Τετάρτη 4 Ιουνίου 2025

«Νέοι κανόνες για τις συσκευασίες και τα απορρίμματά τους» [της ΝΕΛΛΗ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ, Νομικού για το περιβάλλον - Πρ. Στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής]

 



Η διαχείριση των αποβλήτων είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της περιβαλλοντικής πολιτικής και του νομοθετικού έργου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Έχουν παρέλθει πενήντα χρόνια από την υιοθέτηση της πρώτης Οδηγίας για τα απόβλητα το 1975[1] και η νομοθεσία έχει διευρυνθεί με ιδιαίτερη έμφαση στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που συνδέονται με ειδικές κατηγορίες αποβλήτων. Ο πρόσφατος Ενωσιακός Νόμος αφορά τις συσκευασίες και τα απορρίμματα τους[2] και θεσπίζει ένα σύνολο διατάξεων για όλο τον κύκλο ζωής των συσκευασιών, τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Οι κανόνες στοχεύουν στην μείωση των αποβλήτων συσκευασίας, μεταξύ άλλων μέσω περισσότερων συστημάτων επαναχρησιμοποίησης και επαναπλήρωσης, στην ανακύκλωση όλων των συσκευασιών στην αγορά της ΕΕ με οικονομικά βιώσιμο τρόπο έως το 2030, και στην ασφαλή αύξηση της χρήσης ανακυκλωμένων πλαστικών στις συσκευασίες.

Ο Κανονισμός αποτελεί το θεμέλιο της νέας βιομηχανικής Στρατηγικής της ΕΕ[3] και είναι βασικός άξονας της Στρατηγικής για την Κυκλική Οικονομία[4] που στοχεύει στην επίτευξή της πράσινης μετάβασης. Εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της δέσμης μέτρων Fit for 55.[5].

Ο Κανονισμός είναι σε ισχύ από τις 11 Φεβρουαρίου του 2025[6] εξ ου και υπάρχουν ήδη συγκεκριμένες προθεσμίες ανακύκλωσης μέχρι το τέλος 2025, ενώ οι περισσότερες διατάξεις του θα αρχίσουν να εφαρμόζονται από τις 12 Αυγούστου του 2026. Τα κράτη μέλη οφείλουν να κοινοποιήσουν στη Επιτροπή τις κυρώσεις για τις περιπτώσεις παραβίασης του κανονισμού περιλαμβανομένων και των διοικητικών προστίμων, καθώς και όλα τα αναγκαία μέτρa που διασφαλίζουν την εφαρμογή τους.

 

I.       Εισαγωγή

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε σε μια σημαντική αναμόρφωση της νομοθεσίας για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2025/40, ο οποίος αντικαθιστά την Οδηγία 94/62/ΕΚ[7] και εισάγει αυστηρότερους κανόνες για τη μείωση της ρύπανσης, την προστασία της ανθρώπινης υγείας και την προώθηση μιας κυκλικής οικονομίας.

Ο Κανονισμός για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας[8], είναι προϊόν δεκαετιών ανησυχίας για την υπερκατανάλωση, την πλαστική ρύπανση, και την ανάγκη μιας οικονομίας που δεν βασίζεται στο «παίρνω–παράγω–πετάω», αλλά στο «σχεδιάζω–χρησιμοποιώ–ανακυκλώνω». Θέτει μετρήσιμους στόχους συλλογής και ανακύκλωσης απορριμμάτων συσκευασίας, με έμφαση στην αρχή της Διευρυμένης Ευθύνης του Παραγωγού[9], ενώ καθορίζει περιορισμούς στην χρήση επικίνδυνων ουσιών και εισάγει απαγορεύσεις σε συγκεκριμένα πλαστικά προϊόντα μιας χρήσης.

Είναι ένα από τα νομοθετικά κείμενα για τα οποία ασκήθηκαν οι περισσότερες πιέσεις από όλους τους ενδιαφερομένους φορείς και η έγκριση του αντιμετώπισε μια σειρά από διαπραγματευτικές δυσκολίες στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Κυρίως,  ασκήθηκε πίεση για εξαιρέσεις από μεγάλες χώρες παραγωγής πλαστικών (όπως η Γερμανία), και από βιομηχανίες fast food & logistics κυρίως κατά του περιορισμού συσκευασιών. Υπήρξαν επιφυλάξεις για τον ορισμό της “επαναχρησιμοποίησης”, όπου κάποιες χώρες πίεσαν να περιλαμβάνεται και η ενεργειακή ανάκτηση, καθώς και από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που θεωρούν ότι το κόστος συμμόρφωσης είναι δυσανάλογο. Ενδεικτικά, μόνο από τα μέλη της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων (ENVI) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υποβλήθηκαν 2.741 τροπολογίες.

Ωστόσο, οι συνομοθέτες κατέληξαν ότι η επιλογή Κανονισμού αντί Οδηγίας ήταν επιβεβλημένη για μια ενιαία εφαρμογή σε ολόκληρη την Εσωτερική Αγορά, με σαφείς κοινές προδιαγραφές για τους οικονομικούς φορείς και την ασφάλεια και την ενημέρωση των καταναλωτών.

Ο νέος Κανονισμός είναι στο επίκεντρο των άμεσων γεωπολιτικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση και ενσωματώνει τις νέες πολιτικές προτεραιότητες για μια βιώσιμη πράσινη μετάβαση σε ένα ανταγωνιστικό παγκόσμιο περιβάλλον. Σημαντικοί παράγοντες καθορίζουν την αναγκαιότητα μιας ολιστικής προσέγγισης:

Η ανάγκη ανταγωνιστικότητας της ΕΕ. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις φέρουν μεγαλύτερο κανονιστικό και οικονομικό βάρος λόγω των περιβαλλοντικών απαιτήσεων ενώ αντιθέτως, επιχειρήσεις σε Ασία, Νότια Αμερική ή Αφρική συχνά λειτουργούν με λιγότερους περιορισμούς, με αποτέλεσμα χαμηλότερο κόστος παραγωγής, άρα και πιο ανταγωνιστικές τιμές, ενώ η Κίνα επενδύει μαζικά σε υποδομές ανακύκλωσης[10], αλλά με έμφαση στον έλεγχο και την οικονομική απόδοση, όχι απαραίτητα στο περιβαλλοντικό πρότυπο που είναι ο στόχος της ΕΕ.

Η δημιουργία βιώσιμων και ανθεκτικών αλυσίδων αξίας εντός της Εσωτερικής Αγοράς.  Σύμφωνα με το Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία του 2020, η ΕΕ εντείνει τη δράση της για τη μετάβαση από τη γραμμική στην κυκλική οικονομία, εστιάζοντας στον οικολογικό σχεδιασμό, στην ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση, προκειμένου τα προϊόντα να καταστούν όσο το δυνατόν πιο αποδοτικά ως προς τους πόρους και την ενέργεια.

Η επίτευξή της κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050. Το πλαστικό είναι το υλικό συσκευασίας με την υψηλότερη ένταση άνθρακα[11] και, όσον αφορά τη χρήση ορυκτών καυσίμων, η ανακύκλωση των πλαστικών απορριμμάτων είναι περίπου πέντε φορές καλύτερη από την αποτέφρωση με ανάκτηση ενέργειας.

Η διαμόρφωση του νέου προϋπολογισμού της ΕΕ μετά το 2027. Στη παρούσα περίοδο 2021-2027 καθιερώθηκε συνεισφορά με βάση τα μη ανακυκλωμένα απορρίμματα πλαστικών συσκευασιών ως νέα πηγή εσόδων για τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Το μέτρο αυτό αποσκοπεί στην κινητοποίηση των χωρών για μείωση της κατανάλωσης πλαστικών προϊόντων μίας χρήσης, προώθηση της ανακύκλωσης και τόνωση της κυκλικής οικονομίας[12].

 

Παρασκευή 30 Μαΐου 2025

ΑΠ 378/2025 : Παραπομπή στην Ολομέλεια - ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ -

 


Η απόφαση πραγματεύεται το νομικό ζήτημα, του κατά πόσο η ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ υποχρεούται να καταβάλει στους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ τόκους υπερημερίας, στην περίπτωση που καθυστερήσει να εξοφλήσει ποσά τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, κατ’ άρθρα 340 και 341 παρ. 1 ΑΚ ή ότι δικαιούται να απαλλαγεί από αυτή την υποχρέωση προβάλλοντας την κατ’ άρθρο. 342 ΑΚ ένσταση, δεδομένου ότι η ίδια η ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ δεσμεύεται νομοθετικά να αντλήσει τα απαιτούμενα κεφάλαια μόνο από τον Ειδικό Λογαριασμό του άρθρου 40 του ν. 2773/1999, που δεν τροφοδοτείται από την ίδια, και ως εκ τούτου δεν φέρει ευθύνη σε περίπτωση που παρουσιάσει έστω και παροδικό έλλειμμα, που καθιστά ανέφικτη την έγκαιρη εκπλήρωση της παροχής. Η απόφαση εκθέτει και τις δύο απόψεις, δεδομένου ότι παραπέμπει το θέμα στην Ολομέλεια.

  

Αριθμός 378/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

A3' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Σιμιτσή-Βετούλα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χρήστο Κατσιάνη-Εισηγητή, Χρυσούλα Πλατιά, Ηλία Γιαρένη και Αικατερίνη Πατσιαρά, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 23 Σεπτεμβρίου 2024, με την παρουσία και της Γραμματέως Μαρίας Σουλάκα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΑΠΕ & ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Α.Ε.» και το διακριτικό τίτλο «ΔΑΠΕΕΠ Α.Ε.» {εφεξής ΔΑΠΕΕΠ}, όπως μετονομάστηκε η εταιρεία με την επωνυμία «ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Α.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «ΛΑΓΗΕ Α.Ε.», που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο ΘΣ με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και, κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσίβλητων: 1. Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο ΓΓ και κατέθεσε προτάσεις και 2. ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «... Ο.Ε.» και ήδη με τη νέα της επωνυμία «... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.», που εδρεύει στη Νιγρίτα Σερρών και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο ΔΑ με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και, κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10.09.2017 αγωγή των ήδη αναιρεσίβλητων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: α) 5379/2018 μη οριστική του ίδιου Δικαστηρίου το οποίο έκρινε εαυτό αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Πειραιά, 185/2020 οριστική του Ειρηνοδικείου Πειραιά και β) 705/2023 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 12.09.2023 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Η πληρεξούσια δικηγόρος της με στοιχ.1 αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη της αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης, που παραδεκτώς επισκοπούνται, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, προκύπτουν επί της διαδικαστικής πορείας της υπόθεσης, τα ακόλουθα: Με την από 10.9.2017 αγωγή τους ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών οι αναιρεσίβλητες εταιρίες ζήτησαν να υποχρεωθεί η αναιρεσείουσα εταιρία (υπό την τότε επωνυμία της «ΛΑΓΗΕ ΑΕ») να τους καταβάλει εις ολόκληρον το συνολικό ποσό των 16.415,53 ευρώ ως τόκους υπερημερίας, που αντιστοιχούσαν στο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο η τελευταία καθυστέρησε να εξοφλήσει τα ποσά των αναφερόμενων τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που εκδόθηκαν από τη δεύτερη αυτών (αναιρεσιβλήτων), ως παραγωγό, κατά το χρονικό διάστημα των ετών 2012 έως και 2017, παρά την ορισθείσα, με τις μεταξύ αυτής και της δεύτερης αναιρεσίβλητης καταρτισθείσες σχετικές συμβάσεις, δήλη ημέρα πληρωμής τους. Επί της ως άνω αγωγής, αφού εκδόθηκε αρχικά η υπ' αριθ. 5379/2018 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που κήρυξε εαυτό κατά τόπο αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς, εκδόθηκε από το τελευταίο αυτό δικαστήριο η υπ' αριθ. 185/2020 οριστική απόφασή του, που απέρριψε αυτήν (αγωγή) ως απαράδεκτη ελλείψει δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων, κρίνοντας ότι η μεταξύ των διαδίκων διαφορά υπαγόταν στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων. Επί της από 30.10.2020 έφεσης των αναιρεσιβλήτων κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 705/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (δικάσαντος ως Εφετείου), με την οποία έγινε δεκτή τυπικά και κατ' ουσίαν η ως άνω έφεση και, αφού εξαφανίσθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, κρατήθηκε προς εκδίκαση η υπόθεση και έγινε δεκτή η αγωγή ως ουσία βάσιμη. Κατά της ανωτέρω τελεσίδικης απόφασης, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε από την εφεσίβλητη-εναγόμενη εταιρία (ήδη μετονομασθείσα σε «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΑΠΕ & ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΑΕ» και έχουσα τον διακριτικό τίτλο «ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ») νομότυπα και εμπρόθεσμα η κρινόμενη από 12.9.2023 αίτηση αναίρεσης (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 1 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επομένως, η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Α. Με την Οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίσθηκαν κοινοί κανόνες για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να δημιουργηθεί σταδιακά μια εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε οι δραστηριότητες αυτές (παραγωγή, μεταφορά και διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας) να καταστούν πιο αποδοτικές, με παράλληλη ενίσχυση της ασφάλειας του εφοδιασμού και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας και με σεβασμό της προστασίας του περιβάλλοντος. Η Οδηγία αυτή μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με τον ν. 2773/1999 «Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας -Ρύθμιση θεμάτων ενεργειακής πολιτικής και λοιπές διατάξεις». Στη συνέχεια, με την Οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ» επιχειρήθηκε η δεύτερη φάση ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Για την ενσωμάτωση της ως άνω Οδηγίας στην ελληνική έννομη τάξη δημοσιεύθηκε ο ν. 3426/2005 «Επιτάχυνση της διαδικασίας για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας», με τον οποίο επήλθαν ευρείες τροποποιήσεις στον ν. 2773/1999. Ακολούθησε η εντασσόμενη στην τρίτη ενεργειακή δέσμη Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ», για τη μεταφορά της οποίας στην εθνική έννομη τάξη δημοσιεύθηκε ο ν. 4001/2011 «Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις». Ειδικότερα, μετά την τροποποίηση του ν. 2773/1999, με τις διατάξεις του ν. 3175/2003 «Αξιοποίηση του γεωθερμικού δυναμικού, τηλεθέρμανση και άλλες διατάξεις», θεσπίσθηκε, κατά το έτος 2005, ο Κώδικας Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΔΣ-ΣΗΕ 2005), με τον οποίο υιοθετήθηκε ένα συγκεκριμένο σχήμα οργάνωσης και λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι το σχήμα της υποχρεωτικής χονδρεμπορικής αγοράς. Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού δεν επιτρέπονται διμερή συμβόλαια μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά, αντιθέτως, το σύνολο των συναλλαγών διεξάγεται μέσω της χονδρεμπορικής αγοράς, όπου κεντρικός ρόλος αποδίδεται στον «Διαχειριστή του Συστήματος». Ως «Διαχειριστής του Συστήματος» ορίσθηκε αρχικώς η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» (ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ), η ίδρυση της οποίας προβλέφθηκε από τη διάταξη του άρθρου 14 του ν. 2773/1999. Ο ΚΔΣ-ΣΗΕ 2005 αντικαταστάθηκε από νέους Κώδικες, οι οποίοι θεσπίσθηκαν κατά το έτος 2012, κατ' εξουσιοδότηση του ν. 4001/2011, ήτοι τον «Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος» (ΚΔΣ) και τον «Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας» (ΚΣΗΕ), οι οποίοι εγκρίθηκαν, κατά τις διατάξεις των άρθρων 30 παρ. 3 και 120 παρ. 2 του ως άνω νόμου, με Απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και ισχύουν από 1.2.2012. Στο πλαίσιο των εν λόγω Κωδίκων και του τεθέντος νομοθετικού πλαισίου, ο παραγωγός πωλεί το παραγόμενο αγαθό και ο προμηθευτής αγοράζει τούτο, πλην όμως οι παραγωγοί και οι προμηθευτές δεν συνάπτουν μεταξύ τους διμερείς συμβάσεις πώλησης. Το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ένα σύστημα υποχρεωτικής κατάρτισης -με προσχώρηση των παραγωγών και προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας- αναγκαστικής σύμβασης, η οποία ρυθμίζεται βάσει των κατωτέρω αναφερομένων κανόνων, χωρίς αυτοί να δύνανται να επιλέξουν τον αντισυμβαλλόμενό τους, αλλά ούτε και να διαπραγματευθούν τους όρους της σύμβασης. Την οργάνωση της αγοράς διαχειρίζονται, στα διάφορα στάδια αυτής, συγκεκριμένοι θεσμικοί φορείς και δη η προαναφερόμενη ανώνυμη εταιρία «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» (ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ) και, στη συνέχεια, η ανώνυμη εταιρία υπό την επωνυμία «Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» και τον διακριτικό τίτλο «ΛΑΓΗΕ ΑΕ», όπως μετονομάστηκε η ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ, με την ολοκλήρωση της μεταφοράς των δραστηριοτήτων της τελευταίας στην ΑΔΜΗΕ ΑΕ, σύμφωνα με το άρθρο 117 του ν. 4001/2011. Ήδη, με το άρθρο 117Α του ν. 4001/2011 (το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 96 του ν. 4512/2018), προβλέφθηκε η ίδρυση της εταιρίας «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» (ΕΧΕ ΑΕ), ενώ με το άρθρο 118 παρ. 1 του ν. 4001/2011 (όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 98 παρ. 5 του ν. 4512/2018), ορίσθηκε ότι «Με την ολοκλήρωση της απόσχισης του κλάδου της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και της μεταφοράς των δραστηριοτήτων από τη ΛΑΓΗΕ Α. Ε. στην Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε., όπως ορίζεται στα άρθρα 117Α, 117Β, 117Γ και 117Δ, η ΛΑΓΗΕ Α.Ε. μετονομάζεται σε «Διαχειριστή ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης Α.Ε.», η οποία θα λειτουργεί σύμφωνα τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, προσαρμόζοντας αντίστοιχα το Καταστατικό της». Συγκεκριμένα, στο άρθρο 118 του ν. 4001/2011, που προβλέπει τον σκοπό και τις αρμοδιότητες της ΛΑΓΗΕ ΑΕ ως Λειτουργού της Αγοράς (όπως αυτό ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 98 παρ. 5 του ν. 4512/2018 και ειδικότερα ως προς το εδάφιο θ' της παρ. 2 αυτού, όπως αυτό ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 22 του ν. 4414/2016), οριζόταν ότι: «1. Ο Λειτουργός της Αγοράς εφαρμόζει τους κανόνες για τη λειτουργία της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων πράξεων και ιδίως τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 2. 2. Στο πλαίσιο του παραπάνω σκοπού του, ο Λειτουργός της Αγοράς ασκεί, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες: (α) Διενεργεί τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό, ως εξής: (αα) Προγραμματίζει τις εγχύσεις ηλεκτρικής ενέργειας στο ΕΣΜΗΕ, καθώς και τις απορροφήσεις ηλεκτρικής ενέργειας σε αυτό, κατά τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, (ββ)… (γγ) Εκκαθαρίζει τις συναλλαγές στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού, (β) ... (γ) Τηρεί ειδικό Μητρώο Συμμετεχόντων στην Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας και εγγράφει τους Συμμετέχοντες, σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας. (δ) ... (ε) ... (στ) ... (ζ) ...(η) ... (θ) Συνάπτει συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 του ν. 3468/2006 που παράγονται από εγκαταστάσεις ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας συνδέονται στο Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου, και καταβάλει τις πληρωμές που προβλέπονται στις συμβάσεις αυτές. Τα ποσά που καταβάλλονται στους αντισυμβαλλόμενους ανακτώνται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 143.(ι) Διενεργεί τη διευθέτηση των χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού σε συνεργασία με τους Διαχειριστές του ΕΣΜΗΕ και του ΕΔΔΗΕ. Για τη διενέργεια της διευθέτησης των χρηματικών συναλλαγών, ο Λειτουργός της Αγοράς δύναται: (αα)... (ββ) Να αναθέτει σε τρίτους, μετά από σύμφωνη γνώμη της ΡΑΕ, την ως άνω διευθέτηση, ιδίως αναφορικά με τη διαχείριση και εκκαθάριση χρηματικών συναλλαγών και τη διαχείριση πιστωτικού και συναλλακτικού κινδύνου, στο πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. 3. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Λειτουργός της Αγοράς διευκολύνει κατά κύριο λόγο την ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και για το σκοπό αυτόν αναλαμβάνει κάθε αναγκαία ενέργεια, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται με τον παρόντα νόμο, να προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή των προβλέψεων του Κανονισμού 714/2009, της Οδηγίας 72/2009 και όλων των σχετικών κατευθύνσεων και αποφάσεων που εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Εξάλλου, ο ν. 3468/2006 «Παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης και λοιπές διατάξεις», με τον οποίο τέθηκαν δεσμευτικοί εθνικοί στόχοι κατά τα προβλεπόμενα από την Οδηγία 2001/77/ΕΚ, συμπεριέλαβε στις διατάξεις των άρθρων 9 επ. αυτού, μεταξύ άλλων, ρυθμίσεις σχετικώς με την κατά προτεραιότητα ένταξη των σταθμών παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (εφεξής ΑΠΕ) στο Σύστημα ή το Δίκτυο (άρθρο 9), ως και στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (άρθρο 10), τη σύναψη συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας (άρθρο 12) και την τιμολόγηση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ (άρθρο 13), καταργώντας τις μέχρι τότε ισχύουσες διατάξεις των άρθρων 35 παρ. 1-3, 36, 37, 38 και 39 ν. 2773/1999 (άρθρο 28 παρ. 1 περ. β’, ως και άρθρο 27 παρ. 7). Ακολούθως, με το ν. 3851/2010 «Επιτάχυνση της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και άλλες διατάξεις σε θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής», με τον οποίο επήλθαν ευρείας έκτασης τροποποιήσεις επιμέρους διατάξεων του ν. 3468/2006, επιδιώχθηκε, με σκοπό συμμόρφωσης προς την Οδηγία 2009/28/ΕΚ, η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών (όπως φωτοβολταϊκοί και αιολικοί σταθμοί) ως περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα υψίστης σημασίας για τη χώρα. Για το σκοπό της εκπλήρωσης των διεθνών δεσμεύσεων και των συναφών ευρωπαϊκών υποχρεώσεων της χώρας προς μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου κρίθηκε αναγκαία η μεταβολή του ισχύοντος πλαισίου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Με τον ως άνω ν. 3851/2010 καθορίσθηκαν οι εθνικοί στόχοι για τις ΑΠΕ έως το έτος 2020 και, περαιτέρω, τροποποιήθηκαν οι σχετικές με τις συμβάσεις πώλησης και την τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας διατάξεις του ν. 3468/2006 (άρθρα 1 και 5 παρ. 1-2 ν. 3851/2010). Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρθρου 12 ν. 3468/2006 (όπως η παρ. 2 αυτού ίσχυε μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3851/2010), «1. Για την ένταξη σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. στο Σύστημα ή στο Δίκτυο, περιλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, ο Διαχειριστής του Συστήματος, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής συνδέονται στο Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου ή ο Διαχειριστής Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής συνδέονται με το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, υποχρεούνται να συνάπτουν σύμβαση πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας με τον κάτοχο της άδειας παραγωγής της. 2. Η Σύμβαση Πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από σταθμούς Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. ισχύει για είκοσι (20) έτη και μπορεί να παρατείνεται, σύμφωνα με τους όρους της άδειας αυτής, μετά από έγγραφη συμφωνία των μερών, εφόσον ισχύει η σχετική άδεια παραγωγής ... 3. Με Απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από εισήγηση του αρμόδιου Διαχειριστή και γνώμη της Ρ.Α.Ε., καθορίζονται ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια». Με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου (άρθρου 5 ν. 3851/2010) έλαβε χώρα τροποποίηση των προβλέψεων του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 σχετικώς με την τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας και με την εκδοθείσα, κατ' εφαρμογή της προαναφερθείσας εξουσιοδοτικής διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 12 ν. 3468/2006, όπως τροποποιήθηκε κατά τα προεκτεθέντα, υπ' αριθ. Α. Υ/Φ1/οικ. 17149/30.8.2010 Απόφαση της Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΦΕΚ Β' 1497) καθορίσθηκαν (άρθρο 1) ο τύπος και το συνολικό περιεχόμενο των συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες συνάπτονται μεταξύ του Διαχειριστή του Συστήματος (ήδη της εταιρίας ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ και, κατά το παρελθόν, της ΛΑΓΗΕ ΑΕ και της ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ) και των παραγωγών που αξιοποιούν Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και συμμετέχουν στην συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας υψηλής απόδοσης, συνδεόμενοι στο Σύστημα ή στο Διασυνδεδεμένο Δίκτυο της χώρας (ΣΗΘΥΑ). Το άρθρο πρώτο του προτύπου της εν λόγω σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ότι ο Διαχειριστής του Συστήματος αναλαμβάνει την υποχρέωση να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από τον παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και αντιστοίχως ο παραγωγός να πωλεί την ενέργεια στον Διαχειριστή του Συστήματος, ενώ το άρθρο δεύτερο της σύμβασης προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη υποχρεούνται να ενεργούν συμφώνως προς τις διατάξεις των Κωδίκων Διαχείρισης, καθώς και προς το σύνολο του διέποντος την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας νομοθετικού πλαισίου. Περαιτέρω, το άρθρο έβδομο της σύμβασης αναφέρεται στην τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας και ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Ο Παραγωγός, ο σταθμός του οποίου συνδέεται στα δίκτυα χαμηλής, μέσης ή υψηλής τάσης και λειτουργεί παράλληλα με το διασυνδεδεμένο σύστημα, δικαιούται να λαμβάνει το τίμημα που αντιστοιχεί στο σύνολο της καθαρής παραγωγής ενέργειας που παραδίδει στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο και απορροφάται από αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 3468/2006, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 27Α του Ν. 3734/2009 και το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010, καθώς και τη λοιπή νομοθεσία που διέπει την αγορά και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας...», ενώ το άρθρο δωδέκατο της σύμβασης (υπό τον τίτλο «Λογαριασμοί και Πληρωμές») προβλέπει ότι «1. Ο υπολογισμός του τιμήματος της ηλεκτρικής ενέργειας που εγχύθηκε στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο και απορροφήθηκε από αυτό γίνεται από το ΔΕΣΜΗΕ (σημ.: μετέπειτα ΛΑΓΗΕ) σύμφωνα με τον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, το Ν. 3468/2006, το άρθρο 27Α του Ν. 3734/2009, το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010 και τη λοιπή κείμενη νομοθεσία. Προς τούτο αποστέλλεται στον Παραγωγό σχετικό Σημείωμα, στο οποίο αναφέρονται και τυχόν χρέωση αέργου ισχύος και τυχόν απαιτήσεις του ΔΕΣΜΗΕ κατ' αυτού. Ο Παραγωγός βάσει του πιο πάνω σημειώματος εκδίδει τιμολόγιο, στο οποίο οι απαιτήσεις αυτές συμψηφίζονται με το τίμημα που ο ΔΕΣΜΗΕ πρέπει να καταβάλει στον Παραγωγό. Το τιμολόγιο του Παραγωγού αποστέλλεται στο ΔΕΣΜΗΕ και είναι πληρωτέο μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την κατάθεσή του στο ΔΕΣΜΗΕ. 2. Η εξόφληση του τιμολογίου του Παραγωγού γίνεται μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, ακόμη και αν υπάρχουν αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις από οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη όσον αφορά την ακρίβεια του λογαριασμού. Το συμβαλλόμενο μέρος που έχει αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις τις γνωστοποιεί αμελλητί στο άλλο μέρος. Σε περίπτωση που τελικά διαπιστωθεί σφάλμα, το συμβαλλόμενο μέρος σε βάρος του οποίου προκύπτει διαφορά, οφείλει να την επιστρέφει στο άλλο μέρος έντοκα, με το νόμιμο τόκο της υπερημερίας από την ημέρα εξόφλησης των τιμολογίων, μέχρι την ημέρα επιστροφής της διαφοράς. 3. Σε περίπτωση καθυστέρησης της εξόφλησης Λογαριασμού ή τιμολογίου πέραν της προθεσμίας της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, ο ΔΕΣΜΗΕ οφείλει να πληρώσει στον Παραγωγό και τόκο υπερημερίας επί του οφειλομένου ποσού, από την επομένη της λήξης της προθεσμίας εξόφλησης και χωρίς άλλη ειδοποίηση. 4. Η εκκαθάριση και οι πληρωμές θα γίνονται από το ΔΕΣΜΗΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας». Σύμφωνα με την προβλεφθείσα από τις ανωτέρω διατάξεις οργάνωση της σχετικής αγοράς παραγωγής ενέργειας από παραγωγούς ΑΠΕ οι υποβάλλοντες προσφορά εγχύσεως, δηλαδή οι ως άνω παραγωγοί, λαμβάνουν αμοιβή για την εγχεόμενη στο Σύστημα ενέργεια, ενώ οι Εκπρόσωποι Φορτίου, δηλαδή ιδίως οι προμηθευτές, πραγματοποιούν πληρωμές για την απορροφώμενη από το Σύστημα ενέργεια. Κομβικός για την εύρυθμη λειτουργία της χονδρεμπορικής αυτής αγοράς, είναι ο ρόλος του «Λειτουργού της Αγοράς», ο οποίος κατά το κρίσιμο, στην ένδικη υπόθεση, χρονικό διάστημα (2012 έως και 2017) έχει ανατεθεί στην εταιρία «ΛΑΓΗΕ ΑΕ», η οποία ενεργεί εκ του νόμου ως ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος των συμμετεχόντων στην αγορά παραγωγών ΑΠΕ και προμηθευτών, συνάπτοντας μαζί τους συμβάσεις συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού (ΗΕΠ) σχετικά με τις συναλλαγές που προβλέπονται στις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (άρθρο 1 του ΚΣΗΕ), ενώ παράλληλα ο νομοθέτης έχει αναθέσει σ' αυτόν και το ρόλο του αποκλειστικού εκκαθαριστή της αγοράς και συγκεκριμένα τη διευθέτηση των χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του ΗΕΠ (άρθρο 118 παρ. 2 στοιχ. ι’ ν. 4001/2011). Επομένως, ο ανωτέρω «Λειτουργός της Αγοράς» (ΛΑΓΗΕ ΑΕ) είναι, ως εκ του λειτουργικού και ρυθμιστικού ρόλου που κατά το νόμο καλείται να επιτελέσει, υπεύθυνος για την εκκαθάριση και καταβολή στους παραγωγούς του ανταλλάγματος για την παραγόμενη από αυτούς ηλεκτρική ενέργεια καθώς και για την είσπραξη από τους προμηθευτές των ποσών που οφείλουν για τα φορτία που κατανάλωσαν οι καταναλωτές πελάτες τους, ενώ, επίσης, είναι υπεύθυνος για την εκκαθάριση και καταβολή στους παραγωγούς των ειδικά προβλεπόμενων από την σχετική νομοθεσία χρηματικών ποσών που σχετίζονται με τη δραστηριότητά τους. Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 40 παρ. 1-3 του ν. 2773/1999 συνεστήθη Ειδικός Λογαριασμός υπό τη διαχείριση της (τότε υφιστάμενης) «ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ» και, στη συνέχεια, δυνάμει της διάταξης του άρθρου 143 παρ. 1-2 του ν. 4001/2011, της «ΛΑΓΗΕ ΑΕ» για την πληρωμή των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, με τιμές, οι οποίες ορίζονται, κατά τα προαναφερθέντα, δια νόμου και υπό τις οποίες συνομολογούνται οι οικείες συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, με την ως άνω διάταξη του άρθρου 40 παρ. 1-3 ν. 2773/1999 (όπως το πρώτο εδάφιο της περ. γ' της παρ. 3 αυτού ισχύει μετά την αντικατάστασή του με τα άρθρα 23 παρ. 20 του ν. 3175/2003 και 39 παρ. 3 του ν. 4062/2012), ορίσθηκε ότι «1. Ο Διαχειριστής του Συστήματος και ο Διαχειριστής του Δικτύου ανακτούν πλήρως τα ποσά που καταβάλλουν στους αντισυμβαλλομένους σύμφωνα με τα άρθρα 35, 37, 38 και 39 μέσω ειδικού Λογαριασμού τον οποίο διαχειρίζεται ο Διαχειριστής του Συστήματος. 2. Ο Διαχειριστής του Συστήματος υποχρεούται να συστήσει το αργότερο μέχρι την 30η Απριλίου 2001 τον ειδικό Λογαριασμό της προηγούμενης παραγράφου. 3. Έσοδα του ειδικού Λογαριασμού είναι: (α) Τα ποσά που καταβάλλουν οι κάτοχοι άδειας παραγωγής και προμήθειας του Συστήματος μέσω της διαδικασίας διευθέτησης των Αποκλίσεων Παραγωγής - Ζήτησης του άρθρου 20, τα οποία αναλογούν στην ισχύ που εντάσσεται κατά προτεραιότητα στο Σύστημα από το Διαχειριστή του Συστήματος κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 35, 37 και 38. (β) Τα ποσά που καταβάλλει η Δ.Ε.Η. ως αποκλειστικός Προμηθευτής στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά ... (γ) Το Ειδικό Τέλος για τη Μείωση Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ), που επιμερίζεται ομοιόμορφα για όλη την ελληνική επικράτεια σε κάθε Πελάτη, περιλαμβανομένων και των αυτοπαραγωγών, σύμφωνα με μεθοδολογία η οποία καθορίζεται με Απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη της Ρ.Α.Ε., και η οποία λαμβάνει υπόψη την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει ο κάθε Πελάτης και συντελεστές που διαφοροποιούν τον επιμερισμό κατά Κατηγορία Πελατών, έτσι ώστε να προκύπτει χρέωση που εξισορροπεί τις οικονομικές συνέπειες μεταξύ των κατηγοριών Πελατών. Οι αριθμητικές τιμές των συντελεστών της ανωτέρω μεθοδολογίας προσδιορίζονται κάθε έτος με Απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μετά από πρόταση της Ρ.Α.Ε., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως...». Ρύθμιση σχετικά με τον αυτό λογαριασμό περιέλαβε και το άρθρο 143 του ν. 4001/2011 (όπως ίσχυε μετά την αντικατάσταση της περ. γ' της παρ. 2 αυτού με τα άρθρα 32 παρ. 1 και 49 παρ. 3 του ν. 4111/2013), με το οποίο ορίσθηκαν τα εξής:«1. Η ΛΑΓΗΕ ΑΕ και η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ ανακτούν πλήρως τα ποσά που καταβάλλουν στους αντισυμβαλλόμενους κατά τις διατάξεις της περίπτωσης θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 118 και της περίπτωσης η' της παραγράφου 2 του άρθρου 129 αντίστοιχα, μέσω του ειδικού διαχειριστικού Λογαριασμού, όπως αυτός δημιουργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 40 του Ν. 2773/1999, τον οποίο διαχειρίζεται η ΛΑΓΗΕ ΑΕ. 2. Έσοδα του ειδικού Λογαριασμού είναι: (α) Τα ποσά που καταβάλλουν οι παραγωγοί και οι προμηθευτές στο πλαίσιο του ημερήσιου ενεργειακού προγραμματισμού του άρθρου 120 και της Εκκαθάρισης των Αποκλίσεων παραγωγής - ζήτησης κατά το άρθρο 105, τα οποία αναλογούν στην ισχύ που εντάσσεται στο σύστημα μεταφοράς και στο δίκτυο διανομής της ηπειρωτικής χώρας και των συνδεδεμένων με αυτά νησιών κατά τα οριζόμενα στον ν. 3851/2010. (β) Τα ποσά που καταβάλλουν οι Προμηθευτές στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά, για την ηλεκτρική ενέργεια που απορροφάται στα συστήματα των νησιών αυτών, που παράγεται από τις μονάδες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 129.

Τρίτη 20 Μαΐου 2025

ΜονΠρωτΘεσ 7509/25 : ΕΓΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΑΠΑΤΗ - ΨΕΥΔΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗ - ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΗ ΔΥΣΦΗΜΗΣΗ - ΣΤΟΙΧΕΙΑ. ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ - HΘΙΚΗ ΒΛΑΒΗ - ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ - ΕΥΛΟΓΟ ΜΕΤΡΟ


ΜονΠρωτΘεσ 7509/25 : ΕΓΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΑΠΑΤΗ - ΨΕΥΔΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗ -  ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΗ ΔΥΣΦΗΜΗΣΗ -  ΣΤΟΙΧΕΙΑ. ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ - HΘΙΚΗ ΒΛΑΒΗ - ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ - ΕΥΛΟΓΟ ΜΕΤΡΟ. ΔΕΚΤΗ ΕΝ ΜΕΡΕΙ Η ΑΓΩΓΗ. Eν προκειμένω, ο ενάγων επικαλείται ότι ο πατέρας του εναγόμενου είχε υποβάλει σε βάρος του έγκληση για απάτη, στο πλαίσιο δε, της ποινικής διαδικασίας, την οποία – λόγω θανάτου του πατέρα του εναγομένου – συνέχισε ο ίδιος ο εναγόμενος, ως κληρονόμος του, εκδόθηκε αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Ειδικότερα δε, ισχυρίζεται ότι ο εναγόμενος προσέβαλε την προσωπικότητά του, αφού κατά την ως άνω διαδικασία, κατέθεσε σε βάρος του ενάγοντος ψευδή γεγονότα και ότι η αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου συνίσταται στην  τέλεση των αξιόποινων πράξεων της ψευδούς καταμήνυσης, ψευδούς κατάθεσης, συκοφαντικής δυσφήμησης, άλλως της απλής δυσφήμησης, άλλως της εξύβρισης. Κρίνεται εν προκειμένω, ότι ο εναγόμενος κατέθεσε ψευδή γεγονότα προσβάλλοντας την προσωπικότητα του ενάγοντος, τελώντας σε βάρος του ενάγοντος συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς ισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων, δηλαδή της οικογένειάς του, των φίλων και των συνεργατών του, που ήταν παρόντες στο ακροατήριο,  τα ψευδή γεγονότα, εν γνώσει του ψεύδους αυτών, απορριπτομένης και της ένστασης εκ του άρθρου 367 παρ.2 περ.γ’ ΠΚ, διότι η εν λόγω διάταξη δεν εφαρμόζεται επί συκοφαντικής δυσφήμησης. Αντίθετα η συκοφαντική δυσφήμηση πρέπει να απορριφθεί κατά το σκέλος που αφορά τα υπόλοιπα πρόσωπα στο ακροατήριο, διότι δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχαν σε αυτό πρόσωπα που γνώριζαν την επιχείρηση του ενάγοντος, καθώς επίσης ο εναγόμενος δεν προέβη σε χαρακτηρισμούς με τις λέξεις ''απατεώνας'' και ''ψεύτης'' σε βάρος του ενάγοντος. Απορριπτέος κρίνεται και ο ισχυρισμός ότι ο εναγόμενος διέδωσε στον εμπορικό κύκλο πως ο ενάγων είναι απατεώνας, με αποτέλεσμα να χάσει εμπορικές συνεργασίες. Εν τέλει, ο ενάγων δικαιούται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ποσού 2.000 ευρώ. Δεκτή εν μέρει η αγωγή. [ Αρ. 229 παρ. 1,361, 363, 367 ΠΚ, αρ. 57, 59, 330, 346, 914, 919, 929, 932 ΑΚ, αρ. 2 παρ.1 Συντ. ]


ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΑΡΙΘΜΟΣ 7509/2025

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Ζήση Χατζηγιαννάκο, Πρωτόδικη Γενικής Επετηρίδας, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Ελένη Παπαγεωργοπούλου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του 17.12.2024 για να δικάσει την αγωγή με αρ. κατ. …………/29.12.2023 μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …………….., κατοίκου ……………., επί της οδού …………….., με Α.Φ.Μ.: ………………., ο οποίος παραστάθηκε διά των προτάσεων που κατέθεσε εντός της προθεσμίας του άρθρ. 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, η πληρεξούσια δικηγόρος του, ΑΧ (ΑΜΔΣΘ: …………), δυνάμει της από 28.04.2024 έγγραφης πληρεξουσιότητας, η οποία (δικηγόρος) δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, προκατέβαλε όμως τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρ. 61 παρ. 1 και 2 του ν. 4194/2013 (βλ. το με αρ. …………./25.04.2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης).

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ……………, κατοίκου ………………, επί της οδού ……………, με Α.Φ.Μ.: ……………, ο οποίος παραστάθηκε διά των προτάσεων, που κατέθεσαν εντός της προθεσμίας του άρθρ.237 παρ. 1 ΚΠολΔ, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του, ΘΖ (ΑΜΔΣΘ: ………….) και ΑΖ (ΑΜΔΣΘ: ………..), δυνάμει των από 23.04.2024 και 26.04.2024 εγγράφων πληρεξουσιότητας, οι οποίοι δεν εμφανίστηκαν στο ακροατήριο, προκατέβαλαν όμως τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρ. 61 παρ. 1 και 2 του ν. 4194/2013 (βλ. τα με αρ. ………../29.04.2024 και ………/26.04.2024 γραμμάτια προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης).


ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται παραπάνω.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ


I. Κατά τη διάταξη του άρθρ. 229 παρ. 1 Π.Κ. περί ψευδούς καταμήνυσης, όπως ίσχυε πριν την 01η.07.2019, όποιος εν γνώσει καταμηνύει άλλον ψευδώς ή αναφέρει γι' αυτόν ενώπιον της Αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξή του γι' αυτήν, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του αδικήματος της ψευδούς καταμήνυσης απαιτείται να έγινε μήνυση ή ανακοίνωση με οποιονδήποτε τρόπο σε Αρχή ότι τελέστηκε από άλλον αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση, το περιεχόμενο της μήνυσης ή ανακοίνωσης να είναι αντικειμενικούς ψευδές και ο υπαίτιος να έκανε τη μήνυση ή ανακοίνωση με σκοπό να προκληθεί ποινική ή πειθαρχική δίωξη σε βάρος εκείνου που καταμηνύεται, χωρίς να απαιτείται και πραγμάτωση του σκοπού αυτού. Το έγκλημα είναι τελειωμένο μόλις περιέλθει η μήνυση ή η έγκληση στην Αρχή ή γίνει ανακοίνωση σε αυτήν, ανεξάρτητα αν στη συνέχεια ασκήθηκε ή όχι ποινική δίωξη κατά του μηνυόμενου - εγκαλουμένου. Για τη θεμελίωση του εγκλήματος αυτού απαιτείται, εκτός από τα λοιπά στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική του υπόσταση, και άμεσος δόλος, που περιλαμβάνει αναγκαίως τη γνώση ότι η καταμήνυση είναι ψευδής. Δεν είναι αναγκαία όμως η παράθεση άλλων σχετικών με τη γνώση αυτή περιστατικών, αν ο εγκαλών γνώριζε αναγκαίως την πραγματική κατάσταση από προσωπική του αντίληψη. Περαιτέρω, κατά την ίδια διάταξη του ισχύοντος από 01.07.2019 ΠΚ (ν. 4619/2019), όποιος εν γνώσει καταμηνύει άλλον ψευδώς ή αναφέρει γι' αυτόν ενώπιον της Αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή. Από τη σύγκριση των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι στη διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 Π.Κ., όπως αυτή ισχύει μετά την 01η.07.2019, τυποποιείται το έγκλημα της ψευδούς καταμήνυσης. Σημαντική αλλαγή στο έγκλημα αυτό είναι η κατάργηση της αναφοράς στον σκοπό του δράστη. Μέχρι την 01 ’’.07.2019, η ψευδής καταμήνυση του άρθρου 229 παρ. 1 Π.Κ, τιμωρούνταν μόνο όταν τελούνταν με σκοπό καταδίωξης του καταγγελλόμενου προσώπου, δηλαδή για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ψευδούς καταμήνυσης απαιτούνται, εκτός του άμεσου δόλου, και επιπρόσθετος υπερχειλής δόλος, δηλαδή σκοπός του δράστη να προκαλέσει την ποινική ή πειθαρχική δίωξη του καταμηνυομένου ή του αναφερομένου. Καθώς όμως στο ελληνικό δίκαιο ισχύει ως προς τη δίωξη η αρχή της νομιμότητας, ήδη η καταγγελία της πράξης δημιουργεί άμεσα τον κίνδυνο άσκησης ποινικής δίωξης, ώστε η αναφορά στον επιπρόσθετο σκοπό να εμφανίζεται περιττή. Συνεπώς, από 01.07.2019, ως προς τα στοιχεία της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ψευδούς καταμήνυσης δεν απαιτείται πλέον σκοπός καταδίωξης του καταμηνυομένου ή του αναφερομένου, δηλαδή δεν απαιτείται υπερχειλής δόλος, αλλά μόνο άμεσος δόλος, και συνακόλουθα η διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 πΠΚ είναι επιεικέστερη για τον κατηγορούμενο, αφού με αυτή για την καταδίκη του δράστη απαιτείται, εκτός από τη συνδρομή και απόδειξη άμεσου δόλου, η συνδρομή και απόδειξη υπερχειλούς δόλου, που δεν απαιτείται πλέον με τη διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 του νΠΚ. Επίσης, από τη σύγκριση των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι η διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 ΠΚ είναι επιεικέστερη και ως προς την ποινή, αφού με αυτή προβλεπόταν ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, ενώ με τη διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 νΠΚ προβλέπεται πλέον ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή (ΑΠ 997/2024, ΝΟΜΟΣ). II. Περαιτέρω, με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59 ΑΚ προστατεύεται η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου, ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, αποτελεί δε η προσωπικότητα πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επιμέρους εκδηλώσεις - εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, ενώ η προσβολή της προσωπικότητας, σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές, συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία, με βάση την κοινωνική του αξία, συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του. Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας, της οποίας η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρ. 914, 919, 920, 932 ΑΚ, είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων: (α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου, που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, (β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο, όμως, είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκηση του καταχρηστική, κατά την έννοια των άρθρ. 281 του ΑΚ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, (γ) υπαιτιότητα (πταίσμα) του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας, εκδηλούμενη, είτε με τη μορφή του δόλου, είτε με τη μορφή της αμέλειας, η οποία υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές (άρθρο 330 παρ. 2 του ΑΚ) και (δ) επέλευση ηθικής βλάβης στον προσβληθέντα, τελούσα σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή. Η προσωπικότητα του ανθρώπου μπορεί να προσβληθεί σε οποιαδήποτε έκφανση ή εκδήλωσή της (σωματική, πνευματική, ηθική, τιμή κλπ.). Έτσι, η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει, διότι ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα όρια της προσβολής της προσωπικότητας. Τέτοιες δε πράξεις, διαταρακτικές της κοινωνικής προσωπικότητας του ανθρώπου, είναι και εκείνες που εμπεριέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής ή επαγγελματικής εντιμότητας του προσώπου, ενώ αδιάφορη για τον χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης, η οποία ενδέχεται, με την προσβολή, να παραβιάζεται και η οποία μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου.

Δευτέρα 5 Μαΐου 2025

ΑΠ 42/2023. Ο ψηφιακός δίσκος συνιστά έγγραφο κατά την διάταξη του άρθρου 13 παρ.1γ εδ.β του Π.Κ. και, επειδή εκ των πραγμάτων δεν είναι δυνατή η ανάγνωσή του, αυτός επισκοπείται από όλους τους παράγοντες της δίκης, με την προβολή του στην οθόνη σχετικού υπολογιστή



«… Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333, 362, και 367 του ΚΠΔ προκύπτει ότι η λήψη υπόψη από το δικαστήριο εγγράφου, που δεν αναγνώστηκε για τον σχηματισμό της κρίσης του, για την ενοχή ή την αθωότητα ή την επιβλητέα ποινή στον κατηγορούμενο, παραβιάζει την αρχή της προφορικότητας και δημοσιότητας της δίκης και την άσκηση του δικαιώματος του κατηγορουμένου από το άρθρο 358 του ίδιου Κώδικα να προβαίνει σε δηλώσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό αυτό στοιχείο και συνιστά απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας (αρθρ. 171 παρ.1 στοιχ.δ΄ ΚΠοινΔ), η οποία ιδρύει τον αναφερόμενο στο άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Α΄ του ΚΠοινΔ, λόγο αναίρεσης (ΑΠ 405/2019). Ειδικότερα προκειμένου για ψηφιακό δίσκο, που συνιστά έγγραφο κατά την διάταξη του  άρθρου 13 παρ.1γ εδ.β του Π.Κ. και εκ των πραγμάτων δεν είναι δυνατή η ανάγνωσή του, αυτός επισκοπείται  από όλους τους παράγοντες της δίκης, με την προβολή του στην οθόνη σχετικού υπολογιστή. Πρέπει, όμως, η επισκόπηση αυτή να γίνει προς όλους γενικώς τους παράγοντες της δίκης και κυρίως προς τον κατηγορούμενο, γιατί, αν από τα πρακτικά προκύπτει ότι ο ανωτέρω ψηφιακός δίσκος επισκοπήθηκε από ορισμένους μόνο παράγοντες της δίκης και παρόλα αυτά λήφθηκε υπόψη και συνεκτιμήθηκε από το δικαστήριο για το σχηματισμό δικανικής πεποιθήσεως, για την ενοχή ή μη του κατηγορουμένου, δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, διότι έτσι ο κατηγορούμενος στερείται του από το άρθρο 358 ΚΠΔ δικαιώματος σχολιασμού του αποδεικτικού αυτού μέσου και παράλληλα παραβιάζεται η δημοσιότητα της διαδικασίας..  …» 

«…Για να καταλήξει στην καταδικαστική αυτή κρίση, με βάση την οποία επέβαλε, στον αναιρεσείοντα ποινή καθείρξεως επτά (7) ετών, για την πιο πάνω πράξη, που προβλέπεται και τιμωρείται από τα άρθρα 339 παρ.1 περ. α' του Π.Κ., το Εφετείο, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλομένης απόφασής του, έλαβε υπόψη, αμέσως και κυρίως και συνεκτίμησε ως αποδεικτικά στοιχεία (σελ. 25-26 του σκεπτικού σε συνδυασμό με την σελ. 14, όπου τα αναγνωστέα έγγραφα) το εξής, μεταξύ των άλλων, εγγράφων που αναγνώσθηκαν ήτοι το υπ' αρ. πρωτ. 9001/20/2752-α'/19-11-2015 έγγραφο του Εργαστηρίου Εξέτασης Βίντεο και Εικόνας, της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ., με τίτλο "Επεξεργασία βιντεοληπτικού υλικού και εξαγωγή φωτογραφιών, μαζί με τις συνημμένες εκτυπωμένες φωτογραφίες, που επισκοπήθηκαν καθώς και το αντίστοιχο συνημμένο ψηφιακό δίσκο. Όμως ενώ για τις εν λόγω φωτογραφίες, στα πρακτικά ρητά αναφέρεται ότι αυτές επισκοπήθηκαν, προφανώς από όλους τους παράγοντες της δίκης επιδεικνυόμενες σ'αυτούς προς τον σκοπό αυτό από την διευθύνουσα τη συζήτηση δικαστή, ως προς τον ανωτέρω ψηφιακό δίσκο, ρητά αναφέρεται τόσο κατά το στάδιο της ανάγνωσης των εγγράφων (σελίδα 14) όσο και στο σκεπτικό της προσβαλλομένης απόφασης (σελ. 26) ότι αυτός επισκοπήθηκε ειδικά από τα μέλη της σύνθεσης του δικαστηρίου, κατά την επακολουθήσασα διάσκεψη της υποθέσεως στην οθόνη υπολογιστή σε ειδικό χώρο του δικαστηρίου, όχι δε και από τους λοιπούς παράγοντες της δίκης, μεταξύ των οποίων και ο πληρεξούσιος δικηγόρος που είχε παραστεί για τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο. Ακολούθως το περιεχόμενο του ως άνω ψηφιακού δίσκου το δικαστήριο αξιοποίησε αποδεικτικά σε βάρος του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, αναφέροντας στο σκεπτικό της προσβαλλομένης απόφασης, μετά τις παραδοχές για ενέργεια γενετήσιων πράξεων εκ μέρους αυτού και σε βάρος της παθούσης ανηλίκου που αναλύονται με λεπτομέρεια, τα ακόλουθα επί λέξει: ".......οι προπεριγραφόμενες ενέργειες του κατηγορουμένου, οι οποίες (βήμα-βήμα) προκύπτουν αναμφίβολα από την επισκόπηση του προαναφερθέντος ψηφιακού δίσκου, καθόσον η ανήλικη στις καταθέσεις της αναφέρεται με λιτότητα λόγου στα συγκεκριμένα γεγονότα, υπό τις ως άνω συνθήκες που έλαβαν χώρα, συνιστούν γενετήσιες(αλλά και ασελγείς κατά τον παλιό Π.Κ.) πράξεις, σε βάρος της ανήλικης-παθούσας, Σ. Γ., οι οποίες κατέτειναν στην διέγερση και πιθανότατα στην ικανοποίηση της γενετήσιας επιθυμίας του κατηγορουμένου (σελίδα 27-28)......". Από την παραπάνω πλημμέλεια ήτοι την μη επισκόπηση του προαναφερθέντος ψηφιακού δίσκου από όλους τους παράγοντες της δίκης και ειδικότερα από τον κατηγορούμενο, παραβιάζεται η αρχή της αμεσότητας της διαδικασίας, της προφορικότητας και δημοσιότητας της δίκης, καθώς και η άσκηση του δικαιώματος του ιδίου ως κατηγορουμένου, από το άρθρο 358 ΚΠΔ, να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό αυτό στοιχείο που αξιοποιήθηκε σε βάρος του και έτσι επέρχεται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, κατ'αρθρον 171 παρ.1 στοιχ. δ' ΚΠοινΔ.
Συνακόλουθα, ο σχετικός, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α` του ΚΠΔ, πρώτος λόγος, της κρινομένης αιτήσεως αναιρέσεως είναι βάσιμος και, κατά παραδοχή αυτού, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της, παρελκούσης της ερεύνης των λοιπών λόγων, ως αλυσιτελών και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση, συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους οι οποίο είχαν δικάσει προηγουμένως (αρθρ.519 ΚΠΔ), κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό.
…» 

 

Τετάρτη 16 Απριλίου 2025

ΜΠρΠατρών 16/2025 Εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων - Ανακοπή κατά της δήλωσης συνέχισης πλειστηριασμού και υποκατάστασης - Προθεσμία ασκήσεως ανακοπής - Ανακοπή κατά της επιταγής προς εκτέλεση - Ανακοπή κατά έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης - Ανακοπή κατά περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης - Επίδοση διαταγής πληρωμής

 


Αν κατά τη διάρκεια δίκης περί την εκτέλεση λάβει χώρα αντικατάσταση του διαχειριστή, επέρχεται η παύση της διαχειριστικής εξουσίας της εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων και κατ’ επέκταση της εξαιρετικής νομιμοποίησής της, με συνέπεια την επάνοδο στην κατά κανόνα νομιμοποίηση ή στην αντικατάστασή της από άλλη εταιρία διαχείρισης. Επέρχεται η διακοπή της δίκης και η συνέχισή της από το πιστωτικό ίδρυμα ή τη νέα διαχειριστική εταιρία. Ανακοπή κατά της δήλωσης συνέχισης του πλειστηριασμού και υποκατάστασης. Ασκείται εντός τριάντα ημερών από την ημέρα της ανάρτησης της γνωστοποίησης της δήλωσης και της ημέρας του πλειστηριασμού στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών. Δεν υπάγεται σε καμία από τις περιπτώσεις του άρθρου 934 ΚΠολΔ. Ρυθμίζεται από το άρθρο 973 παράγραφος 6 ΚΠολΔ. Κατά τα λοιπά για τις λοιπές ανακοπές κατά του πλειστηριασμού ισχύουν οι προθεσμίες του άρθρου 934 ΚΠολΔ. Επίδοση αντιγράφου κατασχετήριας έκθεσης. Η επίδοση διαταγής πληρωμής που έλαβε χώρα σε διεύθυνση διάφορη της πραγματικής του καθού η διαταγή πληρωμής, παρά τη σχετική γνώση της επισπεύδουσας εταιρίας διαχείρισης εξομοιώνεται με ανύπαρκτη επίδοση. Παύση ισχύος της εν λόγω διαταγής πληρωμής και ακυρότητα όλων των πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας που προσβάλλονται με ανακοπή του άρθρου 933 και ερείδονται σε αυτή ως εκτελεστό τίτλο. Ακύρωση επιταγής προς εκτέλεση, έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, έκθεση αναγκαστικού ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης ακινήτου.

 


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ 16/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Βάιο Τσιανάβα, Πρωτόδικη, τον οποίο όρισε ο Διευθύνων το Πρωτοδικείο Πατρών Πρόεδρος Πρωτοδικών, και από τη Γραμματέα Αναστασία Σφουγγάρη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στην Πάτρα τη 18η Ιανουάριου 2024, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του ανακόπτοντος: . του . και της ., κατοίκου Πειραιά Αττικής, επί της οδού . αρ. ., με Α.Φ.Μ. ..., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του, ΒΝ (AM ΔΣ Πατρών: ...).

Των καθ’ ων η ανακοπή: α) . του . και της ., κατοίκου Πατρών, επί της οδού . αρ. ., με Α.Φ.Μ. ..., η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της. ΣΒ και β) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «doValue Greece Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και το διακριτικό τίτλο «doValue Greece», η οποία εδρεύει στο Μοσχάτο Αττικής, επί της οδού Κύπρου αρ. 27 και Αρχιμήδους, με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ... και Α.Φ.Μ. ... Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Πειραιά, αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με τον Ν. 4354/2015, δυνάμει της υπ’ αριθμόν 220/1/13.3.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΦΕΚ Β' 880/16.3.2017), όπως νόμιμα εκπροσωπείται, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας, δυνάμει της από 18.6.2019 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων, που καταχωρίστηκε νομίμως στο δημόσιο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αριθμό πρωτοκόλλου 147/18.6.2019, στον τόμο 10 και με αύξοντα αριθμό 181, των απαιτήσεων της, εδρεύουσας στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας (οδός Georges Dock αρ. 3, 4ος όροφος. IFSCΔουβλίνο 1) αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «PILLAR FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία (αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού) κατέστη ειδικός διάδοχος ως προς την επίδικη απαίτηση της εδρεύουσας στην Αθήνα, επί της οδού Όθωνος αρ. 8, με Α.Φ.Μ. ..., ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», κατόπιν μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στο πλαίσιο τιτλοποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, δυνάμει της από 18.6.2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, που καταχωρίστηκε νομίμως στο δημόσιο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αριθμό πρωτοκόλλου 146/18.6.2019, στον τόμο 10 καίμε αύξοντα αριθμό 180, η οποία Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις δεν παραστάθηκε.

Ο ανακόπτων ζητεί να γίνει δεκτή η από 7.4.2023 ανακοπή του, που κατατέθηκε στην Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./7.4.2023, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, και γράφτηκε στο οικείο πινάκιο με αριθμό ..., οπότε εκφωνήθηκε και συζητήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά εγγραφής της στο οικείο πινάκιο, παραστάθηκε και κατέθεσε προτάσεις δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Θεοφάνη Κατσίνα (AM ΔΣ Πατρών: 459), η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «QQUANT MASTER SERVICER ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» και το διακριτικό τίτλο «QQUANT MASTER SERVICER ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Α.Ε.ΔΑ..Δ.Π.», η οποία εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής, επί της οδού Λεωφόρος Κηφισίας αρ. 66, με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ... και Α.Φ.Μ. ..., όπως νόμιμα εκπροσωπείται, νομίμως αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με τον Ν. 4354/2015, δυνάμει της υπ’ αριθμόν 247714.11.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της εδρεύουσας στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας (οδός Georges Dock αρ. 3, 4ος όροφος, IFSCΔουβλίνο 1) αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «PILLAR FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», όπως νόμιμα εκπροσωπείται, δυνάμει της από 12.5.2023 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρίστηκε νομίμως στο δημόσιο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αριθμό πρωτοκόλλου 331/16.5.2023, στον τόμο 16 και με αύξοντα αριθμό 104.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του ανακόπτοντος, της πρώτης καθ’ ης η ανακοπή και της εταιρείας με την επωνυμία «QQUANT MASTER SERVICER ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις που κατέθεσαν επί της έδρας.

  

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Ι.. Η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων στην οποία ανατίθεται από την εταιρεία απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις ή την αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού η διαχείριση των απαιτήσεών τους από δάνεια και πιστώσεις, δεν αποκτά τις εν λόγω απαιτήσεις κατά κυριότητα και συνεπώς δεν καθίσταται ειδικός διάδοχος των εν λόγω εταιρειών, νομιμοποιείται δε όχι ως δικαιούχος αλλά ως μη δικαιούχος διάδικος να διεξάγει τις περί των απαιτήσεων που διαχειρίζεται δίκες, για δικαίωμα τρίτου, αιτούμενη, ωστόσο, έννομη προστασία στο όνομά της, κατά παραχώρηση του νομοθέτη, όχι όμως για δικό της λογαριασμό. Έτσι, στην περίπτωση που κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας δίκης περί την εκτέλεση λάβει χώρα αντικατάσταση του διαχειριστή, επέρχεται η παύση της διαχειριστικής εξουσίας της εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων και κατ’ επέκταση της εξαιρετικής νομιμοποίησής της, με συνέπεια την επάνοδο στην κατά κανόνα νομιμοποίηση ή στην αντικατάστασή της από άλλη εταιρεία διαχείρισης. Στην περίπτωση αυτή χωρεί αναλογική εφαρμογή του άρθρου 286 περ. α άλλως περ. γ ΚΠολΔ και επέρχεται η διακοπή της δίκης και η συνέχισή της από το πιστωτικό ίδρυμα ή τη νέα διαχειρίστρια εταιρεία (πρβλ ΜΠρΗλείας 269/2023 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Αν. Πλεύρη, Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας - Ερμηνεία κατ’ άρθρο μετά τους Ν. 4842 & 4855/2021, Επιμ. X. Απαλλαγάκη - Στ. Σταματόπουλου, υπό το άρθρο 286 αρ. 9, σ. 1067 επ.).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις με την επωνυμία «QQUANT MASTER SERVICER ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», που παραστάθηκε και κατέθεσε προτάσεις κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της που έλαβε χώρα προφορικά στο ακροατήριο, το περιεχόμενο της οποίας περιλαμβάνεται και στο δικόγραφο των προτάσεων της, γνωστοποίησε ότι μετά την εκκρεμοδικία επί της κρινόμενης ανακοπής λύθηκε η από 18.6.2019 σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων, δυνάμει της οποίας η διαχείριση των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «PILLAR FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY» είχε ανατεθεί στην εταιρεία διαχείρισης με την επωνυμία «doValue Greece Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και ακολούθως η διαχείριση των εν λόγω απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένης της επίδικης απαίτησης, ανατέθηκε στην ίδια ως εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, νομίμως αδειοδοτηθείσα κατά τους ορισμούς του Ν. 4354/2015, δυνάμει της από 12.5.2023 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, περίληψη της οποίας έχει καταχωριστεί νομίμως στο δημόσιο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αριθμό πρωτοκόλλου 331/16.5.2023, στον τόμο 16 και με αύξοντα αριθμό 104. Η λύση της ως άνω, συναφθείσας με την εταιρεία «doValue Greece Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις», σύμβασης διαχείρισης είχε ως συνέπεια τη βίαιη διακοπή της παρούσας δίκης, η οποία ήδη συνεχίζεται από την εταιρεία διαχείρισης με την επωνυμία «QQUANT MASTER SERVICER ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» ως νυν διαχειρίστρια της επίδικης απαίτησης, δυνάμει της νέας ως άνω από 12.5.2023 σύμβασης διαχείρισης, δεδομένου ότι η τελευταία με την προπαρατεθείσα προφορική δήλωση της αφενός μεν γνωστοποίησε τον λόγο της βίαιης διακοπής, αφετέρου δε δήλωσε την συνέχιση της δίκης από την ίδια, νομιμοποιούμενη προς τούτο ως μη δικαιούχο διάδικο, κατά τα διαλαμβανόμενα ανωτέρω στην υπό στοιχείο I. νομική σκέψη.

 

ΙΙ. Κατά την παρ. 6 του άρθρου 973 ΚΠολΔ, αντιρρήσεις για οποιοδήποτε λόγο που αφορά το κύρος της δήλωσης συνέχισης και υποκατάστασης, ασκούνται με ανακοπή μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την ημέρα της κατά την παράγραφο 1 ανάρτησης. Η συζήτηση της ανακοπής προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε εξήντα ημέρες από την κατάθεσή της και γίνεται με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ.. Κατά της απόφασης που εκδίδεται μέσα σε ένα μήνα από τη συζήτηση της ανακοπής δεν επιτρέπεται η άσκηση ένδικων μέσων. Η τελευταία αυτή ειδική ανακοπή κατά των δηλώσεων συνέχισης πλειστηριασμού και υποκατάστασης άλλου δανειστή εισήχθη το πρώτον με τον Ν. 4335/2015. Και αυτό γιατί μέχρι τις τροποποιήσεις του νόμου αυτού η σχετική ανακοπή κατά τω ν δηλώσεων αυτών ασκούνταν στην προθεσμία του άρθρου 934 περ. β ΚΠοΛΔ, όπως ίσχυε προ του Ν. 4335/2015, ήτοι μέχρι τον πλειστηριασμό, πρώτη δε πράξη εκτελέσεως θεωρούνταν ανάλογα η δήλωση συνέχισης ή υποκατάστασης (ΑΠ 610/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, μετά την αναμόρφωση του άρθρου 934 με τον Ν. 4335/2015 και τη συγχώνευση των περιπτώσεων α και β του προϊσχύσαντος άρθρου 934 στην περίπτωση α του νέου άρθρου 934, με ενιαία προθεσμία άσκησης της ανακοπής 45 ημερών απ' την ημέρα της κατάσχεσης και διατήρηση της ανακοπής κατά του πλειστηριασμού ως περίπτωση β (τέως γ), η εν λόγω ανακοπή κατά των δηλώσεων συνέχισης πλειστηριασμού και υποκατάστασης δεν μπορεί να υπαχθεί σε καμία από τις προβλεπόμενες πλέον περιπτώσεις του άρθρου 934, έτσι ώστε να επιλεγεί από το νομοθέτη να εισαχθεί γι' αυτές μία ιδιαίτερη ανακοπή, που ρυθμίστηκε αυτοτελώς στο νέο άρθρο 973 παρ. 6. Με την ανακοπή αυτή του άρθρου 973 παρ. 6 ΚΠολΔ δύνανται να προβάλλονται λόγοι, οι οποίοι αφορούν το κόρος της δήλωσης αυτής (ΜονΠρωτΧαλκ 24/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι, οι αντιρρήσεις που μπορούν να προβληθούν με το σχετικό ένδικο βοήθημα, πρέπει πρώτιστα να αφορούν είτε πρωτογενείς πλημμέλειες της επίδικης πράξης εκτέλεσης (δήλωσης συνέχισης ή υποκατάστασης) καθώς και συνεπακόλουθα στις πράξεις που ακολούθησαν αυτής (άρθρο 973 παρ. 1 ΚΠολΔ) είτε δευτερογενείς ακυρότητες της δήλωσης συνέχισης ή υποκατάστασης που προκύπτουν από δικονομικά ανίσχυρες προγενέστερες πράξεις εκτέλεσης στις οποίες στηρίζεται η επίδικη πράξη εκτέλεσης (πχ. την κατάσχεση). Η δεύτερη όμως ως άνω περίπτωση (δευτερογενούς ακυρότητας) τελεί υπό την προϋπόθεση ότι κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα η (μετέπειτα προσβαλλόμενη) δήλωση συνέχισης, οι εν λόγω (προγενέστερες ανίσχυρες) πράξεις είτε έχουν ακυρωθεί με δικαστική απόφαση είτε έστω έχουν παύσει να υφίστανται και να παράγουν έννομες συνέπειες με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο (π.χ. απόφαση για ανατροπή κατάσχεσης, δήλωση παραίτησης από κατάσχεση κ.α.). Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τον λόγο που προτείνεται με την ανακοπή του άρθρου 973 παρ. 6 ΚΠολΔ και το ποια πράξη εκτέλεσης αφορά αυτός (ο λόγος), το αίτημα της ανακοπής του άρθρου 973 παρ. 6 ΚΠολΔ (όπως ανάλογα ισχύει και για την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ) είναι η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης εκτέλεσης, η οποία στην συγκεκριμένη ανακοπή μπορεί και πρέπει να είναι μόνο η επίδικη δήλωση συνέχισης ή υποκατάστασης και όχι άλλες προγενέστερες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας (ΜΠρΠατρ 430/2024 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, βλ. ΜΠρΡοδ 224/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και τις εκεί παραπομπές).