Τρίτη 31 Ιουλίου 2018

"Η ποινική νομοθεσία στην εποχή της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα" [ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΣΜΑΤΟΣ, Λέκτορας Νομικής Σχολής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης]






























Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να παρουσιάσει έναν από τους βασικούς πυλώνες ποινικής νομοθέτησης στην χώρα μας κατά την χρονική περίοδο όπου κυριαρχεί η οικονομική κρίση. Όπως έχουμε δείξει σε άλλη εργασία μας[1], η εποχή της οικονομικής κρίσης στην χώρα μας σηματοδότησε μια αρχική «στροφή» στην (ήδη επιλεκτική[2]) λειτουργία του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης. Στο κέντρο του ενδιαφέροντος βρέθηκαν νέες συμπεριφορές που μέχρι τη στιγμή εκείνη η απαξία τους ήταν υποτιμημένη τόσο από το νομοθέτη, όσο και από την κοινή γνώμη: τα εγκλήματα που στρέφονται κατά (των εσόδων) του Δημοσίου, τα εγκλήματα «διαφθοράς» που τελούνται από δημοσίους υπαλλήλους και κρατικούς λειτουργούς, τα εγκλήματα φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίας αύξησαν αρχικά τον όγκο των υπό εκδίκαση δικογραφιών[3] και δημιούργησαν ένα νέο τύπο «εκπροσώπου» στα ελληνικά σωφρονιστικά καταστήματα.
Στο πλαίσιο αυτό αφενός θεσπίστηκαν νέες Αρχές και μηχανισμοί δίωξης εγκλημάτων με συνεκτικό ιστό την διαφθορά και την εν γένει οικονομική εγκληματικότητα και αφετέρου εμφανίζεται μια συνεχής θέσπιση νομοθετημάτων με κοινό χαρακτηριστικό την αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης του δράστη σε συγκεκριμένες κατηγορίες οικονομικών εγκλημάτων. Ειδικότερα:
α) Στο πεδίο της δημιουργίας νέων Αρχών και μηχανισμών δίωξης εγκλημάτων εισήχθησαν οι θεσμοί του εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος (με το άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 3943/2011)[4], του εισαγγελέα διαφθοράς (με το άρθρο 2 παρ. 1 ν. 4022/2011 και το άρθρο 76 του ν. 4139/2013), η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (με το ν. 3932/2011) και η οικονομική αστυνομία.
β) Περαιτέρω εμφανίζεται μια συνεχής θέσπιση νομοθετημάτων με κοινό χαρακτηριστικό την αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης του δράστη σε συγκεκριμένες κατηγορίες εγκλημάτων. Έτσι εμφανίζεται ότι κατά τα έτη 2008-2014 έλαβαν χώρα πλήθος νομοθετικών παρεμβάσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν ποινικές διατάξεις με τις οποίες δημιουργείται νέο αξιόποινο σε βαθμό κακουργήματος, είτε με εισαγωγή νέων διατάξεων (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που προβλέπονται στο πλαίσιο κυρώσεων διεθνών συμβάσεων, Οδηγιών και Αποφάσεων – Πλαίσιο[5]) είτε με επαύξηση του αξιοποίνου σε ήδη υπάρχουσες εγκληματικές πράξεις σε συγκεκριμένες κατηγορίες εγκλημάτων[6], όπως -μεταξύ άλλων- η φοροδιαφυγή, η διαφθορά, η λαθρεμπορία, τα λεγόμενα οικονομικά εγκλήματα, αλλά και τα εγκλήματα που αναφέρονται στην βίαιη και στην οργανωμένη εγκληματικότητα. Ειδικότερα για τις κατηγορίες των συγκεκριμένων εγκλημάτων:
  1. i) Στον χώρο των ποινικών προβλέψεων των εγκλημάτων κατά της φοροδιαφυγής, παρατηρούμε ότι:
– με το ν. 3888/2010 αντικαταστάθηκαν τα άρθρα 18 και 19 του ν. 2523/1997, με προβλεπόμενες και ποινές καθείρξεως,
– με το ν. 3943/2011 διευρύνθηκαν νομοτυπικές μορφές και διαδικασίες[7] ενώ αυξήθηκε το πλαίσιο των προβλεπόμενων ποινών (από κάθειρξη έως 10 έτη σε πρόσκαιρη κάθειρξη έως 20 έτη),
  1. ii) Στο πεδίο της ποινικής καταστολής των εγκλημάτων κατά της διαφθοράς παρατηρούμε ότι[8]:
– με το ν. 4254/2014 αντικαταστάθηκε το άρθρο 159 ΠΚ (Δωροληψία πολιτικών αξιωματούχων) και προστέθηκε τα άρθρα 159 Α ΠΚ (Δωροδοκία πολιτικών αξιωματούχων), τιμωρούμενα με ποινή καθείρξεως, αντικαταστάθηκαν τα άρθρα 235 ΠΚ (Δωροληψία υπαλλήλου), 236 ΠΚ (Δωροδοκία υπαλλήλου), τα οποία προβλέπουν ποινή κάθειρξης έως 10 έτη, αντικαταστάθηκε το άρθρο 237 ΠΚ (Δωροληψία και δωροδοκία δικαστικών λειτουργών) με προβλεπόμενη ποινή κάθειρξης, προστέθηκαν τα άρθρα 237 Α ΠΚ (Εμπορία επιρροής – Μεσάζοντες) και 237 Β ΠΚ (Δωροληψία και Δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα) που τιμωρούνται σε βαθμό πλημμελήματος, τροποποιήθηκε το άρθρο 238 ΠΚ (για την δήμευση των «δώρων» στις πράξεις δωροδοκίας), αντικαταστάθηκαν τα άρθρα 263 Α (έννοια υπαλλήλου), 263 Β (Μέτρα επιείκειας για όσους συμβάλλουν στην αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς) του ΠΚ,
– με το ν. 3849/2010  προστέθηκαν στο ν. 3213/2003 νέα εγκλήματα (άρθρο 4, «Παράνομος πλουτισμός», άρθρο 5 «Προσφορά για άσκηση επιρροής», άρθρο 6 «Μη υποβολή ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης» με προβλεπόμενες ποινές κάθειρξης μέχρι 10 έτη στις διακεκριμένες περιπτώσεις, ενώ τροποποιήθηκε η παρ. 2 του άρθρου 187 ΠΚ,
– με το ν. 3666/2008  αντικαταστάθηκαν τα 159, 235, 236 και 237 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και των του άρθρο δεύτερο του ν. 2656/1998 (ΦΕΚ 265 Α) του άρθρου τρίτο του ν. 2803/2000 (ΦΕΚ 48 Α), του άρθρου πέμπτου του ν. 3560/2007 (ΦΕΚ 103 Α), με προβλεπόμενες ποινές κάθειρξης στις διακεκριμένες περιπτώσεις τέλεσης [9].
iii) Σε ότι αφορά τις προβλέψεις των εγκλημάτων κατά της λαθρεμπορίας, παρατηρούμε ότι:
– με το ν. 4177/2013 προβλέπονται (άρθρο 20) ειδικές κυρώσεις για κατόχους αδειών εμπορίας και λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων, όπου προβλέπεται ποινή κάθειρξης για τον δράστη που εμπορεύεται, παραχωρεί, κατασκευάζει ή εγκαθιστά τα μέσα για τη διάπραξη του αδικήματος (παρ. 4),
– με το ν. 4155/2013 προστέθηκε παρ. 9 στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 31 του ν. 3784/2009 (Α` 137) όπου τιμωρούνται με κάθειρξη όσοι επεμβαίνουν χωρίς εξουσιοδότηση, τροποποιούν ή αλλοιώνουν με οποιονδήποτε τρόπο και μορφή μέρη (υλικά, κατασκευαστικά μεταφοράς πληροφοριών, συνδέσεων, διεπαφών, λογισμικού κλπ.) ή αλλοιώνουν παραγόμενα στοιχεία του συστήματος, που φυλάσσονται ή/και αποστέλλονται στη βάση δεδομένων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, καθώς και όσοι διαπιστώνεται κατά τον έλεγχο ότι διακινούν/εμπορεύονται καύσιμο μέσω αντλιών ή δεξαμενών που δεν έχουν περιληφθεί στο εγκατεστημένο σύστημα εισροών – εκροών,

– με το ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α 86 11.4.2012) «Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος – Νέα εταιρική μορφή – Σήματα – Μεσίτες Ακινήτων – Ρύθμιση θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις» αντικαταστάθηκε το άρθρο 16 του ν. 3054/2002 και προβλέφθηκε ποινή κάθειρξης στις περιπτώσεις λαθρεμπορίας που τελείται κατ’ εξακολούθηση και η συνολική αξία του αντικειμένου αυτής υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ,
– με το ν. 3842/2010  (ΦΕΚ Α΄ 58/23.04.2010) «Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις» προστέθηκε νέα πράξη στην παρ. 1 του άρθρου 157 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, όπου προβλέπεται ποινή κάθειρξης έως 10 έτη εάν οι δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις που στερήθηκε το Δημόσιο ή η Ευρωπαϊκή Ένωση υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, ενώ επίσης τροποποιήθηκε ο ν. 3610/2007 και προστέθηκε άρθρο 7β σχετικά με την αμοιβή για την αποκάλυψη φαινομένων παραβατικής συμπεριφοράς σε φορολογικές και τελωνειακές υποθέσεις.
  1. iv) Στο πεδίο των οικονομικών εγκλημάτων παρατηρούμε ότι:
– με το ν. 4262/2014 στα άρθρα 31 και 32 προβλέφθηκαν ποινικές κυρώσεις για οργανισμούς αξιολόγησης συμμόρφωσης και σε ασκούντες οικονομική δραστηριότητα, οι οποίες στην διακεκριμένη τους μορφή τιμωρούνται με κάθειρξη έως 10 έτη,
– με το ν. 4261/2014, αναδιατυπώθηκε η παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4002/2011 αναφορικά με την διεξαγωγή παιγνίων, όπου αν πρόκειται για «τυχερά» τιμωρούνται με κάθειρξη έως 10 έτη,
– με το ν. 4199/2013 προστέθηκε (με το άρθρο 93) στο άρθρο 291 του Ποινικού Κώδικα παρ. 4 όπου τιμωρείται με κάθειρξη όποιος αφαιρεί με σκοπό παράνομης ιδιοποίησης ή με πρόθεση καταστρέφει, υλικό ή αντικείμενο προορισμένο από τη θέση του ή από την κατασκευή του για την εξυπηρέτηση της λειτουργίας του σιδηροδρόμου ή την ασφάλεια της σιδηροδρομικής συγκοινωνίας,
– με το ν. 4049/2012 προβλέφθηκε ποινή κάθειρξης έως 10 έτη εάν επιτεύχθηκε ο σκοπός που επιδίωκε ο δράστης ή αν ο αγώνας το αποτέλεσμα του οποίου αλλοιώνεται περιλαμβάνεται σε στοιχηματικές διοργανώσεις του εσωτερικού ή εξωτερικού,
 με το ν. 4042/2012 τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 1650/1986 (Α`160) και προβλέφθηκε ποινή κάθειρξης έως 10 έτη αν το συνολικό οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος υπερβαίνει το ποσό των 73.000,00 ευρώ ή από υπαίτιο που διαπράττει εγκλήματα κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ, ή δημιούργησε κίνδυνο θανάτου εμβρύου ή ανθρώπου ή εμφάνισης βαριάς σωματικής ή διανοητικής πάθησης σε νεογνό ή βαριάς σωματικής ή διανοητικής πάθησης ανθρώπου,
– με το ν. 4037/2012 προβλέφθηκαν (άρθρο 6) ποινικά αδικήματα μεταξύ ων οποίων «αν, εξαιτίας της σοβαρότητας της υποβάθμισης, δημιουργείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ή ευρεία οικολογική διατάραξη ή καταστροφή» τιμωρούμενο με ποινή κάθειρξης έως 10 έτη,
– με το ν.3937/2011 προστέθηκαν νέες περιπτώσεις στο άρθρο 22 ν. 1650/1986, με προβλεπόμενες ποινές κάθειρξης αν από το είδος ή την ποσότητα των ρύπων ή από την έκταση και τη σημασία της υποβάθμισης του περιβάλλοντος αν επήλθε βαριά σωματική βλάβη ή θάνατος ανθρώπου.
  1. v) Στον κλασσικό χώρο των εγκλημάτων βίας, που στρέφονται κατά αδυνάτων, παρατηρούμε ότι:
– με το ν. 4251/2014 θεσπίστηκε (άρθρο 28) ως νέο κακούργημα η προαγωγή ανηλίκων σε πορνεία,
– με το ν. 4198/2013 «Πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και προστασία των θυμάτων αυτής και άλλες διατάξεις» αντικαταστάθηκαν το άρθρο 187 Β ΠΚ (μέτρα επιεικείας), το άρθρο 323 Α ΠΚ (τιμωρούμενο με ποινή κάθειρξης ως 10 έτη στην παρ. 1 και με τουλάχιστον 10 έτη στην παρ. 4 στις διακεκριμένες μορφές),
– με το ν. 3984/2011 «Δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων και άλλες διατάξεις» προβλέπονται επιβαρυντικές περιστάσεις (άρθρα 36 και 60) στα σχετικά εγκλήματα τιμωρούμενες με ποινές καθείρξεως,
– με το ν. 3772/2009 προστέθηκε παρ. στο άρθρο 173 ΠΚ, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση απόδρασης τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι 10 έτη αν ο συμμετέχων έχει την ιδιότητα του σωφρονιστικού ή αστυνομικού υπαλλήλου, ενώ εισάγονται διακεκριμένες περιπτώσεις τέλεσης εγκλημάτων όταν ο δράστης τέλεσε την πράξη με καλυμμένα ή αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, στα άρθρα 189 και 380 ΠΚ,
– με το ν. 3727/2008  επήλθαν τροποποιήσεις στα άρθρα 337, 338, 339, 342, 345, 348 Α, 349, 352 ΠΚ με εισαγωγή κακουργηματικών πράξεων, καθώς και οι ιδιαίτερα επιβαρυντικές περιστάσεις (άρθρο 23 Α) στον Κώδικα Νόμων για τα Ναρκωτικά,
– με το ν. 3708/2008 «Καταπολέμηση της βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις και άλλες διατάξεις» προβλέφθηκε ποινή κάθειρξης έως 10 έτη στις διακεκριμένες περιπτώσεις ντόπινγκ.
  1. vi) τέλος για τα εγκλήματα που τελούνται στο πλαίσιο εγκληματικών οργανώσεων παρατηρούμε ότι:
– με το ν. 3932/2011 «Σύσταση Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης» προβλέπεται ότι «Όποιο υπόχρεο φυσικό πρόσωπο ή στέλεχος ή υπάλληλος υπόχρεου νομικού προσώπου αποκρύπτει την ταυτότητα ή τα στοιχεία ταυτότητας ή την ύπαρξη επιχειρηματικής σχέσης ή όλα ή μέρος των περιουσιακών στοιχείων των προσώπων ή οντοτήτων, τα οποία ταυτίζονται με πρόσωπα ή οντότητες από αυτά που διαλαμβάνονται στις παραπάνω αποφάσεις και κανονισμούς ή αρνείται να προβεί στη δέσμευση περιουσιακών τους στοιχείων τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) έτη και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ»,
– με το ν. 3875/2010 τροποποιήθηκαν τα άρθρα 187 (διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, με προβλεπόμενη ποινή κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών) και 187 Α και 323 Α του Ποινικού Κώδικα,
– με το ν. 3691/2008 «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις» προβλέφθηκαν ποινικές κυρώσεις (άρθρο 45) με ποινές κάθειρξης.
Παράλληλα -ειδικά για τα εγκλήματα που στρέφονται κατά του Δημοσίου (όπως αυτά της φοροδιαφυγής, της διαφθοράς, της λαθρεμπορίας)- η ραγδαία αύξηση των διώξεων, η ευρεία θεατότητά τους μέσω των «θεαματικών» συλλήψεων γνωστών και «επιφανών» κατηγορουμένων (επιχειρηματιών, δημοσίων υπαλλήλων και κρατικών λειτουργών[10]) και η επιβολή βαρύτατων ποινών, επιχείρησαν να ενδυναμώσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στους επίσημους φορείς άσκησης κοινωνικού ελέγχου[11]: τόσο στις διωκτικές αρχές όσο και στο σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Με τη σειρά του το κοινό εμφανίζεται πιο πρόθυμο να προβεί σε σχετικές καταγγελίες[12] για πράξεις που «θίγουν στην ευρύτητά του» τα συμφέροντα του Δημοσίου: με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η δίωξη των σχετικών φορολογικών εγκλημάτων[13], καθώς και αυτών που τελούνται από υπαλλήλους, συμβάλλοντας έτσι στην δημιουργία ενός «ηθικού πανικού»[14]. Με άλλα λόγια η “αντικειμενική” τιμωρητικότητα που έλαβε σάρκα και οστά με την θέσπιση αυστηρών ποινικών διατάξεων και την ενεργοποίηση ενός μηχανισμού δίωξης, σε συνδυασμό με την “υποκειμενική”[15] τιμωρητικότητα που πηγάζει από τη στάση του κοινού απέναντι στη “νέα” μορφή εγκληματικότητας (η οποία συντηρείται και ανατροφοδοτείται από την συγκεκριμένη πληροφόρηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης), ανέδειξε και στοχοποίησε (και) νέες κατηγορίες εγκληματιών.
Με βάση τα παραπάνω γίνεται εμφανές ότι η δεδομένη ιστορική συγκυρία για την χώρα μας ενέταξε (στο πλαίσιο της επιλεκτικότητας της δίωξης του εγκλήματος και της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης) στις εγκληματολογικές στατιστικές ένα νέο (σχετικά ευρύ) πλήθος εγκλημάτων, τα οποία στο παρελθόν δεν είχαν αντίστοιχες καταγραφές, τουλάχιστον σε αντίστοιχη έκταση[16]. Έτσι το “νέο επιλεγόμενο” πλήθος των εγκλημάτων και των εγκληματιών άρχισε να διευρύνεται και να απαρτίζεται πλέον και από “οικονομικούς εγκληματίες”[17], αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό το μέσο όρο κοινωνικοοικονομικού επιπέδου των καταδικασθέντων και των κρατουμένων στα ελληνικά σωφρονιστικά καταστήματα. Η οικονομική πάντως ανέχεια δημιούργησε τις συνθήκες για την ποινικοποίηση μεγάλης μερίδας του πληθυσμού. Η οικονομική αδυναμία των πολλών δημιούργησε «νέους» οφειλέτες του Δημοσίου, άρα «νέους» διωκόμενους και «νέους» εγκληματίες: ο ποινικός πληθυσμός αυξάνεται και πλέον παράνομος μπορεί να καθίσταται ο μέχρι πρότινος χαρακτηριζόμενος ως «μέσος νοικοκύρης»[18]. Σημειώνεται πάντως ότι διαχρονικά (πριν και κατά το χρονικό διάστημα της οικονομικής κρίσης) στο επιλεγόμενο πλήθος ανήκουν κυρίως τα εγκλήματα βίας (ιδίως ανθρωποκτονίες, ληστείες εκβιάσεις), αυτά που τελούνται στο πλαίσιο εγκληματικής (ή τρομοκρατικής) οργάνωσης, τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας (ιδίως διακεκριμένες κλοπές) και η διακίνηση ναρκωτικών. Είναι ωστόσο προφανές ότι το «νέο» πλήθος εγκλημάτων που εμφανίστηκε δεν είναι στο σύνολό του νέο: η φοροδιαφυγή ή η δωροδοκία είναι γνωστό ότι υπήρχαν και πριν την εποχή της κρίσης, αλλά μη καταγεγραμμένες (τουλάχιστον σε τέτοιο αριθμό) στις εγκληματολογικές στατιστικές πριν εντατικοποιηθεί ο έλεγχος για την διάπραξή τους (παρά το γεγονός ότι υπήρχε διαχρονικά σχετικό νομοθετικό ποινικό πλαίσιο για την καταπολέμησή τους). Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πολλές περιπτώσεις φοροδιαφυγής που αναδείχθηκαν κατά τον χρόνο της οικονομικής κρίσης στην χώρα μας ο χρόνος τέλεσής τους ανάγεται στις αρχές του 2000 (χωρίς αντίστοιχη σχετική καταγραφή στα τελεσθέντα εγκλήματα των ετών αυτών). Περαιτέρω η διεύρυνση των όρων του αξιοποίνου (π.χ. παραγραφή, μείωση των ορίων του αξιοποίνου) και η δικονομική ευκαμψία που επικρατεί στο χώρο των φορολογικών ποινικών ρυθμίσεων κατέστησαν αξιόποινη μεγάλο μέρος φορολογικών παραβάσεων και κάθε καθυστέρηση καταβολής στο Δημόσιο.
Δεν χωρά αμφιβολία από τα παραπάνω ότι η επιλογή για την διαχείριση της εγκληματικότητας κινείται στο χώρο του αυταρχικού[19] μοντέλου άσκησης αντεγκληματικής πολιτικής, με βασικά χαρακτηριστικά του τον έλεγχο των «επικίνδυνων»[20] ατόμων ή ομάδων μέσω διαρκούς προληπτικής επιτήρησης και διευρυμένης[21] και αυστηρότερης ποινικής καταστολής[22]. Ο «νόμος και η τάξη»[23] (Law and Order) αποτελεί ένα βασικό εργαλείο που χρησιμοποιείται προκειμένου να νιώσει ασφάλεια η κοινότητα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ανελαστικές αντιλήψεις που στηρίζονται στον φόβο και νομιμοποιούν[24]αυταρχικές κατασταλτικές μεθόδους. Το έγκλημα από πρόβλημα της πολιτείας έγινε πρόβλημα που το διαχειρίζεται και το αντιμετωπίζει η πολιτεία[25]. Η διαχείρισή του αντιμετωπίζεται με την συνεχή αστυνόμευση[26] την επιλεκτική αχρήστευση[27]: οι πιο «επικίνδυνοι» τελούν (ή είναι πολύ πιθανόν να τελέσουν) τα εγκλήματα, άρα η αχρήστευσή τους μειώνει την εγκληματικότητα. Χαρακτηριστική κορύφωση της προσέγγισης αυτής αποτελεί η απόδοση «μηδενικής ανοχής»[28] (Zero Tolerance) σε χαρακτηρισμένες ως παρεκκλίνουσες ομάδες και εγκληματικές συμπεριφορές. Στόχο αποτελεί να εξουδετερωθεί ο «εσωτερικός εχθρός» και με τον τρόπο αυτό να νιώσει ασφάλεια η κοινότητα. Ωστόσο, όπως επισημάναμε, η επιλογή του «επικίνδυνου» διαρκώς διευρύνεται, με αποτέλεσμα οι «επικίνδυνοι» (στο μέτρο που σε αυτούς περιλαμβάνονται -και μάλιστα στην πλειοψηφία τους- οι φτωχοί και οι κοινωνικά αποκλεισμένοι[29]: απειλές ικανές να διαταράξουν την τάξη και την ασφάλεια) τείνουν να αποτελέσουν την πλειοψηφία του πληθυσμού[30]. Στο πλαίσιο αυτό η ανάγκη για τόνωση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών[31], αλλά και ανάγκη ελέγχου[32] των αντιδράσεων των «επικινδύνων», νομιμοποιούν στη συνείδηση του κοινού[33] συνθήκες λήψης προληπτικών[34] μέτρων για τους εν δυνάμει επικίνδυνους (και στη ουσία για όλους[35]).
Θα πρέπει πάντως να επισημάνουμε ότι η εν λόγω «νέα» μορφή επιλεκτικότητας υπερβαίνει την κλασσική έννοια που της προσέδωσε η «θεωρία της ετικέτας»[36], καθώς στην προκειμένη περίπτωση στην χώρα μας οι νέες επιλογές επεκτείνονται και απευθύνονται (πέρα από τον χώρο της κοινωνικής μειονεξίας ή των κοινωνικά αδυνάμων) και στα μεσαία και ανώτερα μέλη του κοινωνικού συνόλου[37]. Και τούτο το χαρακτηριστικό είναι ιδιαίτερα σημαντικό και έχει άμεση σχέση με την αποτελεσματικότητα των νομοθετικών επιλογών που παρουσιάστηκαν παραπάνω. Το δρακόντειο νομοθετικό οπλοστάσιο που δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια με την τάση συνολικής «κακουργηματοποίησης» των προβλεπόμενων εγκλημάτων, όπως παρουσιάστηκε παραπάνω, συνέβαλε καταλυτικά στην αυστηροποίηση της δικαστικής κρίσης και κατ’ επέκταση στη συμφόρηση του σωφρονιστικού συστήματος. Ουσιαστικά όμως ο στόχος δεν επιτεύχθηκε, καθώς η προσπάθεια για αύξηση των δημοσίων εσόδων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης[38] δεν απέφερε ουσιαστικά αποτελέσματα. Τα αντανακλαστικά του έλληνα νομοθέτη φαίνεται ότι πολλές φορές (με ιδιαίτερη ένταση τα τελευταία χρόνια) λειτούργησαν υπό την «πίεση» της επικαιρότητας: άμεση θέσπιση ποινικών διατάξεων με αυξημένες ποινές (και παράλληλη κάμψη δικονομικών[39] δικαιωμάτων του κατηγορουμένου) για κάθε φαινόμενο που διακρίνεται ότι δημιουργεί έντονη θεατότητα (ή και τηλεθέαση) και απασχολεί εκτεταμένα την κοινή γνώμη. Ωστόσο είναι προφανές ότι μια συντεταγμένη πολιτεία δεν πρέπει να «δείχνει» παρούσα, ούτε άγεται και φέρεται από τα ζητήματα που ανακινούνται στην επικαιρότητα, καθώς με τον τρόπο αυτό το μόνο που μπορεί να συμβεί είναι η επικοινωνιακή αντιμετώπιση και όχι η ουσιαστική προσέγγιση των ζητημάτων.
_________________________________________________________________
  1. Βλ. διεξοδικά Κοσμάτου Κ.Η ποινική νομολογία του Αρείου Πάγου στην περίοδο της οικονομικής κρίσης. Συγκριτική έρευνα ποινικών αποφάσεων ΑΠ ετών 2008-2011 και 1998: ποινική και εγκληματολογική προσέγγιση, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2015.
  2. Βλ. διεξοδικά Δασκαλάκη Η., Η εγκληματολογία της κοινωνικής αντίδρασης, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, σ. 82, Λαμπροπούλου E., Κοινωνιολογία Ποινικού Δικαίου και των θεσμών της Ποινικής Δικαιοσύνης, Αθήνα 1999, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Χάϊδου Α., Η διαχρονικότητα της σωφρονιστικής καταστολής, δημοσιευμένο σε Α. Πιτσελά (επιμ), Ο δρόμος προς τη δικαιοσύνη, Συνέδριο προς τιμήν του ομ. Καθ. Σ. Αλεξιάδη, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2012, σ. 196 επ.
  3. Για την ιδιαίτερη έκταση των σχετικών εγκληματικών συμπεριφορών στην χώρα μας από την δεκαετία του 1980, βλ. σχετικά Κουράκη Ν., Το έγκλημα στην Ελλάδα σήμερα, σε Κουράκη Ν. (επιμ.), Εγκληματολογικοί Ορίζοντες, τ. ΙΙ, β’ έκδοση, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2003, σ. 6 επ.
4. Βλ. Μιχαλοπούλου Ε., Ο θεσμός του Οικονομικού Εισαγγελέα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν 3943/2011, που πρόσθεσε στο Ν 2523/1997 το άρθρο 17Α και η αντιμετώπιση των φορολογικών αδικημάτων, ΠοινΔικ 2014, σ. 610 επ., Παπανδρέου Π., Ο Οικονομικός Εισαγγελέας με τον ν. 3943/2011 «Περί καταπολέμησης της “φοροδιαφυγής”. Αρμοδιότητες – Προβληματισμοί, ΠοινΔικ 2012, σ. 410 επ.
  1. Βλ. ορθές επισημάνσεις από Παύλου Σ., Ευρωπαϊκή Ένωση και ΕΣΔΑ. Ιδίως ενόψει και της συζητούμενης προτάσεως αποφάσεως-πλαισίου (COM 2004/328 τελικό) για «ορισμένα δικονομικά δικαιώματα στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση», Ποινικά Χρονικά 2008, σ. 97 επ. (= Ποινικές επιστήμες. Θεωρία και πράξη. Τιμ.Τ. Μπενάκη), 2009, σ. 1113 επ.), Παύλου Σ.,. Το ποινικό δίκαιο και οι «αποφάσεις – πλαίσιο» του Συμβουλίου της Ε.Ε. Mία ακόμη (επικίνδυνη) πύλη εισόδου του ευρωπαϊκού ποινικού δικαίου στο ελληνικό, Ποινικά Χρονικά 2004, σ. 961 επ.. Για το θέμα βλ. επίσης Καϊάφα-Γκμπάντι Μ., Το Σχέδιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος και οι προκλήσεις για το ποινικό δίκαιο στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα, ΠοινΔικ 2004, σ. 567 επ, Μανωλεδάκη Ι., Μπορεί να επιβιώσει το Ποινικό δίκαιο –όπως διαμορφώθηκε μέχρι σήμερα στον Ευρωπαϊκό Χώρο– και στο νέο αιώνα; Υπερ. 2000, 15 επ., Μανωλεδάκη Ι., Η νέα διεθνοποίηση του ποινικού δικαίου και ο κίνδυνος υποβάθμισης νομικού μας πολιτισμού, Αρμενόπουλος 2000, σ. 3 επ., Χαραλαμπάκη Α., Η εικόνα του Ποινικού Δικαίου στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα, ΠΛογ 2001, 809 επ..
  2. Πρβλ. Xenakis S./ Cheliotis L., Crime and Economic Downturn. The Complexity of Crime and Crime Politics in Greece since 2009, British Journal of CriminologyVolume 53, Issue 5, Pp. 719-745.
  3. Βλ. αναλυτικά Δημήτραινα Γ., Φαινόμενα νομικού υπερρεαλισμού, Ποινικά Χρονικά 2014, σ. 161 επ., Δημήτραινα Γ., Η φοροδιαφυγή ως «διαρκές» έγκλημα, Πειραϊκή Νομολογία 2011, σ. 341 επ., Καϊάφα-Γκμπάντι Μ., Οι επιλογές του Ν 3943/2011 για την οριοθέτηση του αξιοποίνου των φορολογικών αδικημάτων: μία ατυχής προσπάθεια αυξημένης προστασίας των περιουσιακών απαιτήσεων του δημοσίου, ΠοινΔικ 2011, σ. 1307 επ., Μπουρμά Γ., Σκέψεις σχετικά με τον χαρακτήρα του εγκλήματος των άρθρων 17 και 18 Ν 2523/1997 ως διαρκούς ή και την αποτελεσματική ποινική αντιμετώπισή του, ΠοινΔικ 2011, σ. 1126 επ.
  4. Για το θέμα βλ. τα πρακτικά του 6ου Συνεδρίου της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, με θέμα: “Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας”, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2013, καθώς και τα πρακτικά Ημερίδας που οργάνωσε το ίδρυμα Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με θέμα: “Η διαφθορά και η καταπολέμησή της”, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2013. Βλ. επίσης Χατζηκώστα Κ., Η δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2010, Συμεωνίδου – Καστανίδου Ε., Η δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα: νεότερες εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΠοινΔικ 2012, σ. 38 επ., Καϊάφα-Γκμπάντι Μ. (επιστημονική εποπτεία), Οικονομικό έγκλημα και διαφθορά στο δημόσιο τομέα, Π.Ν. Σάκκουλας, Δίκαιο και Οικονομία, Αθήνα 2014, Κουράκη Ν., Η δωροδοκία από την άποψη της αντεγκληματικής πολιτικής, με ιδιαίτερη έμφαση στις Συστάσεις προς την Ελλάδα της Επιτροπής (Ομάδας Κρατών) για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης (GRECO), Ποινικά Χρονικά 2013, σ. 568 επ., Μπιτζιλέκη Ν., Η σύγχρονη διαμόρφωση των εγκλημάτων δωροδοκίας κατά τον Ποινικό Κώδικα. Ένα παράδειγμα μετανεωτερικού Ποινικού Δικαίου, Ποινικά Χρονικά 2013, σ. 321 επ.
  5. Για το θέμα βλ. τα πρακτικά του 6ου Συνεδρίου της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, με θέμα: “Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας”, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2013, καθώς και τα πρακτικά Ημερίδας που οργάνωσε το ίδρυμα Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με θέμα: “Η διαφθορά και η καταπολέμησή της”, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2013. Βλ. επίσης Χατζηκώστα Κ., Η δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2010, Συμεωνίδου -Καστανίδου Ε., Η δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα: νεότερες εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΠοινΔικ 2012, σ. 38 επ., Καϊάφα–Γκμπάντι Μ. (επιστημονική εποπτεία), Οικονομικό έγκλημα και διαφθορά στο δημόσιο τομέα, εκδ. Π. Ν. Σάκκουλας, Δίκαιο και Οικονομία, Αθήνα 2014, Κουράκη Ν., Η δωροδοκία από την άποψη της αντεγκληματικής πολιτικής, με ιδιαίτερη έμφαση στις Συστάσεις προς την Ελλάδα της Επιτροπής (Ομάδας Κρατών) για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης (GRECO), Ποινικά Χρονικά 2013, σ. 568 επ., Μπιτζιλέκη Ν., Η σύγχρονη διαμόρφωση των εγκλημάτων δωροδοκίας κατά τον Ποινικό Κώδικα. Ένα παράδειγμα μετανεωτερικού Ποινικού Δικαίου, Ποινικά Χρονικά 2013, σ. 321 επ.
  6. Πρβλ. Σπινέλλη Δ., Η εγκληματικότητα των πολιτικών στην εξουσία (ή η εγκληματικότητα του “ψηλού καπέλου”), Ποινικά Χρονικά 2013, σ. 4 επ. και τις εκεί βιβλιογραφικές αναφορές.
  7. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην παραπάνω αναφερόμενη έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας διαπιστώνεται ότι η αρνητική γνώμη για τον ρόλο της πολιτικής εξουσίας στην καταπολέμηση της διαφθοράς μεγεθύνθηκε το 2013 ύστερα από έναν προσωρινό περιορισμό της την περίοδο 2009-2011 ως αποτέλεσμα, προφανώς, «της ρητορικής περί αντιμετώπισης της διαφθοράς που αναπτύχθηκε ως αντιστάθμισμα των αποκαλύψεων για το μέγεθος της διαφθοράς στην Ελλάδα μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης», βλ. αναλυτικά http://www.tovima. gr/politics/article/?aid=530028.
  8. Βλ. τα ετήσια Δελτία Τύπου του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας “Δημοσίευση στατιστικών στοιχείων συνολικής δραστηριότητας της Ελληνικής Αστυνομίας για τα έτη 2011, 2012 και 2013” σε http://www.astynomia.gr.
  9. Βλ. πάντως επιφυλάξεις που εκφράζονται σχετικά με την προστασία εννόμου αγαθού εν προκειμένω από Μανωλεδάκη Ι., Η ποινική καταστολή της φοροδιαφυγής, Αρμενόπουλος 1989, σ. 626 επ.. Βλ. επίσης Καϊάφα – Γκμπάντι Μ. (επιστημονική εποπτεία), Οικονομικό έγκλημα και διαφθορά στο δημόσιο τομέα, εκδ. Π.Ν.Σάκκουλας, Δίκαιο και Οικονομία, Αθήνα 2014.
  10. Βλ. αναλυτικά Καρύδη Β., Όψεις κοινωνικού ελέγχου στην Ελλάδα. Ηθικοί πανικοί, ποινική δικαιοσύνη, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2010, Σειρά Media Έγκλημα, αρ. 20, σ. 146 επ., ο οποίος κάνει λόγο (με άξονα την εγκληματικότητα των αλλοδαπών στην χώρα μας) «για την δημιουργία ενός ηθικού πανικού, που εκκινεί από ένα υπαρκτό πρόβλημα και καταλήγει στην κατασκευή μιας φαντασιακής σοβαρής και καθολικής κοινωνικής απειλής για την κοινότητα». Για το θέμα βλ. διεξοδικά Cohen S., Folk Devils and Moral Panic, London 1972. Βλ. επίσης Βιδάλη Σ., σε Βιδάλη Σ.-Κουλούρη Ν., Αποκλίνουσα συμπεριφορά και ποινικό φαινόμενο, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη 2012, σ. 259-261 και τις εκεί βιβλιογραφικές αναφορές, Ζαραφωνίτου Χ., Τιμωρητικότητα. Σύγχρονες τάσεις, διαστάσεις και εγκληματολογικοί προβληματισμοί, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2008, σ. 89 επ.
  11. Για τη σχετική διάκριση βλ. αναλυτικά Ζαραφωνίτου Χ., Τιμωρητικότητα, Σύγχρονες τάσεις, διαστάσεις και εγκληματολογικοί προβληματισμοί, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2008, σ. 22 επ..
  12. Πρβλ. Becker, H.S., Οι περιθωριοποιημένοι. Μελέτες στην κοινωνιολογία της παρέκκλισης, μετάφραση Α. Κουτζόγλου-Β. Μπουρλιάσκος, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2000, σ. 181, όπου «…Η επιβολή είναι επιλεκτική και επιλεκτικά διαφορετική ανάμεσα σε άτομα, σε διαφορετικές στιγμές και σε διαφορετικές περιστάσεις…».
  13. Γνωστούς και ως «εγκληματίες του λευκού περιλαιμίου»», βλ. την κλασσική μελέτη του Sutherland Ε. Η., White Collar Criminality, American Sociological Reviw, V, 1940. Βλ. επίσης Βασιλαντωνοπούλου Β., Λευκά κολλάρα και οικονομικό έγκλημα, Δίκαιο & Οικονομία – Π. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2014.
  14. Πρβλ. και Φυτράκη Ε., Από τον επικίνδυνο στο μέσο συνετό άνθρωπο: Μυθολογία και εμπειρισμός στο (ποινικό) δίκαιο, σε Τιμητικό Τόμο για τον Ι. Μανωλεδάκη, Τόμ. ΙΙ, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2007, σ. 684 επ.
  15. Βλ. αναλυτικά Delmas – Marty M., Πρότυπα και τάσεις αντεγκληματικής πολιτικής, μετάφραση Χ. Ζαραφωνίτου, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, σ. 177 επ.
  16. Πρβλ. Νικολόπουλου Γ., Επικρίσεις και αντιστάσεις γύρω από την έννοια της επικινδυνότητας: από το θετικιστικό παράδειγμα στην κοινωνία της διακινδύνευσης, δημοσιευμένο σε Τιμητικό Τόμο για την Αλ. Γιωτοπούλου – Μαραγκοπούλου, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη – Bruylant, Αθήνα-Βρυξέλλες 2003, σ. 951 επ.
  17. Παρασκευόπουλου Ν., Η διεύρυνση του ποινικού δικαίου (πραγματικές και συμβολικές διαστάσεις), “Ποινικές επιστήμες, θεωρία και πράξη: Προσφορά τιμής στην Α. Μπενάκη-Ψαρούδα”, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2008, σ. 485 επ.
  18. Πρβλ. Μανωλεδάκη Ι., Ασφάλεια κράτους ή ελευθερία; δημοσιευμένο σε Α. Μανιτάκη / Α. Τάκη, Τρομοκρατία και δικαιώματα, Αθήνα 2003, σ. 41. Βλ. επίσης Παπαθεοδώρου Θ., Ασφάλεια: Δικαίωμα του πολίτη ή άλλοθι ποινικοποίησης, δημοσιευμένο σε Χ.Ανθόπουλου/Ξ.Κοντιάδη/Θ.Παπαθεοδώρου, Ασφάλεια και δικαιώματα στην κοινωνία της διακινδύνευσης, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 2005, σ. 212 επ., Ζαραφωνίτου Χ., Τιμωρητικότητα, Σύγχρονες τάσεις, διαστάσεις και εγκληματολογικοί προβληματισμοί, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2008, σ. 19 επ.
  19. Πρβλ. Παπαθεοδώρου Θ., Δημόσια ασφάλεια και αντεγκληματική πολιτική, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2002, σ. 232 επ.
  20. Πρβλ. Μαντζούφα Π., Συνταγματική προστασία των δικαιωμάτων στην κοινωνία της διακινδύνευσης. Μελέτες συνταγματικού δικαίου και πολιτειολογίας, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2006, σ. 45, Καραγιαννίδη Χ., Προς μια συμμετοχική αντεγκληματική πολιτική, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2011, σ. 57 επ. και τις εκεί αναφορές σε ερευνητικά δεδομένα. Βλ. επίσης και Αλεξιάδη Σ., Το έγκλημα, ο τύπος, οι πολιτικοί, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, σειρά Media + Έκλημα, αρ. 15, Αθήνα-Κομοτηνή 2008.
  21. Πρβλ. Βιδάλη Σ., Έλεγχος του εγκλήματος και Δημόσια Αστυνομία. Τομές και συνέχειες στην Αντεγκληματική Πολιτική, τ. Α’, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 2007, σ. 148, με έμφαση στην ανάδειξη της εγκληματικότητας και της αντιμετώπισής της ως καίριο προεκλογικό θέμα των πολιτικών κομμάτων και της κυβέρνησης. Πρβλ. και Xenakis S./ Cheliotis L., Crime and Economic Downturn. The Complexity of Crime and Crime Politics in Greece since 2009, British Journal of CriminologyVolume 53, Issue 5, pp. 719-745.
  22. Βλ. σχετικά Garland D. – Sparks R., Criminology, Social Theory and the Challenge of Our Times, σε Garland D., Sparks R., (επιμ.), Criminology and Social Theory, Oxford University Press, Oxford 2000, σ. 15 επ.. Βλ. επίσης Βιδάλη Σ., Αστυνομία, έλεγχος του εγκλήματος και ανθρώπινα δικαιώματα, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2012.
  23. Βλ. αναλυτικά Δημόπουλου Χ., Η παγκοσμιοποίηση του εγκλήματος (κατά την αγγλοσαξωνική βιβλιογραφία), εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, σειρά Εγκληματο-λογικά, αρ. 24, Αθήνα – Κομοτηνή 2003, σ. 27 επ..
  24. Για το θέμα βλ. διεξοδικά Wacquant L., Οι φυλακές της μιζέριας, μετάφραση Κ. Διαμαντάκου, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2001, Τζαννετάκη Τ., Ο νεοσυντηρητισμός και η πολιτική της μηδενικής ανοχής. Μια κριτική θεώρηση των θέσεων του James Q. Wilson, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2006, Αντωνοπούλου Α.,Σύγχρονες τάσεις αντεγκληματικής πολιτικής. Η πολιτική της μηδενικής ανοχής και τα μέτρα διαχείρισης κρίσεων, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2010.
  25. Πρβλ. Πανούση Γ., Εισαγωγή σε Δημόπουλου Χ., Μια παγκοσμιοποίηση χωρίς [π]οίηση, εκδ. Αντ. N. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2004, σειρά Media +Έκλημα, σ. 16.
  26. Βλ. χαρακτηριστικά Παρασκευόπουλου Ν., Οι πλειοψηφίες στο στόχαστρο. Τρομοκρατία και Κράτος Δικαίου, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2003, σ. 28: «οι πολλοί (και όχι μόνο οι όποιοι περιθωριακοί) ζoυν σε συνθήκες που ολοένα επιδεινώνονται και είναι φυσικό να αναπτύξουν σταδιακά μια δύναμη ρήξης. Το πασίγνωστο “όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εχθρός μας” ακούστηκε ως απειλή, μπορεί όμως να είναι και πρόγνωση. Στη φράση αυτή τότε θα ταίριαζε η προσθήκη “κάθε συνηθισμένος άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι ένας δυνάμει εχθρός”…».
  27. Πρβλ. Λαμπροπούλου Ε., Εσωτερική ασφάλεια και κοινωνία του ελέγχου, εκδ. Κριτική, Αθήνα 2001, σ. 57.
  28. Πρβλ. Μανωλεδάκη Ι., Κοινωνία της διακινδύνευσης: Μεταξύ ασφάλειας και ελευθερίας, δημοσιευμένο σε Χ. Ανθόπουλου / Ξ. Κοντιάδη / Θ. Παπαθεοδώρου, Ασφάλεια και δικαιώματα στην κοινωνία της διακινδύνευσης, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 2005, σ. 91.
  29. Πρβλ. Παπαθεοδώρου Θ., Ασφάλεια: Δικαίωμα του πολίτη ή άλλοθι ποινικοποίησης, δημοσιευμένο σε Χ. Ανθόπουλου / Ξ. Κοντιάδη / Θ. Παπαθεοδώρου, Ασφάλεια και δικαιώματα στην κοινωνία της διακινδύνευσης, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2005, σ. 219.
  30. Βλ. σχετικά Ανθόπουλου Χ., Κράτος πρόληψης και δικαίωμα στην ασφάλεια, δημοσιευμένο σε Χ. Ανθόπουλου / Ξ. Κοντιάδη / Θ. Παπαθεοδώρου, Ασφάλεια και δικαιώματα στην κοινωνία της διακινδύνευσης, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2005, σ. 109 επ.. Πρβλ. επίσης και Σπινέλλη Κ.Δ., Η πρόληψη τη εγκληματικότητας στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες. Φραγμός ή προστασία των ατομικών δικαιωμάτων, δημοσιευμένο σε Τιμητικό Τόμο για τον Καθηγητή Ι. Φαρσεδάκη, επιμ. Α. Χαλκιά, Τόμος ΙΙ, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2010, σ. 1609 επ.
  31. Πρβλ. Παρασκευόπουλου Ν. Τα θεμέλια του Ποινικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2008, σ. 57 επ.
  32. Βλ. αναλυτικά Becker, H.S. (2000). Οι περιθωριοποιημένοι. Μελέτες στην κοινωνιολογία της παρέκκλισης, μετάφραση Α. Κουτζόγλου – Β. Μπουρλιάσκος, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη 2000 (Outsiders. Studies in the Sociology of Deviance, New York: The Free Press 1963), Δασκαλάκη Η., Η εγκληματολογία της κοινωνικής αντίδρασης, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, σ. 79 επ., Αλεξιάδη Σ., Εγκληματολογία, εκδ. Σάκκουλα, ε’ έκδοση, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2011, σ. 83-84, Δημόπουλου Χ., Εισηγήσεις Εγκληματολογίας, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2008, σ. 265-266, Αριμανδρίτου Μ., Η διαχρονική εξέλιξη της προσέγγισης της ετικέτας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 1996, σ. 8 επ., Βιδάλη Σ., σε Βιδάλη Σ.-Κουλούρη Ν., Αποκλίνουσα συμπεριφορά και ποινικό φαινόμενο, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη 2012, σ. 245 επ., Λαμπροπούλου E., Κοινωνικός έλεγχος του εγκλήματος, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1995, σ. 110 επ.
  33. Πρβλ. Παρασκευόπουλου Ν., Οι πλειοψηφίες στο στόχαστρο, Τρομοκρατία και Κράτος Δικαίου, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2003, σ. 27 επ.. Βλ. επίσης αναλυτικά και το εισαγωγικό κεφάλαιο της ενότητας αυτής.
  34. Πρβλ. την 1/2011 Εγκύκλιο της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, (Ν. ΠαντελήςΠοινικά Χρονικά 2011, σ. 634.
  35. Πρβλ. τις εισηγήσεις και παρεμβάσεις του 5ου Συνεδρίου της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων που περιλαμβάνονται σε Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιά (επιμ.), Ειδικές (παρα)δικονομικές ρυθμίσεις: Εκσυγχρονισμός ή αποσάθρωση της ποινικής διαδικασίας;, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2009. Βλ. επίσης Παρασκευόπουλου Ν., Η επίδραση της σύγχρονης αντεγκληματικής πολιτικής στο ποινικό δικονομικό δίκαιο, Ποινικά Χρονικά 2002, σ. 583 επ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου