Δευτέρα 7 Αυγούστου 2023

ΔιοικΕφΘεσ 115/23 : ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ - COVID-19 - ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ - ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ - ΣΥΝΤΑΓΜΑ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ. ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ.


ΔιοικΕφΘεσ 115/23 : ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ - COVID-19 - ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ - ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ - ΣΥΝΤΑΓΜΑ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ. ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ. Οι αιτούντες μόνιμοι, Ι.Δ.Α.Χ. και Ι.Δ.Ο.Χ. υπάλληλοι του καθ’ ου Νοσοκομείου ζητούν την ακύρωση πράξεων του Διοικητή του καθ’ ου, με τις οποίες επιβλήθηκε σε βάρος τους το ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της Δημόσιας Υγείας, λόγω μη συμμόρφωσης στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID-19. Κρίνεται ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός του προσωπικού των δομών υγείας δεν προσκρούει σε καμία συνταγματικής ή υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή. Ενόψει των ανωτέρω, είναι απορριπτέοι οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται η αντίθεση της προσβαλλόμενης πράξης προς τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 5, 22 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος και η παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας των άρθρων 1, 3 και 8 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. Τέλος, είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός των αιτούντων περί παραβίασης της συνταγματικώς κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας, διότι το υγειονομικό προσωπικό δεν τελεί υπό τις αυτές συνθήκες με τους λοιπούς επαγγελματίες, λόγω της στενής και σχεδόν καθημερινής επαφής με τους πάσχοντες. Απορρίπτει την αίτηση.


ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΜΗΜΑ A΄

ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ 115/2023

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2022 με την εξής σύνθεση: Ευάγγελος Κρικώνης, Πρόεδρος Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Φωτεινή Παλαιολόγου και Παναγιώτης Τούμπος, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων. Ως Γραμματέας έλαβε μέρος ο Μιχαήλ Κοτανίδης, δικαστικός υπάλληλος.

Για να δικάσει την αίτηση ακυρώσεως με ημερομηνία κατάθεσης 28-9-2021 (με αρ. κατ/σης: ΑΚ ...-2021).

Των: 1) .... και 28) ..., οι οποίοι παρέστησαν διά της δικηγόρου ΑΝ βάσει της από 2-6-2022 δήλωσης μη εμφάνισης άρθρου 33 παρ. 6 του Π.Δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 26 παρ. 1 του Ν. 4509/2017, ΦΕΚ Α΄ 201), η οποία διορίστηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο.

Κατά του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία «Γενικό Νοσοκομείο ... “...”», που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παρέστη δια του πληρεξουσίου δικηγόρου ΚΔ βάσει της από 6-4-2022 δήλωσης μη εμφάνισης άρθρου 33 παρ. 6 του Π.Δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 26 παρ. 1 του Ν. 4509/2017, ΦΕΚ Α΄ 201), ο οποίος διορίστηκε με την ....-2022 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του καθ’ ου Νοσοκομείου.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν την ακύρωση των με αρ. .... αποφάσεων του Διοικητή του καθ’ ου Νοσοκομείου.

Η υπόθεση συζητήθηκε κατά προτεραιότητα μετά την προεκφώνηση (άρθρο 33 παρ. 2 του Π.Δ. 18/1989, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν. 3900/2010) και αφού το Δικαστήριο άκουσε τον εισηγητή Παναγιώτη Τούμπο, Εφέτη Δ.Δ., που ανέγνωσε την έκθεσή του.

Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη χωρίς τη σύμπραξη γραμματέως.

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά τον Νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε παράβολο, ποσού εκατόν πενήντα τεσσάρων (154) ευρώ (το .... e παράβολο και το από 28-9-2021 παραστατικό εξόφλησής του). 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, οι αιτούντες μόνιμοι, Ι.Δ.Α.Χ. και Ι.Δ.Ο.Χ. υπάλληλοι του καθ’ ου Νοσοκομείου ζητούν την ακύρωση των παρακάτω πράξεων του Διοικητή του καθ’ ου, με τις οποίες επιβλήθηκε σε βάρος τους από 1-9-2021 το ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της Δημόσιας Υγείας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 206 του Ν. 4820/2021 (ΦΕΚ Α΄ 130), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, λόγω μη συμμόρφωσης στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID-19. ..............

(....)

3. Επειδή, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις θέτουν το ίδιο νομικό ζήτημα, δεδομένου ότι στους αιτούντες επιβλήθηκε το ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της Δημόσιας Υγείας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 206 του Ν. 4820/2001 (ΦΕΚ Α΄ 130), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, για τους ίδιους λόγους, ήτοι λόγω μη συμμόρφωσής τους στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID-19. Επομένως, οι αιτούντες, κατ’ αρχάς, παραδεκτώς ομοδικούν, εφόσον θεμελιώνουν την αίτηση στην ίδια πραγματική και νομική βάση και, παραδεκτώς ζητούν την ακύρωση αυτοτελών πράξεων, οι οποίες είναι μεταξύ τους συναφείς, αφού αφορούν το ίδιο αντικείμενο και θέτουν ρύθμιση, κατ’ επίκληση των ίδιων πραγματικών και νομικών λόγων (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2379/2022, 717/2022, Σ.τ,Ε. Ολομ. 436/2022, 1758/2019, 1120/2016 κ.ά.). Ως εκ τούτου, νομίμως καταβλήθηκε, ενιαίο παράβολο από τους αιτούντες.

4. Επειδή, περαιτέρω, όσον αφορά τους 1η, 3η, 5η, 6η, 7ο, 9η, 12η, 13η, 14η, 15η, 16η, 17ο, 18η, 20η, 22η, 26η και 27η από τους αιτούντες, που κατά το χρόνο συζήτησης της υπόθεσης είχαν επιστρέψει στα καθήκοντά τους με σχετικές πράξεις άρσης της αναστολής του Διοικητή του καθ’ ου Νοσοκομείου (σχετικές οι με αρ. .... και .... πράξεις, αντίστοιχα) και τους 4η, 8ο, 19η, 21η, 23η, 24η, 25η και 28η αυτών, από τους οποίους οι 4η και 28η παραιτήθηκαν λόγω συνταξιοδότησης και οικειοθελώς από τα καθήκοντά τους (την 18-10-2021), αντίστοιχα (σχετικές η με αρ. πρωτ. ... απόφαση του Διοικητή που αφορά την 4η και η με αρ. πρωτ. .... αίτηση παραίτησης που αφορά την 28η) και οι 8ος, 19η, 21η, 23η, 24η και 25η είχαν παύσει να απασχολούνται κατά τον ως άνω χρόνο, κατόπιν καταγγελίας την 1-4-2022 της σύμβασής τους λόγω λήξης της συμβατικής της διάρκειας, ως προς τους οποίους ανέκυψε ζήτημα κατάργησης της δίκης, όπως ο Εισηγητής της υπόθεσης έθεσε τούτο με την από 3-6-2022 έκθεσή του, αυτοί διατηρούν ιδιαίτερο έννομο συμφέρον για τη συνέχιση της δίκης και μετά την παύση ισχύος των ανωτέρω πράξεων που τους αφορούν, λόγω των διοικητικής φύσης δυσμενών γι’ αυτούς συνεπειών (μη υπολογισμός του χρόνου αναστολής ως χρόνου πραγματικής υπηρεσίας, με συνέπεια την αρνητική επίδρασή του στην υπηρεσιακή εξέλιξή τους και στη συνταξιοδότησή τους) που καταλείπουν οι προσβαλλόμενες πράξεις, οι οποίες (δυσμενείς συνέπειες) διατηρούνται και μετά τη λήξη της ισχύος τους και δεν μπορούν να αρθούν παρά μόνο με την ακύρωση των πράξεων αυτών (βλ. Σ.τ.Ε. 196/2020, 3241/2015, 5252/2012, 3892/2012, Σ.τ.Ε. Ολομ. 4256/2013, 1660/2009 κ.ά.).

