Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2024

ΠΠρΑθ 2929/2024 : "Λόγοι προσβολής πρακτικού διαμεσολάβησης - Ακυρότητα πρακτικού διαμεσολάβησης λόγω εικονικότητας, ανηθικότητας, αισχροκέρδειας και αντίθεσης στα χρηστά ήθη – Τυπικά στοιχεία πρακτικού διαμεσολάβησης – Ιδιόχειρη υπογραφή"

 


Pόλος διαμεσολαβητή και νομικών παραστατών στον έλεγχο της αληθούς συναίνεσης και του βαθμού κατανόησης των όρων της συμφωνίας από τα μέρη, προϋποθέσεις για την αναγνώριση άκυρης σύμβασης ως αισχροκερδούς.

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΝΟΧΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός Αποφάσεως 2929/2024

(Αρεκθκαταθ. αγωγής: ./28-07-2023)

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Γεώργιο Σερετίδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Παρασκευά Λασκαρίδη, Πρωτόδικη, Ευθαλία Τσιρόγλου, Πρωτόδικη - Εισηγήτρια και τη Γραμματέα Βασιλική Βασιλοπούλου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 25 Απριλίου 2024, προκειμένου να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ... κατοίκου . Ζακύνθου, με ΑΦΜ ., ο οποίος κατέθεσε προτάσεις πριν τη συζήτηση, υπογεγραμμένες από τη νομίμως εξουσιοδοτημένη πληρεξούσια δικηγόρο του ΓΚ (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ......), δυνάμει του από 15-12-2023 πληρεξουσίου εκπροσώπησης, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του (αρ. 96 ΚΠολΔ), η οποία δεν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο.

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: ..., κατοίκου Αθηνών, επί της οδού ...και προσωρινά διαμένουσας στις Η.Π.Α. Καλιφόρνιας (...), με ΑΦΜ ., η οποία κατέθεσε προτάσεις πριν τη συζήτηση, υπογεγραμμένες από τη νομίμως εξουσιοδοτημένη πληρεξούσια δικηγόρο της ΣΠ (Α.Μ. Δ.Σ.Α. .....), δυνάμει του από 11-12-2013 πληρεξουσίου εκπροσώπησης, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής της (αρ. 96 ΚΠολΔ), το οποίο προσκομίζεται σε επίσημη μετάφραση από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα, η οποία δεν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο.

......................

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

4 I. Το πρακτικό διαμεσολάβησης του άρθρου 8 του Ν. 4640/2019 επιδρά και διαμορφώνει έννομες σχέσεις του ουσιαστικού δικαίου, μπορεί επομένως να συνιστά και σύμβαση του ουσιαστικού δικαίου, εκτός από εκτελεστό τίτλο. Πιο συγκεκριμένα, αποτελεί ενοχική, υποσχετική και αμφοτεροβαρή σύμβαση, η οποία ενσωματώνει συμφωνία των μερών που έχει το χαρακτήρα εξώδικου συμβιβασμού και ρυθμίζει οριστικά και δεσμευτικά την έννομη σχέση. Μέσω της εν λόγω συμφωνίας, τα μέρη διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις τη φιλονικία ή την αβεβαιότητα, αναφορικά με τη διαφορά τους, ενώ μπορούν να περιλάβουν στη συμφωνία τους και διάφορους όρους όπως την παροχή ορισμένης ασφάλειας για την εκπλήρωση απαίτησης, ποινική ρήτρα κ.α.. Επιπλέον, αν η συμφωνία που περιέχεται στο πρακτικό μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης, το πρακτικό συνιστά και εκτελεστό τίτλο, κατά το άρθρο 904 παρ. 2 περιπτ. ζ’ ΚΠολΔ. Το αναγκαίο περιεχόμενο του πρακτικού εκούσιας διαμεσολάβησης, το οποίο συντάσσεται από το διαμεσολαβητή, στην πράξη με τη συνδρομή των νομικών παραστατών των μερών αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 8. Σε αυτό εντάσσονται τα εξής στοιχεία: α) το ονοματεπώνυμο και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του διαμεσολαβητή, β) η ημερομηνία και ο τόπος που έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση, γ) τα πλήρη στοιχεία των μερών που προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση και τα ονόματα των νομικών παραστατών τους, δ) η συμφωνία υπαγωγής της διαφοράς στη διαμεσολάβηση ή ο ειδικότερος τρόπος με τον οποίο τα μέρη προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 4640/2019, ε) τα πλήρη στοιχεία τυχόν άλλων προσώπων που μετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, όπως π.χ. διερμηνείς, σύμβουλοι κ.λπ., και στ) η συμφωνία στην οποία κατέληξαν τα μέρη κατά τη διαμεσολάβηση ή η διαπίστωση περί μη επίτευξης συμφωνίας. Το πρακτικό επίτευξης συμφωνίας μέσω διαμεσολάβησης, κατά το άρθρο 8 παρ. 1 στ’ συνιστά πράξη που περιέχει συμφωνία ή/και δικαιοπραξίες σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 4. Η συμβατότητα της εν λόγω συμφωνίας με το νόμο, τη δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη πρέπει να ελέγχεται από το διαμεσολαβητή (και πάλι με τη συνδρομή των νομικών παραστατών των μερών) πριν την υπογραφή του πρακτικού. Ο όρος «δημόσια τάξη» καταλαμβάνει όλους τους κανόνες, η εφαρμογή των οποίων δεν μπορεί να αποκλειστεί από την ιδιωτική βούληση. Η περίπτωση αυτή εξειδικεύει το γενικό κανόνα της απαγορευμένης δικαιοπραξίας, κατά τον οποίο η αντίθεση μίας συμφωνίας με κάποιον απαγορευτικό κανόνα δικαίου επιφέρει την ακυρότητά της (αρ. 174 ΑΚ). Η συμφωνία, λοιπόν, η οποία περιέχεται στο πρακτικό δεν πρέπει να είναι άκυρη ως σύμβαση του ιδιωτικού δικαίου, ούτε να καταστρατηγούνται μέσω αυτής απαγορευτικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου. Ως απαγορευτική, νοείται κάθε διάταξη αναγκαστικού δικαίου, η οποία αποδοκιμάζει το περιεχόμενο μίας δικαιοπραξίας, τα έννομα αποτελέσματα που επιδιώκονται με αυτή ή τις συνθήκες υπό τις οποίες επιχειρείται. Η διαφαινόμενη αντίθεση της συμφωνίας διαμεσολάβησης επιβάλλει, μάλιστα, την περάτωση αυτής με απόφαση του διαμεσολαβητή. Στην Πέμπτη παράγραφο του άρθρου 15 του Ν. 4640/2019, άλλωστε, προβλέπεται ότι ο διαμεσολαβητής λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέσο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα μέρη κατανοούν τους όρους της συμφωνίας, στην οποία καταλήγουν. Επομένως, τα μέρη, τα οποία υπογράφουν το πρακτικό διαμεσολάβησης δεν πρέπει απλώς να γνωρίζουν και να συμφωνούν με το περιεχόμενό του, αλλά και να το κατανοούν πλήρως (και) ως προς τις έννομες συνέπειες που αυτό συνεπάγεται. Στο αποτέλεσμα αυτό συμβάλλουν καθοριστικά οι υποχρεωτικά παριστάμενοι νομικοί παραστάτες των μερών, οι οποίοι μπορούν να συμβάλλουν καθοριστικά στον έλεγχο τόσο της αληθούς συναίνεσης όσο και του βαθμού κατανόησης των όρων της συμφωνίας από τα υπογράφοντα αυτή μέρη. Σύμφωνα, δε, με το άρθρο 15 παρ. 6 του Ν. 4640/2019, ο διαμεσολαβητής οφείλει να ενημερώνει τα μέρη για τη δυνατότητά τους να καταστήσουν εκτελεστή τη συμφωνία τους, όπου αυτό είναι εφικτό. Με την πρόβλεψη αυτή, ο διαμεσολαβητής καλείται να γνωστοποιήσει και να εκθέσει στα μέρη τη διαδικασία της δεύτερης και τρίτης παραγράφου του άρθρου 8, ώστε αυτά να γνωρίζουν τόσο ότι μπορούν να καταστήσουν τη συμφωνία τους εκτελεστή στο βαθμό βεβαίως, που αυτή περιέχει εκτελεστέες διατάξεις όσο και την οδό και τις διαδικαστικές ενέργειες που πρέπει να ακολουθήσουν για να το επιτύχουν. Για τη μέγιστη δυνατή διασφάλιση των συμφερόντων των μερών, ο διαμεσολαβητής υποχρεούται να ενημερώσει σχετικά τα μέρη και τους νομικούς τους παραστάτες ήδη από την εναρκτήρια συνεδρία της διαδικασίας διαμεσολάβησης και σε περίπτωση αίσιας έκβασης της διαδικασίας, ο διαμεσολαβητής οφείλει στο καταληκτικό στάδιο της σύνταξης του πρακτικού διαμεσολάβησης να επισημάνει εκ νέου στα μέρη τη δυνατότητά τους να καταστήσουν εκτελεστή τη συμφωνία τους με την κατά νόμο κατάθεση του πρακτικού στη γραμματεία του καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδίου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η εκδίκαση της υπόθεσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παρ. 2 εδ. γ’. Μετά το πέρας της διαδικασίας διαμεσολάβησης, το πρακτικό υπογράφεται από το διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους νομικούς παραστάτες τους. Η υπογραφή των τελευταίων δεν μπορεί να υποκαταστήσει αυτή των μερών, εφόσον τα μέρη παρίστανται μαζί με τους νομικούς τους παραστάτες (αρ. 5 παρ. 1 του Ν. 4640/2019) και όχι δια αυτών. Ο νόμος απαιτεί, λοιπόν, όχι απλώς έγγραφο τύπο του πρακτικού, αλλά αυτό να έχει υπογράφει από όλα τα πρόσωπα που αποτελούν βασικούς παράγοντες στη διαμεσολάβηση, όχι, πάντως και από τυχόν τρίτα πρόσωπα που μετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Τα πλήρη στοιχεία αυτών αποτελούν, άλλωστε, μέρος του αναγκαίου περιεχομένου του πρακτικού κατά την πρώτη παράγραφο του άρθρου 8 στοιχείο γ’. Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται (χωρίς να είναι υποχρεωτικό) μόνο από το διαμεσολαβητή (άρθρο 8 παρ. 2 εδ. α’ και β’), όπως μπορεί να συμβεί και όταν κάποιο μέρος αποχωρήσει από τη διαδικασία. Το πρακτικό συνιστά ιδιωτικό έγγραφο, που ενσωματώνει τη βούληση των μερών και παράγει δεσμευτικότητα, υπό την προϋπόθεση ότι φέρει ιδιόχειρες υπογραφές και είναι γνήσιο (αρ. 443, 445 και 457 ΚΠολΔ). Επιπρόσθετα, το πρακτικό επίτευξης συμφωνίας συνιστά εκ του νόμου αναγνωρισμένο τρόπο κατάργησης δίκης αναφορικά με το αντικείμενο αυτής, το οποίο καλύπτεται από την επιτευχθείσα συμφωνία. Συνιστά, λοιπόν, το πρακτικό διαμεσολάβησης μία sui generis μέθοδο εξώδικης επίλυσης της διαφοράς, με ισχύ, πάντως, δικαστικού συμβιβασμού (άρθρο 293 ΚΠολΔ) σε ό,τι αφορά την κατάργηση εκκρεμούς δίκης. Περαιτέρω, το πρακτικό διαμεσολάβησης μπορεί να προσβληθεί είτε από τα μέρη που συμμετέχουν στη διαμεσολάβηση μόνο για ελαττώματα της βούλησης, όπως πλάνη στη δήλωση και στη βούληση (εφόσον η πλάνη αυτή αφορά σε περιστατικά, τα οποία τα μέρη θεώρησαν ως αληθή και επί των οποίων βασίστηκαν για να προβούν στη συμφωνία που κατήρτισαν), απάτη, απειλή είτε από τυχόν τρίτο πρόσωπο, στο οποίο προκαλείται βλάβη ή τίθενται σε κίνδυνο τα έννομα συμφέροντά του με την ανακοπή του άρθρου 583 ΚΠολΔ. Ζήτημα ακυρότητας του πρακτικού λόγω έλλειψης στοιχείων εγείρεται μόνο σε περίπτωση που ελλείπουν από το περιεχόμενό του τα αναγκαία σύμφωνα με το νόμο στοιχεία. Περαιτέρω, το πρακτικό διαμεσολάβησης δεν παράγει κανένα δικονομικό ή ουσιαστικό έννομο αποτέλεσμα αν είναι άκυρο, κατά το ουσιαστικό δίκαιο, ως σύμβαση του ιδιωτικού δικαίου π.χ. διότι υπάρχει έλλειψη εξουσίας διάθεσης της διαφοράς. Η συνέπεια της εν λόγω ακυρότητας γίνεται δεκτή στη θεωρία και στη νομολογία σε σχέση με το πρακτικό συμβιβασμού. Περίπτωση ακυρότητας είναι δυνατόν να συντρέχει, μεταξύ άλλων, και όταν η εμπεριεχόμενη σε αυτό δικαιοπραξία δεν είναι σύμφωνη με την ισχύουσα νομοθεσία, σε ό,τι αφορά στο περιεχόμενό του (αρ. 175 ΑΚ), λόγω εικονικότητας (αρ. 138-139 ΑΚ), λόγω ανηθικότητας, λόγω αισχροκέρδειας και λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη (αρ. 178-179 ΑΚ). Πρακτικό συμβιβασμού, δε, το οποίο έχει λάβει χώρα κατά παράβαση διάταξης δημόσιας τάξης (αρ. 3 και 174 ΑΚ) μπορεί να προσβληθεί όχι μέσω άσκησης ενδίκου μέσου, καθώς δεν πρόκειται για δικαστική απόφαση, αλλά από τρίτο που έχει έννομο συμφέρον προς τούτο μέσω άσκησης ανακοπής του άρθρου 583 ΚΠολΔ. Η ακυρότητα και ακυρωσία του πρακτικού απαγγέλλονται μετά την προβολή σχετικής ένστασης ή με την άσκηση αγωγής. Επιπλέον, η εγκυρότητα του πρακτικού διαμεσολάβησης μπορεί να προβληθεί μέσω ανακοπής και κατά το στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν αυτή επισπεύδεται με πρακτικό διαμεσολάβησης, ως εκτελεστό τίτλο, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 4640/2019, σε συνδυασμό με το άρθρο 904 παρ. 2 περ. ζ’ ΚΠολΔ (Α. Πλεύρη, Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, 2021, sakkoylas - Οnline.gr).

II. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 178 του ΑΚ, δικαιοπραξία που αντιβαίνει στα χρηστά ήθη είναι άκυρη. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, ως κριτήριο των χρηστών ηθών χρησιμεύουν οι ιδέες του, κατά γενική αντίληψη με φρόνηση και χρηστότητα, σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Κατά το επόμενο δε άρθρο 179 του ΑΚ, το οποίο αποτελεί ειδικότερη περίπτωση του προηγούμενου, άκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ήθη είναι ιδίως η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται υπερβολικά η ελευθερία του προσώπου (καταδυναστευτική) ή η δικαιοπραξία με την οποία εκμεταλλεύεται κάποιος την ανάγκη, την κουφότητα ή την απειρία του άλλου (αισχροκερδής) και πετυχαίνει έτσι να συνομολογήσει ή να πάρει για τον εαυτό του ή τρίτον, για κάποια παροχή, περιουσιακά ωφελήματα που κατά τις περιστάσεις βρίσκονται σε φανερή δυσαναλογία προς την παροχή. Ως ελευθερία (για την περίπτωση της καταδυναστευτικής δικαιοπραξίας) νοείται κάθε δικαίωμα και ευχέρεια, η οποία αναγνωρίζεται από την έννομη τάξη ή έστω ασκείται νομίμως εντός αυτής π.χ. ευχέρεια επιλογής κατοικίας, ατομικά δικαιώματα κ.λπ. Ως δέσμευση νοείται τόσο ο αποκλεισμός, όσο και ο κάθε είδους περιορισμός της νόμιμης άσκησης της ελευθερίας, πρέπει όμως να είναι υπέρμετρη (υπερβολική) διότι μέτρια δέσμευση δεν αρκεί. Το υπέρμετρο κρίνεται ενόψει όλων των συγκεκριμένων περιστάσεων. Ειδικότερα, ανήθικες δικαιοπραξίες κατά την ανωτέρω έννοια είναι αυτές που αποσκοπούν στον καταναγκασμό του προσώπου σε πράξεις, στις οποίες πρέπει να προβεί ελεύθερα ή σε παράλειψη καθήκοντος που του επιτάσσεται από το νόμο ή την κοινωνική ηθική. Ενδεικτικά αναφέρονται αυτές που δεσμεύουν υπέρμετρα την ελευθερία του προσώπου ή τον δεσμεύουν εκεί όπου πρέπει να μείνει αδέσμευτος. Ως χαρακτηριστικές υπέρμετρης δέσμευσης παρατίθενται οι δικαιοπραξίες, με τις οποίες δεσμεύεται το δικαίωμα επί της εαυτού σωματικής ακεραιότητας, υγείας, ζωής, τιμής, το δικαίωμα επί του ονόματος ή της προσωπικότητας, η υπόσχεση μεταβολής ή μη κατοικίας, οι απαγορεύσεις ασκήσεως επαγγέλματος ή ανταγωνισμού. Επίσης και οι δικαιοπραξίες, το περιεχόμενο των οποίων αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1 και 22 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος, με τις οποίες κατοχυρώνονται η ατομική ελευθερία της συμμετοχής στην κοινωνική και οικονομική ζωή της Χώρας και το δικαίωμα στην εργασία (ΑΠ 1370/2018 α’ δημ. ΝΟΜΟΣ). Όπως προκύπτει από το συνδυασμό αυτών των διατάξεων και εκείνων των άρθρων 174 και 180 του ΑΚ, για να χαρακτηριστεί μία δικαιοπραξία ως αισχροκερδής - καταπλεονεκτική και συνεπώς άκυρη, ως αντικείμενη στα χρηστά ήθη, απαιτείται αφενός μεν η συνομολόγηση ή λήψη περιουσιακών ωφελημάτων, που τελούν κατά το χρόνο της συνομολόγησης τους, κατά τις περιστάσεις, σε προφανή δυσαναλογία προς τη παροχή, αφετέρου δε η επίτευξη των ωφελημάτων αυτών με εκμετάλλευση της ανάγκης, της κουφότητας ή της απειρίας του άλλου από τους συμβληθέντες του περιεχομένου αναγκαίως, κατά την έννοια της εκμετάλλευσης και του αποτελούντος υπόθεση αυτής στοιχείου της γνώσης των εν λόγω περιστάσεων. Έτσι για την αναγνώριση ως άκυρης σύμβασης, ως αισχροκερδούς, πρέπει να συντρέχουν οι κατωτέρω προϋποθέσεις σωρευτικά: α) προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής, β) ανάγκη ή κουφότητα ή απειρία του ενός από τους συμβαλλόμενους και γ) η εκμετάλλευση της γνωστής σ’ αυτόν ανάγκης ή κουφότητας ή απειρίας του συμβαλλομένου τούτου από τον αντισυμβαλλόμενο, που συντρέχει όταν επωφελείται κάποιος της κατάστασης αυτής και με τον κατάλληλο χειρισμό επιτυγχάνει προφανώς μειωμένη αντιπαροχή. Για την συνδρομή του στοιχείου της εκμετάλλευσης, δεν είναι αναγκαίο να έχει προκληθεί οποιαδήποτε επιλήψιμη ενέργεια ή συμπεριφορά του συμβληθέντος που να τείνει στην επίτευξη της αισχροκέρδειας. Τα στοιχεία της ανάγκης, της κουφότητας ή της απειρίας δεν είναι απαραίτητο να συντρέχουν σωρευτικά, αλλ’ αρκεί η συνδρομή και μόνο του ενός απ’ αυτά. Απειρία είναι η έλλειψη συνήθους πείρας ως προς τα οικονομικά δεδομένα και μεγέθη, ως προς τις τιμές και ως προς τις συναλλαγές, μπορεί δε να είναι επακόλουθο της ηλικίας, της διανοητικής κατάστασης του προσώπου ή άλλης αιτίας. Κουφότητα, η οποία μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα της ηλικίας, της πνευματικής κατάστασης ή άλλης αιτίας, είναι η αδιαφορία, η αφροντισιά και η αμεριμνησία από την οποία ο συναλλασσόμενος δεν μπορεί να εκτιμήσει τη σημασία και τις συνέπειες των πράξεων του, ενώ ανάγκη είναι και η οικονομική, αρκεί να είναι άμεση, επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής. Αν λείπει ένα από τα ανωτέρω στοιχεία δεν μπορεί να γίνει λόγος για ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αισχροκερδούς κατά το άρθρο 179 του ΑΚ (βλ. ΑΠ 904/2019, ΑΠ 234/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), χωρίς όμως να αποκλείεται και στην περίπτωση αυτή ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως της προς τα χρηστά ήθη κατά τη γενική διάταξη του άρθρου 178 του ΑΚ, αν συντρέχουν στοιχεία προσδίδοντα σ’ αυτήν ανήθικο χαρακτήρα (ΑΠ 890/2011, ΕφΔωδ 16/2012, ΕφΘρ77/2012, ΕφΑΘ 1275/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, φανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό και θεμιτό να αποκομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλου (ΑΠ 1674/2018 α’ δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1370/2018 α’ δημ. ΝΟΜΟΣ). Η ως άνω ακυρότητα χωρεί ipso iure και δεν απαιτείται παρεμβολή δικαστικής απόφασης. Δεν αποκλείεται όμως εκείνος που έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει σχετική αναγνωριστική αγωγή για την κήρυξη της ακυρότητας. Για το ορισμένο της αγωγής αυτής αναγκαία στοιχεία είναι η κατάρτιση της δικαιοπραξίας, η αξία παροχής και ωφελημάτων και η δυσαναλογία αυτών κατά το χρόνο κατάρτισης της σύμβασης καθώς και η έκθεση περιστατικών που συγκροτούν μια (ή και όλες) από τις αντικειμενικές προϋποθέσεις (απειρία, κουφότητα, ανάγκη) και την υποκειμενική προϋπόθεση της εκμετάλλευσης (βλ. Εφ Πατρών 48/2021, ΕφΠειρ 557/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Β. Βαθρακοκοίλη ΕρμΑΚ στο άρθρο 179 σελ. 761 αρ. σημ. 21 και 22 με παραπομπές σε θεωρία και νομολογία).

Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή του, κατά τη δέουσα εκτίμησή του περιεχομένου της, εκθέτει ότι με την εναγόμενη σύναψε ερωτική σχέση από την άνοιξη τού έτους 2017 μέχρι και το καλοκαίρι του έτους 2022. Ότι ο ίδιος, ήδη από το έτος 2002, είχε ξεκινήσει εργασίες για την κατασκευή τουριστικών δωματίων σε οικόπεδο, αποκλειστικής του κυριότητας στις . Ζακύνθου, με χρήματα που εξοικονομούσε από την εργασία του ως κομμωτής, από μία αποζημίωση που έλαβε από την ασφαλιστική εταιρεία ενός κτιρίου στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α., λόγω ενός σοβαρού ατυχήματος που είχε το έτος 2013 κατόπιν πτώσης στο κεφάλι του ενός μεγάλου αντικειμένου από το εν θέματι κτίριο και από την αναπηρική σύνταξη που του χορηγήθηκε εφόρου ζωής, λόγω του προειρημένου ατυχήματος. Ότι μέχρι το έτος 2017 είχαν ολοκληρωθεί τρία δωμάτια, ενώ η συνεισφορά της εναγομένης ξεκίνησε το έτος 2018 και έγκειτο αποκλειστικά στην τοποθέτηση κουφωμάτων στο σαλόνι και στην τραπεζαρία, στα πλακάκια του μπάνιου και στην τοποθέτηση ενός ξύλινου δαπέδου. Ότι για τις προδιαληφθείσες εργασίες κόπηκαν τιμολόγια στο πρόσωπό του, αλλά τις σχετικές πληρωμές προς τους τρίτους τις έκανε η εναγόμενη, όχι λόγω δανείου, αλλά στο πλαίσιο της ερωτικής σχέσης που διατηρούσε με τον ίδιο. Ότι το συνολικό ποσό που κατέβαλε η εναγόμενη για τις ανωτέρω εργασίες ανερχόταν σε 70.000,00 ευρώ, περίπου. Ότι το καλοκαίρι του έτους 2022 χώρισε με την εναγόμενη και η τελευταία, για να τον εκδικηθεί και μη αποδεχόμενη το χωρισμό τους, τον ανάγκασε με ψυχοσυναισθηματικό τρόπο και εκμεταλλευόμενη την ευάλωτη κατάσταση της ψυχικής του υγείας, να συμφωνήσει στην υπογραφή του ενσωματωμένου στην κρινόμενη αγωγή από 23-12-2022 πρακτικού διαμεσολάβησης ενώπιον διαπιστευμένης διαμεσολαβήτριας, το οποίο κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών. Ότι δυνάμει του περιλαμβανόμενου στο ανωτέρω πρακτικό διαμεσολάβησης ιδιωτικού συμφωνητικού, ο ίδιος: α) αναγνώρισε ρητά και ανεπιφύλακτα το ύψος της οφειλής του προς την εναγόμενη, ανερχόμενη στο ποσό των 208.756,00 ευρώ, το οποίο συμφωνήθηκε να εξοφληθεί με τμηματικές ετήσιες καταβολές, με ετήσιο επιτόκιο 4% (κατά τα δύο πρώτα έτη 3%), ανατοκιζόμενο κατ’ έτος, σε περίπτωση, δε, καθυστέρησης καταβολής οποιοσδήποτε δόσης, η οφειλή θα καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή στο σύνολό της, ενώ σε περίπτωση μεταβίβασης του ακινήτου, θα οφείλει να καταβάλει στην εναγόμενη ολόκληρο το εναπομείναν υπόλοιπο της οφειλής, β) ανέλαβε την υποχρέωση να κοινοποιεί στην εναγόμενη τα ετήσια οικονομικά στοιχεία που αφορούν την εκμετάλλευση του ανωτέρω ακινήτου, έως τη 10η Νοεμβρίου εκάστου έτους, γ) συμφώνησε να παραχωρεί στην εναγόμενη, άνευ ανταλλάγματος, το επίδικο ακίνητο για 20 μέρες κάθε έτος, για δική της χρήση, σε περιόδους εκτός αιχμής και σε περίπτωση που δεν είναι μισθωμένο τότε και δ) ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει στην εναγόμενη το μηχανάκι, μάρκας Piazzo Vespa, με αριθμό κυκλοφορίας ΖΑ., εντός 10 Πτερών από τη στιγμή που θα το ζητήσει γραπτώς η τελευταία. Ότι πέραν του παραπάνω ιδιωτικού συμφωνητικού, η εναγόμενη τον είχε αναγκάσει και στο παρελθόν να υπογράψει άλλα ιδιωτικά συμφωνητικά, με τα οποία αναγνώριζε κάποιο χρέος του απέναντι της, με συνέπεια να υποχρεούται να της επιστρέφει τα χρήματα που δήθεν του είχε δανείσει. Ότι το προδιαληφθέν πρακτικό διαμεσολάβησης και το περιλαμβανόμενο σε αυτό ιδιωτικό συμφωνητικό πάσχουν ακυρότητας για τους κάτωθι λόγους: Α) λόγω έλλειψης των απαιτούμενων κατ’ άρθρο 8 του Ν. 4640/2019 τυπικών στοιχείων και συγκεκριμένα: i) ο ίδιος (ενάγων) έχει υπογράψει μετά του παραστάντος δικηγόρου του, με απλή ιδιόχειρη υπογραφή, χωρίς επικύρωση του γνησίου αυτής, ενώ η εναγόμενη και η διερμηνέας της έχουν υπογράψει με επικύρωση του γνησίου της υπογραφής τους, ii) ο ίδιος (ενάγων) αγνοεί τους βασικούς όρους της ελληνικής γλώσσας και ως εκ τούτου θα έπρεπε η διαμεσολαβήτρια να διερευνήσει το γεγονός αυτό και να μεριμνήσει, ώστε να διοριστεί για τον ίδιο διερμηνέας, όπως άλλωστε και η εναγόμενη παραστάθηκε, κατά την υπογραφή του επίδικου πρακτικού διαμεσολάβησης, με την κολλητή της φίλη, ., η οποία εκτέλεσε και χρέη διερμηνέως για την τελευταία (εναγόμενη) και iii) στη σελίδα 2 του εν θέματι πρακτικού αναφέρεται ότι «Η φύση της διαφοράς που επιλύθηκε ήταν ιδιωτικού δικαίου και τα Μέρη είχαν εξουσία διάθεσης επ’ αυτής. Αφορούσε σε οφειλή του Μέρους Β’ προς το Μέρος Α'», το χωρίο, δε, αυτό αναφέρεται μόνο σε ένα κεφάλαιο της δήθεν συμφωνίας και αφορά στο δάνειο που χορήγησε η εναγόμενη προς τον ίδιο (ενάγοντα), πλην, όμως, στο προσβαλλόμενο συμφωνητικό ρυθμίζονται και έτερα ζητήματα άσχετα με την επίδικη οφειλή, Β) λόγω ελαττώματος στη βούλησή του και συγκεκριμένα λόγω πλάνης του ως προς το περιεχόμενο του επίδικου πρακτικού, καθώς ο ίδιος ουδόλως αντιλήφθηκε άπασες τις προδιαληφθείσες υποχρεώσεις που ανέλαβε με την υπογραφή του ανωτέρω συμφωνητικού, δεδομένης της ευάλωτης κατάστασης της ψυχικής του υγείας, και συγκεκριμένα κατά τον ανωτέρω χρόνο έπασχε από αγχώδη διαταραχή, για την αντιμετώπιση της οποίας ελάμβανε φαρμακευτική αγωγή και Γ) λόγω αντίθεσής τους στα χρηστά ήθη, ως αισχροκερδών, αλλά και ως καταπλεονεκτικών, καθώς οι περιλαμβανόμενοι στο προσβαλλόμενο πρακτικό όροι περιορίζουν υπέρμετρα την ελευθερία του, ενώ, επιπροσθέτως, η εναγόμενη, λόγω εκμετάλλευσης της κουφότητάς του, ήτοι της διαταραχής της νόησης και της αντίληψής του, πέτυχε να λάβει για τον εαυτό της μία φανερά δυσανάλογα παροχή, σε σχέση με την αντιπαροχή, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην κρινόμενη αγωγή. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων ζητεί, κατ’ ορθή εκτίμηση, να αναγνωριστεί η ακυρότητα του υπ’ αριθ. ./2023 πρακτικού διαμεσολάβησης, το οποίο κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Αθηνών στις 12-01-2023 και συντάχθηκε από τη διαπιστευμένη διαμεσολαβήτρια, ., με Α.Μ. ΥΔΑΔΔ ., καθώς και του περιλαμβανόμενου σε αυτό από 23-12-2022 ιδιωτικού συμφωνητικού επίλυσης της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων, λόγω έλλειψης των απαιτούμενων κατ’ άρθρο 8 του Ν. 4640/2019 τυπικών στοιχείων, άλλως λόγω αντίθεσής τους στα χρηστά ήθη ως αισχροκερδών, αλλά και ως καταπλεονεκτικών, άλλως να ακυρωθούν λόγω πλάνης του ενάγοντας ως προς το περιεχόμενο αυτών. Τέλος, ο ενάγων ζητεί να καταδικαστεί η εναγόμενη στη δικαστική του δαπάνη. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αγωγή, για το υποστατό της οποίας αντίγραφό της επεδόθη νομότυπα και εμπρόθεσμα, εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στην εναγόμενη κατ’ άρθρο 215 §2 ΚΠολΔ, καθόσον κατατέθηκε την 28η-07-2023 στη Γραμματεία του παρόντος δικαστηρίου και επιδόθηκε στην εναγόμενη την 07η-08-2023 (βλ. τη με αριθμό ./07-08-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά .), αρμοδίως και παραδεκτώς, φέρεται προς συζήτηση, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 18 και 33 ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία. Εξάλλου, για το παραδεκτό της συζήτησής της προσκομίζονται το από 27-04-2023 ενημερωτικό έγγραφο περί δυνατότητας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, υπογεγραμμένο από τον ενάγοντα και την πληρεξούσια δικηγόρο του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 3 § 2 ν. 4640/2019, και το από 20-11-2023 πρακτικό περάτωσης της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης του άρθρου 7 § 4 ν. 4640/2019, σύμφωνα με το άρθρο 6 § 1 στοιχ. β του ιδίου νόμου. Περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή είναι αρκούντως ορισμένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης, καθώς διαλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα εκ του νόμου στοιχεία για τη δικαστική εκτίμηση αυτής, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα υπό στοιχείο II νομική σκέψη της παρούσας, και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 140, 141, 154, 155, 178 και 179 ΑΚ, αρ. 2 και 8 του Ν. 4640/2019 και 68, 70, 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, πλην: α) του υπό στοιχείο Α) i) αιτήματος αυτής περί αναγνώρισης της ακυρότητας του επίδικου πρακτικού διαμεσολάβησης και του περιλαμβανόμενου σε αυτό από 23-12-2022 ιδιωτικού συμφωνητικού, λόγω μη επικύρωσης του γνησίου της υπογραφής του ενάγοντας, το οποίο τυγχάνει απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθώς απαιτούμενο τυπικό στοιχείο για το κύρος του πρακτικού διαμεσολάβησης αποτελεί η ιδιόχειρη υπογραφή των συμβαλλομένων μερών και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, χωρίς να απαιτείται εκ του νόμου και επικύρωση του γνησίου της υπογραφής τους, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω υπό στοιχείο I νομική σκέψη της παρούσας και β) του υπό στοιχείο Α) ii) αιτήματος αυτής περί αναγνώρισης της ακυρότητας του επίδικου πρακτικού διαμεσολάβησης και του περιλαμβανόμενου σε αυτό από 23-12-2022 ιδιωτικού συμφωνητικού, λόγω ρύθμισης και άλλων ζητημάτων μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, πέραν της εξόφλησης του δανείου που χορήγησε η εναγόμενη στον ενάγοντα, το οποίο τυγχάνει, ομοίως, απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθώς, βάσει της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίζουν, δυνάμει ιδιωτικού συμφωνητικού, άπασες τις διαφορές τους, εφόσον έχουν εξουσία διαθέσεως, όπως συνέβη εν προκειμένω.

Συνεπώς, πρέπει η κρινόμενη αγωγή, καθ’ ο μέρος κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Από τις υπ’ αριθ. πρωτ. ΔΣΑ_ΕΒ_._2023/21-12-2023 και ΔΣΑ _ΕΒ_ . _2023/21-12-2023 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ., ηθοποιού και ., ιδιωτικού υπαλλήλου, ενώπιον της Δικηγόρου Αθηνών Ιωάννας Χριστοπούλου, που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων, με πρωτοβουλία του οποίου έγινε μετά από νόμιμη πριν από δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες κλήτευση της αντιδίκου του, κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, ως προστέθηκαν με το άρθρ. 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 Ν. 4335/2015 (βλ. την από 18-12-2023 εξώδικη κλήση μετά της συνημμένης υπ’ αριθ. ./18-12-2023 έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά .), από τις υπ’ αριθ. ./04-12-2023 και ./04-12-2023 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ..., στελέχους εταιρείας ακινήτων και μηχανικού τεχνολογίας υγείας, αντίστοιχα, κατοίκων Καλιφόρνιας Η.Π.Α., ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδος στον Άγιο Φραγκίσκο, ., που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει η εναγόμενη, με πρωτοβουλία της οποίας έγινε μετά από νόμιμη, πριν από δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες, κλήτευση του αντιδίκου της, κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, ως προστέθηκαν με το άρθρ. 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 Ν. 4335/2015 (βλ. την από 16-11-2023 εξώδικη κλήση μετά της συνημμένης υπ’ αριθ. ./20-11-2023 έκθεσης επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Ζακύνθου . και την από 24-11-2023 εξώδικη κλήση μετά της συνημμένης υπ’ αριθ. ./28-11-2023 έκθεσης επίδοσης της ίδιας ως άνω δικαστικής επιμελήτριας), καθώς και από την υπ’ αριθ. ./27-11-2023 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος ., σκηνοθέτη, κατοίκου Δουβλίνου Ιρλανδίας, ενώπιον του Διευθυντή Β’ ΠΔ’ Διευθύνοντος το Προξενικό Γραφείο της Πρεσβείας της Ελλάδος στο Δουβλίνο, ., που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει η εναγόμενη, με πρωτοβουλία της οποίας έγινε μετά από νόμιμη, πριν από δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες, κλήτευση του αντιδίκου της, κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, ως προστέθηκαν με το άρθρ. 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 Ν. 4335/2015 (βλ. την από 16-11-2023 εξώδικη κλήση μετά της συνημμένης υπ’ αριθ. ./20-11-2023 έκθεσης επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Ζακύνθου .), χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν η υπ’ αριθ. πρωτ. ΔΣΣΠ_ΕΒ_._2024 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος ., κινηματογραφίστριας, κατοίκου Σκούρας Σπάρτης, ενώπιον της δικηγόρου Σπάρτης Πηνελόπης Μηνανάκη, καθώς και η υπ’ αριθ. ./11-01-2024 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος ., δημοσιογράφου, κατοίκου Αθηνών, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών Χαρίκλειας Σταθακοπούλου, οι οποίες προσκομίζονται από την εναγόμενη με τη νομίμως κατατεθείσα προσθήκη επί των προτάσεών της, καθώς, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των ανωτέρω ενόρκων βεβαιώσεων, δεν γίνεται αντίκρουση με αυτές ισχυρισμών του ενάγοντας, οι οποίοι προβάλλονται το πρώτον με τις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις του, ούτε προσκομίζονται σε αντίκρουση των ενόρκων βεβαιώσεων, που προσκομίζει ο ενάγων με τις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, καθώς και από όλα τα έγγραφα, που με επίκληση προσκομίζονται από τους διαδίκους, λαμβανόμενα υπόψιν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδικότερη μνεία κατωτέρω, χωρίς, όμως, να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι προσκομιζόμενες από αμφότερους τους διαδίκους φωτογραφίες των επίδικων τουριστικών καταλυμάτων στις . Ζακύνθου, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 443 παρ.3, 448 παρ.2 και 457 παρ.4 του ΚΠολΔ), και τέλος από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι γνωρίστηκαν το έτος 2017 στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α. σε ένα στούντιο γιόγκα, και η σχέση τους από αρχικά φιλική εξελίχθηκε σε ερωτική. Ήδη από το έτος 2002 ο ενάγων είχε ξεκινήσει εργασίες για την κατασκευή τουριστικών δωματίων επί οικοπέδου, αποκλειστικής του κυριότητας, κείμενου στις . Ζακύνθου, το οποίο είχε αποκτήσει λόγω γονικής παροχής το έτος 2001. Τις ανωτέρω εργασίες πραγματοποιούσε αρχικά με τα χρήματα, που είχε αποταμιεύσει από την εργασία του, ως κομμωτής, στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α., και εν συνεχεία με το χρηματικό ποσό που έλαβε, ως αποζημίωση, λόγω ενός ατυχήματος, που είχε το έτος 2013 στην Καλιφόρνια, καθώς και με το μηνιαίο χρηματικό ποσό που ελάμβανε, ως αναπηρική σύνταξη, από αμερικανικό φορέα κοινωνικής ασφάλισης. Εν συνεχεία, αποδείχθηκε ότι περί το έτος 2017, τα χρήματα του ενάγοντας δεν επαρκούσαν για τη συνέχιση των προειρημένων εργασιών, με συνέπεια να αιτηθεί από την εναγόμενη να του δανείσει το ποσό των 30.000,00 δολαρίων, ποσό το οποίο η τελευταία πράγματι του δάνεισε και προς εξασφάλισή της ότι θα της επιστραφεί το ανωτέρω ποσό από τον ενάγοντα και κατόπιν νομικών συμβουλών που δέχθηκε από το φίλο της και νομικό, ., όπως βεβαιώνει ο τελευταίος στην υπ’ αριθ. ./04-12-2023 ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδας, συμφώνησαν με τον ενάγοντα να αποτυπώσουν εγγράφως τους όρους του εν θέματι δανείου σε μία υποσχετική επιστολή, στην οποία αναγράφηκαν ως βασικοί όροι του δανείου, μεταξύ άλλων, οι κάτωθι: α) ετήσιο επιτόκιο 1,51 %, β) ημερομηνία λήξης η 31η-12-2020, κατά την οποία θα αποπληρωνόταν το υπόλοιπο του κεφαλαίου, οι δεδουλευμένοι και οι απλήρωτοι τόκοι και τυχόν ληξιπρόθεσμες χρεώσεις, γ) πριν την ημερομηνία λήξης, καταβολή κάθε χρόνο του 50% των καθαρών εσόδων (μετά από φόρους) από την εκμετάλλευση του επίδικου τουριστικού θέρετρου, το οποίο ο ενάγων ονόμασε «Wild Fig Retreat» (Θέρετρο Αγριοσυκιά) (βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη, σε επίσημη μετάφραση από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα, από 17-12-2017 υποσχετική επιστολή, υπογεγραμμένη από τον ενάγοντα). Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι το παραπάνω χρηματικό ποσό δαπανήθηκε πολύ γρήγορα σε εργασίες για τα επίδικα τουριστικά καταλύματα, με συνέπεια η εναγόμενη να δανείσει στον ενάγοντα το επιπλέον χρηματικό ποσό των 120.000,00 δολαρίων, ενώ προς εξασφάλισή της υπογράφηκε από τον ενάγοντα μία ακόμα υποσχετική επιστολή, με τους ίδιους ως άνω όρους και με ίδια ημερομηνία λήξης, ήτοι την 31η-12-2020 (βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη, σε επίσημη μετάφραση από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα, από 12-06-2018 υποσχετική επιστολή, υπογεγραμμένη από τον ενάγοντα). Συνεπώς, από τις προδιαληφθείσες υποσχετικές επιστολές αποδεικνύεται ότι τα παραπάνω ποσά δόθηκαν από την εναγόμενη στον ενάγοντα, ως δάνειο και όχι, ως δωρεά, στο πλαίσιο της ερωτικής τους σχέσης, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων στην κρινόμενη αγωγή του. Επιπροσθέτως, αποδείχθηκε ότι προς εξασφάλιση της εναγομένης ότι θα της επιστραφούν τα ανωτέρω χρηματικά ποσά που δάνεισε στον ενάγοντα, ο τελευταίος συμφώνησε να της μεταβιβάσει το 15% της πλήρους κυριότητας του επίδικου ακινήτου, προς τούτο, δε, υπογράφηκαν από τους διαδίκους τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως υπ’ αριθ. ./10-08-2018 και ./21-08-2018 συμβολαιογραφικά πληρεξούσια ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ζακύνθου ., δυνάμει των οποίων οι διάδικοι διόρισαν ειδικό πληρεξούσιο, αντιπρόσωπο και αντίκλητό τους το δικηγόρο Ζακύνθου Δημήτριο Ποταμίτη, στον οποίο έδωσαν το δικαίωμα και την πληρεξουσιότητα να αγοράσει, επ’ ονόματι και για λογαριασμό της εναγομένης, το 15% της πλήρους κυριότητας του επίδικου ακινήτου μετά των επί αυτού κτισμάτων, αντί συνολικού τιμήματος 58.143,00 ευρώ, το οποίο (τίμημα), όπως ρητώς αναγράφηκε στα προειρημένα πληρεξούσια, «έχει τμηματικώς καταβληθεί...». Πλην, όμως, η ανωτέρω αγοραπωλησία δεν προχώρησε λόγω των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ενάγοντας στην εφορία, ένεκα των οποίων δεν μπορούσε να χορηγηθεί στον τελευταίο η απαιτούμενη φορολογική ενημερότητα. Σημειώνεται, δε, ότι κατά την υπογραφή του προδιαληφθέντος υπ’ αριθ. ./10-08-2018 συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου, ο ενάγων εκτέλεσε χρέη διερμηνέως (από την ελληνική στην αγγλική γλώσσα και αντίστροφα) για λογαριασμό της εναγομένης, όπως αυτό ρητώς αναγράφηκε στο εν θέματι πληρεξούσιο. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι περί τα μέσα του έτους 2019, λόγω της ανησυχίας της εναγομένης αναφορικά με την επιστροφή των χρηματικών ποσών που είχε καταβάλει στον ενάγοντα για την αποπεράτωση των προδιαληφθέντων τουριστικών καταλυμάτων, οι διάδικοι συμφώνησαν και υπέγραψαν νέο ιδιωτικό συμφωνητικό και συγκεκριμένα το από 19-07-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης χρέους, διακανονισμού και παροχής ασφάλειας, δυνάμει του οποίου ο ενάγων αναγνώρισε ότι το ύψος του δανείου, που του είχε χορηγήσει έως τότε η εναγόμενη, ανερχόταν στο ποσό των 200.000,00 δολαρίων, ενώ, επιπλέον, συμφωνήθηκαν ως βασικοί όροι αποπληρωμής του, οι κάτωθι: α) το δάνειο να είναι άτοκο για 12 μήνες, β) αποπληρωμή ολόκληρου του ποσού εντός 12 μηνών, ήτοι μέχρι 19-07- 2020, γ) επιτόκιο 8% μετά την παρέλευση των 12 μηνών, δ) ποινική ρήτρα 10.000,00 δολαρίων σε περίπτωση μη αποπληρωμής του δανείου εντός 12 μηνών, ε) υποχρέωση υπογραφής συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου από τον ενάγοντα, δυνάμει του οποίου να παρέχει πληρεξουσιότητα στην εναγόμενη για εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί του επίδικου ακινήτου, προς εξασφάλιση της απαίτησής της και στ) συμπληρωματική ποινική ρήτρα 5.000,00 δολαρίων, σε περίπτωση μη υπογραφής του εν θέματι συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου, εντός 2 εβδομάδων από την υπογραφή του συμφωνητικού. Εν συνεχεία, αποδείχθηκε ότι από το έτος 2020, οπότε και η εναγόμενη άρχισε να διαμένει στην Ελλάδα για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα, συνεργάστηκε με τον ενάγοντα, με σκοπό την ανάπτυξη του επίδικου τουριστικού θέρετρου στη Ζάκυνθο, για το οποίο, άλλωστε, και η ίδια είχε δαπανήσει αρκετά χρήματα, όπως προεκτέθηκε. Προς τούτο, δε, οι διάδικοι υπέγραψαν το προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως (σε επίσημη μετάφραση από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα) από 07-01-2020 μνημόνιο κατανόησης, δυνάμει του οποίου, μεταξύ άλλων, ο ενάγων αναγνώρισε ότι η εναγόμενη «...έχει επενδύσει το ποσό των 200.000,00 δολαρίων, σε μετρητά, για την ολοκλήρωση και βελτίωση του θερέτρου Ευεξίας Wild Fig (οικία και περιβάλλων χώρος), στην Αγριοσυκιά Μαριών στη Ζάκυνθο, Ελλάδας και ως εκ τούτου έχει δικαίωμα να επωφεληθεί από οποιοδήποτε κέρδος του ακινήτου είτε μέχρι την πλήρη εξόφληση της επένδυσής της από τον ΚΒ είτε μέχρι την εξαγορά της από τρίτο μέρος...». Επιπροσθέτως, αποδείχθηκε ότι, δυνάμει του ιδίου ως άνω μνημονίου κατανόησης, οι διάδικοι συμφώνησαν ότι η εναγόμενη θα διαχειρίζεται το σκέλος φιλοξενίας της επιχείρησης (κρατήσεις πελατών, προώθηση της επιχείρησης, μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.λπ..), ενώ ο ενάγων θα διαχειρίζεται τη συντήρηση της ιδιοκτησίας και του κτιρίου, την επίβλεψη των εργατών, την διαχείριση του αγροκτήματος, την καθαριότητα και κάθε άλλη εργασία σχετική με τη συντήρηση των κτισμάτων και του κτήματος. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι περί τα μέσα του έτους 2022 οι διάδικοι διέκοψαν την ερωτική τους σχέση, πλην, όμως συνέχισαν την συνεργασία τους αναφορικά με την εκμετάλλευση του επίδικου τουριστικού θέρετρου και συμφώνησαν ο ενάγων να μεταβιβάσει στην εναγόμενη το 50% της επικαρπίας του επίδικου ακινήτου, προς τούτο, δε, υπέγραψε η τελευταία το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως υπ’ αριθ. ./25-02-2022  συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ζακύνθου ., δυνάμει του οποίου διόρισε ειδικό πληρεξούσιο, αντιπρόσωπο και αντίκλητό της το δικηγόρο Ζακύνθου Δημήτριο Ποταμίτη, στον οποίο έδωσε το δικαίωμα και την πληρεξουσιότητα να αγοράσει επ’ ονόματι και για λογαριασμό της, το 50% της επικαρπίας του επίδικου ακινήτου μετά των επί αυτού κτισμάτων. Πλην, όμως, αποδείχθηκε ότι ούτε αυτή αγοραπωλησία προχώρησε, λόγω της μη οριστικής κατάρτισης των δασικών χαρτών της περιοχής, καθώς και λόγω οφειλών του ενάγοντας προς την εφορία και τον ΕΦΚΑ. Σημειώνεται, δε, ότι κατά την υπογραφή του προειρημένου συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου, ο ενάγων εκτέλεσε, για μία ακόμα φορά, χρέη διερμηνέως (από την ελληνική στην αγγλική γλώσσα και το αντίστροφο) για την εναγόμενη, όπως αυτό ρητώς αναγράφηκε στο εν θέματι πληρεξούσιο και όπως άλλωστε είχε συμβεί και στο παρελθόν, κατά τα προεκτεθέντα. Εν συνεχεία, αποδείχθηκε ότι λόγω της μη αποπληρωμής από τον ενάγοντα των δανειακών του υποχρεώσεων απέναντι στην εναγόμενη, μέχρι την 20η Ιουλίου του έτους 2020, όπως αυτό είχε συμφωνηθεί στο τελευταίο ως άνω (από 19-07-2019) ιδιωτικό συμφωνητικό που υπέγραψαν οι διάδικοι, οι τελευταίοι συμφώνησαν να υπογράψουν νέο ιδιωτικό συμφωνητικό ρύθμισης της οφειλής του ενάγοντα, η οποία είχε ανέλθει, μαζί με τους συμφωνηθέντες τόκους υπερημερίας και τα ποσά κατάπτωσης των ποινικών ρητρών, σε ποσό άνω των 200.000,00 δολαρίων, το οποίο είχε ήδη αναγνωρίσει ο ενάγων ως οφειλόμενο με το ανωτέρω ιδιωτικό συμφωνητικό. Κατόπιν τούτου, οι διάδικοι συμφώνησαν και υπέγραψαν στις 23 Δεκεμβρίου του έτους 2022, ενώπιον της διαπιστευμένης διαμεσολαβήτριας ., το από 23-12-2022 πρακτικό διαμεσολάβησης του Ν. 4640/2019, κατά την υπογραφή του οποίου η μεν εναγόμενη παραστάθηκε μετά της νομικής παραστάτιδός της, Σταματίνας Παπαμιχάλη, Δικηγόρου Αθηνών, καθώς και μετά της φίλης της, ., η οποία εκτέλεσε για λογαριασμό της εναγομένης χρέη διερμηνέως από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα και το αντίστροφο, ο δε ενάγων παραστάθηκε μετά του νομικού του παραστάτη, Σταματίου Κουντούρη, Δικηγόρου Αθηνών. Δυνάμει του προδιαληφθέντος πρακτικού διαμεσολάβησης, οι διάδικοι συμφώνησαν ρητά και αποδέχθηκαν από κοινού τα κάτωθι: «1. Η Δανείστρια έχει κατά καιρούς καλύψει υποχρεώσεις του Οφειλέτη προς τρίτους, κυρίως προμηθευτές και τεχνικούς για εργασίες προσθήκης, επέκτασης, συντήρησης και αλλαγής χρήσης στο ακίνητό του στην περιοχή «Αγριοσυκιά» του Δημοτικού Διαμερίσματος . Δήμου Ελατιών του Νομού Ζακύνθου, για καταβολή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών του Οφειλέτη, δαπανών διαβίωσής του, ιατρικών δαπανών του, νομικών δαπανών του κ.α., με καταβολές προς τον ίδιο ή σε τρίτους για λογαριασμό του, το ύψος των οποίων υπολογιζόμενο ατόκως, συμφωνείται ότι ανέρχεται μέχρι σήμερα στο ποσό των 208.756 (διακοσίων οκτώ χιλιάδων και επτακοσίων πενήντα έξι) ευρώ (εφεξής «η οφειλή»). 2. Η οφειλή συμφωνείται ότι είναι έντοκη, με ετήσιο επιτόκιο 4% ανατοκιζόμενο κατ’ έτος. Κατ’ εξαίρεση τα δύο πρώτα έτη το επιτόκιο ορίζεται σε 3%. 3. Ο οφειλέτης αναγνωρίζει δια του παρόντος συμφωνητικού ρητά και ανεπιφύλακτα στο σύνολό της την ως άνω οφειλή του προς τη Δανείστρια και αποδέχεται πλήρως και αναλαμβάνει την υποχρέωση να προβεί σε εξόφληση αυτής με τμηματικές ετήσιες καταβολές. Το ύψος κάθε ετήσιας δόσης θα ανέρχεται σε ποσό ίσο με ποσοστό 50% των καθαρών κερδών του Οφειλέτη (μετά την αφαίρεση φόρων και κρατήσεων) από την εκμετάλλευση του ακινήτου του στην περιοχή «Αγριοσυκιά» του Δημοτικού Διαμερίσματος . Δήμου Ελατιών του Νομού Ζακύνθου, κατ’ ελάχιστο όμως θα ανέρχεται σε ποσό ύψους 15.000 € (δεκαπέντε χιλιάδων) ευρώ. Εν περιπτώσει ανωτέρας βίας ή απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών, τυγχάνει αυτονόητο και κοινώς αποδεκτό από τους συμβαλλόμενους ότι δεν θα ισχύει η παρούσα υποχρέωση του οφειλέτη περί ελάχιστου ποσού δόσης. 4. Κάθε ετήσια δόση θα καταβάλλεται από τον Οφειλέτη έως τις 30 Νοεμβρίου εκάστου έτους, αρχής γενομένης από το Νοέμβριο 2023, στον παρακάτω λογαριασμό της Δανείστριας με αρ. ΙΒΑΝ ΟΕ. που τηρείται στην Τράπεζα Πειραιώς. Οι τόκοι θα υπολογίζονται επί του υπολοίπου ποσού. Μη δεδουλευμένοι τόκοι δεν θα οφείλονται. 5. Σε περίπτωση καθυστέρησης της καταβολής οποιοσδήποτε από τις παραπάνω ετήσιες δόσεις πέραν των πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ως άνω συμφωνούμενη ημερομηνία καταβολής, η οφειλή καθίσταται απαιτητή και ληξιπρόθεσμη στο σύνολό της και η Δανείστρια έχει το δικαίωμα να προβεί σε κάθε νόμιμη ενέργεια για την είσπραξη ολόκληρου του εναπομείναντος υπολοίπου της Οφειλής, προσαυξούμενου με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της ως άνω ημερομηνίας μέχρι την εξόφλησή του, καθώς και των εν γένει δικαστικών εξόδων (αμοιβή δικηγόρου, δικαστικού επιμελητή κ.λ.π.), επιφυλασσόμενη με το παρόν νομίμου δικαιώματος που απορρέει από την κατά τα ανωτέρω συμφωνημένη εμπρόθεσμη καταβολή της Οφειλής. 6. Σε περίπτωση μεταβίβασης του ακινήτου, εν όλω ή εν μέρει, κατά πλήρη ή ψιλή κυριότητα ή κατά την επικαρπία, οφείλει πάραυτα να καταβληθεί στη Δανείστρια ολόκληρο το εναπομείναν υπόλοιπο της Οφειλής. Σε περίπτωση καθυστέρησης της καταβολής ολόκληρου του εναπομείναντος υπολοίπου της Οφειλής πέραν των πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την τυχόν μεταβίβαση του ακινήτου, εν όλω ή εν μέρει, κατά πλήρη ή ψιλή κυριότητα ή κατά την επικαρπία, ο Οφειλέτης καθίσταται αυτοδικαίως υπερήμερος και η Δανείστρια έχει το δικαίωμα να προβεί σε κάθε νόμιμη ενέργεια για την είσπραξη του εναπομείναντος υπολοίπου της Οφειλής, προσαυξούμενο με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της ως άνω ημερομηνίας μέχρι την εξόφλησή του, καθώς και των εν γένει δικαστικών εξόδων (αμοιβή δικηγόρου, δικαστικού επιμελητή κ.λπ.), επιφυλασσόμενη με το παρόν παντός νομίμου δικαιώματος που απορρέει από την κατά τα ανωτέρω συμφωνημένη εμπρόθεσμη καταβολή της Οφειλής. 7. Ο οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να κοινοποιεί τα ετήσια οικονομικά στοιχεία που αφορούν την εκμετάλλευση του ανωτέρω ακινήτου του στη Δανείστρια έως τις 10 Νοεμβρίου εκάστου έτους. Επιπλέον, εφόσον ζητήσει η Δανείστρια γραπτώς με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) πληροφορίες και οικονομικά στοιχεία σχετικά με την εκμετάλλευση του ακινήτου, ο Οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να της παρέχει τις σχετικές πληροφορίες ή οικονομικά στοιχεία εντός 10 ημερών από την αποστολή του παραπάνω e-mail. Διευκρινίζεται ότι ως αποδεκτά έξοδα λογίζονται τα έξοδα για λειτουργικές δαπάνες και για δαπάνες συντήρησης του ακινήτου. 8. Οι συμβαλλόμενοι δηλώνουν ότι παραιτούνται από οποιαδήποτε ένστασή τους και λόγο προσβολής του παρόντος (κατά ΑΚ), του οποίου το περιεχόμενο ανταποκρίνεται στην ελεύθερη βούλησή τους και αποτελεί το πλέον προσήκοντα και συμφέροντα τρόπο επίλυσης της εκκρεμούσης οικονομικής υποχρέωσης του Οφειλέτη προς τη Δανείστρια. 9. Ο οφειλέτης συμφωνεί να παραχωρεί στη Δανείστρια άνευ ανταλλάγματος το ακίνητό του για 20 μέρες κάθε έτος για δική της χρήση σε περιόδους εκτός αιχμής (από 1 Φεβρουάριου έως 31 Μαρτίου εκάστου έτους). Οι ακριβείς ημερομηνίες θα ορίζονται κατόπιν συνεννόησης με τον οφειλέτη. Σε περίπτωση που ακίνητο θα είναι μισθωμένο για ολόκληρο το έτος, ο οφειλέτης απαλλάσσεται από αυτήν την υποχρέωση. Σε περίπτωση που το ακίνητο θα είναι διαθέσιμο για λιγότερες από 20 ημέρες λόγω της εκμετάλλευσής του, οι ημέρες παραχώρησής του στη Δανείστρια θα μειώνονται αντίστοιχα. 10. Η Δανείστρια ρητά παραιτείται από κάθε αξίωση ήδη δεδουλευμένων μέχρι σήμερα τόκων. 11. Το παρόν κηρύσσεται εκτελεστός τίτλος. 12. Ο οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να μεταβιβάσει στη Δανείστρια το μηχανάκι μάρκας Piazzio Vespa με αριθμό κυκλοφορίας ΖΑ . εντός 10 ημερών από τη στιγμή που θα του το ζητήσει η Δανείστρια γραπτώς με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail). 13. Η ακυρότητα επιμέρους όρων του παρόντος δεν θίγει το κύρος των υπολοίπων όρων και του παρόντος στο σύνολό του. 14. Κάθε τροποποίηση του παρόντος συμφωνητικού ισχύει μόνο με έγγραφη συμφωνία μεταξύ του Οφειλέτη και της Δανείστριας. Το παρόν συμφωνητικό κατισχύει κάθε προηγούμενου συμφωνητικού, συμπεριλαμβανομένων: α) του από 12-06-2018 χρεωστικού γραμματίου (promissory note) και β) του από 19 Ιουλίου 2019 συμφωνητικού που υπογράφηκε με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του Οφειλέτη στις 4 Σεπτεμβρίου 2019, τα οποία με την υπογραφή του παρόντος καθίστανται άκυρα...». Το προπαρατιθέμενο πρακτικό διαμεσολάβησης κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Αθηνών στις 12-01-2023 και έλαβε αριθμό πρωτ. ./2023 και ως εκ τούτου τηρήθηκε η προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία για να αποτελέσει εκτελεστό τίτλο. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων υπέγραψε το προδιαληφθέν πρακτικό έχοντας κατανοήσει πλήρως άπαντες τους περιλαμβανόμενους σε αυτό όρους, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του, δεδομένου ότι κατά την υπογραφή του παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του, ο οποίος λόγω της ιδιότητάς του ήταν σε θέση να παρέχει στον εντολέα του (ενάγοντα) κάθε αναγκαία επεξήγηση για τυχόν δυσνόητο όρο εκ μέρους του. Ο ισχυρισμός, δε, του ενάγοντα περί ακυρότητας του προσβαλλόμενου πρακτικού διαμεσολάβησης, λόγω του ότι ο ίδιος δεν παραστάθηκε με διερμηνέα, όπως η εναγόμενη, κρίνεται απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθώς ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά την ελληνική γλώσσα, όπως αυτό αποδεικνύεται τόσο από το υπ’ αριθ. .../21-08-2018 συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, το οποίο υπέγραψε ο ίδιος ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ζακύνθου ., χωρίς την παρουσία διερμηνέα, όσο και από τα υπ’ αριθ. ./10-08-2018 και ./25-02-2022 συμβολαιογραφικά πληρεξούσια, τα οποία υπέγραψε η εναγόμενη ενώπιον της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου, με την παρουσία του ενάγοντας, που εκτέλεσε χρέη διερμηνέα από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα και αντίστροφα, για λογαριασμό της εναγομένης, όπως αυτό ρητώς αναγράφεται στα εν θέματι συμβολαιογραφικά πληρεξούσια. Εξάλλου, από κανένα προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε ότι ο ενάγων επικαλέστηκε, κατά την υπογραφή του επίδικου πρακτικού διαμεσολάβησης, τυχόν αδυναμία του να κατανοήσει την ελληνική γλώσσα ή έστω κάποιους όρους αυτής ή ότι αιτήθηκε να παρασταθεί με διερμηνέα. Ακολούθως, τα όσα ισχυρίζεται ο ενάγων περί υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας του με την υπογραφή του προσβαλλόμενου πρακτικού διαμεσολάβησης, καθώς και περί ακυρότητας αυτού λόγω του αισχροκερδούς χαρακτήρα του, κρίνονται απορριπτέα, ως ουσιαστικά αβάσιμα, καθώς, όπως ήδη προεκτέθηκε το ποσό των 208.756,00 δολαρίων που συμφωνήθηκε ότι πρέπει ο ενάγων να επιστρέφει στην εναγόμενη, αφενός μεν αποτελούσε μικρότερο ποσό σε σχέση με το πραγματικά οφειλόμενο εκ μέρους του, λαμβανομένων υπόψη των ποσών που κατέβαλε η εναγόμενη για την αποπεράτωση των εργασιών στο επίδικο τουριστικό θέρετρο, όπως αυτά προκύπτουν από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως αναλυτικές καταστάσεις των κινήσεων του λογαριασμού της στην Τράπεζα Πειραιώς και των χρεώσεων των πιστωτικών της καρτών, σε συνδυασμό με τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως εκ μέρους της παραστατικά πληρωμών, αφετέρου, δε, ο ενάγων είχε ήδη (πριν την υπογραφή του επίδικου πρακτικού) αναγνωρίσει ότι η οφειλή του έναντι της εναγομένης ανέρχεται στο ποσό των 200.000,00 δολαρίων, δυνάμει του προειρημένου από 19-07-2019 ιδιωτικού συμφωνητικού και ως εκ τούτου συμπεριλαμβανομένων των τόκων υπερημερίας και του ποσού της συμφωνηθείσας ποινικής ρήτρας που κατέπεσε λόγω μη εμπρόθεσμης εξόφλησης του οφειλόμενου ποσού, το συνολικά οφειλόμενο ποσό εκ μέρους του ξεπερνούσε κατά πολύ το παραπάνω ποσό των 208.756,00 δολαρίων. Εξάλλου, ουδόλως μπορεί να θεωρηθεί ως αισχροκερδές το προσβαλλόμενο πρακτικό διαμεσολάβησης, λόγω της παραχώρησης εκ μέρους του ενάγοντα της δυνατότητας στην εναγόμενη να διαμένει στο επίδικο τουριστικό θέρετρο για 20 μέρες κάθε έτος, άνευ ανταλλάγματος, δεδομένου ότι συμφωνήθηκε ότι η εναγόμενη θα κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας μόνο σε περιόδους εκτός αιχμής και εφόσον το ακίνητο δεν είναι μισθωμένο όλο το έτος. Τέλος, ο ισχυρισμός του ενάγοντα περί ακυρότητας του προπαρατιθέμενου πρακτικού διαμεσολάβησης λόγω εκμετάλλευσης από την εναγόμενη της κουφότητάς του, υπό την έννοια της έλλειψης επαρκούς σκέψης και διαταραχής της νόησης και της αντίληψής του, άλλως περί ακυρωσίας του εν θέματι πρακτικού λόγω πλάνης του αναφορικά με τους συμφωνηθέντες ουσιώδεις όρους αυτού, κρίνεται απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθώς από κανένα προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως εκ μέρους του ιατρικό έγγραφο δεν προκύπτει ότι κατά την υπογραφή του επίδικου πρακτικού, ο ενάγων τελούσε «υπό κατάσταση ημινάρκωσης», όπως ισχυρίζεται. Ειδικότερα, το μοναδικό ιατρικό έγγραφο που προσκομίζεται προς απόδειξη του ανωτέρω ισχυρισμού του, είναι η από 30-01-2023 ιατρική βεβαίωση του Ψυχίατρου ., ο οποίος εξέτασε τον ενάγοντα για πρώτη φορά στο ιατρείο του την 21η-09-2021 και διέγνωσε ότι «...πάσχει από αγχώδη διαταραχή μη καθορισμένη (F41.9), καθώς παρουσίαζε έντονο άγχος, διαταραχές ύπνου, ευερεθιστότητα και αρχόμενες κρίσεις πανικού... Στην παρούσα φάση είναι ήρεμος και συνεργάσιμος, παρουσιάζει πρόσφορο συναίσθημα, δεν εμφανίζει διαταραχές σκέψης, αντίληψης ή μνήμης και έχει ορθή κριτική ικανότητα, ενώ οι αγχώδεις εκδηλώσεις που εμφανίζει είναι ήπιου βαθμού, ώστε δεν χρήζουν φαρμακευτικής αγωγής ...», πλην, όμως, από την προδιαληφθείσα ιατρική βεβαίωση ουδόλως μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο ενάγων δεν είχε συνείδηση των όσων συμφώνησε με το προσβαλλόμενο πρακτικό διαμεσολάβησης, ήτοι ότι υπήρχε διάσταση μεταξύ της δήλωσης και της βούλησής του, δεδομένου ότι η αγχώδης διαταραχή, από την οποία διαγνώστηκε ότι πάσχει ο ενάγων, αφενός μεν κρίθηκε ως «ήπιου βαθμού», αφετέρου, δε, δεν αποτελεί βαριάς μορφής νοητική πάθηση, η οποία να περιορίζει τη λειτουργία της βούλησής του. Εξάλλου, η προειρημένη ιατρική βεβαίωση αναφέρεται σε μία πάθηση, από την οποία έπασχε ο ενάγων στις 21-09-2021, ήτοι ένα έτος και 2 μήνες πριν την υπογραφή του προσβαλλόμενου πρακτικού διαμεσολάβησης (23-12-2022), με συνέπεια να μην μπορεί να συναχθεί εξ αυτής ασφαλές συμπέρασμα για την κατάσταση της υγείας του ενάγοντας κατά τον κρίσιμο χρόνο υπογραφής του επίδικου πρακτικού. Κατ’ ακολουθίαν απάντων των προαναφερόμενων, αποδεικνύεται ότι ουδείς λόγος ακυρότητας ή ακυρωσίας του υπ’ αριθ. ./2023 πρακτικού διαμεσολάβησης συντρέχει εν προκειμένω. Συνεπώς, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικαστεί ο ενάγων, λόγω της ήττας του, στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εναγομένης, δεκτού γενομένου ως βάσιμου του σχετικού αιτήματος της τελευταίας, που υποβλήθηκε με τις έγγραφες προτάσεις της (άρθρα 176 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ενάγοντα στα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000,00 €) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 23 Ιουλίου 2024.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 14-10-2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου