Πέμπτη 3 Ιουλίου 2025

ΜΠρ (Ασφ.Μ.) Αθ 4082/2025 : άρση της προσβολής της μνήμης του νεκρού, προστατευτέο έννομο αγαθό είναι η προσωπικότητα των επιζώντων



Τα πρόσωπα που ονομάζει το άρθρο 57 παρ. 1 εδ. β’ ΑΚ ασκούν δικό τους δικαίωμα (jure proprio) όταν ζητούν την άρση της προσβολής της μνήμης του νεκρού, προστατευτέο δε έννομο αγαθό με το άρθρο αυτό είναι η προσωπικότητα των επιζώντων. Συνέπεια αυτού είναι ότι το δικαίωμα των ως άνω προσώπων κρίνεται όχι επί τη βάσει των αρχών του κληρονομικού δικαίου, αλλά ως αυτοτελές που αποκτάται ανεξαρτήτως του αν γίνουν κληρονόμοι του θανόντος. Έτσι, προστατευόμενο έννομο αγαθό δεν είναι η “μεταθανάτια” προστασία της προσωπικότητας του νεκρού, αλλά η ίδια προσωπικότητα των ως άνω προσώπων, στο μέτρο που η προσβολή της μνήμης του νεκρού προσέβαλε, λόγω του στενού συνδέσμου μεταξύ τους (συνήθως οικογενειακού) το αίσθημα σεβασμού τους προς την μνήμη του νεκρού, που αποτελεί και αυτό έκφανση της προσωπικότητάς τους.


ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αριθμός απόφασης 4082/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΠΟΤΕΛΟΎΜΕΝΟ από τη Δικαστή Βασιλική Γεωργούση, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης και χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα.

.....

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

I. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1, 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 3 και 12 παρ. 2 του ν. 2121/1993 "περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων" προκύπτει ότι, οι πνευματικοί δημιουργοί με τη δημιουργία του έργου αποκτούν σ' αυτό πνευματική ιδιοκτησία που περιλαμβάνει, ως αποκλειστικά και απόλυτα δικαιώματα, αφενός το δικαίωμα εκμετάλλευσης αυτού (περιουσιακό δικαίωμα) και αφετέρου το δικαίωμα της προστασίας του προσωπικού τους δεσμού (ηθικό δικαίωμα) προς το έργο, όπως το τελευταίο (έργο) προσδιορίζεται λεπτομερώς στη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του παραπάνω νόμου. Ειδικότερα ως έργο νοείται κάθε πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης ή επιστήμης, που εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή και ιδίως τα γραπτά ή προφορικά κείμενα (ΑΠ 455/2023, ΑΠ 484/2020, ΑΠ 1420/2019, ΑΠ 509/2015). Κατά το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 2121/1993 "Ό δημιουργός ενός έργου είναι ο αρχικός δικαιούχος του περιουσιακού και του ηθικού δικαιώματος επί του έργου". Η θεμελιώδης στο δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας αρχή του δημιουργού συνδέεται άμεσα και αποκλειστικά με τη δημιουργική πράξη, η οποία αποτελεί πράξη υλική, εξωτερική ή πραγματική. Έννομη συνέπεια αυτής είναι η πρωτογενής κτήση της πνευματικής ιδιοκτησίας. Ειδικότερα, το περιουσιακό δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας, που έχει οικονομική αξία και είναι δεκτικό εκμετάλλευσης, εξασφαλίζει στο δημιουργό τη δυνατότητα να εκμεταλλευθεί το έργο ταυ, αποκομίζοντας από αυτό οικονομικά ωφελήματα. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 12 και 19 του ως άνω νόμου, το περιουσιακό δικαίωμα μπορεί να μεταβιβασθεί μεταξύ ζώντων ή αιτία θανάτου, ενώ το ηθικό δικαίωμα είναι αμεταβίβαστο μεταξύ ζώντων (ΑΠ 1420/2019, ΑΠ 415/2018, ΑΠ 509/2015) και μόνο μετά το θάνατο του δημιουργού περιέρχεται στους κληρονόμους του (άρθρα 4 παρ. 3 και 12 του ν. 2121/1993). Περαιτέρω κατά το άρθρο 65 του Ν. 2121/1993 σε κάθε περίπτωση προσβολής της πνευματικής ιδιοκτησίας ο δημιουργός μπορεί να αξιώσει την αναγνώριση του δικαιώματος του, την άρση της προσβολής και της παράλειψης της στο μέλλον, ενώ σε περίπτωση που κάποιος έχει αποκτήσει το περιουσιακό δικαίωμα δευτερογενώς, ως δικαιούχος, σε περίπτωση προσβολής, μπορεί να ασκήσει όσες από τις εξουσίες έχουν μεταβιβασθεί σ’ αυτόν (ΜονΠρωτΑθ 3337/2011). 

ΙΙ. Από τον συνδυασμό των άρθρων 57 και 59 ΑΚ προκύπτει ότι όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του, νοούμενη ως το προστατευόμενο από το Σύνταγμα (άρθρο 2 παρ. 1) σύνολο των αξιών που απαρτίζουν την ουσία του ανθρώπου, έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Σε περίπτωση δε που η παράνομη προσβολή της προσωπικότητας υπήρξε και υπαίτιας το δικαστήριο μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον προσβολέα να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη, που τυχόν έχει επέλθει, ιδίως με πληρωμή χρηματικού ποσού. Προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη τρίτου, με την οποία διαταράσσεται η κατάσταση που υπάρχει σε μία ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής. Η προσβολή είναι παράνομη όταν η επέμβαση στην προσωπικότητα του άλλου δεν είναι επιτροπή από το δίκαιο ή γίνεται σε ενάσκηση δικαιώματος το οποίο όμως είναι από άποψη έννομης τάξης μικρότερης σπουδαιότητας, είτε ασκείται καταχρηστικά. Ενόψει της σύγκρουσης των προστατευόμενων αγαθών προς τα προστατευόμενα αγαθά της προσωπικότητας των άλλων ή προς το συμφέρον της ολότητας, θα πρέπει να αξιολογούνται και να σταθμίζονται στη συγκεκριμένη περίπτωση τα συγκρινόμενα έννομα αγαθά και συμφέροντα για την διακρίβωση της ύπαρξης προσβολής του δικαιώματος επί της προσωπικότητας και ο παράνομος χαρακτήρας της. Τα έννομα αγαθά που περικλείονται στο δικαίωμα της προσωπικότητας (η τιμή, η ιδιωτική ζωή, η εικόνα, η σφαίρα του απορρήτου κλπ.) δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επιμέρους εκδηλώσεις, εκφάνσεις ή πλευρές του ενιαίου δικαιώματος επί της ιδίας προσωπικότητας έτσι ώστε η προσβολή οποιοσδήποτε έκφανσης της προσωπικότητας να σημαίνει και προσβολή της συνολικής έννοιας προσωπικότητα. Περαιτέρω, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της διάταξης του άρθρου 57 ΑΚ, η προσβολή αναφέρεται στην προσωπικότητα προσώπου που έχει πεθάνει, το δικαίωμα αυτό έχουν ο σύζυγος, οι κατιόντες, οι ανιόντες οι αδελφοί και οι κληρονόμοι ταυ από διαθήκη». Αντικείμενο της προστασίας του παραπάνω άρθρου είναι το δικαίωμα της προσωπικότητας η οποία αρχίζει με τη γέννηση του ανθρώπου και τερματίζεται με το θάνατό του (άρθρο 35 ΑΚ). Παρά δε το ότι στην παραπάνω διάταξη του δευτέρου εδαφίου χρησιμοποιείται αδόκιμα η έκφραση «προσβολή στην προσωπικότητα προσώπου που έχει πεθάνει», κατά την κρατούσα στην ελληνική νομική φιλολογία άποψη και ορθή ερμηνεία της διάταξης αυτής πρόκειται για προσβολή της μνήμης θανόντος. Τα πρόσωπα που ονομάζει το άρθρο 57 παρ.1 εδ. β' ΑΚ ασκούν δικό τους δικαίωμα (jure proprio) όταν ζητούν την άρση της προσβολής της μνήμης του νεκρού, προστατευτέο δε έννομο αγαθό με το άρθρο αυτό είναι η προσωπικότητα των επιζώντων, οι οποίοι εμμέσως με την προσβολή της μνήμης του θανόντος προσβάλλονται ατομικώς είτε στη δική τους τιμή, είτε στο συναίσθημα της στοργής και το καθήκον ευλάβειας προς τον αποθανόντα. Συνέπεια αυτού είναι άτι το δικαίωμα των ως άνω προσώπων κρίνεται όχι επί τη βάσει των αρχών του κληρονομικού δικαίου, αλλά ως αυτοτελές που αποκτάται ανεξαρτήτως του αν γίνουν κληρονόμοι του θανόντος. Προσβολή της μνήμης του νεκρού, ως συνέχεια της εν ζωή προσωπικότητας του ατόμου, μπορεί να συντελεστεί, υπό την προεκτεθείσα έννοια, με κάθε τρόπο, κατά τον οποίο είναι δυνατή προσβολή και επί ζώντος ατόμου, όπως με αντίστοιχη προσβολή της τιμής της εικόνας του απορρήτου και της αναπαράστασης εν γένει της ζωής του αποθανόντος με εξαίρεση τις προσβολές της προσωπικότητας οι οποίες προϋποθέτουν άτομο το οποίο ζει. Έτσι, προστατευόμενο έννομο αγαθό δεν είναι η «μεταθανάτια» προστασία της προσωπικότητας του νεκρού, αλλά η ίδια προσωπικότητα των ως άνω προσώπων, στο μέτρο που η προσβολή της μνήμης του νεκρού προσέβαλε, λόγω του στενού συνδέσμου μεταξύ τους (συνήθως οικογενειακού) το αίσθημα σεβασμού τους προς την μνήμη του νεκρού, που αποτελεί και αστό έκφανση της προσωπικότητάς τους (βλ. ΑΠ 1293/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1156/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Με την υπό κρίση αίτηση οι αιτούσες εκθέτουν ότι τυγχάνουν εγγονές του ... ο οποίος υπήρξε στρατηγός κατά τον ελληνοιταλικό πόλεμο και είχε διατελέσει και Υπουργός…. Ότι ο ανωτέρω συνέγραψε και εξέδωσε με αυτοέκδοση το 1967 ένα δίτομο έργο με τον τίτλο ... έργο με τον τίτλο ... Η βιογραφία μου ως στρατιωτικού …. χωρίς χρονολογία», τα εν λόγω δε βιβλία έως πρόσφατα ήταν εξαντλημένα και δεν κυκλοφορούσαν στην αγορά και μπορούσαν μόνο να ανευρεθούν σε παλαιοβιβλιοπωλεία. Ότι η τρίτη εξ αστών είναι κληρονόμος των πνευματικών δικαιωμάτων των παραπάνω έργων. Ότι ο πρώτος καθ’ ου, στο πλαίσιο των εκδόσεων ... των οποίων είναι κύριος και υπεύθυνος, εξέδωσε σε ένα τόμο τα τρία ανωτέρω έργα του … τον οποίο και διανέμει στα βιβλιοπωλεία και διαφημίζει στην ιστοσελίδα του με domain name … χωρίς τη συναίνεση της τρίτης εξ αυτών, καθόσον αυτή δεν του έχει παραχωρήσει οποιαδήποτε σχετική άδεια εκμετάλλευσης, ούτε έχει καταρτισθεί μεταξύ τους σύμβαση έντυπης έκδοσης. Ότι δεύτερη καθ' ης έχει αναρτήσει προβολή του βιβλίου στην ιστοσελίδα της με domain name «www. ….gr» και το διαθέτει στα καταστήματά της επί της οδού ...