5. Επειδή, το Σύνταγμα, όπως ισχύει μετά και την τελευταία αναθεώρησή του με το Ψήφισμα της 25ης-11-2019 της Θ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (ΦΕΚ Α΄ 211), προβλέπει στο άρθρο 2 παρ. 1 ότι: «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας», στο άρθρο 4 παρ. 1 ότι: «Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου», στο άρθρο 5 ότι: «1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. 2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών και πολιτικών πεποιθήσεων….3. Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος. 4. Απαγορεύονται ατομικά διοικητικά μέτρα που περιορίζουν σε οποιονδήποτε Έλληνα την ελεύθερη κίνηση ή εγκατάσταση στη Χώρα, καθώς και την ελεύθερη έξοδο και είσοδο σ’ αυτήν. Τέτοιου περιεχομένου περιοριστικά μέτρα είναι δυνατόν να επιβληθούν μόνο ως παρεπόμενη ποινή με απόφαση ποινικού δικαστηρίου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης και μόνο για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων, όπως νόμος ορίζει. 5. Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας και της γενετικής ταυτότητας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία κάθε προσώπου έναντι των βιοϊατρικών πράξεων» και στην υπό το άρθρο 5 ερμηνευτική δήλωση ότι: «Στην απαγόρευση της παραγράφου 4 δεν περιλαμβάνεται η απαγόρευση της εξόδου με πράξη του εισαγγελέα, εξαιτίας ποινικής δίωξης, ούτε η λήψη μέτρων που επιβάλλονται για την προστασία της δημόσιας υγείας ή της υγείας των ασθενών, όπως νόμος ορίζει». Περαιτέρω, στο άρθρο 7 παρ. 2 του ως άνω νομοθετήματος προβλέπεται ότι: «…., οποιαδήποτε…, βλάβη υγείας…, καθώς και κάθε άλλη προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας απαγορεύονται και τιμωρούνται, όπως νόμος ορίζει», στο άρθρο 21 παρ. 3 ότι: «Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων», στο άρθρο 22 παρ. 4 ότι: «Οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας απαγορεύεται. Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση….ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία….» και στο άρθρο 25 ότι: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. 2. Η αναγνώριση και η προστασία των θεμελιωδών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου από την Πολιτεία αποβλέπει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη. 3. Η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος δεν επιτρέπεται. 4. Το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης».

6. Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι το δικαίωμα στην υγεία αναγνωρίζεται στο Σύνταγμα τόσο ως ατομικό όσο και ως κοινωνικό δικαίωμα. Ειδικότερα, ως ατομικό, το δικαίωμα στην υγεία περιλαμβάνει την προστασία της ατομικής υγείας και σωματικής και ψυχικής ακεραιότητας του ατόμου από προσβολές και διακινδυνεύσεις, καθώς και την ελευθερία του αυτοκαθορισμού του, ήτοι την ελευθερία του ατόμου να αποφασίζει το ίδιο για τα θέματα της υγείας του. Ως κοινωνικό, το δικαίωμα στην υγεία συνίσταται στην υποχρέωση του Κράτους προς παροχή στους πολίτες υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου και, γενικώς, στην υποχρέωσή του προς λήψη των αναγκαίων εκάστοτε θετικών μέτρων που αποβλέπουν στην προστασία της υγείας (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022 σκ. 5, 1847/2016 σκ. 8, 1187/2009 σκ. 5, Σ.τ.Ε. 2362/2019), έτσι ώστε να διασφαλίζεται η δημόσια υγεία, υπό την έννοια της πρόληψης των νοσημάτων και της προαγωγής της υγείας των πολιτών, στους οποίους, εξάλλου, παρέχεται δικαίωμα να απαιτήσουν από το Κράτος την πραγμάτωση της αντίστοιχης υποχρέωσής του (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022 σκ. 5, 400/1986, Σ.τ.Ε. 622/2021, 943/2020). Επομένως, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η δημόσια υγεία, όπως είναι η κατάσταση πανδημίας λόγω της εμφάνισης ιού που διακρίνεται για την υψηλή και ταχεία μεταδοτικότητά του και την πιθανότητα πρόκλησης σοβαρών προβλημάτων υγείας στα άτομα τα οποία προσβάλλει, δημιουργώντας ακόμη κίνδυνο και για τη ζωή τους, το Κράτος, με γνώμονα την αρχή της προφύλαξης, οφείλει να λαμβάνει όλα τα κατάλληλα και απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της διάδοσης της ασθένειας, και, κατ’ επέκταση, τη μείωση της πίεσης που ασκείται επί των υπηρεσιών υγείας έως ότου εξευρεθεί επιστημονικώς τεκμηριωμένη λύση αποτελεσματικής αντιμετώπισής της, οι δε πολίτες έχουν δικαίωμα να απαιτούν την πραγμάτωση της σχετικής υποχρέωσης του Κράτους. Η καταλληλότητα και η αναγκαιότητα των μέτρων εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως είναι, ιδίως, ο τρόπος μετάδοσης, και κρίνεται επί τη βάσει έγκυρων και τεκμηριωμένων επιστημονικών ιατρικών και επιδημιολογικών δεδομένων. Τα μέτρα αυτά μπορεί μεν να συνιστούν ακόμα και σοβαρή επέμβαση στην απόλαυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως είναι η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, η ελευθερία κίνησης και η ιδιωτική του ζωή, πλην η επέμβαση αυτή είναι συνταγματικώς ανεκτή εφόσον: α) προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, η οποία λαμβάνει υπόψη τα κρατούντα σχετικώς, έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα, β) τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης επιβάλλονται χωρίς αδικαιολόγητες διακρίσεις, γ) παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης σε ειδικές περιστάσεις για τις οποίες αυτά αντεδείκνυνται (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022 σκ. 5, Σ.τ.Ε. 2387/2020 7μ., σκ. 13, Ε.Δ.Δ.Α. απόφαση της 15-3-2012….κατά Ουκρανίας, σκ. 33-39) και δ) τα μέτρα αυτά λαμβάνονται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα και, πάντως, μέχρι την εξεύρεση λύσης για την ανάσχεση της πανδημίας, η ένταση δε και η διάρκειά τους πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικώς από τα αρμόδια κρατικά όργανα ανάλογα με τα υφιστάμενα επιδημιολογικά δεδομένα και από την εξέλιξη των έγκυρων επιστημονικών παραδοχών. Η ως άνω παρέμβαση, εφόσον σύμφωνα με τις κρατούσες επιστημονικές παραδοχές για την εξέλιξη της πανδημίας, κρίνεται αναγκαία και πρόσφορη για την προστασία της υγείας και, εντεύθεν, της ζωής των πολτών, σε συνδυασμό με την εκ του Συντάγματος οφειλόμενη κρατική μέριμνα για τη διαφύλαξη της λειτουργίας του συστήματος υγείας, δεν μπορεί να θεωρηθεί δυσανάλογη για την επίτευξη του προμνημονευθέντος συνταγματικού δημοσίου σκοπού (Ε.Δ.Δ.Α. απόφαση της 6-10-2015….κατά Ελλάδος, σκ. 55). Εξάλλου, κατά τον καθορισμό των μέρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, κατά τη λήψη των οποίων σταθμίζονται ιατρικής φύσης δεδομένα, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της πανδημίας και των λαμβανομένων μέτρων στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Χώρας, ο νομοθέτης (κοινός και κανονιστικός) διαθέτει, ως προς την καταλληλότητα και την αναγκαιότητά τους ευρύ περιθώριο εκτίμησης, που, κατά τα ανωτέρω, οφείλει να στηρίζεται σε επιστημονικά δεδομένα. Συνεπώς, ο δικαστικός έλεγχος της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας περιορίζεται στην κρίση εάν η θεσπιζόμενη ρύθμιση είτε είναι προδήλως απρόσφορη είτε υπερβαίνει προδήλως το απαραίτητο για την πραγματοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρο (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022 σκ. 5, 1147/2022, πρβλ. Σ.τ.Ε. Ολομ. 208/2020 σκ. 13, 3013/2014 σκ. 23, 1210/2010 σκ. 24). Στο πλαίσιο αυτό, σε καταστάσεις πρωτόγνωρες για την παγκόσμια κοινότητα, όπως είναι οι περιπτώσεις πανδημίας εξαιτίας της εμφάνισης νέου, ιδιαιτέρως μολυσματικού ιού, διακρινόμενου για την ταχεία μεταδοτικότητά του και τη δυνατότητα πρόκλησης σοβαρών προβλημάτων υγείας στα άτομα τα οποία προσβάλλει, με κίνδυνο μέχρι και της ζωής τους, το Κράτος οφείλει να λάβει όλα τα κατάλληλα και απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της μετάδοσης του ιού, σύμφωνα με τις διεθνείς επιστημονικές παραδοχές για την εξέλιξη της πανδημίας, βάσει των συλλεγέντων μέχρι τη λήψη του μέτρου έγκυρων επιστημονικών και επιδημιολογικών δεδομένων. Στα μέτρα αυτά εντάσσεται και ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, ο οποίος διενεργείται με σκοπό την προστασία της υγείας, συλλογικώς και ατομικώς, από ασθένειες, καθώς και τη βαθμιαία εξάλειψή τους. Το μέτρο του εμβολιασμού, καθεαυτό, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην συνταγματικώς ανεκτή, εφόσον, κατά τα ανωτέρω, προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα πλήρως τα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα και παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης από τον εμβολιασμό σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται (Σ.τ.Ε Ολομ. 1684/2022 σκ. 5, Σ.τ.Ε. 622/2021, 2387/2020 7μ., πρβλ. Σ.τ.Ε. 857/2019, Ε.Δ.Δ.Α. απόφαση της 6-10-2015….κατά Ελλάδος, σκ. 55, απόφαση της 12-3-2013….κατά Τουρκίας επί του παραδεκτού). Εξάλλου, η εμφάνιση σε στατιστικώς πολύ μικρό αριθμό περιπτώσεων σοβαρών παρενεργειών ορισμένων εμβολίων δεν καθιστά συνταγματικώς ανεπίτρεπτη τη νομοθετική πρόβλεψη του υποχρεωτικού εμβολιασμού και είναι πάντως ανεκτή χάριν του δημοσίου συμφέροντος, ενόψει και της αρχής της κοινωνικής αλληλεγγύης (άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος), υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις ερείδονται επί εγκύρων και τεκμηριωμένων επιστημονικών δεδομένων, κατά τα προεκτεθέντα (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022, Σ.τ.Ε. 622/2021, 2387/2020 7μ.). Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι, ενδεχομένως και κατά τις περιστάσεις, είναι δυνατόν, ενόψει του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, με το οποίο κατοχυρώνεται η ισότητα των πολιτών ενώπιον των δημοσίων βαρών, να συντρέχει περίπτωση αποζημίωσης των παθόντων από τις παρενέργειες αυτές για ζημία προκληθείσα όχι από παράνομη, αλλά από νόμιμη ενέργεια του Δημοσίου (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022, Σ.τ.Ε. 622/2021, 2387/2020 7μ.). Τούτο, διότι στις περιπτώσεις αυτές η προκαλούμενη από τον εμβολιασμό βλάβη υπερβαίνει για τον παθόντα το εύλογο όριο ανοχής και αλληλεγγύης, το οποίο δικαιούται να αξιώνει το Κράτος χάριν του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022, πρβλ. Σ.τ.Ε. 622/2021, βλ. Σ.τ.Ε. 3783/2014 7μ., σκ. 28). Τέλος, δοθέντος ότι τα κατοχυρούμενα στο Σύνταγμα και στις διεθνείς συνθήκες ατομικά δικαιώματα πραγματώνονται στο πλαίσιο του κοινωνικού συνόλου, εντός της οργανωμένης πολιτείας, ανακύπτει από το άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος η υποχρέωση του ατόμου, επιδεικνύοντας την επιτασσόμενη από τη διάταξη αυτή κοινωνική αλληλεγγύη, να ανέχεται, υπό τις ανωτέρω εκτεθείσες προϋποθέσεις, περιορισμούς των δικαιωμάτων του, καθώς και να μεριμνά για τη διατήρηση της ατομικής του υγείας, με σκοπό να μην μεταδώσει την ασθένεια σε άλλους, έτσι ώστε να γίνεται σεβαστό το ατομικό δικαίωμα των υπολοίπων στη διατήρηση της υγείας τους, αλλά και να μην επιβαρύνεται το σύστημα υγείας, η μέριμνα για τη διατήρηση στο αναγκαίο, ανάλογα με τον πληθυσμό, μέγεθος και την απρόσκοπτη λειτουργία του οποίου αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του Κράτους.

7. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν.Δ. 53/1974 (ΦΕΚ Α΄ 256), προβλέπεται ότι: «1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις τον σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του. 2. Δεν επιτρέπεται να υπάρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου, εκτός εάν η επέμβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν, είναι αναγκαίον δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προστασίαν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων». Εξάλλου, στη Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική (Σύμβαση του Οβιέδο), της 4ης Απριλίου 1997 του Συμβουλίου της Ευρώπης «Για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ανθρώπου σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και ιατρικής: Σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιοϊατρική», η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2619/1998 (ΦΕΚ Α΄ 132) ορίζεται στο κεφάλαιο Ι, υπό τον τίτλο «Γενικές διατάξεις», στο μεν άρθρο 1 («Προθέσεις και στόχοι») ότι: «Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα προστατεύουν την αξιοπρέπεια και την ταυτότητα κάθε ανθρωπίνου όντος και θα εγγυώνται το σεβασμό της ακεραιότητας και των λοιπών δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών κάθε ανθρωπίνου όντος, χωρίς διάκριση, σε σχέση με την εφαρμογή της Βιολογίας και της Ιατρικής. Έκαστο Συμβαλλόμενο Μέρος θα λάβει τα αναγκαία μέτρα στην εσωτερική του νομοθεσία ώστε να τεθούν εν ισχύ οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης», στο δε άρθρο 2 (¨Το προβάδισμα του ανθρωπίνου όντος») ότι: «Τα συμφέροντα και η ευημερία του ανθρωπίνου όντος θα υπερισχύουν έναντι μόνου του κοινωνικού συμφέροντος ή της επιστήμης». Επιπροσθέτως, στο κεφάλαιο ΙΙ, με τίτλο «Συναίνεση», ορίζεται στο άρθρο 5 («Γενικός κανόνας») ότι: «Επέμβαση σε θέματα υγείας μπορεί να υπάρξει μόνον αφού το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δώσει την ελεύθερη συναίνεσή του, κατόπιν προηγούμενης σχετικής ενημέρωσής του. Το πρόσωπο αυτό θα ενημερώνεται εκ των προτέρων καταλλήλως ως προς το σκοπό και τη φύση της επέμβασης, καθώς και ως προς τα επακόλουθα και κινδύνους που αυτή συνεπάγεται. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο μπορεί ελεύθερα και οποτεδήποτε να ανακαλέσει τη συναίνεσή του» και στο άρθρο 26 («Περιορισμοί άσκησης δικαιωμάτων»), το οποίο είναι ενταγμένο στο κεφάλαιο ΙΧ («Σχέση μεταξύ της παρούσας Σύμβασης και λοιπών διατάξεων») ότι: «1. Δεν τίθενται περιορισμοί στην άσκηση των δικαιωμάτων και προστατευτικών διατάξεων της παρούσας Σύμβασης πλην όσων ορίζονται δια νόμου και είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία προς το συμφέρον της δημόσιας ασφάλειας, την πρόληψη του εγκλήματος, την προστασία της δημόσιας υγείας ή την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων. 2. Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο περιορισμοί δύνανται να μην εφαρμόζονται ως προς τα άρθρα 11, 13, 14, 16, 17, 19, 20 και 21». Περαιτέρω, ανάλογη ρύθμιση για τη συναίνεση ενδιαφερόμενου προσώπου για επέμβαση σε θέματα υγείας στην εσωτερική έννομη τάξη προβλέπεται στο άρθρο 12 του Ν. 3418/2005 «Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας» (ΦΕΚ Α΄ 287), όπου μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή, η οποία πρέπει να παρέχεται μετά από πλήρη, σαφή και κατανοητή ενημέρωση του τελευταίου.

8. Επειδή, από τις διατάξεις που παρατέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη προκύπτει ότι η αρχή του αυτοπροσδιορισμού του ανθρώπου αποτελεί θεμελιώδη αρχή, η οποία διέπει το δίκαιο (Ε.Δ.Δ.Α. απόφαση της 29-4-2002….κατά Ηνωμένου Βασιλείου), άρρηκτα συνδεδεμένη με την αξία του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος) και το δικαίωμα στην ανάπτυξη της προσωπικότητας (άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος). Ειδικότερη έκφανση της ως άνω αρχής αποτελεί, στο πεδίο της ιατρικής φροντίδας, η παροχή συναίνεσης του ασθενούς πριν από την πραγματοποίηση ιατρικών πράξεων, η οποία προϋποθέτει την προηγούμενη ενημέρωση του ενδιαφερομένου. Ωστόσο το δικαίωμα σε προηγούμενη ενημέρωση και στην παροχή συναίνεσης δεν είναι απόλυτο, αλλά υποχωρεί όταν επιβάλλεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος συνιστάμενους, μεταξύ άλλων, στην προστασία της δημόσιας υγείας, εφόσον τούτο προβλέπεται από τον νόμο και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας (βλ. ιδίως άρθρο 26 της Σύμβασης του Οβιέδο, που στοιχεί προς τους περιορισμούς που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 8 της Ε.Σ.Δ.Α.), ενώ, επιπροσθέτως, στις προπαρασκευαστικές εργασίες της Συμβάσεως επισημαίνεται, ως προς το άρθρο 5 του σχεδίου (ακολούθως άρθρο 26 της Συμβάσεως), ότι η περίπτωση των υποχρεωτικών εμβολιασμών που μπορεί να πραγματοποιηθούν χωρίς τη συναίνεση του ενδιαφερομένου προσώπου καλύπτεται από την αναφορά στο άρθρο 26 στη δημόσια υγεία (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022).

9. Επειδή, ο Ν. 4820/2021 «Οργανικός Νόμος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και άλλες ρυθμίσεις» (ΦΕΚ Α΄ 130/23-7-2021) προβλέπει στο άρθρο 205 (με τον τίτλο: «Υποχρέωση επίδειξης πιστοποιητικού ή βεβαίωσης εμβολιασμού ή νόσησης») ότι: «Οι εργαζόμενοι στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι έχουν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό απέναντι στον κορωνοϊό COVID-19 ή έχουν νοσήσει εντός του τελευταίου εξαμήνου, υποχρεούνται. Όπως επιδεικνύουν στον προϊστάμενο της οργανικής μονάδας όπου υπηρετούν ή στον εργοδότη τους αντίστοιχα Ψηφιακό Πιστοποιητικό COVID-19 της Ε.Ε…..Η υποχρέωση επίδειξης ισχύει έως τις 31-12-2021», στο άρθρο 206 (με τον τίτλο «Υποχρεωτικότητα εμβολιασμού») ότι: «1α. Για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, εμβολιάζεται υποχρεωτικά κατά του κορωνοϊού COVID-19 όλο το προσωπικό των ιδιωτικών, δημόσιων και δημοτικών μονάδων φροντίδας ηλικιωμένων και φροντίδας ατόμων με αναπηρία (ιατρικό, παραϊατρικό, νοσηλευτικό, διοικητικό και υποστηρικτικό προσωπικό), ήτοι: [….]. 2. Για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, εμβολιάζεται υποχρεωτικά κατά του κορωνοϊού COVID-19 όλο το προσωπικό (ιατρικό, παραϊατρικό, νοσηλευτικό, διοικητικό και υποστηρικτικό προσωπικό) σε ιδιωτικές, δημόσιες και δημοτικές δομές υγείας (διαγνωστικά κέντρα, κέντρα αποκατάστασης, κλινικές, νοσοκομεία, δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, μονάδες νοσηλείας, Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας και Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας). 3. Ως προσωπικό των δομών των παρ. 1 και 2 νοείται κάθε φυσικό πρόσωπο που παρέχει προς τον φορέα λειτουργίας τους υπηρεσίες ή εκτελεί έργο με επαχθή αιτία ή εθελοντικά με φυσική παρουσία εντός των δομών αυτών, καθώς και κάθε φυσικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες, με φυσική παρουσία εντός των ίδιων δομών, σε νομικό πρόσωπο με το οποίο είναι συμβεβλημένος ο φορέας λειτουργίας των δομών. 4. Δεν υπέχουν την υποχρέωση των παρ. 1 και 2 όσοι έχουν νοσήσει και για διάστημα έξι (6) μηνών από τη νόσηση και όσοι έχουν αποδεδειγμένους λόγους υγείας που εμποδίζουν τη διενέργεια του εμβολίου. Οι λόγοι υγείας του πρώτου εδαφίου, στη βάση ειδικής λίστας εξαιρέσεων που προσδιορίζει η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, εγκρίνονται από τριμελείς επιτροπές ανά υγειονομική περιφέρεια, οι οποίες αποτελούνται από ιατρούς του Εθνικού Συστήματος Υγείας και πανεπιστημιακούς ιατρούς. 5. Για την εφαρμογή των παρ. 1 και 2 απαιτείται η επίδειξη Ψηφιακού Πιστοποιητικού COVID-19 της Ε.Ε. (EU Digital COVID Certificate – EUDCC) του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/953 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2021 και του άρθρου πρώτου της από 30-5-2021 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 87), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4806/2021 (Α΄ 95) με πληροφορίες σχετικά με τη κατάσταση του φυσικού προσώπου – κατόχου του όσον αφορά τον εμβολιασμό ή στη νόσηση από τον κορωνοϊό COVID-19, ή βεβαίωσης εμβολιασμού της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4764/2020 (Α΄ 256), ή βεβαίωσης θετικού διαγνωστικού ελέγχου της παρ. 1 του άρθρου 5 της υπ’ αρ. 2650/10.4.2020 (Β΄ 1298) κοινής απόφασης των Υπουργών Υγείας και Επικρατείας, ή ισοδύναμου πιστοποιητικού ή βεβαίωσης τρίτης χώρας. Το πιστοποιητικό ή η βεβαίωση του πρώτου εδαφίου ελέγχεται από τον εργοδότη ή τον υπεύθυνο της μονάδας μέσω της ειδικής ηλεκτρονικής εφαρμογής της παρ. 1α του άρθρου 33 του ν. 4816/2021 (Α΄ 118), τηρουμένων και των λοιπών διατάξεων του ανωτέρω άρθρου. 6. Ο εκάστοτε εργοδότης ή υπεύθυνος μονάδας οφείλει να ενημερώνει τους εργαζόμενους με κάθε πρόσφορο μέσο για τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το παρόν άρθρο….Στην περίπτωση της παρ. 2, το υπόχρεο προσωπικό πρέπει να έχει λάβει την πρώτη ή τη μοναδική δόση έως την 1η Σεπτεμβρίου 2021, η δε ολοκλήρωση του εμβολιαστικού κύκλου πρέπει να γίνει σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες και στον προβλεπόμενο χρόνο. Στην περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης αυτής, επέρχονται οι ακόλουθες συνέπειες: α) Ειδικώς στην περίπτωση εργαζομένων των παρ. 1 και 2 σε φορείς του δημοσίου τομέα, υπό την έννοια της περ. (α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), με απόφαση του επικεφαλής του Φορέα επιβάλλεται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, το ειδικό διοικητικό μέτρο της αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας. Κατά τον χρόνο αναστολής καθηκόντων, ο οποίος δεν λογίζεται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας, δεν καταβάλλονται αποδοχές. Με τη συμπλήρωση δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ολοκλήρωση του εμβολιασμού, η αναστολή αίρεται με όμοια απόφαση. β) Σε κάθε άλλη περίπτωση πλην της περ. (α), ο εργοδότης υποχρεούται να μην κάνει δεκτή την παροχή της εργασίας του εργαζομένου και απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής αποδοχών για το χρονικό διάστημα μη παροχής εργασίας λόγω εφαρμογής του παρόντος. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται και σε συμβάσεις έργου, παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, καθώς και σε συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας δανειζόμενου προσωπικού ή προσωπικού που συμβάλλεται με εργολάβο. Στον εργοδότη που απασχολεί προσωπικό κατά παράβαση του παρόντος, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο βα) δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ για κάθε παράβαση και έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ και, ββ) σε περίπτωση υποτροπής, που διαπιστώνεται σε επανέλεγχο, είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ για κάθε παράβαση και έως διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ. 7. Α) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Εσωτερικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, δύνανται να εξειδικεύονται και να επεκτείνονται οι κατηγορίες των προσώπων που υποχρεούνται σε εμβολιασμό, να καθορίζονται η διαδικασία και ο χρόνος διενέργειας του εμβολιασμού, καθώς….κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. β) Με απόφαση του Υπουργού Υγείας εξειδικεύονται οι περιπτώσεις και η διαδικασία απαλλαγής από την υποχρέωση εμβολιασμού για ιατρικούς λόγους και καθορίζονται άλλες αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρ. 4». Περαιτέρω, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 206 παρ. 7 περ. β του Ν. 4820/2021, εκδόθηκε η Δ1α/Γ.Π.οικ. 50933/13-8-2021 απόφαση του Υπουργού και Αναπληρωτή Υπουργού Υγείας (ΦΕΚ Β΄ 3794/13-8-2021) σχετικά με τη διαδικασία και τους λόγους απαλλαγής από την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού. Ειδικότερα, στο άρθρο 1 αυτής ορίζεται ότι: «Η παρούσα εφαρμόζεται σε όλα τα φυσικά πρόσωπα που υπόκεινται σε υποχρεωτικό εμβολιασμό κατά τους ορισμούς του άρθρου 206 του ν. 4820/2021 (Α΄ 130), ως προς τα οποία συντρέχουν οι περιοριστικά προβλεπόμενοι λόγοι εξαίρεσης από τον εμβολιασμό, του άρθρου 2 αυτής» και στο άρθρο 2 ότι: «1. Εξαιρούνται από την εφαρμογή του υποχρεωτικού μέτρου του εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού COVID-19 τα φυσικά πρόσωπα, ως προς τα οποία συντρέχουν οι ακόλουθοι λόγοι: α)….β)….γ)….δ)….ε)….3….4. Αρμόδιες για τη λήψη της απόφασης απαλλαγής από την υποχρεωτικότητα διενέργειας εμβολιασμού είναι τριμελείς υγειονομικές επιτροπές ανά υγειονομική περιφέρεια, που συνιστώνται με απόφαση των διοικητών τους….οι οποίες αποτελούνται από ιατρούς του Εθνικού Συστήματος Υγείας και πανεπιστημιακούς ιατρούς με τους αναπληρωτές τους. Οι υγειονομικές επιτροπές δύνανται, κατά την κρίση τους, να ζητούν και να λαμβάνουν υπόψη τους γνώμη αρμόδιου κατά ειδικότητα ιατρού, εφόσον δεν μετέχει ήδη στη συγκρότηση της επιτροπής, ιατρός αντίστοιχης ειδικότητας. 5. Προς τις επιτροπές αυτές διαβιβάζονται, σύμφωνα με την τοπική τους αρμοδιότητα ανά υγειονομική περιφέρεια, οι αιτήσεις εξαίρεσης από την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού αποκλειστικά μέσω του αρμόδιου προϊσταμένου προσωπικού του αντίστοιχου δημόσιου ή ιδιωτικού φορέα απασχόλησης που υπάγεται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 206 του ν. 4820/2021….6. Η αίτηση περιλαμβάνει πλήρη στοιχεία ταυτοποίησης του αιτούντος, ήτοι: όνομα, επώνυμο….ημερομηνία της αίτησης απαλλαγής, τον λόγο εξαίρεσης σύμφωνα με την παρ. 1….Στην ίδια αίτηση επισυνάπτονται και η ιατρική βεβαίωση απόδειξης της συνδρομής του λόγου εξαίρεσης με όλα τα αναγκαία κατά τα ανωτέρω στοιχεία της, καθώς και κάθε άλλο κρίσιμο αποδεικτικό στοιχείο που πρέπει να τεθεί υπόψη της αρμόδιας επιτροπής. 7….».

10. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 206 του Ν. 4820/2021, υποχρεώθηκε το υγειονομικό προσωπικό που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού να εμβολιασθεί κατά του κορωνοϊού COVID-19. Το μέτρο αυτό θεσπίσθηκε, όπως αναφέρεται στον ίδιο τον νόμο «για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας», ήτοι επιδιώκεται εν προκειμένω η ικανοποίηση σκοπού επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος, αναγόμενου στην προστασία της δημόσιας υγείας έναντι του κορωνοϊού, ο οποίος παρουσιάζει ειδικότερες πτυχές. Εν πρώτοις, το αμφισβητούμενο μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού συγκεκριμένης κατηγορίας εργαζομένων (το πάσης φύσεως προσωπικό που απασχολείται στις δομές υγείας, όπως εξειδικεύονται στην παρ.2 του άρθρου 206) αποβλέπει στην προστασία της υγείας του εν λόγω προσωπικού, το οποίο ως εκ του τρόπου παροχής της εργασίας του κινδυνεύει να μολυνθεί από τον κορωνοϊό covid-19, όπως τούτο έχει επισημανθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) με τον εσωτερικό οδηγό της 30ης-9-2020 «Πρόληψη, ταυτοποίηση και διαχείριση της μόλυνσης των υγειονομικών στο πλαίσιο του covid-19». Για τον λόγο αυτό, εξάλλου, όπως έχει κριθεί (Σ.τ.Ε. 1013/2021 σκ.8), στο υγειονομικό και λοιπό προσωπικό των δομών υγείας, κοινωνικών υπηρεσιών και μονάδων φροντίδας και περίθαλψης ευπαθών ομάδων επιφυλάχθηκε από τον νομοθέτη (άρθρο 56 παρ. 5 περ. α΄-γ΄ του Ν. 4764/2020, ΦΕΚ Α΄ 256) απόλυτη προτεραιότητα κατά τον εμβολιασμό λόγω της κομβικής σημασίας της ομάδας αυτής στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, του αυξημένου κινδύνου νόσησης, αλλά και της ιδιαίτερης ευθύνης αποσόβησης κινδύνου βλάβης λόγω μετάδοσης της νόσου αυτής στους νοσηλευόμενους και στα λοιπά ευάλωτα άτομα που βρίσκονται υπό τη φροντίδα τους. Περαιτέρω και συναφώς με τα προηγούμενα, επιδιώκεται και ο σκοπός της προστασίας των ασθενών που ευρίσκονται υπό τη φροντίδα των υπόχρεων σε εμβολιασμό και οι οποίοι (ασθενείς) αποτελούν, λόγω της κατάστασης της υγείας τους, ιδιαιτέρως ευπαθή ομάδα, αξιώνουν δε όσοι εμπλέκονται με τη νοσηλεία τους να μην καθίστανται οχήματα μετάδοσης της ασθένειας. Εν τέλει δε επιδιώκεται η ομαλή παροχή της υγειονομικής περίθαλψης υπό συνθήκες πανδημίας, μέσω της απρόσκοπτης και αδιάλειπτης λειτουργίας των υπηρεσιών υγείας, η λειτουργία των οποίων δεν θα διαταραχθεί ουσιωδώς λόγω της ενδεχόμενης ασθένειας του υγειονομικού προσωπικού - η οποία είναι πιθανότερη σε περίπτωση μη εμβολιασμού – και της διασποράς αυτής στους νοσηλευομένους (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022 σκ. 17). Τέλος, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων προέβη, σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών 762/2004 και 507/2006, σε αυστηρό έλεγχο των εμβολίων κατά του κορωνοϊού χωρίς να παραλειφθεί καμία από τις φάσεις επαλήθευσης της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας που απαιτούνται για την αδειοδότηση του φαρμάκου, με σκοπό να εγγυηθεί ότι αυτά ανταποκρίνονται στα ευρωπαϊκά πρότυπα ασφάλειας, αποτελεσματικότητας και ποιότητας και ότι είναι παρασκευασμένα και ελεγμένα σε πιστοποιημένα εργαστήρια. Επομένως, τα εμβόλια αυτά δεν είναι πειραματικά ή δοκιμαστικά, ενώ, επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα πορίσματα της ιατρικής κοινότητας, όπως είναι δημοσιευμένα από τον Ε.Ο.Δ.Υ. και άλλους επίσημους φορείς, προκύπτει ότι ο εμβολιασμός μειώνει τη μεταδοτικότητα και τη σοβαρότητα της νόσησης και ότι τα πιθανά οφέλη για τη δημόσια υγεία από τον εμβολιασμό υπερτερούν των τυχόν ανεπιθύμητων παρενεργειών, τόσο σε επίπεδο ατόμου όσο και σε επίπεδο γενικού πληθυσμού (Σ.τ.Ε. Ολομ. 1684/2022 σκ. 18).

11. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Στους αιτούντες μόνιμους, Ι.Δ.Α.Χ. και Ι.Δ.Ο.Χ. υπαλλήλους (η πρώτη, κατηγορίας ΤΕ/κλάδου Κοινωνικής εργασίας, η δεύτερη, κατηγορίας ΤΕ/κλάδου Φυσικοθεραπευτών, η τρίτη, κατηγορίας ΔΕ/κλάδου Βοηθών Νοσηλευτικής η τέταρτη, κατηγορίας ΔΕ/κλάδου Βοηθών Νοσηλευτικής, η Πέμπτη, κατηγορίας ΤΕ/κλάδου Νοσηλευτικής, η έκτη, κατηγορίας ΤΕ/κλάδου Νοσηλευτικής, ο έβδομος, κατηγορίας ΤΕ/κλάδου Νοσηλευτικής, ο όγδοος, κατηγορίας ΔΕ/κλάδου Φυλάκων, η ένατη, κατηγορίας ΔΕ/κλάδου Βοηθών Νοσηλευτικής, η δέκατη, κατηγορίας ΔΕ/κλάδου Βοηθών Νοσηλευτικής, η ενδέκατη, κατηγορίας ΤΕ/κλάδου Μαιευτικής, η δωδέκατη, κατηγορίας ΔΕ/κλάδου Βοηθών Νοσηλευτικής, η η δέκατη Τρίτη, κατηγορίας ΤΕ/κλάδου Νοσηλευτικής, η δέκατη τέταρτη, κατηγορίας ΔΕ/κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού, η δέκατη πέμπτη, κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Προσωπικού Καθαριότητας, η δέκατη έκτη, κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Προσωπικού Καθαριότητας, ο δέκατος έβδομος, κατηγορίας ΠΕ/κλάδου Νοσηλευτικής, η δέκατη όγδοη, κατηγορίας ΤΕ/κλάδου Νοσηλευτικής, η δέκατη ένατη, κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Προσωπικού Εστίασης, η εικοστή, κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Προσωπικού Καθαριότητας, η εικοστή πρώτη, κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Διοικητικών Γραμματέων, η εικοστή δεύτερη, κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Προσωπικού Καθαριότητας, η εικοστή τρίτη, κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Προσωπικού Καθαριότητας, η εικοστή τετάρτη κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Προσωπικού Καθαριότητας, η εικοστή πέμπτη, κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Προσωπικού Καθαριότητας, η εικοστή έκτη, κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Διοικητικών Γραμματέων, η εικοστή έβδομη, κατηγορίας ΥΕ/κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού και η εικοστή όγδοη, κατηγορίας ΥΕ/ κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού), που υπηρετούσαν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα στο καθ’ ου Νοσοκομείο επιβλήθηκε με τις προσβαλλόμενες πράξεις του Διοικητή αυτού από 1-9-2021 το ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της Δημόσιας Υγείας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 206 του Ν. 4820/2001 (ΦΕΚ Α΄ 130), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, λόγω μη συμμόρφωσης στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID-19.

12. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, οι αιτούντες ζητούν την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, προβάλλουν δε, ως λόγους ακυρώσεως: α) την αντίθεση αυτής προς τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/953 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2021, β) την παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 5, 22 παρ.1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος, για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου βάσει των οποίων για τη διενέργεια οποιασδήποτε ιατρικής πράξης, συνεπώς και του εμβολιασμού, απαιτείται η συναίνεση του προσώπου ύστερα από σχετική ενημέρωσή του, στην οποία πρέπει να γίνεται μνεία των κινδύνων και τυχόν παρενεργειών που εγκυμονεί ο εμβολιασμός, καθώς και του άρθρου 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.. και γ) την παραβίαση των άρθρων 3 και 8 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. σε συνδυασμό με τον Ν. 2619/1998 της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και της ιατρικής, που υπογράφηκε στο Οβιέδο της Ισπανίας. Επιπροσθέτως, διατείνονται ότι η επιβολή σε βάρος της του εν λόγω ειδικού διοικητικού μέτρου αντίκειται στις συνταγματικώς κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1) και αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1), δεδομένου ότι το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού για τη συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων στην οποία ανήκουν κρίνεται δυσανάλογο για την επίτευξη του δημόσιου σκοπού περιορισμού των συνεπειών της πανδημίας, ενόψει και των βαρύτατων κυρώσεων που επιφέρει η μη τήρησή του, αφού άλλωστε, είναι ασφαλέστερο για τη δημόσια υγεία κάποιος να εργαστεί με αρνητικό διαγνωστικό τεστ ανίχνευσης, ενόψει και των κινδύνων που εγκυμονεί η χορήγηση εμβολίου για την υγεία του εμβολιασμένου.

13. Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού του εν γένει προσωπικού των δομών υγείας επιδιώκει σκοπό συνταγματικής τάξης, ο οποίος συνίσταται στην προστασία της δημόσιας υγείας. Επομένως, το μέτρο τούτο δικαιολογεί τον περιορισμό που επιβάλλεται στα δικαιώματα ιατρικού αυτοκαθορισμού, αυτονομίας και ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του προσωπικού των δομών υγείας που κατοχυρώνονται από τις διατάξεις που παρατέθηκαν σε προηγούμενες σκέψεις. Περαιτέρω, ο περιορισμός αυτός προβλέπεται από ειδικές διατάξεις νόμου (άρθρο 206 του Ν. 4820/2021), οι οποίες ορίζουν, συγχρόνως ότι εξαιρούνται από το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού όσοι έχουν νοσήσει και για διάστημα έξι (6) μηνών από τη νόσηση, καθώς και όσοι έχουν αποδεδειγμένους λόγους υγείας που εμποδίζουν τη διενέργεια του εμβολίου (άρθρο 206 του Ν. 4820/2021), προβλέπεται δε και διαδικασία και αναλυτικοί λόγοι εξαίρεσης από τον υποχρεωτικό εμβολιασμό (βλ. άρθρο 2 της Δ1α/Γ.Π.οικ. 50933/13-8-2021 αποφάσεως του Υπουργού και Αναπληρωτή Υπουργού Υγείας, ΦΕΚ Β΄ 3794/13-8-2021). Επιπροσθέτως, η χρήση ηπιότερων μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, όπως η υποχρεωτική χρήση μάσκας και η συχνή διενέργεια διαγνωστικών ελέγχων, ενόψει του χώρου εργασίας και της φύσης των καθηκόντων του απασχολούμενου στις δομές υγείας προσωπικού, που επιβάλλει τη συχνή επαφή με τους ασθενείς, όπως εν προκειμένω οι αιτούντες, δεν αποτελεί κατά την κρίση του νομοθέτη επαρκές μέτρο για την ανάσχεση της πανδημίας. Συνεπώς, ο εμβολιασμός δεν έχει αποτελέσει προδήλως απρόσφορο και μη αναγκαίο ούτε προδήλως δυσανάλογο μέτρο για την επίτευξη του προαναφερόμενου σκοπού δημοσίου συμφέροντος. Εξάλλου, ναι μεν σε περιπτώσεις έλλειψης απόλυτης βεβαιότητας ως προς την ανυπαρξία μακροπρόθεσμων κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία συνδεομένων με τη χρήση ενός νέου εμβολίου, η αρχή της προφύλαξης θα απαιτούσε να απαγορευθεί η χρήση του – όχι μόνο η υποχρεωτική αλλά και η οικειοθελής – όμως, σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, λόγω πιεστικών και μη αναβαλλόμενων αναγκών προστασίας της δημόσιας υγείας από την εμφάνιση νέου μολυσματικού και υπερμεταδοτικού ιού που προκαλεί σοβαρά προβλήματα υγείας και τον θάνατο ακόμα, όπως συμβαίνει στην παρούσα κατάσταση της πανδημίας του ιού covid-19, η αρχή της προφύλαξης λειτουργεί με αντίστροφο τρόπο σε σχέση με τον συνήθη, διότι απαιτεί να επιτρέπεται ή και να επιβάλλεται η χρήση εμβολίων, τα οποία, αν και βάσει μη εκτενών κλινικών δεδομένων, διασφαλίζουν περισσότερα οφέλη παρά κινδύνους, καθώς ο πιθανός κίνδυνος ανεπιθύμητης ενέργειας για ένα άτομο, με τη χρήση αυτού του εμβολίου, είναι πολύ μικρότερος από την πραγματική βλάβη για μια ολόκληρη κοινωνία, στην οποία δεν χρησιμοποιείται αυτό το εμβόλιο. Τέλος, ειδικώς το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, έχει δεοντολογική υποχρέωση να μεριμνά ώστε να μην καταστεί φορέας μετάδοσης του ιού, με αποτέλεσμα να τον διασπείρει στους ασθενείς, οι οποίοι του έχουν εμπιστευθεί την αποκατάσταση της υγείας τους. Στο πλαίσιο αυτό της αυξημένης ευθύνης ώστε να μην διαψευσθεί η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του εν λόγω προσωπικού, στο οποίο ανήκουν και οι αιτούντες και των ασθενών, το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό οφείλει να αποδέχεται εντονότερους περιορισμούς στο δικαίωμα ιατρικού αυτοπροσδιορισμού, ο δε υποχρεωτικός εμβολιασμός, υπό τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις, αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την ασφαλή επιτέλεση ου έργου των ιατρών και των νοσηλευτών, σε συνδυασμό με τη γενικώς ισχύουσα υποχρέωση επίδειξης της αναγκαίας κοινωνικής αλληλεγγύης. Επομένως, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός του προσωπικού των δομών υγείας δεν προσκρούει σε καμία συνταγματικής ή υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή. Ενόψει των ανωτέρω, είναι απορριπτέοι οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται η αντίθεση της προσβαλλόμενης πράξης προς τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 5, 22 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος και η παραβίαση της συνταγματικώς κατοχυρωμένης αρχής της αναλογικότητας των άρθρων 1, 3 και 8 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. σε συνδυασμό με τον Ν. 2619/1998 της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και της ιατρικής, που υπογράφηκε στο Οβιέδο της Ισπανίας. Ειδικώς ως προς τον ισχυρισμό περί παραβίασης των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/953 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2021, αυτός είναι απορριπτέος διότι το επίμαχο μέτρο θεσπίσθηκε στο πλαίσιο εθνικής πολιτικής εμβολιασμού και όχι κατ’ εφαρμογή ενωσιακής νομοθεσίας (Δ.Ε.Ε. διάταξη [ordonnance] της 17-7-2014, υποθ. C-459/13, Σ.τ.Ε.Ολομ. 1684/2022, σκ. 21), η οποία μάλιστα αναφέρεται στη μη επιβολή διακρίσεων σε βάρος των προσώπων που δεν έχουν εμβολιαστεί, όσον αφορά στην εκ μέρους τους άσκηση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ή χρήσης διασυνοριακών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών. Τέλος, είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός των αιτούντων περί παραβίασης της συνταγματικώς κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος) στην περίπτωσή τους, διότι το υγειονομικό και λοιπό επικουρικό προσωπικό δεν τελεί υπό τις αυτές συνθήκες με τους λοιπούς επαγγελματίες και τα λοιπά πρόσωπα, λόγω της στενής και σχεδόν καθημερινής επαφής με τους πάσχοντες, οι οποίοι χρήζουν φροντίδας και περίθαλψης και, ως εκ τούτου, κινδυνεύουν περισσότερο από τους λοιπούς πολίτες σε περίπτωση ασθένειας.

14. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Τέλος, το καταβληθέν παράβολο πρέπει να καταπέσει υπέρ του Δημοσίου, κατ’ άρθρο 36 παρ. 4 εδ. β’ του Π.Δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8) και να επιβληθεί συμμέτρως σε βάρος των αιτούντων η δικαστική δαπάνη του καθ’ ου Νοσοκομείου, που υπέβαλε σχετικό αίτημα με το από 7-2-2022 υπόμνημά του, κατ’ άρθρα 275 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΔιοικΔικ και 4 παρ. 1 περ. στ΄ του Ν. 702 /1977 (ΦΕΚ Α΄ 268).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Απορρίπτει την αίτηση.

Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου.

Επιβάλλει συμμέτρως σε βάρος των αιτούντων τη δικαστική δαπάνη του καθ’ ου Νοσοκομείου, ποσού διακοσίων ογδόντα τριών (283) ευρώ

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 1-12-2022, 31-1-2023 και 13-2-2023 με την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας σύνθεση και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο στις 7-3-2023, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με τη συμμετοχή στη σύνθεση της Ιωάννας Καρακίτσιου, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων, λόγω προαγωγής της Εφέτη Δ.Δ. Φωτεινής Παλαιολόγου σε Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων και τοποθέτησής της στο Διοικητικό Εφετείο Κομοτηνής, καθώς και ως Γραμματέως της Ευαγγελίας Μανιαδάκη, δικαστικής υπαλλήλου, λόγω επελθούσας υπηρεσιακής μεταβολής. 

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ 

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Θεωρήθηκε στις 9-3-2023

Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου