Τρίτη 11 Ιουνίου 2024

ΣΤΕ 358/2024 [ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΟΧΗΣ-ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΑΡΧΑΙΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ]

 


Περίληψη

– Οι διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγματος δεν περιορίζουν τη συνταγματικώς παρεχόμενη προστασία αποκλειστικώς στα πολιτιστικά αγαθά που συνδέονται με την Ελλάδα, τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική ιστορία. Αντικείμενο προστασίας τυγχάνουν και τα πολιτιστικά αγαθά που ανήκουν σε άλλες πολιτισμικές παραδόσεις και τα οποία ευρίσκονται στη σφαίρα κυριαρχίας του ελληνικού κράτους είτε ως ανέκαθεν ευρισκόμενα εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας είτε ως εισαχθέντα σ’ αυτήν. Αυτό επιτάσσουν, τόσο οι διεθνείς συμβάσεις, οι οποίες, κυρωθείσες με τους νόμους 1103/1980, 1127/1981, 3348/2005 και 3378/2005, αποτελούν, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος αναπόσπαστο μέρος του εθνικού δικαίου και υπερισχύουν κάθε άλλης αντίθετης διάταξης νόμου, όσο και το δίκαιο της Ένωσης ως προς τα πολιτιστικά αγαθά που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του.

Η κατά τον νόμο έννοια του μνημείου και, συνεπώς, και της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας δεν συνδέεται αναγκαία με πολιτιστικά αγαθά που δημιουργήθηκαν ή έστω οποτεδήποτε στο παρελθόν βρέθηκαν στην ελληνική επικράτεια. Και ναι μεν σε διατάξεις του ν. 3028/2002 σε ορισμένα σημεία της εισηγητικής έκθεσης αυτού, αλλά και στη νομολογία του Συμβουλίου της Επικράτειας αναφέρεται ότι στην προστασία του Συντάγματος και του αρχαιολογικού νόμου υπάγεται «η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας», ενώ οι σχετικές διακρίσεις, ως προς το περιεχόμενο και την έκταση της παρεχόμενης προστασίας, γίνονται με παραπομπή σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους του Ελληνισμού, ωστόσο οι προβλέψεις αυτές δικαιολογούνται από την αυξημένη ευθύνη της ελληνικής πολιτείας να διαφυλάξει, προεχόντως, την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά χάριν της παρούσας αλλά και των μελλοντικών γενεών. Ουδόλως συνάγεται από τις αναφορές αυτές ότι ο τυπικός νομοθέτης δεν έχει ως σκοπό να προστατεύσει τα πολιτιστικά αγαθά που προέρχονται από άλλες πολιτισμικές παραδόσεις ή ότι αποσκοπεί σε ουσιωδώς διαφορετική νομική μεταχείριση μεταξύ αυτών και των πολιτιστικών αγαθών που ανήκουν στην ελληνική πολιτισμική παράδοση.

Υπό την ισχύ του ν. 3028/2002, η εισαγωγή στην Ελλάδα κινητών αντικειμένων αναγομένων από τους αρχαιοτάτους χρόνους μέχρι και το έτος 1453, καθιστά αυτά προστατευόμενα από την ελληνική νομοθεσία, ως «αρχαία» κινητά μνημεία, κατά την έννοια του άρθρου 20 παρ. 1 περ. α του ν. 3028/2002, ακόμα και αν δεν προκύπτει ότι είναι αναποσπάστως συνδεδεμένα με τη σπουδή της ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, ούτε έχουν σχέση με την αρχαία ελληνική τέχνη ή τις αναγόμενες μέχρι και το έτος 1453 βυζαντινή και χριστιανική τέχνη.

Εμπίπτουν στην προαναφερόμενη έννοια των «αρχαίων» κινητών πραγμάτων και τα επίμαχα, από αρχαιοτάτων χρόνων κατασκευασθέντα αντικείμενα αιγυπτιακής προέλευσης, τα οποία προστατεύονται από τις προπαρατεθείσες διατάξεις, αφ’ ής στιγμής αυτά εισήχθησαν στην ελληνική επικράτεια. Είναι επομένως απορριπτέος ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος από τον αιτούντα λόγος ακυρώσεως ότι ο ν. 3028/2002 δεν υπάγει στο πεδίο εφαρμογής του περιπτώσεις, όπως τη συγκεκριμένη, διότι προστατεύει τα πολιτιστικά αγαθά που συνδέονται με την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά και όχι αγαθά που «ανήκουν στην αρχή της κυριότητας αλλοδαπού κράτους» (όπως εν προκειμένω της Αιγύπτου και στη συνέχεια κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης).

Ο ν. 3028/2003 διατηρεί τον γενικό κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο, όλα τα αρχαία, κινητά και ακίνητα, είναι ιδιοκτησία του Κράτους. Ορίζεται ειδικότερα ότι τα αρχαία κινητά μνημεία που χρονολογούνται έως και το 1453 ανήκουν στο Δημόσιο κατά κυριότητα και νομή, είναι ανεπίδεκτα χρησικτησίας και είναι εκτός συναλλαγής κατά την έννοια του άρθρου 966 του Αστικού Κώδικα. Ωστόσο, εισάγει μια εξαίρεση στην αποκλειστική κυριότητα του Δημοσίου επί αρχαίων κινητών μνημείων που χρονολογούνται έως και το 1453. Συγκεκριμένα, αναγνωρίζεται δικαίωμα κυριότητας σε κινητά μνημεία αυτής της περιόδου που εισάγονται στην Ελλάδα, εφόσον αυτά δεν είχαν εξαχθεί από τη χώρα κατά την πεντηκονταετία πριν από την εισαγωγή και, ανεξάρτητα από τον χρόνο εξαγωγής τους, δεν αποτελούν προϊόν κάποιας από τις αξιόποινες πράξεις κλοπής ή λαθρανασκαφής που απαριθμούνται στο άρθρο 33 παρ. 3 εδ. α΄. Μάλιστα, υπό προϋποθέσεις αναγνωρίζεται και η κυριότητα σε κινητά μνημεία της ίδιας περιόδου που εισήχθησαν στη χώρα πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 3028/2002, εφόσον δηλώθηκε νομότυπα η κατοχή τους. Περαιτέρω, προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης άδειας κατοχής αρχαίων κινητών μνημείων που χρονολογούνται έως και το 1453 και των οποίων η κυριότητα ανήκει στο Δημόσιο. Η άδεια χορηγείται στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ευρίσκει τέτοιο μνημείο ή στην κατοχή του οποίου περιέρχεται τούτο, εφόσον το δηλώσει στην αρμόδια αρχή, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Εξάλλου, όσον αφορά την εισαγωγή πολιτιστικών αγαθών, διατηρείται ο κανόνας της ελεύθερης εισόδου αυτών στην ελληνική επικράτεια σε αντιστοιχία προς το προϊσχύσαν δίκαιο, υπό την επιφύλαξη, πλέον, των διατάξεων της κυρωθείσας με τον ν. 1103/1980 Διεθνούς Σύμβασης των Παρισίων και των λοιπών κανόνων του διεθνούς δικαίου. Για όσα από τα εισαγόμενα πολιτιστικά αγαθά αποτελούν μνημεία κατά τις διατάξεις των παραγράφων Ια, 1 β και 6 του άρθρου 20 του ν. 3028/2002, βαρύνεται ο κάτοχός τους με την υποχρέωση να δηλώσει, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στην αρχαιολογική υπηρεσία την εισαγωγή τους και τον τρόπο που αυτά περιήλθαν στην κατοχή του.

Κατά τις αρχές της χρηστής διοικήσεως, οι οποίες πρέπει να διέπουν τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης δεν είναι επιτρεπτή η στέρηση του δικαιώματος αναγνώρισης κυριότητας ή κατοχής αρχαίων κινητών μνημείων που εισάγονται στη χώρα, λόγω καθυστερημένης υποβολής δηλώσεως αυτών στην αρμόδια αρχαιολογική ή τελωνειακή υπηρεσία, όταν από θετικές ενέργειες της διοικήσεως δημιουργήθηκε ευλόγως στον καλοπίστως δρώντα ενδιαφερόμενο, ενόψει των συντρεχουσών στη συγκεκριμένη περίπτωση περιστάσεων, σταθερή και δικαιολογημένη πεποίθηση περί του ότι η καθυστέρηση αυτή δεν αποτελεί λόγο απόρριψης του αιτήματος χορήγησης άδειας κατοχής και αναγνώρισης δικαιώματος κυριότητας.

Δευτέρα 3 Ιουνίου 2024

ΠΠρΑθ 908/2024: "Προσβολή προσωπικότητας - Αναρτήσεις σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης - Αδικοπραξία - Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης - Διαγραφή αναρτήσεων"

 


Προσβολή προσωπικότητας από αναρτήσεις σε πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης. Το δικαστήριο: α) επιδικάζει εύλογα ποσά χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από αδικοπραξία  β) υποχρεώνει τον εναγόμενο να διαγράψει από το προσωπικό του προφίλ στο facebook τις προσβλητικές για τους ενάγοντες αναρτήσεις και να καταχωρίσει δημοσίως ορατή στο προσωπικό προφίλ που χρησιμοποιεί περίληψη της δικαστικής απόφασης καταδικαζομένου του εναγομένου σε χρηματική ποινή 1.000,00 ευρώ για κάθε ημέρα παραβίασης της υποχρέωσης αυτής υπέρ εκάστου των εναγόντων, γ) υποχρεώνει τον εναγόμενο να παραλείπει στο μέλλον οποιαδήποτε ανάρτηση στο facebook από το προσωπικό του προφίλ με την οποία να αναφέρεται εμμέσως ή αμέσως με προσβλητικές εκφράσεις στο πρόσωπο εκάστου των εναγόντων με την απειλή χρηματικής ποινής 1.000,00 ευρώ και προσωπικής κράτησης ενός μηνός για κάθε επανάληψη της προσβολής υπέρ εκάστου των εναγόντων.

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟ

Αριθμός Απόφασης 908/2024

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Ιωάννη Τζαφέστα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Κύριλλο Σιάτρα, Πρωτόδικη, Μιχαήλ Ελβαντζόγλου, Πρωτόδικη - Εισηγητή και από τη Γραμματέα Αικατερίνη Μπάιμπου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 1η Φεβρουάριου 2024, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) ... 3) ..., που παραστάθηκαν στο ακροατήριο οι δύο πρώτες μετά και ο τρίτος διά, δυνάμει της από 30.01.2024 εξουσιοδότησης με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής, του πληρεξουσίου δικηγόρου ΑΤ (ΑΜ/ΔΣΑ ...), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ., κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός ., με ΑΦΜ ., που παραστάθηκε στο ακροατήριο διά του πληρεξουσίου δικηγόρου ΙΧ (ΑΜ/ΔΣΕδεσσας ...), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 59 ΑΚ στις περιπτώσεις των δύο προηγουμένων άρθρων (στα οποία περιλαμβάνεται και το άρθρο 57) το δικαστήριο με την απόφαση του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική Βλάβη αυτού που είχε προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 57-59 ΑΚ προστατεύεται το δικαίωμα της προσωπικότητας, το οποίο αποτελεί πλέγμα εννόμων αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου, με το οποίο είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο. Τέτοια έννομα αγαθά που περικλείονται στο δικαίωμα της προσωπικότητας είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή κάθε ανθρώπου, η οποία αντικατοπτρίζεται στην αντίληψη και την εκτίμηση που έχουν οι άλλοι γι' αυτόν, η ιδιωτική ζωή, η εικόνα, η σφαίρα του απορρήτου, τα οποία δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα αλλά επιμέρους εκδηλώσεις, εκφάνσεις ή πλευρές του ενιαίου δικαιώματος επί της ιδίας προσωπικότητας, έτσι ώστε η προσβολή οποιοσδήποτε εκφάνσεως της προσωπικότητας να σημαίνει και προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Προσβολή της προσωπικότητας ενέχει κάθε πράξη τρίτου προσώπου με την οποία διαταράσσεται κατά το χρόνο της προσβολής η υπάρχουσα κατάσταση ως προς τις διάφορες εκφάνσεις της προσωπικότητας. Περαιτέρω, η εικόνα του προσώπου, άλλως το δικαίωμα επί της ιδίας εικόνας, που αποτελεί έκφανση της προσωπικότητας, προστατεύεται απόλυτα. Το άτομο εμφανίζεται δημόσια μόνον όταν και όπου θέλει, έτσι και η εικόνα του δεν ανήκει στο κοινό αλλά μόνο στο πρόσωπο το οποίο την παριστάνει. Κατ' αρχήν, δεν επιτρέπεται η λήψη της εικόνας ενός προσώπου (φωτογράφηση, κινηματογράφηση, προβολή), η παρουσίαση της φωτογραφίας του σε τρίτους και η αναπαραγωγή ή η διάθεση της στο κοινό είτε με έκθεση σε κοινή θέα. Μόνη η αποτύπωση ή εμφάνιση ή προβολή της εικόνας κάποιου, χωρίς τη συναίνεση του, προσβάλλει αυτοτελώς την προσωπικότητα του, δηλαδή το δικαίωμα του επί της ίδιας της εικόνας και δεν απαιτείται να προσβάλλεται συγχρόνως και άλλο αγαθό της προσωπικότητας του εικονιζόμενου, όπως η τιμή του με την κατά μειωτικό τρόπο εμφάνιση της φυσιογνωμίας του ή το απόρρητο της ιδιωτικής ζωής του με την εμφάνιση σκηνών απ' αυτήν. Αν συμβεί και το εικονιζόμενο πρόσωπο εμφανίζεται κάτω από συνθήκες που παραβιάζουν το απόρρητο της ιδιωτικής του ζωής, με την αποκάλυψη στοιχείων της, όπως η κατάσταση της υγείας του, ή που μειώνουν την υπόληψή του, όπως όταν συνοδεύεται με δυσμενείς κρίσεις, εκτιμήσεις ή συμπεράσματα, που είναι αληθή μεν αλλά ελλιπή και έχουν σχέση με την προσωπική κατάσταση του εικονιζόμενου, δημιουργούν δε εσφαλμένες εντυπώσεις και αρνητικό κλίμα εις Βάρος του, τότε προσβάλλονται περισσότερες εκφάνσεις της προσωπικότητάς του (εικόνα, απόρρητο ιδιωτικού βίου, υπόληψη) και η προσβολή είναι σημαντικότερη. (ΑΠ 195/2007 Νόμος, ΑΠ 1010/2002, ΕλλΔ/νη 2003/1357, ΑΠ 411/2002, ΕλλΔ/νη 2002/1692, ΕφΑΘ 2221/2006 Νόμος, ΕφΑΘ 4430/2003, ΕλλΔ/νη 2003/1664). Προϋποθέσεις για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 57 και 59 ΑΚ είναι: α) προσβολή του δικαιώματος της προσωπικότητας, β) η προσβολή να είναι παράνομη, όπως είναι η προσβολή που γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με την άσκηση δικαιώματος το οποίο όμως είτε είναι, από την άποψη της εννόμου τάξεως, μικρότερης σπουδαιότητας, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκηση του καταχρηστική σύμφωνα με το άρθρο 281 ΑΚ ή το άρθρο 25 παρ. 3 του Συντάγματος, οπότε ο προσβαλλόμενος δικαιούται, χωρίς τη συνδρομή υπαιτιότητας (αντικειμενική ευθύνη - αντίθετα υπαιτιότητα απαιτείται μόνο για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης είτε με την επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως είτε με δημοσίευμα ή με άλλο επιβαλλόμενο από τις περιστάσεις μέσο) να απαιτήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψη της στο μέλλον (ΑΠ 1573/2005, ΕλλΔ/νη 2006/840, ΑΠ 1462/2005, ΕλλΔ/νη 2006.187, ΕφΑΘ 4786/2002, ΔΕΕ 2003/1003).

Εν προκειμένω, με την υπό κρίση αγωγή οι ενάγοντες ιστορούν ότι ο εναγόμενος, σύζυγος της θυγατέρας της πρώτης, αδελφής της δεύτερης και ανιψιός του τρίτου, με διαδοχικές αναρτήσεις στον προσωπικό λογαριασμό που διατηρεί στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης “facebook”, από την 04.05.2020 μέχρι και την 26.07.2022, δημοσίευσε τα αναφερόμενα στην αγωγή κείμενα, με τα οποία αναφερόταν στα πρόσωπα των εναγόντων με συκοφαντικούς, εξυβριστικούς, απειλητικούς και προσβλητικούς για την προσωπικότητά τους ισχυρισμούς, ενώ επιπλέον ανήρτησε, χωρίς τη συναίνεσή τους, και φωτογραφίες τους οι οποίες συνοδεύονταν από προσβλητικά του σχόλια, των αναρτήσεων δε αυτών έλαβε γνώση μεγάλος αριθμός προσώπων, τα οποία είχαν πρόσβαση στο άλλοτε δημόσιο και άλλοτε ιδιωτικό προφίλ του εναγομένου. Με βάση τα ανωτέρω, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής με τις προτάσεις τους και με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους καταχωρηθείσα στα πρακτικά, οι ενάγοντες ζητούν: α) Να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να άρει την προσβολή της προσωπικότητά τους, ήτοι να διαγράψει τις αναφερόμενες στην αγωγή αναρτήσεις από τον προσωπικό λογαριασμό που διατηρεί στο "facebook” και να υποχρεωθεί να καταχωρίσει - δημοσιεύσει σε αυτόν, περίληψη της εκδοθησομένης απόφασης, με την απειλή χρηματικής ποινής 1.000 ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης της καταχώρισης - δημοσίευσης, υπέρ εκάστου των εναγόντων, β) Να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να παραλείπει στο μέλλον την επανάληψη της προσβολής της προσωπικότητάς τους, με την απειλή χρηματικής ποινής 1.000 ευρώ και προσωπικής κράτησης ενός (1) μηνός για κάθε παραβίαση της εν λόγω διάταξης, γ) Να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 45.000,00 ευρώ και σε έκαστο εκ των δεύτερης και τρίτου το ποσό των 40.000,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν από την αδικοπρακτική συμπεριφορά του, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και να επιβληθούν τα δικαστικά τους έξοδα σε βάρος του εναγομένου. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 18, 35, 41 ΚΠολΔ), ως εκ του τόπου της συνήθους διαμονής των προσβληθέντων πρώτης και δεύτερης των εναγόντων, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (άρθρο 614 αρ. 7 ΚΠολΔ), στις οποίες εντάσσονται και αυτές που τελούνται μέσω της ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης facebook για δε το παραδεκτό της συζήτησης αυτής προσκομίζονται οι από 24.11.2022 έγγραφες ενημερώσεις των εναγόντων για τη δυνατότητα επίλυσης διαφοράς με διαμεσολάβηση (άρθρο 3 του ν. 4640/2019). Περαιτέρω, για το παραδεκτό της αγωγής έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη από το άρθρο μόνο παρ. 5 του ν. 1178/1981 διαδικασία, με την επίδοση εξώδικης πρόσκλησης των εναγόντων προς τον εναγόμενο, να αποκαταστήσει την προσβολή με το από αυτούς υποδεικνυόμενο κείμενο και την πάροδο άπρακτης της δεκαήμερης προθεσμίας [βλ. υπ’ αρ. ./23.08.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Έδεσσας . μετά της από 03.07.2022 εξώδικης δήλωσης (προσκομισθείσας κατόπιν κατ’ άρθρο 227 ΚΠολΔ επικοινωνίας του Δικαστηρίου με τον πληρεξούσιο δικηγόρο των εναγόντων) στην οποία περιέχεται το υποδεικνυόμενο από τους ενάγοντες κείμενο για την αποκατάσταση της προσβολής τους]. Επιπλέον η αγωγή είναι ορισμένη απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου, καθότι περιέχει όλα τα απαραίτητα κατά νόμο στοιχεία και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299, 330, 340, 345, 346, 914, 932 ΑΚ, και 176, 907, 908, 946, 947 ΚΠολΔ. Εφόσον καταβλήθηκε το αναλογούν στο χρηματικώς αποτιμητό αίτημα των εναγόντων τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. υπ’ αρ. ... e Παράβολα σε συνδυασμό με παραστατικά εκτέλεσης συναλλαγής) πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.