Ακολούθως, οι αιτούσες επικαλούμενες τη διάταξη του άρθρου 57 εδ. β' ΑΚ, ιστορούν ότι ο πρώτος καθ' ου έχει περιλάβει μεταξύ των εκδόσεων του βιβλία των ιδίων ή βιογραφίες των πρωταίτιων της δικτατορίας 1967-1974, όπως του Γεωργίου Παπαδόπουλου, του Στυλιανού Παττακού, του Νικόλαου Μακαρέζου και άλλων. Ότι η ανάρτηση του βιβλίου του παππού τους εν μέσω αναρτήσεων βιβλίων των πρωταγωνιστών της δικτατορίας δημιουργεί στο αναγνωστικό κοινό την εντύπωση άτι και ο παππούς τους ήταν χουντικός και για τούτο εκδίδεται το βιβλίο του από έναν εκδοτικό οίκο, που εκδίδει και διανέμει και βιβλία χουντικών. Ότι η συμπερίληψη του βιβλίου του δημοκρατικού αξιωματικού παππού τους στις εκδόσεις ενός εκδοτικού οίκου, που εκδίδει και βιβλία χουντικών, συνιστά βαριά παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του παππού τους και, εφόσον εκείνος δεν ζει, τις αξιώσεις για την άρση της προσβολής, την παράλειψή της στο μέλλον και την καταβολή αποζημίωσης δικαιούνται να ασκήσουν οι ίδιες ως κατιούσες του, η δε τρίτη και ως μοναδική εξ αδιαθέτου κληρονόμος του, βάσει του άρθρου 57 § 1 εδ. β1 ΑΚ Με βάση το ως άνω ιστορικό οι απούσες ζητούν 1) ν' αναγνωρισθεί ότι ο πρώτος καθ'ου παρανόμως αναπαρήγαγε και διένειμε το επίμαχο βιβλίο, 2) να υποχρεωθεί ο πρώτος καθ'ου να παύσει την αναπαραγωγή αντιτύπων του βιβλίου, ν' αποσύρει τα διανεμηθέντα αντίτυπα του βιβλίου από οποιοδήποτε σημείο πώλησης και να παύσει τη διανομή τους, ν' αφαιρέσει την ανάρτηση του βιβλίου από την ιστοσελίδα «www. ….gr» και να καταστρέψει τα αναπαραχθέντα αντίτυπα, 3) να υποχρεωθεί η δεύτερη καθ'ης ν' αποσύρει τα αντίτυπα του βιβλίου, που διαθέτει στα καταστήματα της και αφαιρεθεί η ανάρτηση του βιβλίου από την ιστοσελίδα της με domain name «www. ….gr» και 4) να απειληθεί σε βάρος του πρώτου καθ' ου χρηματική ποινή πεντακοσίων (500) ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσής του ως προς την αφαίρεση της ανάρτησης του βιβλίου από την ιστοσελίδα του και την απόσυρση όλων των αντιτύπων του βιβλίου από οποιοδήποτε σημείο πώλησης. Τέλος, οι αιτούσες ζητούν να κηρυχθεί η παρούσα απόφαση προσωρινός εκτελεστή και να καταδικασθούν οι αντίδικοι της στα δικαστικά της έξοδα. Με το περιεχόμενο απτό και αιτήματα η υπό κρίση αίτηση εισάγεται παραδεκτός εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκασή της κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (αρ. 682 επ., 22 ΚΠολΔ). Ως προς την πρώτη και τη δεύτερη των αιτουσών, οι οποίες ζητούν τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, επικαλούμενες αποκλειστικά την προσβολή της προσωπικότητας του αποθανόντος παππού τους ….. και κατά κυριολεξία την προσβολή της μνήμης αυτού κατ' άρθρο 57 εδ. β' ΑΚ, η αίτηση κρίνεται απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη, προστατευόμενο έννομο αγαθό κατ' άρθρο 57 εδ. β' ΑΚ είναι η προσωπικότητα των επιζώντων, οι οποίοι εμμέσως με την προσβολή της μνήμης του θανόντος προσβάλλονται ατομικός, είτε στη δική τους τιμή, είτε στο συναίσθημα της στοργής και το καθήκον ευλάβειας προς τον αποθανόντα. Εν προκειμένω οι παραπάνω αιτούσες περιορίζονται ν' αναφέρουν ότι, εφόσον ο παππούς τους έχει αποβιώσει δικαιούνται ν’ ασκήσουν τις σχετικές εκ της προσβολής της προσωπικότητας αυτού αξιώσεις, επιδιώκοντας δηλαδή τη «μεταθανάτια» προστασία της προσωπικότητας του νεκρού και ουδέν πραγματικό περιστατικό επικαλούνται περί της προσβολής του προστατευόμενου αγαθού, ήτοι της δικής τους προσωπικότητας που επέφερε ως αντίκτυπο η προσβολή της μνήμης του παππού τους.

 

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025

ΑρΠάγος (Α2) 58/25: "ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ - ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΜΥΝΑΣ ΔΙΑΔΙΚΟΥ. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΒΛΑΒΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΟΥ ΥΠΑΙΤΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΝΟΜΟΥ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΙΚΑΣΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

 



ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ - ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΜΥΝΑΣ ΔΙΑΔΙΚΟΥ. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΒΛΑΒΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΟΥ ΥΠΑΙΤΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΝΟΜΟΥ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΙΚΑΣΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ - ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ. Εν προκειμένω, έχει κριθεί ότι μη αποδεικνυομένης οποιασδήποτε ηθικής βλάβης στην ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα δικηγόρο, από την παράβαση των προσωπικών της δεδομένων, η οποία οφείλεται σε αμελή συμπεριφορά του εναγομένου, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Το παρόν Δικαστήριο, κρίνει ότι  δεν παραβιάστηκαν με εσφαλμένη ερμηνεία και εντεύθεν μη εφαρμογή, οι ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 2472/1997, όπως αβασίμως αιτιάται η αναιρεσείουσα με τον μοναδικό λόγο αναίρεσής της, διότι το Εφετείο διέλαβε αναιρετικώς ανελέγκτως, τις ουσιαστικές παραδοχές ότι η περαιτέρω επεξεργασία του υπόψη εγγράφου (προσκομιδή του ενώπιον δικαστηρίου) που περιείχε προσωπικά δεδομένα της αναιρεσείουσας (διεύθυνση, αριθμό τηλεφώνου και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμό τραπεζικού καταθετικού λογαριασμού και ποσό αμοιβής της) δεν ήταν παράνομη, αλλά εξυπηρετούσε νόμιμο σκοπό, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του αναιρεσιβλήτου και ότι η προσκομιδή του εγγράφου έλαβε χώρα στα πλαίσια της άμυνάς του έναντι της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, τη λήψη των οποίων ζήτησε ο εντολέας της αναιρεσείουσας δικηγόρου. Δεδομένου δε, ότι η ύπαρξη ηθικής βλάβης, συνιστά αναγκαίο όρο του πραγματικού της διάταξης του άρθρου 23 ν. 2472/1997, σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 932 του ΑΚ, και λαμβανομένου υπόψη του ότι η επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης στον παθόντα προϋποθέτει τη θεμελίωση της ηθικής βλάβης, υπό την έννοια της επίκλησης και απόδειξης όχι μόνον του παρανόμου και υπαιτίου της συμπεριφοράς του δράστη, αλλά και της επέλευσης αυτής καθεαυτής της ηθικής βλάβης, ορθά ερμηνεύοντας η προσβαλλομένη τις παραπάνω διατάξεις δεν προέβη στην εφαρμογή τους και την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης. Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης κατά της υπ'αρ. 3805/22 απόφασης του ΜονΕφΑθ. [ Αρ.9Α Συντ., Οδ. 95/46/ΕΚ, Ν.2068/92, αρ.1,2, 7 παρ.2, 22, 23 Ν.2472/97, αρ. 20 παρ. 1, 2 Ν. 3471/06, αρ. 57, 59, 299, 914, 932 ΑΚ, αρ. 559 αριθ. 1, 579 ΚΠολΔ ]


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α2' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 58/2025

 

(...)

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την κρινόμενη, από 22.12.2022 αίτηση αναίρεσης, προσβάλλεται η με αριθμό 3805/2022 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε μετά από αναίρεση με τη με αριθμό 186/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, της με αριθμό 1249/2018 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, η οποία απέρριψε την έφεση που άσκησε η ηττηθείσα ενάγουσα της από 14.1.2013 αγωγής, και ήδη αναιρεσείουσα, κατά της με αριθμό 3211/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (στο οποίο είχε παραπεμφθεί ως καθύλην αρμοδίου) η υπόθεση δυνάμει της με αριθμό 498/2015 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών) που απέρριψε την αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας κατά του ήδη αναιρεσιβλήτου με αίτημα την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης εξ αιτίας ηθικής βλάβης από παράνομη επεξεργασία των προσωπικών της δεδομένων. Η αίτηση αναίρεσης, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 ΚΠολΔ) και συνεπώς είναι παραδεκτή (αρθ. 577 παρ.1 ΚΠολΔ), απορριπτομένου ως αβάσιμου του παραδεκτώς προταθέντος, με τις κατατεθείσες 20 ημέρες προ της δικασίμου που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, προτάσεις του αναιρεσιβλήτου, ισχυρισμού του τελευταίου, περί απαραδέκτου της άσκησης της ένδικης αναίρεσης, για το λόγο ότι αυτή ασκήθηκε κατά παράβαση του άρθρου 28 του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013), αφού κατατέθηκε από δικηγόρο, ο οποίος κατά το χρόνο εκείνο ήταν διορισμένος σε κατώτερο δικαστήριο, έχοντας συμπληρώσει τριετή μόνον υπηρεσία ως δικηγόρος, καθόσον σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του ν. 4194/2013, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 6 του ν. 4205/2013, ο δικηγόρος που είναι διορισμένος σε κατώτερο δικαστήριο, όπως εν προκειμένω, δύναται να καταθέτει ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα που απευθύνονται ενώπιον ανώτερων δικαστηρίων, αφού επιτελεί στην ουσία εργασία αντίστοιχη εκείνης του αγγέλου, περιοριζόμενος στην corpore εγχείριση του δικογράφου, εν προκειμένω δε του ενδίκου αναιρετηρίου ( ΑΠ 1826/2023, ΑΠ 755/2022, πρβλ. ΑΠ 691/2018). Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των κατ' ιδίαν λόγων της (άρθρο 577 παρ.3 ΚΠολΔ).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 9 Α' του Συντάγματος, "Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει". Σε συμμόρφωση προς την Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα της 28ης Ιανουαρίου 1981, που κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον ν. 2068/1992, και προς την Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 24ης/10/1995, "Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα" εκδόθηκε ο νόμος 2472/1997, ο οποίος τροποποιήθηκε με τον ν. 3471/2006 και ακολούθως με τον ν. 4624/2019, ο οποίος ισχύει από 29.8.2019 (ΦΕΚ 137/29.8.2019). Αντικείμενο του νόμου αυτού είναι (άρθρο 1 αυτού) η θέσπιση προϋποθέσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως της ιδιωτικής ζωής. Στη διάταξη του άρθρου 2 του ανωτέρω νόμου, και με τον παράτιτλο "Ορισμοί", δίδεται η έννοια των κρίσιμων ορισμών που έχουν σχέση με τις ειδικές ρυθμίσεις για τη συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ειδικότερα ορίζεται ότι: "Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, νοούνται ως "δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα", κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων", η οποία για να εμπίπτει στην έννοια του προσωπικού δεδομένου, θα πρέπει να συνδέεται άμεσα με το υποκείμενο και τις προσωπικού χαρακτήρα ιδιότητες ή εκδηλώσεις αυτού, οι οποίες δεν είναι επιδεκτικές δημοσιοποίησης (διάδοσης), εκτός αν το ίδιο το υποκείμενο συγκατατεθεί σ'αυτό (ΑΠ 171/2019, ΑΠ 1740/2013, ΑΠ 637/2013, ΑΠ 1107/2011), "επεξεργασία" (κατά την ενδεικτική απαρίθμηση των περιπτώσεων στο νόμο) κάθε γνωστική πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα του ατόμου, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, η διασύνδεση, η δέσμευση (κλείδωμα), η διαγραφή, η καταστροφή των δεδομένων, "αρχείο" κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία είναι προσιτά με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια, ώστε "αρχείο" μπορεί να είναι απλό χάρτινο ή ψηφιακό έγγραφο (doc), συγκροτουμένης στη δεύτερη περίπτωση, της έννοιας της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας [είτε ενσωματωμένο σε σταθερό απόθεμα/ υλικό φορέα (δισκέτα, cd, απλό έγγραφο) είτε όχι, όπως πχ. ιστοσελίδα που αποκλείει το "κατέβασμα" (downloading)], "υπεύθυνος επεξεργασίας" οποιοσδήποτε (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) που καθορίζει το σκοπό και τον τρόπο επεξεργασίας, αυτός δηλαδή που εξουσιάζει το αρχείο, υπό την έννοια του ελέγχου της επεξεργασίας, και συνεπώς, ο κύριος, ο νομέας ή ο απλός κάτοχος αυτού, στη τελευταία δε περίπτωση, περιεχόμενο της κατοχής συνιστά η φυσική εξουσία γνωστικής πρόσβασης επί του αρχείου, ανεξαρτήτως του νομίμου ή μη χαρακτήρα αυτής, "αποδέκτης", το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, στον οποίο ανακοινώνονται ή μεταδίδονται τα δεδομένα, και "συγκατάθεση" του υποκειμένου των δεδομένων, κάθε ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βουλήσεως, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επιγνώσει του, και με την οποία, το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Περαιτέρω, στο άρθρο 4 παρ. 1, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 παρ. 1 και 2 του ν. 3471/2006 ορίζεται, ότι "Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας πρέπει: α) να συλλέγονται κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και να υφίστανται θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία εν όψει των σκοπών αυτών β) να είναι συναφή, πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται ενόψει των σκοπών της επεξεργασίας, γ) να είναι ακριβή και, εφόσον χρειάζεται, να υποβάλλονται σε ενημέρωση, δ)... (παρ1). Η τήρηση των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου βαρύνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας ... (παρ.2)". Στο άρθρο 5 παρ. 1 και 2 όπως το εδ.γ' της παρ.2 τροποποιήθηκε με το άρθρο 34 παρ.1 του ν. 2915/2001, ορίζεται ότι: "Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνο όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεση του (παρ. 1). Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση, όταν: .....ε) Η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του εννόμου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο, ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώδεις ελευθερίες αυτών (παρ.2 )". Τέτοια περίπτωση συνδρομής υπέρτερου εννόμου συμφέροντος συνιστά, ιδίως, η περίπτωση κατά την οποία τα στοιχεία που ζητούνται είναι αναγκαία για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου. Το παραπάνω επιχείρημα αντλείται από το άρθρο 7 παρ. 2 γ'του Ν 2472/1997 (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 2915/2001), που αφορά την επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, αλλά εφαρμόζεται αναλογικά κατά μείζονα λόγο και στην επεξεργασία απλών προσωπικών δεδομένων, με το επιχείρημα "από του μείζονος εις το έλασσον" [ΑΠ 79/2020, ΑΠΔΠΧ (Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα) 155/2012]. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 22 παρ.4 του ίδιου νόμου προβλέπονται ποινικές κυρώσεις, για "όποιον χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών ή τα αφαιρεί, αλλοιώνει, βλάπτει, καταστρέφει, επεξεργάζεται, μεταδίδει, ανακοινώνει, τα καθιστά προσιτά σε μη δικαιούμενα πρόσωπα ή επιτρέπει στα πρόσωπα αυτά να λάβουν γνώση των εν λόγω δεδομένων ή τα εκμεταλλεύεται με οποιονδήποτε τρόπο". Τέλος, κατά το άρθρο 23 του εν λόγω νόμου με τίτλο "αστική ευθύνη", προβλέπονται και αστικές κυρώσεις ειδικότερα δε, η παράγραφος 1 αυτού ορίζει, ότι "φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που κατά παράβαση του παρόντος νόμου προκαλεί περιουσιακή βλάβη, υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη, υποχρεούται σε χρηματική ικανοποίηση. Η ευθύνη υπάρχει και όταν ο υπόχρεος όφειλε να γνωρίζει την πιθανότητα να επέλθει βλάβη σε άλλον". Από τις προαναφερόμενες διατάξεις του νόμου 2472/1997, σαφώς προκύπτει, ότι οι ποινικές κυρώσεις, προβλέπονται όχι γενικώς και αορίστως για κάθε παράβαση των διατάξεων του, αλλά μόνο για συγκεκριμένες ειδικά περιγραφόμενες σοβαρές παραβάσεις. Στα πλαίσια αυτά, γίνεται δεκτό ότι α) δεν στοιχειοθετείται αντικειμενικά το προβλεπόμενο από το άρθρο 23 του νόμου αυτού έγκλημα, όταν ο φερόμενος ως δράστης δεν ερεύνησε ο ίδιος κάποιο αρχείο ή δεν του μετέδωσε τις αποτελούσες προσωπικό δεδομένο πληροφορίες, τρίτος που επενέβη σε αρχείο, αλλά τις γνωρίζει από μόνος του (ΑΠ 1520/2017, ΑΠ 474/2016, ΑΠ 1372/2015) και β) αντίθετα, οι προβλεπόμενες με τις διατάξεις αυτές αστικές κυρώσεις, μεταξύ των οποίων και η χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, είναι ευρύτατες, με την έννοια, ότι επιβάλλονται για κάθε μορφής παράβαση των επιταγών και απαγορεύσεων που θεσπίζονται με αυτόν. Οι ως άνω διατάξεις ερμηνεύονται με βάση: α) τον σκοπό του ν. 2472/1997, συνιστάμενο στη διασφάλιση του φιλελεύθερου και δικαιοκρατικού χαρακτήρα της τεχνολογικής αναπτύξεως και στην προστασία του ατόμου από την πληροφορική και ψηφιακή τεχνολογία, η οποία παρέχει θεωρητικώς και πρακτικώς απεριόριστες δυνατότητες συσσωρεύσεως και συσχετισμού πληροφοριών για όλες τις εκφάνσεις της ιδιωτικής και δημοσίας ζωής του ανθρώπου, και επιτρέπει την παραγωγή, με βάση τις ιδιότητές του ως πολίτη, εργαζομένου, ασφαλισμένου, καταναλωτή κλπ. μιας ανάγλυφης εικόνας της προσωπικότητάς του, η οποία τον καθιστά διαφανή και κατά τούτο ελέγξιμο αν όχι και χειραγωγήσιμο και β) υπό το φως των διδαγμάτων της κοινής πείρας, ως κανόνων της λογικής και της ανθρώπινης εμπειρίας, συναγομένων επαγωγικώς εκ των επί μέρους εκδηλώσεων της ζωής, της επιστήμης και της τέχνης και χρησιμοποιουμένων προς εξειδίκευση της αορίστου νομικής έννοιας "επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα". Σε περίπτωση δε, παραβίασής τους εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 2472/1997 και του ταυτάριθμου άρθρου της κοινοτικής οδηγίας 95/46/ΕΚ, από τις οποίες, σε συνδυασμό με τις αναλόγως εφαρμοζόμενες διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299 και 914, 932 ΑΚ, συνάγεται ότι φορέας της σχετικής αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση είναι αυτός που υπέστη άμεσα την ηθική βλάβη, δηλαδή, το κατά τις διατάξεις του Ν. 2472/1997 υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων (ΑΠ 79/2020) και ότι σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας προκαλεί ηθική βλάβη στο υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων, η ευθύνη του πρώτου για χρηματική ικανοποίηση του τελευταίου είναι νόθος αντικειμενική και προϋποθέτει: α) συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) που παραβιάζει τις διατάξεις του ν. 2472/1997 ή (και) των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών κανονιστικών πράξεων της Αρχής, β) ηθική βλάβη, γ) αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς και της ηθικής βλάβης και δ) υπαιτιότητα, ήτοι γνώση ή υπαίτια άγνοια αφενός των περιστατικών που συνιστούν την παράβαση και αφετέρου της πιθανότητας να επέλθει ηθική βλάβη. Η ύπαρξη υπαιτιότητας τεκμαίρεται, και ως εκ τούτου ο υπεύθυνος επεξεργασίας, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη του, έχει το βάρος να αποδείξει ότι ανυπαιτίως αγνοούσε τα θεμελιωτικά του πταίσματός του πραγματικά γεγονότα ( ΑΠ 1264/2020, ΑΠ 79/2020, ΑΠ 171/2019, ΑΠ 1740/2013, ΑΠ 637/2013, ΑΠ 174/2011, ΑΠ 476/2009). Περαιτέρω, ο νόμος γνωρίζει την έννοια της ηθικής βλάβης, την οποία ρυθμίζει στο άρθρο 932 εδ. α', β' ΑΚ, όπου ως ηθική βλάβη νοείται κάθε μη αποτιμητή σε χρήμα δυσμενής επίδραση στην σωματική, πνευματική, ηθική ή ψυχική υπόσταση του προσώπου συνεπεία προσβολής, ήτοι επέμβασης με την έννοια της βλάβης ή διατάραξης, οποιουδήποτε μη περιουσιακού δικαιώματος ή εννόμου αγαθού ή συμφέροντος. Η ηθική βλάβη συνιστά, καθεαυτή εν ευρεία εννοία, μορφή ζημίας (ΑΠ 1284/2017). Ο σκοπός της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης είναι η (οιονεί αποζημιωτικώς) παροχή στον παθόντα της δυνατότητας να αποκαταστήσει, εν ευρεία εννοία, δηλαδή να εξισορροπήσει ή να υπερνικήσει , τις μη περιουσιακές συνέπειες της προσβολής, με τα απαραίτητα εκείνα οικονομικά μέσα, που θα του επιτρέψουν στα πλαίσια του εφικτού, να διασκεδάσει τις συναισθηματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις που του προκάλεσε η ηθική βλάβη, είτε αυτή αφορούσε σε μη περιουσιακό έννομο αγαθό (όπως το σώμα, η υγεία, η τιμή, το όνομα), είτε αφορούσε σε περιουσιακό έννομο αγαθό.

Τετάρτη 4 Ιουνίου 2025

«Νέοι κανόνες για τις συσκευασίες και τα απορρίμματά τους» [της ΝΕΛΛΗ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ, Νομικού για το περιβάλλον - Πρ. Στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής]

 



Η διαχείριση των αποβλήτων είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της περιβαλλοντικής πολιτικής και του νομοθετικού έργου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Έχουν παρέλθει πενήντα χρόνια από την υιοθέτηση της πρώτης Οδηγίας για τα απόβλητα το 1975[1] και η νομοθεσία έχει διευρυνθεί με ιδιαίτερη έμφαση στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που συνδέονται με ειδικές κατηγορίες αποβλήτων. Ο πρόσφατος Ενωσιακός Νόμος αφορά τις συσκευασίες και τα απορρίμματα τους[2] και θεσπίζει ένα σύνολο διατάξεων για όλο τον κύκλο ζωής των συσκευασιών, τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Οι κανόνες στοχεύουν στην μείωση των αποβλήτων συσκευασίας, μεταξύ άλλων μέσω περισσότερων συστημάτων επαναχρησιμοποίησης και επαναπλήρωσης, στην ανακύκλωση όλων των συσκευασιών στην αγορά της ΕΕ με οικονομικά βιώσιμο τρόπο έως το 2030, και στην ασφαλή αύξηση της χρήσης ανακυκλωμένων πλαστικών στις συσκευασίες.

Ο Κανονισμός αποτελεί το θεμέλιο της νέας βιομηχανικής Στρατηγικής της ΕΕ[3] και είναι βασικός άξονας της Στρατηγικής για την Κυκλική Οικονομία[4] που στοχεύει στην επίτευξή της πράσινης μετάβασης. Εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της δέσμης μέτρων Fit for 55.[5].

Ο Κανονισμός είναι σε ισχύ από τις 11 Φεβρουαρίου του 2025[6] εξ ου και υπάρχουν ήδη συγκεκριμένες προθεσμίες ανακύκλωσης μέχρι το τέλος 2025, ενώ οι περισσότερες διατάξεις του θα αρχίσουν να εφαρμόζονται από τις 12 Αυγούστου του 2026. Τα κράτη μέλη οφείλουν να κοινοποιήσουν στη Επιτροπή τις κυρώσεις για τις περιπτώσεις παραβίασης του κανονισμού περιλαμβανομένων και των διοικητικών προστίμων, καθώς και όλα τα αναγκαία μέτρa που διασφαλίζουν την εφαρμογή τους.

 

I.       Εισαγωγή

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε σε μια σημαντική αναμόρφωση της νομοθεσίας για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2025/40, ο οποίος αντικαθιστά την Οδηγία 94/62/ΕΚ[7] και εισάγει αυστηρότερους κανόνες για τη μείωση της ρύπανσης, την προστασία της ανθρώπινης υγείας και την προώθηση μιας κυκλικής οικονομίας.

Ο Κανονισμός για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας[8], είναι προϊόν δεκαετιών ανησυχίας για την υπερκατανάλωση, την πλαστική ρύπανση, και την ανάγκη μιας οικονομίας που δεν βασίζεται στο «παίρνω–παράγω–πετάω», αλλά στο «σχεδιάζω–χρησιμοποιώ–ανακυκλώνω». Θέτει μετρήσιμους στόχους συλλογής και ανακύκλωσης απορριμμάτων συσκευασίας, με έμφαση στην αρχή της Διευρυμένης Ευθύνης του Παραγωγού[9], ενώ καθορίζει περιορισμούς στην χρήση επικίνδυνων ουσιών και εισάγει απαγορεύσεις σε συγκεκριμένα πλαστικά προϊόντα μιας χρήσης.

Είναι ένα από τα νομοθετικά κείμενα για τα οποία ασκήθηκαν οι περισσότερες πιέσεις από όλους τους ενδιαφερομένους φορείς και η έγκριση του αντιμετώπισε μια σειρά από διαπραγματευτικές δυσκολίες στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Κυρίως,  ασκήθηκε πίεση για εξαιρέσεις από μεγάλες χώρες παραγωγής πλαστικών (όπως η Γερμανία), και από βιομηχανίες fast food & logistics κυρίως κατά του περιορισμού συσκευασιών. Υπήρξαν επιφυλάξεις για τον ορισμό της “επαναχρησιμοποίησης”, όπου κάποιες χώρες πίεσαν να περιλαμβάνεται και η ενεργειακή ανάκτηση, καθώς και από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που θεωρούν ότι το κόστος συμμόρφωσης είναι δυσανάλογο. Ενδεικτικά, μόνο από τα μέλη της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων (ENVI) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υποβλήθηκαν 2.741 τροπολογίες.

Ωστόσο, οι συνομοθέτες κατέληξαν ότι η επιλογή Κανονισμού αντί Οδηγίας ήταν επιβεβλημένη για μια ενιαία εφαρμογή σε ολόκληρη την Εσωτερική Αγορά, με σαφείς κοινές προδιαγραφές για τους οικονομικούς φορείς και την ασφάλεια και την ενημέρωση των καταναλωτών.

Ο νέος Κανονισμός είναι στο επίκεντρο των άμεσων γεωπολιτικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση και ενσωματώνει τις νέες πολιτικές προτεραιότητες για μια βιώσιμη πράσινη μετάβαση σε ένα ανταγωνιστικό παγκόσμιο περιβάλλον. Σημαντικοί παράγοντες καθορίζουν την αναγκαιότητα μιας ολιστικής προσέγγισης:

Η ανάγκη ανταγωνιστικότητας της ΕΕ. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις φέρουν μεγαλύτερο κανονιστικό και οικονομικό βάρος λόγω των περιβαλλοντικών απαιτήσεων ενώ αντιθέτως, επιχειρήσεις σε Ασία, Νότια Αμερική ή Αφρική συχνά λειτουργούν με λιγότερους περιορισμούς, με αποτέλεσμα χαμηλότερο κόστος παραγωγής, άρα και πιο ανταγωνιστικές τιμές, ενώ η Κίνα επενδύει μαζικά σε υποδομές ανακύκλωσης[10], αλλά με έμφαση στον έλεγχο και την οικονομική απόδοση, όχι απαραίτητα στο περιβαλλοντικό πρότυπο που είναι ο στόχος της ΕΕ.

Η δημιουργία βιώσιμων και ανθεκτικών αλυσίδων αξίας εντός της Εσωτερικής Αγοράς.  Σύμφωνα με το Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία του 2020, η ΕΕ εντείνει τη δράση της για τη μετάβαση από τη γραμμική στην κυκλική οικονομία, εστιάζοντας στον οικολογικό σχεδιασμό, στην ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση, προκειμένου τα προϊόντα να καταστούν όσο το δυνατόν πιο αποδοτικά ως προς τους πόρους και την ενέργεια.

Η επίτευξή της κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050. Το πλαστικό είναι το υλικό συσκευασίας με την υψηλότερη ένταση άνθρακα[11] και, όσον αφορά τη χρήση ορυκτών καυσίμων, η ανακύκλωση των πλαστικών απορριμμάτων είναι περίπου πέντε φορές καλύτερη από την αποτέφρωση με ανάκτηση ενέργειας.

Η διαμόρφωση του νέου προϋπολογισμού της ΕΕ μετά το 2027. Στη παρούσα περίοδο 2021-2027 καθιερώθηκε συνεισφορά με βάση τα μη ανακυκλωμένα απορρίμματα πλαστικών συσκευασιών ως νέα πηγή εσόδων για τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Το μέτρο αυτό αποσκοπεί στην κινητοποίηση των χωρών για μείωση της κατανάλωσης πλαστικών προϊόντων μίας χρήσης, προώθηση της ανακύκλωσης και τόνωση της κυκλικής οικονομίας[12].

 

Παρασκευή 30 Μαΐου 2025

ΑΠ 378/2025 : Παραπομπή στην Ολομέλεια - ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ -

 


Η απόφαση πραγματεύεται το νομικό ζήτημα, του κατά πόσο η ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ υποχρεούται να καταβάλει στους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ τόκους υπερημερίας, στην περίπτωση που καθυστερήσει να εξοφλήσει ποσά τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, κατ’ άρθρα 340 και 341 παρ. 1 ΑΚ ή ότι δικαιούται να απαλλαγεί από αυτή την υποχρέωση προβάλλοντας την κατ’ άρθρο. 342 ΑΚ ένσταση, δεδομένου ότι η ίδια η ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ δεσμεύεται νομοθετικά να αντλήσει τα απαιτούμενα κεφάλαια μόνο από τον Ειδικό Λογαριασμό του άρθρου 40 του ν. 2773/1999, που δεν τροφοδοτείται από την ίδια, και ως εκ τούτου δεν φέρει ευθύνη σε περίπτωση που παρουσιάσει έστω και παροδικό έλλειμμα, που καθιστά ανέφικτη την έγκαιρη εκπλήρωση της παροχής. Η απόφαση εκθέτει και τις δύο απόψεις, δεδομένου ότι παραπέμπει το θέμα στην Ολομέλεια.

  

Αριθμός 378/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

A3' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Σιμιτσή-Βετούλα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χρήστο Κατσιάνη-Εισηγητή, Χρυσούλα Πλατιά, Ηλία Γιαρένη και Αικατερίνη Πατσιαρά, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 23 Σεπτεμβρίου 2024, με την παρουσία και της Γραμματέως Μαρίας Σουλάκα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΑΠΕ & ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Α.Ε.» και το διακριτικό τίτλο «ΔΑΠΕΕΠ Α.Ε.» {εφεξής ΔΑΠΕΕΠ}, όπως μετονομάστηκε η εταιρεία με την επωνυμία «ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Α.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «ΛΑΓΗΕ Α.Ε.», που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο ΘΣ με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και, κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσίβλητων: 1. Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο ΓΓ και κατέθεσε προτάσεις και 2. ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «... Ο.Ε.» και ήδη με τη νέα της επωνυμία «... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.», που εδρεύει στη Νιγρίτα Σερρών και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο ΔΑ με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και, κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10.09.2017 αγωγή των ήδη αναιρεσίβλητων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: α) 5379/2018 μη οριστική του ίδιου Δικαστηρίου το οποίο έκρινε εαυτό αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Πειραιά, 185/2020 οριστική του Ειρηνοδικείου Πειραιά και β) 705/2023 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 12.09.2023 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Η πληρεξούσια δικηγόρος της με στοιχ.1 αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη της αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης, που παραδεκτώς επισκοπούνται, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, προκύπτουν επί της διαδικαστικής πορείας της υπόθεσης, τα ακόλουθα: Με την από 10.9.2017 αγωγή τους ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών οι αναιρεσίβλητες εταιρίες ζήτησαν να υποχρεωθεί η αναιρεσείουσα εταιρία (υπό την τότε επωνυμία της «ΛΑΓΗΕ ΑΕ») να τους καταβάλει εις ολόκληρον το συνολικό ποσό των 16.415,53 ευρώ ως τόκους υπερημερίας, που αντιστοιχούσαν στο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο η τελευταία καθυστέρησε να εξοφλήσει τα ποσά των αναφερόμενων τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που εκδόθηκαν από τη δεύτερη αυτών (αναιρεσιβλήτων), ως παραγωγό, κατά το χρονικό διάστημα των ετών 2012 έως και 2017, παρά την ορισθείσα, με τις μεταξύ αυτής και της δεύτερης αναιρεσίβλητης καταρτισθείσες σχετικές συμβάσεις, δήλη ημέρα πληρωμής τους. Επί της ως άνω αγωγής, αφού εκδόθηκε αρχικά η υπ' αριθ. 5379/2018 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που κήρυξε εαυτό κατά τόπο αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς, εκδόθηκε από το τελευταίο αυτό δικαστήριο η υπ' αριθ. 185/2020 οριστική απόφασή του, που απέρριψε αυτήν (αγωγή) ως απαράδεκτη ελλείψει δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων, κρίνοντας ότι η μεταξύ των διαδίκων διαφορά υπαγόταν στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων. Επί της από 30.10.2020 έφεσης των αναιρεσιβλήτων κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 705/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (δικάσαντος ως Εφετείου), με την οποία έγινε δεκτή τυπικά και κατ' ουσίαν η ως άνω έφεση και, αφού εξαφανίσθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, κρατήθηκε προς εκδίκαση η υπόθεση και έγινε δεκτή η αγωγή ως ουσία βάσιμη. Κατά της ανωτέρω τελεσίδικης απόφασης, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε από την εφεσίβλητη-εναγόμενη εταιρία (ήδη μετονομασθείσα σε «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΑΠΕ & ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΑΕ» και έχουσα τον διακριτικό τίτλο «ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ») νομότυπα και εμπρόθεσμα η κρινόμενη από 12.9.2023 αίτηση αναίρεσης (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 1 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επομένως, η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Α. Με την Οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίσθηκαν κοινοί κανόνες για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να δημιουργηθεί σταδιακά μια εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε οι δραστηριότητες αυτές (παραγωγή, μεταφορά και διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας) να καταστούν πιο αποδοτικές, με παράλληλη ενίσχυση της ασφάλειας του εφοδιασμού και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας και με σεβασμό της προστασίας του περιβάλλοντος. Η Οδηγία αυτή μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με τον ν. 2773/1999 «Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας -Ρύθμιση θεμάτων ενεργειακής πολιτικής και λοιπές διατάξεις». Στη συνέχεια, με την Οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ» επιχειρήθηκε η δεύτερη φάση ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Για την ενσωμάτωση της ως άνω Οδηγίας στην ελληνική έννομη τάξη δημοσιεύθηκε ο ν. 3426/2005 «Επιτάχυνση της διαδικασίας για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας», με τον οποίο επήλθαν ευρείες τροποποιήσεις στον ν. 2773/1999. Ακολούθησε η εντασσόμενη στην τρίτη ενεργειακή δέσμη Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ», για τη μεταφορά της οποίας στην εθνική έννομη τάξη δημοσιεύθηκε ο ν. 4001/2011 «Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις». Ειδικότερα, μετά την τροποποίηση του ν. 2773/1999, με τις διατάξεις του ν. 3175/2003 «Αξιοποίηση του γεωθερμικού δυναμικού, τηλεθέρμανση και άλλες διατάξεις», θεσπίσθηκε, κατά το έτος 2005, ο Κώδικας Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΔΣ-ΣΗΕ 2005), με τον οποίο υιοθετήθηκε ένα συγκεκριμένο σχήμα οργάνωσης και λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι το σχήμα της υποχρεωτικής χονδρεμπορικής αγοράς. Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού δεν επιτρέπονται διμερή συμβόλαια μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά, αντιθέτως, το σύνολο των συναλλαγών διεξάγεται μέσω της χονδρεμπορικής αγοράς, όπου κεντρικός ρόλος αποδίδεται στον «Διαχειριστή του Συστήματος». Ως «Διαχειριστής του Συστήματος» ορίσθηκε αρχικώς η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» (ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ), η ίδρυση της οποίας προβλέφθηκε από τη διάταξη του άρθρου 14 του ν. 2773/1999. Ο ΚΔΣ-ΣΗΕ 2005 αντικαταστάθηκε από νέους Κώδικες, οι οποίοι θεσπίσθηκαν κατά το έτος 2012, κατ' εξουσιοδότηση του ν. 4001/2011, ήτοι τον «Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος» (ΚΔΣ) και τον «Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας» (ΚΣΗΕ), οι οποίοι εγκρίθηκαν, κατά τις διατάξεις των άρθρων 30 παρ. 3 και 120 παρ. 2 του ως άνω νόμου, με Απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και ισχύουν από 1.2.2012. Στο πλαίσιο των εν λόγω Κωδίκων και του τεθέντος νομοθετικού πλαισίου, ο παραγωγός πωλεί το παραγόμενο αγαθό και ο προμηθευτής αγοράζει τούτο, πλην όμως οι παραγωγοί και οι προμηθευτές δεν συνάπτουν μεταξύ τους διμερείς συμβάσεις πώλησης. Το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ένα σύστημα υποχρεωτικής κατάρτισης -με προσχώρηση των παραγωγών και προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας- αναγκαστικής σύμβασης, η οποία ρυθμίζεται βάσει των κατωτέρω αναφερομένων κανόνων, χωρίς αυτοί να δύνανται να επιλέξουν τον αντισυμβαλλόμενό τους, αλλά ούτε και να διαπραγματευθούν τους όρους της σύμβασης. Την οργάνωση της αγοράς διαχειρίζονται, στα διάφορα στάδια αυτής, συγκεκριμένοι θεσμικοί φορείς και δη η προαναφερόμενη ανώνυμη εταιρία «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» (ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ) και, στη συνέχεια, η ανώνυμη εταιρία υπό την επωνυμία «Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» και τον διακριτικό τίτλο «ΛΑΓΗΕ ΑΕ», όπως μετονομάστηκε η ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ, με την ολοκλήρωση της μεταφοράς των δραστηριοτήτων της τελευταίας στην ΑΔΜΗΕ ΑΕ, σύμφωνα με το άρθρο 117 του ν. 4001/2011. Ήδη, με το άρθρο 117Α του ν. 4001/2011 (το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 96 του ν. 4512/2018), προβλέφθηκε η ίδρυση της εταιρίας «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» (ΕΧΕ ΑΕ), ενώ με το άρθρο 118 παρ. 1 του ν. 4001/2011 (όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 98 παρ. 5 του ν. 4512/2018), ορίσθηκε ότι «Με την ολοκλήρωση της απόσχισης του κλάδου της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και της μεταφοράς των δραστηριοτήτων από τη ΛΑΓΗΕ Α. Ε. στην Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε., όπως ορίζεται στα άρθρα 117Α, 117Β, 117Γ και 117Δ, η ΛΑΓΗΕ Α.Ε. μετονομάζεται σε «Διαχειριστή ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης Α.Ε.», η οποία θα λειτουργεί σύμφωνα τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, προσαρμόζοντας αντίστοιχα το Καταστατικό της». Συγκεκριμένα, στο άρθρο 118 του ν. 4001/2011, που προβλέπει τον σκοπό και τις αρμοδιότητες της ΛΑΓΗΕ ΑΕ ως Λειτουργού της Αγοράς (όπως αυτό ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 98 παρ. 5 του ν. 4512/2018 και ειδικότερα ως προς το εδάφιο θ' της παρ. 2 αυτού, όπως αυτό ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 22 του ν. 4414/2016), οριζόταν ότι: «1. Ο Λειτουργός της Αγοράς εφαρμόζει τους κανόνες για τη λειτουργία της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων πράξεων και ιδίως τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 2. 2. Στο πλαίσιο του παραπάνω σκοπού του, ο Λειτουργός της Αγοράς ασκεί, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες: (α) Διενεργεί τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό, ως εξής: (αα) Προγραμματίζει τις εγχύσεις ηλεκτρικής ενέργειας στο ΕΣΜΗΕ, καθώς και τις απορροφήσεις ηλεκτρικής ενέργειας σε αυτό, κατά τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, (ββ)… (γγ) Εκκαθαρίζει τις συναλλαγές στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού, (β) ... (γ) Τηρεί ειδικό Μητρώο Συμμετεχόντων στην Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας και εγγράφει τους Συμμετέχοντες, σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας. (δ) ... (ε) ... (στ) ... (ζ) ...(η) ... (θ) Συνάπτει συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 του ν. 3468/2006 που παράγονται από εγκαταστάσεις ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας συνδέονται στο Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου, και καταβάλει τις πληρωμές που προβλέπονται στις συμβάσεις αυτές. Τα ποσά που καταβάλλονται στους αντισυμβαλλόμενους ανακτώνται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 143.(ι) Διενεργεί τη διευθέτηση των χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού σε συνεργασία με τους Διαχειριστές του ΕΣΜΗΕ και του ΕΔΔΗΕ. Για τη διενέργεια της διευθέτησης των χρηματικών συναλλαγών, ο Λειτουργός της Αγοράς δύναται: (αα)... (ββ) Να αναθέτει σε τρίτους, μετά από σύμφωνη γνώμη της ΡΑΕ, την ως άνω διευθέτηση, ιδίως αναφορικά με τη διαχείριση και εκκαθάριση χρηματικών συναλλαγών και τη διαχείριση πιστωτικού και συναλλακτικού κινδύνου, στο πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. 3. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Λειτουργός της Αγοράς διευκολύνει κατά κύριο λόγο την ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και για το σκοπό αυτόν αναλαμβάνει κάθε αναγκαία ενέργεια, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται με τον παρόντα νόμο, να προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή των προβλέψεων του Κανονισμού 714/2009, της Οδηγίας 72/2009 και όλων των σχετικών κατευθύνσεων και αποφάσεων που εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Εξάλλου, ο ν. 3468/2006 «Παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης και λοιπές διατάξεις», με τον οποίο τέθηκαν δεσμευτικοί εθνικοί στόχοι κατά τα προβλεπόμενα από την Οδηγία 2001/77/ΕΚ, συμπεριέλαβε στις διατάξεις των άρθρων 9 επ. αυτού, μεταξύ άλλων, ρυθμίσεις σχετικώς με την κατά προτεραιότητα ένταξη των σταθμών παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (εφεξής ΑΠΕ) στο Σύστημα ή το Δίκτυο (άρθρο 9), ως και στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (άρθρο 10), τη σύναψη συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας (άρθρο 12) και την τιμολόγηση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ (άρθρο 13), καταργώντας τις μέχρι τότε ισχύουσες διατάξεις των άρθρων 35 παρ. 1-3, 36, 37, 38 και 39 ν. 2773/1999 (άρθρο 28 παρ. 1 περ. β’, ως και άρθρο 27 παρ. 7). Ακολούθως, με το ν. 3851/2010 «Επιτάχυνση της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και άλλες διατάξεις σε θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής», με τον οποίο επήλθαν ευρείας έκτασης τροποποιήσεις επιμέρους διατάξεων του ν. 3468/2006, επιδιώχθηκε, με σκοπό συμμόρφωσης προς την Οδηγία 2009/28/ΕΚ, η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών (όπως φωτοβολταϊκοί και αιολικοί σταθμοί) ως περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα υψίστης σημασίας για τη χώρα. Για το σκοπό της εκπλήρωσης των διεθνών δεσμεύσεων και των συναφών ευρωπαϊκών υποχρεώσεων της χώρας προς μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου κρίθηκε αναγκαία η μεταβολή του ισχύοντος πλαισίου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Με τον ως άνω ν. 3851/2010 καθορίσθηκαν οι εθνικοί στόχοι για τις ΑΠΕ έως το έτος 2020 και, περαιτέρω, τροποποιήθηκαν οι σχετικές με τις συμβάσεις πώλησης και την τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας διατάξεις του ν. 3468/2006 (άρθρα 1 και 5 παρ. 1-2 ν. 3851/2010). Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρθρου 12 ν. 3468/2006 (όπως η παρ. 2 αυτού ίσχυε μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3851/2010), «1. Για την ένταξη σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. στο Σύστημα ή στο Δίκτυο, περιλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, ο Διαχειριστής του Συστήματος, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής συνδέονται στο Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου ή ο Διαχειριστής Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής συνδέονται με το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, υποχρεούνται να συνάπτουν σύμβαση πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας με τον κάτοχο της άδειας παραγωγής της. 2. Η Σύμβαση Πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από σταθμούς Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. ισχύει για είκοσι (20) έτη και μπορεί να παρατείνεται, σύμφωνα με τους όρους της άδειας αυτής, μετά από έγγραφη συμφωνία των μερών, εφόσον ισχύει η σχετική άδεια παραγωγής ... 3. Με Απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από εισήγηση του αρμόδιου Διαχειριστή και γνώμη της Ρ.Α.Ε., καθορίζονται ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια». Με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου (άρθρου 5 ν. 3851/2010) έλαβε χώρα τροποποίηση των προβλέψεων του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 σχετικώς με την τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας και με την εκδοθείσα, κατ' εφαρμογή της προαναφερθείσας εξουσιοδοτικής διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 12 ν. 3468/2006, όπως τροποποιήθηκε κατά τα προεκτεθέντα, υπ' αριθ. Α. Υ/Φ1/οικ. 17149/30.8.2010 Απόφαση της Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΦΕΚ Β' 1497) καθορίσθηκαν (άρθρο 1) ο τύπος και το συνολικό περιεχόμενο των συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες συνάπτονται μεταξύ του Διαχειριστή του Συστήματος (ήδη της εταιρίας ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ και, κατά το παρελθόν, της ΛΑΓΗΕ ΑΕ και της ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ) και των παραγωγών που αξιοποιούν Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και συμμετέχουν στην συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας υψηλής απόδοσης, συνδεόμενοι στο Σύστημα ή στο Διασυνδεδεμένο Δίκτυο της χώρας (ΣΗΘΥΑ). Το άρθρο πρώτο του προτύπου της εν λόγω σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ότι ο Διαχειριστής του Συστήματος αναλαμβάνει την υποχρέωση να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από τον παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και αντιστοίχως ο παραγωγός να πωλεί την ενέργεια στον Διαχειριστή του Συστήματος, ενώ το άρθρο δεύτερο της σύμβασης προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη υποχρεούνται να ενεργούν συμφώνως προς τις διατάξεις των Κωδίκων Διαχείρισης, καθώς και προς το σύνολο του διέποντος την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας νομοθετικού πλαισίου. Περαιτέρω, το άρθρο έβδομο της σύμβασης αναφέρεται στην τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας και ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Ο Παραγωγός, ο σταθμός του οποίου συνδέεται στα δίκτυα χαμηλής, μέσης ή υψηλής τάσης και λειτουργεί παράλληλα με το διασυνδεδεμένο σύστημα, δικαιούται να λαμβάνει το τίμημα που αντιστοιχεί στο σύνολο της καθαρής παραγωγής ενέργειας που παραδίδει στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο και απορροφάται από αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 3468/2006, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 27Α του Ν. 3734/2009 και το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010, καθώς και τη λοιπή νομοθεσία που διέπει την αγορά και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας...», ενώ το άρθρο δωδέκατο της σύμβασης (υπό τον τίτλο «Λογαριασμοί και Πληρωμές») προβλέπει ότι «1. Ο υπολογισμός του τιμήματος της ηλεκτρικής ενέργειας που εγχύθηκε στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο και απορροφήθηκε από αυτό γίνεται από το ΔΕΣΜΗΕ (σημ.: μετέπειτα ΛΑΓΗΕ) σύμφωνα με τον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, το Ν. 3468/2006, το άρθρο 27Α του Ν. 3734/2009, το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010 και τη λοιπή κείμενη νομοθεσία. Προς τούτο αποστέλλεται στον Παραγωγό σχετικό Σημείωμα, στο οποίο αναφέρονται και τυχόν χρέωση αέργου ισχύος και τυχόν απαιτήσεις του ΔΕΣΜΗΕ κατ' αυτού. Ο Παραγωγός βάσει του πιο πάνω σημειώματος εκδίδει τιμολόγιο, στο οποίο οι απαιτήσεις αυτές συμψηφίζονται με το τίμημα που ο ΔΕΣΜΗΕ πρέπει να καταβάλει στον Παραγωγό. Το τιμολόγιο του Παραγωγού αποστέλλεται στο ΔΕΣΜΗΕ και είναι πληρωτέο μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την κατάθεσή του στο ΔΕΣΜΗΕ. 2. Η εξόφληση του τιμολογίου του Παραγωγού γίνεται μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, ακόμη και αν υπάρχουν αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις από οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη όσον αφορά την ακρίβεια του λογαριασμού. Το συμβαλλόμενο μέρος που έχει αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις τις γνωστοποιεί αμελλητί στο άλλο μέρος. Σε περίπτωση που τελικά διαπιστωθεί σφάλμα, το συμβαλλόμενο μέρος σε βάρος του οποίου προκύπτει διαφορά, οφείλει να την επιστρέφει στο άλλο μέρος έντοκα, με το νόμιμο τόκο της υπερημερίας από την ημέρα εξόφλησης των τιμολογίων, μέχρι την ημέρα επιστροφής της διαφοράς. 3. Σε περίπτωση καθυστέρησης της εξόφλησης Λογαριασμού ή τιμολογίου πέραν της προθεσμίας της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, ο ΔΕΣΜΗΕ οφείλει να πληρώσει στον Παραγωγό και τόκο υπερημερίας επί του οφειλομένου ποσού, από την επομένη της λήξης της προθεσμίας εξόφλησης και χωρίς άλλη ειδοποίηση. 4. Η εκκαθάριση και οι πληρωμές θα γίνονται από το ΔΕΣΜΗΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας». Σύμφωνα με την προβλεφθείσα από τις ανωτέρω διατάξεις οργάνωση της σχετικής αγοράς παραγωγής ενέργειας από παραγωγούς ΑΠΕ οι υποβάλλοντες προσφορά εγχύσεως, δηλαδή οι ως άνω παραγωγοί, λαμβάνουν αμοιβή για την εγχεόμενη στο Σύστημα ενέργεια, ενώ οι Εκπρόσωποι Φορτίου, δηλαδή ιδίως οι προμηθευτές, πραγματοποιούν πληρωμές για την απορροφώμενη από το Σύστημα ενέργεια. Κομβικός για την εύρυθμη λειτουργία της χονδρεμπορικής αυτής αγοράς, είναι ο ρόλος του «Λειτουργού της Αγοράς», ο οποίος κατά το κρίσιμο, στην ένδικη υπόθεση, χρονικό διάστημα (2012 έως και 2017) έχει ανατεθεί στην εταιρία «ΛΑΓΗΕ ΑΕ», η οποία ενεργεί εκ του νόμου ως ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος των συμμετεχόντων στην αγορά παραγωγών ΑΠΕ και προμηθευτών, συνάπτοντας μαζί τους συμβάσεις συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού (ΗΕΠ) σχετικά με τις συναλλαγές που προβλέπονται στις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (άρθρο 1 του ΚΣΗΕ), ενώ παράλληλα ο νομοθέτης έχει αναθέσει σ' αυτόν και το ρόλο του αποκλειστικού εκκαθαριστή της αγοράς και συγκεκριμένα τη διευθέτηση των χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του ΗΕΠ (άρθρο 118 παρ. 2 στοιχ. ι’ ν. 4001/2011). Επομένως, ο ανωτέρω «Λειτουργός της Αγοράς» (ΛΑΓΗΕ ΑΕ) είναι, ως εκ του λειτουργικού και ρυθμιστικού ρόλου που κατά το νόμο καλείται να επιτελέσει, υπεύθυνος για την εκκαθάριση και καταβολή στους παραγωγούς του ανταλλάγματος για την παραγόμενη από αυτούς ηλεκτρική ενέργεια καθώς και για την είσπραξη από τους προμηθευτές των ποσών που οφείλουν για τα φορτία που κατανάλωσαν οι καταναλωτές πελάτες τους, ενώ, επίσης, είναι υπεύθυνος για την εκκαθάριση και καταβολή στους παραγωγούς των ειδικά προβλεπόμενων από την σχετική νομοθεσία χρηματικών ποσών που σχετίζονται με τη δραστηριότητά τους. Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 40 παρ. 1-3 του ν. 2773/1999 συνεστήθη Ειδικός Λογαριασμός υπό τη διαχείριση της (τότε υφιστάμενης) «ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ» και, στη συνέχεια, δυνάμει της διάταξης του άρθρου 143 παρ. 1-2 του ν. 4001/2011, της «ΛΑΓΗΕ ΑΕ» για την πληρωμή των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, με τιμές, οι οποίες ορίζονται, κατά τα προαναφερθέντα, δια νόμου και υπό τις οποίες συνομολογούνται οι οικείες συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, με την ως άνω διάταξη του άρθρου 40 παρ. 1-3 ν. 2773/1999 (όπως το πρώτο εδάφιο της περ. γ' της παρ. 3 αυτού ισχύει μετά την αντικατάστασή του με τα άρθρα 23 παρ. 20 του ν. 3175/2003 και 39 παρ. 3 του ν. 4062/2012), ορίσθηκε ότι «1. Ο Διαχειριστής του Συστήματος και ο Διαχειριστής του Δικτύου ανακτούν πλήρως τα ποσά που καταβάλλουν στους αντισυμβαλλομένους σύμφωνα με τα άρθρα 35, 37, 38 και 39 μέσω ειδικού Λογαριασμού τον οποίο διαχειρίζεται ο Διαχειριστής του Συστήματος. 2. Ο Διαχειριστής του Συστήματος υποχρεούται να συστήσει το αργότερο μέχρι την 30η Απριλίου 2001 τον ειδικό Λογαριασμό της προηγούμενης παραγράφου. 3. Έσοδα του ειδικού Λογαριασμού είναι: (α) Τα ποσά που καταβάλλουν οι κάτοχοι άδειας παραγωγής και προμήθειας του Συστήματος μέσω της διαδικασίας διευθέτησης των Αποκλίσεων Παραγωγής - Ζήτησης του άρθρου 20, τα οποία αναλογούν στην ισχύ που εντάσσεται κατά προτεραιότητα στο Σύστημα από το Διαχειριστή του Συστήματος κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 35, 37 και 38. (β) Τα ποσά που καταβάλλει η Δ.Ε.Η. ως αποκλειστικός Προμηθευτής στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά ... (γ) Το Ειδικό Τέλος για τη Μείωση Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ), που επιμερίζεται ομοιόμορφα για όλη την ελληνική επικράτεια σε κάθε Πελάτη, περιλαμβανομένων και των αυτοπαραγωγών, σύμφωνα με μεθοδολογία η οποία καθορίζεται με Απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη της Ρ.Α.Ε., και η οποία λαμβάνει υπόψη την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει ο κάθε Πελάτης και συντελεστές που διαφοροποιούν τον επιμερισμό κατά Κατηγορία Πελατών, έτσι ώστε να προκύπτει χρέωση που εξισορροπεί τις οικονομικές συνέπειες μεταξύ των κατηγοριών Πελατών. Οι αριθμητικές τιμές των συντελεστών της ανωτέρω μεθοδολογίας προσδιορίζονται κάθε έτος με Απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μετά από πρόταση της Ρ.Α.Ε., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως...». Ρύθμιση σχετικά με τον αυτό λογαριασμό περιέλαβε και το άρθρο 143 του ν. 4001/2011 (όπως ίσχυε μετά την αντικατάσταση της περ. γ' της παρ. 2 αυτού με τα άρθρα 32 παρ. 1 και 49 παρ. 3 του ν. 4111/2013), με το οποίο ορίσθηκαν τα εξής:«1. Η ΛΑΓΗΕ ΑΕ και η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ ανακτούν πλήρως τα ποσά που καταβάλλουν στους αντισυμβαλλόμενους κατά τις διατάξεις της περίπτωσης θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 118 και της περίπτωσης η' της παραγράφου 2 του άρθρου 129 αντίστοιχα, μέσω του ειδικού διαχειριστικού Λογαριασμού, όπως αυτός δημιουργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 40 του Ν. 2773/1999, τον οποίο διαχειρίζεται η ΛΑΓΗΕ ΑΕ. 2. Έσοδα του ειδικού Λογαριασμού είναι: (α) Τα ποσά που καταβάλλουν οι παραγωγοί και οι προμηθευτές στο πλαίσιο του ημερήσιου ενεργειακού προγραμματισμού του άρθρου 120 και της Εκκαθάρισης των Αποκλίσεων παραγωγής - ζήτησης κατά το άρθρο 105, τα οποία αναλογούν στην ισχύ που εντάσσεται στο σύστημα μεταφοράς και στο δίκτυο διανομής της ηπειρωτικής χώρας και των συνδεδεμένων με αυτά νησιών κατά τα οριζόμενα στον ν. 3851/2010. (β) Τα ποσά που καταβάλλουν οι Προμηθευτές στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά, για την ηλεκτρική ενέργεια που απορροφάται στα συστήματα των νησιών αυτών, που παράγεται από τις μονάδες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 129.

Τρίτη 20 Μαΐου 2025

ΜονΠρωτΘεσ 7509/25 : ΕΓΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΑΠΑΤΗ - ΨΕΥΔΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗ - ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΗ ΔΥΣΦΗΜΗΣΗ - ΣΤΟΙΧΕΙΑ. ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ - HΘΙΚΗ ΒΛΑΒΗ - ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ - ΕΥΛΟΓΟ ΜΕΤΡΟ


ΜονΠρωτΘεσ 7509/25 : ΕΓΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΑΠΑΤΗ - ΨΕΥΔΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗ -  ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΗ ΔΥΣΦΗΜΗΣΗ -  ΣΤΟΙΧΕΙΑ. ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ - HΘΙΚΗ ΒΛΑΒΗ - ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ - ΕΥΛΟΓΟ ΜΕΤΡΟ. ΔΕΚΤΗ ΕΝ ΜΕΡΕΙ Η ΑΓΩΓΗ. Eν προκειμένω, ο ενάγων επικαλείται ότι ο πατέρας του εναγόμενου είχε υποβάλει σε βάρος του έγκληση για απάτη, στο πλαίσιο δε, της ποινικής διαδικασίας, την οποία – λόγω θανάτου του πατέρα του εναγομένου – συνέχισε ο ίδιος ο εναγόμενος, ως κληρονόμος του, εκδόθηκε αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Ειδικότερα δε, ισχυρίζεται ότι ο εναγόμενος προσέβαλε την προσωπικότητά του, αφού κατά την ως άνω διαδικασία, κατέθεσε σε βάρος του ενάγοντος ψευδή γεγονότα και ότι η αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου συνίσταται στην  τέλεση των αξιόποινων πράξεων της ψευδούς καταμήνυσης, ψευδούς κατάθεσης, συκοφαντικής δυσφήμησης, άλλως της απλής δυσφήμησης, άλλως της εξύβρισης. Κρίνεται εν προκειμένω, ότι ο εναγόμενος κατέθεσε ψευδή γεγονότα προσβάλλοντας την προσωπικότητα του ενάγοντος, τελώντας σε βάρος του ενάγοντος συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς ισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων, δηλαδή της οικογένειάς του, των φίλων και των συνεργατών του, που ήταν παρόντες στο ακροατήριο,  τα ψευδή γεγονότα, εν γνώσει του ψεύδους αυτών, απορριπτομένης και της ένστασης εκ του άρθρου 367 παρ.2 περ.γ’ ΠΚ, διότι η εν λόγω διάταξη δεν εφαρμόζεται επί συκοφαντικής δυσφήμησης. Αντίθετα η συκοφαντική δυσφήμηση πρέπει να απορριφθεί κατά το σκέλος που αφορά τα υπόλοιπα πρόσωπα στο ακροατήριο, διότι δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχαν σε αυτό πρόσωπα που γνώριζαν την επιχείρηση του ενάγοντος, καθώς επίσης ο εναγόμενος δεν προέβη σε χαρακτηρισμούς με τις λέξεις ''απατεώνας'' και ''ψεύτης'' σε βάρος του ενάγοντος. Απορριπτέος κρίνεται και ο ισχυρισμός ότι ο εναγόμενος διέδωσε στον εμπορικό κύκλο πως ο ενάγων είναι απατεώνας, με αποτέλεσμα να χάσει εμπορικές συνεργασίες. Εν τέλει, ο ενάγων δικαιούται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ποσού 2.000 ευρώ. Δεκτή εν μέρει η αγωγή. [ Αρ. 229 παρ. 1,361, 363, 367 ΠΚ, αρ. 57, 59, 330, 346, 914, 919, 929, 932 ΑΚ, αρ. 2 παρ.1 Συντ. ]


ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΑΡΙΘΜΟΣ 7509/2025

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Ζήση Χατζηγιαννάκο, Πρωτόδικη Γενικής Επετηρίδας, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Ελένη Παπαγεωργοπούλου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του 17.12.2024 για να δικάσει την αγωγή με αρ. κατ. …………/29.12.2023 μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …………….., κατοίκου ……………., επί της οδού …………….., με Α.Φ.Μ.: ………………., ο οποίος παραστάθηκε διά των προτάσεων που κατέθεσε εντός της προθεσμίας του άρθρ. 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, η πληρεξούσια δικηγόρος του, ΑΧ (ΑΜΔΣΘ: …………), δυνάμει της από 28.04.2024 έγγραφης πληρεξουσιότητας, η οποία (δικηγόρος) δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, προκατέβαλε όμως τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρ. 61 παρ. 1 και 2 του ν. 4194/2013 (βλ. το με αρ. …………./25.04.2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης).

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ……………, κατοίκου ………………, επί της οδού ……………, με Α.Φ.Μ.: ……………, ο οποίος παραστάθηκε διά των προτάσεων, που κατέθεσαν εντός της προθεσμίας του άρθρ.237 παρ. 1 ΚΠολΔ, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του, ΘΖ (ΑΜΔΣΘ: ………….) και ΑΖ (ΑΜΔΣΘ: ………..), δυνάμει των από 23.04.2024 και 26.04.2024 εγγράφων πληρεξουσιότητας, οι οποίοι δεν εμφανίστηκαν στο ακροατήριο, προκατέβαλαν όμως τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρ. 61 παρ. 1 και 2 του ν. 4194/2013 (βλ. τα με αρ. ………../29.04.2024 και ………/26.04.2024 γραμμάτια προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης).


ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται παραπάνω.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ


I. Κατά τη διάταξη του άρθρ. 229 παρ. 1 Π.Κ. περί ψευδούς καταμήνυσης, όπως ίσχυε πριν την 01η.07.2019, όποιος εν γνώσει καταμηνύει άλλον ψευδώς ή αναφέρει γι' αυτόν ενώπιον της Αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξή του γι' αυτήν, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του αδικήματος της ψευδούς καταμήνυσης απαιτείται να έγινε μήνυση ή ανακοίνωση με οποιονδήποτε τρόπο σε Αρχή ότι τελέστηκε από άλλον αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση, το περιεχόμενο της μήνυσης ή ανακοίνωσης να είναι αντικειμενικούς ψευδές και ο υπαίτιος να έκανε τη μήνυση ή ανακοίνωση με σκοπό να προκληθεί ποινική ή πειθαρχική δίωξη σε βάρος εκείνου που καταμηνύεται, χωρίς να απαιτείται και πραγμάτωση του σκοπού αυτού. Το έγκλημα είναι τελειωμένο μόλις περιέλθει η μήνυση ή η έγκληση στην Αρχή ή γίνει ανακοίνωση σε αυτήν, ανεξάρτητα αν στη συνέχεια ασκήθηκε ή όχι ποινική δίωξη κατά του μηνυόμενου - εγκαλουμένου. Για τη θεμελίωση του εγκλήματος αυτού απαιτείται, εκτός από τα λοιπά στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική του υπόσταση, και άμεσος δόλος, που περιλαμβάνει αναγκαίως τη γνώση ότι η καταμήνυση είναι ψευδής. Δεν είναι αναγκαία όμως η παράθεση άλλων σχετικών με τη γνώση αυτή περιστατικών, αν ο εγκαλών γνώριζε αναγκαίως την πραγματική κατάσταση από προσωπική του αντίληψη. Περαιτέρω, κατά την ίδια διάταξη του ισχύοντος από 01.07.2019 ΠΚ (ν. 4619/2019), όποιος εν γνώσει καταμηνύει άλλον ψευδώς ή αναφέρει γι' αυτόν ενώπιον της Αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή. Από τη σύγκριση των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι στη διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 Π.Κ., όπως αυτή ισχύει μετά την 01η.07.2019, τυποποιείται το έγκλημα της ψευδούς καταμήνυσης. Σημαντική αλλαγή στο έγκλημα αυτό είναι η κατάργηση της αναφοράς στον σκοπό του δράστη. Μέχρι την 01 ’’.07.2019, η ψευδής καταμήνυση του άρθρου 229 παρ. 1 Π.Κ, τιμωρούνταν μόνο όταν τελούνταν με σκοπό καταδίωξης του καταγγελλόμενου προσώπου, δηλαδή για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ψευδούς καταμήνυσης απαιτούνται, εκτός του άμεσου δόλου, και επιπρόσθετος υπερχειλής δόλος, δηλαδή σκοπός του δράστη να προκαλέσει την ποινική ή πειθαρχική δίωξη του καταμηνυομένου ή του αναφερομένου. Καθώς όμως στο ελληνικό δίκαιο ισχύει ως προς τη δίωξη η αρχή της νομιμότητας, ήδη η καταγγελία της πράξης δημιουργεί άμεσα τον κίνδυνο άσκησης ποινικής δίωξης, ώστε η αναφορά στον επιπρόσθετο σκοπό να εμφανίζεται περιττή. Συνεπώς, από 01.07.2019, ως προς τα στοιχεία της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ψευδούς καταμήνυσης δεν απαιτείται πλέον σκοπός καταδίωξης του καταμηνυομένου ή του αναφερομένου, δηλαδή δεν απαιτείται υπερχειλής δόλος, αλλά μόνο άμεσος δόλος, και συνακόλουθα η διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 πΠΚ είναι επιεικέστερη για τον κατηγορούμενο, αφού με αυτή για την καταδίκη του δράστη απαιτείται, εκτός από τη συνδρομή και απόδειξη άμεσου δόλου, η συνδρομή και απόδειξη υπερχειλούς δόλου, που δεν απαιτείται πλέον με τη διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 του νΠΚ. Επίσης, από τη σύγκριση των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι η διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 ΠΚ είναι επιεικέστερη και ως προς την ποινή, αφού με αυτή προβλεπόταν ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, ενώ με τη διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 νΠΚ προβλέπεται πλέον ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή (ΑΠ 997/2024, ΝΟΜΟΣ). II. Περαιτέρω, με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59 ΑΚ προστατεύεται η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου, ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, αποτελεί δε η προσωπικότητα πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επιμέρους εκδηλώσεις - εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, ενώ η προσβολή της προσωπικότητας, σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές, συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία, με βάση την κοινωνική του αξία, συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του. Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας, της οποίας η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρ. 914, 919, 920, 932 ΑΚ, είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων: (α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου, που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, (β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο, όμως, είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκηση του καταχρηστική, κατά την έννοια των άρθρ. 281 του ΑΚ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, (γ) υπαιτιότητα (πταίσμα) του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας, εκδηλούμενη, είτε με τη μορφή του δόλου, είτε με τη μορφή της αμέλειας, η οποία υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές (άρθρο 330 παρ. 2 του ΑΚ) και (δ) επέλευση ηθικής βλάβης στον προσβληθέντα, τελούσα σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή. Η προσωπικότητα του ανθρώπου μπορεί να προσβληθεί σε οποιαδήποτε έκφανση ή εκδήλωσή της (σωματική, πνευματική, ηθική, τιμή κλπ.). Έτσι, η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει, διότι ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα όρια της προσβολής της προσωπικότητας. Τέτοιες δε πράξεις, διαταρακτικές της κοινωνικής προσωπικότητας του ανθρώπου, είναι και εκείνες που εμπεριέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής ή επαγγελματικής εντιμότητας του προσώπου, ενώ αδιάφορη για τον χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης, η οποία ενδέχεται, με την προσβολή, να παραβιάζεται και η οποία μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου.