεται από το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων». Περαιτέρω στα άρθρα 72 επ. και 777 επ. του Αστικού Κώδικα ορίζονται τα εξής: Άρθρο 72: «Μόλις το νομικό πρόσωπο διαλυθεί, βρίσκεται αυτοδικαίως σε εκκαθάριση. Ωσότου περατωθεί η εκκαθάριση και για τις ανάγκες της, θεωρείται ότι υπάρχει». Άρθρο 73: «Αν ο νόμος ή η συστατική πράξη ή το καταστατικό δεν ορίζουν διαφορετικά ή το αρμόδιο όργανο δεν αποφάσισε διαφορετικά, η εκκαθάριση γίνεται από εκείνους που έχουν τη διοίκηση του νομικού προσώπου. Αν δεν υπάρχουν, (ο ειρηνοδίκης) το δικαστήριο διορίζει έναν ή περισσότερους εκκαθαριστές». Άρθρο 74: «Ο εκκαθαριστής ενεργεί ως διοικητής του νομικού προσώπου. Η εξουσία του περιορίζεται στις ανάγκες της εκκαθάρισης». Άρθρο 777: «Η εταιρεία λογίζεται ότι εξακολουθεί και μετά τη λύση της, εφόσον το απαιτούν οι ανάγκες και ο σκοπός της εκκαθάρισης. Από τη λύση παύει η εξουσία των διαχειριστών εταίρων». Άρθρο 778: «Αφού λυθεί η εταιρεία, η εκκαθάριση, αν δεν συμφωνήθηκε κάτι άλλο, ενεργείται από όλους τους εταίρους μαζί, ή από εκκαθαριστή που έχει διοριστεί με ομόφωνη απόφαση όλων. Σε περίπτωση διαφωνίας ο εκκαθαριστής διορίζεται ή αντικαθίσταται από το δικαστήριο με αίτηση ενός από τους εταίρους και η αντικατάσταση γίνεται μόνο για σπουδαίους λόγους». Άρθρο 780: «Κατά την εκκαθάριση πρώτα εξοφλούνται τα κοινά χρέη των εταίρων απέναντι σε τρίτους, καθώς και όσα υπάρχουν μεταξύ των εταίρων, και κατόπιν επιστρέφονται οι εισφορές. Αν η εισφορά δεν συνίσταται σε χρήμα, καταβάλλεται η αξία του αντικειμένου της κατά τον χρόνο της πραγματοποίησής της. Αν η εισφορά συνίσταται σε εργασία ή σε χρήση πράγματος δεν αποδίδεται». Άρθρο 781: «Η εταιρική περιουσία μετατρέπεται σε χρήμα, εφόσον αυτό απαιτείται για την εξόφληση των εταιρικών χρεών και για την απόδοση των εισφορών. Η μετατροπή γίνεται κατά τις διατάξεις για την πώληση κοινού πράγματος». Άρθρο 782: «Ό,τι απομένει μετά την εξόφληση των χρεών και την απόδοση των εισφορών, διανέμεται στους εταίρους κατά τον λόγο της μερίδας που έχει ο καθένας στα κέρδη». Άρθρο 783: «Αν τα εταιρικά πράγματα δεν αρκούν για την εξόφληση των χρεών και την απόδοση των εισφορών, για ό,τι λείπει ενέχονται οι εταίροι κατά τον λόγο της συμμετοχής τους στις ζημίες. Αν δεν είναι δυνατόν να εισπραχθεί από έναν εταίρο το έλλειμμα που του αναλογεί, ενέχονται γι’ αυτό κατά την ίδια αναλογία οι λοιποί εταίροι».

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2025

ΕλΣυν (Ελασ.Ολ.) 97/25: ΗΜΟΙ – ΔΑΠΑΝΕΣ – ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ – ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ/ΥΠΟΛΟΓΟΥ- ΕΦΕΣΗ – ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΘΕΝΤΟΣ ΠΟΣΟΥ. ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ. ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ – ΑΠΟΡΡΙΨΗ

 


ΔΗΜΟΙ – ΔΑΠΑΝΕΣ – ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ – ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ/ΥΠΟΛΟΓΟΥ- ΕΦΕΣΗ – ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΘΕΝΤΟΣ ΠΟΣΟΥ. ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ. ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ – ΑΠΟΡΡΙΨΗ.  Με την ένδικη αίτηση ζητείται η αναίρεση της υπ’αρ. 579/19 απόφασης του VIΙ Τμ. του ΕλΣυν, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση του αναιρεσείοντος κατά απόφασης του Οικονομικού Επιθεωρητή της Διεύθυνσης Εκτάκτων και Ειδικών Ελέγχων του Υπ. Οικονομικών, με την οποία  αυτός καταλογίστηκε ως υπόλογος, υπό την ιδιότητα του Προϊσταμένου Τμήματος Εξόδων Δήμου, αλληλεγγύως με άλλα πρόσωπα,  για ποσό το οποίο φέρεται ότι αντιστοιχεί σε έλλειμμα στη διαχείριση του Δήμου, κατά το οικονομικό έτος 1998 – Με την προσβαλλόμενη δε, απόφαση, περιορίστηκε το καταλογισθέν με αυτήν σε βάρος του αναιρεσείοντος ποσό. Το δικάσαν Τμήμα, κινούμενο εντός των ορίων της διακριτικής του ευχέρειας, με νόμιμη και επαρκή αιτιολογία απέρριψε τον ισχυρισμό του αναιρεσείοντος περί συνδρομής στο πρόσωπό συγγνωστής πλάνης, ικανής να επιφέρει κατ’ άρθρο 37 του ν. 3801/2009 την πλήρη απαλλαγή του από τον επίδικο καταλογισμό, καθόσον πράγματι ως εκ της θέσεώς του δεν δικαιολογείται ο αναιρεσείων να έχει πεπλανημένη αντίληψη. Ομοίως απορριπτέοι παρίστανται και οι ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος περί μη άσκησης σε βάρος του ποινικής δίωξης και μη ιδιοποίησης των σχετικών ποσών. Τέλος, στην κρινόμενη υπόθεση, όπως προκύπτει από τα ανελέγκτως γενόμενα δεκτά στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το δικάσαν Τμήμα ως προς τις μη νόμιμες δαπάνες συνεκτίμησε στο πλαίσιο του άρθρου 37 του ν. 3801/2009 τις ειδικότερες περιστάσεις πρόκλησης του ελλείμματος. Με τα δεδομένα αυτά, εν προκειμένω δεν ανακύπτει ζήτημα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, ούτε διατάραξης της δίκαιης ισορροπίας μεταξύ της αποκατάστασης της δημόσιας διαχείρισης και των περιουσιακών δικαιωμάτων του καταλογιζομένου. Συνεπώς, η ένδικη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. [ Π.Δ. 172/97, Β.Δ. 17.5/15.6.1959, αρ. 26 παρ. 1 Ν. 3274/04, αρ. 37 παρ. 1 Ν. 3801/09, αρ. 38,39,46,48-49,60-61,63-64 Β.Δ.17.5/15.6.1959, αρ. 67 Ν. 4735/20, αρ. 93 Ν. 4745/20, αρ. 25 παρ. 1 Συντ. ]


ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

ΣΕ Γ΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ 97/2025

 

Συνεδρίασε δημόσια, στις 3 Μαρτίου 2021, με την εξής σύνθεση: Ιωάννης Σαρμάς, Πρόεδρος, Κωνσταντίνος Κωστόπουλος, Αντιπρόεδρος, Γεώργιος Βοΐλης, Σταμάτιος Πουλής, Ασημίνα Σακελλαρίου, Γεωργία Παπαναγοπούλου, Νεκταρία Δουλιανάκη, Νικολέτα Ρένεση, Αικατερίνη Μποκώρου, Αντιγόνη Στίνη, Βασιλική Πέππα και Γρηγόριος Βαλληνδράς, Σύμβουλοι, εκτός από την Ευφροσύνη Παπαθεοδώρου, Σύμβουλο, που είχε κώλυμα. Γραμματέας η Ελένη Αυγουστόγλου.

Γενικός Επίτροπος Επικρατείας: Αντώνιος Νικητάκης, Επίτροπος Επικρατείας, κωλυομένης της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο Χρυσούλας Καραμαδούκη.

Για να δικάσει την από 21 Ιουνίου 2019 αίτηση (ΑΒΔ …..2019, αριθμ. πρωτ. κατάθεσης στην Υπηρεσία Επιτρόπου του ΕλΣυν στο Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης: ….2019) του … (...) του …, κατοίκου … ... (οδός ….), με ΑΦΜ …., ο οποίος παραστάθηκε διά δηλώσεως του άρθρου 231 παρ. 1 της Δικονομίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ν. 4700/2020, Α΄ 127) του πληρεξούσιου δικηγόρου του ΙΜ (ΑΜ/….).

Κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος παραστάθηκε διά του Νομικού Συμβούλου του Κράτους ΝΚ. Και Κατά του Δήμου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε.

Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η αναίρεση της 579/2019 απόφασης του VIΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε το Δικαστήριο άκουσε:

Τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.

Τον Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο οποίος ανέπτυξε την από 3.3.2021 γνώμη του και πρότεινε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε στις 26 Ιουνίου 2024 σε τηλεδιάσκεψη, με τη χρήση της επίσημης κρατικής πλατφόρμας e-Presence.gov.gr, σύμφωνα με το άρθρο 295 παρ. 2 του ν. 4700/2020, με Προεδρεύοντα τον Αντιπρόεδρο Κωνσταντίνο Κωστόπουλο και παρόντες τους Δικαστές που έλαβαν μέρος στη συζήτηση της υπόθεσης, εκτός από τον Πρόεδρο Ιωάννη Σαρμά, που αποχώρησε από την Υπηρεσία λόγω λήξεως της τετραετούς θητείας του στη θέση αυτή, τον Σταμάτιο Πουλή, Σύμβουλο, ο οποίος διορίσθηκε ήδη Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τον Γρηγόριο Βαλληνδρά, Σύμβουλο, ο οποίος αποχώρησε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 18 παρ. 5 του ν. 4820/2021.

Άκουσε την εισήγηση της Συμβούλου Νικολέτας Ρένεση και

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά τον νόμο

1. Για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης καταβλήθηκε το προσήκον παράβολο (… ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων) [άρθρο 73 παρ. 2 και 3 περ. δ΄ του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 (Α΄ 52) Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο άσκησης της αίτησης, σε συνδυασμό με τα άρθρα 350 παρ. 2, 357 και 383 του ν. 4700/2020].

2. Η υπό κρίση αίτηση έχει ασκηθεί εμπροθέσμως και νομοτύπως, είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την βασιμότητά της.

3. Με την ένδικη αίτηση, όπως οι λόγοι αυτής αναπτύσσονται με το από 8.3.2021 νομίμως κατατεθέν υπόμνημα, ζητείται η αναίρεση της 579/2019 απόφασης του VIΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή η από 8.6.2015 έφεση (Α.Β.Δ: …./2015) του αναιρεσείοντος κατά της .../...2015 απόφασης του Οικονομικού Επιθεωρητή της Διεύθυνσης Εκτάκτων και Ειδικών Ελέγχων - Περιφερειακό Γραφείο ... της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με την οποία αυτός καταλογίστηκε ως υπόλογος, υπό την ιδιότητα του Προϊσταμένου του Τμήματος Εξόδων της Διεύθυνσης Ταμειακής Υπηρεσίας του Δήμου ..., αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τα λοιπά αναφερόμενα στην απόφαση αυτή πρόσωπα, με το συνολικό ποσό των 586.767,78 ευρώ (κεφάλαιο 195.589,26 ευρώ και προσαυξήσεις 391.178,52 ευρώ), το οποίο φέρεται ότι αντιστοιχεί σε έλλειμμα στη διαχείριση του ανωτέρω Δήμου, κατά το οικονομικό έτος 1998. Με την προσβαλλόμενη απόφαση η ανωτέρω απόφαση καταλογισμού μεταρρυθμίστηκε και περιορίστηκε το καταλογισθέν με αυτήν σε βάρος του αναιρεσείοντος ποσό στο ύψος των 24.808,25 ευρώ.

4. Στην υπό κρίση υπόθεση, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, το VII Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου δέχθηκε κατά την ανέλεγκτη ως προς τα πράγματα κρίση του τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στις σκέψεις 5 έως 15 που ακολουθούν.

5. Με την .../... απόφαση του Δημάρχου ... ο αναιρεσείων τοποθετήθηκε στη θέση του Προϊσταμένου του Τμήματος Εξόδων της Διεύθυνσης Ταμειακής Υπηρεσίας του Δήμου ... για το χρονικό διάστημα από ... έως ..., δηλαδή για 8 μήνες και 29 ημέρες.

6. Mε αφορμή σχολιασμό που καταγράφηκε στην …. πορισματική έκθεση του Οικονομικού Επιθεωρητή …., σύμφωνα με τον οποίο «ο Δήμος ... διά της Ταμειακής του Υπηρεσίας συστηματικά εξοφλούσε δαπάνες προς τρίτους με μη προβλεπόμενες Ειδικές Εντολές του Αντιδημάρχου Οικονομικών και επειδή η εξωθεσμική αυτή διαδικασία ακολουθήθηκε για μεγάλα χρονικά διαστήματα, με ανεξέλεγκτες προφανώς συνέπειες, το θέμα πρέπει να εξετασθεί …», διατάχθηκε με την …. εντολή της Διεύθυνσης Επιθεώρησης Δ.Δ., Ν.Π. και Δ.Ε.Κ.Ο. του Υπουργείου Οικονομικών, η διενέργεια διαχειριστικού ελέγχου στον Δήμο ... οικονομικών ετών 1998 έως 2007.

7. Κατόπιν διενέργειας ελέγχου των πληρωμών που είχαν γίνει με ειδικές εντολές του Αντιδημάρχου Οικονομικών και εμφανίζονταν ως χρηματικά υπόλοιπα στα απολογιστικά στοιχεία του Δήμου ... κατά τα οικονομικά έτη 1998 έως 2007, συντάχθηκε η ΕΜΠ …. πορισματική έκθεση του Οικονομικού Επιθεωρητή της Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης Υπολοίπου Κεντρικής Μακεδονίας …., σύμφωνα με την οποία, βάσει των απολογιστικών στοιχείων που είχαν τεθεί στη διάθεση του ελέγχου και αφορούσαν την ανάλυση των χρηματικών υπολοίπων την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους, το μέρος των χρηματικών αυτών υπολοίπων που συνιστούσαν οι πληρωμές των ειδικών εντολών του οικείου έτους χωρίς την έκδοση αντίστοιχων χρηματικών ενταλμάτων θεωρήθηκε ταμειακό έλλειμμα. Αντιθέτως, όσες πληρωμές είχαν μεν διενεργηθεί από τον Δήμο με ειδικές εντολές χωρίς χρηματικά εντάλματα, αλλά στη συνέχεια ενταλματοποιήθηκαν εντός του έτους πληρωμής και δεν εμπεριέχονταν στα χρηματικά υπόλοιπα εκάστου έτους, δοθέντος ότι τα εν λόγω χρηματικά εντάλματα δεν είχαν αναθεωρηθεί από τον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, θεωρήθηκε ότι δεν συνιστούσαν έλλειμμα στην ταμειακή διαχείριση του Δήμου .... Ωστόσο, όσες πληρωμές είχαν γίνει με ειδικές εντολές και μολονότι προέκυπτε, δυνάμει προσκομισθέντων ενώπιον του ελέγχου στοιχείων, ότι είχαν τακτοποιηθεί με χρηματικά εντάλματα, εντούτοις εμπεριέχονταν και στα χρηματικά υπόλοιπα έκαστου έτους, θεωρήθηκε, ομοίως, ότι συνιστούν έλλειμμα. Επιπλέον, στο πλαίσιο του διενεργούμενου από τον ανωτέρω οικονομικό επιθεωρητή διαχειριστικού ελέγχου ζητήθηκε από τη Διεύθυνση της Ταμειακής Υπηρεσίας του Δήμου να υποβληθούν όσα χρηματικά εντάλματα είχαν εκδοθεί για την τακτοποίηση των ανωτέρω ταμειακών ελλειμμάτων και ανάγονταν σε πληρωμές ειδικών εντολών που είχαν γίνει τα έτη 1998 - 2007.

8. Με βάση την ανωτέρω πορισματική έκθεση, το έτος 1998 εκδόθηκαν συνολικά 282 Ειδικές Εντολές από το Γραφείο του Αντιδημάρχου Οικονομικών, ... ..., με αποδέκτη τη Διεύθυνση της Ταμειακής Υπηρεσίας του Δήμου ..., για πληρωμή σε πιστωτές του Δήμου ..., άνευ εκδόσεως χρηματικών ενταλμάτων, συνολικού ποσού 1.807.825.786 δραχμών. Για κάθε μία εκ των διενεργούμενων με τον τρόπο αυτό πληρωμών η Διεύθυνση της Ταμειακής Υπηρεσίας του Δήμου ..., με έγγραφό της προς το Γραφείο του εκάστοτε Αντιδημάρχου Οικονομικών, εξέφραζε τις αντιρρήσεις της, αναφέροντας τα εξής: «1. Στο άρθρο 60 του Β.Δ. 17-5/15.6.1959 (ΦΕΚ 114/Α 15.6.1959) ορίζεται ότι όλες οι πληρωμές από το Δημοτικό Ταμείο γίνονται με χρηματικά εντάλματα. 2. Στα άρθρα 38 και 39 του ανωτέρω Β.Δ. ορίζονται ρητά οι περιπτώσεις στις οποίες γίνονται πληρωμές χωρίς την έκδοση χρηματικού εντάλματος στις οποίες όμως, δεν συμπεριλαμβάνεται η αναφερομένη στο θέμα περίπτωση. 3. Με το υπ’ αριθμ. 172/1997 Π.Δ. (ΦΕΚ 146/10.7.1997 τ. Α) καθιερώθηκε η άσκηση προληπτικού ελέγχου των χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής, από 1.10.1997 (σχετική η .../97 Εγκ. της Δ.Ο.Υ. του Δήμου). 4. Ύστερα από τα ανωτέρω, θεωρούμε, ότι η ως άνω πληρωμή χωρίς χρηματικό ένταλμα είναι προδήλως παράνομη και δεν είναι δυνατόν να γίνει εκτελεστή».

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2025

ΜΠρ (Ασφ.Μ.) Αθ 4082/2025 : άρση της προσβολής της μνήμης του νεκρού, προστατευτέο έννομο αγαθό είναι η προσωπικότητα των επιζώντων



Τα πρόσωπα που ονομάζει το άρθρο 57 παρ. 1 εδ. β’ ΑΚ ασκούν δικό τους δικαίωμα (jure proprio) όταν ζητούν την άρση της προσβολής της μνήμης του νεκρού, προστατευτέο δε έννομο αγαθό με το άρθρο αυτό είναι η προσωπικότητα των επιζώντων. Συνέπεια αυτού είναι ότι το δικαίωμα των ως άνω προσώπων κρίνεται όχι επί τη βάσει των αρχών του κληρονομικού δικαίου, αλλά ως αυτοτελές που αποκτάται ανεξαρτήτως του αν γίνουν κληρονόμοι του θανόντος. Έτσι, προστατευόμενο έννομο αγαθό δεν είναι η “μεταθανάτια” προστασία της προσωπικότητας του νεκρού, αλλά η ίδια προσωπικότητα των ως άνω προσώπων, στο μέτρο που η προσβολή της μνήμης του νεκρού προσέβαλε, λόγω του στενού συνδέσμου μεταξύ τους (συνήθως οικογενειακού) το αίσθημα σεβασμού τους προς την μνήμη του νεκρού, που αποτελεί και αυτό έκφανση της προσωπικότητάς τους.


ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αριθμός απόφασης 4082/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΠΟΤΕΛΟΎΜΕΝΟ από τη Δικαστή Βασιλική Γεωργούση, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης και χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα.

.....

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

I. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1, 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 3 και 12 παρ. 2 του ν. 2121/1993 "περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων" προκύπτει ότι, οι πνευματικοί δημιουργοί με τη δημιουργία του έργου αποκτούν σ' αυτό πνευματική ιδιοκτησία που περιλαμβάνει, ως αποκλειστικά και απόλυτα δικαιώματα, αφενός το δικαίωμα εκμετάλλευσης αυτού (περιουσιακό δικαίωμα) και αφετέρου το δικαίωμα της προστασίας του προσωπικού τους δεσμού (ηθικό δικαίωμα) προς το έργο, όπως το τελευταίο (έργο) προσδιορίζεται λεπτομερώς στη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του παραπάνω νόμου. Ειδικότερα ως έργο νοείται κάθε πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης ή επιστήμης, που εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή και ιδίως τα γραπτά ή προφορικά κείμενα (ΑΠ 455/2023, ΑΠ 484/2020, ΑΠ 1420/2019, ΑΠ 509/2015). Κατά το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 2121/1993 "Ό δημιουργός ενός έργου είναι ο αρχικός δικαιούχος του περιουσιακού και του ηθικού δικαιώματος επί του έργου". Η θεμελιώδης στο δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας αρχή του δημιουργού συνδέεται άμεσα και αποκλειστικά με τη δημιουργική πράξη, η οποία αποτελεί πράξη υλική, εξωτερική ή πραγματική. Έννομη συνέπεια αυτής είναι η πρωτογενής κτήση της πνευματικής ιδιοκτησίας. Ειδικότερα, το περιουσιακό δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας, που έχει οικονομική αξία και είναι δεκτικό εκμετάλλευσης, εξασφαλίζει στο δημιουργό τη δυνατότητα να εκμεταλλευθεί το έργο ταυ, αποκομίζοντας από αυτό οικονομικά ωφελήματα. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 12 και 19 του ως άνω νόμου, το περιουσιακό δικαίωμα μπορεί να μεταβιβασθεί μεταξύ ζώντων ή αιτία θανάτου, ενώ το ηθικό δικαίωμα είναι αμεταβίβαστο μεταξύ ζώντων (ΑΠ 1420/2019, ΑΠ 415/2018, ΑΠ 509/2015) και μόνο μετά το θάνατο του δημιουργού περιέρχεται στους κληρονόμους του (άρθρα 4 παρ. 3 και 12 του ν. 2121/1993). Περαιτέρω κατά το άρθρο 65 του Ν. 2121/1993 σε κάθε περίπτωση προσβολής της πνευματικής ιδιοκτησίας ο δημιουργός μπορεί να αξιώσει την αναγνώριση του δικαιώματος του, την άρση της προσβολής και της παράλειψης της στο μέλλον, ενώ σε περίπτωση που κάποιος έχει αποκτήσει το περιουσιακό δικαίωμα δευτερογενώς, ως δικαιούχος, σε περίπτωση προσβολής, μπορεί να ασκήσει όσες από τις εξουσίες έχουν μεταβιβασθεί σ’ αυτόν (ΜονΠρωτΑθ 3337/2011). 

ΙΙ. Από τον συνδυασμό των άρθρων 57 και 59 ΑΚ προκύπτει ότι όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του, νοούμενη ως το προστατευόμενο από το Σύνταγμα (άρθρο 2 παρ. 1) σύνολο των αξιών που απαρτίζουν την ουσία του ανθρώπου, έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Σε περίπτωση δε που η παράνομη προσβολή της προσωπικότητας υπήρξε και υπαίτιας το δικαστήριο μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον προσβολέα να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη, που τυχόν έχει επέλθει, ιδίως με πληρωμή χρηματικού ποσού. Προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη τρίτου, με την οποία διαταράσσεται η κατάσταση που υπάρχει σε μία ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής. Η προσβολή είναι παράνομη όταν η επέμβαση στην προσωπικότητα του άλλου δεν είναι επιτροπή από το δίκαιο ή γίνεται σε ενάσκηση δικαιώματος το οποίο όμως είναι από άποψη έννομης τάξης μικρότερης σπουδαιότητας, είτε ασκείται καταχρηστικά. Ενόψει της σύγκρουσης των προστατευόμενων αγαθών προς τα προστατευόμενα αγαθά της προσωπικότητας των άλλων ή προς το συμφέρον της ολότητας, θα πρέπει να αξιολογούνται και να σταθμίζονται στη συγκεκριμένη περίπτωση τα συγκρινόμενα έννομα αγαθά και συμφέροντα για την διακρίβωση της ύπαρξης προσβολής του δικαιώματος επί της προσωπικότητας και ο παράνομος χαρακτήρας της. Τα έννομα αγαθά που περικλείονται στο δικαίωμα της προσωπικότητας (η τιμή, η ιδιωτική ζωή, η εικόνα, η σφαίρα του απορρήτου κλπ.) δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επιμέρους εκδηλώσεις, εκφάνσεις ή πλευρές του ενιαίου δικαιώματος επί της ιδίας προσωπικότητας έτσι ώστε η προσβολή οποιοσδήποτε έκφανσης της προσωπικότητας να σημαίνει και προσβολή της συνολικής έννοιας προσωπικότητα. Περαιτέρω, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της διάταξης του άρθρου 57 ΑΚ, η προσβολή αναφέρεται στην προσωπικότητα προσώπου που έχει πεθάνει, το δικαίωμα αυτό έχουν ο σύζυγος, οι κατιόντες, οι ανιόντες οι αδελφοί και οι κληρονόμοι ταυ από διαθήκη». Αντικείμενο της προστασίας του παραπάνω άρθρου είναι το δικαίωμα της προσωπικότητας η οποία αρχίζει με τη γέννηση του ανθρώπου και τερματίζεται με το θάνατό του (άρθρο 35 ΑΚ). Παρά δε το ότι στην παραπάνω διάταξη του δευτέρου εδαφίου χρησιμοποιείται αδόκιμα η έκφραση «προσβολή στην προσωπικότητα προσώπου που έχει πεθάνει», κατά την κρατούσα στην ελληνική νομική φιλολογία άποψη και ορθή ερμηνεία της διάταξης αυτής πρόκειται για προσβολή της μνήμης θανόντος. Τα πρόσωπα που ονομάζει το άρθρο 57 παρ.1 εδ. β' ΑΚ ασκούν δικό τους δικαίωμα (jure proprio) όταν ζητούν την άρση της προσβολής της μνήμης του νεκρού, προστατευτέο δε έννομο αγαθό με το άρθρο αυτό είναι η προσωπικότητα των επιζώντων, οι οποίοι εμμέσως με την προσβολή της μνήμης του θανόντος προσβάλλονται ατομικώς είτε στη δική τους τιμή, είτε στο συναίσθημα της στοργής και το καθήκον ευλάβειας προς τον αποθανόντα. Συνέπεια αυτού είναι άτι το δικαίωμα των ως άνω προσώπων κρίνεται όχι επί τη βάσει των αρχών του κληρονομικού δικαίου, αλλά ως αυτοτελές που αποκτάται ανεξαρτήτως του αν γίνουν κληρονόμοι του θανόντος. Προσβολή της μνήμης του νεκρού, ως συνέχεια της εν ζωή προσωπικότητας του ατόμου, μπορεί να συντελεστεί, υπό την προεκτεθείσα έννοια, με κάθε τρόπο, κατά τον οποίο είναι δυνατή προσβολή και επί ζώντος ατόμου, όπως με αντίστοιχη προσβολή της τιμής της εικόνας του απορρήτου και της αναπαράστασης εν γένει της ζωής του αποθανόντος με εξαίρεση τις προσβολές της προσωπικότητας οι οποίες προϋποθέτουν άτομο το οποίο ζει. Έτσι, προστατευόμενο έννομο αγαθό δεν είναι η «μεταθανάτια» προστασία της προσωπικότητας του νεκρού, αλλά η ίδια προσωπικότητα των ως άνω προσώπων, στο μέτρο που η προσβολή της μνήμης του νεκρού προσέβαλε, λόγω του στενού συνδέσμου μεταξύ τους (συνήθως οικογενειακού) το αίσθημα σεβασμού τους προς την μνήμη του νεκρού, που αποτελεί και αστό έκφανση της προσωπικότητάς τους (βλ. ΑΠ 1293/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1156/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Με την υπό κρίση αίτηση οι αιτούσες εκθέτουν ότι τυγχάνουν εγγονές του ... ο οποίος υπήρξε στρατηγός κατά τον ελληνοιταλικό πόλεμο και είχε διατελέσει και Υπουργός…. Ότι ο ανωτέρω συνέγραψε και εξέδωσε με αυτοέκδοση το 1967 ένα δίτομο έργο με τον τίτλο ... έργο με τον τίτλο ... Η βιογραφία μου ως στρατιωτικού …. χωρίς χρονολογία», τα εν λόγω δε βιβλία έως πρόσφατα ήταν εξαντλημένα και δεν κυκλοφορούσαν στην αγορά και μπορούσαν μόνο να ανευρεθούν σε παλαιοβιβλιοπωλεία. Ότι η τρίτη εξ αστών είναι κληρονόμος των πνευματικών δικαιωμάτων των παραπάνω έργων. Ότι ο πρώτος καθ’ ου, στο πλαίσιο των εκδόσεων ... των οποίων είναι κύριος και υπεύθυνος, εξέδωσε σε ένα τόμο τα τρία ανωτέρω έργα του … τον οποίο και διανέμει στα βιβλιοπωλεία και διαφημίζει στην ιστοσελίδα του με domain name … χωρίς τη συναίνεση της τρίτης εξ αυτών, καθόσον αυτή δεν του έχει παραχωρήσει οποιαδήποτε σχετική άδεια εκμετάλλευσης, ούτε έχει καταρτισθεί μεταξύ τους σύμβαση έντυπης έκδοσης. Ότι δεύτερη καθ' ης έχει αναρτήσει προβολή του βιβλίου στην ιστοσελίδα της με domain name «www. ….gr» και το διαθέτει στα καταστήματά της επί της οδού ...

Ακολούθως, οι αιτούσες επικαλούμενες τη διάταξη του άρθρου 57 εδ. β' ΑΚ, ιστορούν ότι ο πρώτος καθ' ου έχει περιλάβει μεταξύ των εκδόσεων του βιβλία των ιδίων ή βιογραφίες των πρωταίτιων της δικτατορίας 1967-1974, όπως του Γεωργίου Παπαδόπουλου, του Στυλιανού Παττακού, του Νικόλαου Μακαρέζου και άλλων. Ότι η ανάρτηση του βιβλίου του παππού τους εν μέσω αναρτήσεων βιβλίων των πρωταγωνιστών της δικτατορίας δημιουργεί στο αναγνωστικό κοινό την εντύπωση άτι και ο παππούς τους ήταν χουντικός και για τούτο εκδίδεται το βιβλίο του από έναν εκδοτικό οίκο, που εκδίδει και διανέμει και βιβλία χουντικών. Ότι η συμπερίληψη του βιβλίου του δημοκρατικού αξιωματικού παππού τους στις εκδόσεις ενός εκδοτικού οίκου, που εκδίδει και βιβλία χουντικών, συνιστά βαριά παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του παππού τους και, εφόσον εκείνος δεν ζει, τις αξιώσεις για την άρση της προσβολής, την παράλειψή της στο μέλλον και την καταβολή αποζημίωσης δικαιούνται να ασκήσουν οι ίδιες ως κατιούσες του, η δε τρίτη και ως μοναδική εξ αδιαθέτου κληρονόμος του, βάσει του άρθρου 57 § 1 εδ. β1 ΑΚ Με βάση το ως άνω ιστορικό οι απούσες ζητούν 1) ν' αναγνωρισθεί ότι ο πρώτος καθ'ου παρανόμως αναπαρήγαγε και διένειμε το επίμαχο βιβλίο, 2) να υποχρεωθεί ο πρώτος καθ'ου να παύσει την αναπαραγωγή αντιτύπων του βιβλίου, ν' αποσύρει τα διανεμηθέντα αντίτυπα του βιβλίου από οποιοδήποτε σημείο πώλησης και να παύσει τη διανομή τους, ν' αφαιρέσει την ανάρτηση του βιβλίου από την ιστοσελίδα «www. ….gr» και να καταστρέψει τα αναπαραχθέντα αντίτυπα, 3) να υποχρεωθεί η δεύτερη καθ'ης ν' αποσύρει τα αντίτυπα του βιβλίου, που διαθέτει στα καταστήματα της και αφαιρεθεί η ανάρτηση του βιβλίου από την ιστοσελίδα της με domain name «www. ….gr» και 4) να απειληθεί σε βάρος του πρώτου καθ' ου χρηματική ποινή πεντακοσίων (500) ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσής του ως προς την αφαίρεση της ανάρτησης του βιβλίου από την ιστοσελίδα του και την απόσυρση όλων των αντιτύπων του βιβλίου από οποιοδήποτε σημείο πώλησης. Τέλος, οι αιτούσες ζητούν να κηρυχθεί η παρούσα απόφαση προσωρινός εκτελεστή και να καταδικασθούν οι αντίδικοι της στα δικαστικά της έξοδα. Με το περιεχόμενο απτό και αιτήματα η υπό κρίση αίτηση εισάγεται παραδεκτός εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκασή της κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (αρ. 682 επ., 22 ΚΠολΔ). Ως προς την πρώτη και τη δεύτερη των αιτουσών, οι οποίες ζητούν τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, επικαλούμενες αποκλειστικά την προσβολή της προσωπικότητας του αποθανόντος παππού τους ….. και κατά κυριολεξία την προσβολή της μνήμης αυτού κατ' άρθρο 57 εδ. β' ΑΚ, η αίτηση κρίνεται απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη, προστατευόμενο έννομο αγαθό κατ' άρθρο 57 εδ. β' ΑΚ είναι η προσωπικότητα των επιζώντων, οι οποίοι εμμέσως με την προσβολή της μνήμης του θανόντος προσβάλλονται ατομικός, είτε στη δική τους τιμή, είτε στο συναίσθημα της στοργής και το καθήκον ευλάβειας προς τον αποθανόντα. Εν προκειμένω οι παραπάνω αιτούσες περιορίζονται ν' αναφέρουν ότι, εφόσον ο παππούς τους έχει αποβιώσει δικαιούνται ν’ ασκήσουν τις σχετικές εκ της προσβολής της προσωπικότητας αυτού αξιώσεις, επιδιώκοντας δηλαδή τη «μεταθανάτια» προστασία της προσωπικότητας του νεκρού και ουδέν πραγματικό περιστατικό επικαλούνται περί της προσβολής του προστατευόμενου αγαθού, ήτοι της δικής τους προσωπικότητας που επέφερε ως αντίκτυπο η προσβολή της μνήμης του παππού τους.